ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες...

97
ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Όλγα Β. Τσόλκα Επίκουρη Καθηγήτρια Διεθνής συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Αθήνα 2017 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. Εισαγωγή στο δίκαιο 1

Transcript of ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες...

Page 1: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Όλγα Β. Τσόλκα

Επίκουρη Καθηγήτρια

Διεθνής συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Αθήνα 2017

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Ι. Εισαγωγή στο δίκαιο

1

Page 2: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις»

Α. Έννοια και τυπολογία της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις»

Β. Συνοπτική ιστορικοδικαιϊκή επισκόπηση: Λειτουργικές

στοχεύσεις και πορεία ανάπτυξης του δικαίου

Γ. Ειδικότερα: Ευρωπαϊκός περιφερειακός χώρος και «συνεργασία

σε ποινικές υποθέσεις»

1. Από τη «διεθνή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις»…

2. στην ανάπτυξη «διεθνικής (transnational) ποινικής

δικαιοσύνης»

3. «Συνεργασία» μεταξύ Συμβουλίου της Ευρώπης και

Ευρωπαϊκής Ένωσης

Δ. Συστηματική ένταξη και πηγές δικαίου

1. Συστηματική ένταξη

2. Πηγές δικαίου

2.1. Περίγραμμα των πηγών δικαίου

2.2.1. Της παραδοσιακής «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις»

2.2.2. Της ευρωενωσιακής «δικαστικής συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις»

3.2. Παράθεση των βασικότερων πηγών του διεθνούς θετικού

δικαίου που έχουν ως αντικείμενο τη θέσπιση κανόνων

«διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις»

3.2.1. Διμερείς συμβάσεις

3.2.2. Πολυμερείς συμβάσεις στο πλαίσιο του Ο.Η.Ε.

3.2.3. Πολυμερείς συμβάσεις στο πλαίσιο του Συμβουλίου

της Ευρώπης

3.2.4. Η σύμβαση Σένγκεν

2

Page 3: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

3.3. Παράθεση νομικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο

πεδίο της «δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις»

ΙΙ. «Διεθνής συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις»

στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης:

Όργανα και δικαιϊκοί θεσμοί

Α. Θεσμικά Όργανα και επιμέρους Επιτροπές ή/και Δίκτυα

1. Θεσμικά όργανα

2. Επιμέρους Επιτροπές ή/και Δίκτυα

Β. Δικαιϊκοί θεσμοί

1. Το «παράδειγμα» της έκδοσης

1.1. Προκαταρκτικές οριοθετήσεις

1.1.1. Διάκριση μεταξύ «έκδοσης» και «απέλασης»

1.1.2. Διάκριση μεταξύ «έκδοσης» και «παράδοσης στο

Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο»

1.2. Κανονιστικό πλαίσιο της «Ευρωπαϊκής Σύμβασης

Εκδόσεως»

1.2.1. Επί της «αίτησης έκδοσης» και της

συνακόλουθης διαδικασίας

1.2.2. Η αρχή του «διττού αξιοποίνου»

1.2.3. Περί της έκδοσης ημεδαπών

1.2.4. Λόγοι άρνησης ικανοποίησης της αίτησης

έκδοσης

1.3. Προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων του

εκζητουμένου προσώπου

1.3.1. Δικονομικά δικαιώματα κατά τη διαδικασία της

έκδοσης

1.3.2. Θεμελιώδη δικαιώματα ως όριο για την

παράδοση του εκζητουμένου

3

Page 4: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

2. Το «παράδειγμα» της μεταφοράς καταδίκων

2.1. Το ρυθμιστικό αντικείμενο της «ευρωπαϊκής

σύμβασης για την μεταφορά των καταδίκων»

2.2. Κανονιστικό πλαίσιο της Σύμβασης

2.2.1. Προϋποθέσεις για την μεταφορά του καταδίκου

2.2.2. Δικαιώματα του καταδίκου

2.2.3. Συνέπειες της μεταφοράς

ΙΙΙ. «Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις»

στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Α. Θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο της «δικαστικής συνεργασίας

σε ποινικές υποθέσεις», μετά τη Συνθήκη της Λισσαβώνας

1. Ο «χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης» ως

τομέας συντρέχουσας αρμοδιότητας κράτους και

Ευρωπαϊκής Ένωσης

2. Η θεματική – λειτουργική πολυδιάσταση της δικαστικής

συνεργασίας και τα βασικά χαρακτηριστικά του

δικαιοθετικού συστήματος

3. Διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του ΔΕΕ

Β. Το «παράδειγμα» του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

1. Έννοια, λειτουργία και ποιοτικά χαρακτηριστικά

2. Βασικά γνωρίσματα του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

και της συναφούς διαδικασίας έκδοσης και εκτέλεσης

2.1. Οριζόντια συνεργασία μεταξύ δικαστικών αρχών

2.1.1. Προϋποθέσεις έκδοσης και περιεχόμενο του ε.ε.σ.

2.1.2. Διαβίβαση του ε.ε.σ.

2.1.3. Κοινοποίηση της απόφασης και προσαγωγή του

εκζητουμένου

2.2. Διαβαθμισμένη και υπό όρους αναγνώριση της

εξωεδαφικής επενέργειας του ε.ε.σ.

4

Page 5: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

2.2.1. Τα επιμέρους διαδικαστικά στάδια της εκτέλεσης του

ε.ε.σ.

2.2.2. Θετικές και αρνητικές προϋποθέσεις για την παράδοση

του εκζητουμένου

3. Θεμελιώδη δικαιώματα του εκζητουμένου

Ι. Εισαγωγή στο δίκαιο

της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις»

5

Page 6: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Α. Έννοια και τυπολογία της «διεθνούς συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις»

1. Κατά την (παραδοσιακή) κρατούσα άποψη, ως «διεθνής

συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις» νοείται κάθε μορφή αρωγής, η

οποία παρέχεται μεταξύ των κρατών, στο πεδίο του ποινικού

δικαίου. Ειδικότερα:

1.1. Υπό στενή έννοια, η εν λόγω «συνεργασία» αφορά τη

σύμπραξη των κρατών στο πλαίσιο διεξαγωγής μιας εσωτερικής

ποινικής διαδικασίας. Υπό την έννοια αυτή, αποκαλείται επίσης και

«διεθνής δικαστική συνδρομή (ή άλλως αρωγή) σε ποινικές

υποθέσεις», η οποία κατά περιεχόμενο προσδιορίζεται από:

το στοιχείο της «δικαστικής συνδρομής/αρωγής», υπό

την έννοια ότι παρέχεται προς υποστήριξη μιας

δικαστικής διαδικασίας

τον «διεθνή» (διακρατικό) χαρακτήρα της και

τον «ποινικό» χαρακτήρα της υποβοηθούμενης

διαδικασίας.

Πρωτίστως, περιλαμβάνει τους ακόλουθους θεσμούς:

α) Την «έκδοση»: Μέσω του θεσμού αυτού, ένα πρόσωπο

(εκζητούμενος) παραδίδεται από το κράτος, όπου βρίσκεται

(εκζητούμενο κράτος), στο κράτος, όπου έχει κινηθεί σε βάρος του

ποινική δίωξη για την τέλεση ενός εγκλήματος ή για το οποίο έχει

καταδικαστεί (εκζητούν κράτος), προκειμένου να δικαστεί γι’ αυτό

ή να εκτίσει –εφόσον έχει ήδη καταδικαστεί- την επιβληθείσα ποινή.

β) Τη «μικρή δικαστική συνδρομή»: Σ’ αυτήν εντάσσεται το

σύνολο των (λοιπών) πράξεων, με τις οποίες υποβοηθείται μια

ποινική διαδικασία. Πρόκειται ιδίως για πράξεις ανάκρισης και

απόδειξης, δηλ. επίδοση εγγράφων, εξέταση μαρτύρων και

πραγματογνωμόνων, διενέργεια ερευνών και κατασχέσεων, άρση

τραπεζικού ή τηλεφωνικού απορρήτου, παροχή κάθε είδους

6

Page 7: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

πληροφοριών, περιλαμβανομένου του αλλοδαπού δικαίου, χορήγηση

στοιχείων από ποινικά μητρώα.

1.2. Υπό ευρεία έννοια, η εν λόγω «διεθνής συνεργασία»

εκτείνεται τόσο σε τομείς που άπτονται των συγκρούσεων ποινικής

δικαιοδοσίας (: για την ίδια ποινική υπόθεση έχουν δικαιοδοσία

περισσότερα του ενός κράτη), όσο ακόμη και πέραν της

υποστήριξης μιας εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας.

Ενδεικτικά, περιλαμβάνει την μεταφορά ποινικών

διαδικασιών, την αποκατάσταση καταδίκων και την κοινωνική τους

επανένταξη, την πρόληψη του εγκλήματος, σήμερα δε και την

ποιότητα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.

2. Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη μια γενική εννοιολογική

παρατήρηση, η οποία φωτίζει και την «οργάνωση», αλλά και

αντιμετώπιση της ως άνω «συνεργασίας». Η τελευταία αυτή

έννοια είναι μια έννοια γένους που στερείται αμιγώς νομικού

χαρακτήρα και νοηματοδοτείται κάθε φορά από το περιβάλλον όπου

αναπτύσσεται.

Εν προκειμένω, η χρήση του όρου «συνεργασία» παραπέμπει

στο κλασσικό –διακυβερνητικό- πρότυπο συλλειτουργίας των

κρατών. Υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, τα κράτη συμβάλλονται

ως κυρίαρχα στο διεθνές πεδίο, υιοθετώντας το κλασσικό μοντέλο

της «οριζόντιας (διακρατικής) συνεργασίας». Η εν λόγω

συνεργασία ενδύεται νομική μορφή συνήθως με τη σύναψη είτε

διμερών είτε πολυμερών (διακρατικών) συμβάσεων.

Η παραπάνω «οργάνωση» της «διεθνούς συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις» αντιστοιχεί στην παραδοσιακή της θεώρηση

ως ένα ζήτημα διεθνών σχέσεων μεταξύ κυρίαρχων κρατών.

Κυρίως, μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο άρχισαν οι πρώτες

προσπάθειες υπέρβασης αυτής της αντίληψης και η σύνδεσή της με

την έννοια της (ποινικής) δικαιοσύνης. Έτσι, στην πορεία των ετών,

η λειτουργία και η ειδικότερη διαμόρφωσή της συγκαθορίστηκε (και

7

Page 8: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

συγκαθορίζεται) από τις πολιτικοδικαιϊκές εξελίξεις αφενός σε

εσωτερικό αφετέρου σε διεθνές, ιδιαίτερα δε σε ευρωπαϊκό

περιφερειακό επίπεδο.

Β. Συνοπτική ιστορικοδικαιϊκή επισκόπηση:

Λειτουργικές στοχεύσεις και πορεία ανάπτυξης του

δικαίου της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις»

Αποτελεί γενική κοινή διαπίστωση ότι η διαχρονική

διερεύνηση (πολιτικών ή δικαιϊκών) θεσμών συμβάλλει ουσιωδώς

στην κατανόησή τους. Εν προκειμένω, για να κατανοήσουμε την

ανάπτυξη της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» -και

μάλιστα ως (υπο)κλάδου δικαίου- πρέπει να αντιληφθούμε τόσο τις

λειτουργικές στοχεύσεις όσο και τις αντιλήψεις ως προς τη

διαμόρφωσή της, όπως αυτές προβλήθησαν ή/και επικράτησαν κατά

την εξελικτική της πορεία.

1. Στην ιστορική της διαδρομή, η ανάπτυξη της «διεθνούς

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» συνδέθηκε με την

αναγκαιότητα αλληλοϋποστήριξης των κρατών για την

ικανοποίηση της ποινικής τους αξίωσης, την αμοιβαιότητα

συμφερόντων για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, τη

διασφάλιση της τάξης σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά και την

εμπέδωση της καλής πορείας των διακρατικών σχέσεων. Η θεσμική

και κανονιστική διαμόρφωση της εν λόγω συνεργασίας

συμπορεύτηκε με τις απαιτήσεις για την έλλογη και δικαιοκρατικά

οριοθετημένη άσκηση της σχετικής εξουσίας τόσο σε εσωτερικό

όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Καταλυτική συμβολή στην δικαιϊκή της εξέλιξη είχε και έχει η

δράση διεθνών Οργανισμών, παράλληλα με την διεθνοποίηση της

οικονομίας, των κοινωνικών σχέσεων και του δικαίου. Οι

λειτουργικοί σκοποί διευρύνονται, η ιδέα της δικαιοσύνης αποκτά

8

Page 9: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

σταδιακά έδαφος και τα νομικά μέσα πολλαπλασιάζονται,

καλύπτοντας το όλο φάσμα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης,

θεωρούμενης της τελευταίας ως ζήτημα (και) της διεθνούς

κοινότητας.

2. Οι σχετικές εξελίξεις παρατηρούνται σε τρία χρονικά

στάδια, αρχής γενομένης από τον 17ο αιώνα.

2.1. 17 ος - 18 ος αιώνας

Μία πρώτη διεθνολογική προσέγγιση καταγράφεται στα μέσα

του 17ο αιώνα από μερίδα της θεωρίας, η οποία, όμως, δεν έτυχε

αποδοχής. Ενδεικτικό παράδειγμα παρέχει η αντιμετώπιση του

θεσμού της έκδοσης, που αποτέλεσε και την πρώτη μορφή

διακρατικής συνεργασίας στο πεδίο του ποινικού δικαίου: Την εποχή

εκείνη, νομομαθείς (λ.χ. ο Grotius, 1652) εξέφραζαν την άποψη ότι

η υποχρέωση προς έκδοση ήταν ένα καθήκον που απέρρεε από το

κοινό συμφέρον για καταστολή κάθε μορφής εγκλημάτων, αφορούσε

δηλαδή όλη τη διεθνή κοινότητα και μάλιστα ανεξάρτητα από την

ύπαρξη σχετικής συμφωνίας.

Η αντίληψη αυτή δεν επικράτησε, αλλά αντίθετα η έκδοση

αντιμετωπιζόταν για όλο τον 18ο αιώνα ως μία διμερής υποχρέωση,

η οποία υλοποιούταν από τους φορείς της εκτελεστικής εξουσίας

και υπαγορευόταν από πολιτικές και μόνον σκοπιμότητες. Τη

χρονική αυτή περίοδο παρατηρείται το φαινόμενο της κατά το

δοκούν –και συνεπώς αυθαίρετης– παράδοσης ατόμων κυρίως για

πολιτικές πράξεις, οι οποίες έθιγαν –κατά την άποψη των

κρατούντων– την κρατική κυριαρχία και τα θεμέλια των

φεουδαρχικών πολιτικών και κοινωνικών συστημάτων. Ενδεικτικό

ιστορικό παράδειγμα (1797) είναι η σύλληψη του Ρήγα Φεραίου και

επτά συνεργατών του στην Τεργέστη, η μεταφορά τους στη Βιέννη

κι εν τέλει η παράδοσή τους στον πασά του Βελιγραδίου, που είχε

ως αποτέλεσμα τον απαγχονισμό τους. Η εν λόγω παράδοση

υπαγορεύτηκε από τις πολιτικές σκοπιμότητες της εποχής: Η

9

Page 10: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Αυστριακή Αυτοκρατορία προθυμοποιήθηκε να προσφέρει

εκδούλευση στην αντίστοιχη Οθωμανική, αφενός προσδοκώντας

συγκεκριμένα ανταλλάγματα, αφετέρου συμπράττοντας στην

καταστολή των επαναστατικών σχεδίων των συλληφθέντων,

καθόσον είχε εκτιμηθεί ότι αυτά θα μπορούσαν να βλάψουν τα

κυριαρχικά συμφέροντα (και) της Αυστριακής μοναρχίας.

Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην

κατά τα ως άνω ανέλεγκτη και αυθαίρετη απόφαση των εκάστοτε

ηγεμόνων παρατηρούνται στις αρχές του 19ου αιώνα. Αρχίζουν δε

να λαμβάνουν υπόσταση μόλις στα τέλη του αιώνα αυτού.

2.2. 19 ος έως μέσα του 20 ου αιώνα

Για να γίνουν αντιληπτοί οι παράγοντες των μεταλλαγών στο

ανωτέρω πεδίο καθώς και η ανάπτυξη των επιμέρους μορφών

συνεργασίας, θα πρέπει να αναφερθούν τα εξής:

α) Με τον 19ο αιώνα ανοίγει μια σημαντική ιστορική περίοδος,

όπου στην Ευρώπη δημιουργούνται τα κράτη-έθνη και παράλληλα

προβάλλεται έντονα η απαίτηση για την κατοχύρωση ατομικών

δικαιωμάτων και την δικαιωμάτων και για αναδιαμόρφωση των

ποινικών συστημάτων στον ευρωπαϊκό ηπειρωτικό χώρο, με τη

διασφάλιση συγκεκριμένων εγγυητικών αρχών.

β) Το ποινικό δίκαιο θεωρείται αποκλειστικά μια εσωτερική

κρατική υπόθεση, έκφραση δηλ. της κυριαρχικής εξουσίας του

κράτους-έθνους. Υπό το πρίσμα της κλασσικής αυτής αντίληψης, το

ποινικό σύστημα διαμορφώνεται με βάση τις ιδιαιτερότητες και τις

επιλογές του εκάστοτε κράτους. Ακολούθως, οι φορείς της ποινικής

εξουσίας ενεργούν αποκλειστικά και μόνον εντός των κρατικών

συνόρων, εφαρμόζοντας ημεδαπό ποινικό δίκαιο, οι δε αποφάσεις

τους, ως πράξεις κρατικής κυριαρχίας, δεν παράγουν εξωεδαφική

εκτελεστότητα. Όπως σχετικά επισημαίνεται, «το κυρίαρχο κράτος

δεν είναι πρόθυμο να δεχθεί επιρροές στην ποινική του δικαιοδοσία

από δικαστικές αποφάσεις ενός αλλοδαπού συστήματος ποινικής

δικαιοσύνης, το οποίο δεν επηρεάζεται από το ίδιο», ακόμη κι αν

10

Page 11: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

τούτο είναι προς «το συμφέρον του δράστη, αλλά και της ίδιας της

ιδέας μιας διασυνοριακής ποινικής δικαιοσύνης».

Διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι σταδιακά στην άσκηση

της ποινικής δικαιοδοσίας τίθενται περιορισμοί από το διεθνές

δίκαιο. Οι σχετικοί κανόνες που συνδιαμορφώνουν τα τοπικά όρια

της ποινικής εξουσίας συνδέονται πρωτίστως με λόγους

διατήρησης της εθνικής κυριαρχίας. Στους κανόνες αυτούς

συγκαταλέγονται η απαγόρευση της επέμβασης του κάθε

(κυρίαρχου) κράτους στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών

καθώς και της κατάχρησης δικαιώματος.

Στο πλαίσιο αυτό, την ποινική δικαιοδοσία ενός κράτους

καθορίζουν οι ακόλουθες επιμέρους βασικές αρχές του διεθνούς

ποινικού δικαίου: α) Η αρχή της εδαφικότητας, β) Η ενεργητική

αρχή της προσωπικότητας, γ) Η παθητική αρχή της

προσωπικότητας, δ) Η αρχή της παγκόσμιας δικαιοσύνης.

Εν προκειμένω κρίνονται σκόπιμες οι ακόλουθες

διευκρινίσεις: Σύμφωνα με την αρχή της εδαφικότητας, όλα τα

άτομα που βρίσκονται στο έδαφος ενός κράτους υπόκεινται στο

δίκαιο του κράτους αυτού. Κατ’ εξαίρεση, τίθενται ορισμένοι

περιορισμοί της ποινικής δικαιοδοσίας του κράτους, όπως λ.χ. όσον

αφορά σε πρόσωπα που απολαύουν το προνόμιο της ετεροδικίας. Ως

επέκταση και αναγκαία συμπλήρωση της αρχής της εδαφικότητας

αντιμετωπίζεται η αρχή της σημαίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με την

ενεργητική αρχή της προσωπικότητας, ο ημεδαπός υπόκειται στην

ποινική εξουσία της χώρας του για πράξη που τέλεσε στην

αλλοδαπή, κατά κανόνα υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω πράξη

είναι αξιόποινη και στο κράτος του τόπου τέλεσης. Σύμφωνα δε με

την παθητική αρχή της προσωπικότητας, ο αλλοδαπός, που τέλεσε

πράξη στην αλλοδαπή, υπόκειται στην ποινική εξουσία του κράτους

του θύματος, κατά κανόνα υπό την ίδια ως άνω προϋπόθεση. Τέλος,

σύμφωνα με την αρχή της παγκόσμιας δικαιοσύνης για ορισμένα

εγκλήματα που συνήθως χαρακτηρίζονται ως διεθνή, καθόσον

ενδιαφέρουν όχι μόνον ένα κράτος, αλλά ευρύτερα τη διεθνή

11

Page 12: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

κοινότητα, το κράτος έχει ποινική δικαιοδοσία, ανεξαρτήτως αν ο

δράστης ή το θύμα είναι ημεδαποί ή αλλοδαποί καθώς κι αν η

σχετική πράξη είναι αξιόποινη στον τόπο που τελέστηκε. Τα εν

λόγω εγκλήματα και η καθιέρωση της ως άνω αρχής προβλέπονται

–κατά κανόνα- σε διεθνείς συμβάσεις.

Οι αποκλίσεις πάντως που παρατηρούνται στις εσωτερικές

διατάξεις των επιμέρους κρατών (βλ. άρθρα 5 επ. ελληνικού

Ποινικού Κώδικα) μαρτυρούν την ιδιαίτερη αντίληψη που επικρατεί

σε κάθε έννομη τάξη ως προς την έκταση της ποινικής τους

δικαιοδοσίας. Για παράδειγμα, ενώ στον αγγλοσαξωνικό χώρο

κυριαρχεί η αρχή της εδαφικότητας, στον ηπειρωτικό χώρο (στον

οποίο εντάσσεται και η Ελλάδα) βρίσκουν ευρεία εφαρμογή η

ενεργητική και παθητική αρχή της προσωπικότητας.

γ) Υπό το ανωτέρω πλαίσιο, η έναρξη και η πορεία μιας

ποινικής διαδικασίας προϋποθέτει αφενός την κατάφαση ποινικής

δικαιοδοσίας του κράτους και αφετέρου τη διενέργεια σειράς

διαδικαστικών πράξεων μέχρι την αμετάκλητη απόφαση και την

εκτέλεσή της, αν με αυτή επιβάλλονται ποινές ή μέτρα ασφαλείας.

Στην πράξη, λοιπόν, παρατηρήθηκε -και παρατηρείται- η

αντικειμενική αδυναμία των κρατικών οργάνων να ολοκληρώσουν

(μόνα τους) μια ποινική διαδικασία για δύο βασικούς λόγους: i) είτε

γιατί ο κατηγορούμενος είναι φυγόδικος ή φυγόποινος,

ευρισκόμενος εκτός του κράτους εκδίκασης, ii) είτε γιατί θα πρέπει

να διεξαχθούν ανακριτικές πράξεις (λ.χ. εξέταση μαρτύρων,

διενέργεια ερευνών) εκτός των συνόρων του κράτους, δηλαδή στην

αλλοδαπή.

Παράδειγμα: Η δικαστική αρχή του κράτους εκδίκασης μιας

ποινικής υπόθεσης διαπιστώνει ότι στο πλαίσιο συλλογής αποδείξεων θα

πρέπει να διενεργηθεί έρευνα στην εξοχική κατοικία ενός

κατηγορουμένου, η οποία όμως βρίσκεται σε ένα άλλο κράτος. Στο βαθμό

που απαγορεύεται η μετάβαση και η άμεση δράση των οργάνων του

κράτους εκδίκασης εκτός των συνόρων του τελευταίου, η ποινική

διαδικασία δεν μπορεί να προχωρήσει αποτελεσματικά, παρά μόνον αν

συμπράξουν προς τούτο τα όργανα του άλλου κράτους.

12

Page 13: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Τα παραπάνω προβλήματα, που αφορούν την

αποτελεσματικότητα της ποινικής δίωξης του εκάστοτε κράτους,

οξύνθηκαν με την πορεία των ετών. Σ’ αυτό συνέβαλε η ανάπτυξη

λ.χ.: i) των συγκοινωνιακών μέσων που έλαβε χώρα με τη

βιομηχανική επανάσταση και που διεύρυνε το πεδίο διαφυγής των

εγκληματιών από τον τόπο τέλεσης της πράξης, ii) περαιτέρω της

τεχνολογίας στις μεταφορές και στην επικοινωνία, που διευκόλυνε

την εμφάνιση διασυνοριακής εγκληματικότητας.

δ) Έτσι, γεννήθηκε η ανάγκη και εμπεδώθηκε η πρακτική μιας

θεσμοθετημένης, αλλά και κανονιστικά οργανωμένης

«συνεργασίας» με άλλα κράτη, που θα παρέχουν αμοιβαία

υποστήριξη για την ικανοποίηση της (εκάστοτε) ποινικής τους

αξίωσης. Η εν λόγω διακρατική υποστήριξη και συνακόλουθα η

συμπλήρωση των εθνικών μέσων για την αποτελεσματική εφαρμογή

των (εσωτερικών) ποινικών νόμων αποτέλεσε την πρωταρχική

λειτουργία της «διεθνούς συνεργασίας», εν προκειμένω της

«διεθνούς δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις».

Αρχικά λοιπόν η έκδοση και στη συνέχεια και οι λοιπές μορφές

συνδρομής θωρακίζονται θεσμικά με τη σύναψη διμερών

συμβάσεων, όπου συμφωνούνται, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας,

ορισμένοι βασικοί κανόνες για την παράδοση των εκζητουμένων

προσώπων ή την παροχή κάθε άλλης συνδρομής. Η σύμβαση

προτάσσεται ως το πλέον πρόσφορο νομικό εργαλείο, διότι: αφενός

παρέχει τη δυνατότητα υπέρβασης των διαφορών που υπάρχουν

ανάμεσα στα νομικά συστήματα των συμβαλλομένων μερών,

αφετέρου θέτει ένα γενικό πλαίσιο κοινών δικαιοκρατικών

εγγυήσεων. Παράλληλα, τα κράτη θεσπίζουν και εσωτερικές

διατάξεις ως επιπρόσθετο (ή συμπληρωματικό) έρεισμα για την

ανάπτυξη της εν λόγω διακρατικής συνεργασίας.

Κατά τούτο, υπό δικαιϊκό πρίσμα, οι επιμέρους θεσμοί

εμφανίζονται –κατά την κρατούσα μέχρι σήμερα άποψη– να έχουν

μια « δισυπόστατη μορφή », καθόσον ανάγονται τόσο στο διεθνές

δίκαιο όσο και στο εσωτερικό δίκαιο του εκάστοτε κράτους.

13

Page 14: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Αντιστοίχως, αναπτύσσουν κατά τη φύση τους μια « διπλή

λειτουργικότητα »: είναι ταυτόχρονα τόσο μέρος του μηχανισμού

διεθνούς (διακρατικής) συνεργασίας για την καταπολέμηση του

εγκλήματος όσο και του εσωτερικού διαδικαστικού πλαισίου για την

υποβοήθηση αυτού του μηχανισμού.

Υπό την έποψη πάντως των υποκειμένων της «συνεργασίας»,

αυτή συνεχίζει να εμφανίζει μία « διμερή διάσταση»: Κράτος που

υποβάλλει το αίτημα αρωγής - Κράτος στο οποίο αυτό απευθύνεται

και καλείται να αποφασίσει σχετικά.

2.3. Μέσα του 20 ου αιώνα έως σήμερα

Στα χρόνια που ακολουθούν, η «διεθνής συνεργασία σε

ποινικές υποθέσεις» προσλαμβάνει ευρύτερο περιεχόμενο,

αναπτύσσεται σημαντικά ιδίως σε περιφερειακό επίπεδο, αλλά και

μεταλλάσσεται κατά λειτουργία και κανονιστικό πλαίσιο. Οι

παράγοντες των σχετικών εξελίξεων είναι πολλαπλοί, οι κυριότεροι

από τους οποίους είναι οι ακόλουθοι:

α) Με την προϊούσα διεθνοποίηση της οικονομίας και την

ελεύθερη διακίνηση προσώπων, κεφαλαίων, υπηρεσιών και αγαθών

ιδίως στον ευρωπαϊκό χώρο εμφανίζεται ολοένα και πιο δυναμικά

το φαινόμενο της διασυνοριακής ή διεθνικής εγκληματικότητας,

περιλαμβανομένου του οργανωμένου εγκλήματος. Το κράτος

γίνεται ολοένα και πιο αδύναμο να αντιμετωπίσει από μόνο του το

εν λόγω φαινόμενο. Ενώ δηλαδή το έγκλημα δεν γνωρίζει πλέον

σύνορα, το παραδοσιακό κράτος κινείται εντός των ορίων, όπως

αυτά διαμορφώθηκαν κατά τον 19ο αιώνα. Παράλληλα, η πρακτική

σύναψης διμερών συμβάσεων δημιουργεί μια χαοτική κατάσταση,

αφού ισχύει μια πληθώρα συμβάσεων, μη ομοιόμορφων κατά το

ειδικότερο περιεχόμενό τους. Η διαφορετικότητα των ποινικών

συστημάτων και οι εκάστοτε πολιτικές σκοπιμότητες δυσχεραίνουν

την εδραίωση μιας αποτελεσματικής δικαστικής αρωγής. Έτσι,

προβλήθηκε ως επιτακτική ανάγκη η ενίσχυση της «διεθνούς

συνεργασίας»:

14

Page 15: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Με μεταρρυθμιστικά μέτρα σε επίπεδο δικαιοθεσίας

και πράξης. Προωθείται δυναμικά: i) η σύναψη

πολυμερών συμβάσεων, με στόχο την εναρμόνιση του

συμβατικού δικαίου δικαστικής συνδρομής και την

ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς του στο πλαίσιο

αντιμετώπισης της διασυνοριακής ή διεθνικής

εγκληματικότητας καθώς και ii) η κατάστρωση

βέλτιστων πρακτικών για την εφαρμογή τους στην

πράξη. Τα συμβατικά κείμενα που υιοθετούνται

θέτουν ένα κοινό κανονιστικό πλαίσιο για την

υποστήριξη των συμβαλλομένων μερών τόσο στην

πραγματοποίηση της ποινικής τους αξίωσης όσο και

στην ορθολογικότερη απονομή της δικαιοσύνης και

την κοινωνική επανένταξη των καταδίκων. Συνεπώς,

κατά τον λειτουργικό τους σκοπό, τα εν λόγω μέτρα

δεν περιορίζονται στην ανάκτηση της

αποτελεσματικότητας του συμφέροντος του κάθε

κράτους για την άσκηση της ποινικής δίωξης, αλλά

κατατείνουν (και) στην ανάπτυξη μιας ευρύτερης

κατά περιεχόμενο, αλλά και στενότερης μεταξύ των

κρατών συνεργασίας στη βάση μιας κοινότητας

συμφερόντων και στόχων, αλλά και δικαιοκρατικών

αντιλήψεων.

