καλυβας πανουργια, εμφυλιος

15
Ο «Άγιος Bελουχιώτης» και οι... άμοιροι Tαγματασφαλίτες ΓENIKEYΣEIΣ, ΠIΘANOΛOΓHΣEIΣ, AΠΛOYΣTEYΣEIΣ KAI AΠOΛOΓHTIKH ΣTAΣH AΠENANTI ΣE ΓEPMANOYΣ KAI TAΓMATAΣΦAΛITEΣ BΛEΠEI H N. ΠANOYPΓIA ΣTON ΣT. KAΛYBA, ΠEPNΩNTAΣ THN APΘPOΓPAΦIA TOY ΓIA THN «APIΣTEPH BIA» AΠO KOΣKINO ΝΕΝΗ ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ O εύρωστος κριτικός λόγος γύρω από τον Εμφύλιο και την «κόκκινη βία» στο «Βιβλιοδρόμιο» εδράζεται στο περίφημο, πλέον, άρθρο των Καλύβα και Μαραντζίδη, αλλά η απαρχή του διαλόγου είναι το άρθρο του Στάθη Καλύβα, «Ποιοι φοβούνται την επιστημονική έρευνα της ιστορίας μας;». Φαίνεται εκεί ότι ο Στ. Καλύβας προσπαθεί να δημιουργήσει ένα δομικό υπόβαθρο που βασίζεται στα εξής σημεία: 1. Οι κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις στην υπόθεση Τσενάι συνιστούν υποχώρηση ως προς τις «ευρωπαϊκές» αξίες της σύγχρονης ανοικτής κοινωνίας και «στο περιθώριο των αντιδράσεων αυτών... παρατηρείται μια αντίστοιχη εξέλιξη: αμφισβητείται έντονα και επιτακτικά η δυνατότητα επιστημονικής διερεύνησης της πρόσφατης ιστορίας μας όταν αυτή ανατρέπει κατεστημένες δοξασίες και προκαταλήψεις». Δηλαδή, η ξενοφοβία των πολιτών και οι θέσεις των πολιτικών κατατάσσονται στο ίδιο μόρφωμα με την κριτική που έχει αρθρωθεί γύρω από τις πρόσφατες έρευνες για Κατοχή και Εμφύλιο. 2. Αναφερόμενος ο Καλύβας στη μεταπολιτευτική ιστοριογραφία (αποκαλώντας την «αγιογραφική, απλουστευτικά καταγγελτική, ρέπουσα προς τη μαρτυρολογία και τον ακατάσχετο ρομαντισμό») επισημαίνει τους δυϊσμούς από τους οποίους πάσχει: π.χ., εκεί όπου η πρότερη ιστοριογραφία είχε τοποθετήσει τη σημασία του Γράμμου, μεταπολιτευτικά έχουμε τη Μακρόνησο. Φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται ότι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο δεν είναι διαφορές μεγέθους ή τοποθέτησης, αλλά διαφορές αυτού που ο Ρουσσώ ονομάζει τάξη, δηλαδή αρχές νοηματικής ταξινόμησης: ο Γράμμος ήταν ανοιχτή στρατιωτική σύρραξη, Κάλαμος 1944. «Τσολιάδες» συγκεντρώνουν με τη βία τους κατοίκους του χωριού προκειμένου να ερευνήσουν την περιοχή για αντάρτες, αλλά και να στρατολογήσουν άνδρες για τα Τάγματα Ασφαλείας

Transcript of καλυβας πανουργια, εμφυλιος

Page 1: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

Ο «Άγιος Bελουχιώτης» και οι... άμοιροι Tαγματασφαλίτες ΓENIKEYΣEIΣ, ΠIΘANOΛOΓHΣEIΣ, AΠΛOYΣTEYΣEIΣ KAI AΠOΛOΓHTIKH ΣTAΣH AΠENANTI ΣE ΓEPMANOYΣ KAI TAΓMATAΣΦAΛITEΣ BΛEΠEI H N. ΠANOYPΓIA ΣTON ΣT. KAΛYBA, ΠEPNΩNTAΣ THN APΘPOΓPAΦIA TOY ΓIA THN «APIΣTEPH BIA» AΠO KOΣKINO ΝΕΝΗ ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ

O εύρωστος κριτικός λόγος γύρω από τον Εμφύλιο και την «κόκκινη βία» στο «Βιβλιοδρόμιο» εδράζεται στο περίφημο, πλέον, άρθρο των Καλύβα και Μαραντζίδη, αλλά η απαρχή του διαλόγου είναι το άρθρο του Στάθη Καλύβα, «Ποιοι φοβούνται την επιστημονική έρευνα της ιστορίας μας;». Φαίνεται εκεί ότι ο Στ. Καλύβας προσπαθεί να δημιουργήσει ένα δομικό υπόβαθρο που βασίζεται στα εξής σημεία:

1. Οι κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις στην υπόθεση Τσενάι συνιστούν υποχώρηση ως προς τις «ευρωπαϊκές» αξίες της σύγχρονης ανοικτής κοινωνίας και «στο περιθώριο των αντιδράσεων αυτών... παρατηρείται μια αντίστοιχη εξέλιξη: αμφισβητείται έντονα και επιτακτικά η δυνατότητα επιστημονικής διερεύνησης της πρόσφατης ιστορίας μας όταν αυτή ανατρέπει κατεστημένες δοξασίες και προκαταλήψεις». Δηλαδή, η ξενοφοβία των πολιτών και οι θέσεις των πολιτικών κατατάσσονται στο ίδιο μόρφωμα με την κριτική που έχει αρθρωθεί γύρω από τις πρόσφατες έρευνες για Κατοχή και Εμφύλιο.

