Parousiasi3
Transcript of Parousiasi3
Θούριος Ρήγας Φεραίος
Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά, μονάχοι σα λιοντάρια, στις ράχες στα βουνά; Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς, τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους
συγγενείς; Κάλλιο είναι μιάς ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή.
Το 1814 τρεις Έλληνες πατριώτες ,ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Εμμανουήλ Ξάνθος , ιδρύουν τη Φιλική Εταιρεία και αναλαμβάνουν να προετοιμάσουν την επανάσταση
πρώτα στις συνειδήσεις.
Ώσπου φτάνει η ευλογημένη ώρα.
Το Μάρτη του 1821υψώνεται στη μονή της Αγίας
Λαύρας το λάβαρο της επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό κάτω από το
οποίο η γενιά του ’21, ψυχολογικά έτοιμη , δίνει ιερό όρκο
« Ποιος θέλει τη σημαία μου, ποιο χέρι την
αξίζει ; Σπαθιά μιλιούνια
μονομιάς και ράσα την
κυκλώνουν »
Ο αγώνας αρχίζει . Η φλόγα της επανάστασης απλώνεται από φρούριο σε φρούριο , από περιοχή
σε περιοχή, από στεριά σε θάλασσα
Ατρόμητοι μπουρλοτιέρηδες στη θάλασσα πυρπολούν τουρκικά πλοία , όπως ο Ψαριανός Παπανικολής στη Λέσβο.
Μα ανάμεσα στους άνδρες προβάλλουν δυναμικά και οι γυναίκες, όπως η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα
και η Μαντώ Μαυρογένους που εξοπλίζουν πλοία με δικά τους έξοδα και παίρνουν μέρος και οι ίδιες
στον αγώνα.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά γαντζώνει το πυρπολικό του στο
πλοίο του τούρκου ναυάρχου Καρά Αλή και
του βάζει φωτιά.
(πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα)
Ο Κολοκοτρώνης με την ευφυΐα και την τόλμη του στρατηγικού του μυαλού ανακόπτει στα Δερβενάκια την πορεία του Δράμαλη
που προελαύνει στην Πελοπόννησο
Ο πιστός σύντροφος του Υψηλάντη,
ΓεωργάκηςΟλύμπιος, ανατινάζει
το κωδωνοστάσιο της μονής του Σέκου,
για να μην πιαστεί
αιχμάλωτος
Ο Μάρκος Μπότσαρης στο Κεφαλόβρυσο ,παρά τον αρχικά ελαφρύ τραυματισμό του, συνεχίζει να πολεμάει και
καταφέρνει να νικήσει.
δίνει στο Μανιάκι άνιση μάχη και πέφτει ηρωικά μαχόμενος , αποσπώντας τον θαυμασμό ακόμα και του εχθρού του.
Ο Μακρυγιάννης στη θέση Μύλους της Αργολίδας με τα καταιγιστικά πυρά του
τον αναγκάζει να υποχωρήσει .
και λέει στα παλικάρια του πριν ξεψυχήσει «Εγώ πεθαίνω , όμως εσείς να είστε μονοιασμένοι και να βαστήξετε την
πατρίδα»
Οι θάνατοι όμως από την πείνα αυξάνονται συνεχώς . Πολλοί αναγκάζονται να τρώνε ακόμα και ποντίκια και χόρτα που φυτρώνουν στη θάλασσα . Ακολουθούν λιμοί, αρρώστιες .
Οι συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων είναι πλέον δυσβάστακτες.
Κι όμως «αν και η πείνα μαύρισε τα μάτια τους και το τουφέκι έγινε βαρύ στο χέρι τους», από κανενός το μυαλό δεν περνά να παραδώσουν τον τόπο
τους.
Δε βλέπουν πια άλλη λύση από την ΕΞΟΔΟ.