Με μέτρα προσέγγισης της ποινικής νομοθεσίας,

ώστε να επιτευχθεί μια ελάχιστη συναντίληψη για την

(ουσιαστική και δικονομική) αντιμετώπιση βασικών

εγκλημάτων. Στα σχετικά συμβατικά κείμενα

απαντούν και ειδικότερες ρυθμίσεις για τη δικαστική

αρωγή.

β) Ταυτόχρονα, με την ανάπτυξη της διεθνούς προστασίας

των θεμελιωδών δικαιωμάτων, το άτομο καθίσταται υποκείμενο

του διεθνούς δικαίου. Έτσι, αναδεικνύεται η υποχρέωση σεβασμού

15

Page 16: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

του και κατά την ανάπτυξη της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις».

Ειδικότερα, η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του

εκζητουμένου αναγνωρίζεται πλέον ως όριο της «δικαστικής

συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις». Η εν λόγω συνεργασία,

αντιμετωπίζεται σταδιακά ως έχουσα μια «τριμερή διάσταση»:

εκζητούν κράτος-εκζητούμενο κράτος-εκζητούμενο πρόσωπο.

γ) Συνεπεία των ανωτέρω, η εν γένει διεθνής συνεργασία σε

ποινικές υποθέσεις συνδέεται σταδιακά με την απονομή της

ποινικής δικαιοσύνης, ειδικότερα με τη βελτίωση της ποιότητάς

της και την επίτευξη της λειτουργικής της αποστολής. Στο πλαίσιο

αυτό, οι πολιτικές σκοπιμότητες δεν θα πρέπει να συνιστούν

καθοριστική παράμετρο για την προώθησή της. Πρόκειται για μια

νέα αντίληψη, που έλαβε θεσμική και κανονιστική υπόσταση στο

πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

δ) Γενικότερα δε, η δημιουργία και ανάπτυξη διεθνών

Οργανισμών συμβάλλει αποφασιστικά στην προώθηση των

σχετικών μεταλλαγών. Σε διεθνές επίπεδο, οι πλέον σημαντικές

πρωτοβουλίες λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο του Ο.Η.Ε., ενώ σε

ευρωπαϊκό περιφερειακό επίπεδο καθοριστική είναι η δράση του

Συμβουλίου της Ευρώπης.

Όμως, μετά το έτος 1997 καθίσταται εμφανής μια ουσιώδης

«αλλαγή παραδείγματος» της συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις

για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθοριστικός

παράγοντας είναι η λειτουργική σύνδεση της εν λόγω συνεργασίας

με την ανάπτυξη της Ένωσης ως «χώρου ελευθερίας, ασφάλειας

και δικαιοσύνης» (ΧΕΑΔ).

Γ. Ειδικότερα: Ευρωπαϊκός περιφερειακός χώρος και

«συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις»

3. Από τη «διεθνή συνεργασία σε ποινικές

υποθέσεις»…

16

Page 17: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

1.1. Επί σειρά ετών το Συμβούλιο της Ευρώπης διαδραμάτισε

πρωτεύοντα ρόλο στην προώθηση κοινής πολιτικής των

ευρωπαϊκών κρατών στο πεδίο της «διεθνούς συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις». Ήδη εντός της πρώτης δεκαετίας

συνάπτονται η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως» (1957) και η

«Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε

ποινικές υποθέσεις» (1959), οι οποίες αποκαλούνται –μέχρι και

σήμερα- μητρικές συμβάσεις δικαστικής αρωγής. Με τα συμβατικά

αυτά κείμενα εκφράζεται η «αποδοχή ομοιόμορφων κανόνων», τα

δε συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν -υπό την πρόβλεψη

επιφυλάξεων- τη δέσμευση για την ανάπτυξη μεταξύ τους ενός

συστήματος αμοιβαίας υποστήριξης στην πραγματοποίηση της

ποινικής τους αξίωσης. Κατά τα αμέσως επόμενα έτη θεσπίζονται

συμβάσεις που, λειτουργώντας παραπληρωματικά, έχουν ως σκοπό

τη διευκόλυνση της αμοιβαίας συνεργασίας με τη μορφή είτε της

πληροφόρησης επί του αλλοδαπού δικαίου είτε της αποκατάστασης

των καταδίκων.

Επιπλέον, ως ζήτημα «κοινού ενδιαφέροντος» αναδεικνύεται

και η σύναψη συμβάσεων με αντικείμενο την προσέγγιση και σ’ ένα

βαθμό την εναρμόνιση των ποινικών κανόνων. Η συνομολόγησή

τους διαπνέεται από τη συναπόφαση των συμβαλλομένων μερών να

υιοθετηθεί μια «κοινή ποινική πολιτική» Στα συμβατικά κείμενα

αποτυπώνεται η «κοινή» αντίληψη για την αντιμετώπιση ποινικά

αξιόλογων συμπεριφορών στον χώρο της διευρυμένης Ευρώπης.

1.2. Στην πορεία των ετών, δύο αλληλένδετα μεταξύ τους

ζητήματα αναδεικνύονται ως καίρια προβλήματα: Το πρώτο

συνδέεται με το ατελές νομικό σύστημα του Συμβουλίου της

Ευρώπης, δηλ. αφενός τις ρήτρες επιφύλαξης που απαντούν στα

ανωτέρω συμβατικά κείμενα, αφετέρου την έλλειψη νομικών μέσων

για την «συμμόρφωση» των κρατών προς τις διεθνείς τους

δεσμεύσεις όπως και δικαιοδοτικού μηχανισμού, που θα διασφαλίζει

17

Page 18: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

την ενιαία εφαρμογή των σχετικών «κοινών» κανόνων. Το δεύτερο

ζήτημα αφορά τις αρχές που διέπουν την «συνεργασία σε ποινικές

υποθέσεις». Η (ως άνω παραδοσιακή) αντιμετώπισή της ως ένα

ζήτημα διεθνών σχέσεων κυρίαρχων κρατών είχε ως αποτέλεσμα

να (συνεχίζει να) προβάλλεται η «αρχή της εθνικής κυριαρχίας» ως

βασικός «κανόνας» που διέπει τους σχετικές συμβατικές ρυθμίσεις.

Ταυτόχρονα, όμως, αρχίζει να αναγνωρίζεται ως κανονιστική

αρχή και δεσμευτικό όριο της διακρατικής αυτής συνεργασίας η

προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου-υποκειμένου

της εκάστοτε μορφής συνδρομής. Καταλυτικό ρόλο στην

κατεύθυνση αυτή είχε και έχει η νομολογία του ΕΔΔΑ. Στο σημείο

αυτό κρίνεται σκόπιμη η ακόλουθη επισήμανση:

Το πρώτο συμβατικό κείμενο που συντάχθηκε και υπογράφηκε (το

έτος 1950) στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης ήταν η «Ευρωπαϊκή

Σύμβαση για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των

Θεμελιωδών Ελευθεριών» (ΕΣΔΑ). Κατά γενική παραδοχή, η θεσμοθέτηση

ιδίων δικαιοδοτικών οργάνων για την ερμηνεία της Σύμβασης και τον

έλεγχο τήρησης των σχετικών κανόνων και η εισαγωγή της ατομικής

προσφυγής εναντίον του κράτους, αποτέλεσαν ουσιώδεις καινοτομίες

στην μεταπολεμική Ευρώπη. Το ριζοσπαστικά καινοτόμο στοιχείο ήταν

δηλαδή η αναγνώριση μιας ατομοκεντρικής και όχι κρατικοκεντρικής

προσέγγισης όσον αφορά τον μηχανισμό δικαστικής προστασίας. Έτσι,

τέθηκαν οι βάσεις για την σταδιακή ανάπτυξη μιας ιδιαίτερης

«ευρωπαϊκής» δικαιοταξίας στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων που

έμελλε να συγκαθορίσει ουσιωδώς την πρακτική εφαρμογή της

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, αλλά και ευρύτερα την απονομή της

ποινικής δικαιοσύνης στον εν γένει «ευρωπαϊκό χώρο».

Πέραν τούτης, όρια στην εν λόγω συνεργασία τίθενται

γενικότερα και από το διεθνές ius cogens, δηλαδή τους

αναγκαστικού δικαίου κανόνες που ισχύουν στο γενικό διεθνές

δίκαιο. Στο πλαίσιο αυτό, σημαντική είναι η σύμβαση της Βιέννης

«περί του Δικαίου των Συνθηκών» που καταρτίστηκε το έτος 1969

υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε.

18

Page 19: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

1.3. Παράλληλα –και με την επίκληση των μεταβαλλόμενων

κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών- προβάλλεται η ανάγκη μιας

δραστικότερης «ευρωπαϊκής» απάντησης στην (ουσιαστική και

δικονομική) αντιμετώπιση του εγκλήματος. Ήδη κατά τη δεκαετία

του 1960 προτείνεται η καταφυγή στην λύση της αμοιβαίας

αναγνώρισης ποινικών αποφάσεων, ως κύριου μοντέλου ανάπτυξης

της εν λόγω «συνεργασίας». Στα τέλη της δεκαετίας του 1970

απαντούν συζητήσεις για την καθίδρυση ενός περιφερειακού

«δικαστικού χώρου», μια «ιδέα» που απαντά μεν –μετά το έτος

2002– ως «νέα» πολιτική στόχευση στους κόλπους του ανωτέρω

Οργανισμού, αρχίζει δε να υλοποιείται –ήδη από το έτος 1997–

θεσμικά και κανονιστικά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δεν μπορεί ασφαλώς να αγνοηθεί ότι, την δεκαετία του 1980,

ορισμένα από τα συμβαλλόμενα μέρη του Συμβουλίου της Ευρώπης,

τα οποία ταυτόχρονα ήσαν και κράτη μέλη των τότε Ευρωπαϊκών

Κοινοτήτων προχώρησαν –εκτός των θεσμικών συστημάτων των

δύο Οργανισμών– στη σύναψη δύο σημαντικών διεθνών συμβάσεων.

Πρόκειται για τη Συμφωνία Schengen του έτους 1985 και ιδίως για

τη Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας Schengen του έτους 1990,

με τις οποίες δημιουργήθηκε ο αποκαλούμενος «χώρος» Schengen.

Εντός του «χώρου» αυτού καταργήθηκαν (σταδιακά) οι έλεγχοι στα

κοινά εσωτερικά σύνορα, ώστε να κυκλοφορούν ελεύθερα πρόσωπα,

εμπορεύματα, μεταφορές. Στη ρυθμιζόμενη ύλη εντάχθηκαν

διατάξεις κομβικής σημασίας για την μετεξέλιξη της συνεργασίας

των κρατών στο πεδίο της πρόληψης και καταστολής της

εγκληματικότητας. Πρωταρχική θέση κατέχει η δημιουργία του

αποκαλούμενου «συστήματος πληροφοριών Schengen» (SIS) που

είχε ως δικαιολογητικό έρεισμα την αντιμετώπιση ελλειμμάτων

«ασφάλειας». Στον τίτλο ΙΙΙ της Σύμβασης απαντούν τροποποιήσεις

των ανωτέρω «μητρικών συμβάσεων» του Συμβουλίου της Ευρώπης

για την έκδοση και τη δικαστική συνδρομή καθώς και η

κατοχύρωση της αρχής «ne bis in idem» (: ουδείς επιτρέπεται να

δικαστεί δύο φορές για την ίδια πράξη). Υπό την τήρηση σχετικών

19

Page 20: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

επιφυλάξεων, προβλέπεται –για πρώτη φορά– η διεθνική εφαρμογή

της αρχής, εντός βεβαίως του ανωτέρω «χώρου».

Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι, μέχρι τότε, η αρχή αυτή

ανέπτυσσε ισχύ μόνον εντός του εκάστοτε κράτους. Πρόκειται με άλλα

λόγια για την εφαρμογή της αρχής του (ουσιαστικού) δεδικασμένου: Αν

κάποιος έχει καταδικαστεί αμετάκλητα ή αθωωθεί ή πάψει η ποινική

δίωξη εναντίον του, δεν μπορεί να ασκηθεί και πάλι δίωξη σε βάρος του

για την ίδια πράξη. Η κατά τα ως άνω κατοχύρωση της διεθνικής ισχύος

της εν λόγω αρχής έγκειται στην αναγνώριση της αλλοδαπής ποινικής

απόφασης (καταδικαστικής ή αθωωτικής) από το κράτος που προβαίνει σε

νέα ποινική δίωξη, με συνέπεια να κωλύεται η άσκησή της.

Οι ανωτέρω διεθνείς συμβάσεις δεν επέλυσαν μεν τα

προμνημονευθέντα προβλήματα που είχαν ανακύψει στο πλαίσιο του

Συμβουλίου της Ευρώπης, αποτέλεσαν όμως τον πρόδρομο των

εξελίξεων στο πεδίο της «συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» στον

ευρωπαϊκό χώρο.

2. στην ανάπτυξη «διεθνικής (transnational) ποινικής

δικαιοσύνης»

2.1. Η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη Συνθήκη του

Μάαστριχτ, το έτος 1992 υπήρξε καταλυτική των επερχόμενων

αλλαγών. Η ανάπτυξη στενής συνεργασίας στο πεδίο της τότε

αποκαλούμενης «συνεργασίας στους τομείς της δικαιοσύνης και

των εσωτερικών υποθέσεων» αποτέλεσε μία από τις βασικές

στοχεύσεις της Ένωσης (: άρθρο Β ΣυνθΕΕ). Το πεδίο αυτό

περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, την αποκαλούμενη «δικαστική

συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις» (: άρθρο Κ.1), η οποία υπαγόταν

στο τότε τρίτο πυλώνα.

Κατά την διάρθρωση των κανόνων λειτουργίας της, τα κράτη μέλη

υιοθέτησαν μία λογική που τότε διαπνεόταν σε σημαντικό βαθμό από την

παραδοσιακή αντίληψη της συνεργασίας κυρίαρχων κρατών. Ειδικότερα:

Κύρια χαρακτηριστικά του δικαιοθετικού συστήματος ήσαν η πρωταρχική

θέση του Συμβουλίου και ο κανόνας της ομοφωνίας για τη λήψη των

20

Page 21: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

σχετικών αποφάσεων. Αντίθετα, ο ρόλος των λοιπών οργάνων της

Ένωσης (: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τότε ΔΕΚ, Επιτροπή) ήταν ουσιαστικά

ανύπαρκτος. Βασικό μέσο ανάπτυξης του δικαίου ήταν η σύμβαση.

Αντικείμενο της κοινής δράσης των κρατών μελών ήταν η

θέσπιση νομικών πράξεων τόσο για την ανάπτυξη της δικαστικής

αρωγής όσο και την προσέγγιση ουσιαστικών ποινικών κανόνων Σε

ευρωενωσιακό επίπεδο αναδείχτηκε μεν η ΕΣΔΑ ως οιονεί πηγή

δικαίου για τη συνεργασία των κρατών μελών στους ανωτέρω

τομείς (: άρθρο Κ.2), χωρίς όμως τούτο να αποκτά πρακτική

αποτελεσματικότητα.

Στο πλαίσιο αυτό, η θεσμοθέτηση της εν λόγω συνεργασίας

υπό την σκέπη της Ένωσης είχε εγείρει εύλογα ένα ερώτημα

–πρωτίστως– πολιτικού χαρακτήρα: Γιατί τα κράτη μέλη

συμφώνησαν να δραστηριοποιηθούν σ’ ένα πεδίο, που κατά ένα

σημαντικό μέρος αποτελούσε ταυτόχρονα αντικείμενο της

διακρατικής τους δράσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου της

Ευρώπης; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό παρείχαν οι ίδιες οι

διατάξεις των τότε άρθρων Κ επ. της ΣυνθΕΕ. Η ανάπτυξη

ευρωενωσιακής πολιτικής στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας

σε ποινικές υποθέσεις προβλήθηκε ως ένα αναγκαίο μέσο για την

επίτευξη «των στόχων της Ένωσης, ιδίως της ελεύθερης

κυκλοφορίας των προσώπων» σ’ ένα «χώρο» χωρίς εσωτερικά

σύνορα, με άλλα λόγια για την αποτελεσματική προώθηση της

ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

2.2. Η τελευταία ως άνω επιδίωξη διαπνέει τις μετέπειτα

–ουσιώδεις– διαδοχικές τροποποιήσεις των Συνθηκών, τις πολιτικές

αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου καθώς και τη σύνολη δράση

των λοιπών θεσμικών οργάνων. Καίριο κομβικό σταθμό στη σχετική

θεσμική και δικαιϊκή εξέλιξη συνιστά η σύνδεση της «δικαστικής

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» με τη διατήρηση και ανάπτυξη

της Ένωσης ως «χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης».

Τούτη, αρχής γενομένης από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ,

αποτέλεσε τον πλέον καθοριστικό παράγοντα για τη διαφοροποίηση

21

Page 22: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

των κανόνων λειτουργίας της ευρωενωσιακής έναντι εκείνων της

διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Με τη διεύρυνση των

αντικειμένων της, η εν λόγω «συνεργασία» εμφανίζει πλέον να έχει

θεματικά μια τριμερή διάσταση: συνεργασία δικαστικών

αρχών/προσέγγιση διατάξεων/συντονισμός στον τομέα της δίωξης.

Για την επίτευξη των σκοπών του ως άνω συντονισμού ιδρύονται

όργανα, όπως η Εuropol και η Εurojust, τα οποία οργανώνονται με

την μορφή «δικτύου» και έχουν νομική προσωπικότητα.

Έτσι, η «συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις» αρχίζει πλέον να

υπερβαίνει το νόημα που έχει ο αντίστοιχος όρος στο πλαίσιο του

Συμβουλίου της Ευρώπης, η δε οργανωτική της μορφή συνάπτεται

με την ιδιοτυπία της ίδιας της Ένωσης. Η ανάδειξη της –μη

κρατικογενούς– έννοιας του «χώρου» προσλαμβάνει ουσιαστικό

χαρακτήρα κατά την –σταδιακή- αναδιαμόρφωση του εν λόγω

συστήματος και τον αναπροσδιορισμό της ευρωενωσιακής

πολιτικής στο εν λόγω πεδίο. Ειδικότερα, οι πολιτικές αποφάσεις

που λαμβάνονται και οι νομικές πράξεις που θεσπίζονται

διαπνέονται από τη λογική της υπέρβασης της εδαφικότητας. Ως

στόχευση προβάλλεται η ανάπτυξη ενός «χώρου ποινικής

δικαιοσύνης», όπου δεν χωρούν πλέον πολιτικές σκοπιμότητες και η

«αρχή της εθνικής κυριαρχίας» σχετικοποιείται ή κατά άλλη

ανάγνωση μεταλλάσσεται.

Χρονικό ορόσημο συνιστά το έτος 1999, όπου το Ευρωπαϊκό

Συμβούλιο –κατά τη σύνοδό του στο Τάμπερε– έλαβε σημαντικές

αποφάσεις, οι οποίες σφράγισαν όλες τις μετέπειτα εξελίξεις. Το

ανωτέρω θεσμικό όργανο, επικαλούμενο τις «κοινές αξίες» στις

οποίες θεμελιώνεται η Ένωση, το «κοινοτικό κεκτημένο» και την

«αμοιβαία εμπιστοσύνη», εξαγγέλλει ως «ακρογωνιαίο λίθο» της

ευρωενωσιακής δικαστικής συνεργασίας την «αρχή της αμοιβαίας

αναγνώρισης δικαστικών αποφάσεων». Στην πράξη, η ποιοτική

αυτή μεταλλαγή της πολιτικής της Ένωσης εκδηλώθηκε τον Ιούνιο

του έτους 2002, όταν θεσπίστηκε ως πρώτο μέτρο εφαρμογής της

αμοιβαίας αναγνώρισης, η απόφαση-πλαίσιο «για το ευρωπαϊκό

22

Page 23: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των

κρατών μελών». Το Συμβούλιο προσέδωσε στην ανωτέρω πολιτική

απόφαση νομική μορφή, «αντικαθιστώντας» την κλασσική

διαδικασία αίτησης έκδοσης από ένα «σύστημα ελεύθερης

κυκλοφορίας ποινικών αποφάσεων» εντός του παραπάνω «χώρου»,

όπου τον αποφασιστικό ρόλο έχει αποκλειστικά η δικαστική

λειτουργία.

2.3. Μόλις τρεις μήνες μετά την έκδοση της ανωτέρω

απόφασης-πλαίσιο, δηλ. τον Σεπτέμβριο του έτος 2002,

παρατηρείται μια αλλαγή πολιτικής και στο πλαίσιο του Συμβουλίου

της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επί προβλημάτων

εγκληματικότητας (European Commitee on Crime Problems)

ενέκρινε ένα κείμενο, το οποίο φέρει τον τίτλο «νέα αρχή» (New

Start), κι έχει ως αντικείμενο τον αναπροσδιορισμό των

στοχεύσεων του Οργανισμού στο πεδίο της «διεθνούς συνεργασίας

σε ποινικές υποθέσεις».

Ενδιαφέρουσα είναι η προτεινόμενη αντικατάσταση του

ανωτέρω σύνθετου όρου από τον όρο «διεθνική δικαιοσύνη»

(transnational justice). Σχετικά διευκρινίζεται ότι: «Μέχρι τώρα» ο

πρώτος ως άνω όρος εκφράζει την αντίληψη περί «σχέσεων

κράτους προς κράτος» (State-to-State relations) στους τομείς «της

πρόληψης και δίωξης των εγκλημάτων, της ποινικής δίκης που

ακολουθεί, περιλαμβανομένης της εκτέλεσης της ποινής καθώς και

της επανάληψης της διαδικασίας». Η αντίληψη όμως αυτή δεν

εναρμονίζεται με τις «σύγχρονες πραγματικότητες και

απαιτήσεις». Ο καταστατικός σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης

έγκειται στην επίτευξη «μεγαλύτερης ενότητας μεταξύ των μελών

του για τους σκοπούς της διασφάλισης και της πραγματοποίησης

των αξιών και αρχών που αποτελούν κοινή κληρονομιά». Η «κοινή

υπαγωγή όλων των ευρωπαϊκών νομικών συστημάτων στις

επιταγές της ΕΣΔΑ ήδη εξασφαλίζει έναν ελάχιστο (minimum)

βαθμό ενότητας στην Ευρώπη όσον αφορά τις έννοιες της

δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου

23

Page 24: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

και της δημοκρατίας. Εν τούτοις, για την επίτευξη του σκοπού του

στο πεδίο της διεθνικής δικαιοσύνης το Συμβούλιο της Ευρώπης

πρέπει να προβεί σε περαιτέρω βήματα και να πραγματοποιήσει

έναν ευρωπαϊκό χώρο μετοχικής (shared) δικαιοσύνης […], ο οποίος

θα πρέπει να οικοδομηθεί σε μια βάση συνοχής μεταξύ των κρατών

σε επίπεδο δικαίου, διαδικασίας, κοινών ελάχιστων κανόνων

(standards)».

Τα «βήματα» αυτά εξειδικεύονται στη συνέχεια του

πολυσέλιδου κειμένου. Ειδικότερα, αξίζει να μνημονευθούν οι

ακόλουθες προτάσεις: i) κατάστρωση ενός (άτυπου) «ευρωπαϊκού

κώδικα διεθνικής δικαιοσύνης», το οποίο θα περιλαμβάνει το

«κεκτημένο» του Συμβουλίου της Ευρώπης (στο οποίο εντάσσεται

και η σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ), ii) εκπόνηση πρακτικών

οδηγιών δικαστικής συνεργασίας, iii) δημιουργία βάσεων

δεδομένων και δικτύων, iv) ενίσχυση των μηχανισμών συντονισμού

και ελέγχου, όπως και αμοιβαίας αξιολόγησης των ποινικών

συστημάτων και v) αναπροσαρμογή των υφισταμένων συμβάσεων

στις νέες απαιτήσεις, με κύριο χαρακτηριστικό τη

«δικαστικοποίηση» της εν γένει δικαστικής αρωγής.

Αξιοπρόσεκτες δε είναι οι ακόλουθες γενικές αναφορές: «Υπό

παραδοσιακούς όρους, η συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις ήταν

οργανωμένη στη βάση της αρχής της εθνικής κυριαρχίας [...]. Έτσι

η κυριαρχία έθετε ένα απόλυτο εμπόδιο […] για τη δίωξη

εγκλημάτων πέραν των εθνικών συνόρων [...]. Ασφαλώς το ζήτημα

δεν είναι η εκτόπιση ή η υποτίμηση της κυριαρχίας, αλλά η

ανανοηματοδότηση της σημασίας της, όταν συνδέεται με την

άσκηση μιας λειτουργίας –δηλαδή της δικαιοσύνης– που τα κράτη

δεν μπορούν πλέον να εκπληρώσουν μόνα τους». Υπό την παραδοχή

αυτή, σημειώνεται ότι: «Η δικαιοσύνη δεν μπορεί πλέον να γίνει

αντιληπτή ως ένα αποκλειστικά εθνικό προνόμιο, είναι και ευθύνη

της διεθνούς κοινότητας […]. Έτσι η δικαιοσύνη είναι ένα ζήτημα

μετοχικού συμφέροντος όπως και μετοχικής ευθύνης [...]. Μετοχικό

24

Page 25: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

συμφέρον συν μετοχική ευθύνη σημαίνει μετοχική άσκηση της

κυριαρχίας».

2.4. Στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, οι ανωτέρω

επισημάνσεις έχουν μεν έναν πολιτικό χαρακτήρα. Εν τούτοις,

καταδεικνύουν την αλληλοδιασταυρούμενη πορεία των δύο

ευρωπαϊκών περιφερειακών Οργανισμών και συμπυκνώνουν κατά

περιεχόμενο δύο κρίσιμες διαπιστώσεις:

α) Παρατηρούνται κρίσιμες υπερβάσεις παραδοσιακών

αντιλήψεων για τη σχέση μεταξύ κράτους και ποινικής δικαιοσύνης,

ειδικότερα για την ανάπτυξη της «συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις»: Από ζήτημα διεθνών σχέσεων μεταξύ κυρίαρχων

κρατών μεταβάλλεται σε ζήτημα δικαιοσύνης στον κοινό

ευρωπαϊκό χώρο.

β) Προβάλλεται η αναγκαιότητα μιας συνεκτικής ευρωπαϊκής

πολιτικής για την ανάπτυξη ενός «χώρου ποινικής δικαιοσύνης»,

προσανατολισμένης στη διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλέγματος

θεμελιωδών αρχών και δικαιωμάτων, αλλά και ελάχιστων κοινών

κανόνων.

Όπως ήδη επισημάνθηκε ανωτέρω, στο πλαίσιο της

Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εγκαθίδρυση και ανάπτυξη του εν λόγω

χώρου αποτελεί μία θεσμική και νομική πραγματικότητα. Ο

σεβασμός θεμελιωδών δικαιωμάτων, που διέπει ως κανονιστική

αρχή τη διαμόρφωσή του, κατοχυρώνεται ρητά στο ά. 6 της

ΣυνθΕΕ, αλλά και στο ά. 67 της ΣυνθΛΕΕ.

Ειδικότερα, ως προς το ευρωενωσιακό σύστημα προστασίας

θεμελιωδών δικαιωμάτων υπογραμμίζεται ότι: i) Με την παρ. 1 του ά. 6

ΣυνθΕΕ αναγνωρίστηκε η νομική δεσμευτικότητα του Χάρτη Θεμελιωδών

Δικαιωμάτων (ΧΘΔΕΕ). ii) Στη δε παρ. 2 του ιδίου άρθρου προβλέπεται η

προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ΕΣΔΑ.

3. «Συνεργασία» μεταξύ Συμβουλίου της Ευρώπης και

Ευρωπαϊκής Ένωσης

25

Page 26: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

3.1. Σήμερα, Συμβούλιο της Ευρώπης και Ευρωπαϊκή Ένωση

συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν κατά την παράλληλη ενεργοποίησή

τους για την ανάπτυξη δυο «ευρωπαϊκών χώρων ποινικής

δικαιοσύνης». Επιδιώκοντας την μεταξύ τους συνεννόηση,

θεσμοθετούν «προγράμματα συνεργασίας» κι επιδιώκουν τη

συμβατότητα των σχετικών δράσεων.

Ο πρώτος ως άνω Οργανισμός προβάλλει ως αναγκαιότητα

αφενός τη «λήψη μέτρων εναρμονισμένης κάθετης (vertical)

συνεργασίας», αφετέρου τη «δημιουργία μόνιμων επαφών» με

ευρωενωσιακά όργανα, λ.χ. με την Εurojust.

Από την άλλη πλευρά, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

συμμετέχει ενεργά «για την υποστήριξη του νομοθετικού έργου του

Συμβουλίου της Ευρώπης στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης», με

στόχο τη διασφάλιση της «συνεκτικότητας» (βλ. ενδεικτικά την

από 20.4.2010 ανακοίνωση της Επιτροπής: Σχέδιο δράσης για την

εφαρμογή του Προγράμματος της Στοκχόλμης, COM (2010)171

τελικό, σελ. 32).

Παράλληλα, ΕΔΔΑ και ΔΕΕ συμμετέχουν σ’ έναν άτυπο

διάλογο, επιδιώκοντας την ανάπτυξη μιας συνεκτικής νομολογίας

(βλ. σχετικά τα σεμινάρια που διεξάγονται, συστηματικά από το

έτος 2006, στο Στρασβούργο με αντικείμενο «Dialogue between

judges», στο δικτυακό τόπο του Συμβουλίου της Ευρώπης). Ο

διάλογος αυτός βρίσκει υπόσταση και στη νομολογία των δύο

δικαστηρίων, στην επίτευξη δε της συνοχής κατατείνει η ρύθμιση

του ά. 52 παρ. 3 του ΧΘΔΕΕ (: «Στο βαθμό που ο παρών Χάρτης

περιλαμβάνει δικαιώματα που αντιστοιχούν σε δικαιώματα τα

οποία διασφαλίζονται στην ΕΣΔΑ, η έννοια και η εμβέλειά τους

είναι ίδιες με εκείνες που τους αποδίδει η εν λόγω Σύμβαση»).