2. Αναφερόμενος ο Καλύβας στη μεταπολιτευτική ιστοριογραφία (αποκαλώντας την «αγιογραφική, απλουστευτικά καταγγελτική, ρέπουσα προς τη μαρτυρολογία και τον ακατάσχετο ρομαντισμό») επισημαίνει τους δυϊσμούς από τους οποίους πάσχει: π.χ., εκεί όπου η πρότερη ιστοριογραφία είχε τοποθετήσει τη σημασία του Γράμμου, μεταπολιτευτικά έχουμε τη Μακρόνησο. Φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται ότι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο δεν είναι διαφορές μεγέθους ή τοποθέτησης, αλλά διαφορές αυτού που ο Ρουσσώ ονομάζει τάξη, δηλαδή αρχές νοηματικής ταξινόμησης: ο Γράμμος ήταν ανοιχτή στρατιωτική σύρραξη, η Μακρόνησος είναι το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Δύση δύο χρόνια μετά το κλείσιμο του Μπούχενβαλντ. Une différence d' ordre. Το θέμα δεν είναι ηθικό (όπως υπαινίσσεται ο Στ. Καλύβας), αλλά βαθύτατα επιστημολογικό, ταξινομικό.

3. Ο Άρης Βελουχιώτης έχει πάρει τη θέση του Κολοκοτρώνη στην αριστερή αγιογραφία. Τώρα ποια Αριστερά (εκτός από τη «17N») έχει ο Καλύβας κατά νου, όπου και ο Κολοκοτρώνης και ο Άρης έχουν τη σημασία που τους αποδίδει, μου διαφεύγει.

Κάλαμος 1944. «Τσολιάδες» συγκεντρώνουν με τη βία τους κατοίκους του χωριού προκειμένου να ερευνήσουν την περιοχή για αντάρτες, αλλά και να στρατολογήσουν άνδρες για τα Τάγματα Ασφαλείας

Page 2: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

Δίστομο, Ιούνιος 1944. Γερμανοί στρατιώτες εν μέσω ερειπίων μετά τη σφαγή αμάχων και την καταστροφή της πόλης που έγινε σε αντίποινα της αντιστασιακής δράσης κατά των στρατευμάτων Κατοχής

H κύρια κατηγορία των Καλύβα - Μαραντζίδη (εκτός από το ότι όλοι μας φοβόμαστε την επιστημονική έρευνα της ιστορίας μας) είναι ότι η Αριστερά βλέπει τα πράγματα μέσα από διχοτομικές διόπτρες, από Μανιχαϊστικά σχίσματα του καλού και του κακού, του δεξιού και του αριστερού, του δικού μας και του άλλου. Δεν θα αναφερθώ εδώ στον Δεκάλογο του Καλού Επιστήμονα, που μας προτείνουν. Θέλω, όμως, να επισημάνω μερικά σημεία στο σύνολο του έργου τους για τον Εμφύλιο τα οποία μάλλον απάδουν με τα σημεία του Δεκάλογου. Σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2001 στο περιοδικό «Διεθνής Πολιτική» (World Politics) περί παλαιών και νέων εμφυλίων πολέμων (οριζόμενοι ως προ- και μετα- ψυχροπολεμικοί), o Στ. Καλύβας καταλήγει στο ότι μόνο με «καλή θεωρία» θα ξεπεράσουμε «τους αναλυτικούς φακούς που μας εφαρμόζονται εκ των έξω» και ότι η καλή θεωρία «επιτάσσει σταθερές νοηματικές κατηγορίες και φερέγγυες εμπειρικές πήγες». Εδώ, όμως, αρχίζουν οι δυσκολίες, μεθοδολογικές αλλά κυρίως επιστημολογικές. Ας αρχίσουμε από τη μεγάλη δυσκολία που έχει ο Καλύβας να χρησιμοποιήσει όρους, κατηγορίες και χρονολογίες με κάποια σταθερότητα, η ολισθηρότητα των οποίων δεν τον προβληματίζει. Έτσι, χρησιμοποιείται ο όρος «εμφύλιος'» και για το 1946-1949 και για το 1943-1944, και για τους αντάρτες πόλεων στην Ιταλία και την Γερμανία, και για την εξέγερση στο Λος Άντζελες το 1992, και για τους Σαντινίστας, και για τον IRA, και για τη Σιέρα Λεόνε, και για τη Γαλλική Επανάσταση, και για την Οκτωβριανή Επανάσταση, και για τα αντι-αποικιοκρατικά κινήματα. Όλα μαζί επιπλέουν και αναφέρονται σαν ίσα και όμοια, σαν να μην υπάρχουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές είδους και τάξης οι οποίες επιβάλλουν τη διατήρηση των ταξινομικών διαφορών, έτσι ώστε να αναδυθούν οι διαφορετικοί όροι υπό τους οποίους δημιουργήθηκαν, αναπτύχθηκαν και αποτέλεσαν κινήματα ως πολιτικά μορφώματα. Την ίδια ευκολία διολίσθησης βλέπουμε και στο άρθρο του στον συλλογικό τόμο σε επιμέλεια M. Μαζάουερ «Μετά τον Πόλεμο» (κοιτώ την αγγλική έκδοση) όπου ο Καλύβας γλιστράει μεταξύ EAM, ΕΛΑΣ, και KKE (όπως στη σελ. 145, και μετά στην 155), αλλά και μεταξύ ημερομηνιών (1943 και 1944 - σελίδα 158).

Page 3: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

Πιο σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός ότι ο Καλύβας προβαίνει σε σειρά υποθέσεων, τις οποίες παρουσιάζει ως συμπεράσματα: στην κριτική του για το βιβλίο του Χέρμαν-Φρανκ Μάγερ «Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα» (εκδ. Εστία) αναφέρει ότι «οι αντάρτες απαίτησαν την απελευθέρωση 50 Ελλήνων για κάθε Γερμανό αιχμάλωτο, ενδεχομένως και του Νίκου Ζαχαριάδη». Ενδεχομένως και του Νίκου Ζαχαριάδη; Έτσι, αβίαστα; Και βεβαίως, αυτό το ενδεχομένως μπορεί και να μην είχε και πολύ μεγάλη σημασία, αν δεν στήριζε επάνω του ο Καλύβας μέρος της εξήγησής του για τη σφαγή των Καλαβρύτων: «Στις 7 Δεκεμβρίου, και ενώ οι Γερμανοί πλησίαζαν, οι αντάρτες αποφάσισαν να εκτελέσουν τους αιχμαλώτους». Τελεία και παύλα. Ούτε λέξη ούτε γραμμή για τις εκτελέσεις των Γερμανών μεταξύ 24 Νοεμβρίου και 7 Δεκεμβρίου σε Μονοδένδρι, Πάτρα, Ανδρίτσα, Γύθειο, με 258 νεκρούς, πριν από τα Καλάβρυτα, αν και ο Γιώργος Μαργαρίτης μάς έχει δείξει την αλυσίδα των γεγονότων εκείνες τις λίγες ημέρες στην Πελοπόννησο.

