Πράσινη Ανάπτυξη στο σχολικό περιβάλλον: από τη θεωρία στην πράξη!
Chris Harman Μαρξισμός- Θεωρία Και Πράξη 2009
-
Upload
giwrgos-antoniou -
Category
Documents
-
view
63 -
download
2
description
Transcript of Chris Harman Μαρξισμός- Θεωρία Και Πράξη 2009
Κρις Χάρμαν
Μαρξισμός Θεωρία και Πράξη
Μετάφραση Κώστας Πίττας
Chris HarmanHow Marxism Works
First publishedBookmarks Publications, May 1979 Sixth edition July 2000
ISBN: 978-960-7967-49-7
wwwjnandstiko.grΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΑΘΗΝΑ: ΤΘ 8161,100 10. ΑθήναΛΕΥΚΩΣΙΑ: ΤΚ 7280, ΛευκωσίαΚυκλοφόρησε σε 1.000 αντίτυπα τον Δεκέμβρη 2009
Μετάφραση, επιμέλεια: Κώστας Πίττας
Εξώφυλλο: Παντελής Γαβριηλίδης Σελιδοποίηση: Πάνος Γαραντζιώτης Εκτύπωση: Αφοί Ν. Παππά και Σια ΑΕΒΕ, Πλαστήρα 256 Αγ. Ανάργυροι
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΘΗΝΑ: ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Φειδίου 14-16, Τ.Κ.10678. τηλ.: 210 5247584 [email protected]
Περιεχόμενα
Πρόλογος στην πρώτη έκδοση Εισαγωγή
1 Τι μας χρειάζεται η θεωρία;Οι ιδεαλιστές
2 Για να καταλάβουμε την Ιστορία Η υλιστική ερμηνεία της Ιστορίας
3 Η πάλη των τάξεωνΗ πάλη των τάξεων και το κράτος
4 Ο Καπιταλισμός - Πώς ξεκίνησε το σύστημα Εκμετάλλευση και υπεραξίαΗ αυτοδιεύρυνση του κεφαλαίου
5 Η εργασιακή θεωρία της αξίας Ανταγωνισμός και συσσώρευση
6 Η οικονομική κρίσηΓιατί οι κρίσεις έχουν την τάση να χειροτερεύουν
7 Η εργατική τάξη8 Πώς μπορεί να αλλάξει η κοινωνία;
Ποιος δίνει τις διαταγές;Το εργατικό κράτος Η απονέκρωση του κράτους
9 Πώς οι εργάτες γίνονται επαναστάτες10 Το επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα
Τι είδους κόμμα;
11 Ιμπεριαλισμός και εθνική απελευθέρωση12 Η οικογένεια, η γυναικεία καταπίεση
και η απελευθέρωση των γυναικών Η καπιταλιστική οικογένειαΗ απελευθέρωση των γυναικών
13 Σοσιαλισμός και Πόλεμος
579
16
28
36
47
55
6367
8286
91
98
105
Ο Κρις Χάρμαν (1942-2009) ήταν ηγετικό στέλεχος του Socialist Workers Party στη Βρετανία. Πέθανε στις 6 Νοεμβρίου 2009 στο Κάιρο όπου ήταν ομιλητής σε συνέδριο της αιγυπτιακής Αριστερός. Υπήρξε ένας από τους πλέον διακεκριμένους μαρξιστές που εμφανίστηκαν στην Βρετανία μέσα από το κύμα πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης του 1968. Για 25 χρόνια ύπηρξε διευθυντής της εφημερίδας Socialist W orker και τα τελευταία χρόνια ήταν εκδότης του περιοδικού International Socialism.
Αφησε μια πλούσια κληρονομιά θεωρητικών επεξεργασιών.Από το Μαρξιστικό Βιβλιωπολείο κυκλοφορούν τα βιβλία του:
Η νέα κρίση του καπιταλισμού, Η οικονομία του τρελοκομείου, ΔΝΤ- Παγκόσμια Τράπεζα και Παγκοσμιοποίηση, Γερμανία 1918-1923. Η χαμένη επανάσταση, Πώς χάθηκε η ρώσικη επανάσταση, Μ άης 68, Αντόνιο Γκράμσι, Μαρξισμός-θεωρία και πράξη, Μ αρξισμός και Εθνικισμός, Βάση και Εποικοδόμημα, Ριζοσπαστικό Ισλάμ Ιμπεριαλισμός και Αριστερά, καθώς και ο εκτενής επίλογος στο βιβλίο Ν.Μ πουχάριν Ιμπεριαλισμός και παγκόσμια οικονομία με τίτλο «Αναλύοντας τον Ιμπεριαλισμό».
Αλλα βιβλία του στα αγγλικά είναι: “Class Struggles in Eastern Europe", “The Fire's last Time-1968 and after” και το μνημειώδες έργο του “Peoples History o f the World".
ήταν ομιλητής στην συζήτηση Ή κρίσηκαι ηΑντικαηιταλιστική Αριστερά' στη διάρκεια του τετραήμερου 'Μαρξισμός 2009"
Ο Chris Harman
Πρόλογος στην πρώτη ελληνική έκδοση
Η έκδοση αυτού του μικρού φυλλαδίου στα ελληνικά έρχεται να καλύψει ένα πραγματικό κενό: τι μπορεί να διαβάσει κάποιος που θέλει να αρχίσει τη γνωριμία του με τον Μαρξισμό; Πού μπορεί να βρει μια απλή, αλλά όχι απλοϊκή, εισαγωγή σ’ αυτό τον πλούτο θεμάτων που καλύπτει η μαρξιστική θεωρία;
Αυτό το ερώτημα είναι τόσο παλιό όσο και το ίδιο το επαναστατικό εργατικό κίνημα. Από το «Μισθός, Τιμή, Κέρδος» του ίδιου του Μαρξ μέχρι το «Αλφαβητάρι του Κομμουνισμού» των Μπουχάριν-Πρεομ- πραζένσκι και τα «Μαθήματα για Αρχαρίους» του Ριαζάνοφ, οι προσπάθειες για να εκλαϊκευτούν οι βασικές ιδέες του μαρξισμού είναι πολλές και δεμένες με την ίδια την ανάπτυξη του κινήματος.
Από τότε όμως, έχουν μεσολαβήσει οι δεκαετίες του σταλινισμού. Τα διάφορα «εγχειρίδια» της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ πρόσφε- ραν εκλαϊκευμένη τη διαστρέβλωση του μαρξισμού, τη μετατροπή του σε ιδεολογικό φύλλο συκής για τις αθλιότητες του καθεστώτος που έθαψε την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Σήμερα, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» τα σταλινικά εγχειρίδια έχουν περάσει στα αζήτητα, κυριολεκτικά στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Αυτή τη στιγμή ένα βοήθημα για όσους προσπαθούν ν' ανακαλύ- ψουν τι πραγματικά είπε ο Μαρξ και οι επαναστάτες μαρξιστές είναι πολύτιμο.
Ο Κρις Χάρμαν, ηγετικό μέλος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (SWP) της Βρετανίας και εκδότης της εφημερίδας του, Socialist Worker, έγραψε αυτό το φυλλάδιο έχοντας οδηγό τις συμβουλές του
Γκράμσι. Στα «Τετράδια της φυλακής» ο Γκράμσι (που συνήθως παρουσιάζεται σαν ένας δυσνόητος «διανοούμενος των διανοούμενων») εξηγούσε πώς μπορεί να γίνει εκλαΐκευση χωρίς εκχυδαϊσμό.
Υπάρχει η αίσθηση ότι η διαλεκτική είναι κάτι το επίπονο και δύσκολο, στο βαθμό που η διαλεκτική σκέψη συγκρούεται με τη χυδαία κοινή λογική, που είναι δογματική, γεμάτη αψορισμούς και τυπικότη- τες...
Είναι απαραίτητο να καταστρέψουμε την πλατιά διαδεδομένη προκατάληψη ότι η φιλοσοφία είναι ένα παράξενο και δύσκολο πράγμα, μόνο και μόνο επειδή είναι η ιδιαίτερη πνευματική δραστηριότητα μιας ειδικής κατηγορίας ειδικών κι επαγγελματιών φιλοσόφων. Πρέπει κατ' αρχήν να αποδείξουμε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι «φιλόσοφοι».
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό το μικρό βιβλιαράκι είναι γραμμένο σ’ αυτό το πνεύμα. Είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο συγγραφέας θεωρεί σαν βάση της επαναστατικής κοσμοθεωρίας τη θέση του Μαρξ ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι το έργο της ίδιας της εργατικής τάξης. Πατάει δηλαδή στο κόκκινο νήμα που δένει τον Μαρξ και τον Ένγκελς με τον Λένιν και τον Τρότσκι, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Γκράμσι, όλους τους επαναστάτες που πάλεψαν για ν’ αλλάξουν την κοινωνία όχι από τα πάνω μέσα από τα κοινοβούλια και τις μικρο- αλλαγές, αλλά από τα κάτω, στηριγμένοι στη δράση των εργατών που ανακαλύπτουν τη συλλογική δύναμη της τάξης τους.
ΓΓ αυτό ακριβώς, ενώ δεν αποφεύγει κανένα από τα δύσκολα ερωτήματα (Γιατί χρειάζεται η θεωρία, τι σημαίνει ιστορικός υλισμός, γιατί η εργασία είναι πηγή της αξίας, πώς δημιουργούνται οι οικονομικές κρίσεις) τα πλησιάζει από τη σκοπιά των αγωνιστών που θέλουν ν’ αλλάξουν τον κόσμο και αναρωτιούνται «πώς οι εργάτες γίνονται επαναστάτες». Σ’ αυτήν την προσπάθεια είναι αφιερωμένη κι αυτή η έκδοση.
Πάνος ΓκαργκάναςΑθήνα, Μάης 1991
-6-
Εισαγωγή
Υπάρχει ένας πλατιά διαδεδομένος μύθος που λέει ότι ο μαρξισμός είναι δύσκολος. Αυτόν τον μύθο τον διαδίδουν οι εχθροί του σοσιαλισμού. Για παράδειγμα, ο Χάρολντ Ουίλσον που ήταν πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Εργατικού Κόμματος στην Βρετανία την δεκαετία το ‘60, παινευόταν πως δεν μπόρεσε ποτέ να διαβάσει πέρα από την πρώτη σελίδα από το "Κεφάλαιο" του Μαρξ. Ο ίδιος μύθος ενθαρρύνε- ται κι από ένα περίεργο είδος ακαδημαϊκών που αυτοαποκαλούνται "μαρξιστές” Αυτοί οι τελευταίοι, μιλούν επίτηδες με θολές, ασαφείς κι αινιγματικές εκφράσεις με σκοπό να δώσουν την εντύπωση πως κατέχουν μια ειδική γνώση την οποία δεν μπορούν να έχουν οι άλλοι.
Έτσι, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι πολλοί απλοί άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους σοσιαλιστές και εργάζονται πάνω από 40 ώρες την βδομάδα στα εργοστάσια, στα ορυχεία, στις οικοδομές ή τα γραφεία, παίρνουν ως δεδομένο ότι ο μαρξισμός είναι κάτι που δεν θα έχουν ποτέ τον καιρό ή την ευκαιρία να κατανοήσουν.
Στην πραγματικότητα οι βασικές ιδέες του μαρξισμού είναι πολύ απλές. Εξηγούν, όπως δεν καταφέρνει να το κάνει καμιά άλλη θεωρία, την κοινωνία μέσα στην οποία ζούμε. Βοηθούν να καταλάβουμε έναν κόσμο που ταλανίζεται από οικονομικές κρίσεις, από φτώχεια των πολλών που συνυπάρχει με απίστευτα πλούτη των λίγων, από πολέμους, από ρατσιστικές διακρίσεις, από πραξικοπήματα και στρατιωτικές δικτατορίες, από καταπληκτικές εφευρέσεις που όμως ρίχνουν εκατομμύρια εργάτες στην ανεργία, από “δημοκρατίες” που χρησιμοποιούν βασανιστές και “σοσιαλιστικές” χώρες που απειλούν η μια την άλλη με πυ
ρηνικούς πυραύλους.Την ίδια ώρα, οι διάφοροι κατεστημένοι διανοούμενοι που τόσο πε
ριγελούν τις μαρξιστικές ιδέες, δεν έχουν τίποτα το θετικό να προσφέρουν, είτε για να κατανοήσουμε, είτε για να εξηγήσουμε όλα αυτά τα γεγονότα.
Όμως, αν και ο μαρξισμός δεν είναι δύσκολος, υπάρχει ένα πρόβλημα για τον αναγνώστη που έρχεται για πρώτη φορά σ’ επαφή με τα κείμενα του Μαρξ. Ο Μαρξ έγραψε πριν 150 χρόνια. Χρησιμοποίησε την γλώσσα της εποχής και τα κείμενά του είναι γεμάτα με αναφορές σε άτομα και γεγονότα που τότε ήταν γνωστά σε όλους, αλλά τώρα είναι γνωστά μόνο στους ειδικούς ιστορικούς.
Θυμάμαι το πρώτο μου μπέρδεμα όταν, ενώ ακόμα ήμουνα μαθητής, προσπάθησα να διαβάσω το βιβλίο του Μαρξ "Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη” Δεν ήξερα ούτε τι ήταν το Μπρυμαίρ, ούτε ποιος ήταν ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης. Πόσοι και πόσοι σοσιαλιστές δεν έχουν εγκαταλείψει τις προσπάθειες να καταπιαστούν με το μαρξισμό μετά από τέτοιες εμπειρίες!
Να λοιπόν γιατί κυκλοφορεί αυτό το μικρό βιβλιαράκι. Προσπαθεί να προσφέρει μια εισαγωγή στις μαρξιστικές ιδέες, που θα διευκολύνει τους σοσιαλιστές να κατανοήσουν τι εννοούσε ο Μαρξ και να καταλάβουν την εξέλιξη του μαρξισμού όπως την συνέχισαν ο Φρίντριχ Ένγ- κελς, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο Βλαντιμίρ Λένιν, ο Λέον Τρότσκι και ένας μεγάλος αριθμός άλλων στοχαστών.
Ένα τελευταίο σημείο που θα ήθελα να επισημάνω είναι ότι ο περιορισμένος χώρος αυτού του μικρού βιβλίου με εμπόδισε να ασχοληθώ εδώ με αρκετά σημαντικά θέματα της μαρξιστικής ανάλυσης που αφορούν στην σύγχρονη εποχή.
Κρις Χάρμαν
Κεφάλαιο Πρώτο
Τι μας χρβάζεται η 8copia;
«Το ξέρουμε ότι υπάρχει κρίση. Το ξέρουμε πως οι εργοδότες μάς ξεζουμίζουν. Το ξέρουμε πως όλοι μας είμαστε δυσαρεστημένοι. Το ξέρουμε πως χρειαζόμαστε τον σοσιαλισμό. Όλα τ’ άλλα είναι θεωρίες για τους διανοούμενους».
Παρόμοιες κουβέντες ακούγονται συχνά από αγωνιστές της αριστερός, από μαχητικούς συνδικαλιστές, από νέους αντικαπιταλιστές ακτιβιστές. Τέτοιες απόψεις προωθούνται από τους αντίπαλους του σοσιαλισμού που προσπαθούν να δημιουργήσουν την εντύπωση πως ο μαρξισμός είναι μια θεωρία περίπλοκη, συγχυσμένη και ανιαρή.
Οι ιδέες περί σοσιαλισμού, λένε, είναι “αψηρημένες" Μ πορεί να φαίνονται ωραίες στη θεωρία, αλλά στην πραγματικότητα η κοινή λογική μάς λέει πως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Το πρόβλημα με τέτοιου τύπου επιχειρήματα είναι πως αυτοί που τα χρησιμοποιούν συνήθως έχουν μια δίκιά τους "θεωρία" έστω κι αν δεν το αναγνωρίζουν. Κάντε τους οποιαδήποτε ερώτηση για την κοινωνία και θα προσπαθήσουν να απαντήσουν γενικεύοντας. Μερικά παραδείγματα...- "Οι άνθρωποι είναι από την φύση τους εγωιστές...”- "Οποιοσδήποτε μπορεί να φτάσει ψηλά, αρκεί να δουλέψει σκληρά...”- “Αν δεν υπήρχαν πλούσιοι δεν θα υπήρχαν λεφτά για να ανοίγουν
δουλειές και άρα δεν θα δουλεύαμε οι υπόλοιποι...”
--9-
Κρις Χάρμαν
- “Αν μπορούσαμε να μορφώσουμε τους εργάτες, θ ’ άλλαζε και η κοινωνία..."
- “Ο εκφυλισμός των ηθών έχει φέρει την χώρα στην κατάσταση που βρίσκεται..."
Παρακολουθείστε οποιαδήποτε συζήτηση στον δρόμο, στο λεωφορείο, στην καντίνα του εργοστασίου, στην φοιτητική λέσχη. Θα ακού- σετε δεκάδες τέτοια επιχειρήματα. Καθένα τους περιέχει και μια αντίληψη που "εξηγεί” γιατί η κοινωνία είναι αυτή που είναι και για το πώς μπορούν οι άνθρωποι να βελτιώσουν τις συνθήκες στις οποίες ζουν. Τέτοιες αντιλήψεις είναι όλες "θεωρίες” για την κοινωνία.
Ό ταν κάποιος λέει πως δεν έχει θεωρία, στην πραγματικότητα αυτό που εννοεί είναι πως δεν έχει ξεκαθαρισμένη άποψη.
Κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο για τον καθένα και την καθεμιά που προσπαθεί να αλλάξει την κοινωνία, επειδή οι εφημερίδες, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, όλα τα ΜΜΕ προσπαθούν συνεχώς να μας γεμίσουν τα μυαλά με εξηγήσεις για τα κακά που υπάρχουν στην κοινωνία μας. Ελπίζουν πως θα δεχτούμε ό,τι λένε, χωρίς να σκεφτούμε αυτά που λένε.
Όμως δεν μπορείς να παλέψεις αποτελεσματικά για ν αλλάξεις την κοινωνία, αν δεν αναγνωρίσεις ποιο είναι το λάθος σ’ όλα αυτά τα επιχειρήματα.
Αυτό διαπιστώθηκε για πρώτη φορά πριν 180 χρόνια. Το 1830 και το 1840 η ανάπτυξη της βιομηχανίας στις περιοχές της βορειοδυτικής Αγγλίας είχε σαν αποτέλεσμα να απορροψηθούν χιλιάδες άνδρες, γυ ναίκες και παιδιά σε δουλειές με μισθούς πενιχρούς. Αναγκάστηκαν να ζουν κάτω από συνθήκες απίστευτα άθλιες.
Αρχισαν να παλεύουν ενάντια σ’ αυτές τις συνθήκες δημιουργώντας τις πρώτες μαζικές εργατικές οργανώσεις. Εμφανίστηκαν τα πρώτα συνδικάτα και στην Βρετανία δημιουργήθηκε το πρώτο κίνημα που διεκδικούσε πολιτικά δικαιώματα για τους εργάτες, οι Χαρτιστές. Μαζί μ’ αυτά τα κινήματα αναπτύχθηκαν και οι πρώτες μικρές ομάδες ατόμων που αφοσιώθηκαν στο σκοπό του σοσιαλισμού.
-10-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Αυτόματα εμφανίστηκε και το πρόβλημα του πώς το εργατικό κίνημα θα πετύχαινε τους σκοπούς του.
Μερικοί έλεγαν πως ήταν δυνατόν να πείσουμε εκείνους που είναι στην εξουσία ν’ αλλάξουν τα πράγματα με ειρηνικό τρόπο. Το "ηθικό κύρος” ενός μαζικού ειρηνικού κινήματος θα εξασφάλιζε στους εργάτες κάποιες κατακτήσεις. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι οργανώθηκαν, διαδήλωσαν, δούλεψαν για το χτίσιμο ενός κινήματος βασισμένου σε τέτοιες απόψεις -μ ό ν ο που οδηγήθηκαν στην ήττα και στη θλιβερή απογοήτευση.
Αλλοι άνθρωποι αναγνώρισαν την αναγκαιότητα της χρησιμοποίησης βίας, αλλά νόμιζαν ότι μπορούσαν να το επιτύχουν με σχετικά μικρές, συνωμοτικές ομάδες αποκομμένες από την υπόλοιπη κοινωνία. Και αυτή η αντίληψη οδήγησε χιλιάδες εργάτες σε αγώνες που τέλει- ωσαν με την ήττα και την απογοήτευση.
Αλλοι πάλι πίστευαν πως οι εργάτες θα μπορούσαν να πετύχουν τους στόχους τους αποκλειστικά με την οικονομική δράση, χωρίς ν’ α ντιμετωπίσουν τον στρατό και την αστυνομία. Τα επιχειρήματά τους οδήγησαν σε μαζική δράση. Το 1842 έγινε η πρώτη γενική απεργία σ’ όλο τον κόσμο στις βιομηχανικές περιοχές της βόρειας Αγγλίας, όπου δεκάδες χιλιάδες εργάτες απεργούσαν για πέντε βδομάδες μέχρι που εξαναγκάστηκαν να λύσουν την απεργία από την πείνα και τις στερήσεις.
Προς το τέλος της πρώτης περιόδου ήττας των εργατικών αγώνων, το 1848, ο Γερμανός σοσιαλιστής Καρλ Μαρξ, διατύπωσε ολοκληρωμένα τις δικές του απόψεις, σε ένα βιβλιαράκι με τίτλο “Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο”
Οι ιδέες του δεν ήταν ουρανοκατέβατες. Επιχειρούσαν να δώσουν μια βάση για την αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων που βγήκαν στην επιφάνεια από την μέχρι τότε εμπειρία του εργατικού κινήματος.
Οι ιδέες που ανέπτυξε ο Μαρξ ισχύουν ακόμα και σήμερα. Είναι ηλίθιο να λέμε, όπως κάνουν μερικοί, πως οι ιδέες αυτές είναι ξεπερασμένες γιατί ο Μαρξ έγραφε πριν 150 χρόνια. Για την ακρίβεια, όλες οι
- -11-
Κρις Χάρμαν
αντιλήψεις για την κοινωνία που αντιμετώπισε ο Μαρξ, είναι ακόμα πολύ διαδεδομένες. Ό πω ς οι Χαρτιστές συζητούσαν για το δίλημμα “ηθικό κύρος" ή “φυσική βία” έτσι και σήμερα οι σοσιαλιστές διαφωνούν για τον “κοινοβουλευτικό δρόμο" ή τον "επαναστατικό δρόμο” Ανάμεσα σ’ αυτούς που είναι επαναστάτες, τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της "ατομικής τρομοκρατίας” είναι το ίδιο επίκαιρα όπως ήταν και το 1848.
Οι ιδεαλιστέςΟ Μαρξ δεν ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να περιγράφει τα
στραβά που υπήρχαν στην κοινωνία. Τον καιρό που έγραφε, οι νέες εφευρέσεις στα εργοστάσια απέδιδαν τόσο πλούτο που οι προηγούμενες γενιές δεν μπορούσαν ούτε να ονειρευτούν. Για πρώτη φορά φαινόταν πως η ανθρωπότητα είχε τα μέσα ν’ αμυνθεί απέναντι σε οποιαδή- ποτε θεομηνία ή τις συμφορές που μάστιζαν τις προηγούμενες εποχές.
Όμως αυτό, δεν σήμαινε καμιά βελτίωση στην ζωή της πλειοψηφίας των ανθρώπων. Ακριβώς το αντίθετο. Οι άντρες, οι γυναίκες και τα παιδιά που δούλευαν στα νέα εργοστάσια ζούσαν πολύ χειρότερα απ' τους παππούδες τους που είχαν μοχθήσει δουλεύοντας στη γη. Τα μεροκάματα μόλις που ξεπερνούσαν το όριο της επιβίωσης. Στις περιόδους μαζικής ανεργίας μάλιστα, έπεφταν και κάτω από το όριο αυτό. Ή ταν όλοι στοιβαγμένοι σε φτωχογειτονιές μέσα στη μιζέρια, ζούσαν κάτω από ανθυγιεινές συνθήκες και ήταν εκτεθειμένοι σε θανατηφόρες επιδημίες.
Αντί η άνοδος του πολιτισμού να φέρνει ευτυχία και πιο ανθρώπινη ζωή, έφερνε περισσότερη δυστυχία. Αυτό το παρατήρησαν, όχι μόνο ο Μαρξ, αλλά και μερικοί άλλοι μεγάλοι στοχαστές της εποχής -όπω ς οι Αγγλοι ποιητές Μπλέικ και Σέλεϊ, οι Γάλλοι Φουριέ και Προυντόν, οι Γερμανοί φιλόσοφοι Χέγκελ και Φόιερμπαχ.