3.2. Οι αναπτυσσόμενοι «ευρωπαϊκοί χώροι ποινικής

δικαιοσύνης» εμφανίζονται σχηματικά ως δύο κύκλοι που εν μέρει

επικαλύπτονται. Με εξαίρεση βεβαίως την ΕΣΔΑ, το πρόβλημα των

26

Page 27: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

κανονιστικών διασταυρώσεων επιλύεται με την κατίσχυση του

ευρωενωσιακού δικαίου για τα κράτη εκείνα που είναι μέλη και των

δύο Οργανισμών. Τούτη εκδηλώνεται διττώς:

α) Στα συμβατικά κείμενα του Συμβουλίου της Ευρώπης, με

τα οποία επιχειρείται η σύγκλιση ουσιαστικού και δικονομικού

ποινικού δικαίου, απαντά μια ρήτρα επιφύλαξης υπέρ του

ευρωενωσιακού δικαίου, όπως λ.χ. στη Σύμβαση για την

καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων (άρ. 40).

β) Όχι μόνον η απόφαση-πλαίσιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα

σύλληψης, αλλά και οι επόμενες ευρωενωσιακές πράξεις, που ως

θεμέλιο έχουν την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης,

«αντικαθιστούν» κάθε φορά τις αντίστοιχες συμβάσεις του

Συμβουλίου της Ευρώπης (μόνον) για τα κράτη μέλη της Ένωσης.

Έτσι, επιτυγχάνεται μεν η απομείωση της «χαοτικής»

κανονιστικής περιπλοκότητας στο πεδίο της «ευρωπαϊκής»

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, προωθείται δε δυναμικά η

ανάπτυξη ενός διεθνικού «χώρου ποινικής δικαιοσύνης» στο

πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δ. Συστηματική ένταξη και πηγές δικαίου

1. Συστηματική ένταξη

Όπως προαναφέρθηκε, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία

υλοποίησης κάθε μορφής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις

ρυθμίζονται τόσο από το διεθνές/ή και ευρωπαϊκό όσο και από το

εσωτερικό δίκαιο.

Κατά την κρατούσα άποψη, το σύνολο των κανόνων «διεθνούς

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» εντάσσεται συστηματικά στο

αποκαλούμενο « διεθνές ποινικό δικονομικό δίκαιο ». Το τελευταίο

αποτελεί τμήμα του ευρύτερου κλάδου του «διεθνούς ποινικού

δικαίου», το οποίο περιλαμβάνει όλους εκείνους τους κανόνες

ποινικού χαρακτήρα, στη διαμόρφωση των οποίων η σχέση του

κράτους με την αλλοδαπή διαδραματίζει κάποιο ρόλο.

27

Page 28: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι:

Ιδίως στον ευρωπαϊκό ηπειρωτικό χώρο, ο όρος

«διεθνές ποινικό δίκαιο» χρησιμοποιείται κατά

κανόνα υπό ευρεία έννοια, καθόσον σ’ αυτό

υπάγονται: i) Οι κανόνες που οριοθετούν την ποινική

εξουσία ή άλλως δικαιοδοσία ενός κράτους σε σχέση

με την αλλοδαπή (: «δίκαιο των τοπικών ορίων των

ποινικών νόμων»). ii) Το διεθνές ανθρωπιστικό

ποινικό δίκαιο ή άλλως το δίκαιο των διεθνών

εγκλημάτων. Ας σημειωθεί ότι στον

αγγλοαμερικανικό χώρο, ως «διεθνές ποινικό δίκαιο»

νοείται μόνον ο ως άνω υποκλάδος δικαίου. iii) Το

δίκαιο της «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις». iv) Το «ευρωπαϊκό ποινικό δίκαιο».

Όμως οι πολιτικοδικαιϊκές εξελίξεις των τελευταίων

ετών, ιδίως μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της

Λισσαβώνας, αναδεικνύουν την ανάγκη αυτοτελούς

προσέγγισης του αποκαλούμενου «ευρωπαϊκού

ποινικού δικαίου υπό στενή έννοια, ή άλλως

«ευρωενωσιακού ποινικού δικαίου». Το τελευταίο

περιλαμβάνει όλους εκείνους τους κανόνες –

ευρωενωσιακούς και εσωτερικούς- που προκύπτουν

από την ενεργοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο

πεδίο του ποινικού δικαίου, περιλαμβανόμενων των

κανόνων του δικαίου προστασίας θεμελιωδών

δικαιωμάτων της Ένωσης. Η εν λόγω διακριτότητα

έχει ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της

ευρωενωσιακής «δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις». Τόσο η οργανωτική μορφή και η

προαναφερθείσα λειτουργική στόχευση της εν λόγω

«συνεργασίας» όσο και το δικαιοπαραγωγικό και

δικαιοδοτικό σύστημα της Ένωσης προσδίδουν στο

παραγόμενο δίκαιο ιδιαίτερα ποιοτικά

28

Page 29: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

χαρακτηριστικά, που το διαφοροποιούν από το

παραδοσιακό δίκαιο της «διεθνούς συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις».

2. Πηγές δικαίου

Ενόψει των ποιοτικών διαφορών μεταξύ του παραδοσιακού

δικαίου «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» και του

ευρωενωσιακού δικαίου «δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις», στην επισκόπηση που ακολουθεί υιοθετείται η εν

λόγω διάκριση.

2.1. Περίγραμμα των πηγών δικαίου

2.1.1. Της παραδοσιακής «διεθνούς συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις

Υπό το πρίσμα της σύνθεσης διεθνούς και εσωτερικού

δικαίου, στις πηγές του εν λόγω δικαίου εντάσσονται τόσο εκείνες

του διεθνούς όσο και εκείνες του εσωτερικού δικαίου. Ειδικότερα:

α) Οι πηγές του διεθνούς/ή και ευρωπαϊκού δικαίου

περιλαμβάνουν: i) το δίκαιο των συμβάσεων, ii) τους άγραφους

κανόνες του διεθνούς δικαίου, που ισχύουν στον μη ρυθμισμένο με

συμβάσεις χώρο.

Εν προκειμένω, κρίνονται σκόπιμες δύο κρίσιμες

διευκρινίσεις:

Στις πηγές του (διεθνούς) συμβατικού δικαίου

εντάσσονται τόσο εκείνα τα (γενικά ή ειδικά)

συμβατικά κείμενα που καθιερώνουν διεθνείς

υποχρεώσεις παροχής συνδρομής όσο και εκείνα που

περιορίζουν τη σχετική δυνατότητα ή ακόμη και

αίρουν την υποχρέωση που προκύπτει από τις ειδικές

προς τούτο συμβάσεις. Πρόκειται για την

συνεφαρμογή του προαναφερθέντος διεθνούς ius

29

Page 30: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

cogens, το πρωτείο του οποίου καθιερώνεται στα

άρθρα 53 και 64 της Σύμβασης της Βιέννης «περί του

Δικαίου των Συνθηκών» (1969). Οι διατάξεις αυτές

προβλέπουν την ακυρότητα όσων συμβάσεων είναι

αντίθετες σε έναν αναγκαστικό κανόνα του γενικού

διεθνούς δικαίου, που ισχύει κατά τη σύναψή τους ή

δημιουργείται μεταγενέστερα. Στην πρακτική του

εφαρμογή, τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία για τη

διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του

ατόμου-υποκειμένου της δικαστικής συνεργασίας. Επ’

αυτού θα γίνει ειδικότερη αναφορά στη συνέχεια. Ήδη

όμως στο σημείο αυτό υπογραμμίζεται ότι στις εν

λόγω πηγές εντάσσονται και τα διεθνή συμβατικά

κείμενα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων,

όπου πρωτεύοντα ρόλο έχουν το Διεθνές Σύμφωνο για

τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ, 1966)

και ιδίως η ΕΣΔΑ.

Κατά την παραδοσιακή αντίληψη στον ευρωπαϊκό

ηπειρωτικό χώρο, ως πηγές του (ποινικού) δικαίου

νοούνται μόνον οι τυπικές πηγές, δηλαδή οι γραπτοί

κανόνες που θεσπίζονται από τους φορείς της

νομοθετικής λειτουργίας και συγκροτούν το

αποκαλούμενο θετικό δίκαιο. Τις τελευταίες όμως

δεκαετίες γίνεται λόγος για τη σχετικοποίηση της

αυστηρής διάκρισης μεταξύ τυπικών και ουσιαστικών

πηγών, στο βαθμό που το δίκαιο συνδιαμορφώνεται

ουσιωδώς και από τη νομολογία διεθνών και

ευρωπαϊκών περιφερειακών δικαστηρίων. Άλλωστε,

το δίκαιο της ΕΣΔΑ (όπως και το ευρωενωσιακό

δίκαιο) γίνονται πλέον αντιληπτό ως –πολυεπίπεδο

πεδίο θετικού και νομολογιακού δικαίου. Κατά τούτο,

λοιπόν, στις ανωτέρω πηγές του δικαίου της

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις περιλαμβάνεται

30

Page 31: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

και το νομολογιακό δίκαιο της ΕΣΔΑ. Περαιτέρω

αξίζει να σημειωθεί ότι σε διεθνές ή/και ευρωπαϊκό

περιφερειακό επίπεδο εκπονούνται πρακτικές οδηγίες

και συστάσεις που δεν έχουν μεν κανονιστική

δεσμευτικότητα, στοχεύουν όμως στην ομοιόμορφη

εφαρμογή διεθνών κανόνων «συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις».

β) Οι πηγές του εσωτερικού δικαίου περιλαμβάνουν: i) τους

νόμους κύρωσης ή/και ενσωμάτωσης των διεθνών συμβάσεων, ii)

τις εσωτερικές διατάξεις που συμπληρώνουν το κανονιστικό

πλέγμα του σχετικού διεθνούς δικαίου (κατά το μέρος δηλαδή που

δεν υπάρχει σχετική ρύθμιση σε διεθνές ή/και ευρωπαϊκό επίπεδο).

Στις πηγές του εσωτερικού δικαίου περιλαμβάνονται και οι οικείοι

συνταγματικοί κανόνες περί προστασίας των θεμελιωδών

δικαιωμάτων, στο βαθμό που θέτουν όρια στην (εσωτερική)

διαμόρφωση και εφαρμογή των κανόνων, περιλαμβανομένων των

συμβατικών.

2.1.2. Της ευρωενωσιακής «δικαστικής συνεργασίας

σε ποινικές υποθέσεις»

Η κατά τα ως άνω σύνθεση πηγών εσωτερικού και –εν

προκειμένω– ευρωενωσιακού δικαίου παρατηρείται και στο εν λόγω

δίκαιο, καθόσον τα επιμέρους υποσυστήματα (: εσωτερικό και

ευρωενωσιακό) δεν μπορούν να λειτουργήσουν το ένα χωρίς το

άλλο. Δηλαδή δεν νοείται η αποτελεσματική ανάπτυξη του εν λόγω

δικαίου στην πράξη χωρίς τη συνέργεια ευρωενωσιακών και

εθνικών οργάνων ή παικτών (Akteurs) σε επίπεδο θέσπισης,

ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών κανόνων.

Υπό την ανωτέρω παραδοχή, ως πηγές του δικαίου της

ευρωενωσιακής «δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις»

θεωρούνται: α) Οι σχετικοί κανόνες του θετικού πρωτογενούς

δικαίου της Ένωσης, περιλαμβανομένου του Χάρτη Θεμελιωδών

Δικαιωμάτων της Ένωσης (ΧΘΔΔΕ) καθώς και του συναφούς

31

Page 32: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

νομολογιακού δικαίου. β) Οι κανόνες των νομικών πράξεων της

Ένωσης, που θεσπίζονται κατ’ εξουσιοδότηση των σχετικών

διατάξεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής

Ένωσης (άρθρα 82 επ. ΣυνθΛΕΕ) καθώς και το συναφές νομολογιακό

δίκαιο. γ) Το εσωτερικό δίκαιο ενσωμάτωσης των εν λόγω νομικών

πράξεων. Στο σύστημα του εσωτερικού δικαίου εντάσσεται μεν και

το Σύνταγμα, η επίλυση όμως των τυχόν «συγκρούσεων» των

εσωτερικών συνταγματικών διατάξεων με το δίκαιο της Ένωσης

συνιστά ένα από τα πλέον ακανθώδη ζητήματα της θεωρίας και

πράξης.

Τέλος, υπογραμμίζεται ότι κατά γενική παραδοχή στις

ανωτέρω πηγές περιλαμβάνεται διττώς και το θετικό και

νομολογιακό δίκαιο της ΕΣΔΑ. Δηλαδή: i) τόσο ως πηγή δικαίου των

θεμελιωδών δικαιωμάτων της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ii)

όσο και ως πηγή δικαίου των θεμελιωδών δικαιωμάτων των κρατών

μελών, στο βαθμό που είναι συμβαλλόμενα μέρη της ΕΣΔΑ.

2.2. Παράθεση των βασικότερων πηγών του διεθνούς

θετικού δικαίου που έχουν ως αντικείμενο τη θέσπιση

κανόνων «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές

υποθέσεις»

Εν προκειμένω, διευκρινίζεται ότι: i) Η αμέσως κατωτέρω

επισκόπηση των οικείων διμερών και πολυμερών διεθνών

συμβάσεων περιορίζεται σε εκείνες, στις οποίες η Ελλάδα είναι

συμβαλλόμενο μέρος. ii) Οι πολυμερείς συμβάσεις χωρίζονται σε

δύο βασικές κατηγορίες: Στην πρώτη, περιλαμβάνονται οι γενικές

συμβάσεις «συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις», αντικείμενο των

οποίων είναι η θέσπιση κανόνων διακρατικής αρωγής για τη δίωξη

κάθε εγκλήματος ή για την ευρύτερη εκπλήρωση της λειτουργικής

αποστολής της ποινικής δικαιοσύνης. Στη δεύτερη,

περιλαμβάνονται οι ειδικές συμβάσεις, αντικείμενο των οποίων

είναι η αντιμετώπιση μιας ορισμένης μορφής εγκληματικότητας

32

Page 33: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

(λ.χ. της εμπορίας ναρκωτικών ουσιών). Τα σχετικά κείμενα

περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις δικαστικής συνεργασίας για την

καταπολέμηση του εκάστοτε συγκεκριμένου είδους

εγκληματικότητας.

2.2.1. Διμερείς διεθνείς συμβάσεις

Σήμερα, η σημασία των διμερών συμβάσεων αφορά στις

σχέσεις της χώρας μας με κράτη που δεν μετέχουν στο Συμβούλιο

της Ευρώπης και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχετικά, απαντά μια

σειρά διμερών συμβάσεων έκδοσης και δικαστικής συνδρομής

μεταξύ Ελλάδας και άλλων κρατών, όπως λ.χ. του Λιβάνου, της

Αιγύπτου, της Συρίας, των Η.Π.Α, του Καναδά, του Μεξικού.

Ως προς το περιεχόμενό τους αξίζει να υπογραμμιστεί ότι

στις περισσότερες εξ αυτών προβλέπεται δυνατότητα άρνησης της

εκάστοτε αιτουμένης συνδρομής, όταν αυτή μπορεί να βλάψει την

κυριαρχία, την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή άλλα ουσιώδη

συμφέροντα του κράτους. Παρόμοιες προβλέψεις επιτρέπουν τη

λήψη πολιτικών αποφάσεων για τη σκοπιμότητα της ικανοποίησης

του εκάστοτε αιτήματος. [Αναλυτικά τις οικείες συμβάσεις βλ. στον

ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης

http://www.ministryofjustice.gr/site/el/ΕΥΡΩΠΑΙΚΗbrΔΙΕΘΝΗΣΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ/Δ

ιεθνήςΔικαστικήΣυνεργασίασεποινικέςυποθέσεις.aspx].

2.2.2. Πολυμερείς διεθνείς συμβάσεις στο πλαίσιο του

Ο.Η.Ε.

i) Η σύναψη διμερών συμβάσεων, που όπως προαναφέρθηκε

ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα, είχε και έχει, μεταξύ άλλων, ένα

σοβαρό μειονέκτημα: την μη καθιέρωση μιας κοινής αντίληψης κι

ενός κοινού κανονιστικού πλαισίου για την εν λόγω διεθνή

συνεργασία.

Σε διεθνές επίπεδο αξίζει να σημειωθεί ότι μια πρώτη

προσπάθεια απαντά ήδη το έτος 1935, όπου το Πανεπιστήμιο του

Χάρβαρντ εκπόνησε ένα σχέδιο διεθνούς σύμβασης έκδοσης, το

33

Page 34: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

οποίο απηχούσε τις απόψεις που είχαν διαμορφωθεί για αυτή τη

μορφή δικαστικής αρωγής στον αμερικανικό χώρο. Η εν λόγω

προσπάθεια τελικά δεν ευοδώθηκε.

Το έργο αυτό επιχείρησε να αναλάβει –μόλις στα μέσα της

δεκαετίας του 1980- ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Επί τη βάσει

των συστάσεων του 8ου Συνεδρίου για την Πρόληψη του Εγκλήματος

και τη Μεταχείριση των Δραστών (Αβάνα 1990), ο ΟΗΕ

περιορίσθηκε στην κατάρτιση Προτύπων Συμβάσεων. Πρόκειται για

την «Πρότυπη Σύμβαση για την Έκδοση» και την «Πρότυπη

Σύμβαση για την Αμοιβαία Συνδρομή επί Ποινικών Υποθέσεων», με

τα Ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης 45/116 και 45/117 της

14.12.1990. Εν συνεχεία, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών

(με το με αριθμ. 52/88 της 12.12.1997 Ψήφισμα) υιοθέτησε

συμπληρωματικές και τροποποιητικές διατάξεις των ανωτέρω

Προτύπων Συμβάσεων, ώστε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που

ανέκυπταν, ενόψει της ολοένα διογκούμενης διεθνικής

οργανωμένης μορφής εμφάνισης του εγκλήματος.

ii) Στην κατεύθυνση αυτή, πρακτική αποτελεσματικότητα

έχουν όμως οι ειδικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο

του Ο.Η.Ε. Σχετικά αναφέρονται, ως κυριότερες:

- Η Σύμβαση «κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών

φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών» που υπογράφηκε στη Βιέννη

τον Δεκέμβριο του 1988 (κυρώθηκε στη χώρα μας με το ν.

1990/1991). Οι σχετικές ρυθμίσεις για την ενίσχυση της

διακρατικής αρωγής απαντούν στις διατάξεις των άρθρων 5 -11

της Σύμβασης.

- Η Σύμβαση «κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος»

και των δύο πρόσθετων πρωτοκόλλων της (: για «την πρόληψη και

καταστολή της εμπορίας ανθρώπων» και για «την λαθραία

διακίνηση μεταναστών»), που υπεγράφησαν από τους Υπουργούς

Δικαιοσύνης 184 κρατών κατά τη διάσκεψη του Παλέρμο της

Ιταλίας τον Δεκέμβριο του 2000. (Η Σύμβαση και τα πρωτόκολλα,

περιλαμβανομένου του τρίτου «κατά της παράνομης κατασκευής

34

Page 35: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

και διακίνησης πυροβόλων, όπλων και πυρομαχικών», που

ακολούθησε ένα χρόνο μετά, κυρώθηκαν στη χώρα μας με το ν.

3875/2010). Οι ρυθμίσεις για την ενίσχυση της διακρατικής αρωγής

απαντούν ιδίως στις διατάξεις των άρθρων 13, 16-18, 19-28 της

Σύμβασης.

iii) Τέλος, στο πλαίσιο της σημαντικής δράσης του ΟΗΕ στο

πεδίο αντιμετώπισης των εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων

κατά της ανθρωπότητας, επιχειρήθηκε κατ’ αρχάς η κατάστρωση

αρχών της διεθνούς συνεργασίας «για τον εντοπισμό, σύλληψη,

έκδοση και τιμωρία προσώπων ενόχων εγκλημάτων πολέμου και

εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας». Σχετικό κείμενο είχε

υιοθετηθεί με την από 3.12.1973 απόφαση 3074 της Γενικής

Συνέλευσης.

Στο πεδίο αυτό κομβικής σημασίας είναι η ίδρυση του

Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, το καταστατικό του οποίου

υιοθετήθηκε στις 17.7.1998 από τη Διπλωματική Διάσκεψη των

Πληρεξουσίων των Ηνωμένων Εθνών. Τέθηκε δε σε ισχύ τον Ιούλιο

του έτους 2002. Στο Κεφάλαιο 9 του Καταστατικού (ά. 86-102)

καθορίζονται οι αρχές και η διαδικασία που διέπουν τη συνεργασία

των κρατών μερών για την ανάκριση και δίωξη των εγκλημάτων

που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.

2.2.3. Πολυμερείς διεθνείς συμβάσεις το πλαίσιο του Ο.Ο.Σ.Α.

Στο πλαίσιο του ανωτέρω Οργανισμού δεν συνάφθηκαν μεν

γενικές συμβάσεις «διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις».

Όμως, αξίζει να αναφερθεί η ειδική σύμβαση «για την

καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών

στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές» που υπογράφηκε στο

Παρίσι την 17.12.1997 (κυρώθηκε με το ν. 2656/1998). Οι σχετικές

ρυθμίσεις δικαστικής αρωγής απαντούν στα άρθρα 9 και 10 της

Σύμβασης.

35

Page 36: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

2.2.4. Πολυμερείς διεθνείς συμβάσεις στο πλαίσιο του

Συμβουλίου της Ευρώπης

i) Σε ευρωπαϊκό περιφερειακό επίπεδο, οι προαναφερθείσες

«μητρικές συμβάσεις» του ανωτέρω Οργανισμού αποτέλεσαν

σημαντικό σταθμό στο δίκαιο της «διεθνούς συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις». Πρόκειται για τις ακόλουθες γενικές

συμβάσεις, οι οποίες στην πορεία των ετών συμπληρώθηκαν με

Πρωτόκολλα:

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως» της 13.12.1957

(κυρώθηκε με το ν. 4165/1961) συμπληρώθηκε από δύο Πρόσθετα

Πρωτόκολλα που υπεγράφησαν την 15.10.1975 και την 17.3.1978

αντίστοιχα.

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί αμοιβαίας δικαστικής

συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων» της 20.4.1959 (κυρώθηκε με

το ν.δ. 4218/1961) συμπληρώθηκε από δύο Πρόσθετα Πρωτόκολλα

που υπεγράφησαν την 17.3.1978 και την 8.11.2001 αντίστοιχα.

Κατά περιεχόμενο, επιβεβαιώνεται η «αρχή της αίτησης»,

αλλά και η κρατοκεντρική προσέγγιση της εν λόγω συνεργασίας.

Ειδικότερα: Η υλοποίηση της εκάστοτε μορφής αρωγής στην πράξη

προϋποθέτει «αίτηση» του εκζητούντος κράτους και αποδοχή

αυτής από το εκζητούμενο κράτος, μετά από έρευνα της συνδρομής

ορισμένων προϋποθέσεων. Η αποφασιστική αρμοδιότητα του

εκάστοτε αιτήματος παραμένει μεν στην εκτελεστική εξουσία, ρόλο

όμως –έστω και παρένθετο– αρχίζει να αποκτά και η δικαστική

εξουσία.

Ανάλογο είναι το περιεχόμενο και των λοιπών συμβάσεων

«διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις» (υπό ευρεία έννοια).

Σ’ αυτές εντάσσονται:

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί της πληροφορήσεως επί του

αλλοδαπού δικαίου» της 7.6.1998 (κυρώθηκε με το ν. 593/1997) και

το συναφές αυτής Πρωτόκολλο της 15.3.1978 (κυρώθηκε με το ν.

1709/1987).

36

Page 37: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την μεταφορά των καταδίκων»

της 21.3.1983 (κυρώθηκε με το ν. 1708/1987) και το συναφές

αυτής Πρωτόκολλο της 18.12.1997 (κυρώθηκε με το ν. 3351/2005.

Στην ανωτέρω συνάφεια, αξίζει επίσης να αναφερθούν και δύο

άλλες Συμβάσεις, οι οποίες όμως δεν κυρώθηκαν μέχρι σήμερα στη χώρα

μας. Πρόκειται για:

- την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τη διεθνή ισχύ των ποινικών

αποφάσεων» της 28.5.1970

- την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την μεταφορά των ποινικών

διαδικασιών» της 15.5.1972.

ii) Από τις ειδικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο

του Συμβουλίου της Ευρώπης, αξιοπρόσεκτες είναι ιδίως:

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την καταστολή της

τρομοκρατίας» της 27.1.1977 (κυρώθηκε με το ν. 1789/1988) και

το τροποποιητικό αυτής Πρωτόκολλο της 15.5.2003.

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το ξέπλυμα, την έρευνα, την

κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από

εγκληματικές δραστηριότητες» της 8.11.1990 (κυρώθηκε με το ν.

2655/1998).

- Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ποινικού Δικαίου για τη διαφθορά»

της 27.1.1999 και το συναφές αυτής Πρωτόκολλο της 15.5.2003

(κυρώθηκαν με το ν. 3560/2007).

- Η «Σύμβαση για το κυβερνοέγκλημα» της 23.11.2001.

Ιδιαίτερης μνείας είναι το γεγονός ότι η Σύμβαση αυτή υπογράφηκε

επίσης και από κράτη μη συμβαλλόμενα μέρη του Συμβουλίου της

Ευρώπης, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Ιαπωνία και η Ν. Αφρική.

- Η «Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση

κατά της Εμπορίας Ανθρώπων» της 16.5.2005 (κυρώθηκε με το ν.

4216/2013).

- Η «Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα,

την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που

προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες και για την

χρηματοδότηση της τρομοκρατίας» της 16.5.2005.

37

Page 38: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

2.2.5. Η Σύμβαση για την Εφαρμογή της Συμφωνίας του

Σένγκεν

Όπως προαναφέρθηκε, στον τίτλο ΙΙΙ της ανωτέρω Σύμβασης

(κυρώθηκε με το ν. 2514/1997) απαντούν διατάξεις με τις οποίες

τροποποιούνται κατά περιεχόμενο οι ανωτέρω «μητρικές

συμβάσεις» του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στόχος ήταν η

διευκόλυνση της εν γένει δικαστικής αρωγής εντός του «χώρου

Σένγκεν». Βασικό καινοτόμο στοιχείο ήταν η καθιέρωση της

δυνατότητας για διαβίβαση του εκάστοτε αιτήματος και απάντηση

επ’ αυτού απευθείας μεταξύ των δικαστικών αρχών. Για πρώτη

φορά λοιπόν σε επίπεδο θετικού δικαίου απομειώθηκε ο ρόλος των

πολιτικών σκοπιμοτήτων κατά τη λήψη της απόφασης για την

ικανοποίηση ή μη του αιτήματος.

Σήμερα, η πλειονότητα των διατάξεων του ανωτέρω τίτλου ΙΙΙ

της Σύμβασης έχουν καταργηθεί με νομικές πράξεις της

Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την ενεργοποίηση της τελευταίας για

την ανάπτυξή της ως «χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και

δικαιοσύνης». Συναφώς σημειώνεται ότι το «κεκτημένο Σένγκεν»

ενσωματώθηκε το έτος 1999 στο (τότε) κοινοτικό/ευρωενωσιακό

δίκαιο με ειδικά Πρωτόκολλα που επισυνάφθηκαν στη Συνθήκη του

Άμστερνταμ.

2.3. Παράθεση νομικών πράξεων της Ευρωπαϊκής

Ένωσης στο πεδίο της «δικαστικής συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις»

α) Ήδη από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και μέχρι το έτος

2002, η Ευρωπαϊκή Ένωση χρησιμοποιώντας ως νομικό εργαλείο τη

σύμβαση προχώρησε στη θέσπιση γενικών και ειδικών συμβάσεων

που είχαν ως αντικείμενο τη δικαστική συνδρομή. Ειδικότερα:

i) Στον τομέα της «έκδοσης», θεσπίστηκαν -εντός ενός

έτους- δύο γενικές συμβάσεις: Η «Σύμβαση για την απλουστευμένη

38

Page 39: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

διαδικασία έκδοσης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής

Ένωσης» του έτους 1995 και η «Σύμβαση για την έκδοση μεταξύ

των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης» του έτους 1996 που

κυρώθηκαν με τους ν. 2787/2000 και 2718/1999 αντίστοιχα.

Σκοπός δεν ήταν η κατάργηση της «μητρικής σύμβασης» για την

έκδοση του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά η «συμπλήρωση» των

σχετικών διατάξεων και η «διευκόλυνση της εφαρμογής» της

μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, ενόψει των ιδιαίτερων

σκοπών της τελευταίας. Οι συμβάσεις αυτές δεν ισχύουν πλέον,

καθόσον αντικαταστάθηκαν από την απόφαση-πλαίσιο για το

«ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης», η οποία έχει ενσωματωθεί σε όλα

τα κράτη μέλη (στη χώρα μας με το ν. 3251/2004).

Στον τομέα της «μικρής δικαστικής συνδρομής» θεσπίστηκε

το έτος 2000 η (γενική) «Σύμβαση για την αμοιβαία δικαστική

συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων», η οποία δεν έχει κυρωθεί στη

χώρα μας.

ii) Όσον αφορά τις ειδικές συμβάσεις, αξίζει να

μνημονευθούν ιδίως: Η «Σύμβαση σχετικά με την προστασία των

οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων» του

έτους 1995, η οποία -όπως και τα συναφή αυτής Πρωτόκολλα-

κυρώθηκε με το ν. 2803/2000 και η «Σύμβαση περί

καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι

των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των Κρατών-Μελών της

Ευρωπαϊκής Ένωσης» του έτους 1997 που κυρώθηκε με το ν.

2802/2000.

β) Μετά το έτος 2002 και μέχρι τη θέση σε ισχύ της

Συνθήκης της Λισσαβώνας, το Συμβούλιο χρησιμοποιώντας πλέον

ως νομικό εργαλείο την «απόφαση-πλαίσιο» (βλ. ειδικότερα για τη

νομική αυτή πράξη υπό στ. ΙΙΙ) προέβη στη θέσπιση σειράς νομικών

πράξεων για την προώθηση της «δικαστικής συνεργασίας σε

ποινικές υποθέσεις».

39

Page 40: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Η πρώτη νομική πράξη που θεσπίστηκε και κατέδειξε την

ποιοτική μεταλλαγή των σχετικών κανόνων στο πλαίσιο της

Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η προμνημονευθείσα απόφαση-πλαίσιο

για το «ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης».

Εν συνεχεία, ακολούθησε ένα κύμα αποφάσεων-πλαίσιο που

αφορούν: «την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών

ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωση»

(2003./577/ΔΕΥ), «την εφαρμογή της αμοιβαίας αναγνώρισης επί

χρηματικών ποινών» (2005/214/ΔΕΥ), «την εφαρμογή της

αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις δήμευσης» (2066/783/ΔΕΥ).