Υποθέσεις

Ακολουθούν και άλλου είδους υποθέσεις: «Κατά τους υπολογισμούς μου, σχεδόν 90% όλων των βίαιων θανάτων ενηλίκων που έλαβαν χώρα στην Αργολίδα κατά τη διάρκεια της εμφύλιας συμπλοκής... έγιναν μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 1943 και του Σεπτεμβρίου του 1944». Στο ίδιο άρθρο αναφέρει ότι η τρομοκρατική εκστρατεία του EAM τον χειμώνα του '43-'44 δεν περιορίστηκε στην Αργολίδα. Ένα «παρόμοιο κύμα δολοφονιών σάρωσε ολόκληρη την Πελοπόννησο εκείνη την εποχή και κατά πάσα πιθανότητα και την υπόλοιπη χώρα». Πώς γίνεται, όμως, να θέλει κάποιος να στηρίξει μια τόσο σοβαρή υπόθεση εργασίας - όπως είναι η συμβολή της αριστερής βίας στην ανάπτυξη μιας αντι-αριστερής αντίδρασης - σε υπολογισμούς, υποθέσεις, και πιθανολογήσεις;

Βασικά μαθήματα ανθρωπολογίας

Στο άρθρο του στο «World Politics» ο Στ. Καλύβας υποστηρίζει ότι ο τρόπος για να γίνει σωστή αποτίμηση ενός εμφυλίου πολέμου είναι ένας και μοναδικός: συνεντεύξεις μέσα στη ζώνη του πόλεμου, την ώρα του πολέμου, αντί συνομιλίας με θύματα του πόλεμου και κυβερνητικούς παράγοντες. Έχοντας, όμως, διαβάσει το έργο του μέχρι στιγμής, μου φαίνεται ότι ζητά ακριβώς αυτό που δεν κάνει ο ίδιος: Προσπαθώντας να αποδείξει την ορθότητα του προτάγματός του, στηρίζεται σε μια διεπιστημονική προσέγγιση του αντικειμένου του. Χρησιμοποιεί εργαλεία από τη δική του επιστήμη αλλά και από την ιστορία, τη λογοτεχνία («Ελένη» και «Ορθοκωστά») και την ανθρωπολογία. Δεν είμαι ιστορικός ούτε κριτικός λογοτεχνίας. Για την ανθρωπολογία, όμως, ξέρω ότι το πρώτο μάθημα που κάνουμε στους φοιτητές μας είναι ότι η μαρτυρία τού τώρα, πιθανόν να αποδώσει την ιστορική αρτιότητα της στιγμής, η μαρτυρία για το χθες, το πέρσι, το πρόπερσι θα αποδώσει την τωρινή αίσθηση για το χθες, το πέρσι, το πρόπερσι. Δηλαδή, αυτό που παίρνουν οι φοιτητές μας, όταν αρχίζουν έρευνα πεδίου, είναι ότι αυτό που θα ακούσουν προφορικά για κάποιο γεγονός του παρελθόντος είναι η σημερινή αποτίμηση του γεγονότος, όχι το γεγονός το ίδιο. Όχι γιατί οι συνομιλητές μας θέλουν να μας παραπλανήσουν (αναγκαστικά) ούτε γιατί τους αρέσει να φτιάχνουν ιστορίες (αναγκαστικά), αλλά γιατί με την πάροδο του χρόνου κατασκευάζεται ένα αφήγημα το οποίο φτάνει σιγά-σιγά να γίνει κτήμα της ομάδας, όχι ως κατασκευή

Ο θρήνος στο Δίστομο. Απέμεινε μόνη απ' όλη την οικογένειά της, θύμα της βίας των κατακτητών

Page 4: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

αλλά ως ιστορική αλήθεια (αναγκαστικά). Ο Καλύβας δεν φαίνεται να θέλει να επιτρέψει σε αυτήν την επιστημολογική δυσκολία (γιατί πρόκειται περί επιστημολογικής και όχι μεθοδολογικής δυσκολίας) να του δυσκολέψει την έρευνα.

Το εφήμερο και η επιθυμία

O στόχος του Στάθη Καλύβα, έτσι όπως διαφαίνεται στα άρθρα του, στις βιβλιοκριτικές του για τον Μάγερ και το (παραναγνωσμενο) «Υιός Συμμορίτου» του Κυριάκου Αθανασίου (εκδ. Βιβλιόραμα), αλλά κυρίως στο κείμενό του για τους εμφύλιους πολέμους, είναι ο εξής: Θέλει να αποδείξει ότι παρά το γεγονός πως η «βιβλιογραφία» (έτσι, χαλαρά και αβασάνιστα) κάνει τον διαχωρισμό μεταξύ «παλαιών» εμφυλίων, οι οποίοι εμφορούντο από υψηλά ιδεώδη, και «νέων» εμφυλίων, οι οποίοι υποκινούνται από απληστία και φιλοχρηματία, αυτός ο διαχωρισμός στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Διότι ο ιδεολογικός προσανατολισμός των «παλαιών» εμφυλίων ήταν κατασκεύασμα των διανοουμένων (και μην περιμένουμε εδώ καμιά υποψιασμένη κριτική τοποθέτηση όπως του Γκράμσι και του Σαΐντ απέναντι στους διανοούμενους), οι δε νέοι εμφύλιοι είναι εξίσου ιδεολογικοί όσο και οι παλαιοί, απλώς τώρα που οι ψυχροπολεμικές κατηγορίες έχουν καταρρεύσει, παρουσιάζεται και η ιδεολογία των παλαιών ως κατασκεύασμα, αλλά και διαφαίνεται η ύπαρξη ιδεολογικού υπόβαθρου στους καινούργιους. Άρα, και οι παλαιοί κενοί ιδεολογίας και οι νέοι απότοκα ιδεολογίας!