Ο Χέγκελ κι ο Φόιερμπαχ ονόμασαν αυτή την άσχημη κατάσταση στην οποία βρισκόταν η ανθρωπότητα “αλλοτρίωση” -ένας όρος που ακούγεται συχνά. Με τον όρο αλλοτρίωση, ο Χέγκελ και ο Φόιερμπαχ εννοούσαν ότι οι άνθρωποι ανακάλυπταν συνέχεια πως κυριαρχούνταν
-12-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
και καταπιέζονταν από τα ίδια τα δικά τους δημιουργήματα του παρελθόντος. Έτσι, ο Φόιερμπαχ υπέδειξε πως οι άνθρωποι πρώτα δημιούργησαν την ιδέα του θεού -και μετά γονάτισαν μπροστά σ’ αυτήν νοιώθοντας δυστυχισμένοι γιατί δεν μπορούσαν ν’ ανταποκριθούν σε κάτι που οι ίδιοι κατασκεύασαν. Όσο πιο αναπτυγμένη γινόταν η κοινωνία τόσο οι άνθρωποι γίνονταν πιο δυστυχισμένοι και αλλοτριωμένοι.
Στα πρώτα του κείμενα ο Μαρξ υιοθέτησε αυτή την έννοια της α λλοτρίωσης για να εξηγήσει την ζωή εκείνων που παρήγαγαν τον πλούτο στην κοινωνία:
Ο εργάτης γίνεται φτωχότερος όσο πιο πολύ πλούτο παράγει, όσο πιο πολύ η παραγωγή του αυξάνεται σε δύναμη και σε μέγεθος... Όσο αυξάνεται η αξία του κόσμου των αγαθών σε άμεση αναλογία εξελίσσεται η υποτίμηση του κόσμου των ανθρώπων...Το αντικείμενο που παράγει η εργασία αντιμετωπίζεται σαν κάτι ξένο, σαν μια δύναμη ανεξάρτητη από τον παραγωγό...
Στην εποχή του Μ αρξ οι πιο δημοφιλείς ερμηνείες για τις αιτίες των προβλημάτων που βασάνιζαν την κοινωνία ήταν θρησκευτικού χαρακτήρα. Η δυστυχία στην κοινωνία, λέγανε, υπήρχε γιατί οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν να κάνουν αυτά που ήθελε ο Θεός. Αν όλοι μας «αποβάλλαμε την αμαρτία» όλα θα πήγαιναν μια χαρά.
Παρόμοιες απόψεις ακούγονται και σήμερα, αν και συνήθως πα ρουσιάζονται ως μη θρησκευτικές. Ό πω ς για παράδειγμα ο ισχυρισμός πως «για ν’ αλλάξεις την κοινωνία, πρέπει ν’ αλλάξεις πρώτα τον εαυτό σου». Αν ο κάθε άντρας κι η κάθε γυναίκα θεραπεύονταν από τον «εγωισμό» ή τον «υλισμό» τότε αυτόματα η κοινωνία θα γινόταν καλύ- τερη.
Μια παραλλαγή αυτής της άποψης πρότεινε όχι την συνολική αλλαγή, αλλά μόνο την αλλαγή μερικών ατόμων που κατείχαν θέσεις- κλειδιά. Η ιδέα ήταν να πείσουμε τους πλούσιους και τους δυνατούς «να σκέφτονται λογικά».
Ένας από τους πρώτους Βρετανούς σοσιαλιστές, ο Ρόμπερτ Όουεν,
'-13-
Κρις Χάρμαν
άρχισε προσπαθώντας να πείσει τους βιομήχανους πως έπρεπε να είναι καλοί με τους εργάτες τους. Η ίδια αντίληψη κυριαρχεί και σήμερα ανάμεσα στους ηγέτες των σοσιαλδημοκρατικών αρχηγούς, ακόμα στις αριστερές τους πτέρυγες. Πάντοτε αποκαλούν τα εγκλήματα των εργοδοτών “λάθη" λες και λίγα επιχειρήματα θα αρκούσαν για να πείσουν τους επιχειρηματίες ν’ αψήσουν λίγο την κοινωνία ν’ αναπνεύσει.
Ο Μαρξ χαρακτήριζε όλες αυτές τις απόψεις “ιδεαλιστικές" Ό χι επειδή πίστευε πως οι άνθρωποι δεν πρέπει να έχουν Ιδέες” αλλά γιατί αυτές οι απόψεις θεωρούν ότι οι ιδέες υπάρχουν χωρίς να έχουν σχέση με τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζουν οι άνθρωποι.
Ό μως οι ιδέες των ανθρώπων είναι πάντα συνδεδεμένες με τον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Πάρτε για παράδειγμα τον "εγωισμό” Η σημερινή καπιταλιστική κοινωνία καλλιεργεί τον εγωισμό -ακόμα και σε ανθρώπους που προσπαθούν συνέχεια να βάζουν τον εαυτό τους σε δεύτερη μοίρα. Ένας εργάτης που θέλει να κάνει το παν για τα παιδιά του ή να δώσει στους γονείς του κάτι παραπάνω από τη σύνταξή τους, ανακαλύπτει πως για να το πετύχει ο μόνος τρόπος είναι να παλεύει συνεχώς ενάντια σ’ άλλους ανθρώπους για να βρει καλύτερη δουλειά, για να κάνει περισσότερες υπερωρίες, για να μην απολυθεί. Σε μια τέτοια κοινωνία, δεν γίνεται ν’ απαλλαγείς από τον "εγωισμό” και την "απληστία” αλλάζοντας απλά και μόνο τις αντιλήψεις των ατόμων.
Ακόμα πιο γελοίο είναι να ισχυρίζεται κανείς ότι μπορεί ν’ αλλάξει η κοινωνία αν αλλάξουν οι ιδέες των ανθρώπων που βρίσκονται στην κορυφή της. Έστω πως πετύχαινες να πείσεις ένα μεγάλο εργοδότη να δεχτεί τις σοσιαλιστικές ιδέες και να σταματήσει να εκμεταλλεύεται τους εργάτες. Απλώς θα έχανε στον ανταγωνισμό από άλλους αντίπαλους εργοδότες και θα κήρυττε πτώχευση.
Ακόμα και για εκείνους που κυβερνούν την κοινωνία, αυτό που έχει σημασία γι’ αυτούς, δεν είναι οι ιδέες αλλά ο τρόπος που είναι χτισμένη η κοινωνία -η δομή τη ς - όπου επικρατούν αυτές οι ιδέες.
Ας δούμε το θέμα και διαφορετικά. Αν αυτό που μπορεί ν’ αλλάξει την κοινωνία είναι οι ιδέες, από πού προέρχονται οι ιδέες; Ζούμε σε ένα
-14-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
συγκεκριμένο είδος κοινωνίας. Οι ιδέες που διαδίδει ο τύπος, η τηλεόραση, το εκπαιδευτικό σύστημα κλπ, στηρίζουν αυτή την κοινωνία. Πώς λοιπόν μπόρεσαν κάποιοι ν’ αποκτήσουν εντελώς διαφορετικές ιδέες; Επειδή οι καθημερινές εμπειρίες τους βρίσκονται σε αντίθεση με τις επίσημες ιδέες της κοινωνίας μας.
Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός ότι σήμερα υπάρχουν πολύ λιγότεροι θρησκευόμενοι παρά 100 χρόνια πριν, απλώς με το να λέμε πως αυτό οψείλεται στην επιτυχία της αθεϊστικής προπαγάνδας. Πρέπει να εξηγήσεις και το γιατί σήμερα οι άνθρωποι είναι ανοικτοί στις ιδέες περί αθεϊσμού περισσότερο παρά πριν 100 χρόνια.
Ο πω ς και πάλι, αν θέλεις να ερμηνεύσεις την επίδραση που έχουν οι “μεγάλοι άνδρες” στην ιστορία, πρέπει να εξηγήσεις γιατί οι άνθρωποι συμφωνούν με αυτά που λένε και κάνουν και τους ακολουθούν. Δεν αξίζει να λέμε, για παράδειγμα, ότι ο Ναπολέων ή ο Λένιν άλλαξαν την ιστορία, χωρίς να εξηγούμε γιατί εκατομμύρια άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να κάνουν τα πράγματα που αυτοί πρότειναν. Στο κάτω-κάτω δεν έκαναν μαζικό υπνωτισμό. Κάτι υπήρχε στην εξέλιξη της κοινωνίας σ’ εκείνο το σημείο που οδήγησε τον κόσμο να πιστέψει πως αυτά που πρότει- ναν φαίνονταν σωστά.
Μπορούμε να κατανοήσουμε πώς οι ιδέες αλλάζουν την ιστορία μόνο αν καταλάβουμε από πού προέρχονται αυτές οι ιδέες και γιατί ο κόσμος τις υιοθετεί. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ερευνήσουμε πίσω και πέρα από τις ιδέες, στις υλικές συνθήκες της κοινωνίας μέσα στην οποία δημιουργούνται οι ιδέες. Γι’ αυτό ο Μαρξ επέμενε:
Δεν είναι η συνείδηση που καθορίζει την ύπαρξη, αλλά η κοινωνική ύπαρξη που καθορίζει τη συνείδηση.
-15-
Κεφάλαιο Δεύτερο
Για να καταλάβουμ€ την Ιστορία
Οι ιδέες από μόνες τους δεν μπορούν ν’ αλλάξουν την κοινωνία. Αυτό ήταν ένα από τα πρώτα συμπεράσματα του Μαρξ. Ό πω ς κι άλλοι στοχαστές πριν απ’ αυτόν, ο Μαρξ επέμενε πως για να κατανοήσεις την κοινωνία πρέπει να δεις τους ανθρώπους ως μέρος του υλικού κόσμου.
Η ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζεται από υλικές δυνάμεις, όπως ακριβώς η συμπεριφορά οποιουδήποτε φυσικού αντικειμένου. Η μελέτη της ανθρωπότητας αποτελούσε μέρος της επιστημονικής μελέτης του φυσικού κόσμου. Αυτοί που είχαν τέτοιες απόψεις ονομάζονταν υλιστές.
Ο Μαρξ θεώρησε τον υλισμό σαν ένα μεγάλο βήμα μπροστά, σε σχέση με τις διάφορες άλλες θρησκευτικές και ιδεαλιστικές αντιλήψεις για την ιστορία. Ο υλισμός σήμαινε πως μπορούσε κανείς να συζητά επιστημονικά για την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών κι όχι να στηρίζεται στις προσευχές στο θεό ή στην “πνευματική αλλαγή” των ανθρώπων.
Η αντικατάσταση του ιδεαλισμού από τον υλισμό ισοδυναμούσε με την αντικατάσταση του μυστικισμού από την επιστήμη. Ομως δεν είναι όλες οι υλιστικές ερμηνείες της ανθρώπινης συμπεριφοράς σωστές. Ο πω ς ακριβώς υπήρξαν λαθεμένες επιστημονικές θεωρίες στη Βιολογία, την Χημεία ή την Φυσική, έτσι υπήρξαν και λαθεμένες προσπάθειες στο ν’ αναπτυχθούν επιστημονικές θεωρίες για την κοινωνία. Να μερι
-16-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
κά παραδείγματα:Μια διαδεδομένη, μη μαρξιστική, υλιστική θεωρία ισχυρίζεται ότι οι
άνθρωποι είναι ζώα που συμπεριψέρονται “φυσιολογικά" με ορισμένους τρόπους. Ό πω ς ακριβώς είναι στη φύση του λύκου να σκοτώνει ή στη φύση του αρνιού να είναι πράο, έτσι είναι μέσα στη φύση των ανδρών να είναι επιθετικοί, να κυριαρχούν, να είναι ανταγωνιστικοί και άπληστοι (και αφήνεται να εννοηθεί πως οι γυναίκες είναι ήμερες, υποχωρητικές, γεμάτες σεβασμό και παθητικότητα).
Μια πρόσφατη διατύπωση αυτής της θεωρίας είναι και το μπεστ- σέλερ βιβλίο «Ο Γυμνός Πίθηκος». Τα συμπεράσματα που βγαίνουν από τέτοια επιχειρήματα, είναι πέρα για πέρα αντιδραστικά. Αν οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους επιθετικοί -τ ο βιβλίο έτσι ισχυρίζεται— τότε δεν υπάρχει νόημα να προσπαθούμε να βελτιώσουμε την κοινωνία. Τα πράγματα θα 'ναι πάντα όπως είναι. Οι επαναστάτες θ’ αποτυγχάνουν πάντα.
Αλλά η "ανθρώπινη φύση" στην πραγματικότητα διαφέρει από κοινωνία σε κοινωνία. Για παράδειγμα, ο ανταγωνισμός που η κοινωνία μας θεωρεί ως δεδομένο, δεν υπήρχε καν σε προηγούμενες κοινωνίες. Ό ταν οι επιστήμονες προσπάθησαν να κάνουν ένα τεστ νοημοσύνης στη φυλή Σιού των Ινδιάνων, ανακάλυψαν πως οι Ινδιάνοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί δεν έπρεπε να βοηθά ο ένας τον άλλο προκει- μένου ν’ απαντήσουν όλοι σωστά στις ερωτήσεις. Η κοινωνία πού ζούσαν στηριζόταν στην στενή συνεργασία κι όχι στον ανταγωνισμό.
Το ίδιο και με την επιθετικότητα. Ό ταν οι Εσκιμώοι πρωτοσυνάν- τησαν Ευρωπαίους, δεν μπορούσαν να καταλάβουν την έννοια του πολέμου. Η ιδέα να προσπαθεί μια ομάδα ανθρώπων να εξοντώσει μια άλλη, τους φαινόταν τρελή.
Στην κοινωνία μας θεωρείται μέσα στη “φύση” των γονιών να αγαπούν και να προστατεύουν τα παιδιά τους. Ό μως στην Αρχαία Σπάρτη ήταν “φυσικό" να αφήνουν τα νεογέννητα έξω στα βουνά για να δουν αν μπορούν να επιζήσουν μέσα στο κρύο.
Οι θεωρίες περί “αιώνιας ανθρώπινης φύσης” δεν προσφέρουν κα-
'-17-
Κρις Χάρμαν
μιά εξήγηση για τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας. Οι πυραμίδες της Αίγυπτου, το μεγαλείο της Αρχαίας Ελλάδας, οι αυτοκρατορίες της Ρώμης και των'Ινκας, η σύγχρονη βιομηχανική πόλη, όλα αυτά ανάγονται στο ίδιο επίπεδο μ’ εκείνο των αμόρφωτων αγροτών που ζούσαν στις μεσαιωνικές καλύβες από λάσπη. Αυτό που έχει σημασία (στο ομώνυμο βιβλίο) είναι ο “γυμνός πίθηκος” όχι ο μεγάλος πολιτισμός που έχτισε ο πίθηκος. Ούτε έχει σχέση το πώς μερικές κοινωνίες καταφέρνουν να τρέψουν τους "πιθήκους” ενώ άλλες αφήνουν εκατομμύρια να πεθαίνουν της πείνας.
Αρκετοί άνθρωποι δέχονται μια διαφορετική υλιστική θεωρία, που τονίζει τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατόν να αλλάξει η ανθρώπινη συμπεριφορά. Ο πω ς τα ζώα μπορούν να εκπαιδευτούν μέσα σ’ ένα τσίρκο και να αποκτήσουν διαφορετική συμπεριφορά α π ’ αυτή της ζούγκλας, έτσι -λένε οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας- η ανθρώπινη συμπεριφορά μπορεί να αλλάξει με παρόμοιο τρόπο. Αν και εφόσον τον έλεγχο της κοινωνίας τον έχουν κατάλληλα άτομα τότε, λένε, η “φύση του ανθρώπου” θα μπορούσε να μετασχηματισθεί.
Αυτή η άποψη είναι σίγουρα ένα βήμα πιο μπροστά από τον "γυμνό πίθηκο" Αλλά αποτυγχάνει να εξηγήσει το πώς η κοινωνία, σαν σύνολο, μπορεί ν’ αλλάξει. Αν όλοι στην σημερινή κοινωνία συμπεριψέ- ρονται σαν καλογυμνασμένα σκυλιά, πώ ς θα μπορούσε κάποιος να σταθεί πιο πάνω απ’ την κοινωνία και να δει πώς θα μπορούσε να αλλάξει τους μηχανισμούς που καθορίζουν τη συμπεριφορά μας; Υπάρχει καμιά μειοψηφία ανθρώπων που με ένα μαγικό τρόπο δεν υπόκεινται σε εκείνες τις πιέσεις που κυριαρχούν στους υπόλοιπους ανθρώπους; Αν όλοι είμαστε ζώα μέσα στο τσίρκο, ποιος θα μπορούσε να γίνει ο θηριοδαμαστής;
Εκείνοι που ασπάζονται αυτή την θεωρία είτε καταλήγουν στο ότι η κοινωνία δεν μπορεί να αλλάξει (όπως αυτοί του “γυμνού πίθηκου”) ή πιστεύουν πως η αλλαγή έρχεται από κάπου έξω από την κοινωνία, από το Θεό, τον "μεγάλο άνδρα” ή τη δύναμη που έχουν οι ιδέες μεγάλων ανδρών. Ο υλισμός τους καταλήγει σε ένα είδος ιδεαλισμού που ξαναμ-
- 18-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
παίνει από την πίσώ πόρτα.Ό πω ς παρατήρησε ο Μαρξ, μια τέτοια θεωρία καταλήγει αναπό
φευκτα στο να χωρίσει την κοινωνία σε δυο μέρη, από τα οποία το ένα είναι ανώτερο από την κοινωνία. Αυτή η "υλιστική” αντίληψη πολύ συχνά είναι αντιδραστική. Ένας από τους πιο γνωστούς υποστηρικτές της σήμερα, είναι ένας δεξιός Αμερικάνος ψυχολόγος, ο Σκίνερ. Αυτός θέλει να κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται με διάφορους καθορισμένους τρόπους. Ό μως μιας και ο ίδιος είναι προϊόν της αμερικάνικης καπιταλιστικής κοινωνίας, η προσπάθεια του να καθορίσει τρόπους συμπεριφοράς καταλήγει στο να προσπαθεί να κάνει τους ανθρώπους να συμμορφώνονται με όσα επιτάσσει αυτή την κοινωνία.
Μια άλλη υλιστική θεωρία φορτώνει όλη την δυστυχία και εξαθλίωση του κόσμου στον υπερπληθυσμό. (Αυτή η θεωρία συνήθως ονομάζεται Μαλθουσιανή, από τον Αγγλο οικονομολόγο του 18ου αιώνα, Μάλθους, που πρώτος είχε εκφράσει αυτή την άποψη.) Αλλά κάτι τέτοιο δεν μπορεί να μας εξηγήσει γιατί στις ΗΠΑ λόγου χάρη, καίνε το σιτάρι ενώ στις Ινδίες οι άνθρωποι πεθαίνουν της πείνας. Ούτε μπορεί να εξηγήσει γιατί πριν 150 χρόνια δεν υπήρχε αρκετή παραγωγή τροφίμων στις ΗΠΑ για να θρέψει 10 εκατομμύρια κόσμο, ενώ σήμερα υπάρχει αρκετή για 200 εκατομμύρια κόσμο.
Αυτή η θεωρία ξεχνά πως κάθε επιπλέον στόμα που τρέφεται είναι παράλληλα και ένας ακόμα άνθρωπος ικανός να δουλέψει και να παράγει πλούτο.
Ο Μαρξ ονόμασε όλες αυτές τις λαθεμένες εξηγήσεις, μορφές του "μηχανιστικού" ή του "χυδαίου” υλισμού. Όλες αυτές οι θεωρίες ξεχνούν πως οι άνθρωποι δρουν και ενεργούν, είναι ζωντανά πλάσματα που οι ενέργειές τους και η δράση τους αλλάζουν και μεταβάλουν αυτόν τον κόσμο.
Κρις Χάρμαν
Η υλιστική ερμηνεία της Ιστορίας
Οι άνθρωποι μπορούν να ξεχωρίσουν από τα ζώα, με την συνείδηση, την θρησκεία ή οτιδήποτε άλλο θέλετε. Οι ίδιοι αρχίζουν να ξεχωρίζουν τους εαυτούς τους από τα ζώα μόλις αρχίσουν να παράγουν τα μέσα για τη διαβίωση τους, την τροφή τους, το καταφύγιό τους και τα ρούχα τους.
Μ’ αυτά τα λόγια ο Μαρξ τόνισε για πρώτη φορά το στοιχείο που ήταν χαρακτηριστικό στη δίκιά του εξήγηση για την ανάπτυξη της κοινωνίας. Τα ανθρώπινα όντα είναι ζώα, που προέρχονται από πιθηκοειδή πλάσματα. Ο πως τα άλλα ζώα, η πρώτη τους έγνοια ήταν να θρέψουν τους εαυτούς τους και να προστατευτούν από τον καιρό.
Ο τρόπος που τα άλλα ζώα κάνουν αυτά τα πράγματα εξαρτάται από την βιολογική κατασκευή που κληρονομούν. Ένας λύκος διατηρείται στη ζωή με το να κυνηγά και να σκοτώνει το θύμα του, με τρόπο που καθορίζεται από τα βιολογικά ένστικτα που κληρονόμησε. Τις κρύες νύχτες, η γούνα του τού δίνει ζεστασιά. Μεγαλώνει τα λυκόπουλα σύμφωνα με κληρονομημένα πρότυπα συμπεριφοράς.
Ομως η ανθρώπινη ζωή δεν είναι προκαθορισμένη με τέτοιο τρόπο. Οι άνθρωποι που περιπλανήθηκαν στη γη πριν 100.000 χρόνια ή 30.000 χρόνια ζούσαν πολύ διαφορετικά α π’ ότι εμείς. Ζούσαν μέσα σε σπηλιές και τρύπες. Δεν είχαν καθόλου σκεύη για να φυλάνε μέσα το φαγητό ή το νερό, για τροφή μάζευαν φρούτα και καρπούς και κυνηγούσαν άγρια θηρία με πέτρες. Δεν μπορούσαν ούτε να γράψουν ούτε να μετρήσουν πάνω από το δέκα, όσα δάχτυλα είχαν δηλαδή. Δεν είχαν καμιά πραγματική γνώση του τι υπήρχε και τι συνέβαινε έξω από το άμεσο περιβάλλον τους ούτε ήξεραν τίποτα για τους προγόνους τους. Ομως η φυσική κατασκευή των ανθρώπων εκείνων που ζούσαν πριν 100.000 χρόνια ήταν παρόμοια μ’ αυτή του σύγχρονου ανθρώπου και εκείνων που έζησαν πριν 30.000 χρόνια. Αν παίρναμε έναν άνθρωπο των σπηλαίων, τον λούζαμε και τον ξυρίζαμε, τον ντύναμε με σύγχρονη φορεσιά και
-20-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
τον αφήναμε σε-μια λεωφόρο κανένας δεν θα αναγνώριζε πως είναι εκτός χρόνου.
Ό πω ς παρατήρησε κι ο αρχαιολόγος Σ. Γκόρντον Τσάιλντ:
Οι πρώτοι σκελετοί του δικού μας γένους ανήκουν στα τέλη της εποχής των Παγετώνων... Από τον καιρό που οι σκελετοί του Χόμο Σάπιενς (Σκεπτόμενος Άνθρωπος) πρωτοεμψανίζονται στα αρχαιότερα πετρώματα περίπου πριν 25.000 χρόνια, η βιολογική ανέλιξη του ανθρωπίνου σώματος έχει σταματήσει, παρ’ όλο που η πρόοδος του πολιτισμού του ανθρώπου μόλις άρχιζε.
Η ίδια παρατήρηση γίνεται κι από τον αρχαιολόγο Λήκυ:
Οι φυσικές διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους του Ωριγνά- σιου και του Μαγδαλήνιου πολιτισμού (πριν 25.000 χρόνια) από τη μια, και των ανθρώπων της σημερινής εποχής από την άλλη είναι αμελητέες, ενώ οι πολιτισμικές διαφορές είναι αφάνταστα μεγάλες.
Με τη λέξη “πολιτισμός” οι αρχαιολόγοι εννοούν όλα αυτά που μαθαίνουν και διδάσκουν οι άνθρωποι ο ένας στον άλλο (πώς να ράβουν ρούχα από τις γούνες ή το μαλλί, πώς να κατασκευάζουν αγγεία με τον πηλό, πώς ν’ ανάβουν φωτιά, να φτιάχνουν σπίτια κλπ) σε αντίθεση με εκείνα τα πράγματα που τα ζώα γνωρίζουν ενστικτωδώς.