«τη συνεκτίμηση των καταδικαστικών αποφάσεων μεταξύ των

κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης επ’ ευκαιρία νέας ποινικής

διαδικασίας» (2008/675/ΔΕΥ), «την εφαρμογή της αμοιβαίας

αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις, οι οποίες επιβάλλουν ποινές

στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για

το σκοπό της εκτέλεσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση»

(2008/209/ΔΕΥ), «την εφαρμογή της αρχής της αναγνώρισης

δικαστικών αποφάσεων και αποφάσεων αναστολής εκτέλεσης της

ποινής ή απόλυσης υπό όρους με σκοπό την εποπτεία των μέτρων

αναστολής και των εναλλακτικών κυρώσεων» (2008/947/ΔΕΥ), «το

ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων προς

λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές

διαδικασίες» (2008/978/ΔΕΥ), «την εφαρμογή, μεταξύ των κρατών

μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της αρχής της αμοιβαίας

αναγνώρισης στις αποφάσεις περί μέτρων επιτήρησης εναλλακτικά

προς την προσωρινή κράτηση» (2009/829/ΔΕΥ), « την πρόληψη και

τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές

υποθέσεις» (2009/948/ΔΕΥ). Η πλειονότητα των ανωτέρω νομικών

πράξεων δεν ενσωματώθηκε στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών

μελών, περιλαμβανομένης της χώρας μας.

γ) Μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισσαβώνας. η

Ευρωπαϊκή Ένωση προέβη κατ’ αρχάς στη θέσπιση Οδηγιών που

40

Page 41: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

έχουν ως αντικείμενο την προσέγγιση ποινικών κανόνων στον

τομέα των δικονομικών δικαιωμάτων του ατόμου, ώστε να

διευκολυνθεί –πρωτίστως– η αμοιβαία αναγνώριση των ποινικών

αποφάσεων εντός του «χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και

δικαιοσύνης». Ειδικότερα, οι εν λόγω Οδηγίες αφορούν: «το

δικαίωμα σε διερμηνεία και μετάφραση κατά την ποινική

διαδικασία» (2010/64/ΕΕ) και «το δικαίωμα ενημέρωσης στο

πλαίσιο ποινικών διαδικασιών» (2012/13/ΕΕ), οι οποίες

ενσωματώθηκαν στο εσωτερικό δίκαιο με το ν. 4236/2014. Στις

ανωτέρω νομικές πράξεις απαντούν ειδικές ρυθμίσεις για τα

δικονομικά δικαιώματα του εκζητουμένου κατά την διαδικασία

εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

Στο ειδικότερο δε αυτό πεδίο της συνεργασίας των

δικαστικών αρχών των κρατών μελών –για την ενίσχυση της

αποτελεσματικότητας της ποινικής δίωξης– θεσπίστηκε πρόσφατα

η Οδηγία 2014/41/ΕΕ «περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε

ποινικές υποθέσεις».

ΙΙ. «Διεθνής συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις»

στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης:

Όργανα και δικαιϊκοί θεσμοί

Α. Θεσμικά Όργανα και επιμέρους Επιτροπές ή/και

Δίκτυα

1. Θεσμικά όργανα

Όπως εκτενώς αναφέρθηκε παραπάνω, το Συμβούλιο της

Ευρώπης –στο πλαίσιο του καταστατικού του σκοπού–

δραστηριοποιείται σημαντικά στο πεδίο της «διεθνούς συνεργασίας

σε ποινικές υποθέσεις». Ειδικότερα, τα θεσμικά του όργανα είναι

αρμόδια με νομικό εργαλείο τη σύμβαση, να θέτουν κανόνες δικαίου

στο ανωτέρω πεδίο, αλλά και να μεριμνούν για την ορθή εφαρμογή

του (ποινικού) δικαίου με συστάσεις, όπως και πρακτικές οδηγίες.

41

Page 42: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Προς τούτο, βασικά όργανα του ως άνω Οργανισμού είναι η

Επιτροπή Υπουργών και η Κοινοβουλευτική Συνέλευση. Τα εν λόγω

όργανα επικουρούνται στο έργο τους από μια Διεθνή Γραμματεία,

επικεφαλής της οποίας είναι ο Γενικός Γραμματέας. Ο τελευταίος

εκλέγεται με πενταετή θητεία από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση.

2. Επιμέρους Επιτροπές ή/και Δίκτυα

Πέραν, όμως, των ανωτέρω θεσμικών οργάνων καταλυτική

σημασία για την ανάπτυξη του εν λόγω δικαίου έχουν επιμέρους

Επιτροπές ή/και Δίκτυα που δημιουργήθηκαν στους κόλπους του

Οργανισμού. Ειδικότερα:

α) Το έτος 1957 θεσμοθετήθηκε η αποκαλούμενη

«Ευρωπαϊκή Επιτροπή για ποινικά ζητήματα». Έργο της είναι

πρωτίστως η ανάπτυξη των κοινών πολιτικών των συμβαλλομένων

κρατών στο πεδίο του ποινικού δικαίου, η προώθηση της διεθνούς

συνεργασίας στο εν λόγω πεδίο και η παρακολούθηση των

εξελίξεων στον εν γένει ευρωπαϊκό χώρο.

β) Λίγα χρόνια αργότερα (1963) δημιουργήθηκε η

αποκαλούμενη «Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Νομική Συνεργασία», η

οποία είναι υπεύθυνη για τις νομικές δραστηριότητες του

Οργανισμού. Μεταξύ άλλων, το έργο της περιλαμβάνει την

υιοθέτηση των σχεδίων συμβάσεων, συμφωνιών κλπ., την

προετοιμασία των διασκέψεων των Υπουργών και την υιοθέτηση

σχετικών προτάσεων σε συνεργασία με άλλα όργανα του

Οργανισμού.

γ) Το έτος 1981 θεσμοθετήθηκε η «Επιτροπή

Εμπειρογνωμόνων για την λειτουργία των Ευρωπαϊκών Συμβάσεων

στον Ποινικό Τομέα». Αυτή λειτουργεί υπό την μορφή δικτύου, στο

βαθμό που συγκροτείται από εμπειρογνώμονες από όλα τα

συμβαλλόμενα μέρη. Σκοπός της είναι η εξεύρεση τρόπων

βελτίωσης της «διεθνούς συνεργασίας» και της εφαρμογής των

συμβάσεων.

42

Page 43: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

δ) Μόλις το έτος 2008 θεσμοθετήθηκε η αποκαλούμενη

«Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της

δικαιοσύνης». Κύριο έργο της είναι η βελτίωση της

αποτελεσματικότητας και της λειτουργίας της δικαιοσύνης στα

επιμέρους κράτη. Βασικό μοχλό της δράσης της εν λόγω Επιτροπής

συνιστά η αξιολόγηση των ευρωπαϊκών δικαστικών συστημάτων

που πραγματοποιείται σε τακτική βάση ανά διετία.

ε) Ήδη δε, το έτος 2005 δημιουργήθηκε (υπό την μορφή

δικτύου) το αποκαλούμενο «Συμβουλευτικό Συμβούλιο Ευρωπαίων

Εισαγγελέων». Βασικός του σκοπός του είναι η ανάδειξη του ρόλου

του εισαγγελέα στη ποινικό σύστημα των κρατών σε συνδυασμό με

την ενίσχυση του κράτους δικαίου και την αποτελεσματική

εφαρμογή της ΕΣΔΑ. Στο έργο του περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων,

η υποβολή προτάσεων στην Επιτροπή Υπουργών για ζητήματα που

άπτονται της ποινικής δίωξης και της λειτουργίας της ποινικής

δικαιοσύνης.

στ) Τέλος, δημιουργήθηκε πρόσφατα (2013) και το

«Συμβουλευτικό Συμβούλιο Ευρωπαίων Δικαστών», με κύριο στόχο

την ενίσχυση του ρόλου των δικαστών, καθώς το δικαστικό σώμα

θεωρείται ακρογωνιαίος λίθος του κράτους δικαίου. Έργο του είναι,

μεταξύ άλλων, η επεξεργασία θεμάτων που άπτονται της

ανεξαρτησίας, αμεροληψίας και ικανότητας των δικαστών.

Β. Δικαιϊκοί θεσμοί

Στη συνέχεια ακολουθεί η προσέγγιση δύο επιμέρους θεσμών

της διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, όπως αυτοί

αναπτύσσονται στο πλαίσιο του ανωτέρω Οργανισμού. Πρόκειται

για την έκδοση και την μεταφορά των καταδίκων.

Η προκειμένη επιλογή γίνεται για τους ακόλουθους λόγους:

Η έκδοση συνιστά έναν από τους βασικότερους θεσμούς της

αμοιβαίας δικαστικής αρωγής που (όπως προαναφέρθηκε)

λειτουργικά εξυπηρετεί την αποτελεσματικότητα της ποινικής

καταστολής. Διαφορετικό λειτουργικό σκοπό έχει η μεταφορά των

43

Page 44: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

καταδίκων, στο βαθμό που αυτή δεν αφορά την καταστολή του

εγκλήματος, αλλά την ευνοϊκή μεταχείριση και κοινωνική

επανένταξη των καταδικασθέντων προσώπων, εν προκειμένω τη

δυνατότητα έκτισης της ποινής στο κράτος της υπηκοότητάς τους.

1. Το «παράδειγμα» της έκδοσης

1.1. Προκαταρκτικές οριοθετήσεις

1.1.1. Διάκριση μεταξύ «έκδοσης» και «απέλασης»

Οι δύο ως άνω θεσμοί διακρίνονται μεταξύ τους τόσο ως

προς τη φύση και τη λειτουργία τους, όσο και ως προς τις

διαδικαστικές προϋποθέσεις τους. Πλέον συγκεκριμένα:

Η απέλαση έγκειται στην υποχρέωση του αλλοδαπού να

εγκαταλείψει πρόσκαιρα ή ισόβια τη χώρα όπου βρίσκεται. Τούτη

συντελείται: i) είτε κατόπιν έκδοσης ατομικής διοικητικής πράξης,

η οποία στοχεύει στην απομάκρυνση ανεπιθύμητων αλλοδαπών από

την εθνική επικράτεια για λόγους δημοσίου ή κοινωνικού

συμφέροντος, ii) είτε κατόπιν έκδοσης ποινικής απόφασης, με την

οποία αυτή επιβάλλεται ως μέτρο ασφαλείας (άρθρο 74 ΠΚ).

Σχετικά κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι ο θεσμός της απέλασης

δεν ισχύει πλέον για πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή άλλως για

πολίτες των κρατών μελών αυτής.

Αντίθετα, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω (υπό στ. Ι. Α.), η

έκδοση δεν είναι μέτρο μονομερούς χαρακτήρα, αλλά μορφή

αμοιβαίας διακρατικής συνδρομής (ή άλλως αρωγής), η οποία

στοχεύει στην παράδοση του εκζητουμένου στο κράτος που τον

ζήτησε με σχετική αίτησή του, ώστε να δικαστεί για το έγκλημα

που του αποδίδεται ή να εκτίσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας

που του επιβλήθηκε.

1.1.2. Διάκριση μεταξύ «έκδοσης» και «παράδοσης στο

Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο»

44

Page 45: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Όπως προαναφέρθηκε, το έτος 1998 από τη Διπλωματική

Διάσκεψη των Πληρεξουσίων των Ηνωμένων Εθνών υιοθετήθηκε το

Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου

(κυρώθηκε στη χώρα μας με το ν. 3003/2002). Το Μόνιμο αυτό

Διεθνές Δικαστήριο εδρεύει στη Χάγη και έχει ποινική δικαιοδοσία

για τα σοβαρότερα εγκλήματα που ενδιαφέρουν τη διεθνή

κοινότητα, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 5 επ. του

Καταστατικού. Απαραίτητη δε προϋπόθεση για την εκδίκαση των εν

λόγω υποθέσεων είναι «σύλληψη και παράδοση» του προσώπου,

που κατηγορείται για τέλεση ενός ή περισσοτέρων εκ των ανωτέρω

εγκλημάτων, στο ανωτέρω Δικαστήριο.

Η διάκριση μεταξύ της ως άνω «παράδοσης» και του θεσμού

της «έκδοσης» αποτυπώνεται ρητά στο άρθρο 103 του ως άνω

Καταστατικού: «παράδοση σημαίνει την παράδοση ενός προσώπου

από ένα Κράτος στο Δικαστήριο», ενώ «έκδοση σημαίνει την

παράδοση ενός προσώπου από ένα Κράτος σε ένα άλλο Κράτος,

όπως προβλέπεται από συνθήκη, σύμβαση ή την εθνική νομοθεσία».

Συνεπώς, ενώ κατά τη λειτουργία συμπίπτουν οι δύο

ανωτέρω θεσμοί, το κύριο ποιοτικό χαρακτηριστικό που τους

διαφοροποιεί έγκειται στο εξής: Στην έκδοση η σχετική διαδικασία

κινείται «οριζόντια», καθώς –όπως προαναφέρθηκε- βασίζεται σε

μια οριζόντια διακρατική σχέση, δηλαδή σε μια συνεργασία δύο

ισοδυνάμων κυρίαρχων κρατών. Αντίθετα, στην ως άνω νοούμενη

«παράδοση» η διαδικασία κινείται «κάθετα», καθώς έχει την

αφετηρία της σε ένα κράτος και καταλήγει σε ένα υπερεθνικό

δικαιοδοτικό όργανο, δηλ. το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.

1.2. Κανονιστικό πλαίσιο της «Ευρωπαϊκής

Σύμβασης Εκδόσεως»

1.2.1. Επί της «αίτησης έκδοσης» και της συνακόλουθης

διαδικασίας

45

Page 46: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Όπως προαναφέρθηκε, η διαδικασία της έκδοσης διέπεται από

την αποκαλούμενη «αρχή της αίτησης». Ειδικότερα, η αρμόδια

αρχή του κράτους εκδίκασης της ποινικής υπόθεσης υποβάλει –δια

της διπλωματικής οδού- αίτηση στην αρμόδια αρχή του κράτους,

στο οποίο βρίσκεται ο εκζητούμενος (φυγόδικος ή φυγόποινος),

ζητώντας την παράδοση του εν λόγω προσώπου. Στα άρθρα 12 και

13 της Σύμβασης καθορίζονται ο τύπος της αίτησης και τα

απαιτούμενα συμπληρωματικά αυτής έγγραφα (όπως λ.χ. το εθνικό

ένταλμα σύλληψης ή η καταδικαστική ποινική απόφαση).

Με την ως άνω αίτηση, το εκζητούν κράτος μπορεί επίσης να

ζητήσει την προσωρινή σύλληψη του εκζητουμένου (ή άλλως

καταζητουμένου), η οποία διενεργείται σύμφωνα με τη νομοθεσία

του εκζητουμένου κράτους (: άρθρο 16 της Σύμβασης).

Γενικότερα, με την επιφύλαξη ορισμένων προϋποθέσεων που

θεσπίζει η ίδια η Σύμβαση (βλ. στη συνέχεια), η όλη διαδικασία

έκδοσης διέπεται από το δίκαιο του ανωτέρω κράτους (: άρθρο 22

της Σύμβασης). Στην εσωτερική έννομη τάξη, οι σχετικές

προβλέψεις απαντούν στα άρθρα 436 επ. του Κώδικα Ποινικής

Δικονομίας (ΚΠΔ).

Πάντως, κοινό σε όλα τα κράτη χαρακτηριστικό της

διαδικασίας που λαμβάνει χώρα στο εκζητούμενο κράτος είναι ότι

αυτή χωρίζεται σε δύο στάδια: i) το δικαστικό στάδιο, κατά το

οποίο επιλαμβάνεται της αίτησης το αρμόδιο δικαστικό όργανο και

αποφαίνεται κατ’ αρχάς επ’ αυτής και ii) το αποκαλούμενο πολιτικό

στάδιο, κατά το οποίο αποφασίζει τελειωτικά για την ικανοποίηση ή

μη του αιτήματος ο αρμόδιος φορέας της εκτελεστικής εξουσίας.

Στη χώρα μας, αρμόδιος φορέας είναι ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ο

οποίος δεσμεύεται από την προηγηθείσα δικαστική απόφαση, μόνον

όταν με αυτή απορρίπτεται η εν λόγω αίτηση. Στην αντίθετη

περίπτωση, δηλ. όταν το δικαστικό όργανο αποφαίνεται για την

έκδοση του εκζητουμένου, ο Υπουργός Δικαιοσύνης –σταθμίζοντας

προδήλως τις εκάστοτε πολιτικές σκοπιμότητες- έχει το δικαίωμα

να αρνηθεί την ικανοποίηση του αιτήματος.

46

Page 47: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Ενόψει της παραδοσιακής θεώρησης της έκδοσης, η νομική

φύση της σύνολης ως άνω διαδικασίας συνιστά ένα

αμφισβητούμενο ζήτημα. Το εριζόμενο ζήτημα είναι κατά πόσον η

σχετική διαδικασία εντάσσεται στην ποινική ή στην διοικητική

διαδικασία, ώστε να διέπεται από τους κανόνες του ποινικού ή του

διοικητικού δικαίου αντίστοιχα. Σήμερα, κατά την άποψη που

φαίνεται να επικρατεί στην ευρωπαϊκή θεωρία, η εν λόγω

διαδικασία συνιστά μέρος μιας «διεθνώς καταμερισμένης ποινικής

διαδικασίας», η οποία κινείται κατά ενός κατηγορουμένου ή

καταδικασθέντος. Υπό την άποψη αυτή, ο ως άνω καταμερισμός

μεταξύ περισσοτέρων κρατών δεν μπορεί να οδηγήσει σε

περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων που παρέχονται στον

κατηγορούμενο σε οποιοδήποτε από τα δύο εμπλεκόμενα κράτη.

Όμως, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι η εν λόγω

διαδικασία διαφέρει κατά τον λειτουργικό της σκοπό από την

εσωτερική ποινική δίκη. Στο πλαίσιο της τελευταίας κρίνεται η

ενοχή ή όχι κάποιου προσώπου και η επιβολή ποινής, ενώ

αντικείμενο της διαδικασίας της έκδοσης είναι αποκλειστικά και

μόνον η απόφανση για την παράδοση ή μη ενός προσώπου, ώστε να

δικαστεί σε ένα άλλο κράτος (το οποίο θα κρίνει επί της

αποδιδόμενης κατηγορίας) ή να εκτίσει σε αυτό την ποινή που ήδη

επιβλήθηκε. Κατά τούτο, συνιστά μια ιδιότυπη διαδικασία ποινικού

χαρακτήρα, που συμβάλει στην υποστήριξη της αποτελεσματικής

ικανοποίησης της ποινικής αξίωσης του εκζητούντος κράτους.

Λόγω δε των επαχθών συνεπειών για τον εκζητούμενο, η προστασία

των θεμελιωδών του δικαιωμάτων συνιστά καίρια κανονιστική

αρχή.

Μετά το πέρας της ανωτέρω διαδικασίας, το εκζητούμενο

κράτος οφείλει να γνωστοποιήσει την απόφασή του στο εκζητούν

κράτος. Σε περίπτωση αποδοχής, ενημερώνει για τον τόπο και την

ημέρα παράδοσης, καθώς και για τη διάρκεια της τυχόν κράτησης

του εκζητουμένου (: άρθρο 18 της Σύμβασης).

47

Page 48: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι σε βάρος του

παραδιδόμενου (πλέον) ατόμου δεν δικαιούται το εκζητούμενο

κράτος να ασκήσει ποινική δίωξη ή να προβεί σε εκτέλεση ποινής

για πράξεις, για τις οποίες δεν ζητήθηκε η έκδοσή του. Πρόκειται

για την εφαρμογή της αποκαλούμενης αρχής της ειδικότητας, η

οποία κατ’ εξαίρεση δεν ισχύει, όταν: i) συναινεί προς τούτο το

εκζητούμενο κράτος ή ii) το ανωτέρω άτομο παραμένει στο έδαφος

του εκζητούντος κράτους μετά την παρέλευση 45 ημερών από το

πέρας της ποινικής δίκης που διεξήχθη σε βάρος του ή/και της

εκτέλεσης της ποινής στο εν λόγω κράτος (: άρθρο 14 της

Σύμβασης).

1.2.2. Η αρχή του «διττού αξιοποίνου»

Βασική προϋπόθεση για την ικανοποίηση της αίτησης έκδοσης

είναι η πλήρωση του όρου του «διττού αξιοποίνου» (: άρθρο 2

καθώς και 9, 10 της Σύμβασης). Σύμφωνα με τον όρο αυτό, η

έκδοση μπορεί να λάβει χώρα μόνον εφόσον η πράξη που αφορά η

σχετική αίτηση είναι αξιόποινη σύμφωνα με τη νομοθεσία όχι μόνον

του εκζητούντος, αλλά και του εκζητουμένου κράτους. Κατά μία

σημαντική μερίδα της θεωρίας, ο ανωτέρω όρος λειτουργεί ως

μέσο για τη διασφάλιση της αρχής της αμοιβαιότητας.

Κατά κανόνα, η κρίση για την κατάφαση του διττού

αξιοποίνου εκφέρεται σε δύο στάδια:

i) Πρώτα, ελέγχεται κατά πόσον η πράξη για την οποία

ζητείται η έκδοση τυποποιείται ως έγκλημα σύμφωνα με τη

νομοθεσία του εκζητουμένου κράτους (in abstracto έλεγχος). Εν

προκειμένω δεν ενδιαφέρει ο νομικός χαρακτηρισμός, δηλ. αν η

πράξη χαρακτηρίζεται λ.χ. ως απάτη ή υπεξαίρεση, αλλά αν

συνιστά μια αξιόποινη συμπεριφορά που υπάγεται σε ποινικό νόμο

του ως άνω κράτους.

ii) Σε καταφατική περίπτωση, διερευνάται στη συνέχεια, αν η

πράξη αυτή δεν είναι στην συγκεκριμένη περίπτωση τελειωτικά

αξιόποινη (in concreto έλεγχος), διότι συντρέχει λόγος που αίρει

48

Page 49: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

τον άδικο χαρακτήρα της ή τον καταλογισμό του δράστη ή που

εμποδίζει τη δίωξη ή την εκτέλεση της ποινής ή που εξαλείφει το

αξιόποινο (λ.χ. παραγραφή, δεδικασμένο, αμνηστία, χάρη) σύμφωνα

με το δίκαιο –έστω- και ενός από τα δύο εμπλεκόμενα κράτη.

Ειδικότερα, στο κείμενο της Σύμβασης προβλέπεται ρητά, ως λόγος

απόρριψης της αίτησης έκδοσης, η ύπαρξη δεδικασμένου (δηλ. ο

εκζητούμενος έχει ήδη κριθεί για την αυτή πράξη από τα

δικαστήρια του εκζητουμένου κράτους, βλ. άρθρο 9) και η επέλευση

παραγραφής του εγκλήματος ή της ποινής (: άρθρο 10).

1.2.3. Περί της έκδοσης ημεδαπών

Με τη διάταξη του άρθρου 6 της Σύμβασης αφήνεται στη

διακριτική ευχέρεια του κάθε συμβαλλόμενου κράτους να αρνηθεί

την έκδοση υπηκόων του. Σε περίπτωση μιας τέτοιας δήλωσης, το

εκζητούμενο κράτος οφείλει, κατόπιν σχετικής αίτησης του

εκζητούντος κράτους, να εκδικάσει το ίδιο την ποινική υπόθεση σε

βάρος του εκζητουμένου, εφόσον επιτρέπεται -κατά το δίκαιό του-

η άσκηση ποινικής δίωξης για την πράξη αυτή.

Σύμφωνα με το δίκαιο των κρατών της ηπειρωτικής Ευρώπης

απαγορεύεται η έκδοση ημεδαπών. Ως βασικό επιχείρημα

προβάλλεται ο δεσμός που υφίσταται μεταξύ του κράτους και των

υπηκόων του, υπό το πρίσμα της διατήρησης του κύρους της

Πολιτείας έναντι των υπηκόων της και του καθήκοντος πίστης

προς αυτούς. Τούτο υποδηλώνει τη δυσπιστία των κρατών έναντι

του αλλοδαπού ποινικοδικονομικού συστήματος και συνδέεται με

λόγους που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας. Σημαντικό δε

στοιχείο για την κατίσχυση της απαγόρευσης αυτής είναι το

γεγονός ότι η ποινική δικαιοδοσία των κρατών αυτών δεν

περιορίζεται μόνον στις πράξεις που τελούνται στο έδαφός τους.

Όπως προαναφέρθηκε, ισχύει και η ενεργητική αρχή της

προσωπικότητας, με συνέπεια την επέκταση της ποινικής εξουσίας

και στις πράξεις των ημεδαπών που τελέστηκαν στην αλλοδαπή.

Αντίθετα, στα κράτη του αγγλοσαξωνικού χώρου, όπου

49

Page 50: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

εφαρμόζεται η αρχή της εδαφικότητας, επιτρέπεται η έκδοση

ημεδαπών, αφού διαφορετικά θα έμεναν ατιμώρητες οι πράξεις των

υπηκόων τους που διεπράχθησαν εκτός της εδαφικής τους

επικράτειας.

Τέλος, σημειώνεται ότι στα κράτη της ηπειρωτικής

Ευρώπης, η εν λόγω απαγόρευση προβλέπεται ρητά είτε στο

Σύνταγμα (όπως λ.χ. στη Γερμανία) είτε στην κοινή νομοθεσία. Στην

Ελλάδα επικρατεί διχογνωμία, κατά πόσον τούτη έχει συνταγματική

θεμελίωση. Πάντως, η απαγόρευση αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο

438 ΚΠΔ και η χώρα μας έχει δηλώσει ότι ισχύει και κατά την

εφαρμογή της ανωτέρω Σύμβασης.

1.2.4. Λοιποί λόγοι άρνησης παροχής της εν λόγω

συνδρομής

Επιγραμματικά, αξίζει να μνημονευθούν οι λοιποί λόγοι

άρνησης έκδοσης, όπως αυτοί προβλέπονται στην προκειμένη

Σύμβαση:

α) Άρθρο 3: Απόρριψη της αίτησης έκδοσης, όταν το

εκζητούμενο κράτος έχει λόγους να πιστεύει ότι η σχετική αίτηση

υποβλήθηκε με σκοπό τη δίωξη ή τιμωρία ενός ατόμου για

φυλετικά, θρησκευτικά ή πολιτικά ή εθνικά φρονήματα ή ότι η θέση

του εν λόγω ατόμου διατρέχει κίνδυνο να επιδεινωθεί για έναν από

τους ανωτέρω λόγους.

Ειδικότερα, η λόγω απαγόρευση έκδοσης για «πολιτικά

εγκλήματα» έχει τις ρίζες στον 19ο αιώνα (βλ. ανωτέρω), όπου ο

πολιτικός εγκληματίας άρχισε να αντιμετωπίζεται ως προοδευτικό

άτομο που επεδίωκε να βελτιώσει τις πολιτικές συνθήκες της

χώρας του. Σήμερα, η απαγόρευση αυτή έχει σχετικοποιηθεί, στο

βαθμό που έχει σχετικοποιηθεί η ίδια η έννοια του «πολιτικού

εγκλήματος» στο πλαίσιο των σύγχρονων δημοκρατικών κοινωνιών,

χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ανακύπτουν σοβαρά ερμηνευτικά

προβλήματα στην πράξη. Πάντως, σταδιακά, σε σειρά συμβατικών

κειμένων απαντά ο αποκλεισμός του πολιτικού χαρακτήρα

50

Page 51: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

συγκεκριμένων εγκληματικών συμπεριφορών. Ενδεικτικά

αναφέρεται η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την καταστολή της

τρομοκρατίας (1977), η οποία καθιερώνει στα συμβαλλόμενα μέρη

την υποχρέωση να μην θεωρούν ως «πολιτικά εγκλήματα» τις

τρομοκρατικές πράξεις που απαριθμούνται στην εν λόγω Σύμβαση.

Επίσης, δεν θεωρούνται εγκλήματα πολιτικού χαρακτήρα τα

«διεθνή εγκλήματα», όπως λ.χ. η γενοκτονία.

β) Άρθρο 7: Δυνατότητα απόρριψης της αίτησης έκδοσης,

όταν η πράξη του εκζητουμένου έχει τελεστεί εν όλω ή εν μέρει στο

έδαφος του εκζητουμένου κράτους ή σε εξομοιούμενο προς αυτό

τόπο. Όπως είναι ευνόητο, στην περίπτωση αυτή το εκζητούν

κράτος υποχρεούται πλέον να κινήσει το ίδιο την ποινική δίωξη ή

να εκτελέσει την ποινή, εφόσον η εν λόγω πράξη είναι αξιόποινη

κατά τη νομοθεσία του.

γ) Άρθρο 8: Δυνατότητα απόρριψης της αίτησης έκδοσης,

όταν το εκζητούμενο πρόσωπο διώκεται ήδη από την αρμόδια αρχή

του εκζητουμένου κράτους για την πράξη που αναφέρεται στην

αίτηση. Το εκζητούν κράτος διατηρεί δηλαδή το δικαίωμά του στην

ικανοποίηση της ιδίας του ποινικής του αξίωσης.

1.3. Προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων του

εκζητουμένου προσώπου

Το ζήτημα της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων του

εκζητουμένου έχει μία διττή όψη: αφορά αφενός στη διασφάλιση

των δικονομικών του δικαιωμάτων, δηλαδή εκείνων που πρέπει να

απολαύει κατά τη διαδικασία εκδόσεως στο εκζητούμενο κράτος,

αφετέρου στην κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο

εκζητούν κράτος, ως ορίου για την παράδοσή του. Ειδικότερα:

1.3.1. Θεμελιώδη δικαιώματα του εκζητουμένου κατά τη

διαδικασία της έκδοσης

51

Page 52: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Σήμερα ο εκζητούμενος, ως υποκείμενο –και όχι ως

αντικείμενο– της σχετικής διαδικασίας απολαύει ορισμένων

βασικών δικαιωμάτων. Ο ειδικότερος προσδιορισμός τους δεν

απαντά στη Σύμβαση, η οποία παραπέμπει στο εσωτερικό δίκαιο

των συμβαλλομένων μερών. Σε γενικές γραμμές, το εσωτερικό

δίκαιο παρέχει στον εκζητούμενο τα δικαιώματα πληροφόρησης,

ακρόασης, συνδρομής συνηγόρου και έφεσης, τα οποία απορρέουν

από την γενική αρχή της δίκαιης δίκης.