Εκτός του ότι φαίνεται να έχει πολύ στριμωγμένη αντίληψη για την Ιστορία, ο κρατισμός του Καλύβα δεν του επιτρέπει να αποδεχθεί το εφήμερο και την επιθυμία ως μοχλούς της ιστορίας. Αδυνατεί, δηλαδή, να δεχθεί ως ιστορική δύναμη την αυθόρμητη επιθυμία ενός εικοσάχρονου για κοινωνική δικαιοσύνη και την ανάδειξη του εφήμερου σε ιστορική ιδέα. Ο Νίκος Μαραντζίδης σε δύο άρθρα του, ένα στο «Journal of Peace Studies» και ένα στο «Columbia Journal of Historiography», θριαμβολογώντας γι' αυτό το νέο κύμα στην έρευνα, επισημαίνει το έργο του Καλύβα σημειώνοντας ότι «έχει φέρει στο κέντρο της έρευνας τον ρόλο της βίας... και έχει εγείρει ερωτήματα όπως: ''κάτω από ποιες συνθήκες γίνεται μια ομάδα βίαιη; '' και ''πώς έλαβε χώρα ο εμφύλιος;'', παρά το ''ποιος έφταιγε''». H μέχρι τώρα γραφή τους, όμως, κατατρύχεται από το «ποιος» και όχι το «πώς».

ΠΟΣΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΚΑΝ ΣΤΑ ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ;

Διαβάζοντας το έργο του Καλύβα, διαφαίνεται μια απολογητική στάση του απέναντι στους Γερμανούς και τους Ταγματασφαλίτες. Και αυτή η στάση φαίνεται περισσότερο στις μικρές λεκτικές χειρονομίες του, παρά στις συγκροτημένες προτάσεις του: κάπου αποκάλεσε τους Ταγματασφαλίτες «άμοιρους» («πού να ήξεραν οι άμοιροι οι Ταγματασφαλίτες πως κάποια μέρα θα μετατρέπονταν στην τελευταία ασπίδα ενός παρηκμασμένου κύκλου ελλήνων πανεπιστημιακών του 21ου αιώνα»). Στην κριτική για το βιβλίο του Μάγερ αναφέρεται στη γραφή του συγγραφέα, ενός συγγραφέα ο πατέρας του οποίου ως στρατιώτης της Βέρμαχτ πήρε μέρος στη σφαγή των Καλαβρύτων. Ο Μάγερ κατεβάζει τον αριθμό των νεκρών στα Καλάβρυτα σε 487 από τον γνωστό μας (φανταστικό κατά Καλύβα) των περίπου 1.300. Λέει, λοιπόν, για τον Μάγερ ότι «αποφεύγει τους περιττούς μελοδραματισμούς». Για να καταλάβουμε δηλαδή: η αφήγηση του γιου ενός από τους συμμετέχοντες στη σφαγή των Καλαβρύτων αποφεύγει τους περιττούς μελοδραματισμούς. Δεν μπορώ να καταλάβω τι είδους μελοδραματισμό θα μπορούσε

Page 5: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

να περιέχει μια αφήγηση από τη σκοπιά αυτή, έτσι ώστε η απουσία του να πιστωθεί στον συγγραφέα; Και στο άρθρο του, όμως, στον συλλογικό τόμο «Μαζάουερ» ο Καλύβας παρουσιάζει μια μάλλον προβληματική τοποθέτηση απέναντι στους Γερμανούς και στους Ταγματασφαλίτες. Μας προτρέπει να μην τα φορτώνουμε όλα στις πλάτες των Γερμανών και μας λέει ότι τα Τάγματα Ασφαλείας δημιουργήθηκαν επειδή οι Αργολείς δεν μπορούσαν να υποφέρουν πια τη βία των ανταρτών, που είχε αποτέλεσμα 29 θανάτους. Δεν άντεξαν, λοιπόν, οι Αργολείς και ζήτησαν από τους Γερμανούς να κάνουν κάτι, και οι Γερμανοί δημιούργησαν τα Τάγματα Ασφαλείας. Μα ακόμη και αν υποθέσουμε ότι οι Αργολείς όντως το πιστεύουν αυτό (τώρα, δηλαδή το 1995), και το πιθανότερο είναι ότι όντως το πιστεύουν, ο Καλύβας ως σοβαρός επιστήμων που είναι δεν διερωτήθηκε αν όντως θα ήταν ποτέ δυνατόν οι Γερμανοί να ανταποκριθούν σε ένα τέτοιο αίτημα; Ο Χάγκεν Φλάισερ, βεβαίως, μας έχει δώσει διεξοδικά την ιστορία της ίδρυσης των Ταγμάτων Ασφαλείας με εμπεριστατωμένη αρχειακή έρευνα σε γερμανικά και ελληνικά αρχεία, οπότε ποιο είναι ακριβώς το εγχείρημα Καλύβα;

ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Παρά το γεγονός ότι σε όλα τα άρθρα του, τις βιβλιοκριτικές του και τις παρεμβάσεις του ο Καλύβας αναφέρεται στη «μεταπολιτευτική ιστοριογραφία», «εγχώρια ιστοριογραφική παραγωγή», «νέες τάσεις στην έρευνα του εμφυλίου πολέμου», «πρόσφατες έρευνες», «κάποιους [που] αισθάνθηκαν το ''φάντασμα'' του ρεβιζιονισμού πάνω από το κεφάλι τους να τους απειλεί», όλες αυτές οι αναφορές γίνονται συλλήβδην, χωρίς ούτε μία φορά να αναφέρει έναν τίτλο έργου, έναν ερευνητή, για να ξέρουμε κι εμείς με ποια φαντάσματα παλεύει. Ποια είναι, δηλαδή, αυτά τα έργα στα οποία «η βία υπήρξε μονοπώλιο μιας παράταξης», τα οποία επιδίδονται σε «υστερικές καταγγελίες, το κυνήγι μαγισσών και τη συνωμοσιολογία» και πρέπει να αντικατασταθούν από «δημιουργική έρευνα και διάλογο, όπως αρμόζει σε ανοιχτές κοινωνίες και σύγχρονες επιστημονικές κοινότητες»; Θα μας βοηθούσε πολύ αν ξέραμε όλοι ποια έργα υπαινίσσονται οι Καλύβας και Μαραντζίδης, έτσι ώστε να μπορούσαμε να βρεθούμε σε κάποιον τεκμηριωμένο διάλογο μαζί τους, βασισμένο σε κείμενα και παραθέματα.