Η ζωή των πρώτων ανθρώπινων όντων ήταν ήδη πάρα πολύ δια
φορετική από εκείνη των άλλων ζώων. Κι αυτό γιατί οι άνθρωποι ήταν ικανοί να χρησιμοποιούν τα φυσικά χαρακτηριστικά που είχαν -μεγάλο εγκέφαλο, χέρια κατάλληλα για να χειρίζονται αντικείμενα^ για να αρχίσουν να διαμορφώνουν το περιβάλλον τους σύμφωνα με τις ανάγκες τους. Αυτό σήμαινε, πως οι άνθρωποι μπορούσαν να προσαρμοστούν σε συνθήκες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, χωρίς να χρειάζεται καμιά αλλαγή στη φυσική τους κατασκευή. Οι άνθρωποι δεν αντιδρούσαν απλά και μόνο στις γύρω συνθήκες. Μ πορούσαν να επενεργήσουν π ά νω σ’ εκείνες τις συνθήκες, αρχίζοντας κιόλας να τις μεταβάλλουν για το δικό τους όφελος.
■‘21-
Κρις Χάρμαν
Στην αρχή χρησιμοποίησαν ξύλα και πέτρες ενάντια στα άγρια θηρία, άναβαν δάδες από τις φυσικές φωτιές για να ζεσταίνονται και να φωτίζονται, ντυνόντουσαν με φύλλα και δέρματα ζώων. Μετά από πολλές χιλιάδες χρόνια έμαθαν να ανάβουν φωτιά μόνοι τους, να επεξεργάζονται τις πέτρες με άλλες πέτρες, τελικά να φυτεύουν σπόρους που οι ίδιοι καλλιεργούσαν, να φυλάγουν τη σοδειά σε αγγεία από πηλό και να εξημερώνουν μερικά ζώα.
Σχετικά πρόσφατα -μόνο 5.000 χρόνια πριν, από το μισό εκατομμύριο χρόνια της ιστορίας του ανθρώ που- έμαθαν να μετατρέπουν το μετάλλευμα σε μέταλλο που μπορούσαν μετά να επεξεργαστούν κατασκευάζοντας κατάλληλα εργαλεία και αποτελεσματικά όπλα.
Κάθε πρόοδος του ανθρώπου είχε τεράστιο αντίκτυπο, όχι μόνο στο να γίνει η ζωή των ανθρώπων ευκολότερη, στο να τραφούν και να ντυθούν, αλλά επίσης και στον μετασχηματισμό της ίδιας της οργάνωσης της ανθρώπινης ζωής. Από την αρχή της, η ζωή του ανθρώπου ήταν κοινωνική. Μόνο με τις συνδυασμένες προσπάθειες πολλών ανθρώπων μπορούσαν να σκοτώσουν τα θηρία, να μαζέψουν τροφή και να ανάβουν φωτιές. Ή ταν υποχρεωμένοι να συνεργάζονται.
Αυτή η συνεχής στενή συνεργασία τούς ανάγκασε και να επικοινωνούν, βγάζοντας ήχους και αναπτύσσοντας μια γλώσσα. Αρχικά οι κοινωνικές ομάδες ήταν απλές. Δεν υπήρχε στη φύση αρκετή τροφή για να συντηρηθεί μια ομάδα μεγαλύτερη από καμιά εικοσαριά άτομα. Όλες οι προσπάθειες έπρεπε να έχουν σαν βασικό στόχο την εξεύρεση τροφής, έτσι που όλοι έκαναν την ίδια δουλειά και ζούσαν με τον ίδιο τρόπο ζωής. Μιας και δεν υπήρχαν τα μέσα για την αποθήκευση μεγάλης ποσότητας τροφίμων δεν μπορούσαν να υπάρξουν ατομική ιδιοκτησία ή ταξικοί διαχωρισμοί, ούτε υπήρχε καθόλου η λεία που θα δημιουργούσε κίνητρα για πολέμους.
Μέχρι και πριν μερικά χρόνια, υπήρχαν ακόμα σε πολλά μέρη του πλανήτη εκατοντάδες κοινωνίες των οποίων ο τρόπος ζωής ήταν ίδιος μ’ αυτόν που περιγράψαμε: π.χ. ανάμεσα στους Ινδιάνους της Βόρειας και Νότιας Αμερικής, σε μερικούς λαούς του Ισημερινού, της Αφρικής
-22-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
και του Ειρηνικού Ωκεανού και σε μερικούς ιθαγενείς της Αυστραλίας.Ό χι πως αυτοί οι άνθρωποι ήταν λιγότερο έξυπνοι από εμάς ή είχαν
μια πιο “πρωτόγονη νοοτροπία” Οι ιθαγενείς της Αυστραλίας για πα ράδειγμα, για να επιβιώσουν έπρεπε να μάθουν να ξεχωρίζουν χιλιάδες φυτά και τις συνήθειες και τα χαρακτηριστικά δεκάδων διαφορετικών ειδών ζώων.
Ο ανθρωπολόγος καθηγητής Φερθ έχει περιγράφει πως:
Οι φυλές της Αυστραλίας... γνωρίζουν τις συνήθειες, τα σημάδια, τους κρυψώνες και τις εποχές όλων των ζώων, ψαριών και πουλιών που είναι κατάλληλα για τροφή. Γνωρίζουν τις εξωτερικές και μερικές από τις λιγότερο φανερές ιδιότητες των βράχων, των πετρών, των ρητινών, της μαστίχας, των φυτών, των ινών και των φλουδών. Ξέρουν να ανάβουν φωτιά. Ξέρουν πώς να χρησιμοποιήσουν τη φωτιά σαν παυσίπονο, να σταματήσουν την αιμορραγία και να επιβραδύνουν την αποσύνθεση της φρέσκιας τροφής. Χρησιμοποιούν επίσης την φωτιά και την θερμότητα για να σκληραίνουν ή να μαλακώνουν τα ξύλα... Ξέρουν για τις φάσεις της σελήνης, την κίνηση της παλίρροιας, τους κύκλους των πλανητών και την σειρά και διάρκεια των εποχών. Έχουν συσχετίσει τις κλιματολογικές μεταβολές, όπως την κατεύθυνση των ανέμων, την υγρασία, την θερμοκρασία με την ποσότητα και την ανάπτυξη διαφόρων ειδών του ζωικού και φυτικού βασιλείου... Επιπλέον με ευφυΐα κάνουν οικονομική χρήση των υποπροϊόντων από τα ζώα που κυνηγούν για τροφή. Το κρέας του καγ- κουρό τρώγεται. Τα κόκαλα των ποδιών του τα χρησιμοποιούν για να κατασκευάζουν πέτρινα εργαλεία, οι τένοντες γίνονται λόγχες, τα νύχια γίνονται περιδέραια με κερί και ίνες. Το λίπος αναμιγνύεται με κόκκινη ώχρα και χρησιμοποιείται σαν καλλυντικό και το αίμα με την καρβουνόσκονη γίνεται βαφή. Έχουν ορισμένες γνώσεις των βασικών αρχών της Μηχανικής, ξύνουν το μπούμερανγκ ξανά και ξανά μέχρι να πετύχουν τη σωστή καμπύλη...
Είναι πολύ πιο "έξυπνοι" από εμάς στην αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων στην προσπάθειά τους για επιβίωση στην έρημο της Αυστραλίας. Αυτό που δεν είχαν μάθει ήταν να φυτεύουν σπόρους και να
'-23-
Κρις Χάρμαν
καλλιεργούν, κάτι που οι δικοί μας πρόγονοι έμαθαν μόλις πριν 5.000 χρόνια, αφού έζησαν ήδη στη γη περίπου 500.000 χρόνια.
Η ανάπτυξη νέων τεχνικών για την παραγωγή πλούτου, όλα αυτά τα πράγματα που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι στη ζωή τους, δημιουργούσε πάντα νέους τρόπους συνεργασίας μεταξύ των ανθρώπων, νέες κοινωνικές σχέσεις.
Για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι έμαθαν αρχικά να παράγουν την τροφή τους (φυτεύοντας σπόρους και εξημερώνοντας ζώα) και να την αποθηκεύουν (σε δοχεία), έγινε μια πλήρης επανάσταση στην κοινωνική ζωή -η "νεολιθική επανάσταση” όπως ονομάζεται από τους αρχαιολόγους. Οι άνθρωποι έπρεπε πια να συνεργάζονται για την καλλιέργεια της γης, για τον θερισμό και το κυνήγι των ζώων. Μπορούσαν να ζουν μαζί περισσότερα άτομα απ’ ότι πριν, να φυλάγουν την τροφή και έτσι άρχισαν να ανταλλάσσουν αγαθά με άλλες κοινωνικές ομάδες.
Μ πόρεσαν ν’ α ναπτυχθούν οι πρώ τες πόλεις. Για πρώ τη φορά υπήρχε η δυνατότητα για μερικούς ανθρώπους να ζουν μια ζωή που δεν είχε αποκλειστικό στόχο την προμήθεια τροφής. Μερικοί ειδικεύτηκαν στην αγγειοπλαστική, μερικοί στην εξόρυξη πυρόλιθου και αργότερα στην εξόρυξη μετάλλου για την κατασκευή εργαλείων και όπλων, μερικοί ασχολούνταν με βασικά διοικητικά θέματα για την κοινότητα στο σύνολό της. Πιο απειλητικό ήταν ότι το πλεόνασμα της τροφής που αποθηκευόταν δημιουργούσε ένα κίνητρο για πόλεμο.
Οι άνθρωποι είχαν αρχίσει ανακαλύπτοντας νέους τρόπους για την αντιμετώπιση των δυσκολιών και για να υποτάσσουν την φύση στις δικές τους ανάγκες. Αλλά στην διαδικασία αυτή, χωρίς να το θέλουν, είχαν μετασχηματίσει την κοινωνία μέσα στην οποία ζούσαν και μαζί μ’ αυτήν την ίδια τη ζωή τους. Ο Μαρξ συνοψίζοντας αυτή την διαδικασία είπε: Η ανάπτυξη των "παραγωγικών δυνάμεων" άλλαξε τις "παραγωγικές σχέσεις” και μέσα απ’ αυτό, άλλαξε την κοινωνία.
Υπάρχουν πολύ περισσότερα πρόσφατα παραδείγματα.Πριν 300 χρόνια η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου στην Αγ
γλία ζούσε ακόμα από τη γη, παράγοντας τροφή με διάφορες τεχνικές
-24-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
που δεν είχαν αλλάξει για αιώνες. Ο πνευματικός ορίζοντας των α νθρώπων αυτών ήταν περιορισμένος στο χωριό τους ή τη γύρω περιοχή και οι ιδέες τους ήταν επηρεασμένες σχεδόν απόλυτα από την εκκλησία.
Στους περισσότερους δεν χρειαζόταν να γράψουν ή να διαβάζουν και δεν έμαθαν ποτέ να το κάνουν.
Ύστερα, πριν 200 χρόνια, άρχισε να αναπτύσσεται η βιομηχανία. Χιλιάδες άνθρωποι σύρθηκαν στα εργοστάσια. Η ζωή τους άλλαξε εντελώς. Τώρα ζούσαν σε μεγάλες πόλεις κι όχι σε μικρά χωριά. Χρειάστηκαν να μάθουν διάψορες τέχνες που οι προγονοί τους δεν είχαν καν ονειρευτεί, όπω ς επίσης τελικά αναγκάστηκαν να μάθουν γραψή κι ανάγνωση.
Οι σιδηρόδρομοι και τα ατμόπλοια έκαναν δυνατά τα ταξίδια σ’ όλη τη γη. Οι παλιές ιδέες που είχαν σφυρηλατήσει οι παπάδες στο μυαλό των ανθρώπων, δεν ταίριαζαν πια με την πραγματικότητα. Η υλική επανάσταση στην παραγωγή ήταν και μια επανάσταση στον τρόπο ζωής και στις ιδέες τους.
Παρόμοιες αλλαγές επηρεάζουν ακόμα μεγαλύτερο αριθμό α νθρώπων. Ας πάρουμε τους ανθρώπους από τα χωριά του Μ παγκλαντές ή της ανατολικής Τουρκίας που έχουν έρθει στα εργοστάσια της Αγγλίας ή της Γερμανίας για να βρουν δουλειά. Θα δούμε πως πολλοί απ’ αυτούς ανακαλύπτουν ότι οι παλιές συνήθειες και η θρησκεία δεν ταιριάζουν πια στην πραγματικότητα.
Ας δούμε τον τρόπο που οι περισσότερες γυναίκες τα τελευταία 50 χρόνια έμαθαν να εργάζονται έξω από το σπίτι και πως αυτό οδήγησε τις γυναίκες να αμφισβητήσουν τις παλιές προκαταλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες ανήκαν ολοκληρωτικά στον άντρα.
Οι αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι δουλεύουν μαζί για να παράγουν τροφή, ρούχα και στέγη, προκαλούν και αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οργανώνεται η κοινωνία και στην συμπεριφορά των ατόμων μέσα σ’ αυτή. Αυτό είναι το μυστικό της κοινωνικής αλλαγής - της ιστορίας- που οι φιλόσοφοι πριν από τον Μαρξ (και άλλοι μετά α π’
^ 25-
Κρις Χάρμαν
αυτόν), οι ιδεαλιστές και οι οπαδοί τον μηχανιστικού υλισμού δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν.
Οι ιδεαλιστές είδαν πως υπήρχε αλλαγή, αλλά είπαν πως η αλλαγή έρχεται από τους ουρανούς. Οι οπαδοί του μηχανιστικού υλισμού είδαν πως οι άνθρωποι επηρεάζονταν πνευματικά από τον υλικό κόσμο, αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν πώς ήταν δυνατόν να αλλάξει αυτός ο υλικός κόσμος. Αυτό που είδε ο Μαρξ ήταν πως οι άνθρωποι επηρεάζονται από τον κόσμο γύρω τους, αλλά κι αυτοί με τη σειρά τους επιδρούν πάνω σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλάζοντάς τον ώστε να τον κάνουν πιο βιώσιμο. Στην προσπάθειά τους αυτή, όμως, αλλάζουν και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν και επομένως και τους ίδιους τους εαυτούς τους.
Το κλειδί για να κατανοήσουμε τις μεταβολές στην κοινωνία βρίσκεται στο να καταλάβουμε με ποιον τρόπο οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το πρόβλημα για την παραγωγή των βασικών αγαθών, της τροφής, της στέγης και των ρούχων τους. Αυτό ήταν η αφετηρία του Μαρξ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι μαρξιστές πιστεύουν πως η εξέλιξη της τεχνολογίας δημιουργεί αυτόματα μια καλύτερη κοινωνία ή ακόμα πως οι εφευρέσεις οδηγούν αυτόματα στην κοινωνική αλλαγή. Ο Μαρξ απέρριπτε αυτή την άποψη (που μερικές φορές την ονομάζουν τεχνολογική αιτιοκρατία). Επανειλημμένα στην ιστορία οι άνθρωποι απέρρι- ψαν ιδέες που θα είχαν σαν αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής των βασικών αγαθών, γιατί έρχονταν σε αντίθεση με τον τρόπο οργάνωσης της υπάρχουσας κοινωνίας ή τις αντιλήψεις που επικρατούσαν.
Για παράδειγμα στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρξαν πολλές ιδέες για το πώς θα παραγόταν παραπάνω σιτάρι, αλλά οι άνθρωποι δεν τις εφάρμοσαν γιατί χρειαζόταν περισσότερη αφοσίωση στη δουλειά, κάτι που δεν μπορούσαν να έχουν οι σκλάβοι οι οποίοι δούλευαν κάτω από το φόβο του μαστίγιου. Ό ταν οι Βρετανοί κυβερνούσαν την Ιρλανδία, τον 18ο αιώνα, προσπάθησαν να σταματήσουν την ανάπτυξη της βιομηχανίας εκεί, γιατί αυτό ερχόταν σε αντίθεση με τα συμφέροντα των επιχειρηματιών στο Λονδίνο.
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Αν κάποιος πρότεινε μια μέθοδο που θα έλυνε το πρόβλημα της πείνας στην Ινδία με το σφάξιμο των ιερών αγελάδων ή θα προμήθευε στους ευρωπαίους νόστιμα μπιφτέκια από επεξεργασμένο κρέας αρου- ραίων, μια τέτοια μέθοδος θα απορριπτόταν λόγο των προκαταλήψεων που υπάρχουν.
Οι νέες εξελίξεις στην παραγωγή θέτουν σε αμφισβήτηση τις πα λιές προκαταλήψεις και τους παλιούς τρόπους οργάνωσης της κοινωνίας, όμως αυτό δεν ανατρέπει αυτόματα τις προκαταλήψεις και τις πα λιές κοινωνικές μορφές. Πολλοί άνθρωποι παλεύουν ενάντια στην αλλαγή κι εκείνοι που θέλουν τις νέες μεθόδους παραγωγής πρέπει να παλέψουν για την αλλαγή. Αν αυτοί που αντιτίθενται στην αλλαγή νικήσουν, τότε οι νέες μορφές παραγωγής δεν μπορούν να εφαρμοστούν και η παραγωγή μένει στάσιμη ή ακόμα και χειροτερεύει.
Με μαρξιστικούς όρους αυτό σημαίνει: καθώς οι παραγωγικές δυνάμεις αναπτύσσονται, συγκρούονται με τις προϋπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις και τις ιδέες που αναπτύχθηκαν πάνω στη βάση των παλιών παραγωγικών σχέσεων. Είτε αυτοί που αντιπροσωπεύουν τις νέες πα ραγωγικές σχέσεις νικούν σ’ αυτήν την σύγκρουση, είτε εκείνοι που ταυτίζονται με το παλιό σύστημα. Στη μια περίπτωση η κοινωνία προχωρεί μπροστά, στην άλλη η κοινωνία μένει στάσιμη ή ακόμα και οπισθοχωρεί.
Κεφάλαιο Τρίτο
Η πάλη τον τάξεων
Ζούμε μέσα σε μια κοινωνία χωρισμένη σε τάξεις, στην οποία λίγοι άνθρωποι έχουν μια τεράστια ιδιωτική περιουσία και οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε σχεδόν τίποτα. Φυσικά συνηθίζουμε να παίρνουμε σαν δεδομένο πως τα πράγματα ήταν πάντα έτσι. Στην πραγματικότητα όμως, στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ανθρώπου, δεν υπήρχαν τάξεις και ατομική ιδιοκτησία, ούτε στρατοί και αστυνομία. Αυτή ήταν η κατάσταση στη διάρκεια των 500.000 χρόνων της εξέλιξης του ανθρώπου, μέχρι πριν από 5.000 ή 10.000 χρόνια.
Μέχρι το σημείο όπου ένα άτομο δεν μπορούσε να παράγει με την εργασία του περισσότερη τροφή από ότι χρειαζόταν για να τον συντηρεί ώστε να συνεχίσει να δουλεύει, δεν μπορούσε να υπάρξει διαχωρισμός των τάξεων. Ποιο θα ήταν το νόημα να έχει κάποιος σκλάβους, αν αυτό που παρήγαγαν ήταν αρκετό μόνο για να κρατιούνται στη ζωή;
Μετά από ένα σημείο όμως, η ανάπτυξη της παραγωγής έκανε τον ταξικό διαχωρισμό όχι μόνο επιτρεπτό, αλλά και αναγκαίο. Μπορούσε να παραχθεί αρκετή τροφή, ώστε οι άμεσοι παραγωγοί να παίρνουν το μερίδιό τους για να επιβιώσουν, αλλά να μένει και ένα πλεόνασμα. Ταυτόχρονα υπήρχαν και τα μέσα για να αποθηκευτεί αυτό το πλεόνασμα και να μεταφερθεί από το ένα μέρος στο άλλο.
Οι άνθρωποι που με την εργασία τους παρήγαγαν όλη αυτή την τροφή θα μπορούσαν απλά να καταναλώνουν και το “πλεόνασμα" Μια
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
και ζούσαν μια μίζερη λιτοδίαιτη ζωή, ο πειρασμός ήταν μεγάλος. Όμως κάτι τέτοιο θα τους άφηνε εκτεθειμένους μπροστά σε φυσικές καταστροφές π.χ. σε λιμούς ή πλημμύρες τον επόμενο χρόνο και σε περιπτώσεις που άλλες φυλές πεινασμένων έκαναν επίθεση.
Αρχικά ήταν προς όφελος όλης της κοινότητας, μερικά άτομα ν' αναλαμβάνουν την αποθήκευση του πλούτου που περίσσευε για το μέλλον, χρησιμοποιώντας το για την συντήρηση των τεχνιτών, για το χτίσιμο αμυντικών έργων και την ανταλλαγή ενός μέρους απ’ αυτό το πλεόνασμα με άλλα αγαθά που είχαν άλλες μακρινές ομάδες ανθρώπων. Αυτές όλες οι δραστηριότητες γίνονταν στις πρώτες πόλεις, όπου ζούσαν οι έμποροι, οι “βιοτέχνες” και οι διαχειριστές των αγαθών. Για να μπορούν να κρατούν και λογαριασμούς στις ανταλλαγές που έκαναν σκάλιζαν πάνω σε πλάκες κι έτσι άρχισε να αναπτύσσεται η γραφή.
Αυτά ήταν τα πρώτα διστακτικά βήματα αυτού που ονομάζουμε "πολιτισμός” Αλλά -κ ι αυτό είναι ένα μεγάλο "αλλά"- όλα αυτά βασίστηκαν πάνω στον έλεγχο του αυξανόμενου πλούτου από μια μικρή μειοψηφία της κοινότητας. Και η μειοψηφία χρησιμοποίησε τον πλούτο προς το δικό της όφελος και όχι μόνο προς όφελος της κοινωνίας σαν σύνολο.
Ό σο πιο πολύ αναπτυσσόταν η παραγω γή, τόσο περισσότερος πλούτος ερχόταν στα χέρια της μειοψηφίας -κ ι αυτή όλο και περισσότερο ξέκοβε από την υπόλοιπη κοινωνία. Οι κανονισμοί που αρχικά εμφανίστηκαν για το όφελος της κοινωνίας, έγιναν "νόμοι” που καθόριζαν την παραγωγή του πλούτου και η γη άρχισε να γίνεται "ιδιωτική περιουσία" της μειοψηφίας. Μια άρχονσα τάξη είχε γεννηθεί -κα ι οι νόμοι προστάτευαν την εξουσία της.
Πιθανόν αμέσως να τεθεί το ερώτημα: μήπως θα ήταν δυνατόν η κοινωνία να αναπτυχθεί διαφορετικά, δηλαδή εκείνοι που καλλιεργούσαν τη γη να έλεγχαν και την παραγωγή;
Η απάντηση είναι Οχι. Όχι επειδή τέτοια είναι "η φύση του ανθρώπου" αλλά γιατί η κοινωνία ήταν ακόμη πολύ φτωχή. Η πλειοψηφία του πληθυσμού της γης ήταν πολύ απασχολημένη με την καλλιέργεια της
'-29-
Κρις Χάρμαν
γης για μια μίζερη επιβίωση, έτσι που η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν είχαν καιρό για να ασχοληθούν με το γράψιμο και την ανάγνωση, να ασχοληθούν με τις τέχνες, να κατασκευάσουν εμπορικά πλοία, να καταγράψουν την πορεία των άστρων, να ανακαλύψουν τα στοιχεία των μαθηματικών, να μελετήσουν τη ροή του ποταμού ή πώς θα έπρεπε να γινόταν η σωστή άρδευση. Αυτά όλα μπορούσαν να γίνουν μόνο αν μια προνομιούχα μειοψηφία άρπαζε τα απαραίτητα για την επιβίωσή της από τη μάζα του εργαζόμενου πληθυσμού και έτσι δεν είχε πια την ανάγκη να εργάζεται η ίδια από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο διαχωρισμός των τάξεων είναι απαραίτητος ακόμα και σήμερα. Στα τελευταία 100 χρόνια η ανάπτυξη της παραγωγής ήταν τόσο ραγδαία που για την προηγούμενη ιστορία της ανθρωπότητας θα φαινόταν σαν όνειρο. Η φυσική έλλειψη αγαθών ξε- περάστηκε -αυτό που υπάρχει σήμερα είναι η τεχνητή έλλειψη που δη- μιουργείται καθώς οι κυβερνήσεις καταστρέφουν αποθέματα τροφίμων. Η ταξική κοινωνία σήμερα τραβά την ανθρωπότητα προς τα πίσω αντί να την οδηγεί μπροστά.