Για την αποτελεσματική διασφάλιση των εν λόγω

δικαιωμάτων του εκζητουμένου ιδιαίτερη σημασία έχει το (θετικό

και νομολογιακό) δίκαιο της ΕΣΔΑ. Ειδικότερα, στο άρθρο 5 της

ΕΣΔΑ αναγνωρίζεται η ιδιαίτερη νομική θέση του εκζητουμένου

προσώπου και κατοχυρώνονται ορισμένες θεμελιώδεις

δικαιοκρατικές αρχές και δικαιώματα που (πρέπει να) διέπουν τη

διαδικασία έκδοσης. Συγκεκριμένα:

α) Κατ’ εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας, η σύλληψη και

(τυχόν) κράτηση του εκζητουμένου πρέπει να είναι «νόμιμη». Κατά

την κρατούσα άποψη, τούτο σημαίνει ότι: ι) Τηρήθηκε ο νόμιμος

τύπος από τις αρχές του εκζητουμένου κράτους. ιι) Το ένταλμα

σύλληψης που συνοδεύει την αίτηση έκδοσης εκδόθηκε ομοίως κατά

το νόμιμο τύπο από τις αρχές του εκζητούντος κράτους.

Όσον αφορά τη δεύτερη ως άνω περίπτωση διευκρινίζεται ότι:

Εκτός από τα αυτόφωρα εγκλήματα, η έκδοση ενός εντάλματος σύλληψης

προϋποθέτει ότι το άτομο είναι φυγόδικος ή φυγόποινος, δηλ. δεν

εμφανίστηκε ενώπιον των αρμοδίων αρχών, παρότι κλήθηκε να

απολογηθεί ή να δικαστεί ή έλαβε γνώση της σε βάρος του επιβληθείσας

ποινής. Συνεπώς, αν εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης χωρίς προηγούμενη

κλήτευσή του, τότε δεν τηρήθηκε ο νόμιμος τύπος στο εκζητούν κράτος

και συνεπώς στερείται νομίμου ερείσματος η σύλληψή του στο

εκζητούμενο κράτος.

β) Ο εκζητούμενος που συνελήφθη ή/και κρατείται έχει –

ρητά– τα ακόλουθα δικαιώματα: i) Να πληροφορηθεί στη γλώσσα

που κατανοεί τους λόγους της σύλληψής του, δηλ. να λάβει γνώση

του περιεχομένου της αίτησης έκδοσης. ii) Να προσφύγει ενώπιον

52

Page 53: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

δικαστηρίου, ώστε να αποφασίσει «εντός βραχείας προθεσμίας» για

τη νομιμότητα της σύλληψης ή/και κράτησής του και να διατάξει

την απόλυσή του σε περίπτωση παρανόμου κράτησης. Ενδεικτικά,

αναφέρεται στο σημείο αυτό ότι το ΕΔΔΑ έχει αποφανθεί

καταδικαστικά σε περιπτώσεις, όπου ο χρόνος της κράτησης του

εκζητουμένου ήταν μεγάλης διάρκειας, ενόψει των περιστάσεων

της (εκάστοτε) υπόθεσης.

Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά τη νομολογία του

ΕΔΔΑ, η νομική θέση του εκζητουμένου δεν ταυτίζεται με εκείνη

του κατηγορουμένου, λόγω της προαναφερθείσας διαφοροποίησης

του λειτουργικού σκοπού αφενός της διαδικασίας έκδοσης,

αφετέρου της εσωτερικής ποινικής δίκης. Τούτο όμως δεν σημαίνει

ότι δεν θα πρέπει να πληρούνται οι όροι της δίκαιης δίκης και κατά

την πρώτη ως άνω διαδικασία. Έτσι, το ΕΔΔΑ, ερμηνεύοντας τον

όρο «νόμιμη διαδικασία» που απαντά στο άρθρο 5 της ΕΣΔΑ,

φαίνεται να δέχεται σε σημαντικό βαθμό την αναλογική εφαρμογή

της αρχής της δίκαιης δίκης, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο

6 της ΕΣΔΑ.

1.3.2. Η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων ως όριο

για την παράδοση του εκζητουμένου στο εκζητούν

κράτος

α) Περαιτέρω, καθοριστικής σημασίας για τη διασφάλιση της

νομικής θέσης του εκζητουμένου, ως υποκειμένου, είναι η

νομολογία του ΕΔΔΑ, κατά την οποία η παράδοση του εν λόγω

προσώπου τελεί υπό την επιφύλαξη της προστασίας των

θεμελιωδών δικαιωμάτων -που κατοχυρώνει η ΕΣΔΑ- στο εκζητούν

κράτος. Πρόκειται για την αποκαλούμενη «επιφύλαξη της

ευρωπαϊκής δημόσιας τάξης». Σχετικά σημειώνονται τα εξής:

i) Ορόσημο στην αναγνώριση της κατίσχυσης της ευρωπαϊκής

δημόσιας τάξης στο πεδίο της έκδοσης αποτελεί η απόφαση του

ΕΔΔΑ στην υπόθεση « Soering κατά Ηνωμένου Βασιλείου»

(7.7.1989).

53

Page 54: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Κατά το πραγματικό της υπόθεσης, οι ΗΠΑ είχαν υποβάλει αίτηση

έκδοσης προς το Ηνωμένο Βασίλειο για την παράδοση του Soering, σε

βάρος του οποίου είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία. Η

αξιόποινη αυτή πράξη απειλούταν με θανατική ποινή. Το Ηνωμένο

Βασίλειο ζήτησε και έλαβε διαβεβαιώσεις από την κυβέρνηση των ΗΠΑ

ότι σε περίπτωση παράδοσης δεν θα εκτελεστεί η τυχόν επιβληθείσα

θανατική ποινή (βλ. και άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Έκδοσης). Εν

συνεχεία, η αίτηση έκδοσης έγινε δεκτή και διατάχθηκε η παράδοση του

εκζητουμένου.

Κατόπιν προσφυγής του ανωτέρω προσώπου κατά του

Ηνωμένου Βασιλείου, το Δικαστήριο δέχθηκε –για πρώτη φορά– ότι

το εκζητούμενο κράτος, το οποίο είναι συμβαλλόμενο μέρος της

ΕΣΔΑ, υποχρεούται να αρνηθεί την έκδοση του προσώπου στο

εκζητούν κράτος, ακόμη κι αν το τελευταίο δεν είναι συμβαλλόμενο

μέρος της ΕΣΔΑ, εφόσον υφίσταται βάσιμος λόγος να πιστεύει ότι

το εν λόγω άτομο κινδυνεύει να υποβληθεί σε απάνθρωπη

μεταχείριση και τιμωρία, κατά την έννοια του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ.

Ειδικότερα, έκρινε ότι ακόμη και ο κίνδυνος επιβολής θανατικής

ποινής εμπίπτει στην εγγυητική εμβέλεια της ανωτέρω διάταξης.

Έτσι, αποφάνθηκε ότι η απόφαση περί έκδοσης, δεν ήταν συμβατή

με τις προστατευτικές για τα δικαιώματα του ανθρώπου διατάξεις

της Σύμβασης, λόγω των συνεπειών που αυτή συνεπάγεται, έστω κι

αν αυτές θα λάβουν χώρα εκτός των ορίων δικαιοδοσίας του

εκζητουμένου κράτους, δηλ. του Ηνωμένου Βασιλείου. Έτσι έγινε

δεκτή η « εξωεδαφική εφαρμογή » της Σύμβασης, υπό την έννοια ότι

τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να διασφαλίζουν τις εγγυήσεις της

ΕΣΔΑ (και) στην περίπτωση της παροχής (διεθνούς) δικαστικής

συνδρομής σε τρίτα κράτη. Επιπλέον, με την απόφαση αυτή το

Δικαστήριο δέχτηκε –εμμέσως- ότι η διάταξη του άρθρου 11 της

Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως δεν παρέχει το επίπεδο

προστασίας που απαιτεί η ΕΣΔΑ. Σήμερα, πλέον τούτο

επιβεβαιώνεται και από το θετικό δίκαιο της Σύμβασης και

συγκεκριμένα από το 6ο Πρωτόκολλο «σχετικά με την κατάργηση

της ποινής του θανάτου» (κυρώθηκε με το ν. 2610/1998).

54

Page 55: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ii) Το ΕΔΔΑ σταθερό στην ανωτέρω νομολογία αποδίδει μέχρι

και σήμερα ιδιαίτερη σημασία στην τήρηση της διάταξης του

άρθρου 3 της Σύμβασης: απαγόρευση βασανιστηρίων και κάθε

άλλης απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης. Το Δικαστήριο

έχει αποφανθεί σχετικά ότι στην έννοια αυτής της απόλυτης

απαγόρευσης υπάγονται και οι απαράδεκτες συνθήκες κράτησης (οι

οποίες πρέπει να παρουσιάζουν ένα ελάχιστο επίπεδο

σοβαρότητας). Εφόσον τούτο συντρέχει βάσει αντικειμενικών

δεδομένων (λ.χ. Εκθέσεων της Διεθνούς Αμνηστίας), δεν είναι

συμβατή με την ΕΣΔΑ η έκδοση του εκζητουμένου, ακόμη κι όταν

δεν υπάρχουν στην εκάστοτε συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικτικά

στοιχεία ότι υφίσταται πρόθεση εξευτελισμού και μείωσης κατά του

συγκεκριμένου προσώπου.

iii) Αντίθετα, όσον αφορά στη διασφάλιση των εγγυήσεων του

άρθρου 6 της Σύμβασης (: αρχή της δίκαιης δίκης), το Δικαστήριο

δέχεται ότι μπορεί να μην γίνει δεκτή η αίτηση έκδοσης, μόνον

όταν ο εκζητούμενος στην συγκεκριμένη περίπτωση υπέστη ή

κινδυνεύει να υποστεί μία «κατάφωρη» προσβολή του δικαιώματός

του για δίκαιη δίκη στο εκζητούν κράτος.

Στο ανωτέρω πλαίσιο εντάσσεται και η περίπτωση που το

εκζητούν κράτος ζητεί την έκδοση του εκζητουμένου με βάση

ερήμην καταδικαστική απόφαση που εξέδωσε το δικαστήριό του και

η εσωτερική του νομοθεσία δεν προβλέπει ένδικο βοήθημα κατά

αυτής της απόφασης. Το εν λόγω ζήτημα έχει μάλιστα ήδη

ρυθμιστεί σε επίπεδο θετικού δικαίου (βλ. το Δεύτερο Πρωτόκολλο

στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως του έτους 1976). Σύμφωνα

πάντως με την οικεία διάταξη, η έκδοση είναι επιτρεπτή, εφόσον το

εκζητούν κράτος παρέχει επαρκείς εγγυήσεις και διαβεβαιώσεις ότι

θα διασφαλίσει στο παραδιδόμενο πρόσωπο το δικαίωμα σε

επανάληψη της δίκης του που θα εγγυάται την προστασία των

δικαιωμάτων του.

β) Πέραν της επιφύλαξης της ως άνω «ευρωπαϊκής δημόσιας

τάξης» θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην πλειονότητα των κρατών

55

Page 56: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ισχύει και η «επιφύλαξη της εσωτερικής δημόσιας τάξης», δηλαδή

πρωτίστως των συνταγματικών διατάξεων που κατοχυρώνουν

θεμελιώδη δικαιώματα. Η έκταση της σχετικής προστασίας

αποτελεί, πάντως, ένα εριζόμενο ζήτημα στη θεωρία και πράξη.

Ειδικότερα, στο πλαίσιο του ελληνικού Συντάγματος απαντά

η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 εδ. γ): «απαγορεύεται η έκδοση

αλλοδαπού για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας». Η εν λόγω

διάταξη θεσπίζει μεν μια πρόσθετη προστασία της ζωής, τιμής και

ελευθερίας των αλλοδαπών που διωκόμενοι για λόγους πολιτικούς

καταφεύγουν στην ελληνική επικράτεια. Στην πράξη, όμως,

εφαρμόζεται σπάνια, καθόσον αφενός η νομολογία ερμηνεύει στενά

την έννοια της «δράσης υπέρ της ελευθερίας», αφετέρου σε

πολιτικό ιδίως επίπεδο σταθμίζεται η τυχόν διατάραξη των διεθνών

σχέσεων της χώρας.

1.4. Το ζήτημα της προστασίας έναντι

καταστρατηγήσεων της διαδικασίας έκδοσης

1.4.1. Στη διεθνή πρακτική παρατηρήθηκε –και δυστυχώς

παρατηρείται ακόμη- το φαινόμενο της παρέκκλισης από τη

διαδικασία έκδοσης και της καταστρατήγησης των σχετικών

διατάξεων, καθώς και των κανόνων της διεθνούς δικαίου,

περιλαμβανομένου εκείνου της προστασίας θεμελιωδών

δικαιωμάτων.

Βασική μορφή εμφάνισης αυτού του φαινομένου είναι η

απαγωγή προσώπων ή η χρήση απατηλών μέσων και τεχνασμάτων,

ώστε τα πρόσωπα αυτά να προσαχθούν και να δικαστούν στο

κράτος που ασκεί ποινική δικαιοδοσία. Η πρακτική αυτή

προσβάλλει:

α) Τα κυριαρχικά δικαιώματα του κράτους, όπου διενεργείται,

κατά παράβαση των αρχών του διεθνούς δικαίου, όπως λ.χ. την

αρχή της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου κράτους.

Επιπλέον προκαλεί δυσμενείς παρενέργειες στις διεθνείς σχέσεις

και τη διακρατική συνεργασία.

56

Page 57: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

β) Τα θεμελιώδη δικαιώματα του απαχθέντος ή με απατηλά

μέσα προσαχθέντος προσώπου. Ειδικότερα, η παρέκκλιση από τη

διαδικασία της έκδοσης έχει ως αποτέλεσμα την υπαγωγή του

καταζητουμένου σ’ ένα νομικό καθεστώς, στο οποίο δεν υπάρχουν

οι προϋποθέσεις και οι εγγυήσεις που προβλέπει το δίκαιο της

έκδοσης και που πρέπει να πληρούνται για την παράδοσή του.

Η ανωτέρω πρακτική θέτει το ζήτημα της αποκατάστασης

της βλάβης που προκλήθηκε. Για την αποκατάσταση της βλάβης

στην εθνική κυριαρχία και την επιστροφή του απαχθέντος στο

κράτος που βλάφθηκε, οι διαπραγματεύσεις σε διπλωματικό επίπεδο

συνιστούν τον πλέον συνήθη τρόπο. Αμφιλεγόμενο ήταν μέχρι

πρότινος, αν δικαίωμα αποκατάστασης στην προηγούμενη

κατάσταση έχει προσωπικά –δηλ. πέραν του κράτους- και το άτομο.

Σήμερα, γίνεται δεκτό ότι θα πρέπει να παρέχεται το εν λόγω

δικαίωμα, ενόψει της ανάδειξης του ατόμου ως υποκειμένου του

διεθνούς δικαίου. Το τελευταίο αυτό ζήτημα συνάπτεται και με την

προβληματική της προστασίας από το male captus ως ατομικού

δικαιώματος. Τούτο αφορά το ακόλουθο ερώτημα: Η κατά

παράβαση των διεθνών κανόνων περιαγωγή κατηγορουμένων στην

ποινική εξουσία ενός κράτους, όπως στην περίπτωση της

απαγωγής, στοιχειοθετεί δικονομικό κώλυμα, που εμποδίζει τη

διεξαγωγή της δίκης στο κράτος αυτό;

1.4.2.Αντί απάντησης, παρατίθενται κατωτέρω –ενδεικτικά-

αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων και διεθνών δικαιοδοτικών

οργάνων σε σχετικές υποθέσεις:

α) Υπόθεση Eichmann

Ο Eichmann ήταν υπεύθυνος του Τμήματος Εβραϊκών

Υποθέσεων της Κεντρικής Υπηρεσίας Ασφαλείας του Γ’ Ράιχ, που

συνετέλεσε σημαντικά στην εξόντωση εκατομμυρίων Εβραίων στα

ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μετά τη λήξη του Β’

Παγκοσμίου Πολέμου κατέφυγε στην Αργεντινή, διαφεύγοντας τη

σύλληψή του. Τον Μάιο του έτους 1960, τον εντόπισαν ισραηλινοί

πράκτορες, τον απήγαγαν και τον μετέφεραν στο Ισραήλ,

57

Page 58: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

προκειμένου να δικαστεί για εγκλήματα κατά του εβραϊκού λαού

και κατά της ανθρωπότητας καθώς και για εγκλήματα πολέμου.

Η Αργεντινή προέβη σε διάβημα διαμαρτυρίας προς τις

ισραηλινές αρχές, ζητώντας την αποκατάσταση της προσβολής της

εθνικής της κυριαρχίας. Παράλληλα, το Συμβούλιο Ασφαλείας των

Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε ψήφισμα, στο οποίο καταδικαζόταν η

πράξη της απαγωγής ως αντίθετη με τις αρχές του Χάρτη των

Ηνωμένων Εθνών. Στο άρθρο 2 του Χάρτη ορίζεται ότι: «Πάντα τα

μέρη θα απέχωσιν εις τας διεθνείς αυτών σχέσεις της απειλής ή

χρήσεως βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής

ανεξαρτησίας οιουδήποτε Κράτους ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον

ασυμβίβαστον προς τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών». Η στάση

αυτή των Ηνωμένων Εθνών δικαίωσε μεν την Αργεντινή, όμως,

κατόπιν διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ, δεν ενέμεινε στις

αξιώσεις της για αποκατάσταση των πραγμάτων. Τα δύο κράτη

εξέδωσαν κοινή δήλωση, θεωρώντας το ζήτημα λήξαν. Έτσι, ο

Eichmann παρέμεινε στο Ισραήλ για να δικαστεί.

Οι συνήγοροι υπεράσπισης του Eichmann προέβαλαν τον

ισχυρισμό ότι η απαγωγή του συνιστούσε πάντως παραβίαση των

κανόνων του διεθνούς δικαίου και ακολούθως δικονομικό κώλυμα

για την άσκηση της ποινικής δικαιοδοσίας του Ισραήλ. Το Ανώτατο

Δικαστήριο του Ισραήλ απέρριψε τη σχετική ένσταση με το

επιχείρημα ότι δεν ενδιέφερε ο τρόπος με τον οποίο βρέθηκε στο

Ισραήλ, οι αρμόδιες αρχές του οποίου άσκησαν νομίμως σε βάρος

του ποινική δίωξη, όταν αυτός βρισκόταν εντός του ισραηλινού

εδάφους. Τελικά, ο Eichmann καταδικάστηκε σε θάνατο, με

απαγχονισμό.

β) Υπόθεση Alvarez-Machain

Ο Alvarez-Machain ήταν γιατρός, υπήκοος και κάτοικος του

Μεξικού, ο οποίος είχε κατηγορηθεί από τις αμερικανικές

δικαστικές Αρχές για συμμετοχή στην απαγωγή και δολοφονία

αμερικανού πράκτορα της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών και του

πιλότου του. Τον Απρίλιο του έτους 1990 απήχθη μέσα από το

58

Page 59: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ιατρείο του από έξι ένοπλους άνδρες, οι οποίοι δρούσαν για

λογαριασμό της ανωτέρω Υπηρεσίας, με την έγκριση του

αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης. Κατόπιν, μεταφέρθηκε στο

Τέξας, όπου και συνελήφθη επίσημα.

Οι συνήγοροι υπεράσπισης του Alvarez-Machain προέβαλαν

τον ισχυρισμό ότι η κατά τα ως άνω πράξη της απαγωγής

συνιστούσε παράνομη κυβερνητική πράξη, αντιβαίνουσα στις αρχές

του διεθνούς δικαίου. Η προσαγωγή του ενώπιον των αμερικανικών

δικαστικών αρχών, χωρίς να τηρηθεί η διαδικασία που προέβλεπε η

διμερής σύμβαση εκδόσεως μεταξύ Η.Π.Α. και Μεξικού, συνιστούσε

δικονομικό κώλυμα για την άσκηση της ποινικής δικαιοδοσίας. Ενώ

το Περιφερειακό Δικαστήριο κι εν συνεχεία το Εφετείο δέχτηκαν ως

βάσιμο τον ισχυρισμό αυτό, το έτος 1992, το Ανώτατο Δικαστήριο

των Ηνωμένων Πολιτειών (με πλειοψηφία έξι έναντι τριών ψήφων)

απέρριψε την σχετική ένσταση, με το επιχείρημα ότι στην σύμβαση

εκδόσεως δεν υπήρχε διάταξη, που να απαγορεύει ρητά την

προσφυγή σε μεθόδους απαγωγής των φυγοδίκων στην αλλοδαπή.

Τελικά, ο κατηγορούμενος αθωώθηκε.

Σημειώνεται ότι –ευλόγως- η ανωτέρω απόφαση, κατά το

μέρος της επιχειρηματολογίας για την απόρριψη της ένστασης,

αποτέλεσε αντικείμενο έντονης κριτικής στην αμερικανική θεωρία.

γ) Υπόθεση Ebrahim

Ο Ebrahim ήταν μέλος του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου,

είχε κατηγορηθεί από τις νοτιοαφρικανικές δικαστικές Αρχές για

εσχάτη προδοσία και είχε διαφύγει στη Σουαζιλάνδη. Εκεί τον

εντόπισαν άνδρες της νοτιοαφρικανικής αστυνομίας, τον απήγαγαν

τον Δεκέμβριο του έτους 1986 και τον μετέφεραν ενώπιον των

νοτιοαφρικανικών δικαστικών αρχών.

Οι συνήγοροι υπεράσπισής του προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι η

κατά ως άνω απαγωγή και μεταφορά του στις δικαστικές αρχές

αντιβαίνει στις αρχές του διεθνούς δικαίου, παραβιάζει τα

θεμελιώδη δικαιώματα και συνιστά δικονομικό κώλυμα άσκησης

ποινικής δικαιοδοσίας. Το έτος 1991, το Ανώτατο Δικαστήριο

59

Page 60: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

δέχτηκε τη σχετική ένσταση του Ebrahim. Μεταξύ άλλων,

αποφάνθηκε ότι όταν ένα κράτος ασκεί ποινική δικαιοδοσία, θα

πρέπει να φέρνει την υπόθεση στο δικαστήριο «με καθαρά χέρια».

Αυτό δεν συμβαίνει, όταν το κράτος εμπλέκεται σε απαγωγή στα

διεθνή σύνορα ή πέραν αυτών. Η πράξη αυτή καθιστά αδύνατη την

μετέπειτα άσκηση της ποινικής δικαιοδοσίας.

Σημειώνεται ότι ο Ebrahim ζήτησε και έλαβε σχετική

αποζημίωση.

δ) Υπόθεση Öcalan

Ο Ocalan ήταν ο ιδρυτής-ηγέτης του Εργατικού Κόμματος

του Κουρδιστάν, γνωστού ως ΡΚΚ. Στο χρονικό διάστημα των ετών

1978-1995 ανέπτυξε σημαντική πολλαπλή δράση και –στη βάσει

στρατιωτικής οργάνωσης- ένοπλο αγώνα στην Τουρκία, στο όνομα

του Κουρδικού Εθνικού Απελευθερωτικού Κινήματος. Ήδη περί το

έτος 1987, η Τουρκία τον είχε χαρακτηρίσει ως «τρομοκράτη» και

το ΡΚΚ ως «τρομοκρατική οργάνωση». Σ’ αυτή την άποψη

συνηγόρησαν οι ΗΠΑ καθώς και πολλές άλλες χώρες.

Το έτος 1995, το ΡΚΚ κήρυξε μονομερή κατάπαυση πυρός στο

Κουρδιστάν. Ο Öcalan κάλεσε το τουρκικό κράτος σε διάλογο,

προκειμένου να εξευρεθεί ειρηνική πολιτική λύση. Η Τουρκία όχι

μόνον δεν ανταποκρίθηκε θετικά, αλλά κατέστρωσε σχέδια για τη

σύλληψή του, ασκώντας πιέσεις σε κράτη που υποστήριζαν τον

Öcalan. Τελικά, συνελήφθη στην Κένυα (προδήλως) από πράκτορες

των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών και μεταφέρθηκε με ένα

ιδιωτικό αεροσκάφος στη Τουρκία. Εν συνεχεία καταδικάστηκε σε

θάνατο, που μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη, διότι εν τω μεταξύ –

τον Αύγουστο του έτους 2002- απαγορεύτηκε στην Τουρκία η

θανατική ποινή. Από τότε είναι –ο μοναδικός- κρατούμενος στις

φυλακές υψίστης ασφαλείας, στη νησίδα Ιμραλί στη Θάλασσα του

Μαρμαρά.

Παράλληλα, ο Öcalan προσέφυγε ενώπιον του ΕΔΔΑ κατά της

Τουρκίας, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι οι συνθήκες, υπό τις

οποίες συνελήφθη και μεταφέρθηκε στην Τουρκία, αντέκειντο στη

60

Page 61: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

διάταξη του ά. 5 παρ. 1 ΕΣΔΑ (: «δικαίωμα στην προσωπική

ελευθερία και ασφάλεια»). Το Δικαστήριο με την από 12.3.2003

απόφασή του (αρ. προσφ. 46221/1999), απέρριψε τον ανωτέρω

ισχυρισμό. Ειδικότερα, ενώ κατ’ αρχάς επεσήμανε ότι κάθε στέρηση

της ελευθερίας πρέπει να είναι νόμιμη, κατ’ ά. 5 παρ. 1 της ΕΣΔΑ,

τελικά εστίασε την προσοχή του στο κατά πόσον υπήρξε ή όχι

προσβολή της εθνικής κυριαρχίας της Κένυα. Διαπιστώνοντας ότι

οι αρχές της Κένυα συνεργάστηκαν με τις αντίστοιχες τουρκικές,

αφού είχαν μάλιστα αποφασίσει είτε να παραδώσουν απευθείας τον

Ocalan στους τούρκους πράκτορες είτε να διευκολύνουν την

παράδοσή του, αποφάνθηκε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του ά. 5 παρ.

1 της ΕΣΔΑ, διότι η δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών δεν

προσέβαλε την εθνική κυριαρχία της Κένυα.

2. Το «παράδειγμα» της μεταφοράς καταδίκων

2.1. Το ρυθμιστικό αντικείμενο της «ευρωπαϊκής

σύμβασης για την μεταφορά καταδίκων»

Με την ανωτέρω σύμβαση παρέχεται η δυνατότητα στον

υπήκοο ενός από τα συμβαλλόμενα κράτη, ο οποίος έχει

καταδικαστεί σε ένα άλλο συμβαλλόμενο κράτος, να εκφράσει την

επιθυμία του για την μεταφορά του στο κράτος της υπηκοότητάς

του, ώστε να εκτίσει εκεί την ποινή (ή το μέτρο ασφαλείας) που του

επιβλήθηκε. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται είτε από το κράτος

καταδίκης είτε από το κράτος εκτέλεσης, δηλ. το κράτος

υπηκοότητας του καταδικασθέντος.

Έτσι λοιπόν παρατηρούμε ότι και στην μορφή αυτή

συνεργασίας ισχύει μεν η «αρχή της αίτησης», όμως για την

ενεργοποίησή της αποφασιστικός παράγοντας είναι η βούληση του

ίδιου του ατόμου και όχι του κράτους. Τούτο εξηγείται από τον

λειτουργικό της σκοπό: Όπως προαναφέρθηκε, η εν λόγω μορφή

συνεργασίας εξυπηρετεί όχι την ποινική καταστολή, αλλά την

έκτιση σε ποινής (ή μέτρου ασφαλείας) στον τόπο όπου ο

61

Page 62: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

καταδικασθείς διατηρεί στενούς δεσμούς (οικογενειακούς,

φιλικούς, επαγγελματικούς), ώστε να διευκολυνθεί στη συνέχεια και

η κοινωνική του επανένταξη.

2.2. Κανονιστικό πλαίσιο της Σύμβασης

2.2.1. Προϋποθέσεις για την μεταφορά του καταδίκου

Σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης, για την αποδοχή της

αίτησης μεταφοράς ενός καταδικασθέντος προσώπου θα πρέπει να

πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Ο κατάδικος να είναι υπήκοος του κράτους εκτέλεσης.

β) Η καταδικαστική απόφαση να είναι αμετάκλητη, δηλαδή να

έχουν εξαντληθεί τα ένδικα μέσα σε βάρος της.

γ) Η διάρκεια της ποινής να είναι τουλάχιστον εξάμηνη.

δ) Να πληρούται ο όρος του «διττού αξιοποίνου», κατά την

έννοια που προαναφέρθηκε στο πεδίο της έκδοσης.

ε) Σε περίπτωση που ο κατάδικος είναι ανήλικος ή διανοητικά

ή ψυχικά ασθενής να συναινεί για την μεταφορά του ο νόμιμος

αντιπρόσωπός του.

στ) Να συμφωνούν για τη μεταφορά και τα δύο εμπλεκόμενα

κράτη, δηλαδή τόσο το κράτος που εξέδωσε την απόφαση όσο και

το κράτος της υπηκοότητας του καταδίκου.

2.2.2. Δικαιώματα του καταδίκου

Τα δικαιώματα του καταδίκου διακρίνονται σε δύο στάδια:

α) Κάθε κατάδικος έχει το δικαίωμα να πληροφορείται για το

περιεχόμενο της ανωτέρω σύμβασης, καθώς και για τις

πληροφορίες που ανταλλάσσουν τα εμπλεκόμενα κράτη, κατόπιν

της δήλωσής του ότι επιθυμεί να μεταφερθεί στο κράτος της

υπηκοότητάς του (άρθρο 4 της Σύμβασης).

β) Κατά τη διαδικασία της μεταφοράς και της έκτισης της

ποινής στο κράτος της υπηκοότητάς του απολαύει των

δικαιωμάτων που προβλέπει το δίκαιο του τελευταίου ως άνω

62

Page 63: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

κράτους. Βασικά δικαιώματα είναι το δικαίωμα πληροφόρησης και

συνηγόρου. Η Σύμβαση ρυθμίζει σχετικά δύο ζητήματα: i) Για την

απονομή χάρητος, τη χορήγηση αμνηστίας ή τη μείωση της ποινής

ισχύει (και) το δίκαιο του κράτους υπηκοότητας (άρθρο 12). ii)

Αίτημα του καταδίκου για επανάληψη της διαδικασίας κρίνεται

μόνον από το δίκαιο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση

(άρθρο 13).