H Νένη Πανουργιά είναι καθηγήτρια Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Columbia.

2/10/2004

Δεν θα επιστρέψουμε στα πέτρινα χρόνια Όταν δημοσιεύαμε το άρθρο μας στα «NEA», τον περασμένο Mάρτιο, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ούτε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για το θέμα, αλλά ούτε την ιδεολογική και συναισθηματική φόρτιση που προξενεί ακόμη η περίοδος αυτή ΣΤΑΘΗΣ ΚΑΛΥΒΑΣ, ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ

Άρης Βελουχιώτης. H δράση του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ εξακολουθεί να πυροδοτεί τη διαμάχη σχετικά με τους μύθους της Νεώτερης Ελλάδας

Page 6: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

O «Διάλογος για την Ιστορία» είχε, αναμφισβήτητα, κάποιες άτυχες στιγμές. Ορισμένες παρεμβάσεις προέκριναν έναν συντηρητικό και αμυντικό λόγο, ο οποίος καταγγέλλει αντί να συνδιαλέγεται, κατεχόμενος από τη μεταφυσική αγωνία πως κάποιες αντιλήψεις θα ανατραπούν και θα επιστρέψουμε στα «πέτρινα χρόνια» της μετά τη Βάρκιζα εποχής!

Εμείς απλώς σημειώνουμε την έντονη ομοιότητα που παρουσιάζει ο λόγος αυτός με τον αντίστοιχο ακραίο λόγο που αναπτύσσεται συνήθως γύρω από τα «εθνικά θέματα» (Κυπριακό, Μακεδονικό κτλ.). Ανάγοντας τη θεματολογία του (το Έθνος για τους μεν, την Εθνική Αντίσταση για τους δε) σε ιερό - και όχι ιστορικό - αντικείμενο, ο λόγος αυτός προάγει ένα είδος συλλογικής πίστης, που δεν ανέχεται καμία παρέκβαση και δεν διστάζει να κατακεραυνώσει δημόσια τις κριτικές προσεγγίσεις και τους φορείς τους ως άτομα ελλιπούς πατριωτισμού.

H συμβολή του διαλόγου

Παρά τις ατυχείς στιγμές του, ο διάλογος για την Ιστορία συνέβαλε θετικά στο εύρος του προβληματισμού και στην ανάδειξη σημαντικών θεμάτων για την κατανόηση της δεκαετίας του '40. Ζητήματα έως τώρα ταμπού, όπως η βία ή ο δωσιλογισμός, μπήκαν ψηλά στην ατζέντα της συζήτησης, με διαφορετικές αλλά εξίσου γόνιμες προσεγγίσεις. Φυσικά, ο διάλογος δεν περιορίζεται στις στήλες των εφημερίδων και, υπό αυτό το πρίσμα, το συνέδριο που διοργάνωσε το Δίκτυο για τη Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων στη Σαμοθράκη απέδειξε πως η επιστημονική κοινότητα μπορεί να συνδιαλέγεται με γόνιμο και δημιουργικό τρόπο.

Θα περιοριστούμε, λόγω χώρου, σε έξι βασικά σημεία της συζήτησης.

1. H μεθοδολογία της έρευνας

Μας ασκήθηκε κριτική πως η μεθοδολογία που προκρίνουμε είναι «αποσπασματική», «πολυαιτιακή» και οδηγεί στον αγνωστικισμό και τον ανορθολογισμό! Ο εμφύλιος, όμως, είναι πολυσύνθετο και πολύπλευρο ιστορικό φαινόμενο και προέχει η όσο το δυνατό ακριβέστερη ανασύνθεσή του και η κάλυψη των τεράστιων πραγματολογικών κενών που εξακολουθούν να ταλανίζουν την έρευνα.

Κάποιοι προτάσσουν την ερμηνεία της έρευνας, εμείς όμως θεωρούμε πως οι βεβιασμένες ερμηνείες είναι δείγμα προχειρότητας. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο προκρίνουμε τις λεπτομερείς τοπικές έρευνες, νομό-νομό. Ας μην ξεχνάμε πως καμία ερμηνεία δεν μπορεί να θεωρηθεί ιερή, άρα και μη αναθεωρήσιμη. Ο αποκλεισμός της φρέσκιας ματιάς, της καινούργιας ανάγνωσης, των νέων στοιχείων, δεν σημαίνει τίποτα άλλο από επιστημονική στειρότητα. Όσοι προσδίδουν στον όρο αναθεώρηση αρνητικό περιεχόμενο, ξεχνούν πως αποτελεί ανάθεμα μόνο στον κόσμο του δόγματος και της τυφλής πίστης.

Ορισμένοι αναλώνονται σε δίκες προθέσεων: π.χ., προάγουμε τη θεωρία «των τριών γύρων», «εξαγνίζουμε» τους δωσίλογους», μας ενδιαφέρει η ενοχοποίηση όσων «πολέμησαν τον κατακτητή και σκέφτηκαν μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση!!!». Εμείς υπενθυμίζουμε πως η επιστημονική έρευνα κρίνεται με βάση τα στοιχεία που συνεισφέρει, όχι τις δήθεν προθέσεις των φορέων της. Άλλωστε, το να υπογραμμίζει κάποιος την ποιότητα των νέων ερευνών και να επισημαίνει τα κενά που αυτές

Page 7: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

καλύπτουν, δεν σημαίνει συλλήβδην απόρριψη των παλαιοτέρων ερευνών. Το αντίθετο.