Η πρώτη αλλαγή, από τις καθαρά αγροτικές κοινωνίες στις κοινωνίες των πόλεων και των μεγάλων κέντρων δεν ήταν η μόνη που γέννησε κατ’ ανάγκη τον ταξικό διαχωρισμό. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβα- νόταν κάθε φορά που άρχιζαν να αναπτύσσονται νέοι τρόποι παραγωγής πλούτου.
Έτσι στη Βρετανία πριν χίλια χρόνια, η άρχουσα τάξη αποτελούν- ταν από φεουδάρχες που έλεγχαν τη γη και ζούσαν σε βάρος των δουλοπάροικων. Αλλά καθώς το εμπόριο άρχισε να αναπτύσσεται σε μεγάλη κλίμακα, παράλληλα γεννιόταν στις πόλεις μια νέα προνομιούχα τάξη, των πλούσιων εμπόρων. Και όταν η βιομηχανία άρχιζε να επεκτείνε- ται σε μεγάλη κλίμακα, την δύναμη των εμπόρων ερχόταν με τη σειρά της να αμφισβητήσει η τάξη των μεγαλοβιομήχανων.
Σε κάθε στάδιο της ανάπτυξης της κοινωνίας υπήρχε μια καταπιεσμένη τάξη που με την χειρωνακτική εργασία της παρήγαγε τον πλούτο και μια άρχουσα τάξη που έλεγχε τον πλούτο. Καθώς όμως άλλαζε η
-30-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
κοινωνία άλλαζαν και οι καταπιεσμένοι και οι καταπιεστές.Στην δουλοκτητική κοινωνία της αρχαίας Ρώμης, οι δούλοι ήταν
προσωπική ιδιοκτησία της άρχουσας τάξης. Αυτός που είχε τον δούλο κατείχε και τα αγαθά που παρήγαγε ο δούλος, γιατί ο δούλος ήταν ιδιοκτησία του με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που και το γάλα από την αγελάδα του ήταν δικό του, όπως και η ίδια η αγελάδα.
Στη φεουδαρχική κοινωνία του Μεσαίωνα, οι δουλοπάροικοι είχαν τη δική τους γη και αυτό που παρήγαγαν από τη γη ήταν δικό τους. Όμως σ’ αντάλλαγμα για τη γη που κατείχαν έπρεπε μερικές μέρες το χρόνο να δουλεύουν στη γη του φεουδάρχη. Ο χρόνος τους ήταν μοιρασμένος, ίσως τις μισές μέρες θα έπρεπε να δουλεύουν στη γη του φεουδάρχη και τις άλλες μισές στη δική τους γη. Αν αρνιόντουσαν να δουλέψουν για τον αφέντη, αυτός είχε κάθε δικαίωμα να τους τιμωρήσει (μαστίγωμα, φυλάκιση ή και χειρότερα).
Στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, το αφεντικό δεν είναι ιδιοκτήτης του εργάτη ούτε και μπορεί νομικά να επιβάλει σωματικές ποινές σ’ έναν εργάτη που αρνείται να του δουλέψει χωρίς πληρωμή. Αλλά το αφεντικό έχει τα εργοστάσια όπου ο εργάτης ή η εργάτρια πρέπει να δουλέψ ουν αν θέλουν να ζήσουν. Έτσι είναι σχετικά εύκολο για το αφεντικό, να εξαναγκάσει τον εργάτη να δεχτεί ένα μεροκάματο που είναι πολύ λιγότερο από την αξία των αγαθών που ο εργάτης παράγει στο εργοστάσιο.
Στην κάθε περίπτωση η τάξη που καταπιέζει ελέγχει όλο τον πλούτο που περισσεύει αφού ικανοποιηθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες των εργαζόμενων.
Ο ιδιοκτήτης δούλων θέλει να διατηρεί την περιουσία του σε καλή κατάσταση, έτσι ταΐζει το δούλο ακριβώς όπως θα λάδωνε κάποιος το αυτοκίνητό του. Αλλά οτιδήποτε πλεόνασμα υπάρξει αφού ικανοποιηθούν οι βασικές ανάγκες του δούλου, ο ιδιοκτήτης το χρησιμοποιεί για λογαριασμό του. Ο δουλοπάροικος πρέπει να τραφεί και να ντυθεί από το προϊόν της εργασίας του στο κομμάτι γης που έχει. Η περισσή εργασία που προσφέρει στα χωράφια του φέουδου πηγαίνει στο φεουδάρχη.
.31-
Κρις Χάρμαν
Ο σύγχρονος εργάτης πληρώνεται ένα μεροκάματο. Ο υπόλοιπος πλούτος που παράγει πηγαίνει στην τάξη των εργοδοτών σαν κέρδος, τόκος ή ενοίκιο.
Η πάλη τον τάξεων και το κράτοςΟι εργαζόμενοι σπάνια έχουν δεχτεί τη μοίρα τους χωρίς να αντι-
σταθούν. Στην αρχαία Α ίγυπτο και τη Ρώμη είχαν γίνει εξεγέρσεις σκλάβων, αγροτικές εξεγέρσεις στην αυτοκρατορική Κίνα, εμφύλιοι πό λεμοι ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους στις πόλεις της αρχαίας Ελλάδας, στη Ρώμη και στην Ευρώπη τον καιρό της Αναγέννησης.
Για αυτό το λόγο ο Μαρξ αρχίζει το Κομμουνιστικό Μ ανιφέστο επι- μένοντας πως «η ιστορία των μέχρι τώρα κοινωνιών είναι ιστορία ταξικών αγώνων». Η ανάπτυξη του πολιτισμού βασίστηκε πάνω στην εκμετάλλευση μιας τάξης από μια άλλη και επομένως στον αγώνα ανάμεσά τους.
Οσο ισχυρός κι αν ήταν ένας Αιγύπτιος Φαραώ, ένας Ρωμαίος αυ- τοκράτορας ή ένας πρίγκιπας του Μεσαίωνα, όσο κι αν ζούσαν μέσα στην πολυτέλεια και στα μεγάλα παλάτια, δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα αν δεν εξασφάλιζαν στην κατοχή τους τα προϊόντα που παρήγα- γαν οι εξαθλιωμένοι αγρότες ή σκλάβοι. Αυτό μπορούσαν να το κάνουν μόνο αν παράλληλα με τον ταξικό διαχωρισμό ανάπτυσσαν και κάτι άλλο -το ν έλεγχο των μέσων του εξαναγκασμού απ’ αυτούς τους ίδιους και τους υποστηρικτές τους.
Στις πρωτόγονες κοινωνίες δεν υπήρχε στρατός, αστυνομία ή κυβερνητική μηχανή ξεχωριστή από την πλειοψηψία των ανθρώπων. Ακόμα και πριν 50 ή 60 χρόνια για παράδειγμα, σε ορισμένα μέρη της Αφρικής μπορούσαμε να βρούμε κοινωνίες που ήταν ακόμα έτσι. Πολλά από τα καθήκοντα του κράτους στη δική μας κοινωνία, εκεί τα εκτελούσαν ανεπίσημα όλα τα μέλη της κοινωνίας ή με συγκεντρώσεις των αντιπροσώπων τους.
-32-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Τέτοιες συγκεντρώσεις έκριναν την συμπεριφορά οποιουδήποτε ατόμου που είχε θεωρηθεί πως αγνόησε κάποιον σπουδαίο κοινωνικό κανονισμό. Την τιμωρία θα την εφάρμοζε ολόκληρη η κοινότητα -γ ια παράδειγμα εξαναγκάζοντας τους παραβάτες να αποχωρήσουν. Μια και όλοι ήταν σύμφωνοι για την απαραίτητη τιμωρία δεν χρειαζόταν ξεχωριστή αστυνομία για να εφαρμόσει την ποινή. Αν γινόταν πόλεμος όλοι οι νέοι άντρες έπαιρναν μέρος, με αρχηγούς που διάλεγαν για την κάθε περίπτωση και πάλι χωρίς να υπάρχει καμιά ξεχωριστή δομή στο στρατό.
Από τη στιγμή όμως που υπήρχε μια κοινωνία στην οποία μια μικρή μειοψηφία ανθρώπων είχε τον έλεγχο πάνω σ’ ολόκληρο σχεδόν τον πλούτο, εκείνοι οι απλοί κανόνες για την τήρηση “του νόμου και της τάξης" και η πολεμική οργάνωση που αναφέραμε δεν μπορούσαν πια να λειτουργήσουν. Οποιαδήποτε σύσκεψη αντιπροσώπων ή συγκέντρωση οπλισμένων ανδρών θα διασπαζόταν σε ταξική βάση.
Η ομάδα με τα προνόμια μπορούσε να επικρατήσει μόνο αν άρχιζε να μονοπωλεί την επιβολή των ποινών, την θέσπιση των νόμων, την οργάνωση του στρατού, την παραγωγή πολεμικού υλικού. Έτσι, τον διαχωρισμό σε τάξεις τον συνόδευσε η εμφάνιση ομάδων από δικαστές, αστυνομικούς και μυστικές υπηρεσίες, στρατηγούς και γραφειοκράτες -π ο υ τους δόθηκε μέρος του πλούτου από την προνομιούχα τάξη, σε αντάλλαγμα για την προστασία της εξουσίας της.
Εκείνοι που υπηρετούσαν αυτό το "κράτος” ήταν εκπαιδευμένοι στο να υπακούν χωρίς δισταγμούς τις διαταγές των “ανωτέρων” τους και είχαν ξεκόψει απ’ όλους τους κοινωνικούς δεσμούς με τη μάζα του καταπιεσμένου λαού. Το κράτος εξελίχτηκε σε ένα πολύ αποτελεσματικό φονικό όπλο στα χέρια της προνομιούχας τάξης.
Βέβαια, οι στρατηγοί που διοικούσαν την κρατική μηχανή, συχνά τα χαλούσαν μ’ έναν συγκεκριμένο αυτοκράτορα ή βασιλιά και προ σπαθούσαν να πάρουν τη θέση του. Η άρχουσα τάξη, έχοντας εξοπλίσει ένα τέρας, μερικές φορές δεν μπορούσε να το ελέγξει. Όμως, μιας και τα πλούτη που χρειαζόταν για να συνεχίσει αυτό το φονικό όπλο
-33-
Κρις Χάρμαν
(δηλαδή η κρατική μηχανή) να λειτουργεί, προέρχονταν από την εκμετάλλευση των εργαζόμενων μαζών, κάθε παρόμοιο ξεσήκωμα δεν άλλαζε καθόλου αυτή την παλιά βάση της κοινωνίας.
Παντού σ' όλη την ιστορία, οι άνθρωποι που πραγματικά θέλησαν να αλλάξουν την κοινωνία προς το καλύτερο, βρέθηκαν αντιμέτωποι όχι μόνο με την προνομιούχα τάξη, αλλά και με έναν οπλισμένο μηχανισμό, το κράτος, που υπηρετούσε τα συμφέροντα της τάξης αυτής.
Οι άρχουσες τάξεις, μαζί με τους παπάδες, τους στρατηγούς, την αστυνομία, τη νομοθετική εξουσία που τους υποστήριζε, όλοι τους εμφανίστηκαν στην αρχή γιατί χωρίς αυτούς ο πολιτισμός, δεν μπορούσε να προχωρήσει. Όμως μόλις όλοι αυτοί εδραιώσουν την εξουσία τους καταλήγουν να έχουν συμφέρον να εμποδίσουν την παραπέρα ανάπτυξη του πολιτισμού. Η ισχύς τους βασίζεται στην ικανότητά τους να εξαναγκάζουν εκείνους που παράγουν τα πλούτη να τους τα παραδίνουν. Γίνονται δύσπιστοι απέναντι στους νέους τρόπους παραγωγής, ακόμα κι αν είναι αποδοτικότεροι από τους παλιούς τρόπους, μην τυχόν και με αυτούς ξεφύγει ο έλεγχος από τα χέρια τους.
Φοβούνται οτιδήποτε μπορεί να οδηγήσει τις εκμεταλλευόμενες μάζες ν’ αναπτύξουν πρωτοβουλία και ανεξαρτησία. Φοβούνται επίσης την ανάπτυξη νέων προνομιούχων ομάδων με αρκετό πλούτο ώστε να μπορούν να διαθέτουν όπλα και στρατό δικό τους. Από ένα σημείο και μετά, αντί να βοηθούν στην ανάπτυξη της παραγωγής, αρχίζον να την εμποδίζουν.
Για παράδειγμα στην κινέζικη αυτοκρατορία η δύναμη της άρχουσας τάξης στηριζόταν στην ιδιοκτησία της γης και στον έλεγχο που είχε στα κανάλια και τους υδατοφράχτες που ήταν απαραίτητα για την άρδευση και εμπόδιζαν τις πλημμύρες. Ο έλεγχος αυτός θεμελίωσε τη βάση ενός πολιτισμού που κράτησε 2.000 χρόνια. Ομως στο τέλος αυτής της περιόδου η παραγωγή δεν είχε προχωρήσει περισσότερο α π’ ό,τι ήταν στην αρχή -π α ρ ’ όλο που η κινέζικη τέχνη ανθούσε και ανακαλύφτηκε η τυπογραφική τέχνη, η πυρίτιδα και όλα αυτά σε μια εποχή που η Ευρώπη βρισκόταν στάσιμη, στο Μεσαίωνα.
-34-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Ο λόγος ήταν πως όταν άρχισαν να αναπτύσσονται νέοι τρόποι παραγωγής στις πόλεις με πρωτοβουλία των εμπόρων και των βιοτε- χνών, η άρχουσα τάξη της Κίνας φοβήθηκε την αύξηση της δύναμης μιας κοινωνικής ομάδας, που δεν ήταν κάτω από τον έλεγχό της. Έτσι, κατά διαστήματα οι αυτοκρατορικές αρχές πήραν σκληρά μέτρα για να συντρίψουν τις αναπτυσσόμενες οικονομίες των πόλεων, να οδηγήσουν στη μείωση της παραγωγής και να καταστρέφουν τη δύναμη των νέων κοινωνικών τάξεων.
Η ανάπτυξη των νέων παραγωγικών δυνάμεων -τω ν καινούργιων τρόπων παραγωγής πλούτου- ήρθε σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της παλιάς άρχουσας τάξης. Αναπτύχθηκε ένας αγώνας, το αποτέλεσμα του οποίου καθόρισε ολόκληρο το μέλλον της κοινωνίας.
Μερικές φορές, όπως στην Κίνα, το αποτέλεσμα ήταν να εμποδιστεί η ανάπτυξη νέων τρόπων παραγω γής και η κοινωνία παρέμεινε στάσιμη για μεγάλες περιόδους.
Αλλες φορές, όπως στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η ανικανότητα να αναπτυχθούν νέοι τρόποι παραγωγής σήμαινε πως τελικά δεν παραγό- ταν αρκετός πλούτος για να διατηρηθεί η κοινωνία στην παλιά της βάση. Ο πολιτισμός κατέρρευσε, οι πόλεις καταστράφηκαν και ο κόσμος επέστρεψε σε μια πιο καθυστερημένη μορφή αγροτικής κοινωνίας.
Όμως κάποιες άλλες φορές, μια νέα τάξη στηριζόμενη πάνω στους νέους τρόπους παραγωγής, μπόρεσε να οργανωθεί, ν’ αποδυναμώσει και στο τέλος να ανατρέψει την παλιά άρχουσα τάξη, μαζί με το νομοθετικό της σύστημα, τους στρατούς, την ιδεολογία και τη θρησκεία της. Τότε η κοινωνία μπόρεσε να πάει μπροστά.
Στην κάθε περίπτωση, η δυνατότητα της κοινωνίας να προχωρήσει βασιζόταν στο ποιος θα κέρδιζε τον πόλεμο ανάμεσα στις τάξεις. Και όπως σε κάθε πόλεμο, η νίκη δεν μπορούσε να προεξοφληθεί, αλλά εξαρτιόταν από την οργάνωση, την ενότητα και την ηγεσία των αντίπαλων τάξεων.
-35-
Κεφάλαιο Τέταρτο
Ο Καπιταλισμός - Πώς ξεκίνησε το σύστημα
Ένα από τα πιο γελοία επιχειρήματα που ακούγονται είναι πως τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά απ’ ότι είναι. Όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Και όχι σε κάποιο μακρινό μέρος του πλανήτη, αλλά στην Βρετανία, λίγο καιρό πριν. Πριν 250 χρόνια οι άνθρωποι θα μας θεωρούσαν τρελούς αν τους περιγράφαμε τον κόσμο που ζούμε σήμερα, με τις τεράστιες πόλεις, τα μεγάλα εργοστάσια, τα αεροπλάνα, τις διαστημικές αποστολές, ακόμα και ο σιδηρόδρομος ήταν κάτι πέρα από τη φαντασία τους.
Κι αυτό γιατί ζούσαν σε μια κοινωνία σε συντριπτικό βαθμό γεωργική, στην οποία οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είχαν ταξιδέψει ποτέ μακρύτερα από 100 μίλια πέρα από το χωριό τους, μέσα στο οποίο ο τρόπος ζωής καθοριζόταν από τις αλλαγές των εποχών του έτους, όπως συνέβαινε από χιλιάδες χρόνια προηγουμένως.
Ή δη όμως, 700 ή 800 χρόνια πριν, είχε αρχίσει μια ανάπτυξη που τελικά έβαλε σε αμφισβήτηση ολόκληρο το κοινωνικό σύστημα. Ομάδες από εμπόρους και βιοτέχνες άρχιζαν να εμφανίζονται στις πόλεις, οι οποίοι δεν δούλευαν δωρεάν για κάποιο λόρδο όπως ο υπόλοιπος πληθυσμός, αλλά αντάλλασσαν τα προϊόντα τους με διάφορους λόρδους και τους δουλοπάροικους, στην αρχή παίρνοντας τρόφιμα. Σταδιακά άρχισαν να χρησιμοποιούν πολύτιμα μέταλλα σαν μέτρο αυτής της αν-
-36-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
ταλλαγής.Έτσι, σε κάθε πράξη ανταλλαγής οι ενδιαφερόμενοι έβλεπαν και την ευκαιρία να βγάλουν λίγο παραπάνω πολύτιμο μέταλλο, να βγάλουν κέρδος.
Αρχικά οι πόλεις προσπαθούσαν να επιβιώσουν χρησιμοποιώντας τις διαμάχες ανάμεσα στους φεουδάρχες. Ό μως καθώς η δεξιοτεχνία των βιοτεχνών βελτιωνόταν, οι πόλεις παρήγαγαν περισσότερο πλούτο και μεγάλωνε η επιρροή τους. Οι "αστοί” ή οι "μεσαίες τάξεις” εμφανίστηκαν σαν μια τάξη μέσα στη φεουδαρχική κοινωνία του μεσαίωνα.
Όμως η τάξη αυτή αποκτούσε τα πλούτη της με διαφορετικό τρόπο από αυτόν των φεουδαρχών που κυριαρχούσαν στην κοινωνία.
Ο φεουδάρχης ζούσε α π’ την αγροτική παραγωγή που οι δουλοπάροικοι με τη βία του παρέδιδαν. Χρησιμοποιούσε την προσωπική του εξουσία για να τους εξαναγκάζει να του παράγουν χωρίς να τους πληρώνει. Αντίθετα, όμως, οι πιο εύπορες τάξεις στις πόλεις ζούσαν από τα εισοδήματα που τους άφηνε η πώληση μη γεωργικών αγαθών. Πλήρωναν εργάτες που παρήγαγαν αυτά τα αγαθά, είτε με την ημέρα είτε με τη βδομάδα.
Εκείνοι οι εργάτες, που συχνά ήταν δουλοπάροικοι οι οποίοι είχαν αποδράσει απ’ τα φέουδα, ήταν “ελεύθεροι” να πηγαίνουν και να έρχοντα ι- αφού όμως είχαν τελειώσει τη δουλειά για την οποία πληρώνονταν. 0 "μόνος” εξαναγκασμός πάνω στους εργάτες ήταν ότι αν δεν έβρισκαν δουλειά σ’ άλλο εργοδότη, θα πέθαιναν της πείνας. Οι πλούσιοι γινόντουσαν πλουσιότεροι γιατί ο “ελεύθερος” εργάτης προτιμούσε να δεχτεί λιγότερα χρήματα απ’ ό,τι άξιζαν αυτά που παρήγαγε, πάρα να
πεινάσει.Θα επανέλθουμε σ’ αυτό το σημείο αργότερα. Προς το παρόν αυτό
που έχει σημασία είναι πως η “μεσαία τάξη” και οι φεουδάρχες αποκτούσαν τα πλούτη τους από εντελώς διαφορετικές πηγές. Αυτό τους οδήγησε να θέλουν την κοινωνία οργανωμένη με διαφορετικούς τρόπους.
Η ιδανική κοινωνία για τον φεουδάρχη ήταν μια κοινωνία όπου ο ίδιος θα είχε απόλυτη εξουσία στην περιοχή του, αδέσμευτος από γραπτούς νόμους, χωρίς εξωτερικές επεμβάσεις και όπου να μην μπορούν
-37-
Κρις Χάρμαν
οι δουλοπάροικοί του να το σκάσουν. Ήθελε τα πράγματα να μείνουν όπως τις μέρες του πατέρα του και του παππού του και όλοι να αποδέχονται την κοινωνική θέση στην οποία είχαν γεννηθεί.
Οι νεόπλουτοι αστοί αναγκαστικά έβλεπαν διαφορετικά τα πράγματα. Ήθελαν να περιορίσουν την εξουσία των φεουδαρχών ή των βασιλιάδων να επεμβαίνουν στο εμπόριό τους ή να τους αρπάζουν τον πλούτο τους.
Σκέφτηκαν πως αυτό μπορούσαν να το πετύχουν μέσα από ένα σταθερό σύνολο γραπτών νόμων που θα δημιουργούσαν και θα επέβαλαν οι δικοί τους εκλεγμένοι αντιπρόσωποι. Ήθελαν να ελευθερώσουν τις φτωχότερες τάξεις από τα δεσμά της δουλοπαροικίας -έτσι που να μπορούν να δουλεύουν στις πόλεις και να αυξηθούν τα κέρδη των αστών.
Οσο για τους ίδιους, οι πατεράδες και οι παππούδες τους σχεδόν πάντα ήταν κάτω από την εξουσία των φεουδαρχών και σίγουρα δεν ήθελαν να συνεχιστεί αυτό.
Με μια λέξη, ήθελαν να αλλάξονν επαναστατικά την κοινωνία. Οι συγκρούσεις τους με την παλιά τάξη πραγμάτων δεν ήταν μόνο οικονομικής φύσης, αλλά και ιδεολογικές και πολιτικές. Ιδεολογικά, κατά κύριο λόγο σήμαινε θρησκευτικές συγκρούσεις, μέσα σε μια κοινωνία αναλφάβητων όπου η κύρια πηγή των γενικών αντιλήψεων για την κοινωνία ήταν η διδασκαλία της εκκλησίας.
Μιας και στην μεσαιωνική εκκλησία ηγούνταν επίσκοποι και ηγούμενοι που και οι ίδιοι ήταν φεουδάρχες, ήταν φυσικό αυτοί να αναπαράγουν τις αντιλήψεις της φεουδαρχίας και να χτυπούν σαν "αμαρτωλές” τις πράξεις των αστών στις πόλεις.
Έτσι στην Γερμανία, την Ολλανδία, την Βρετανία και την Γαλλία τον 16ο και 17ο αιώνα, οι μεσαίες τάξεις αγωνίστηκαν για μια δική τους θρησκεία: τον Προτεσταντισμό. Δηλαδή μια θρησκευτική ιδεολογία που κήρυττε τη λιτότητα, την εγκράτεια, την σκληρή δουλειά (ειδικά για τους εργάτες!) και την ανεξαρτησία των πιστών της μεσαίας τάξης από την εξουσία των επισκόπων και ηγουμένων. Η μεσαία τάξη δημι
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
ούργησε έναν θεό “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή” της, σε αντίθεση με το θεό του μεσαίωνα.
Σήμερα μας λένε στο σχολείο ή στην τηλεόραση για τους μεγάλους θρησκευτικούς πόλεμους και τους εμφύλιους πόλεμους εκείνης της περιόδου, λες και ήταν απλές θρησκευτικές διαφορές, λες και οι άνθρωποι ήταν τόσο ηλίθιοι ώστε να πολεμήσουν και να πεθάνουν απλά και μόνο γιατί διαφωνούσαν πάνω στο ρόλο του “σώματος και του αίματος" του Χριστού στη θεία Κοινωνία. Στην πραγματικότητα διακυβεύονταν πο λύ περισσότερα πράγματα -ήταν η σύγκρουση ανάμεσα σε δυο διαφορετικά είδη κοινωνίας, βασισμένα πάνω σε δυο διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης της παραγωγής πλούτου.