2.2.3 . Συνέπειες της μεταφοράς

Εφόσον τα αρμόδια όργανα του κράτους της καταδικαστικής

απόφασης ή του κράτους της υπηκοότητας αποφασίσουν θετικά για

την μεταφορά του καταδίκου, τούτο συνεπάγεται τα εξής:

α) Αναστέλλεται η εκτέλεση της καταδικαστικής απόφασης

στο πρώτο ως άνω κράτος, το οποίο μάλιστα δεν μπορεί να την

εκτελέσει ούτε στην περίπτωση που το κράτος υπηκοότητας (ή

άλλως εκτέλεσης) κρίνει ότι η έκτιση της ποινής (ή του μέτρου

ασφαλείας) έχει ολοκληρωθεί (άρθρο 8 της Σύμβασης).

β) Το κράτος εκτέλεσης έχει δύο εναλλακτικές επιλογές: ι)

Είτε να προβεί στην εξακολούθηση της εκτέλεσης της ποινής, βάσει

δικαστικής ή δικαστικής απόφασης των αρμοδίων αρχών του,

δεσμευόμενο από τη νομική φύση και τη διάρκεια της ποινής (άρθρα

9 και 10). ιι) Είτε να μετατρέψει την καταδίκη στο πλαίσιο μιας

δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας με την έκδοση ιδίας του

απόφασης, αντικαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την επιβληθείσα

ποινή από μία ποινή που προβλέπεται στο δίκαιό του, σύμφωνα

πάντως με τους ειδικότερους όρους που τάσσει η Σύμβαση (άρθρα

9 και 11).

Σχετικά σημειώνεται ότι η Ελλάδα υιοθετεί την δεύτερη

επιλογή. Στη βάση αυτής της αποκαλούμενης «αρχής της

μετατροπής» διεξάγεται ποινική δίκη, αντικείμενο της οποίας είναι

αποκλειστικά η εν λόγω μετατροπή και όχι η εκ νέου κρίση για την

ενοχή ή μη του καταδίκου. Στο πλαίσιο αυτό, εφαρμόζονται επίσης

οι εσωτερικές διατάξεις για την εκτέλεση της ποινής. Μέχρι την

63

Page 64: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

έκδοση της ως άνω απόφασης, διατάσσεται η προσωρινή κράτηση

του καταδίκου ή η επιβολή περιοριστικών όρων και παρέχονται σ’

αυτόν τα σχετικά δικαιώματα που προβλέπει ο Κώδικας Ποινικής

Δικονομίας.

ΙΙΙ. «Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις»

στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Α. Θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο της «δικαστικής

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις», μετά τη Συνθήκη

της Λισσαβώνας

1. Ο «χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης»

ως τομέας συντρέχουσας αρμοδιότητας κράτους και

Ευρωπαϊκής Ένωσης

Tο μεταρρυθμιστικό εγχείρημα της Συνθήκης της Λισσαβώνας

–παρά τους πολιτικούς συμβιβασμούς που εμπεριέχει– αποτελεί

σταθμό στην σχέση ευρωενωσιακού και ποινικού δικαίου.

Σημαντικές μάλιστα αλλαγές που απαντούσαν στη Συνταγματική

Συνθήκη μεταφέρονται κι ενσωματώνονται στο νέο θεσμικό και

κανονιστικό σύστημα. Η «δικαστική συνεργασία σε ποινικές

υποθέσεις» αποτελεί πλέον, ως συστατικό στοιχείο του «χώρου

ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης», συντρέχουσα

αρμοδιότητα κράτους και Ευρωπαϊκής Ένωσης (: ά. 4 παρ. 2 ι)

ΣυνθΛΕΕ).

Ειδικότερα, με τη διάταξη της παρ. 2 του ά. 3 ΣυνθΕΕ

αναγνωρίζεται ότι η Ένωση «παρέχει στους πολίτες της χώρο

ελευθερίας ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα».

Εντός του νέου θεσμικού πλαισίου, η οριοθέτηση των σχετικών

αρμοδιοτήτων της Ένωσης και της σχέσης της με το κράτος

διέπεται από την αποκαλούμενη «αρχή της δοτής αρμοδιότητας» (:

ά. 5 ΣυνθΕΕ). Τα «νομοθετικά» καθήκοντα ασκεί το Συμβούλιο από

64

Page 65: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (: ά. 14 και 16 ΣυνθΕΕ σε

συνδυασμό με ά. 82 επ. ΣυνθΛΕΕ). Όπως προκύπτει από τη διάταξη

της παρ. 2 του άρθρου 2 ΣυνθΛΕΕ, προτεραιότητα για τη λήψη των

σχετικών μέτρων δίδεται στην Ένωση: «[…] η Ένωση και τα κράτη

μέλη δύνανται να νομοθετούν και να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές

πράξεις στον τομέα αυτό. Τα κράτη μέλη ασκούν τις αρμοδιότητές

τους κατά το μέτρο που η Ένωση δεν έχει ασκήσει τη δική της».

Παράλληλα, όμως, τίθεται η υποχρέωση στα όργανά της να

εφαρμόζουν τις αρχές της επικουρικότητας και της

αναλογικότητας, για την τήρηση των οποίων μεριμνούν (και) τα

εθνικά κοινοβούλια (: ά. 5 ΣυνθΕΕ σε συνδυασμό με ά. 69 ΣυνθΛΕΕ).

Σύμφωνα μάλιστα με το Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή των

ανωτέρω αρχών, το κάθε εθνικό κοινοβούλιο ή ένα σώμα αυτού έχει

το δικαίωμα –δια του κράτους– να υποβάλει «προσφυγή» ενώπιον

του ΔΕΕ «λόγω παραβίασης, από νομοθετική πράξη, της αρχής της

επικουρικότητας» (: ά. 8).

Με την κατάργηση των πυλώνων και τις σχετικές ουσιώδεις

μεταβολές, η ενιαία αντιμετώπιση του χώρου ελευθερίας

ασφάλειας και δικαιοσύνης διαπνέει πλέον το ίδιο το κείμενο των

Συνθηκών. Ειδικότερα, σύμφωνα με το γράμμα της γενικής

διάταξης της παρ. 3 του ά. 67 ΣυνθΛΕΕ, η Ένωση «καταβάλλει

προσπάθεια για να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας με τη

θέσπιση μέτρων πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας

[…] μέτρων συντονισμού και συνεργασίας […] καθώς και με την

αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων σε ποινικές

υποθέσεις και, εάν χρειάζεται, την προσέγγιση των ποινικών

νομοθεσιών». Πλέον συγκεκριμένα, για τη «δικαστική συνεργασία

σε ποινικές υποθέσεις» (ά. 82 επ. ΣυνθΛΕΕ) παρατηρείται ότι:

Πρώτον, με τη ρητή πλέον αναγνώριση της αμοιβαίας

αναγνώρισης δικαστικών αποφάσεων, ως «θεμελίου» της εν λόγω

δικαστικής συνεργασίας (ά. 82 ΣυνθΛΕΕ) επιβεβαιώνεται η

βαρύνουσα κανονιστική της σημασία για την ανάπτυξη του

διεθνικού «χώρου ποινικής δικαιοσύνης» εντός της Ένωσης. Επίσης

65

Page 66: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

υποδηλώνεται η απομάκρυνση από τη λογική της ενοποίησης των

νομικών και δικαιϊκών συστημάτων των κρατών μελών (με

εξαίρεση την ποινική προστασία των οικονομικών της

συμφερόντων, βλ. ά. 325 ΣυνθΛΕΕ) και η μετάβαση στη διαμόρφωση

«κοινών ελάχιστων κανόνων», που λειτουργικά –όμως- εξυπηρετεί

επιμέρους σκοπούς.

Δεύτερον, επανατίθεται η έννοια της «ασφάλειας» ως βασική

συνιστώσα της σχετικής πολιτικής της Ένωσης. Εν τούτοις,

επισημαίνεται στη θεωρία, ότι από το πλέγμα των διατάξεων των

ά. 2, 3 και 6 της ΣυνθΕΕ καθώς και της παρ. 1 του ά. 67 της

ΣυνθΛΕΕ συνάγεται –ή άλλως είναι ερμηνευτικά επιβεβλημένη– η

αξιακή προσέγγιση του όλου χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και

δικαιοσύνης. Η διάσταση αυτή αποτυπώνεται στο αποκαλούμενο

Πρόγραμμα της Στοκχόλμης καθώς και στις εντεύθεν ανακοινώσεις

των λοιπών θεσμικών οργάνων, όπου διακηρύσσεται η προσήλωση

στις θεμελιώδεις «αξίες» της Ένωσης και στη διασφάλιση των

δικαιοκρατικών εγγυήσεων υπέρ των «πολιτών» της. Μάλιστα, το

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέτει τρεις «προτεραιότητες» για την

οικοδόμηση του «χώρου ποινικής δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής

Ένωσης»: το σεβασμό θεμελιωδών δικαιωμάτων, την αρχή της

αμοιβαίας αναγνώρισης και την ανάγκη διατήρησης της συνοχής

των εθνικών ποινικών συστημάτων.

Οι ανωτέρω προτεραιότητες φαίνεται να απορρέουν από τη

γενική διάταξη της παρ. 1 του ά. 67 ΣυνθΛΕΕ: «Η Ένωση συγκροτεί

χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, με σεβασμό των

θεμελιωδών δικαιωμάτων και των διαφορετικών νομικών

συστημάτων και παραδόσεων των κρατών μελών». Οι δύο αυτοί

κανόνες δεσμεύουν τα όργανα της Ένωσης κατά τη λήψη των

σχετικών αποφάσεων και τη θέσπιση των νομικών πράξεων. Από τις

δε ειδικότερες ρυθμίσεις των ά. 82 επ. ΣυνθΛΕΕ συνάγεται ότι ο

σεβασμός της διαφορετικότητας των ποινικών συστημάτων και

παραδόσεων μετουσιώνεται σε ουσιαστικό, αλλά και διαδικαστικό

66

Page 67: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

όρο της ευρωενωσιακής δικαιοθεσίας στον κρίσιμο αυτό τομέα της

συντρέχουσας αρμοδιότητας κράτους και Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Η θεματική-λειτουργική πολυδιάσταση της

δικαστικής συνεργασίας και τα βασικά χαρακτηριστικά

του δικαιοθετικού συστήματος

Η ευρωενωσιακή δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

εμφανίζει θεματικά μια πολυμερή διάσταση: δικαστική

συνεργασία/προσέγγιση κανόνων/συντονισμός στον τομέα της

ποινικής δίωξης/ανάληψη (περιορισμένης) κεντρικής εξουσίας στον

ανωτέρω τομέα. Στο σημείο αυτό κρίνονται κατ’ αρχάς σκόπιμες

ορισμένες διευκρινήσεις όσον αφορά τα νομικά μέσα και τους

φορείς του σχετικού δικαιοθετικού συστήματος.

Νομικά (δεσμευτικά) μέσα είναι πλέον ο Κανονισμός, η Οδηγία

και η Απόφαση. Από τις τρεις αυτές νομικές πράξεις μόνον ο

Κανονισμός αναπτύσσει άμεση ισχύ στην έννομη τάξη των κρατών

μελών. Η λήψη εσωτερικών μέτρων ενσωμάτωσης αποτελεί μεν

αναγκαίο όρο για την ισχύ της Οδηγίας (και της Απόφασης). Όμως,

σε όσες περιπτώσεις αναγνωρίζονται δικαιώματα υπέρ των

πολιτών, η διάκριση μεταξύ αμέσου και εμμέσου –κάθετου– εννόμου

αποτελέσματος της Οδηγίας αμβλύνεται ουσιωδώς, σύμφωνα με τη

σχετική νομολογία του ΔΕΚ. Καθοριστική είναι η αναγνώριση της

δυνατότητας του ατόμου να επικαλεστεί δικαιώματα που

κατοχυρώνονται σε μια Οδηγία, ακόμη κι αν αυτή δεν έχει

ενσωματωθεί –ή έχει ενσωματωθεί μερικώς– στο εσωτερικό δίκαιο.

Σε επίπεδο «προνομοθετικής» διαδικασίας παρατηρείται μία

ευρεία συμμετοχή πολλαπλών παραγόντων (Akteure). Κατ’ αρχάς

καθοριστική είναι -και πάλι- η συμβολή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

(: ά. 68 ΣυνθΛΕΕ). Δικαίωμα υποβολής πρότασης για τη θέσπιση

μιας νομικής πράξης παρέχεται όχι μόνον στην Επιτροπή, αλλά και

στα κράτη μέλη, εφόσον η εν λόγω πρόταση συνιστά «πρωτοβουλία

του ενός τετάρτου» αυτών (: ά. 76 ΣυνθΛΕΕ). Στη συνάφεια αυτή

αξιοπρόσεκτη είναι η διάταξη του ά. 11 παρ. 4 της ΣυνθΕΕ περί της

67

Page 68: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

δυνατότητας πολιτών της Ένωσης (υπό ορισμένα ποσοτικά

κριτήρια) να καλέσουν την Επιτροπή να υποβάλλει κατάλληλες

σχετικές προτάσεις. Ιδιαιτέρως δε σημαντικό είναι το θεσμικό

πλέον δικαίωμα (και αντιστοίχως η υποχρέωση) ενεργούς

συμμετοχής του εκάστοτε εθνικού Κοινοβουλίου επί της

αξιολόγησης των «σχεδίων νομοθετικών πράξεων» της Ένωσης.

Από τις ρυθμίσεις των σχετικών Πρωτοκόλλων συνάγεται ότι εν

προκειμένω τα εθνικά κοινοβούλια δεν περιορίζονται στον έλεγχο

των κυβερνήσεων, όπως αυτές εκπροσωπούνται δια του Συμβουλίου

ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην ευρωενωσιακή διαδικασία. Ο

ρόλος τους αναβαθμίζεται, στο βαθμό που είναι αυτοτελής και

ανεξάρτητος της εκάστοτε κυβέρνησης. Η αιτιολογημένη γνώμη

τους επί της παραβίασης της αρχής της επικουρικότητας μπορεί

μάλιστα (υπό ποσοτικά κριτήρια και πάλι) να οδηγήσει στην

επανεξέταση του σχεδίου της νομοθετικής πράξης. Σε

«νομοθετικό» επίπεδο, οι νομικές πράξεις θεσπίζονται με τη

συνέργεια Συμβουλίου και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο

άλλοτε της συνήθους και άλλοτε της ειδικής νομοθετικής

διαδικασίας. Υπό το πρίσμα της ως άνω διάστασης της

ευρωενωσιακής δικαστικής συνεργασίας, παρατηρούνται συνοπτικά

τα εξής:

α) Στα «νομοθετικά» όργανα της Ένωσης παρέχεται η

ευχέρεια επιλογής των νομικών μέσων για τη λήψη μέτρων που

αφορούν τη δικαστική συνεργασία, υπό την έννοια της θέσπισης

κανόνων αμοιβαίας αναγνώρισης, πρόληψης και επίλυσης

συγκρούσεων δικαιοδοσίας, υποστήριξης κατάρτισης κρατικών

λειτουργών και υπαλλήλων καθώς και διευκόλυνσης της

συνεργασίας τους «κατά την άσκηση ποινικών διώξεων και

εκτέλεση αποφάσεων» (: δεύτερο εδ. της παρ. 1 του ά. 82 ΣυνθΛΕΕ).

Σήμερα δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί, αν ο Κανονισμός θα

αποτελέσει το νομικό μέσο θεσμοθέτησης των ανωτέρω κανόνων.

Εν τούτοις, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η πρόβλεψη της

σχετικής δυνατότητας σε συνδυασμό με την απουσία του

68

Page 69: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

«μηχανισμού εφεδρικής τροχοπέδης» ή άλλως της «ρήτρας

επείγουσας αναστολής» (“emergency break clause”) που

προβλέπεται για την προσέγγιση των ουσιαστικών και ποινικών

δικονομικών διατάξεων καταδεικνύουν την ποιοτική εμβάθυνση της

αρμοδιότητας της Ένωσης στα εν λόγω θεματικά αντικείμενα.

β) Όσον αφορά στη δεύτερη ως άνω διάσταση της

ευρωενωσιακής δικαστικής συνεργασίας, κατ’ αρχάς πρέπει να

σημειωθεί ότι αποκλειστικό νομικό μέσο για την προσέγγιση των

ποινικών (δικονομικών και ουσιαστικών) κανόνων είναι η Οδηγία.

Ιδιαιτέρως σημαντικές είναι οι ρυθμίσεις των ά. 82 παρ. 3 και 83

παρ. 3 ΣυνθΛΕΕ, όπου αποτυπώνεται η βούληση των κρατών μελών

να διατηρήσουν –σ’ ένα βαθμό– τον έλεγχο της θέσπισης των

σχετικών ευρωενωσιακών πράξεων. Ουσιαστικά φαίνεται μάλιστα

να διατηρείται η αρχή της ομοφωνίας, αφού «όταν ένα μέλος του

Συμβουλίου εκτιμά ότι σχέδιο οδηγίας […] θίγει θεμελιώδεις πτυχές

του συστήματός του ποινικής δικαιοσύνης, μπορεί να ζητήσει να

υποβληθεί το θέμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο». Στην προκείμενη

αναστολή της νομοθετικής διαδικασίας τίθεται τέρμα, μόνον

εφόσον επιτευχθεί συναίνεση στους κόλπους του Ευρωπαϊκού

Συμβουλίου. Στην αντίθετη περίπτωση, παρέχεται η –κρίσιμη για

τους σκοπούς της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης– δυνατότητα

προσφυγής στη διαδικασία της «ενισχυμένης συνεργασίας». Η

πρόβλεψη της ως άνω –αόριστης κατά περιεχόμενο– ρήτρας

αναστολής εξυπηρετεί τα ίδια τα κράτη, καθόσον εναπόκειται

αποκλειστικά στην κρίση του κάθε μέλους του Συμβουλίου να

προσδιορίσει –στο «προνομοθετικό» στάδιο– τις «θεμελιώδεις

πτυχές του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης» που θίγονται από

την εκάστοτε πρόταση Οδηγίας.

Η θέσπιση «ελάχιστων κοινών κανόνων» στο πεδίο του

ποινικού δικονομικού δικαίου εξυπηρετεί τη «διευκόλυνση» της

αμοιβαίας αναγνώρισης και της αστυνομικής και δικαστικής

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις «που έχουν διασυνοριακές

διαστάσεις». Η σχετική αρμοδιότητα της Ένωσης είναι μεν

69

Page 70: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

θεματικά προσδιορισμένη σε συγκεκριμένα –ουσιώδη– «στοιχεία της

ποινικής διαδικασίας». Η διεύρυνσή της είναι όμως δυνατή με

ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου και μετά από έγκριση του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ρητά, δε, διαλαμβάνεται ότι η θέσπιση

των σχετικών κανόνων «δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν

ή να εισάγουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας των προσώπων».

Αντίθετα, ως προς τους ουσιαστικούς ποινικούς κανόνες

παρατηρείται ότι η προσέγγισή τους εξυπηρετεί: i) Πρώτον, τη

(διεθνική) αντιμετώπιση της «ιδιαιτέρως σοβαρής

εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση» (παρ. 1 ά. 83 ΣΛΕΕ),

όπου απαντά μια περιοριστική απαρίθμηση των οικείων

εγκληματικών συμπεριφορών, χωρίς όμως να αποκλείεται η

διεύρυνση του σχετικού καταλόγου. ii) Δεύτερον, την «εξασφάλιση

της αποτελεσματικής εφαρμογής πολιτικής της Ένωσης, σε τομέα

στον οποίο εφαρμόζονται μέτρα εναρμόνισης» (παρ. 2 ά. 83 ΣΛΕΕ),

εφόσον η εν λόγω προσέγγιση είναι «αναγκαία» για την επίτευξη

του σκοπού αυτού. Είναι ευνόητο ότι με τη δεύτερη ως άνω ρύθμιση

αποτυπώνεται στο πρωτογενές δίκαιο η νομολογία του ΔΕΕ (τότε

ΔΕΚ) επί της ποινικής αρμοδιότητας της τότε Ευρωπαϊκής

Κοινότητας σε τομείς πολιτικής, όπου προβλέπεται η λήψη μέτρων

εναρμόνισης. Πρόκειται για μια ποιοτική και ποσοτική εμβάθυνση

της αρμοδιότητας της Ένωσης στο πεδίο του ουσιαστικού ποινικού

δικαίου, η οποία απασχόλησε (και θα απασχολήσει) τη θεωρία και

την πράξη.

Διαφοροποιήσεις απαντούν επίσης και στις διατάξεις περί της

ευρωενωσιακής δικαιοθεσίας όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για

την ενίσχυση των εξουσιών της Eurojust (: ά. 85 ΣυνθΛΕΕ) και τη

σύσταση της «Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής» (: ά. 86 ΣυνθΛΕΕ).

Ειδικότερα:

γ) Η Eurojust αποτελεί το βασικό (δικαστικό) όργανο της

Ένωσης για τον συντονισμό στον τομέα της σύνολης ποινικής

προδικασίας. Είναι δε οργανωμένη με τη μορφή «δικτύου», δηλ.

συμμετέχουν σ’ αυτή ένας εκπρόσωπος από κάθε κράτος μέλος. Στο

70

Page 71: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη η αναφορά και της Europol, η οποία

έχει ανάλογη οργάνωση και λειτουργία στο πεδίο της «αστυνομικής

συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις»

Εν προκειμένω, η θεσμική αναβάθμιση της Eurojust

συνοδεύεται από την αντίστοιχη θεσμική αρμοδιότητα του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση

Κανονισμών, οι οποίοι θα «καθορίζουν τη δομή, τη λειτουργία, το

πεδίο δράσης και τα καθήκοντά της», όπως επίσης και «τις

πρακτικές ρυθμίσεις για τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων […] στην αξιολόγηση

των δραστηριοτήτων» της (ά. 85 ΣυνθΛΕΕ). Η επιλογή του

Κανονισμού, ως αποκλειστικού νομικού μέσου, η διαδικασία λήψης

της σχετικής απόφασης (: «συνήθης νομοθετική διαδικασία») και η

απουσία «ρήτρας επείγουσας αναστολής» καταδεικνύουν την

ιδιαίτερη σημασία που αποδίδει η Ένωση στη λειτουργία ιδίων

οργάνων στο πεδίο της ποινικής καταστολής για την ανάπτυξη του

επίμαχου «χώρου».

δ) Η ανωτέρω αντίληψη διαπνέει και τη θεσμική πρόβλεψη για

τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής. Όμως, η

ποιοτική διαφοροποίηση των «εξουσιών» της έναντι εκείνων της

Eurojust, αποτέλεσε προδήλως τον παράγοντα καταφυγής σε μια

«μικτή» λύση: Τον σχετικό Κανονισμό εκδίδει το Συμβούλιο

«ομόφωνα μετά από έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου» και

«σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία» (ά. 86 ΣυνθΛΕΕ).

Πρόκειται για μια ιδιότυπη συνύπαρξη ενός «διακυβερνητικού» (:

ομοφωνία του Συμβουλίου) κι ενός «ενοποιητικού» (: έκδοση

Κανονισμού) στοιχείου στους κανόνες της σχετικής δικαιοθεσίας,

που αντικατοπτρίζει έναν πολιτικό συμβιβασμό. Σε περίπτωση μη

επίτευξης ομοφωνίας και εν συνεχεία συμφωνίας στους κόλπους του

Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αναγνωρίζεται πάντως η δυνατότητα

καθιέρωσης «ενισχυμένης συνεργασίας».

3. Διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του ΔΕΕ

71

Page 72: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Στις ουσιώδεις θεσμικές μεταβολές των κανόνων λειτουργίας

της ευρωενωσιακής δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις

ιδιαίτερη θέση κατέχει η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του ΔΕΕ, η

δικαιοδοσία του οποίου είναι πλέον υποχρεωτική, αφού δεν

συναρτάται προς κανενός είδους δήλωση αποδοχής από τα κράτη

μέλη. Ο εν λόγω τομέας υπάγεται πλέον σε όλα εκείνα τα ένδικα

βοηθήματα και μέσα που συνθέτουν το σύστημα δικαιοδοτικού

ελέγχου της Ένωσης. Ειδικότερα:

α) Σύμφωνα με τις διατάξεις των ά. 258-260 ΣυνθΛΕΕ, το ΔΕΕ

έχει αρμοδιότητα να κρίνει επί προσφυγών ενός κράτους μέλους

κατά άλλου κράτους μέλους ή της Επιτροπής κατά κράτους μέλους

λόγω παραβίασης υποχρέωσης που απορρέει από τις Συνθήκες.

Αντικείμενο της οικείας προσφυγής μπορεί να είναι κάθε παράβαση

του πρωτογενούς και του παραγώγου ευρωενωσιακού δικαίου. Ως

τέτοια παράβαση νοείται η μη «συμμόρφωση» των κρατικών

οργάνων με τις επιταγές των Συνθηκών και των Κανονισμών, ιδίως

δε η παράλειψη εμπρόθεσμης προσαρμογής της εθνικής νομοθεσίας

προς τις διατάξεις μιας Οδηγίας. Όπως είναι ευνόητο, η –κατά τις

ως άνω διατάξεις– αναγνώριση της ενεργητικής νομιμοποίησης της

Επιτροπής κατατείνει –δραστικά πλέον– στην ανάπτυξη της

«δεσμευτικότητας» λ.χ. μιας Οδηγίας που θεσπίζεται κατ’ ά. 82

παρ. 2 ή 83 ΣυνθΛΕΕ εντός της εσωτερικής έννομης τάξης. Το ΔΕΕ

θα κληθεί μάλιστα να αποσαφηνίσει κρίσιμα ζητήματα που

συνάπτονται με το κανονιστικό περιεχόμενο της Οδηγίας και τα

όρια της διακριτικής ευχέρειας του εσωτερικού νομοθέτη κατά την

ενσωμάτωσή της.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι σύμφωνα με τις

παρ. 1 και 2 του ά. 260 ΣυνθΛΕΕ, σε περίπτωση καταδικαστικής

απόφασης, το κράτος μέλος «οφείλει να λάβει τα μέτρα που

συνεπάγεται η εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου». Η μη

συμμόρφωσή του προς την απόφαση αυτή μπορεί να οδηγήσει στην

επιβολή «κατ’ αποκοπήν ποσού ή χρηματικής ποινής», κατόπιν

σχετικής νέας προσφυγής της Επιτροπής. Την επιβολή ανάλογης

72

Page 73: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

κύρωσης διατάσσει ευθέως το ΔΕΕ στην περίπτωση προσφυγής της

Επιτροπής κατά κράτους μέλους για παραβίαση της υποχρέωσής

του «να ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς μιας οδηγίας» (παρ. 3

του ά. 260 ΣυνθΛΕΕ).

β) Περαιτέρω, ιδιαιτέρως σημαντικές είναι οι ρυθμίσεις του

ά. 263 ΣυνθΛΕΕ σχετικά με τη δικαιοδοσία του ΔΕΕ επί του ελέγχου

νομιμότητας «των νομοθετικών πράξεων, των πράξεων του

Συμβουλίου και της Επιτροπής», των «πράξεων του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που παράγουν έννομα

αποτελέσματα έναντι τρίτων» καθώς και των «πράξεων των

λοιπών οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης που προορίζονται να

παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων», κατόπιν άσκησης

σχετικής «προσφυγής» εντός αποκλειστικά καθοριζόμενης

προθεσμίας. Κατά γενική παραδοχή, με την ως άνω διεύρυνση των

ελεγκτέων πράξεων, όπως και των ορίων της ενεργητικής

νομιμοποίησης για την άσκηση της εν λόγω αίτησης ακύρωσης,

ενισχύεται ουσιωδώς το σύστημα δικαστικής προστασίας εντός της

ευρωνωσιακής έννομης τάξης. Τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία εν

προκειμένω, αφού σε αίτηση ακύρωσης υπάγονται όχι μόνον οι

Κανονισμοί ή οι Οδηγίες που θεσπίζονται δυνάμει των ά. 82 επ.

ΣυνθΛΕΕ, αλλά και εκείνες οι πράξεις των οργάνων της Ένωσης,

όπως λ.χ. της Eurojust που δεν παράγουν αμέσως έννομα

αποτελέσματα, αλλά «προορίζονται» να μεταβάλλουν την έννομη

κατάσταση φυσικών ή νομικών προσώπων. Ειδικότερα, κατά την

παρ. 2 του ά. 263 ΣυνθΛΕΕ νομιμοποιούνται κατ΄ αρχάς σε άσκηση

αίτησης ακύρωσης των ανωτέρω πράξεων κάθε κράτος μέλος, το

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

Η αναγνώριση του δικαιώματος ατομικής προσφυγής στην

παρ. 4 του ά. 263 ΣυνθΛΕΕ θεωρείται μεν ως η σημαντικότερη

αλλαγή στο ευρωενωσιακό σύστημα δικαστικής προστασίας.

Προσβαλλόμενες όμως πράξεις είναι μόνον εκείνες, των οποίων το

φυσικό ή νομικό πρόσωπο είναι «αποδέκτης ή που το αφορούν

άμεσα και ατομικά», καθώς και οι κανονιστικές πράξεις «που το

73

Page 74: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

αφορούν άμεσα χωρίς να περιλαμβάνουν εκτελεστικά μέτρα». Έτσι,

όπως ευλόγως επισημαίνεται, παρά τη διεύρυνση της σχετικής

δυνατότητας των φυσικών ή νομικών προσώπων, «παραμένει

ανοιχτό» το «ακριβές περιεχόμενο των δυνάμενων να προσβληθούν

κανονιστικών πράξεων».

γ) Τέλος, η διαδικασία προδικαστικής παραπομπής, κατ’ ά.

267 ΣυνθΛΕΕ, καθίσταται πλέον υποχρεωτική για τα δικαστήρια

των κρατών μελών, οι αποφάσεις των οποίων «δεν υπόκεινται σε

ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου», υπό την προϋπόθεση ότι

κατά την εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης ανακύπτει ζήτημα

επί της «ερμηνείας των Συνθηκών» ή επί του «κύρους και της

ερμηνείας των πράξεων των θεσμικών ή λοιπών οργάνων και

οργανισμών της Ένωσης». Αντίθετα, η ανωτέρω υποχρέωση είναι

δυνητική στους κατώτερους βαθμούς δικαιοδοσίας κι εφόσον το

εθνικό (ποινικό) δικαστήριο κρίνει ότι «απόφαση επί του ζητήματος

είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του απόφασης».