Τελικά, στο θέμα της μεθοδολογίας υπάρχουν, όπως είναι φυσικό, διαφορετικές εκδοχές και προτιμήσεις. Ας μην ξεχνάμε, όμως, πως κεντρικό κριτήριο εγκυρότητας αποτελούν οι δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά και εκδοτικούς οίκους όπου ισχύουν αυστηροί κανόνες επιλογής. Και από την άποψη αυτή, άλλοι υστερούν και όχι εμείς.

2. H περιοδολόγηση

Αρκετή κριτική δέχθηκε η θέση μας για την περιοδολόγηση του Εμφυλίου και την τοποθέτηση της έναρξής του στα χρόνια της Κατοχής. Μια τέτοια παραδοχή δεν υποδηλώνει την αποδοχή της θεωρίας των τριών γύρων, η οποία πάντως δεν είναι αυτομάτως περισσότερο σωστή, ή λανθασμένη, από προσεγγίσεις που αποδίδουν τον εμφύλιο πόλεμο στη λευκή τρομοκρατία, στην Ιντέλιτζενς Σέρβις ή στον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του Νίκου Ζαχαριάδη. Το σύνολο των στοιχείων που διαθέτουμε (αριθμός και ένταση των συγκρούσεων, αριθμός των εμπλεκομένων και των θυμάτων) επιτρέπει να μιλάμε για έναν εμφύλιο πόλεμο που άρχισε τα χρόνια της Κατοχής. Φυσικά, οι αντίπαλοι του EAM δεν είναι μόνο οι συνεργάτες των Γερμανών και τα τάγματα ασφαλείας, όπως μερικοί ισχυρίζονται, αλλά από το 1943 και μετά όλες οι μη ΕΑΜικές αντιστασιακές οργανώσεις, μοναρχικές και αντιμοναρχικές, δεξιές και μη: ΕΔΕΣ, EKKA, ΠΑΟ, «Αντωντσαουσικοί», ΕΣ, ΠΕΑΝ, Ιερή Ταξιαρχία, Εθνική Δράση, ΕΟΚ, PAN κ.ά. Μερικοί έχουν την τάση να διαφωνούν με τους όρους: να μην το πούμε, λένε, εμφύλιο πόλεμο, να το πούμε εμφύλιες συγκρούσεις. Τι αλλάζει πράγματι, δεν το κατανοούμε. Αυτό που έχει σημασία είναι πως οι δύο έννοιες, Αντίσταση και Εμφύλιος, συνδέονται στενά και πως από το 1943 και έπειτα είναι αδύνατο να κατανοήσει κάποιος τη μία απολύτως ανεξάρτητα από την άλλη.

3. Ο δωσιλογισμός

Ασκήθηκε κριτική για την αντιμετώπιση, εκ μέρους μας, των συγκρούσεων των ταγμάτων ασφαλείας με τον ΕΛΑΣ, ως μέρους ενός εμφυλιακού σκηνικού και όχι με βάση το δίπολο Κατοχή-Αντίσταση. Ουδείς όμως υποστήριξε, όπως εσφαλμένα αναφέρθηκε, πως «τα αντίποινα του Στρατού Κατοχής και η δράση των ταγμάτων ασφαλείας προκλήθηκαν από τη δράση του EAM και του ΕΛΑΣ» και πως η αριστερή βία υπήρξε «γενεσιουργός αιτία των ταγμάτων ασφαλείας». Ωστόσο, το αν και κατά πόσον ένα σημαντικό κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού συνεργάστηκε με τους κατακτητές αντιδρώντας σε κάποιες πρακτικές του EAM, ή όχι, αποτελεί ζήτημα προς διερεύνηση και δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την έρευνα, μόνο και μόνο γιατί φοβόμαστε τα ενδεχόμενα πορίσματά της. Τονίστηκε, επίσης, πως τα τάγματα είναι δημιούργημα των Γερμανών για δικούς τους λόγους (οικονομία γερμανικού αίματος κτλ.). Συμφωνούμε. Το ερώτημα είναι τι ώθησε τόσους Έλληνες να συνταχθούν με τους Γερμανούς, τη στιγμή που η χώρα μας ουδέποτε είχε μαζικό φασιστικό κίνημα όπως άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ούτε έχαιραν οι Γερμανοί ιδιαίτερης δημοτικότητας στην κατεστραμμένη Ελλάδα. H απάντηση είναι πως όπως οι Γερμανοί

Μακρόνησος 1949. Το στρατόπεδο «φιλοξένησε» και προσπάθησε να αναμορφώσει με τη βία το φρόνημα χιλιάδων στρατιωτών και πολιτών από το 1947 ώς τα τέλη της δεκαετίας του '50, αποτελώντας ένα από τα χαρακτηριστικά του μετεμφυλιακού κράτους

Page 8: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

χρησιμοποιούσαν τους Έλληνες για τους δικούς τους σκοπούς, έτσι και κάποιοι Έλληνες αξιοποιούσαν τους Γερμανούς για την προώθηση των δικών τους στόχων.

H δραματική, δε, αύξηση του αριθμού των ατόμων που εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς λίγο πριν την Απελευθέρωση, μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Ούτε, βέβαια, η γεωγραφική ανισοκατανομή των εξοπλισμένων. Στην Πελοπόννησο ή στη Μακεδονία, στις αρχές του '44, δεκάδες χωριά και χιλιάδες άνθρωποι εξοπλίζονται, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ. Μόνο στους Νομούς Κοζάνης και Γρεβενών το καλοκαίρι του '44, το ίδιο το KKE επισημαίνει πως εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς πάνω από 52 χωριά! Στην Αθήνα όλες οι μη ΕΑΜικές οργανώσεις συνασπίστηκαν για να αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ και οι επαφές με τα τάγματα και τις αρχές ασφαλείας εμφανώς πύκνωναν όσο πλησίαζε η ώρα της Απελευθέρωσης.