Στη Βρετανία, η αστική τάξη νίκησε. Όσο τρομερό κι αν φαίνεται στη σημερινή μας άρχουσα τάξη, οι πρόγονοί της καθιέρωσαν την κυριαρχία τους αποκεφαλίζοντας έναν βασιλιά και δικαιολογώντας την πράξη αυτή με κάποιες επαγγελίες προφητών της Παλαιάς Διαθήκης.
Αλλά στις άλλες χώρες, τον πρώτο γύρο της σύγκρουσης τον κέρδισαν οι φεουδάρχες. Στην Γαλλία και την Γερμανία οι Προτεστάντες αστοί επαναστάτες εκκαθαρίστηκαν μετά από σκληρούς εμφύλιους πό λεμους (αν και μια παραλλαγή φεουδαρχικού Προτεσταντισμού επέζη- σε σαν θρησκεία στη Βόρεια Γερμανία). Οι αστοί έπρεπε να περιμένουν πάνω από 2 αιώνες για να απολαύσουν τη νίκη στο δεύτερο γύρο, που άρχισε χωρίς πια θρησκευτικό μανδύα το 1789 στο Παρίσι.
Εκμετάλλευση και υπεραξίαΣτην δουλοκτητική και φεουδαρχική κοινωνία, οι ανώτερες τάξεις
έπρεπε να έχουν νομικό έλεγχο πάνω στη μάζα του εργαζόμενου πληθυσμού. Αλλιώτικα εκείνοι που δούλευαν για τον φεουδάρχη ή τον δου- λοκτήτη θα το έσκαγαν αφήνοντας την προνομιούχα τάξη χωρίς χέρια που να της δουλεύουν.
Αλλά ο καπιταλιστής δεν χρειάζεται -σ υ νή θω ς- νομικό έλεγχο π ά νω στους εργάτες σαν άτομα. Δεν χρειάζεται να είναι ιδιοκτησία του,
-39-
Κρις Χάρμαν
μιας και εξασφαλίζει ότι ο εργάτης που αρνείται να δουλέψει για την τάξη των κεφαλαιοκρατών θα πεθάνει της πείνας. Αντί να έχει τον εργάτη ιδιοκτησία του, ο καπιταλιστής μπορεί να ευημερήσει αρκεί να έχει στην ιδιοκτησία του και κάτω από τον έλεγχό του την πηγή της ζωής του εργάτη -τ ις μηχανές και τα εργοστάσια.
Τα απαραίτητα υλικά αγαθά παράγονται με την εργασία των ανθρώπων. Αλλά αυτή η εργασία είναι σχεδόν άχρηστη χωρίς εργαλεία που να καλλιεργήσουν τη γη και να επεξεργαστούν τις πρώτες ύλες που υπάρχουν στη φύση. Τα εργαλεία μπορούν να διαφέρουν πάρα πολύ -α π ό παλιά γεωργικά σύνεργα όπως το αλέτρι και το σκαλιστήρι μέχρι περίπλοκες μηχανές που υπάρχουν στα σύγχρονα αυτοματοποιημέ- να εργοστάσια. Αλλά χωρίς τα εργαλεία, ακόμα κι ο πιο ειδικευμένος εργάτης είναι ανίκανος να παράγει τα αγαθά που χρειάζονται για τη φυσική επιβίωση.
Είναι ακριβώς η ανάπτυξη των εργαλείων -συνήθω ς ονομάζονται “μέσα παραγω γής"- που διαχωρίζει τον σύγχρονο άνθρωπο από τους μακρινούς προγόνους μας της Λίθινης Εποχής. Ο καπιταλισμός στηρίζεται πάνω στην ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής από μερικούς ανθρώπους. Στη Βρετανία σήμερα [το 1979), για παράδειγμα, το 1% του πληθυσμού έχει το 84% των μετοχών στη βιομηχανία. Στα χέρια τους είναι συγκεντρωμένος ο ουσιαστικός έλεγχος της μεγάλης πλειοψηφίας των μέσων παραγωγής -ο ι μηχανές, τα εργοστάσια, οι πετρελαιοπηγές, η καλύτερη καλλιεργήσιμη γη. Η πλειοψηφία του πληθυσμού μπορεί να ζήσει αν οι καπιταλιστές της επιτρέψουν να δουλέψει με αυτά τα μέσα παραγωγής. Αυτό δίνει στους καπιταλιστές τρομερή εξουσία στο να εκμεταλλεύονται την εργασία των άλλων ανθρώπων παρόλο που μπροστά στο νόμο υποτίθεται ότι “όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι”
Οι καπιταλιστές χρειάστηκαν μερικούς αιώνες για να χτίσουν το μονοπώλιό τους στον έλεγχο των μέσων παραγωγής. Στη Βρετανία, για παράδειγμα η Βουλή του 17ου και 18ου αιώνα έπρεπε πρώτα να περά- σει μια σειρά από νομοθεσίες για τις Περιφράξεις, νόμους που ξεκλήρισαν τους αγρότες από τα δικά τους μέσα παραγωγής, την γη που καλ-
-40-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
λιεργούσαν για αιώνες. Η γη έγινε ιδιοκτησία ενός τμήματος της καπιταλιστικής τάξης και η μάζα του αγροτικού πληθυσμού εξαναγκάστηκε να πουλά την εργασία της στους καπιταλιστές ή να πεθάνει της πείνας.
Αφού ο καπιταλισμός είχε καταφέρει να μονοπωλήσει τα μέσα παραγωγής, μπορούσε να προσφέρει στην πλειοψηφία των ανθρώπων μια φαινομενική ελευθερία και ισότητα στα πολιτικά δικαιώματα με εκείνη των καπιταλιστών. Φαινομενική, γιατί όσο κι αν ήταν "ελεύθεροι” οι εργάτες, πάλι έπρεπε να δουλεύουν για να ζήσουν.
Οι οικονομολόγοι των καπιταλιστών έχουν μια απλή εξήγηση για το τι συμβαίνει. Ισχυρίζονται πως με το να πληρώνει ο καπιταλιστής μεροκάματο αγοράζει την εργασία του εργάτη. Πρέπει να την πληρώνει σε μια ικανοποιητική τιμή, αλλιώς ο εργάτης θα πάει να δουλέψει για κάποιον άλλο. Ο καπιταλιστής δίνει ένα “ικανοποιητικό ημερομίσθιο” Σε αντάλλαγμα ο εργάτης πρέπει να δώσει μιας “ημέρας συνειδητή εργασία”
Πώς λοιπόν εξηγούν το κέρδος; Το κέρδος, ισχυρίζονται, είναι μια "αμοιβή” στον καπιταλιστή για τη “θυσία” του να επιτρέψει να χρησιμοποιηθούν τα δικά τουμέσα παραγωγής (το κεφάλαιό του). Είναι ένα επιχείρημα που δεν πείθει κανένα εργάτη που θα σκεφτεί λιγάκι.
Ας πάρουμε μια εταιρεία που δηλώνει “καθαρό ποσοστό κέρδους” 10%. Δηλώνει πως αν η αξία των μηχανημάτων, εργοστασίων κλπ που έχει η εταιρεία είναι 100 εκατομμύρια λίρες, τότε της μένει ένα κέρδος10 εκατομμύρια λίρες αφού έχει πληρώσει και τους μισθούς, τις πρώτες ύλες και την απόσβεση των μηχανημάτων (τη φθορά τους σε χρήματα) σε ένα χρόνο.
Δεν χρειάζεται να είσαι ιδιοφυία για να δεις πως μετά από 10 χρόνια η εταιρία θα έχει κάνει ολικό κέρδος 100 εκατομμύρια λίρες -ολόκληρη η αξία της αρχικής επένδυσης.
Αν αυτό είναι “θυσία" που αμείβεται, τότε σίγουρα μετά τα 10 χρόνια δεν θα πρέπει να υπάρξει καθόλου κέρδος. Γιατί τότε οι καπιταλιστές θα έχουν ξαναπάρει πίσω όλα τα λεφτά που έβαλαν στην αρχή. Στην πραγματικότητα όμως ο καπιταλιστής είναι δυο φορές πλουσιότερος
-41-
Κρις Χάρμαν
από πριν... Έχει στην ιδιοκτησία του την πρώτη επένδυση και το συσσω- ρευμένο κέρδος.
Την ίδια στιγμή ο εργάτης, έχει θυσιάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του δουλεύοντας 8 ώρες την ημέρα, 48 βδομάδες το χρόνο μέσα στο εργοστάσιο. Είναι δυο φορές καλύτερα ο εργάτης στο τέλος από ότι ήταν στην αρχή; Στοίχημα πως σίγουρα δεν είναι. Ακόμα κι αν κάνει αιματηρές οικονομίες δεν θα μπορέσει να αγοράσει περισσότερα από μια έγχρωμη τηλεόραση, ένα φτηνό αιρκοντίσιον ή ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο. Ποτέ δεν θα μαζέψει τα λεφτά να αγοράσει το εργοστάσιο που δουλεύει.
Το "μια μέρα συνειδητή δουλειά για μια ημέρα ικανοποιητικής πληρωμής” είναι αυτό που πολλαπλασίασε το κεφάλαιο του καπιταλιστή, αφήνοντας τον εργάτη χωρίς κεφάλαιο και χωρίς άλλη επιλογή εκτός από το να συνεχίσει να δουλεύει με περίπου το ίδιο μεροκάματο. Τα δήθεν "ίσα δικαιώματα” του καπιταλιστή και του εργάτη έχουν μεγαλώσει την ανισότητα.
Μια από τις μεγάλες ανακαλύψεις του Μαρξ ήταν και η εξήγηση αυτού του φαινομενικού παράδοξου. Δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός που να υποχρεώνει τον καπιταλιστή να πληρώσει στους εργάτες του ολόκληρη την αξία της δουλειάς που κάνουν. Ένας μισθωτός εργάτης, για παράδειγμα στη βιομηχανία μηχανημάτων σήμερα, μπορεί να δημιουργεί μια συνολική παραγω γή 130 ή 140 λίρες την βδομάδα. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως αυτός ή αυτή θα πληρωθεί το ποσό αυτό. Στις 99 από τις 100 περιπτώσεις θα πληρωθούν πάρα πολύ λιγότερα.
Η εναλλακτική λύση που έχουν εκτός από τη δουλειά είναι να πεινάσουν (ή να ζουν με το πενιχρό επίδομα ανεργίας). Έτσι απαιτούν όχι ολόκληρη την αξία αυτών που παράγουν, αλλά τόσα που να είναι αρκετά για να ζήσουν σ’ ένα τέλος πάντων ανεκτό βιοτικό επίπεδο. Ο εργάτης πληρώνεται τόσο όσο να μπορεί να δουλέψει με όλη την αποδοτι- κότητα και την αντοχή του για εργασία (αυτό που ονομάζει ο Μαρξ εργατική δύναμη) κάθε μέρα για τον καπιταλιστή.
Από την πλευρά των καπιταλιστών, εφόσον οι εργάτες πληρώνον-
-42-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
ται αρκετά για να είναι σε κατάσταση να μπορούν να δουλέψουν και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σαν μια νέα γενιά εργατών, τότε σημαίνει πως πληρώνονται ικανοποιητικά για την εργατική τους δύναμη. Όμως, η ποσότητα του πλούτου που χρειάζεται για να παραμείνουν ικανοί να δουλεύουν οι εργάτες είναι αφάνταστα μικρότερη από την ποσότητα του πλούτου που μπορούν να παράγουν όταν δουλεύουν -η αξία της
εργατικής τους δύναμης είναι πολύ μικρότερη από την αξία που δημιουργούν με την εργασία τους.
Η διαφορά πηγαίνει στην τσέπη του καπιταλιστή. Ο Μ αρξ την ονόμασε ‘Υπεραξία’.’
Η αυτοδιεύρυνση του κεφαλαίουΑν διαβάσετε τα γραπτά των απολογητών του σημερινού συστήμα
τος, σύντομα θα παρατηρήσετε πως συμμερίζονται μια περίεργη αντίληψη. Το χρήμα, σύμφωνα μ’ αυτούς, έχει μια μαγική ιδιότητα. Μπορεί να μεγαλώνει όπως ένα φυτό ή ζώο.
Ό ταν ένας καπιταλιστής βάζει τα λεφτά του στην τράπεζα, περιμένει ν’ αυξηθεί το ποσό τους. Ό ταν τα επενδύει σε μετοχές της ICI ή της UNILEVER, απαιτεί να ανταμείβεται με νέες ποσότητες χρήματος κάθε χρόνο, με τη μορφή μερίσματος. Ο Μαρξ παρατήρησε αυτό το φαινόμενο, το οποίο ονόμασε “αυτοδιεύρυνση του κεφαλαίου” και το εξήγησε.
Ό πω ς είδαμε προηγούμενα, η εξήγησή του έχει σαν αρχή όχι το χρήμα, αλλά την εργασία και τα μέσα παραγωγής. Στη σημερινή κοινωνία, εκείνοι που έχουν αρκετά πλούτη μπορούν να αγοράσουν και τον έλεγχο των μέσων παραγωγής. Τότε μπορούν να αναγκάσουν όλους τους άλλους να τους πουλήσουν την εργασία που χρειάζεται για να δουλέψουν τα μέσα παραγωγής.
Το μυστικό της “αυτοδιεύρυνσης του κεφαλαίου", της θαυματουργής ικανότητας του χρήματος να μεγαλώνει για εκείνους που έχουν πο λύ από αυτό, βρίσκεται στην αγορά και την πώληση της εργασίας.
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός εργάτη, ας τον ονομάσουμε Τζακ,
-43-
Κρις Χάρμαν
που πιάνει δουλειά στον εργοδότη Σερ Μ πράουνιγκ. Η δουλειά που κάνει ο Τζακ σε 8 ώρες θα επιφέρει ένα επιπρόσθετο ποσό πλούτου - αξίας 24 λιρών ίσως. Αλλά ο Τζακ θα είναι διατεθειμένος να δουλέψει για πολύ λιγότερα από 24 λίρες, μιας και η μοναδική άλλη επιλογή του είναι το επίδομα ανεργίας. Οι προσπάθειες των βουλευτών που είναι με το μέρος των καπιταλιστών, αποσκοπούν στο να εξασφαλίσουν ώστε ο Τζακ αν μείνει άνεργος θα πάρει μόνο 6 λίρες την ημέρα επίδομα για να συντηρήσει τον εαυτό του, τη γυναίκα του και το παιδί του. Εξηγούν πως αν δώσουν περισσότερα «θα καταστραφεί το κίνητρο για εργασία».
Αν ο Τζακ θέλει να πάρει περισσότερα από 6 λίρες την ημέρα πρέπει να πουλήσει την ικανότητά του για εργασία, την εργατική του δύναμη, ακόμα κι αν του προσφέρουν λιγότερα από τις 24 λίρες αξία που μπορεί να δημιουργήσει σε 8 ώρες. Θα είναι διατεθειμένος να εργαστεί, ίσως με το μέσο μεροκάματο 14 λίρες την ημέρα. Η διαφορά, 10 λίρες την ημέρα, πηγαίνει στην τσέπη του Σερ Μπράουνιγκ. Είναι η υπεραξία του Σερ Μπράουνιγκ.
Επειδή είχε αρκετό πλούτο για να αγοράσει τον έλεγχο των μέσων παραγωγής, ο Σερ Μ πράουνιγκ μπορεί να είναι σίγουρος πως θα γίνεται πλουσιότερος κατά 10 λίρες την ημέρα για κάθε εργάτη που απασχολεί. Τα λεφτά του συνεχίζουν να αυξάνονται, το κεφάλαιό του επε- κτείνεται, όχι εξαιτίας κάποιου νόμου της φύσης, αλλά επειδή ο έλεγχος που έχει πάνω στα μέσα παραγωγής τού επιτρέπει να αγοράσει φτηνά την εργασία κάποιου άλλου.
Βεβαίως ο Σερ Μ πράουνιγκ δεν παίρνει απαραίτητα και τις 10 λίρες για τον εαυτό του, μπορεί να ενοικιάζει το εργοστάσιο ή τη γη, μπορεί να έχει δανειστεί μέρος του αρχικού του πλούτου από άλλα μέλη της άρχουσας τάξης. Αυτοί όλοι ζητούν μέρος της υπεραξίας. Έτσι ίσως χρειαστεί να δώσει 5 λίρες σαν ενοίκιο, τόκο και μέρισμα, αφήνοντας για τον εαυτό του μόνο 5 λίρες κέρδος.
Αυτοί που ζουν από τα μερίσματα πιθανό δεν έχουν δει ποτέ τον Τζακ στη ζωή τους. Εν τούτοις εκείνο που τους έδωσε το εισόδημά τους δεν ήταν καμιά μυστηριώδης δύναμη των χαρτονομισμάτων αλλά ο πά-
-44-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
ρα πολύ φυσικός ιδρώτας του Τζακ. Το μέρισμα, οι τόκοι και το κέρδος όλα αυτά βγήκαν από την υπεραξία.
Ποιος καθορίζει πόσο θα πληρωθεί ο Τζακ για τη δουλειά του; Ο εργοδότης θα προσπαθήσει να πληρώσει όσο το δυνατόν λιγότερα. Στην πράξη όμως υπάρχουν κατώτατα όρια. Μερικά από τα όρια είναι φυσικά, δηλαδή δεν είναι καλό να δίνει ο εργοδότης στους εργάτες τόσο πενιχρά μεροκάματα έτσι που να υποφέρουν από υποσιτισμό και να μην μπορούν να δουλέψουν με όλες τους τις δυνάμεις. Πρέπει να είναι σε θέση να πηγαίνουν και να έρχονται στη δουλειά, να έχουν κάπου να ξεκουραστούν το βράδυ, έτσι που να μην αποκοιμηθούν πάνω στις μηχανές.
Από αυτή την άποψη, αξίζει να πληρώνουν τους εργάτες ακόμα και για πράγματα που θεωρούν “μικρές πολυτέλειες” -όπω ς μερικά ποτήρια μπύρα το βραδάκι, τηλεόραση και διακοπές κάπου-κάπου. Όλα αυτά ανανεώνουν τον εργάτη και τον καθιστούν ικανό για να κάνει περισσότερη δουλειά. Ό λα αποσκοπούν στο να αναπληρώνεται η εργατική του δύναμη. Είναι σημαντικό το γεγονός πω ς όπου τα μεροκάματα “κρατιούνται υπερβολικά χαμηλά" πέφτει η παραγωγικότητα της εργασίας.
Ο καπιταλιστής ανησυχεί και για κάτι άλλο. Η εταιρία του θα υπάρχει για πολλά χρόνια, ακόμα και όταν η σημερινή γενιά από εργάτες θα έχει πεθάνει. Η εταιρία θα χρειαστεί την εργασία των παιδιών των σημερινών εργατών. Έτσι πρέπει να πληρώνουν αρκετά τους εργάτες για να μπορούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Επίσης πρέπει να εξασφαλίσουν την δυνατότητα ώστε το κράτος μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα να τους παρέχει τη βασική μόρφωση (όπως γραφή και ανάγνωση).
Στην πράξη και κάτι άλλο είναι σημαντικό - τ ο τι πιστεύει ο εργάτης πως είναι ένα "ικανοποιητικό μεροκάματο’.”Ενας εργάτης που πληρώνεται πολύ λιγότερο από αυτό μπορεί κάλλιστα να παραμελήσει τη δουλειά του, να μην ανησυχεί αν θα χάσει τη δουλειά του μια και νομίζει ότι "δεν αξίζει τον κόπο”
-45-
Κρις Χάρμαν
Όλα αυτά τα στοιχεία που καθορίζουν το μεροκάματο του εργάτη έχουν ένα πράγμα κοινό. Ό λα αποσκοπούν στο να είναι σίγουροι οι εργοδότες πως ο εργάτης έχει την απαραίτητη ενεργητικότητα, την εργατική δύναμη, πράγματα που οι καπιταλιστές αγοράζουν με την ώρα. Οι εργάτες πληρώνονται όσο τους στοιχίζει να συντηρηθούν οι ίδιοι και να συντηρήσουν τις οικογένειές τους για να είναι σε θέση να δουλεύουν.
Στη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία, ακόμα ένα σημείο πρέπει να τονιστεί. Τεράστια ποσά πλούτου ξοδεύονται σε πράγματα όπω ς οι αστυνομικές δυνάμεις και οι εξοπλισμοί. Αυτά χρησιμοποιούνται από το κράτος για τα συμφέροντα της καπιταλιστικής τάξης. Συνεπώς, ανήκουν στην καπιταλιστική τάξη, αν και τα χειρίζεται το κράτος. Η αξία που ξοδεύεται πάνω σ’ αυτά ανήκει στους κεφαλαιοκράτες, όχι στους εργάτες. Είναι κι αυτή μέρος της υπεραξίας.
Υπεραξία = κέρδος + ενοίκιο + τόκοι + δαπάνες για την αστυνομία, στρατό κλπ.
-46-
Κεφάλαιο Πέμπτο
Η εργασιακή θεωρία της αξίας
Αλλά, όπως η εργασία, έτσι και τα μηχανήματα, δηλαδή το κεφάλαιο, παράγουν αγαθά. Επομένως και το κεφάλαιο δικαιούται να παίρνει μερίδιο, όπως και η εργασία, από τον πλούτο που πα- ράγεται. Ο "κάθε συντελεστής της παραγωγής” πρέπει να παίρνει την ανταμοιβή του.
Μ ’ αυτόν περίπου τον τρόπο απαντά κάποιος που έχει διδαχτεί λίγη καπιταλιστική οικονομία, στη μαρξιστική ανάλυση της εκμετάλλευσης και της υπεραξίας. Και σε μια πρώτη ματιά η θέση αυτή φαίνεται να είναι λογική. Γιατί σίγουρα, δεν μπορείς να παράγεις αγαθά χωρίς κεφάλαιο.
Οι μαρξιστές ποτέ δεν ισχυρίστηκαν ότι μπορείς. Αλλά η αφετηρία μας είναι μάλλον διαφορετική. Ξεκινούμε με το ερώτημα: από πού προέρχεται το κεφάλαιο; Πώς δημιουργήθηκαν, για πρώτη φορά, τα μέσα παραγωγής;
Η απάντηση δεν είναι δύσκολη να βρεθεί. Οτιδήποτε έχουν χρησιμοποιήσει ιστορικά οι άνθρωποι για την δημιουργία πλούτου -είτε αυτό ήταν το πέτρινο τσεκούρι της νεολιθικής εποχής είτε ένας σύγχρονος ηλεκτρονικός υπολογιστής- κάποτε χρειάστηκε να φτιαχτεί από την ανθρώπινη εργασία. Ακόμα κι αν το τσεκούρι τους ήταν προϊόν προηγούμενης εργασίας.
Γι’ αυτόν τον λόγο ο Μαρξ συνήθιζε να αναφέρεται στα μέσα παρα-
-47-
Κρις Χάρμαν
γωγής σαν “νεκρή εργασία” Ό ταν οι επιχειρηματίες παινεύονται για το κεφάλαιο που κατέχουν, στην πραγματικότητα παινεύονται για το ότι έχουν αποκτήσει τον έλεγχο μιας τεράστιας ποσότητας αποθηκευμένης εργασίας των προηγούμενων γενιών -κ α ι βέβαια, αυτό δεν σημαίνει την εργασία των δικών τους προγόνων οι οποίοι δεν εργάστηκαν περισσότερο από όσο εργάζονται τώρα οι ίδιοι.
Η αντίληψη ότι η εργασία είναι η πηγή του πλούτου -συνήθω ς αναφέρεται σαν "εργασιακή θεωρία της αξίας"- δεν ήταν μια ανακάλυψη του Μαρξ. Όλοι οι μεγάλοι οικονομολόγοι του καπιταλισμού μέχρι την εποχή του Μαρξ δέχονταν αυτήν την αντίληψη.