Σε περίπτωση λοιπόν προδικαστικού ερωτήματος για το

κύρος λ.χ. μιας Οδηγίας κατ’ ά. 82 παρ. 2 και 83 ΣυνθΛΕΕ ή ενός

Κανονισμού κατ’ ά. 82 παρ. 1 και 86 ΣυνθΛΕΕ, όπως επίσης και για

την ερμηνεία διατάξεων των Συνθηκών, το ΔΕΕ θα κληθεί –και

πάλι– να κρίνει επί ζητημάτων που εμφανίζουν έναν «συνταγματικό

χαρακτήρα». Ως εκ τούτου, το ΔΕΕ θα κληθεί -κατά τη γνώμη μου-

ν’ αποφανθεί και ως προς το αν «συνεκτιμήθηκαν οι διαφορές

μεταξύ των νομικών συστημάτων και παραδόσεων των κρατών

μελών», μετά τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων, κατ’ ά. 82

παρ. 2 ΣυνθΛΕΕ. Ενόψει των ήδη εκδοθεισών Οδηγιών, ασφαλώς

αναμένεται, αν το Δικαστήριο, κατά τη συλλογιστική που θα

ακολουθήσει για την ερμηνεία της διάταξης αυτής, θα σταθμίσει

δεόντως τα εκατέρωθεν συμφέροντα, δηλαδή αφενός τις «εθνικές

θεμελιώδεις ιδιαιτερότητες» του ποινικού συστήματος, αφετέρου

τις «διεθνικές αναγκαιότητες» του χώρου ελευθερίας ασφάλειας

και δικαιοσύνης.

74

Page 75: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Τις ιδιαιτερότητες της ποινικής δίκης έλαβαν όμως υπόψη

τους οι συντάκτες της Συνθήκης της Λισσαβώνας, διαλαμβάνοντας

στη διάταξη του ά. 267 ΣυνθΛΕΕ ότι, όταν η εκκρεμής υπόθεση

«αφορά πρόσωπο υπό κράτηση, το Δικαστήριο αποφαίνεται το

συντομότερο δυνατόν». Σχετικά σημειώνει ο Σκουρής ότι οι λόγοι

της ανωτέρω πρόβλεψης «συνδέονται με την σημαντικότητα της

προσωπικής ελευθερίας των ευρωπαίων πολιτών».

Στην κατά ως άνω πλήρη δικαιοδοτική αρμοδιότητα του ΔΕΕ

προβλέπεται μια εξαίρεση: το Δικαστήριο «δεν είναι αρμόδιο να

ελέγχει το κύρος ή την αναλογικότητα επιχειρησιακών δράσεων

της αστυνομίας ή άλλων υπηρεσιών επιβολής του νόμου ενός

κράτους μέλους, ούτε να αποφαίνεται για την άσκηση των ευθυνών

που φέρουν τα κράτη μέλη για την τήρηση της δημόσιας τάξης και

τη διατήρηση της εσωτερικής ασφάλειας» (ά. 276 ΣυνθΛΕΕ).

Πρόκειται για έκφραση της προβλεπόμενης στη διάταξη του ά. 72

ΣυνθΛΕΕ επιφύλαξης υπέρ των κρατών στον ανωτέρω τομέα.

B. Το «παράδειγμα» του ευρωπαϊκού εντάλματος

σύλληψης

1. Έννοια, λειτουργία και ποιοτικά χαρακτηριστικά

1.1. Η θεσμοθέτηση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

σε ευρωενωσιακό επίπεδο συνιστά το πρώτο «παράδειγμα» της

δυναμικής δικαιϊκής εξέλιξης που παρατηρείται για την ανάπτυξη

ενός διεθνικού χώρου ποινικής δικαιοσύνης εντός της Ένωσης.

Σύμφωνα με το ά. 1 παρ. 1 της απόφασης-πλαίσιο «το ευρωπαϊκό

ένταλμα σύλληψης είναι δικαστική απόφαση, η οποία εκδίδεται από

κράτος μέλος προς το σκοπό της σύλληψης και της παράδοσης από

άλλο κράτος μέλος προσώπου που καταζητείται για την άσκηση

75

Page 76: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση ποινής ή μέτρου στερητικών

της ελευθερίας».

Στο προοίμιο, το Συμβούλιο υπογραμμίζει ότι η επίτευξη του

στόχου της Ένωσης «[…] να αποτελέσει ένα «χώρο ελευθερίας,

ασφάλειας και δικαιοσύνης συνεπάγεται την κατάργηση της

έκδοσης μεταξύ κρατών μελών και την αντικατάστασή της από

σύστημα παράδοσης μεταξύ εφαρμογής στον τομέα του ποινικού

δικαίου της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, που έχει

χαρακτηρισθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ως «ακρογωνιαίος

λίθος» της δικαστικής συνεργασίας. [….] Η παρούσα απόφαση

πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που

αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή

Ένωση και εκφράζονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της

Ευρωπαϊκής Ένωσης […] δεν δικαστικών αρχών. […] Οι κλασσικές

αρχές συνεργασίας που ισχύουν μέχρι σήμερα μεταξύ κρατών

μελών πρέπει να δώσουν τη θέση τους σε σύστημα ελεύθερης

κυκλοφορίας τόσο των προδικαστικών όσο και των τελεσίδικων

δικαστικών αποφάσεων […] Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης […]

αποτελεί την πρώτη περίπτωση συγκεκριμένης εμποδίζει τα κράτη

μέλη να εφαρμόζουν τους συνταγματικούς τους κανόνες σε σχέση

με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη [..]».

1.2. Οι ανωτέρω αναφορές δεν είναι αξιολογικά αδιάφορες,

στο βαθμό που αναδεικνύουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της

απόφασης-πλαίσιο ή άλλως τις επιδιωκόμενες μεταβάσεις: από την

«έκδοση» στην «παράδοση» ατόμων, από την «αρχή της αίτησης»

στην «αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης ποινικών αποφάσεων», από

τη «διεθνή συνεργασία» στην ανάπτυξη ενός «διεθνικού χώρου

ποινικής δικαιοσύνης». Ο νέος αυτός θεσμός προκάλεσε έντονη

συζήτηση στη θεωρία και πράξη.

Επιγραμματικά, στη θεωρία υποστηρίζεται ότι η χρήση των

εννοιών «ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης», «παράδοση»

«καταζητούμενος» δεν δημιουργεί έναν νέο θεσμό, αλλά συνιστά

μία «έκδοση υπό διαφορετική ονομασία», καθόσον με τις σχετικές

76

Page 77: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

διατάξεις ουσιαστικά επιδιώκεται να ξεπεραστούν τα παραδοσιακά

στο δίκαιο της έκδοσης κωλύματα. Στη συνάφεια αυτή βρίσκονται

κι εκείνες οι απόψεις που χαρακτηρίζουν είτε ρητά το ευρωπαϊκό

ένταλμα σύλληψης ως «sui generis έκδοση», είτε εμμέσως ως μια

σύγχρονη μορφή της έκδοσης, προσδιορίζοντας ως βασικές

αλλαγές την κατάργηση της πολιτικής φάσης, στο βαθμό που η

σχετική διαδικασία είναι μόνον δικαστική, στην μερική άρση του

ελέγχου του διττού αξιοποίνου ως προϋπόθεσης για την παράδοση

του προσώπου και στην άρση της απαγόρευσης της έκδοσης

ημεδαπών. Στον αντίποδα των ανωτέρω θέσεων βρίσκεται εκείνη η

μερίδα της θεωρίας που στον πυρήνα της δέχεται ότι με την

απόφαση-πλαίσιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εισάγεται

ένας ποιοτικά νέος θεσμός. Ειδικότερα, ο Lagodny διατυπώνει την

άποψη ότι τα ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά της σχετικής

δικαστικής διαδικασίας είναι εκείνα που δικαιολογούν να μιλήσει

κανείς για «ένα νέο σύστημα», ενώ οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για

την παράδοση του προσώπου αποτελούν ένα «ποσοτικό βήμα και

όχι μια ποιοτική αλλαγή» σε σύγκριση με τις κλασσικούς όρους της

έκδοσης. Ο Braum κάνει λόγο για έναν «ιδιαίτερο δικαιϊκό θεσμό»,

ο οποίος υπερβαίνει τον παραδοσιακό χώρο του δικαίου της

έκδοσης. Ιστορικοδικαιϊκά βρίσκεται μεν στην εξελικτική πορεία

του (παραδοσιακού) διεθνούς δικαίου δικαστικής αρωγής,

εξυπηρετεί όμως ιδίους στόχους. Ο Μυλωνόπουλος υποστηρίζει ότι

το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης «δεν συνιστά έκδοση», διότι

«εγκαταλείπει πλήρως τη φιλοσοφία και τις βασικές γραμμές του

δικαίου της έκδοσης». Τέλος, υπό μία ενδιάμεση θέση, το

ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εντάσσεται στο σχήμα μιας «ενιαίας

διακρατικής επιμεριστικής ποινικής διαδικασίας», υπό την έννοια

της «διεθνούς επιμεριστικής ποινικής διαδικασίας» (: international

arbeitsteilige Strafverfolgung) που απαντά στη γερμανική θεωρία

για τη νομική φύση της διαδικασίας της έκδοσης και εν γένει της

(διεθνούς) δικαστικής αρωγής.

77

Page 78: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Σε επίπεδο εσωτερικής νομοθεσίας και πράξης, σε σημαντικό

αριθμό κρατών εμφανίζεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ως

μια υποκατηγορία της έκδοσης. Ενδεικτικά δύο παραδείγματα από

τη νομοθεσία και τη νομολογία των κρατών μελών: Σε ορισμένα

κράτη, όπως λ.χ. στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη

Φινλανδία και τη Δανία, όπου απαντά σε κωδικοποιημένη μορφή η

σύνολη νομοθεσία περί έκδοσης, ο νομοθέτης επέλεξε να εντάξει

συστηματικά και ουσιαστικά την μεταφορά της απόφασης-πλαίσιο

στον εν λόγω κώδικα, τροποποιώντας μεν ορισμένες διατάξεις,

διατηρώντας δε τη σχετική ορολογία. Δηλ. η «παράδοση»

συνεχίζεται να ονομάζεται «έκδοση» και το «καταζητούμενο»

άτομο «εκζητούμενος», εξισώνοντας εν τέλει τη νομική τους θέση.

Ομοίως, τα συνταγματικά δικαστήρια της Γερμανίας, της Κύπρου,

τελικά και της Πολωνίας, τα οποία εκλήθησαν ν’ αποφανθούν επί

της συνταγματικότητας της εσωτερικής διάταξης περί της

παράδοσης ημεδαπών αντιμετώπισαν το ευρωπαϊκό ένταλμα

σύλληψης ως έκδοση.

Στην ίδια κατεύθυνση φαίνεται να κινείται και το ΕΔΔΑ. Η

μόνη απόφαση που έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα ως προς το

ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης αφορά στην υπόθεση «Stapleton κατά

Ιρλανδίας» της 4.5.2010. Το ΕΔΔΑ κρίνοντας επί των σχετικών

αιτιάσεων του προσφεύγοντος χαρακτήρισε την απόφαση της

ιρλανδικής δικαστικής αρχής για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού

εντάλματος σύλληψης ως απόφαση έκδοσης (: extradition decision,

παρ. 25 της απόφασης) και αναφέρθηκε σε σχετική με την έκδοση

νομολογία του.

Στη χώρα μας, ο εσωτερικός νομοθέτης επέλεξε να θεσπίσει

έναν ειδικό νόμο, όπου παρατηρούνται τα εξής: Υιοθέτησε εν μέρει

την ορολογία της απόφασης-πλαίσιο, στο βαθμό που «μετέφερε»

μεν τον όρο «παράδοση», διατήρησε δε τον όρο «εκζητούμενος»,

όπως και στο θεσμό της έκδοσης. Εξειδικεύοντας τις διατάξεις περί

των δικαιωμάτων του κατά τη διαδικασία εκτέλεσης του

ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ακολούθησε μια ενδιάμεση

78

Page 79: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ασαφή λογική. Κατ’ αρχάς μετέφερε σχεδόν επί λέξει τις

αντίστοιχες διατάξεις της απόφασης-πλαίσιο για τα δικαιώματα

του συλληφθέντος. Περαιτέρω, εξειδικεύοντας κάποιες από αυτές,

υιοθέτησε ρυθμίσεις των αντίστοιχων διατάξεων περί έκδοσης του

ΚΠΔ, λ.χ. όσον αφορά την προσαγωγή του συλληφθέντος στην

αρμόδια δικαστική αρχή («χωρίς αναβολή»), την προθεσμία για την

άσκηση έφεσης ενώπιον του Αρείου Πάγου (24 ώρες). Τέλος, σε

ορισμένες περιπτώσεις, άφησε αναπάντητο το ερώτημα ποιες

διατάξεις του ΚΠΔ εφαρμόζονται αναλογικά προς συμπλήρωση των

κενών που απαντούν, λ.χ. ως προς την προσωρινή κράτηση.

Στην ανωτέρω συνάφεια ενδιαφέρουσες είναι και οι σκέψεις

του Γενικού Εισαγγελέα (του ΔΕΚ/ΔΕΕ) Colomer στις προτάσεις του

επί της υπόθεσης C 303/05. Κατ’ αρχάς ανέφερε ότι στη «σύγχυση»

σχετικά με τη νομική φύση του θεσμού συνέβαλε και ο

ευρωενωσιακός νομοθέτης, «στηριζόμενος στο άρθρο 31 παρ. 1 στ.

β ΣυνΘΕΕ» (: «διευκόλυνση της έκδοσης μεταξύ των κρατών

μελών»). Εν τούτοις, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να σημειωθεί

ότι κατά τη θέσπιση των σχετικών διατάξεων του πρωτογενούς

δικαίου κυριαρχούσε η παραδοσιακή λογική της δικαστικής αρωγής,

όπως εμμέσως προκύπτει και από τη δεύτερη διάταξη του ά. 31

παρ. 2 στ. α) ΣυνθΕΕ, στην οποία ερείδεται η εν λόγω νομική πράξη

(: «διευκόλυνση και επιτάχυνση της συνεργασίας μεταξύ των

αρμοδίων υπουργείων και των δικαστικών αρχών [...] σε σχέση με

τη διεξαγωγή δικών και την εκτέλεση αποφάσεων». Περαιτέρω,

αναπτύσσοντας μία εκτενή επιχειρηματολογία αναφέρει ότι η

«μετάβαση από την έκδοση στο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης

συνιστά κοπερνίκεια επανάσταση». Τούτη έγκειται στη διαφορά

ανάμεσα στην αρχή της αίτησης που ισχύει ως κανόνας στο θεσμό

της έκδοσης και στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης. Η μεν

πρώτη διέπεται από τη λογική των διεθνών σχέσεων μεταξύ

κυρίαρχων κρατών, η δε δεύτερη από την άρση των πολιτικών

σκοπιμοτήτων και την οριζόντια συνεργασία δικαστικών αρχών για

τους σκοπούς της δικαστικής «αρωγής» εντός ενός «ενιαίου χώρου

79

Page 80: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

ελευθερίας ασφάλειας και δικαιοσύνης». Καταλήγει δε ότι οι δύο

αυτοί θεσμοί «ανταποκρίνονται σε αξιολογικά σχήματα, τα οποία

δεν συμπίπτουν παρά μόνο ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό τους».

1.3. Ενόψει των ανωτέρω, τα κρίσιμα σημεία

επικεντρώνονται στα εξής ερωτήματα: Το ευρωπαϊκό ένταλμα

σύλληψης συνιστά μια εξελιγμένη μορφή έκδοσης, με συνέπεια να

μεταφέρονται κι εδώ οι θεωρητικές και νομολογιακές θέσεις ως

προς τη νομική του φύση, αλλά και τη θέση του καθ’ ου; Μήπως

συνιστά μια γνήσια ποινική διαδικασία, με συνέπεια να ισχύουν όλες

εκείνες οι διατάξεις του συντακτικού αλλά και αναλογικά του

κοινού νομοθέτη που διέπουν την εσωτερική ποινική δίκη; Ο

εκζητούμενος αντιμετωπίζεται ή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται

όπως ακριβώς και ο κατηγορούμενος; Ή μήπως αποτελεί μία “sui

generis” δικαστική διαδικασία, η οποία εκφράζει μια «αλλαγή

παραδείγματος» της δικαστικής αρωγής ενός του «χώρου» της

Ένωσης;

Από το συνδυασμό της απόφασης-πλαίσιο και του ν.

3251/2004 προκύπτει ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν είναι

λειτουργικά ισοδύναμο με το εθνικό ένταλμα σύλληψης, όσον αφορά

τον σκοπό της διαδικασίας που ενεργοποιεί. Αντικείμενο της

τελευταίας δεν είναι η κρίση περί ενοχής ή μη ενός

κατηγορουμένου προσώπου και η επιβολή ποινής, αλλά η κρίση περί

της παράδοσης ή μη ενός φυγόδικου ή φυγόποινου, ο οποίος

βρίσκεται εκτός μεν των γεωγραφικών ορίων του κράτους που έχει

την ποινική δικαιοδοσία εντός δε εκείνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ως εκ τούτου διακρίνεται κατά τον δικονομικό σκοπό που επιτελεί

από την ποινική διαδικασία της εσωτερικής ποινικής δίκης. Τούτο,

προκύπτει σαφώς πλέον και από τις πρόσφατες νομοθετικές

πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί για τη θέσπιση κοινών ελάχιστων

δικονομικών κανόνων.

Περαιτέρω, οι ομοιότητες με τον θεσμό της έκδοσης

εξαντλούνται στο λειτουργικό τους σκοπό: τη διευθέτηση όχι των

ποινικών αξιώσεων του forum, αλλά την αρωγή, την παροχή

80

Page 81: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

συνεργασίας για τη διευκόλυνση της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε

από ένα άλλο κράτος ή της εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε σ’

αυτό.

Η θεσμοθέτηση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

συνδέεται άμεσα με τη θεσμική αναγνώριση της Ένωσης ως

«χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης» και τη σταδιακή

συγκρότηση ενός διεθνικού χώρου ποινικής δικαιοσύνης. Εντός του

«χώρου» αυτού, η αρωγή των κρατών μελών μεταξύ τους για την

ικανοποίηση των ποινικών τους αξιώσεων δεν ανάγεται πλέον στην

κρίση της πολιτικής (ή άλλως εκτελεστικής), αλλά αποκλειστικά σ’

εκείνη της δικαστικής εξουσίας. H εν λόγω δικαστική αρωγή

συνιστά μετοχικό (shared) έννομο συμφέρον και Ευρωπαϊκής

Ένωσης. Η αντικατάσταση της «αρχής» της αίτησης από την

«αρχή» της αμοιβαίας αναγνώρισης σηματοδοτεί την απομάκρυνση

από την παραδοσιακή θεώρηση της δικαστικής αρωγής ως ένα

ζήτημα διεθνών σχέσεων μεταξύ κυρίαρχων κρατών. Ως δίαυλος

μετάβασης στη «νέα» θεώρηση εμφανίζεται η σύνδεσή της με την

ιδέα της δικαιοσύνης ή άλλως ο αναπροσδιορισμός της ως ζήτημα

μιας διεθνικά (transnational) αποτελεσματικής ποινικής

δικαιοσύνης.

Καίρια ποιοτικά χαρακτηριστικά του νέου αυτού συστήματος

αποτελούν: η οριζόντια συνεργασία δικαστικών αρχών εντός της

Ένωσης η μερική εξωεδαφική επενέργεια των αποτελεσμάτων μιας

δικαστικής απόφασης ενός κράτους μέλους σε ένα άλλο κράτος

μέλος. Τούτη εκδηλώνεται άμεσα με τη σύλληψη του προσώπου,

εφόσον η εν λόγω απόφαση περιβάλλεται τον τύπο του ευρωπαϊκού

εντάλματος σύλληψης. Η εν συνεχεία ολοκλήρωση των

αποτελεσμάτων της τίθεται στο δικαστικό έλεγχο της αρχής

εκτέλεσης επί τη βάσει ορισμένων κοινών κανόνων αμοιβαίας

αναγνώρισης, οι οποίοι όμως στερούνται σε κάποιο βαθμό σαφών

δικονομικών τύπων.

Πάντως, ενόψει των ως άνω χαρακτηριστικών του, το

ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, νοούμενο ως δικαστική απόφαση που

81

Page 82: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

-υπό όρους- «κυκλοφορεί» σ’ ένα «χώρο» πέραν των εθνικών

συνόρων, εμφανίζει έναν διεθνικό χαρακτήρα. Αντίστοιχα διεθνική

διάσταση εμφανίζει και η σχετική διαδικασία. Πρόκειται για μια

ιδιότυπη ή sui generis δικαστική διαδικασία, η οποία συναρτάται

μεν με την υποβοηθούμενη εσωτερική ποινική δίκη του κράτους

έκδοσης του εντάλματος, δεν εξομοιώνεται όμως λειτουργικά με

αυτή ούτε εντάσσεται εντός του συστήματός της. Για το λόγο αυτό

χρήζει αυτοτελούς προσέγγισης και συστηματικής κατάστρωσης

συγκεκριμένων θεμελιωδών αρχών που διέπουν την εν λόγω

διαδικασία, που οριοθετούν και περαιτέρω δεσμεύουν τις εθνικές

δικαστικές αρχές κατά την οριζόντια συνεργασία τους. Η

υποχρέωση αυτή βαρύνει ιδιαιτέρως τον ευρωενωσιακό νομοθέτη,

ως αναγκαίο αντιστάθμισμα έναντι μιας διεθνικής ποινικής

καταστολής, που θα αναγνωρίζει και θα διασφαλίζει την ιδιαίτερη

νομική θέση του ατόμου αυτού εντός ενός διεθνικού χώρου

μετοχικής δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Βασικά γνωρίσματα του ευρωπαϊκού εντάλματος

σύλληψης και της συναφούς διαδικασίας έκδοσης και

εκτέλεσης

2.1. Οριζόντια συνεργασία μεταξύ δικαστικών

αρχών

2.1.1. Προϋποθέσεις έκδοσης και περιεχόμενο του ε.ε.σ.

Στη διάταξη του ά. 5 του ν. 3251/2004 ορίζεται ότι το

ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδίδεται για πράξεις, οι οποίες

τιμωρούνται κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους με στερητική

της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο

ασφαλείας, το ανώτατο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον

δώδεκα μηνών ή σε περίπτωση που έχει ήδη επιβληθεί ποινή ή

μέτρο ασφαλείας για απαγγελθείσες καταδίκες διάρκειας

τουλάχιστον τριών μηνών. Αντίθετα, στην αντίστοιχη διάταξη της

82

Page 83: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

απόφασης πλαίσιο (ά. 2 παρ. 1), η έκδοση του ε.ε.σ. είναι δυνητική (:

«μπορεί να εκδίδεται»), επαφίεται δηλαδή στη διακριτική ευχέρεια

του κράτους έκδοσης του εντάλματος.

Η ως άνω δυνητική ευχέρεια συνδέεται, κατά την κρατούσα

πλέον άποψη, με την αρχή της αναλογικότητας. Η ανάδειξη της εν

λόγω αρχής ως διέπουσας τη διαδικασία έκδοσης του ευρωπαϊκού

εντάλματος σύλληψης προέκυψε στο πλαίσιο του μηχανισμού

αμοιβαίας αξιολόγησης για την εφαρμογή του θεσμού στα κράτη

μέλη. Ειδικότερα, η Επιτροπή στην τελευταία έκθεσή της

διευκρίνισε ότι ενόψει της ανωτέρω διακριτικής ευχέρειας, που

θέτει η απόφαση πλαίσιο, η δικαστική αρχή έκδοσης του

εντάλματος μπορεί και υποχρεούται να προβαίνει «σ’ έναν έλεγχο

αναλογικότητας». Η εν λόγω υποχρέωση απαντά επίσης στο

«εγχειρίδιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης» ως σύσταση προς

τις δικαστικές αρχές.

Σχετικά διευκρινίζεται ότι ως «έλεγχος αναλογικότητας»

νοείται ο συμπληρωματικός έλεγχος για την εξακρίβωση του

απαιτούμενου ορίου, με βάση την σκοπιμότητα έκδοσης ε.ε.σ.

ανάλογα με τις περιστάσεις της εκάστοτε υπόθεσης. Η εν λόγω

σκοπιμότητα περιλαμβάνει διάφορες πτυχές, ιδίως δε τη

σοβαρότητα της αξιόποινης πράξης σε συνδυασμό με τις συνέπειες

της εκτέλεσης του ε.ε.σ. για τον εκζητούμενο και τα εξαρτώμενα

μέλη της οικογένειάς του, όπως και τη δυνατότητα επίτευξης των

επιδιωκόμενων με το ένταλμα στόχων μέσω άλλων λιγότερο

επαχθών μέτρων. Η ιδιαίτερη σημασία που αποδίδει επίσης το

Συμβούλιο στην εν λόγω αρχή προκύπτει από το γεγονός ότι ήδη

έχει τεθεί ως «ζήτημα προτεραιότητας» σε επίπεδο ευρωενωσιακής

ρύθμισης, θέσπισης δηλαδή νομικής πράξης που θα θέτει κοινούς

κανόνες για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας κατά

την έκδοση ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

Συνεπώς, η ως άνω ελληνική διάταξη θα πρέπει να ερμηνευτεί

υπό το πρίσμα της αντίστοιχης διάταξης της απόφασης-πλαίσιο και

του σεβασμού της αρχής της αναλογικότητας. Στη συνάφεια αυτή

83

Page 84: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι μόνη η ανωτέρω διάταξη δεν

συνιστά τη νομική βάση για την έκδοση ενός ευρωπαϊκού

εντάλματος σύλληψης. Απαραίτητη προϋπόθεση συνιστά ένα

νομίμως εκδοθέν ελληνικό ένταλμα σύλληψης, σύμφωνα με τις

διατάξεις του ΚΠΔ. Τούτο σημαίνει ότι σε περίπτωση λ.χ. ενός

φυγόδικου κατηγορουμένου αναγκαίος όρος για την έκδοση ενός

«ελληνικού» ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης είναι συνδρομή των

όρων του ά. 276 σε συνδυασμό με το ά. 282 ΚΠΔ, δηλαδή μόνον

εφόσον πρόκειται για κακουργήματα ή για το πλημμέλημα της

ανθρωποκτονίας κατά συρροή. Έτσι, τηρείται παράλληλα και η

προαναφερθείσα αρχή της αναλογικότητας.

Εφόσον λοιπόν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, το

εθνικό ένταλμα σύλληψης περιβάλλεται του «ευρωπαϊκού» νόμιμου

τύπου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ά. 2 του ν. 3251/2004 και

την αντίστοιχη αυτής διάταξη του ά. 8 της απόφασης πλαίσιο. Ως

απαραίτητα στοιχεία, που πληρούν τους όρους του «αιτιολογημένου

δικαστικού εντάλματος», συνιστούν: α) η ταυτότητα και η

ιθαγένεια του εκζητουμένου, β) το όνομα, η διεύθυνση και λοιπά

επικοινωνιακά στοιχεία της δικαστικής αρχής έκδοσης του

εντάλματος, γ) η μνεία της εκτελεστής δικαστικής απόφασης, του

εντάλματος σύλληψης ή της συναφούς διάταξης δικαστικής αρχής,

δ) η φύση και ο νομικός χαρακτηρισμός του εγκλήματος, ε)

περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης του εγκλήματος, στις οποίες

συμπεριλαμβάνονται ο χρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η

μορφή συμμετοχής του εκζητουμένου στην αξιόποινη πράξη, στ) η

επιβληθείσα ποινή, αν πρόκειται για αμετάκλητη απόφαση ή το

πλαίσιο της ποινής που προβλέπεται για την αξιόποινη πράξη από

τη νομοθεσία του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος και ζ)

«στο μέτρο του δυνατού» κάθε άλλη πληροφορία σχετικά με την

αξιόποινη πράξη και τις συνέπειές της.

Όπως είναι ευνόητο, η καταγραφή όλων των ανωτέρω

στοιχείων συνδέεται με τη δυνατότητα της δικαστικής αρχής του

κράτους εκτέλεσης του ε.ε.σ. να αποφασίσει σχετικά με την

84

Page 85: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

αιτουμένη παράδοση του εκζητουμένου, πρωτίστως δε διασφαλίζει

την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων του τελευταίου.

Ιδίως τα υπό στ. δ) ε) και ζ) είναι άμεσα συνυφασμένη με την

αξίωση παροχής αποτελεσματικής δυνατότητας στον εκζητούμενο

ν’ αντικρούσει την σε βάρος του εκτέλεση του ε.ε.σ., σύμφωνα με

τις επιταγές της ΕΣΔΑ και του ΧΘΔΕΕ, καθώς και να αποφασίσει για

τη συναίνεση ή μη της παράδοσής του.

Ειδικότερα θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία του τόπου

και του χρόνου τέλεσης του εγκλήματος, για το οποίο ζητείται η

παράδοση του προσώπου, αποτελούν αναγκαία αλλά όχι επαρκή

στοιχεία της «περιγραφής των περιστάσεων» του εγκλήματος,

κατά το νόημα των επιταγών της ευρωπαϊκής δημόσιας τάξης. Για

το λόγο αυτό, θα πρέπει να εξειδικεύονται και τα πραγματικά

περιστατικά που στοιχειοθετούν την αξιόποινη ή τις αξιόποινες

πράξεις, για τις οποίες ζητείται η παράδοση του εκζητουμένου. Ως

περιγραφή δε, των παραπάνω «περιστάσεων» δεν νοείται η απλή

επανάληψη του κειμένου του νόμου του εκάστοτε κράτους που

εξέδωσε το ένταλμα, αλλά νοείται η κατά τρόπον ορισμένο,

περιγραφή πραγματικών περιστατικών που να μπορούν να υπαχθούν

στην αφηρημένη περιγραφή της επικαλούμενης διάταξης

Η ανωτέρω ερμηνευτική προσέγγιση απαντά επίσης και στο

προμνημονευθέν «ευρωπαϊκό εγχειρίδιο σχετικά με την έκδοση

ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης». Στο κείμενο αυτό

διαλαμβάνεται, επί λέξει, ότι: «Οι περιστάσεις της υπόθεσης πρέπει

πάντοτε να περιγράφονται πλήρως και εξαντλητικά […]. Είναι

πάντοτε αναγκαίο να προσδιορίζονται ο χρόνος, ο τόπος και ο

βαθμός συμμετοχής του εκζητουμένου προσώπου». Συνεπώς, για τη

διασφάλιση μιας διεθνικά δίκαιης διαδικασίας, η αρμόδια ελληνική

αρχή υποχρεούται να τηρεί την ανωτέρω επιταγή κατά την έκδοση

ενός ε.ε.σ.

2.1.2. Διαβίβαση ε.ε.σ.