Αν όλοι αυτοί αποφάσισαν να συνεργαστούν με τους Γερμανούς το 1944, με σκοπό να υπηρετήσουν το καταρρέον Ράιχ, τότε ο αριθμός των ηλιθίων πρέπει να ήταν εξαιρετικά υψηλός στην Ελλάδα της δεκαετίας του '40... Ανάλογα ισχύουν για τους Σλαβομακεδόνες που συνεργάστηκαν, ή και εξοπλίστηκαν από τις ιταλικές και βουλγαρικές αρχές κατοχής και από το 1944 και έπειτα εντάχθηκαν στο EAM-ΕΛΑΣ.

Το μεταπολεμικό κράτος βολεύτηκε με το δίπολο πατριώτες-προδότες, κατατάσσοντας τους στους δεύτερους. Αρκούμαστε εδώ να επισημάνουμε πως και αυτό είναι ένα σχήμα με καθαρά πολιτική χρήση. Κάποιοι μας μέμφθηκαν γιατί εξετάζουμε τον δωσιλογισμό «κλινικά». H έρευνα, όμως, δεν συμβαδίζει με την αφοριστική γραφή. H ερμηνεία σύνθετων και κυρίως μαζικών φαινομένων, όπως υπήρξε η συνεργασία με τους Γερμανούς, απαιτεί προσεγγίσεις και εργαλεία που υπερβαίνουν τα απλουστευτικά σχήματα τύπου «πατριώτης-προδότης».

4. H βία

Οι πόλεμοι, και δη οι εμφύλιοι, παράγουν μαζική βία και η μελέτη της βίας αυτής είναι σημαντικό κομμάτι της γενικότερης έρευνας των εμφυλίων. Σε κάποιους δεν αρέσει η μελέτη της βίας. Τους παραπέμπουμε στην (πλούσια) διεθνή βιβλιογραφία. Άλλοι ενοχλούνται από την αναφορά στην αριστερή βία. Δυστυχώς, η αριστερή βία αποτελεί πραγματικό περιστατικό. Οι πρόσφατες έρευνες, ούτε ασχολούνται αποκλειστικά με την αριστερή βία ούτε περιορίζουν το φαινόμενο EAM στη βία που αυτό άσκησε. Πρέπει, όμως, να υπογραμμιστεί πως αν η μελέτη, π.χ., της Μακρονήσου δεν ενοχλεί - και ορθά - κανένα πλέον, το ίδιο δεν συμβαίνει με τη μελέτη της αριστερής βίας, για την οποία, μάλιστα, γνωρίζουμε πολύ λιγότερα πράγματα. Τέλος, κάποιοι ενοχλούνται από την παράθεση αριθμών, όπως όμως η μελέτη της εκλογικής συμπεριφοράς προϋποθέτει ποσοτικά στοιχεία, χωρίς βέβαια να εξαντλείται σε αυτά, το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη μελέτη της βίας - κάτι προφανές στη διεθνή βιβλιογραφία.

5. H φύση της πολιτικής συμμετοχής

Ζήτημα προς διερεύνηση αποτελεί η συμπεριφορά των απλών ανθρώπων, που βέβαια δεν λειτουργούν ως μονολιθικό μπλοκ. Ένα ερώτημα είναι και το πώς το ΕΑΜ αναδείχθηκε σε ηγεμονική δύναμη στην κατεχόμενη Ελλάδα. Σίγουρα, πάντως, το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες και

Δεκέμβρης 1944. H Αστυνομία ετοιμάζεται να χτυπήσει συγκέντρωση του EAM στην πρόσφατα απελευθερωμένη Αθήνα. Αποτέλεσμα, η Συνθήκη της Βάρκιζας και ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ. Οι γενικευμένες διώξεις αριστερών που θα ακολουθήσουν σηματοδοτούν τον Εμφύλιο Πόλεμο του 1946-1949

Page 9: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

γυναίκες συμμετέχουν στις ΕΑΜικές οργανώσεις, κατεβαίνουν σε συλλαλητήρια και ψηφίζουν στις εκλογές της ΠΕΕΑ, δεν αποδεικνύει από μόνο του τίποτε, αν λάβει κάποιος υπόψη τις ελάχιστες επιλογές που είχαν οι άνθρωποι αυτοί. Προφανώς κάποιοι ταυτίστηκαν ιδεολογικά με το EAM, αλλά όπως δείχνουν πολλές πρόσφατες τοπικές έρευνες, άλλοι εξαναγκάστηκαν να το υποστηρίξουν ή λειτούργησαν καιροσκοπικά. Πού, πόσοι, πότε και σε ποιο βαθμό παραμένουν θέματα προς διερεύνηση και απαιτούν την απομάκρυνση από σαγηνευτικές βεβαιότητες, που όμως δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα. Συμπερασματικά, τα πραγματολογικά στοιχεία δεν μπορεί να θεωρηθούν αμελητέα - ή άχρηστα - επειδή οι υπάρχουσες ερμηνείες κινούνται, δήθεν, σε ένα ανώτερο και πιο αφηρημένο επίπεδο, ασχολούνται με τη «μεγάλη ιστορία» και παραβλέπουν τα εμπειρικά στοιχεία ως «λεπτομέρειες».

6. Ερμηνείες

Προσπαθώντας να δούμε τα πράγματα με μονολιθικό τρόπο και ανάγοντας τα πάντα στις πολιτικές και στρατηγικές επιλογές των ηγεσιών ή του διεθνούς παράγοντα, οδηγούμαστε σε σειρά αδιεξόδων: με μια τέτοια οπτική, για παράδειγμα, το KKE των ετών 1943-1946 μοιάζει με τρελό καράβι (η φράση ανήκει στον Φ. Ηλιού) που τη μια μέρα επιλέγει την οδό της σύγκρουσης και την άλλη, αυτήν του συμβιβασμού. Υπάρχει, λοιπόν, η ανάγκη ενός νέου ερμηνευτικού υποδείγματος για τον εμφύλιο πόλεμο, το οποίο χωρίς να εγκλωβίζεται στη θεωρία των τριών γύρων θα ξεπερνά την αμηχανία κατανόησης του Εμφυλίου κατά την περίοδο της Κατοχής. Προς αυτήν την κατεύθυνση συμβάλλει η σύζευξη των τριών διαστάσεων του εμφυλίου πολέμου: της τοπικής, της εθνικής και της διεθνούς. Κάθε διάσταση επηρεάζει τις άλλες δύο, αλλά διατηρεί ταυτοχρόνως και την αυτονομία της.