Οικονομολόγοι όπως ο Σκωτσέζος Ανταμ Σμιθ ή ο Αγγλος Ρικάρν- το έγραψαν τις οικονομικές τους μελέτες όταν ακόμα το βιομηχανικό καπιταλιστικό σύστημα ήταν σε νεαρή ηλικία - τα χρόνια ακριβώς πριν και μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Οι καπιταλιστές δεν είχαν επικρατήσει ακόμα και χρειάζονταν να μάθουν την αληθινή πηγή του πλούτου τους. Ο Σμιθ και ο Ρικάρντο υπηρέτησαν τα συμφέροντα των καπιταλιστών εξηγώντας τους ότι η εργασία δημιουργεί τον πλούτο και επομένως για να μπορέσουν να τον μεγαλώσουν έπρεπε να “ελευθερώσουν" την εργασία από τον έλεγχο των παλιών προκαπιταλιστικών αρχόντων.
Σύντομα όμως οι διανοούμενοι που βρίσκονταν στο πλευρό της εργατικής τάξης άρχισαν να χρησιμοποιούν τα ίδια αυτά επιχειρήματα ενάντια στους φίλους του Σμιθ και του Ρικάρντο: αν η εργασία είναι αυτό που δημιουργεί τον πλούτο, τότε η εργασία δημιουργεί και το κεφάλαιο. Και τα “δικαιώματα του κεφαλαίου" δεν είναι τίποτα περισσότερο από δικαιώματα της σφετερισμένης εργασίας.
Αμέσως, οι οικονομολόγοι που υποστήριζαν το κεφάλαιο βιάστηκαν να διακηρύξουν πως η εργασιακή θεωρία της αξίας δεν ήταν παρά ένα σωρό ανοησίες. Όμως, η αλήθεια, αν την πετάξεις έξω κλωτσώντας την από την πόρτα, έχει την κακιά συνήθεια να επιστρέφει από το παράθυρο.
Ανοίξτε την τηλεόραση. Παρακολουθείστε το πρόγραμμα για αρκετή ώρα και θα δείτε διάφορους εμπειρογνώμονες να ισχυρίζονται ότι
-48-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
το πρόβλημα της οικονομίας είναι πως «οι άνθρωποι δεν εργάζονται αρκετά σκληρά» ή να λένε το ίδιο πράγμα με άλλα λόγια: «η παραγωγικότητα είναι πολύ χαμηλή». Ξεχάστε για μια στιγμή αν το επιχείρημα είναι σωστό ή όχι. Αντίθετα κοιτάξτε προσεκτικά τον τρόπο που παρουσιάζεται. Ποτέ δεν λένε: «οι μηχανές δεν δουλεύουν αρκετά σκληρά». Όχι! Πάντα φταίνε οι άνθρωποι, οι εργάτες κι εργάτριες.
Επίσης ισχυρίζονται πως αν οι εργάτες δούλευαν πιο σκληρά θα δημιουργούταν περισσότερος πλούτος κι αυτό θα σήμαινε πως θα ήταν δυνατό να έχουν γίνει περισσότερες επενδύσεις πάνω σε νέα μηχανήματα. Αυτοί που χρησιμοποιούν αυτό το επιχείρημα μπορεί να μην το ξέρουν, αλλά αυτό που λένε είναι ότι η περισσότερη δουλειά θα επιφέρει περισσότερο πλούτο. Η δουλειά, η εργασία, είναι η πη γή του υλικού πλούτου.
Ας υποθέσουμε πω ς έχω στην τσέπη μου μια λίρα. Σε τι θα μου χρησίμευε; Στο κάτω-κάτω, είναι απλώς ένα κομμάτι τυπωμένο χαρτί. Η αξία του για μένα, έγκειται στο γεγονός πως μπορώ να πάρω, ανταλ- λάσσοντάς το, κάτι χρήσιμο που έχει κατασκευαστεί με την εργασία κάποιου άλλου. Το χαρτονόμισμα της μιας λίρας, στην πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα δικαίωμα που αποκτά αυτός που το έχει πάνω σε προϊόντα ορισμένου ποσού εργασίας. Δυο λίρες είναι ένα δικαίωμα που έχω πάνω σε προϊόντα διπλάσιας εργασίας κλπ.
Ό ταν μετρούμε τον πλούτο στην ουσία μετρούμε την εργασία που έχει δαπανηθεί για την δημιουργία αυτού του πλούτου.
Βέβαια, δεν παράγουν όλοι το ίδιο με την εργασία τους μέσα σ ’ ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Αν ξεκινήσω, για παράδειγμα, να κατασκευάσω εγώ ένα τραπέζι, θα μπορούσε να μου πάρει 5 ή 6 φορές περισσότερο χρόνο από ότι σε έναν ειδικευμένο επιπλοποιό. Κανένας όμως που έχει τα λογικά του δεν θα θεωρούσε πως έχω κατασκευάσει ένα τραπέζι 5 ή 6 φορές μεγαλύτερης αξίας από το τραπέζι που έκανε ο επιπλοποιός. Θα υπολόγιζε την αξία του σύμφωνα με την εργασία που θα χρειαζόταν για να το κάνει ο επιπλοποιός και όχι με τη δική μου.
Έστω πως ο επιπλοποιός για να το κατασκευάσει θέλει μια ώρα. Τό-
-49-
Κρις Χάρμαν
τε θα έλεγε πως η αξία του τραπεζιού γΓ αυτόν θα ισοδυναμούσε με μια ώρα εργασίας. Δηλαδή με τον απαραίτητο για να κατασκευαστεί χρόνο εργασίας, με τα δεδομένα του συνηθισμένου επίπεδου τεχνικής και δε- ξιοτεχνίας στην σημερινή κοινωνία.
Γι’ αυτό το λόγο ο Μ αρξ επέμενε πω ς το μέτρο της αξίας ενός πράγματος δεν ήταν απλώς ο χρόνος που πήρε σε κάποιον να το κάνει, αλλά ο χρόνος που θα χρειαζόταν κάποιος δουλεύοντας με τον μέσο όρο της τεχνολογίας και τον μέσο όρο της επιδεξιότητας. Αυτόν τον μέσο όρο της εργασίας που χρειάζεται, τον ονόμασε “ο κοινωνικά απαραίτητος χρόνος εργασίας” Το σημείο αυτό είναι σημαντικό, επειδή στον καπιταλισμό η πρόοδος της τεχνολογίας είναι συνεχής, πράγμα που σημαίνει πως απαιτείται όλο και λιγότερη εργασία για να παραχθούν αγαθά.
Για παράδειγμα, όταν τα ραδιόφωνα κατασκευάζονταν με λυχνίες ήταν πολύ ακριβά είδη, γιατί χρειαζόταν πολλή εργασία για να γίνουν οι λυχνίες, για την καλωδίωσή τους κλπ. Μετά εφευρέθηκαν οι ημιαγωγοί [τα τρανζίστορ], που μπορούσαν να κατασκευαστούν και να γίνει η καλωδίωση με πολύ λιγότερη εργασία. Ξαφνικά όλοι οι εργάτες στα εργοστάσια κατασκευής ραδιοφώνων με λυχνίες, είδαν ότι η αξία αυτών που παρήγαγαν έπεσε απότομα. Διότι η αξία του ραδιοφώνου δεν καθοριζόταν πλέον από το χρόνο εργασίας που χρειάζεται να γίνει με λυχνίες, αλλά αντιθέτως καθοριζόταν από τον απαιτούμενο χρόνο για να κατασκευαστεί με ημιαγωγούς.
Ένα τελευταίο σημείο. Οι τιμές μερικών αγαθών κυμαίνονται τρομερά -π ά ν ω σε καθημερινή ή εβδομαδιαία βάση. Αυτές οι αλλαγές μπορεί να οφείλονται σε πολλά άλλα πράγματα, πέρα από τις αλλαγές στην ποσότητα της απαιτούμενης εργασίας για την κατασκευή τους.
Οταν στην Βραζιλία το ψύχος κατέστρεψε όλες τις φυτείες του καφέ, η τιμή του καφέ ανέβηκε πολύ ψηλά, γιατί υπήρχε έλλειψη σε όλο τον κόσμο και οι άνθρωποι ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν ακριβότερα. Αν μια φυσική καταστροφή αύριο κατέστρεφε όλες τις τηλεοράσεις στην Αγγλία, δεν υπάρχει αμφιβολία πως η τιμή των τηλεοράσεων
-50-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
θα ανέβαινε στα ύψη με τον ίδιο τρόπο. Αυτό που ονομάζουν οι οικονομολόγοι “προσψορά και ζήτηση" προκαλεί συνεχώς τέτοιες αυξομειώσεις στην τιμή.
Γι’ αυτό το λόγο, πολλοί οικονομολόγοι του καπιταλισμού λένε ότι η εργασιακή θεωρία της αξίας είναι ανοησίες. Ισχυρίζονται πως μόνο η ζήτηση και η προσφορά είναι που έχουν σημασία. Αλλά αυτό είναι βλακεία. Γιατί αυτό το επιχείρημα αγνοεί πως όταν τα αγαθά κυμαίνονται (δηλαδή η τιμή τους) συνήθως κυμαίνονται γύρω από ένα μέσο όρο. Η θάλασσα ανεβοκατεβαίνει λόγω της παλίρροιας, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ένα σταθερό σημείο γύρω από το οποίο τα νερά ανεβοκατεβαίνουν, το οποίο ονομάζουμε "στάθμη της θάλασσας”
Παρομοίως το γεγονός ότι οι τιμές ανεβαίνουν και κατεβαίνουν μέρα με τη μέρα δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν καθορισμένες αξίες γύρω από τις οποίες οι τιμές αυξομειώνονται. Για παράδειγμα, αν όλες οι συσκευές τηλεοράσεων καταστρέφονταν, οι πρώτες που θα παράγονταν θα ήταν σε μεγάλη ζήτηση και θα αποκτούσαν μια ψηλή τιμή. Σε σύντομο διάστημα όμως θα κατασκευάζονταν όλο και περισσότερες σ υσκευές για την αγορά. Θ α υπήρχε ανταγω νισμός μέχρι που η τιμή αναγκαστικά θα έπεφτε σε ένα σημείο που θα πλησίαζε την αξία τους σε σχέση με το χρόνο εργασίας που απαιτείται για την κατασκευή τους.
Ανταγωνισμός και συσσώρευσηΥπήρξε μια εποχή που ο καπιταλισμός φαινόταν να είναι ένα δυνα
μικό και προοδευτικό σύστημα. Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ανθρώπου, στη ζωή των περισσότερων ανδρών και γυναικών επικρατούσε ο μόχθος και η εκμετάλλευση. Ο βιομηχανικός καπιταλισμός, όταν εμφανίστηκε τον 18ο και 19ο αιώνα, δεν τα άλλαξε όλα αυτά.
Ό μως φαινόταν ότι αυτός ο μόχθος και η εκμετάλλευση θα απο- σκοπούσε σε κάτι χρήσιμο. Αντί να γίνεται σπατάλη άφθονου πλούτου στην κραιπάλη μερικών αριστοκρατών που ήταν παράσιτα, αντί να χτί
-51-
Κρις Χάρμαν
ζονται πολυτελή μαυσωλεία για τους νεκρούς μονάρχες ή να σκορπίζεται ο πλούτος σε μάταιους πολέμους για να κυβερνά ο γιος κάποιου αυ- τοκράτορα ένα έρημο κομμάτι γης, ο καπιταλισμός χρησιμοποίησε τον πλούτο για να δημιουργήσει τα μέσα που θα δημιουργούσαν ακόμα περισσότερο πλούτο. Η άνοδος του καπιταλισμού ήταν μια περίοδος ανάπτυξης της βιομηχανίας, των πόλεων, των μεταφορικών μέσων, σε μια τέτοια κλίμακα που ήταν αδιανόητη στην προηγούμενη ανθρώπινη ιστορία.
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο σήμερα, περιοχές όπως το Όλντμαν, το Χάλιφαξ και το Μ πίνγκλεϋ (σ.τ.μ. πόλεις της Αγγλίας γνωστές για τα μεγάλα υφαντουργεία τους) ήταν η εστία θαυμάτων. Ποτέ η ανθρωπότητα δεν είχε δει τόσο πολύ ακατέργαστο βαμβάκι και μαλλί να μετα- τρέπεται τόσο γρήγορα σε ρούχα για να ντυθούν εκατομμύρια άνθρωποι. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη, επειδή οι καπιταλιστές σαν άτομα διακρίνονταν από κάποιο ιδιαίτερο γνώρισμα. Ή ταν πάντα άνθρωποι μάλλον άπληστοι, που στο μυαλό τους κυριαρχούσε μόνο το πώς να βγάλουν πλούτο πληρώνοντας όσο το δυνατό λιγότερα για την εργασία που χρησιμοποιούσαν.
Από αυτήν την άποψη, πολλές προηγούμενες άρχουσες τάξεις έμοιαζαν πολύ με τους καπιταλιστές, χωρίς όμως να έχουν χτίσει βιομηχανίες. Ό μω ς οι καπιταλιστές ήταν διαφορετικοί όσον αφορά δυο σπουδαία πράγματα.
Το πρώτο το έχουμε ήδη αναφέρει -ό τ ι δηλαδή οι εργάτες δεν ήταν ιδιοκτησία του ς- αλλά, τουναντίον, τους πλήρωναν με την ώρα για την ικανότητά τους να δουλεύουν, για την εργατική τους δύναμη. Χρησιμοποιούσαν μισθωτούς σκλάβους, όχι σκλάβους. Δεύτερο, οι ίδιοι οι καπιταλιστές δεν κατανάλωναν τα προϊόντα που παρήγαγαν οι εργάτες τους. Ο φεουδάρχης ζούσε άμεσα από το κρέας, το ψωμί, το τυρί και το κρασί που παρήγαγαν οι δουλοπάροικοι. Αλλά ο καπιταλιστής ζούσε πουλώντας σε άλλους τα αγαθά που παρήγαγαν οι εργάτες.
Αυτό έδινε στον κάθε καπιταλιστή λιγότερη ελευθερία να συμπερι- φέρεται όπως θα επιθυμούσε, απ’ ότι είχε ο δουλοκτήτης ή ο φεουδάρ-
-52-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
χης. Για να πουλήσει ο καπιταλιστής τα προϊόντα του, έπρεπε να τα παράγει όσο το δυνατόν φθηνότερα. Ο καπιταλιστής είχε το εργοστάσιο μέσα στο οποίο ήταν πανίσχυρος. Δεν μπορούσε όμως να χρησιμοποιεί την ισχύ του όπως ήθελε. Έπρεπε να υποτάσσεται στις απαιτήσεις του ανταγωνισμού με τα άλλα εργοστάσια.
Ας ξανάρθουμε στον γνω στό μας καπιταλιστή Σερ Μπράουνιγκ. Ας υποθέσουμε ότι μια ορισμένη ποσότητα βαμβακερού ρούχου χρειαζόταν για να φτιαχτεί 10 ώρες εργασίας των εργατών του, αλλά κάποιο άλλο εργοστάσιο μπορούσε να παράγει την ίδια ποσότητα σε 5 ώρες εργάσιμο χρόνο των εργατών. Ο Σερ Μ πράουνιγκ δεν μπορούσε να χρεώσει την τιμή που ιροδυναμούσε με 10 ώρες εργασίας. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα το αγόραζε, αψού υπήρχε φθηνότερο ρούχο αλλού.
Οποιοσδήποτε καπιταλιστής θα ήθελε να επιβιώσει σαν επιχείρηση έπρεπε να ενεργεί έτσι ώστε οι εργάτες του να δουλεύουν όσο το δυνατό πιο γρήγορα. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Έπρεπε να εξασφαλίσει για τους εργάτες του τα πιο σύγχρονα μηχανήματα, έτσι που η εργασία τους να παράγει τόσα αγαθά σε μια ώρα όσο και η εργασία εκείνων που δούλευαν γι’ άλλους καπιταλιστές. Ο καπιταλιστής που ήθελε να μείνει στην αγορά, έπρεπε συνεχώς να προσπαθεί να έχει στην κατοχή του όλο και μεγαλύτερες ποσότητες μέσων παραγω γής -ή όπως έλεγε ο Μαρξ, να συσσωρεύει κεφάλαιο!
Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους καπιταλιστές δημιούργησε την δύναμη εκείνη, το σύστημα της αγοράς, που κρατούσε αιχμάλωτό της τον καθένα α π’ αυτούς ξεχωριστά και όλους μαζί αντάμα. Αυτή η δύναμη, η αγορά, τους έσπρωχνε να εντατικοποιούν συνεχώς την διαδικασία της εργασίας και να επενδύουν όλο και περισσότερο σε νέα μηχανήματα. Και θα μπορούσαν να αγοράζουν νέα μηχανήματα (και βεβαίως να έχουν τις δικές τους πολυτέλειες συνάμα), μόνο αν κρατούσαν τα μεροκάματα των εργατών όσο πιο χαμηλά μπορούσαν.
Ο Μαρξ γράφει στο μεγάλο του έργο “Το Κεφάλαιο’,’ ότι ο καπιταλιστής είναι σαν ένας φιλάργυρος, που διακατέχεται από τη μανία να
--53-
Κρις Χάρμαν
βγάζει περισσότερο και όλο και περισσότερο πλούτο. Αλλά:
Αυτό που σ' έναν φιλάργυρο είναι απλώς η ιδιοσυγκρασία του, στον καπιταλιστή είναι το αποτέλεσμα ενός κοινωνικού μηχανισμού μέσα στον οποίο αυτός δεν αποτελεί παρά έναν από τους τροχούς του... Η ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής κάνει συνεχώς αναγκαίο το να αυξάνεται ολοένα το μέγεθος του κεφαλαίου που είναι επενδυμένο σε μια ορισμένη βιομηχανική επιχείρηση και ο ανταγωνισμός κάνει τους βαθύτερους νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής να τους αισθάνεται ο κάθε καπιταλιστής σαν εξωτερικούς καταναγκαστικούς νόμους. Αυτό τον σπρώχνει να επεκτείνει διαρκώς το κεφάλαιό του για να μπορεί να το διατηρήσει. Αλλά δεν μπορεί να το επεκτείνει παρά μόνο με τη συνεχή συσσώρευση.
Συσσώρευση, συσσώρευση! Να ο Μωυσής και όλοι οι προφήτες!
Η παραγωγή δεν γίνεται για να ικανοποιήσει τις ανθρώπινες ανάγκες, ακόμα και τις ανθρώπινες ανάγκες της καπιταλιστικής τάξης, αλλά με σκοπό να παρέχει τη δυνατότητα στον καπιταλιστή να επιβιώσει στον ανταγωνισμό με τους άλλους καπιταλιστές. Οι εργάτες που δουλεύουν σε κάθε καπιταλιστή ανακαλύπτουν πως η ζωή τους κυριαρχείται απ’ την επιμονή των εργοδοτών τους να συσσωρεύσουν πιο γρήγορα από τους ανταγωνιστές τους.
Ο πω ς γράφει ο Μαρξ στο “Κομμουνιστικό Μανιφέστο":
Στην αστική κοινωνία η ζωντανή εργασία είναι απλώς το μέσο για την συσσώρευση νεκρής εργασίας... Το κεφάλαιο είναι ανεξάρτητο και έχει προσωπικότητα, ενώ το ζωντανό άτομο είναι εξαρτημένο και χωρίς προσωπικότητα.
Η καταναγκαστική μανία των καπιταλιστών να συσσωρεύουν μέσα από τον μεταξύ τους ανταγωνισμό εξηγεί τη μεγάλη ορμή της βιομηχανίας στα πρώτα χρόνια του καπιταλισμού. Αυτό όμως οδήγησε και σε κάτι άλλο -σ τ ις επανειλημμένες οικονομικές κρίσεις. Η κρίση δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Είναι τόσο παλιά, όσο και το ίδιο το σύστημα.
-54-
Κεφάλαιο Έκτο
Η οικονομική κρίση
Συσσώρευση του πλούτου από τη μια, της φτώχειας από τηνάλλη.
Έτσι συνόψισε ο Μαρξ την τάση του καπιταλισμού. Ο κάθε καπιταλιστής φοβάται τον ανταγωνισμό από τους υπόλοιπους κι έτσι πιέζει τους εργάτες του όσο πιο σκληρά μπορεί και τους πληρώνει όσο πιο χαμηλά μεροκάματα γίνεται.
Το αποτέλεσμα είναι μια δυσαναλογία ανάμεσα στην τεράστια αύξηση των μέσων παραγωγής από τη μια πλευρά και την περιορισμένη αύξηση των μισθών και του αριθμού των απασχολούμενων εργατών από την άλλη. Ο Μαρξ επέμενε πως αυτό ήταν η βασική αιτία της οικονομικής κρίσης.
Ο ευκολότερος τρόπος για να το δούμε, είναι να ρωτήσουμε: Ποιος αγοράζει τις ολοένα αυξανόμενες ποσότητες αγαθών; Οι χαμηλοί μισθοί των εργατών δεν τους επιτρέπουν να αγοράσουν τα αγαθά που παρήγαγαν με τη δική τους εργασία. Και οι καπιταλιστές δεν μπορούν ν’ αυξήσουν τους μισθούς γιατί θα κατέστρεφαν το κέρδος, την κινητήρια δύναμη του συστήματος.
Αν όμως οι εταιρείες δεν μπορούν να πουλήσουν τα αγαθά που παράγουν, πρέπει να κλείσουν εργοστάσια και να απολύσουν εργάτες. Το συνολικό ποσό των μισθών τότε πέφτει ακόμα περισσότερο και ακόμα περισσότερες εταιρείες αδυνατούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
,55-
Κρις Χάρμαν
Μπαίνει σε λειτουργία μια “κρίση υπερπαραγωγής" όπου τα προϊόντα όλης της οικονομίας στοιβάζονται και ο κόσμος δεν μπορεί να τα αγοράσει.
Αυτό το σύμπτωμα είναι χαρακτηριστικό της καπιταλιστικής κοινωνίας και επαναλαμβάνεται περιοδικά τα τελευταία 160 χρόνια.
Αμέσως όμως ένας έξυπνος απολογητής του συστήματος θα υποδείξει έναν εύκολο τρόπο για να ξεπεραστεί η κρίση. Αυτό που χρειάζεται -θα μας πει- είναι να επενδύσουν οι καπιταλιστές το κέρδος τους σε νέα εργοστάσια και μηχανές. Κάτι τέτοιο θα έδινε δουλειά στους εργάτες, που με τη σειρά τους θα ήταν σε θέση να αγοράσουν τα απούλητα προϊόντα. Αυτό σημαίνει πως όσο γίνονται νέες επενδύσεις όλα τα αγαθά που παράγονται μπορούν να καταναλωθούν και το σύστημα μπορεί να παρέχει πλήρη απασχόληση.
Ο Μαρξ δεν ήταν κανένας ανόητος που να μην το αναγνωρίζει αυτό. Πράγματι όπως έχουμε δει, αντιλήφθηκε πως η πίεση που υπάρχει πάνω στους καπιταλιστές, λόγο του ανταγωνισμού, η πίεση για να επενδύουν, ήταν το βασικό χαρακτηριστικό του συστήματος. Όμως, έκανε την ερώτηση: μήπως αυτό σημαίνει ότι οι καπιταλιστές θα επενδύουν πράγματι όλα τα κέρδη τους συνέχεια;
Ο καπιταλιστής θα επενδύσει μόνο όταν πιστεύει πως θα εξασφαλίσει ένα “λογικό" κέρδος.
Αν κρίνει πως δεν πρόκειται να βγάλει τόσο κέρδος, δεν θα διακινδυνεύσει τα λεφτά του σε επενδύσεις. Θα τα καταθέσει στις τράπεζες ή θα τα παίξει στα χρηματιστήρια, στα ομόλογα κλπ.
Το αν θα επενδύσει ή όχι ο καπιταλιστής εξαρτάται από την εκτίμηση που κάνει για την οικονομική κατάσταση. Αν φαίνεται πως είναι ευνοϊκή, οι καπιταλιστές θα ορμήσουν να επενδύσουν την ίδια στιγμή και θα τρέξει ο ένας πάνω απ’ τον άλλο ψάχνοντας για κτιριακές εγκαταστάσεις, αγορές μηχανημάτων, σκάβοντας τη γη για πρώτες ύλες, πληρώνοντας με το παραπάνω την ειδικευμένη εργασία κλπ.
Αυτό συνήθως ονομάζεται “οικονομικό μπουμ” οικονομική άνθηση. Αλλά ο έξαλλος ανταγωνισμός για τη γη, τις πρώτες ύλες και την ειδι-
-56-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
κευμένη εργασία σπρώχνει τις τιμές όλων αυτών των πραγμάτων να ανέβουν. Και ξαφνικά φθάνει ένα σημείο όπου μερικές επιχειρήσεις ανακαλύπτουν ότι το κόστος έχει ανέβει τόσο πολύ που όλα τα κέρδη τους εξαφανίστηκαν.