85

Page 86: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

Σύμφωνα με τη διάταξη του ά. 6 του ν. 3251/2004, ο

αρμόδιος εισαγγελέας εφετών διαβιβάζει απευθείας το ε.ε.σ. στην

αρμόδια δικαστική αρχή εκτέλεσης, εφόσον είναι γνωστός ο τόπος

κατοικίας ή διαμονής του εκζητουμένου. Στην αντίθετη περίπτωση,

προβαίνει σε καταχώριση στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν, η

οποία ισοδυναμεί με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, υπό την

προϋπόθεση ότι περιλαμβάνει όλα τα ανωτέρω στοιχεία του α. 2

του ν. 3251/2004.

Κατά τα λοιπά ούτε η ως άνω διάταξη ούτε η αντίστοιχη

αυτής διάταξη του ά. 10 της απόφασης-πλαίσιο προβλέπουν κάποιο

συγκεκριμένο τρόπο διαβίβασης. Αρκεί το ε.ε.σ. να διαβιβάζεται με

ασφαλές μέσο (λ.χ. με τηλεομοιοτυπία) που μπορεί να τεκμηριωθεί

εγγράφως, υπό όρους που επιτρέπουν στο κράτος μέλος εκτέλεσης

να εξακριβώσει τη γνησιότητα της διαβίβασης. Τέλος σημειώνεται

ότι η αρμόδια ελληνική αρχή διαβιβάζει το ε.ε.σ. μεταφρασμένο στη

γλώσσα εκείνη, που το κάθε κράτος μέλος έχει κοινοποιήσει ότι

αποδέχεται, συνήθως δε στην επίσημη γλώσσα τους.

2.1.3. Κοινοποίηση της απόφασης και παράδοση του

εκζητουμένου

Σύμφωνα με τη διάταξη του ά. 22 της απόφασης πλαίσιο, η

δικαστική αρχή εκτέλεσης του ε.ε.σ. κοινοποιεί «αμελλητί» στην

δικαστική αρχή έκδοσης την σχετική απόφασή της. Η αντίστοιχη

διάταξη του ά. 26 του ν. 3251/2004 ρυθμίζει βεβαίως τη σχετική

υποχρέωση της ελληνικής δικαστικής αρχής, όταν είναι αρμόδια

για την εκτέλεση του εντάλματος.

Όπως είναι ευνόητο, σε περίπτωση αρνητικής δικαστικής

κρίσης ολοκληρώνεται στο σημείο αυτό η διαδικασία της

οριζόντιας συνεργασίας των δικαστικών αρχών έκδοσης και

εκτέλεσης του εντάλματος. Στην αντίθετη περίπτωση, το πέρας

της επέρχεται με την προσαγωγή του εκζητουμένου στις αρμόδιες

αρχές του κράτους έκδοσης του εντάλματος, κατά τα οριζόμενα

86

Page 87: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

στο ά. 27 του ν. 3251/2004 και στο αντίστοιχο αυτής ά. 23 της

απόφασης-πλαίσιο.

Ειδικότερα, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι: Η ημερομηνία

προσαγωγής καθορίζεται μεν κατόπιν συμφωνίας των

συνεργαζόμενων δικαστικών αρχών, ρητά όμως προβλέπονται

ορισμένες προς τούτο προθεσμίες. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η

προσωρινή αναστολή της για σοβαρούς ανθρωπιστικούς λόγους,

ενδεικτικά δε αναφέρονται στην παρ. 3 του ως άνω άρθρου ως

τέτοιοι λόγοι η εύλογη πιθανολόγηση κινδύνου ζωής ή υγείας του

εκζητουμένου. Σε περίπτωση πάντως παρέλευσης των σχετικών

προθεσμιών, ο εκζητούμενος απολύεται, αν κρατείται, ή αίρονται οι

τυχόν επιβληθέντες περιοριστικοί όροι.

2.2. Διαβαθμισμένη και υπό όρους αναγνώριση της

εξωεδαφικής επενέργειας του ευρωπαϊκού εντάλματος

σύλληψης

2.2.1. Τα επιμέρους διαδικαστικά στάδια της εκτέλεσης

του ε.ε.σ.

Η διαδικασία εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος

σύλληψης ή άλλως παράδοσης του εκζητουμένου διακρίνεται σε

δύο βασικά διαδικαστικά στάδια, κατ’ αρχάς σ’ εκείνο της

σύλληψης και ακολούθως σ’ εκείνο της διαδικασίας για την

παράδοση ή μη του προσώπου. Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη η

επιγραμματική επισκόπηση της δομής των δύο αυτών σταδίων.

α) Σύμφωνα με τη διάταξη του ά. 14 του ν. 3251/2004, όταν ο

αρμόδιος εισαγγελέας «λάβει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που

έχει εκδοθεί με το νόμιμο τύπο», μεριμνά για τη σύλληψη του

εκζητουμένου. Ως εκ τούτου, απαραίτητη προϋπόθεση για την

άμεση εκτελεστότητά του συνιστά ο προηγούμενος δικαστικός

έλεγχος της τήρησης των νόμιμων τύπων, κατά την έννοια της

προμνημονευθείσας διάταξης του ά. 2 του ν. 3251/2004 σε

87

Page 88: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

συνδυασμό με την αντίστοιχη διάταξη του ά. 8 της απόφασης-

πλαίσιο. Σε θετική περίπτωση ακολουθεί η σύλληψη και κράτηση

του εκζητουμένου, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των ά. 15 και

16. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι η διάταξη του ά. 12 της

απόφασης-πλαίσιο παρέχει στο κάθε κράτος μέλος να κρίνει

σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο «κατά πόσον είναι σκόπιμο να

τηρηθεί υπό κράτηση» το πρόσωπο που συλλαμβάνεται. Ο έλληνας

νομοθέτης προσδιορίζει ως λόγο προσωρινής κράτησης μόνον τον

κίνδυνο φυγής, ενώ ουδέν λόγο αναφέρει για την επιβολή

περιοριστικών όρων.

β) Η διαδικασία για την απόφαση περί της παράδοσης του

εκζητουμένου διακρίνεται στη συνέχεια, ανάλογα με το αν ο

εκζητούμενος συγκατατεθεί ή μη στην προσαγωγή του, κατόπιν

σχετικής ενημέρωσης από τον εισαγγελέα εφετών, όπως αυτή

καθορίζεται στο ά. 17 του ν. 3251/2004. Σε θετική περίπτωση, ο

σχετικός φάκελος διαβιβάζεται στον πρόεδρο εφετών, προκειμένου

ν’ αποφανθεί για την εκτέλεση του εν λόγω εντάλματος,

ελέγχοντας τους όρους των ά. 11, 12 και 13 του νόμου. Τούτο

σημαίνει ότι ο εκζητούμενος δεν έχει ένα απεριόριστο «γενικό

δικαίωμα να διαθέσει την παράδοσή του», αφού είναι δυνατή η

άρνηση εκτέλεσης του εντάλματος από την αρμόδια δικαστική

αρχή, παρά την αντίθετη βούλησή του. Δεν παρέχεται μάλιστα

ένδικο μέσο κατά αυτής της απόφασης. Στην αντίθετη περίπτωση,

όταν δηλαδή ο εκζητούμενος δεν συγκατατεθεί στην παράδοσή του,

ο εισαγγελέας εφετών διαβιβάζει το σχετικό φάκελο στο συμβούλιο

εφετών. Η σχετική απόφαση εκδίδεται εντός των προθεσμιών που

τάσσει το ά. 21 του νόμου και πρέπει να είναι «ειδικά

αιτιολογημένη» (παρ. 2 του ά. 19). Κατά της απόφασης αυτής

επιτρέπεται η άσκηση έφεσης στον Άρειο Πάγο, κατά τα οριζόμενα

στο ά. 22 του νόμου.

Με την εκτέλεση των σχετικών αμετάκλητων αποφάσεων των

ελληνικών δικαστικών αρχών ολοκληρώνεται η σύνολη διαδικασία

του ε.ε.σ. Ως εκτέλεση νοείται η κοινοποίηση προς τη δικαστική

88

Page 89: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

αρχή έκδοσης του εντάλματος τόσο της θετικής απόφασης όσο και

της τυχόν αποφατικής δικαστικής κρίσης. Στην πρώτη βεβαίως

περίπτωση, το πέρας επέρχεται, όπως προαναφέρθηκε, με την

προσαγωγή του εκζητουμένου στη δικαστική αρχή έκδοσης του

εντάλματος.

2.2.2. Θετικές και αρνητικές προϋποθέσεις για την

παράδοση του εκζητουμένου

Το κύριο πλέγμα των διατάξεων που καθορίζουν τις θετικές

και τις αρνητικές προϋποθέσεις για την παράδοση του

εκζητουμένου συγκροτούν εκείνες των ά. 10 έως 13 του ν.

3251/2004, στο βαθμό που ουσιαστικά αποτυπώνουν τους κανόνες

της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης. Ασφαλώς, ως αρχική θετική

προϋπόθεση νοείται η νομότυπη έκδοση ενός ε.ε.σ., κατά την έννοια

των ά. 2 και 5 του νόμου. Οι ανωτέρω διατάξεις, για την

πλειονότητα των οποίων γίνεται ειδική αναφορά στο αμέσως

επόμενο κεφάλαιο, μπορούν να διακριθούν κατά περιεχόμενο σε

ορισμένες κατηγορίες:

α) Ως κανόνας απαντά στη διάταξη της παρ. 1 του ά. 10 η

προϋπόθεση του διττού αξιοποίνου in abstracto, όπως αυτή ισχύει

για την έκδοση: Η αξιόποινη πράξη για την οποία έχει εκδοθεί το

ε.ε.σ. πρέπει να συνιστά έγκλημα σύμφωνα και με τους ελληνικούς

ποινικούς νόμους, ανεξαρτήτως του νομικού χαρακτηρισμού. Η

εξαίρεση αυτού του κανόνα απαντά στη διάταξη της παρ. 2 του

ιδίου ως άνω άρθρου: Δεν ελέγχεται το διττό αξιόποινο για

αξιόποινες πράξεις, οι οποίες απαριθμούνται σε κατάλογο με μορφή

κατηγοριών κι όχι ποινικών αδικημάτων, «όπως αυτές ορίζονται

από το δίκαιο του κράτους έκδοσης του εντάλματος». Η πρόσληψη

ειδικών εκφάνσεων ελέγχου του διττού αξιοποίνου in concreto

αποτυπώνεται στη συνέχεια στο ά. 11 του νόμου, ως λόγοι

απαγόρευσης εκτέλεσης του ε.ε.σ. (εδ. αˊ, γˊ και δˊ).

β) Υπό το πρίσμα της αρχής της εδαφικότητας, απαγορεύεται

η εκτέλεση του ε.ε.σ., όταν η αξιόποινη πράξη για την οποία

89

Page 90: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

εκδόθηκε το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης «θεωρείται κατά τον

ελληνικό ποινικό νόμο ότι τελέστηκε εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στο

έδαφος της Ελλάδας ή σε εξομοιούμενο προς αυτό τόπο» (: περ. ζˊ

εδ. ιˊ του ά. 11). Ας σημειωθεί ότι ο σχετικός λόγος προβλεπόταν

ως δυνητικός στην απόφαση-πλαίσιο (ά. 4 περ. 7). Στη συνάφεια

αυτή εντάσσεται κι ένας δεύτερος υποχρεωτικός λόγος άρνησης:

απαγορεύεται η εκτέλεση του εντάλματος, όταν η αξιόποινη πράξη

«τελέστηκε εκτός του εδάφους του κράτους μέλους έκδοσης του

εντάλματος και κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους

απαγορεύεται η δίωξη για το ίδιο έγκλημα που διαπράττεται εκτός

του εδάφους της Ελλάδας».

γ) Ως λόγοι που συνδέονται με την άσκηση της ημεδαπής

-κυριαρχικής- ποινικής εξουσίας θεωρούνται οι δυνητικοί λόγοι

άρνησης εκτέλεσης του εντάλματος που προβλέπονται στις

ακόλουθες διατάξεις του ά. 12 του νόμου: Πρώτον, στο εδ. αˊ, το

οποίο αφορά την περίπτωση που το εκζητούμενο πρόσωπο διώκεται

στη χώρα μας για την ίδια αξιόποινη πράξη μ’ εκείνη του ε.ε.σ.

Δεύτερον, στο εδ. βˊ, το οποίο αφορά την περίπτωση που οι

ελληνικές αρχές αποφάσισαν είτε να μην ασκήσουν ποινική δίωξη

για την αυτή αξιόποινη πράξη είτε να παύσουν τη δίωξη.

δ) Επί της δυνατότητας παράδοσης ημεδαπών, ο έλληνας

νομοθέτης διαφοροποιήθηκε έναντι των σχετικών ρυθμίσεων της

απόφασης-πλαίσιο, στο βαθμό που θέτει ως υποχρεωτική (και όχι

δυνητική) απαγόρευση την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος

σύλληψης, όταν το πρόσωπο, σε βάρος του οποίου εκκρεμεί ποινική

δίωξη στη χώρα μας είναι ημεδαπός (: περ. ηˊ εδάφιο πρώτο του ά.

11). Στην περίπτωση δε που ο ημεδαπός δεν διώκεται στη χώρα

μας, η εκτέλεση του εντάλματος εξαρτάται από την προηγούμενη

διασφάλιση του κράτους έκδοσης του εντάλματος ότι ο

εκζητούμενος θα διαμεταχθεί στην Ελλάδα, ώστε να εκτίσει τη

στερητική της ελευθερίας ποινή ή το στερητικό της ελευθερίας

μέτρο ασφαλείας που τυχόν του επιβληθεί. Η πρόβλεψη αυτή

συνδέεται με λόγους ανθρωπιστικούς, ενόψει των κατά τεκμήριο

90

Page 91: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

στενών οικογενειακών ή άλλων σχέσεων του ημεδαπού με τη χώρα

του, ιδίως δε για την κοινωνική επανένταξή του.

ε) Οι ίδιοι ως άνω λόγοι και μάλιστα σαφέστερα ως προς τη

ratio είναι εκείνοι των διατάξεων του εδ. ε’ του ά. 12 και της παρ. 3

του ά. 13 του νόμου. Όταν ο εκζητούμενος κατοικεί ή διαμένει στην

Ελλάδα και το ε.ε.σ. έχει εκδοθεί για το σκοπό της εκτέλεσης

ποινής ή μέτρου ασφαλείας, η ελληνική δικαστική αρχή «δύναται»

μεν να μην εκτελέσει το ένταλμα, υποχρεούται δε να προβεί σε όλες

τις προβλεπόμενες κατά το εσωτερικό δίκαιο ενέργειες για την

εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου ασφαλείας. Στην περίπτωση που

το ένταλμα έχει εκδοθεί προς το σκοπό της δίωξης, η εκτέλεσή του

«μπορεί» να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι ο εκζητούμενος θα

διαμεταχθεί στην Ελλάδα.

στ) Κατ’ εφαρμογή της ευρωενωσιακής αρχής “ne bis in

ídem” συνιστά υποχρεωτικό λόγο μη εκτέλεσης του εντάλματος η

προηγούμενη αμετάκλητη καταδίκη του εκζητουμένου σε κράτος

μέλος της Ένωσης (: ά. 11 εδ. β). Ως δυνητικός επίσης λόγος ισχύει

η ως άνω αρχή, στην περίπτωση που η εκδίκαση της υπόθεσής του

έλαβε χώρα σε κράτος μη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρόκειται για μία ανάλογη και -χωρίς όρους- «μεταφορά» του

αντίστοιχου λόγου που προβλέπεται μεν στο Πρόσθετο Πρωτόκολλο

στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Έκδοσης της 15.10.1975, πλην όμως δεν

έχει κυρωθεί από την πλειονότητα των συμβαλλομένων μερών.

ζ) Με τη διάταξη του εδ. ε του ά. 11, ο έλληνας νομοθέτης

θέσπισε έναν ίδιο λόγο απαγόρευσης της εκτέλεσης του

εντάλματος: το ένταλμα δεν εκτελείται, «αν έχει εκδοθεί προς το

σκοπό της δίωξης ή τιμωρίας προσώπου λόγω του φύλου, της

φυλής, της θρησκείας, της εθνοτικής καταγωγής, της ιθαγένειας,

της γλώσσας των πολιτικών φρονημάτων, του γενετήσιου

προσανατολισμού του ή της δράσης του υπέρ της ελευθερίας».

Πρόκειται για τη «μεταφορά» στο κείμενο του νόμου αφενός της

παρ. 12 του προιμίου της απόφασης πλαίσιο, αφετέρου της

διάταξης του ά. 5 παρ. 2 εδ. γˊ του ελληνικού Συντάγματος.

91

Page 92: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

η) Με τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του ά. 13 αποτυπώνεται

στο νόμο (και στην αντίστοιχη διάταξη του ά. 5 της απόφασης-

πλαίσιο) η νομολογία που είχε αναπτυχθεί σε εσωτερικό και

ευρωπαϊκό επίπεδο από το ΕΔΔΑ για την παρεμβολή της δημόσιας

τάξης στις περιπτώσεις που ο εκζητούμενος θα υφίστατο

–αντικειμενικά– δυσμενή μεταχείριση μετά την έκδοσή του. Οι

σχετικές ρυθμίσεις αφορούν: i) την παροχή επαρκών εγγυήσεων από

το κράτος εκτέλεσης του εντάλματος ότι σε περίπτωση ερήμην

καταδικαστικής απόφασης ο εκζητούμενος θα έχει τη δυνατότητα

ν’ ασκήσει ένδικο μέσο κατά αυτής και ii) την ύπαρξη διατάξεων

στο νομικό σύστημα του κράτους εκτέλεσης που θα παρέχουν τη

δυνατότητα σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης ή μέτρου ασφαλείας

εφ’ όρου ζωής για την επανεξέταση της επιβληθείσας αυτής ποινής

ή του μέτρου ασφαλείας.

Τέλος, ενδιαφέρουσα είναι η πρόβλεψη του ά. 20 του νόμου,

όπως και η αντίστοιχη αυτής του ά. 16 της απόφασης πλαίσιο για

τις περιπτώσεις «συρροής αιτήσεων». Αυτές αφορούν αφενός στη

«συρροή» περισσοτέρων ε.ε.σ., αφετέρου στη «σύγκρουση μεταξύ

ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και αίτησης έκδοσης που

υποβάλλεται από τρίτη χώρα». Στην πρώτη περίπτωση, ορίζεται ότι

αρμόδια αρχή για τη λήψη της σχετικής απόφασης είναι η δικαστική

αρχή του κράτους εκτέλεσης του εντάλματος, ρητά δε

μνημονεύονται οι περιστάσεις εκείνες που ιδίως θα πρέπει να

συνεκτιμηθούν (παρ. 1). Σχετικά «προτείνεται» μάλιστα η προσφυγή

στη γνώμη της Eurojust, ενόψει προδήλως του συντονιστικού ρόλου

που έχει κατά την κίνηση των ποινικών διώξεων των κρατών μελών

εντός του «χώρου» της Ένωσης (παρ. 2). Στη δεύτερη περίπτωση, η

αποφασιστική αρμοδιότητα ανατίθεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης,

ο οποίος κατά τη λήψη της σχετικής απόφασης οφείλει να

συνεκτιμήσει τις ανωτέρω περιστάσεις, όπως επίσης και εκείνες

που μνημονεύονται στην εκάστοτε εφαρμοστέα διεθνή σύμβαση.

3. Θεμελιώδη δικαιώματα του εκζητουμένου

92

Page 93: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

α) Από τις διατάξεις των ά. 14 επ. του ν. 3251/2004

συνάγεται ότι καθοριστικής σημασίας διαδικαστικό στάδιο για τον

εκζητούμενο είναι εκείνο της προσαγωγής του στον αρμόδιο

εισαγγελέα εφετών. Στην παρ. 1 του ά. 15 ορίζεται ότι ο

εισαγγελέας ενημερώνει τον εκζητούμενο για την ύπαρξη και το

περιεχόμενο του εντάλματος, το δικαίωμά του να προσφύγει στις

υπηρεσίες νομικού παραστάτη και διερμηνέα καθώς και για τη

δυνατότητά του να συγκατατεθεί στην παράδοσή του. Ως προς την

τελευταία αυτή δυνατότητα προβλέπεται ειδικότερα στο ά. 17 ότι

ο εισαγγελέας εφετών υποχρεούται να ενημερώσει με σαφήνεια τον

εκζητούμενο για τις συνέπειες της συγκατάθεσης προσαγωγής

όπως και της παραίτησης από τον κανόνα της ειδικότητας, καθώς

επίσης και για το αμετάκλητο των σχετικών δηλώσεών του. Η εν

λόγω ενημέρωση για τα δικονομικά δικαιώματα και τις

δυνατότητες του εκζητουμένου και συνακόλουθα οι αντίστοιχες

απαντήσεις του καταχωρίζονται σε σχετική έκθεση.

Τέλος, κατά την αυτή χρονική στιγμή παρέχεται το δικαίωμα

στον εκζητούμενο να ζητήσει και να λάβει ο ίδιος ή μέσω του

συνηγόρου του αντίγραφα όλων των εγγράφων, με δική του δαπάνη.

Θα μπορούσε λοιπόν αρχικά να θεωρήσει κανείς ότι ουδέν

πρόβλημα υφίσταται όσον αφορά τη διασφάλιση της νομικής του

θέσης κατά το παρόν στάδιο. Εν τούτοις, θα πρέπει να παρατηρηθεί

ότι: Σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ επί του ά. 5 της ΕΣΔΑ, η

παροχή σε κάθε συλληφθέντα (κατηγορούμενο ή εκζητούμενο) κατ’

αρχάς των δικαιωμάτων πληροφόρησης, διερμηνείας και

μετάφρασης δεν πρέπει να είναι τυπική, αλλά ουσιαστική και

πραγματική. Οι δικαστικές αρχές οφείλουν να λαμβάνουν θετικά

μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζουν την αποτελεσματική

συμμόρφωση με τις επιταγές της ΕΣΔΑ. Τούτο σημαίνει ότι η

εισαγγελική αρχή οφείλει να χορηγεί στον εκζητούμενο αντίγραφο

του πλέον κρίσιμου εγγράφου της δικογραφίας, δηλ. του

ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που συνιστά και το νόμιμο τίτλο

της σύλληψής του. Στην περίπτωση δε που είναι αλλοδαπός, όπως

93

Page 94: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

συμβαίνει στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το εν λόγω

αντίγραφο θα πρέπει να είναι ήδη μεταφρασμένο στη γλώσσα που

κατανοεί. Η παροχή διερμηνείας είναι επίσης υποχρεωτική, κατ’

επιταγή άλλωστε του ειδικότερου καθήκοντος πρόνοιας που

υπέχουν τα δικαστικά όργανα. Περαιτέρω, η λήψη των αντιγράφων

της δικογραφίας δεν μπορεί να εξαρτάται από την οικονομική

κατάσταση του εκζητουμένου. Δηλ. όταν προκύπτει αδυναμία

κάλυψης των σχετικών δαπανών, είναι επιβεβλημένη η προς τούτο

συνδρομή της ελληνικής Πολιτείας. Η εν λόγω συνδρομή είναι

επίσης επιβεβλημένη και όταν ο εκζητούμενος αδυνατεί να

καταβάλει τις δαπάνες ανάθεσης της υπόθεσής του σε συνήγορο.

Όλα τα ανωτέρω ισχύουν de lege lata, αφού η ΕΣΔΑ έχει

άμεση υπερνομοθετική ισχύ στην έννομη τάξη μας. Εξ αυτού του

λόγου, η τυχόν παραβίασή τους συνιστά λόγο ακυρότητας της

διαδικασίας. Στο σημείο αυτό θα πρέπει ν’ αναφερθεί ότι οι ως άνω

επιταγές της ΕΣΔΑ εξειδικεύονται και αναλύονται ειδικότερα στις

νέες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ. Στην ήδη θεσπισθείσα Οδηγία

2010/64/ΕΕ (τον Οκτώβριο του 2010) σχετικά με το δικαίωμα σε

διερμηνεία και μετάφραση, ρητά προβλέπεται επίσης ότι οι

αρμόδιες εθνικές αρχές υποχρεούνται να παρέχουν επαρκή

ποιότητα διερμηνείας και μετάφρασης, ώστε να εξασφαλίζεται η

διεξαγωγή δίκαιης δίκης και κατά το ε.ε.σ., αναγνωρίζοντας

παράλληλα στον εκζητούμενο το δικαίωμα υποβολής σχετικής

αιτίασης (ά. 2 παρ. 8). Στη συνάφεια αυτή ιδιαιτέρως σημαντικές

είναι και οι ρυθμίσεις δύο (προαναφερθεισών) Οδηγιών που

αφορούν: i) το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών

διαδικασιών, περιλαμβανομένου του ε.ε.σ. (ά. 5) και ii) το δικαίωμα

πρόσβασης σε δικηγόρο και το δικαίωμα επικοινωνίας μετά τη

σύλληψη (ά. 6, 11, 12, 13).

Στο σημείο αυτό άξιο ιδιαίτερης μνείας είναι το

αποκαλούμενο δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο, το οποίο ρητά

χαρακτηρίζεται στην Οδηγία ως ουσιώδη εγγύηση του δικαιώματος

υπεράσπισης και κατά τη διαδικασία του ευρωπαϊκού εντάλματος

94

Page 95: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

σύλληψης. Και πάλι η εν λόγω Οδηγία αποτυπώνει κατ’ αρχάς την

ήδη αναπτυχθείσα νομολογία του ΕΔΔΑ επί των ά. 5 και 6 ΕΣΔΑ,

ιδίως όσον αφορά στο εύρος των δικαιωμάτων του συνηγόρου, την

επικοινωνία αυτού με τον εκζητούμενο και στο ευεργέτημα πενίας.

Ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτη είναι μια νέα πρόβλεψη, που φαίνεται να

λαμβάνει ειδικώς υπόψη της την ιδιαίτερη θέση του εκζητουμένου

στο πλαίσιο του ε.ε.σ. Πρόκειται για την αναγνώριση του

δικαιώματος πρόσβασης σε δικηγόρο και στο κράτος έκδοσης του

εντάλματος, προκειμένου αυτός να επικουρεί τον δικηγόρο στο

κράτος εκτέλεσης (ά. 11 παρ. 3-5).

β) Τέλος, όσον αφορά στη σημασία της (προαναφερθείσας

κατά την προσέγγιση του θεσμού της έκδοσης, υπό ΙΙ.Β.1)

«επιφύλαξης της ευρωπαϊκής δημόσιας τάξης» ως ορίου της

παράδοσης του προσώπου, ιδιαιτέρως σημαντική είναι η

προμνημονευθείσα απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση «Stapleton

κατά Ιρλανδίας» της 4.5.2010.

Ειδικότερα, ο προσφεύγων προέβαλε, μεταξύ άλλων, τον

ισχυρισμό ότι ήδη είχε παραβιαστεί στην Ιρλανδία (κράτος έκδοσης

του εντάλματος) το δικαίωμά του για ταχεία απονομή της ποινικής

δικαιοσύνης (κατ’ ά. 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ), υπήρχε δε, εξ αυτού, κίνδυνος

προσβολής του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη σε περίπτωση

εκτέλεσης του σχετικού ε.ε.σ. Το Δικαστήριο απέρριψε μεν την

προσφυγή ως απαράδεκτη, ενδιαφέρουσες δε είναι δύο σκέψεις του:

α) Επί της αιτίασης παραβίασης του δικαιώματος της δίκαιης δίκης

κατάλληλο είναι να κρίνει το δικαστήριο του κράτους στο οποίο θα

διεξαχθεί η ποινική δίκη, δηλ. του κράτους έκδοσης του

εντάλματος, σταθμίζοντας όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης

(παρ. 29 της απόφασης). β) Η Ιρλανδία έχει προσχωρήσει στην

ΕΣΔΑ, ο δε εκζητούμενος έχει το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του

ΕΔΔΑ (ά. 35 ΕΣΔΑ), μετά την εξάντληση των ενδίκων μέσων κατά

την ιρλανδική νομοθεσία (παρ. 30 της απόφασης). Εν προκειμένω.

θα πρέπει να σημειωθεί ότι παρατηρείται σύγκλιση των θέσεων

ΕΔΔΑ και ΔΕΕ όσον αφορά τον επιμερισμό της ευθύνης μεταξύ

95

Page 96: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

κράτους έκδοσης και κράτους εκτέλεσης του εντάλματος καθώς

και της διασφάλισης των σχετικών θεμελιωδών δικαιωμάτων του

καθ’ ου στο κράτος έκδοσης του εντάλματος.

ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνική

- Ζημιανίτης Δ., Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις στην

Ευρωπαϊκή Ένωση, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2007

- Καϊάφα-Γκμπάντι Μ., Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο & Συνθήκη της

Λισσαβώνας, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2011

- Μυλωνόπουλος Χ., Διεθνές Ποινικό Δίκαιο, Τα τοπικά όρια των

ποινικών νόμων, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1993

- Μουζάκης Δ., Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, Νομική Βιβλιοθήκη,

Αθήνα 2009

- Περράκης Στ., Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: Τα πρώτα βήματα, σε:

Κούφα/Παζαρτζή (επιμ.), Η διεθνής ποινική δικαιοσύνη ως μηχανισμός

επιβολής του διεθνούς δικαίου, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2007, σελ. 5 επ.

- Τριανταφύλλου Γ., Διεθνής δικαστική συνδρομή στην ποινική απόδειξη,

Εκδ. Δίκαιο & Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2009

- Τσόλκα Ό., Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, ΠΧρ ΝΒ’ σελ. 103 επ.

- Χρυσικός Δ., Η έκδοση ως θεσμός του ποινικού δικαίου, Εκδ. Δίκαιο &

Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2003

Αλλοδαπή

- Ambos K., Internationales Strafrecht, Verlag C.H.Beck, München 2006

- Bantekas/Nash, International Criminal Law, 3ed. London-New York

2007

96

Page 97: ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΑΙ …...2017/03/19  · Οι πρώτες προσπάθειες για τη θέσπιση περιορισμών στην κατά

- Eser/Lagodny/Blakesley (eds), The Individual as Subject of

International Cooperation in Criminal Matters, Baden-Baden 2002

- Bassiouni Ch., International Extradition: United States Law and

Practice, 6th Ed., Oxford 2007

- Eser/Lagodny (eds.), Principles and Procedures for a New

Transnational Criminal Law, Freiburg i./Br. 1992

- Jones/Doobay, On Extradition and Mutual Assistance, 3th Ed., London

2005

- Klip A., European Criminal Law, 2nd Ed., Intersentia 2012

- Mitsilegas V., EU Criminal Law After Lisbon, Oxford-Portland (Oregon)

2016

- Peers S., EU Justice and Home Affairs Law, Oxford University Press,

3th Ed., 2011

- Satzger H., Internationales und Europäisches Strafrecht,

ΝomosLehrbuch, 2. Aufl., Baden-Baden 2008

97