Ο Εμφύλιος τα χρόνια της Κατοχής ξεκινάει από την περιφέρεια και εξαπλώνεται σταδιακά προς το κέντρο. H πορεία αυτή του Εμφυλίου σχετίζεται με τη δυναμική που παίρνει η ένοπλη σύγκρουση των οργανώσεων στην περιφέρεια, σε τοπικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, ο Εμφύλιος δεν ξεκινά απαραίτητα επειδή υπάρχει στην ηγεσία του KKE σχέδιο εγκαθίδρυσης κομμουνιστικής εξουσίας, αλλά και επειδή οι «ανάγκες» των ένοπλων οργανώσεων για μονοπώληση του ελέγχου στην περιοχή της δράσης τους μοιάζει να είναι άκαμπτες. Οι πόροι (άνδρες, όπλα, σφαίρες, τρόφιμα) δεν επαρκούν και οι τοπικοί ηγέτες δεν δείχνουν διατεθειμένοι να τους μοιραστούν. Στην πορεία, θα διαμορφωθεί μια κατάσταση εκτεταμένων εμφυλιακών συγκρούσεων, ανεξάρτητα από το αν ήταν στις αρχικές προθέσεις των οργανώσεων.

Οι συγκρούσεις θα προκαλέσουν απώλεια εμπιστοσύνης, διευρύνοντας επιπλέον παλαιότερες καχυποψίες και έχθρες ανάμεσα στους πληθυσμούς. Επειδή, όμως, οι μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις αποτελούν ένα είδος πυκνών θεσμικών δικτύων, που ενώνουν το κέντρο με την περιφέρεια, δεν υπάρχουν στεγανά. Ό,τι συμβαίνει στην περιφέρεια μεταφέρεται - συνήθως παραμορφωμένα - προς το κέντρο, δηλαδή στις πολιτικές ηγεσίες ή και σε άλλες περιφέρειες. Προοδευτικά, η λογική της σύγκρουσης κατευθύνει και τον τρόπο σκέψης των κεντρικών πρωταγωνιστών. Τα πεδία εμπιστοσύνης που είχαν διαμορφωθεί στο πλαίσιο του αντιφασιστικού αγώνα,

Νικόλαος Πλαστήρας. Ο νικητής των πρώτων εκλογών μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Προσπάθησε να εξομαλύνει το τοπίο μετά τη σύγκρουση, χωρίς όμως υποστήριξη από τον κρατικό μηχανισμό. Το κεντρώο διάλειμμα της διακυβέρνησής του ακυρώθηκε γρήγορα από τις κυβερνήσεις που ακολούθησαν

Page 10: καλυβας πανουργια, εμφυλιος

αρχίζουν να χάνονται και στο κέντρο. Όσο πλησιάζει η ώρα της απελευθέρωσης, ΕΑΜικοί και μη ΕΑΜικοί συσπειρώνονται, εν όψει μιας επικείμενης μεγάλης αναμέτρησης που αφορά πλέον καθαρά την εξουσία. Από περιφερειακή, η σύγκρουση μετατρέπεται σε εθνική. Μετά τη Βάρκιζα, η σύγκρουση θα αποκτήσει εκ νέου τον περιφερειακό χαρακτήρα της, με άλλους συσχετισμούς δυνάμεως αυτήν τη φορά. Το κεντρικό κράτος αδυνατεί να ελέγξει την περιφέρεια, όπου εμφανίζεται κατά κύριο λόγο η δράση των οργανώσεων της άκρας δεξιάς. Λίγο αργότερα, την περίοδο 1946-1949, η σύγκρουση θα ξαναπάρει τα εθνικά της χαρακτηριστικά.

Αυτό που διαφοροποιεί τις περιόδους σχετίζεται με το ειδικό βάρος κάθε διάστασης μέσα στη σύγκρουση. Στην πιο «αποκεντρωμένη» πρώτη περίοδο, η τοπική διάσταση αποτελεί την κύρια πηγή των συγκρούσεων, ασύμβατη με τη λογική που επιβάλλει η διεθνής διάσταση της αντιφασιστικής συνεργασίας (αν και συμβατή με την επίσης διεθνή διάσταση του επερχόμενου ψυχρού πολέμου). Όσο, όμως, πλησιάζει το τέλος του πολέμου, οι τρεις διαστάσεις δείχνουν να υπαγορεύουν τον ίδιο προσανατολισμό στις αποφάσεις των υποκειμένων, τη σύγκρουση. Στην περίοδο της «λευκής τρομοκρατίας», η βία στην περιφέρεια είναι ασύμβατη - και πάλι - με τις λογικές συμβιβασμού που έχουν υιοθετηθεί στο κέντρο. Από το 1946 και έπειτα, οι τρεις διαστάσεις διαπνέονται από την ίδια λογική. Είναι, λοιπόν, κατανοητό πως κάποιοι μπορεί να θεωρούν πως την περίοδο 1943-1944 δεν υπάρχει εμφύλιος πόλεμος επειδή τα ηγετικά κλιμάκια του KKE, ή η κυβέρνηση του Καΐρου δεν έχουν αποφασίσει κάτι τέτοιο. H πραγματικότητα της εμφύλιας σύγκρουσης, όμως, δεν καθορίζεται τόσο από το πόσο μολύβι καταναλώνεται στα πρακτικά των συνεδριάσεων των πολιτικών ή υπουργικών γραφείων, αλλά κυρίως από το πόσο μολύβι ξερνούν οι κάννες των όπλων. Και το 1944, η ποσότητα του μολυβιού που καταναλώνεται στην ελληνική ύπαιθρο είναι τόσο μεγάλη, που μόνο η λέξη Εμφύλιος μπορεί να περιγράψει το δράμα.

16/10/2004