Το μπουμ των επενδύσεων παραχωρεί τη θέση του στην "κρίση" Κανένας δεν θέλει να χτίσει νέα εργοστάσια -οι οικοδόμοι απολύονται. Κανένας δεν θέλει μηχανές -η βιομηχανία μηχανημάτων πέφτει σε κρίση. Κανένας δεν θέλει τον χάλυβα και τον σίδηρο που παράγεται -η βιομηχανία χαλυβουργίας ξαφνικά δουλεύει με "μειωμένη παραγωγικότητα” και "καθίσταται μη επικερδής" Το σταμάτημα της λειτουργίας και το κλείσιμο των εργοστασίων εξαπλώνεται από βιομηχανία σε βιομηχανία, μειώνονται οι δουλειές -και μαζί τους και η ικανότητα των εργατών ν’ αγοράσουν τα προϊόντα των βιομηχανιών.
Η ιστορία του καπιταλισμού είναι η ιστορία περιοδικών απότομων κρίσεων, εξαθλιωμένων άνεργων εργατών που πεινούν έξω από τα άδεια εργοστάσια, ενώ τα αποθέματα "αζήτητων” αγαθών σαπίζουν και σκουριάζουν.
Ο καπιταλισμός περιοδικά δημιουργεί αυτές τις κρίσεις υπερπαραγωγής επειδή δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός, έτσι δεν υπάρχει κανένας τρόπος να εμποδιστεί η άτακτη φυγή και εισροή του κεφαλαίου στις επενδύσεις που γίνεται απότομα.
Ο κόσμος συχνά κάνει την σκέψη πως το κράτος θα μπορούσε να τα σταματήσει όλα αυτά. Παρεμβαίνοντας στην οικονομία, αυξάνοντας τις κρατικές επενδύσεις όταν οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώνονται και μετά μειώνοντας τις κρατικές επενδύσεις όταν οι ιδιωτικές αυξάνονται.
Το κράτος θα μπορούσε έτσι να κρατά μια ισορροπία στην παραγωγή. Όμως σήμερα οι κρατικές επενδύσεις είναι κι αυτές μέρος της ίδιας παραφροσύνης.
Πάρτε για παράδειγμα την [κρατικοποιημένη τότε, στμ] Βρετανική Χαλυβουργία (British Steel). To 1974 είπαν στους εργάτες πως οι δουλειές τους αχρηστεύθηκαν γιατί θα έφερναν υπερσύγχρονους αυτόματους φούρνους που ήταν σχεδιασμένοι να παράγουν περισσότερο
-57-
Κρις Χάρμαν
ατσάλι και πιο φθηνά. Το 1979 είπαν στους εργάτες πως πρέπει κι άλλοι εργάτες της βιομηχανίας χάλυβα να χάσουν τις δουλειές τους -επειδή η Βρετανία δεν ήταν η μόνη χώρα που έβαλε μπροστά εκείνα τα τεράστια πλάνα επένδυσης. Η Γαλλία, η Γερμανία, οι ΗΠΑ, η Βραζιλία, η Ανατολική Ευρώπη, ακόμα και η Ν. Κορέα, όλες τους έκαναν το ίδιο. Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα παγκόσμιο πλεόνασμα χάλυβα -μια κρίση υπερπαραγωγής. Το κράτος σταμάτησε την επένδυση. Οι εργάτες της βιομηχανίας χάλυβα βέβαια, υποφέρουν το ίδιο, ανεξάρτητα από το αν ο εργοδότης τους είναι το κράτος ή οι ιδιώτες καπιταλιστές.
Αυτό είναι το τίμημα που πληρώνει ακόμα η ανθρωπότητα για το οικονομικό σύστημα στο οποίο η παραγωγή τεράστιου πλούτου ελέγχεται από μια μικρή προνομιούχα ομάδα που ενδιαφέρεται μόνο για το κέρδος. Δεν έχει σημασία αν αυτές οι μικρές προνομιούχες ομάδες έχουν στην κατοχή τους άμεσα την βιομηχανία ή αν την ελέγχουν έμμεσα χρησιμοποιώντας τον έλεγχο που έχουν στο κράτος (όπως με την British Steel). Καθώς χρησιμοποιούν αυτό τον έλεγχο για να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα πάρει το μεγαλύτερο μερίδιο, αυτοί που υποφέρουν είναι οι εργάτες.
Η απόλυτη τρέλα του συστήματος είναι πως “η κρίση της υπερπαραγωγής” δεν έχει καμιά σχέση με πραγματική υπερπαραγωγή. Ολο το "πλεόνασμα" χάλυβα, για παράδειγμα, θα μπορούσε να βοηθήσει να λυθεί το πρόβλημα της πείνας στον κόσμο. Οι αγρότες σε πολλά μέρη του κόσμου είναι αναγκασμένοι να οργώνουν τη γη με ξύλινα άροτρα - τα ατσαλένια αλέτρια θα μπορούσαν να αυξήσουν την παραγωγή τροφίμων. Αλλά οι αγρότες έτσι κι αλλιώς δεν έχουν λεφτά, επομένως το καπιταλιστικό σύστημα δεν ενδιαφέρεται -δεν υπάρχει κέρδος.
-58-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Γιατί οι κρίσεις έχουν την τάση να χειροτερεύουν
Οι κρίσεις δεν συμβαίνουν απλώς με τον ίδιο μονότονο ρυθμό. Ο Μαρξ πρόβλεψε επίσης πως οι κρίσεις θα χειροτερεύουν με τον καιρό.
Ακόμα κι αν οι επενδύσεις γίνονταν με ομαλό ρυθμό, και όχι σπασμωδικά, δεν θα μπορούσαν να ανακόψουν την γενική τάση για τις κρίσεις. Αυτό ισχύει γιατί ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους καπιταλιστές (και τα καπιταλιστικά κράτη) τούς σπρώχνει να επενδύσουν σε εργοστασιακούς εξοπλισμούς που εξοικονομούν εργασία.
Στη Βρετανία σήμερα, σχεδόν όλες οι νέες επενδύσεις είναι σχεδιασμένες έτσι που να ελαττώσουν τον αριθμό των εργατών που απασχολούνται. Γϊ αυτό το λόγο υπάρχουν λιγότεροι εργάτες στη βρετανική βιομηχανία απ’ ότι πριν 10 χρόνια, παρ’ όλο που η παραγωγή έχει αυξηθεί λιγάκι σ’ αυτό το διάστημα.
Μόνο με την "ορθολογική οργάνωση της παραγωγής’,’ με την "αύξηση της παραγωγικότητας’’ και με τη μείωση του εργατικού δυναμικού μπορεί ένας καπιταλιστής να πάρει μεγαλύτερο μερίδιο στα συνολικά κέρδη από κάποιον άλλο καπιταλιστή. Αλλά το αποτέλεσμα για το σύστημα σαν σύνολο είναι καταστρεπτικό. Γιατί σημαίνει πως ο ρυθμός αύξησης του αριθμού των εργατών δεν πλησιάζει καν τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων.
Όμως η εργασία των εργατών είναι η πηγή των κερδών, που είναι η τροφή του συστήματος. Αν κάνεις μεγαλύτερες επενδύσεις, χωρίς μια αντίστοιχη αύξηση στην πηγή του κέρδους, θα πάθεις ζημιά -όπως ακριβώς θα περίμενες να συμβεί αν οδηγούσες μια Τζάγκουαρ με την ίδια ποσότητα βενζίνης που χρειάζεται ένα Μίνι Κούπερ.
Γι’ αυτό ο Μαρξ υποστήριζε πριν 150 χρόνια, πως ακριβώς η επιτυχία του καπιταλισμού να στοιβάζει τεράστιες επενδύσεις σε νέες μηχανές, οδηγούσε στην "πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους” που σημαίνει ακόμα χειρότερες κρίσεις.
-59-
Κρις Χάρμαν
Το επιχείρημά του μπορεί να εφαρμοστεί πολύ απλά στον σημερινό καπιταλισμό. Αντί για την παλιά εικόνα των "ισχνών αγελάδων” μετά από τις οποίες έρχονται οι “καλοί καιροί” των κρίσεων που μετατρέπον- ται σε ανάπτυξη, φαίνεται πως σήμερα έχουμε βυθιστεί σε μια ατέλειωτη κρίση. Κάθε περιστασιακή βελτίωση, οποιαδήποτε μείωση της ανεργίας, είναι περιορισμένη και διαρκεί ελάχιστο χρόνο.
Οι απολογητές του συστήματος λένε πως αυτά συμβαίνουν γιατί οι επενδύσεις δεν είναι ψηλές. Χωρίς νέες επενδύσεις δεν υπάρχουν νέες δουλειές, χωρίς νέες δουλειές δεν υπάρχουν λεφτά για να αγοράσουν οι εργάτες αγαθά. Ως εδώ μπορούμε να συμφωνήσουμε μαζί τους -αλλά δεν συμφωνούμε με τη εξήγησή τους: γιατί άραγε συμβαίνουν αυτά;
Ισχυρίζονται πως τα μεροκάματα είναι πολύ ψηλά, πράγμα που κόβει τα κέρδη ως το κόκκαλο. Οι καπιταλιστές φοβούνται να επενδύσουν επειδή δε θα πάρουν “ικανοποιητική ανταμοιβή” για τις επενδύσεις τους.
Αλλά η κρίση έχει συνεχίσει για αρκετά χρόνια και μέσα σ’ αυτά τα χρόνια η πολιτική των κυβερνήσεων για τους μισθούς έχει κατεβάσει το βιοτικό επίπεδο των εργατών και βοήθησε την άνοδο των κερδών. Ανάμεσα στα 1975-78 έχει γίνει το μεγαλύτερο χτύπημα του αιώνα στο βιοτικό επίπεδο των εργατών, ενώ οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι -το 10% του πληθυσμού μεγάλωσε το μερίδιό του από το εθνικό προϊόν από 57,8% το 1974 σε 60% το 1976.
Παρόλα αυτά δεν γίνονται αρκετές επενδύσεις για να βγούμε από την κρίση -κ ι αυτό δεν ισχύει μόνο για τη Βρετανία, αλλά και για άλλες χώρες όπου οι μισθοί έχουν μειωθεί, στη Γαλλία, Ιαπωνία, Δυτική Γερμανία.
Καλύτερα να ακούσουμε τι είπε ο Μαρξ πριν 150 χρόνια παρά ν’ ακούμε εκείνους που απολογούνται για τον σημερινό καπιταλισμό.
Ο Μαρξ προέβλεψε ότι όσο ο καπιταλισμός γερνά, οι κρίσεις του θα χειροτερεύουν επειδή η πηγή του κέρδους, η εργασία, δεν αυξάνεται ούτε κατά προσέγγιση με τον ρυθμό που αυξάνονται οι επενδύσεις που χρειάζονται για να βάλουν την εργασία να δουλέψει. Ο Μαρξ τα έγρα-
-60-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
φε αυτά όταν η αξία των εγκαταστάσεων και των μηχανών που χρειάζονταν για να απασχολήσουν κάθε εργάτη ήταν πολύ χαμηλή. Από τότε η αξία αυτή αυξήθηκε, μέχρι που σήμερα μπορεί να είναι 20.000 ή ακόμα 30.000 λίρες. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις τις έσπρωξε να χρησιμοποιήσουν όλο και μεγαλύτερα κι ακριβότερα μηχανήματα. Έχουμε φτάσει στο σημείο όπου στις περισσότερες βιομηχανίες θεωρείται δεδομένο πως τα νέα μηχανήματα σημαίνουν και λιγότερους εργάτες.
Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), πιστεύει ότι η απασχόληση στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου θα ελαττωθεί στα επόμενα 5 χρόνια, ακόμα κι αν ως εκ θαύματος οι επενδύσεις ανεβούν στα ύψη.
Πράγμα που δεν πρόκειται να γίνει. Επειδή οι καπιταλιστές νοιάζονται για το κέρδος τους. Αν η επένδυσή τους τετραπλασιαστεί, αλλά το κέρδος τους μόνο διπλασιαστεί, τότε στενοχωριούνται πραγματικά. Και όμως, αυτό είναι που αναγκαστικά θα συμβεί αν η βιομηχανία αναπτύσσεται πιο γρήγορα από την πηγή του κέρδους, την εργασία.
Οπως είπε ο Μαρξ, το ποσοστό κέρδους θα έχει την τάση να πέφτει. Πρόβλεψε πως τελικά θα φτάσει ένα σημείο στο οποίο κάθε νέα επένδυση θα φαίνεται σαν ένα επικίνδυνο τόλμημα. Το ποσό της δαπάνης που θα χρειάζεται για μια νέα μονάδα και τα μηχανήματά της θα είναι κολοσσιαίο, αλλά το ποσοστό κέρδους θα είναι λιγότερο από ποτέ πριν. Οταν φτάσει αυτό το σημείο, κάθε καπιταλιστής (ή το καπιταλιστικό κράτος) θα πλάθει όνειρα για τεράστια νέα προγράμματα επενδύσεων -αλλά θα φοβάται να τα υλοποιήσει κάτω από τον κίνδυνο της χρεωκοπίας.
Η παγκόσμια οικονομία σήμερα μοιάζει πολύ με αυτή την κατάσταση. Η Rover σχεδιάζει μια καινούργια σειρά παραγωγής ενός νέου αυτοκινήτου -αλλά φοβάται πως θα χάσει λεφτά. Η British Steel ονειρεύεται εκείνες τις μεγάλες μονάδες που σχεδίασε πριν 5 χρόνια -αλλά δεν προχωρά επειδή δεν μπορεί να πουλήσει τη σημερινή παραγωγή. Οι Ιάπωνες έχουν εγκαταλείψει τις επενδύσεις σε νέα ναυπηγεία -και μερικά
-61-
Κρις Χάρμαν
από τα παλιά ναυπηγεία έχουν κλείσει.Αυτή ακριβώς η επιτυχία των καπιταλιστών να κατασκευάζουν
ολοένα και πιο ταχύτερες και αποδοτικότερες μηχανές, έχει φέρει το σύστημα στο σημείο μιας μόνιμης -όπως φαίνεται- κρίσης.
Στις δουλοκτητικές κοινωνίες του αρχαίου κόσμου και στις φεουδαρχικές κοινωνίες του μεσαίωνα, τα πράγματα είχαν φθάσει στο σημείο όπου, είτε μια επανάσταση θα μετασχημάτιζε την κοινωνία ή θα επερχόταν μια μόνιμη κρίση που θα γύριζε την κοινωνία προς τα πίσω. Στην περίπτωση της Ρώμης, η απουσία της επανάστασης οδήγησε ακριβώς στην καταστροφή του Ρωμαϊκού πολιτισμού και στον ερχομό του Μεσαίωνα. Στην περίπτωση μερικών φεουδαρχικών κοινωνιών - στη Βρετανία κι αργότερα τη Γαλλία- η επανάσταση διάλυσε την παλιά τάξη πραγμάτων και πρόσφερε την δυνατότητα για νέα κοινωνική άνοδο, στα πλαίσια του καπιταλισμού.
Τώρα ο ίδιος ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει το αδιέξοδο ανάμεσα στη μόνιμη κρίση, που τελικά θα βυθίσει την ανθρωπότητα πίσω στη βαρβαρότητα μέσα από την φτώχεια και τον πόλεμο, ή την σοσιαλιστική επανάσταση.
-62-
Κεφάλαιο Εβδομο
Η εργατική τάξη
Ο Μαρξ ξεκινά το Κομμουνιστικό Μανιφέστο με την εξής φράση: «Ή ιστορία όλων των μέχρι τώρα κοινωνιών είναι η ιστορία της πάλης των τάξεων».
Το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο η άρχουσα τάξη εξαναγκάζει την καταπιεσμένη τάξη να της παράγει συνέχεια πλούτο είναι κρίσιμης σημασίας. IV αυτό το λόγο, σε κάθε προηγούμενη κοινωνία είχαν υπάρξει τρομεροί αγώνες που συχνά κορυφώνονταν σε εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στις τάξεις -οι εξεγέρσεις των δούλων στην Αρχαία Ρώμη, οι αγροτικές εξεγέρσεις στη μεσαιωνική Ευρώπη, οι μεγάλοι εμφύλιοι πόλεμοι και οι επαναστάσεις του 17ου και 18ου αιώνα.
Σε όλους εκείνους τους μεγάλους αγώνες, η πλειοψηφία των δυνάμεων που εξεγείρονταν προερχόταν από το πιο καταπιεσμένο κομμάτι της κοινωνίας. Αλλά, όπως προσθέτει αμέσως ο Μαρξ, στο τέλος της σύγκρουσης όλες οι προσπάθειές κατέληγαν μόνο στο να αντικατα- σταθεί η μια προνομιούχα άρχουσα μειοψηφία από μια άλλη. Έτσι, για παράδειγμα, στην αρχαία Κίνα έγιναν διάφορες επιτυχείς αγροτικές εξεγέρσεις -αλλά μόνο και μόνο για να αντικατασταθεί ο ένας αυτο- κράτορας με κάποιον άλλο. Παρόμοια στο Παρίσι, οι φτωχότερες τάξεις ήταν εκείνες που συνέβαλαν σε μεγάλο μέρος στην επιτυχία της Γαλλικής Επανάστασης, όμως στο τέλος, την κοινωνία δεν την κυβερνούσαν οι τάξεις αυτές αλλά οι τραπεζίτες και οι βιομήχανοι που πήραν
-63-
Κρις Χάρμαν
τη θέση του βασιλιά και των αυλικών.Τπήρχαν δυο κύριοι λόγοι για τους οποίους οι καταπιεσμένες τά
ξεις αποτύγχαναν να κρατήσουν τον έλεγχο των επαναστάσεων που οι ίδιες είχαν στηρίξει.
Πρώτο, το γενικό επίπεδο του υλικού πλούτου στην κοινωνία ήταν αρκετά χαμηλό. Χάρη στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηψία του λαού είχε εγκαταλειφθεί να ζει σε μια εξαθλιωμένη φτώχεια, μια μικρή μειοψηφία είχε τον καιρό και την άνεση ν’ ασχοληθεί και να αναπτύξει την επιστήμη και τις τέχνες και να διατηρήσει έναν πολιτισμό. Με άλλα λόγια, ο διαχωρισμός των τάξεων ήταν απαραίτητος για να προοδεύσει η κοινωνία.
Δεύτερο, η ίδια η ζωή που ζούσαν οι καταπιεσμένες τάξεις δεν τις προετοίμαζε έτσι ώστε να μπορούν να κυβερνήσουν την κοινωνία. Γενικά ήταν αμόρφωτες, δεν είχαν ιδέα για το τι συμβαίνει λίγο έξω από το άμεσο γεωγραφικό τους περιβάλλον και πάνω απ’ όλα, η καθημερινή τους ζωή έφερνε τους ανθρώπους τον έναν αντιμέτωπο με τον άλλο. Κάθε αγρότης ήταν απορροφημένος στην καλλιέργεια του δικού του κομματιού γης. Κάθε τεχνίτης στην πόλη είχε το δικό του μαγαζάκι και σ’ ένα βαθμό βρίσκονταν σε ανταγωνισμό με άλλους βιοτέχνες αντί να είναι ενωμένοι.
Οι αγροτικές εξεγέρσεις άρχιζαν με τον ξεσηκωμό μεγάλου αριθμού αγροτών για το μοίρασμα της γης του τοπικού φεουδάρχη, αλλά μόλις νικούσαν, άρχιζαν τις φιλονικίες μεταξύ τους για το πώς θα μοίραζαν τη γη. Οπως είπε κι ο Μαρξ, οι αγρότες έμοιαζαν με "ένα σακί πατάτες” Κάτω από την επίδραση μιας εξωτερικής δύναμης μπορούσαν να ενωθούν όλοι μαζί, αλλά δεν ήταν ικανοί να αποκτήσουν μόνιμο δεσμό ανάμεσά τους για ν’ αντιπροσωπεύουν τα δικά τους συμφέροντα συλλογικά.
Οι εργάτες που δημιουργούν τον πλούτο στον σύγχρονο καπιταλισμό διαφέρουν απ’ όλες τις προηγούμενες κατώτερες τάξεις. Πρώτο, ο ταξικός διαχωρισμός δεν είναι πια απαραίτητος για την ανθρώπινη πρόοδο. Παράγεται τόσος πολύς υλικός πλούτος που η ίδια η καπιταλι-
-64-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
στική κοινωνία φτάνει να καταστρέφει κατά περιόδους τεράστιες ποσότητες πλούτου, στους πολέμους και στις οικονομικές κρίσεις. Θα μπορούσε αυτός ο πλούτος να διαμοιραστεί ισότιμα σε όλους και πάλι η κοινωνία θα ήταν σε θέση να σημειώσει άνοδο στην επιστήμη, τις τέχνες κλπ.
Δεύτερο, ο τρόπος ζωής στον καπιταλισμό προετοιμάζει τους εργάτες με διάφορους τρόπους να πάρουν τον έλεγχο της κοινωνίας στα χέρια τους. Για παράδειγμα, ο καπιταλισμός χρειάζεται εργάτες που να είναι ειδικευμένοι και μορφωμένοι. Επίσης ο καπιταλισμός συσπειρώνει χιλιάδες ανθρώπους μαζί στους τόπους δουλειάς, σε τεράστια αστικά κέντρα, όπου βρίσκονται σε στενή επαφή ο ένας με τον άλλο και όπου μπορούν να αποτελέσουν μια πανίσχυρη δύναμη για κοινωνική αλλα
γή-Ο καπιταλισμός κάνει τους εργάτες να συνεργάζονται στην παρα
γωγή μέσα στο εργοστάσιο κι αυτή η ικανότητα για συνεργασία μπορεί εύκολα να στραφεί ενάντια στο σύστημα, όπως όταν οι εργάτες οργανώνονται στα συνδικάτα. Επειδή οι εργάτες είναι μαζικά συγκεντρωμένοι, είναι πιο εύκολο να ελέγχουν δημοκρατικά τα όργανα των αντιπροσώπων τους απ’ ό,τι μπορούσαν να τα ελέγχουν οι προηγούμενες καταπιεσμένες τάξεις.
Επιπλέον ο καπιταλισμός έχει την τάση να μετατρέπει συνεχώς ομάδες ανθρώπων που πίστευαν πως ήταν “κάτι παραπάνω” από τους απλούς εργάτες (όπως οι υπάλληλοι και οι τεχνικοί) σε μεροκαματιάρη- δες που αναγκάζονται να οργανωθούν σε συνδικάτα και να δρουν συλλογικά όπως και οι άλλοι εργάτες.
Τελειώνοντας, αξίζει να τονίσουμε την ανάπτυξη των μέσων μεταφοράς και επικοινωνίας -οι σιδηρόδρομοι, οι δρόμοι, τα αεροπλάνα, τα ταχυδρομεία, το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση- που επιτρέπουν στους εργάτες να επικοινωνούν με τον κόσμο έξω από το άμεσο περιβάλλον τους ή το εργοστάσιο. Μπορούν να οργανωθούν σαν τάξη πάνω σε εθνική βάση και σε διεθνή κλίμακα -κάτι που ξεπερνά ακόμα και τα πιο μεγάλα όνειρα των προηγούμενων καταπιεσμένων
-65-
Κρις Χάρμαν
τάξεων.Όλοι αυτοί οι παράγοντες σημαίνουν πως η εργατική τάξη είναι μια
δύναμη που μπορεί να οργανωθεί η ίδια, εκλέγοντας και ελέγχοντας τους δικούς της αντιπροσώπους, έτσι που να μπορεί να αλλάξει την κοινωνία με βάση τα δικά της συμφέροντα κι όχι απλώς και μόνο να φέρει στην εξουσία κάποιον άλλο αυτοκράτορα ή μια άλλη ομάδα τραπεζιτών. Όπως έγραψε ο Καρλ Μαρξ:
Όλα τα προηγούμενα ιστορικά κινήματα, ήταν κινήματα μει- οψηψιών για τα συμφέροντα μειοψηψιών. Το εργατικό κίνημα είναι το συνειδητό ανεξάρτητο κίνημα της μεγάλης πλειοψηψίας για τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηψίας του πληθυσμού.
-66-
Κεφάλαιο Ογδοο
Πώς μπορεί να αλλάξει η κοινωνία;
Στη Βρετανία η μεγάλη ττλειοψηψία των αριστερών, των σοσιαλιστών και των συνδικαλιστών ισχυρίζονται γενικά πως η κοινωνία μπορεί να αλλάξει χωρίς βίαιη επανάσταση. Αυτό που χρειάζεται, λένε, είναι να κερδίσουν οι σοσιαλιστές αρκετή λαϊκή υποστήριξη και να πάρουν τον έλεγχο των "παραδοσιακών” πολιτικών θεσμών -του κοινοβουλίου και των τοπικών δημοτικών συμβουλίων. Τότε οι σοσιαλιστές θα είναι σε θέση να αλλάξουν την κοινωνία παίρνοντας στα χέρια τους το κράτος που ήδη υπάρχει -τ ις δημόσιες· υπηρεσίες, την δικαιοσύνη, την αστυνομία, τις ένοπλες δυνάμεις- για να επιβάλλουν νόμους που θα περιορίσουν την δύναμη της τάξης των εργοδοτών.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ισχυρίζονται, ο σοσιαλισμός μπορεί να εφαρμοστεί σταδιακά και χωρίς βία, με μεταρρυθμίσεις στον τρόπο που είναι οργανωμένη η κοινωνία.
Αυτή η άποψη συνήθως ονομάζεται “ρεφορμισμός” (μεταρρυθμι- σμός) αν και μερικές φορές θα ακούσετε να ονομάζουν αυτή την άποψη σαν “ρεβιζιονισμό” (σ.τ.μ. πολιτικός όρος που σημαίνει αναθεωρητισμό, γιατί οι οπαδοί του υποστηρίζουν την αναθεώρηση των μαρξιστικών ιδεών) ή ακόμα "σοσιαλδημοκρατία” (αν και μέχρι το 1914 η σοσιαλδημοκρατία σήμαινε τον επαναστατικό σοσιαλισμό) ή "Φαβιανισμό" (από το όνομα της Φαβιανικής Εταιρείας που υπήρχε παλιά στην Αγγλία και επεδίωκε την επικράτηση του σοσιαλισμού χωρίς επανάσταση). Είναι
-67-
Κρις Χάρμαν
μια άποψη που αποδέχονται και η αριστερή και η δεξιά πτέρυγα του Εργατικού Κόμματος και που είναι επίσης κεντρική ιδέα στο πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος Μ. Βρετανίας που έχει τίτλο Ό Βρετανικός Δρόμος προς το Σοσιαλισμό" από το 1951.
Σε πρώτη ματιά, ο ρεφορμισμός φαίνεται πολύ πειστικός. Ταιριάζει μ’ αυτά που μας λένε στο σχολείο, στις εφημερίδες και στην τηλεόραση, ότι «η βουλή κυβερνά τη χώρα» και ότι «η βουλή εκλέγεται σύμφωνα με τη δημοκρατική θέληση του λαού». Όμως παρόλα αυτά, κάθε προσπάθεια που έχει γίνει να έρθει ο σοσιαλισμός μέσα από τη βουλή έχει απο- τύχει. Έτσι, υπήρξαν τρεις κυβερνήσεις πλειοψηφίας του Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία από τον πόλεμο και μετά -μ ε συντριπτικές πλειοψηφίες το 1945 και το 1966- όμως δεν είμαστε καθόλου πιο κοντά στο σοσιαλισμό απ’ ό,τι ήμασταν το 1945.
Οι εμπειρίες άλλων χωρών είναι ίδιες. Πιο πρόσφατα, το 1970 στη Χιλή, ο σοσιαλιστής Σαλβαντόρ Αλιέντε εξελέγη πρόεδρος. Πολύς κόσμος υποστήριξε πως αυτός ήταν ένας «νέος δρόμος» προς το σοσιαλισμό. Τρία χρόνια μετά οι στρατηγοί που είχαν κληθεί να συμμετάσχουν στην κυβέρνησή του ανέτρεψαν τον Αλιέντε και το εργατικό κίνημα χτυπήθηκε άγρια στη Χιλή.
Υπάρχουν τρεις λόγοι που αλληλοσυνδέονται και που εξηγούν γιατί ο ρεφορμισμός είναι καταδικασμένος σε αποτυχία.
Πρώτον, ενώ η πλειοψηψία των σοσιαλιστών στη βουλή ισχυρίζεται ότι εισάγει "σταδιακά” σοσιαλιστικά μέτρα, η πραγματική οικονομική δύναμη εξακολουθεί να βρίσκεται στα χέρια της παλιάς άρχουσας τάξης. Η τάξη αυτή μπορεί να χρησιμοποιήσει την οικονομική της δύναμη για να κλείσει ολόκληρους τομείς της βιομηχανίας και να προκαλέσει ανεργία, να σπρώξει τις τιμές προς τα πάνω κάνοντας κερδοσκοπικές κινήσεις (σπεκουλάρισμα) και αποκρύβοντας τα αποθέματα, βγάζοντας τα λεφτά τους στο εξωτερικό ώστε να δημιουργήσει μια κρίση “στο ισοζύγιο πληρωμών” και εξαπολύοντας εκστρατείες δυσφήμησης από τον τύπο, κατηγορώντας τη σοσιαλιστική κυβέρνηση για όλα τα κακά που συμβαίνουν.
-68-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Έτσι, η Εργατική Κυβέρνηση του Ουίλσον εξαναγκάστηκε το 1964 και ξανά το 1966 να αποσύρει διάφορα μέτρα από τα οποία θα ωφελούνταν οι εργάτες -εξαιτίας της ομαδικής φυγάδευσης κεφαλαίων στο εξωτερικό από τους πλούσιους και από τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ο ίδιος ο Ουίλσον περιγράφει στα απομνημονεύματά του:
Είχαμε τώρα φτάσει στην κατάσταση όπου οι διεθνείς κερδο- σκόποι είπαν στην κυβέρνηση που μόλις είχε εκλεγεί ότι η πολιτική με βάση την οποία κερδίσαμε τις εκλογές δεν μπορούσε να εφαρμοστεί... Ζητήθηκε από τον πρωθυπουργό να καταλύσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία δεχόμενος τη θεωρία πως οι εκλογές στη Βρετανία ήταν μια φάρσα και ότι ο βρετανικός λαός δεν μπορούσε να έχει επιλογή ανάμεσα σε διάφορες πολιτικές.
Χρειάζεται μόνο να προσθέσουμε ότι παρόλη τη δήθεν αγανάκτηση του Ουίλσον, ο ίδιος για τα επόμενα έξι χρόνια είχε τελικά ακολουθήσει την πολιτική που του υπαγόρευσαν οι κερδοσκόποι.
Η ίδια σκόπιμη δημιουργία κρίσεων στο ισοζύγιο πληρωμών, εξανάγκασε την Εργατική Κυβέρνηση που εξελέγη το 1974 να εφαρμόσει τρεις κατά σειρά φορές προγράμματα περικοπών στις δημόσιες δαπάνες στα νοσοκομεία, τα σχολεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες.
Η κυβέρνηση του Αλιέντε στη Χιλή, αντιμετώπισε ακόμα μεγαλύτερη διάλυση κάτω από τα χτυπήματα των μεγαλοεπιχειρηματιών. Δυο φορές ολόκληρα τμήματα της βιομηχανίας ανέστειλαν τις εργασίες τους με “απεργίες των εργοδοτών" ενώ η κερδοσκοπία ανέβασε τις τιμές σε τρομερά επίπεδα και η απόκρυψη των αποθεμάτων προϊόντων από τη μεριά των επιχειρηματιών, έγινε η αιτία να δημιουργούνται ουρές για την αγορά των αγαθών πρώτης ανάγκης.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο ο καπιταλισμός δεν μπορεί να βελτιωθεί με μεταρρυθμίσεις είναι διότι η υπάρχουσα κρατική μηχανή δεν είναι "ουδέτερη” αλλά από την κορυφή ως τη βάση είναι σχεδιασμένη ώστε να λειτουργεί για την διατήρηση της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Το κράτος ελέγχει σχεδόν όλα τα μέσα και τους μηχανισμούς φυσικής βίας. Αν η οργάνωση του κράτους ήταν ουδέτερη κι εκτελούσε τις
-69-
Κρις Χάρμαν
εντολές οποιοσδήποτε κυβέρνησης, είτε καπιταλιστικής είτε σοσιαλιστικής, τότε το κράτος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να εμποδίσει το οικονομικό σαμποτάζ των μεγαλοεπιχειρηματιών. Αλλά κοιτάξτε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η κρατική μηχανή και ποιος πραγματικά δίνει τις διαταγές και θα δείτε πως το κράτος δεν είναι ουδέτερο.
Η κρατική μηχανή δεν είναι απλώς η κυβέρνηση. Είναι ένας τεράστιος οργανισμός με πολλά διαφορετικά τμήματα -την αστυνομία, τον στρατό, τη δικαιοσύνη, τις δημόσιες υπηρεσίες, αυτούς που διευθύνουν τις εθνικοποιημένες βιομηχανίες και πάει λέγοντας. Πολλοί από τους ανθρώπους που εργάζονται σ’ αυτά τα διαφορετικά τμήματα του κράτους προέρχονται από την εργατική τάξη -ζουν και πληρώνονται όπως οι εργάτες.
Αλλά δεν είναι αυτοί οι άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις. Οι απλοί στρατιώτες δεν αποφασίζουν πού θα γίνουν οι πόλεμοι ή αν θα πάνε να σπάσουν απεργίες. Ο υπάλληλος του γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν αποφασίζει πόσο επίδομα ανεργίας θα δοθεί κλπ. Ολόκληρη η κυβερνητική μηχανή είναι βασισμένη πάνω στην αρχή ότι αυτοί που βρίσκονται στη μια βαθμίδα της κλίμακας υπακούν σ’ εκείνους που είναι στην πιο πάνω βαθμίδα.
Αυτή είναι ουσιαστικά η κατάσταση και στα τμήματα της κρατικής μηχανής που εξασκούν φυσική βία όπως ο στρατός, ο στόλος, η αεροπορία, η αστυνομία, το λιμενικό. Το πρώτο πράγμα που διδάσκονται οι στρατιώτες όταν καταταγούν -πριν ακόμα τους επιτραπεί να πάρουν όπλα- είναι να υπακούν στις διαταγές, ανεξάρτητα από την προσωπική γνώμη που έχουν για αυτές τις διαταγές. ΓΓ αυτό το λόγο διδάσκονται να κάνουν γελοίες ασκήσεις ακρίβειας. Αν συνηθίσουν να εκτελούν τα ανόητα παραγγέλματα στην στρατιωτική εξάσκηση χωρίς να σκέφτονται, τότε η ιεραρχία ελπίζει ότι θα πυροβολήσουν όταν πάρουν τη διαταγή χωρίς να σκεφτούν ούτε και τότε.
Το πιο σοβαρό παράπτωμα στο στρατό είναι η άρνηση υπακοής στις διαταγές -η “στάσις” . Τόσο σοβαρό παράπτωμα θεωρείται, ώστε κατά τη διάρκεια πολέμου τιμωρείται με εκτέλεση στη Βρετανία ακόμα
-70-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
και σήμερα.
Ποιος δίνει τις διαταγές;Ο στρατός είναι μια τεράστια φονική μηχανή. Αυτοί που τον διευ
θύνουν -κι έχουν τη δύναμη να προάγουν άλλους στρατιωτικούς σε διοικητικές θέσεις στο πλάι τους -είναι οι στρατηγοί.
Αν κοιτάξετε την ιεραρχία στον βρετανικό στρατό (και οι άλλοι στρατοί δεν διαφέρουν) πηγαίνει ως εξής: Στρατηγός - Ταξίαρχος - Συνταγματάρχης - Λοχαγός - Υπαξιωματικός - στρατιώτης. Οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι -βουλευτές ή δήμαρχοι- δεν επεμβαίνουν σε καμιά φάση αυτής της ιεραρχίας. Θεωρείται εξίσου παράπτωμα στάσης αν μια ομάδα στρατιωτών υπακούσει στον βουλευτή της περιφέρειας αντί στον αξιωματικό.
Βέβαια, θεωρητικά οι στρατηγοί είναι υπόλογοι στην εκλεγμένη κυβέρνηση. Αλλά οι στρατιώτες εκπαιδεύονται να υπακούν στους στρατηγούς και όχι στους πολιτικούς. Αν οι στρατηγοί θέλουν να δώσουν διαταγές στους στρατιώτες τους που είναι αντίθετες μ’ αυτό που θέλει μια εκλεγμένη κυβέρνηση, η κυβέρνηση δεν μπορεί να ακυρώσει αυτές τις διαταγές. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να προσπαθήσει να πείσει τους στρατηγούς να αλλάξουν γνώμη. Και φυσικά, αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν η κυβέρνηση γνωρίζει τι είδους διαταγές δίνονται - και επειδή τα στρατιωτικά θέματα είναι πάντα μυστικά, είναι πολύ εύκολο για τους στρατηγούς να αποκρύψουν από την κυβέρνηση διάφορα πράγματα όταν θέλουν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πάντοτε ή συνήθως οι στρατηγοί αγνοούν αυτό που τους λέει η κυβέρνηση. Συνήθως μέχρι τώρα στη Βρετανία ο στρατός βλέπει πώς είναι βολικό να συμβαδίζει με αυτά που εισηγείται η κυβέρνηση. Αλλά σε θέματα ζωής και θανάτου οι στρατηγοί είναι ικανοί να θέσουν σε λειτουργία τη φονική μηχανή τους αγνοώντας εντελώς την κυβέρνηση, χωρίς να μπορεί η κυβέρνηση να κάνει τίποτα. Αυτό έκαναν τελικά οι στρατηγοί στη Χιλή όταν με το πραξικόπημα ανέ
,71-
Κρις Χάρμαν
τρεψαν τον Αλιέντε.Έτσι η ερώτηση «Ποιος διευθύνει το στρατό;» στην πραγματικότητα
σημαίνει «Ποιοι είναι οι στρατηγοί;». Στην Βρετανία το 80% περίπου των ανώτερων αξιωματικών φοίτησαν σε ιδιωτικά “καλά” σχολεία -η ίδια αναλογία όπως 40 χρόνια πριν (φαίνεται ότι ένα διάστημα 17 χρόνων Εργατικών κυβερνήσεων δεν έχει αλλάξει αυτά τα γεγονότα). Είναι συγγενείς των ιδιοκτητών μεγάλων επιχειρήσεων, είναι μέλη στα ίδια αριστοκρατικά κλαμπ, παραβρίσκονται στις ίδιες κοινωνικές συγκεντρώσεις και τελετές, συμμερίζονται τις ίδιες ιδέες (αν αμφιβάλλετε γι’ αυτό κοιτάξτε την στήλη των επιστολών σε κάθε τεύχος της εφημερίδας Ντέιλι Τέλεγκραφ, μια καθημερινή εφημερίδα που τάσσεται ανοιχτά με το μέρος των Συντηρητικών). Το ίδιο ισχύει και για τους αξιωματούχους της Δημόσιων Υπηρεσιών, τους δικαστές και τους αξιωματικούς της αστυνομίας.
Μήπως νομίζετε ότι αυτοί οι άνθρωποι πρόκειται να υπακούσουν σε διαταγές μιας κυβέρνησης που θα έπαιρνε την οικονομική δύναμη από τους φίλους και τους συγγενείς τους επιχειρηματίες, μόνο και μόνο επειδή 300 νέοι άνθρωποι μπήκαν στην αίθουσα της Βουλής; Δεν θα ήταν πιο σίγουρο ότι θα αντέγραφαν το παράδειγμα των Χιλιανών στρατηγών, των δικαστών και των αξιωματούχων των δημόσιων υπηρεσιών, που σαμποτάρανε τις διαταγές της κυβέρνησης για τρία χρόνια και μετά, όταν ωρίμασε η κατάσταση, την ανέτρεψαν;
Στην πράξη, το συγκεκριμένο "Σύνταγμα” που έχουμε στη Βρετανία σημαίνει ότι εκείνοι που ελέγχουν την κρατική μηχανή μπορούν να ματαιώσουν τα σχέδια μιας εκλεγμένης αριστερής κυβέρνησης σε μεγάλο βαθμό χωρίς να την ανατρέψουν με φυσικά μέσα. Αν εκλεγόταν μια τέτοια κυβέρνηση, θ’ αντιμετώπιζε ένα ισχυρό οικονομικό σαμποτάζ από την τάξη των εργοδοτών (κλείσιμο εργοστασίων, φυγάδευση κεφαλαίου στο εξωτερικό, απόκρυψη αποθεμάτων ειδών πρώτης ανάγκης, πληθωριστικές αυξήσεις των τιμών). Αν η κυβέρνηση προσπαθούσε να αντιμετωπίσει αυτό το σαμποτάζ χρησιμοποιώντας “συνταγματικά μέσα" -ψηφίζοντας νόμους- θα ανακάλυπτε πως τα χέρια της είναι δεμένα.
-72-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Ειδικά στην Βρετανία, η Βουλή των Λόρδων σίγουρα θα αρνιόταν να επικυρώσει οποιοδήποτε νόμο -καθυστερώντας για 9 μήνες το λιγό- τερο. Οι δικαστές θα “ερμήνευαν” οποιοδήποτε νόμο που θα ψηφιζόταν με τέτοιο τρόπο ώστε να περιορίσουν τις δυνατότητές του. Οι διευθυντές των δημοσίων υπηρεσιών, οι στρατηγοί και η ηγεσία της αστυνομίας, θα χρησιμοποιούσαν τις αποφάσεις των δικαστών και της Βουλής των Λόρδων για να δικαιολογήσουν τη δίκιά τους απροθυμία να πρά- ξουν αυτά που τους ζήτησαν οι υπουργοί. Αυτοί όλοι θα υποστηριχτούν από ολόκληρο σχεδόν τον τύπο, ο οποίος θα στριγγλίζει πως η κυβέρνηση συμπεριφέρεται "παράνομα” και “αντισυνταγματικά” Οι στρατηγοί τότε θα χρησιμοποιήσουν αυτή την προπαγάνδα για να δικαιολογήσουν τις προετοιμασίες με στόχο να ανατρέψουν την “παράνομη” κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση θα είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει το οικονομικό χάος -εκτός αν πραγματικά δράσει αντισυνταγματικά και καλέσει τους απλούς δημόσιους υπαλλήλους, αστυνομικούς και στρατιώτες να στραφούν ενάντια στους ανωτέρους τους.
Για να μην νομίσει κανείς ότι όλα αυτά είναι αποκυήματα φαντασίας, θα προσθέσουμε πως υπήρξαν δυο τουλάχιστον περιπτώσεις στην πρόσφατη βρετανική ιστορία όπου οι στρατηγοί έχουν σαμποτάρει αποφάσεις κυβερνήσεων που δεν συμπαθούσαν.
Το 1912 η Βουλή των Κοινοτήτων πέρασε ένα νομοσχέδιο που προέβλεπε την δημιουργία μιας "αυτοδιοικούμενης” βουλής η οποία θα διοικούσε μια ενωμένη Ιρλανδία. Ο αρχηγός των Συντηρητικών, Μπό- ναρ Λο, αμέσως κατάγγειλε την κυβέρνηση (του κόμματος των Φιλελευθέρων!) σαν παράνομη "Χούντα" η οποία «ξεπούλησε το Σύνταγμα». Η Βουλή των Λόρδων φυσικά καθυστέρησε όσο μπορούσε το νόμο (για δυο χρόνια εκείνη την εποχή) ενώ ο πρώην συντηρητικός υπουργός, Έντουαρντ Κάρσον, οργάνωσε παραστρατιωτική δύναμη στο βόρειο τμήμα της Ιρλανδίας για να αντισταθεί στον νόμο.
Οταν οι στρατηγοί που διεύθυναν το βρετανικό στρατό στην Ιρλανδία διατάχθηκαν να προχωρήσουν βόρεια για να εκκαθαρίσουν τις
-73-
Κρις Χάρμαν
παραστρατιωτικές δυνάμεις, αρνήθηκαν κι απείλησαν να παραιτηθούν. Λόγω αυτής της πράξης, που συνήθως ονομάζεται "Η στάση Κάρρα” η βόρεια και η νότια Ιρλανδία δεν μπόρεσε να έχει μια βουλή το 1914, και παραμένει μέχρι σήμερα χωρισμένη.
Το 1974 τα γεγονότα του 1912 επαναλήψθηκαν σε μικρογραφία. Οι δεξιοί φανατικοί καθεστωτικοί της Β. Ιρλανδίας οργάνωσαν γενική στάση στη βιομηχανία, χρησιμοποιώντας οδοφράγματα για να εμποδίσουν τον κόσμο να πάει στις δουλειές, ενάντια στην πρόταση σχηματισμού μιας ενιαίας κυβέρνησης Προτεσταντών-Καθολικών στην Β. Ιρλανδία. Οι βρετανοί υπουργοί κάλεσαν τον βρετανικό στρατό και την αστυνομία της Β. Ιρλανδίας να διαλύσουν τα οδοφράγματα και να τερματίσουν την "απεργία’.’ Οι ανώτεροι αξιωματικοί και οι αρχηγοί της αστυνομίας απάντησαν στην κυβέρνηση πως δεν θα συνιστούσαν κάτι τέτοιο και ούτε ο στρατός ούτε η αστυνομία κινήθηκαν ενάντια στους καθεστωτικούς. Η κυβέρνηση Προτεσταντών-Καθολικών αναγκάστηκε να παραιτηθεί, αποδεικνύοντας έτσι πως ο λόγος των αξιωματικών του στρατού είχε περισσότερη πέραση από τη βρετανική κυβέρνηση.
Αν αυτά τα γεγονότα το 1914 και 1974 ήταν ενάντια σε μετριοπαθείς κυβερνήσεις που προσπαθούσαν να εφαρμόσουν ήπια μέτρα, φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν εκλεγόταν μια μαχητική σοσιαλιστική κυβέρνηση. Οποιαδήποτε σοβαρή ρεφορμιστική πλειοψηψία σύντομα θα εξαναγκαζόταν να διαλέξει: είτε να εγκαταλείψει τις μεταρρυθμίσεις με σκοπό να κατευνάσει εκείνους που έχουν την οικονομική δύναμη και ελέγχουν τις θέσεις κλειδιά στο κράτος ή να προετοιμαστεί για μια ολοκληρωτική ρήξη, η οποία αναπόφευκτα θα σήμαινε την χρησιμοποίηση κάποιας μορφής βίας, ενάντια σ’ εκείνους που ελέγχουν αυτές τις θέσεις ζωτικής σημασίας.
Ο τρίτος λόγος που ο ρεφορμισμός αποτελεί ένα αδιέξοδο είναι διότι η κοινοβουλευτική “δημοκρατία” έχει ενσωματωμένους τέτοιους μηχανισμούς που εμποδίζουν οποιοδήποτε επαναστατικό κίνημα να εκφραστεί μέσα απ’ αυτήν.
Μερικοί ρεφορμιστές ισχυρίζονται ότι ο καλύτερος τρόπος να αντι-
-74-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
μετωπιστεί η δύναμη και η εξουσία εκείνων που ελέγχουν τις θέσεις κλειδιά στην κρατική μηχανή είναι να πάρει πρώτα η αριστερά την πλειοψηψία στη Βουλή. Το επιχείρημα αυτό δεν στέκει επειδή η Βουλή πάντοτε βρίσκεται πιο κάτω από το επίπεδο της επαναστατικής συνείδησης της πλειοψηφίας του λαού.
Η πλειοψηψία του λαού μόνο τότε θα πιστέψει ότι μπορεί η ίδια να διευθύνει την κοινωνία όταν αρχίσει στην πράξη να αλλάζει την κοινωνία μέσα από τον αγώνα. Όταν εκατομμύρια άνθρωποι καταλαμβάνουν τα εργοστάσιά τους ή παίρνουν μέρος σε μια γενική απεργία, τότε είναι που οι ιδέες του επαναστατικού σοσιαλισμού ξαφνικά φαίνονται πραγματοποιήσιμες.
Αλλά ένα τέτοιο επίπεδο αγώνα δεν μπορεί να διατηρηθεί επ’ αόριστο αν δεν αψαιρεθεί η εξουσία από την παλιά άρχουσα τάξη. Αν συνεχίσει να παραμένει στην εξουσία, θα περιμένει μέχρι που οι καταλήψεις ή οι απεργίες να εξασθενίσουν και τότε θα χρησιμοποιήσει τον στρατό και την αστυνομία για να σπάσει τους αγώνες.
Και μόλις οι απεργίες ή οι καταλήψεις αρχίζουν να υποχωρούν, το αίσθημα της ενότητας και της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους εργάτες αρχίζει να χάνεται. Στη θέση τους μπαίνουν η ηττοπάθεια και η απογοήτευση. Ακόμα και οι δυναμικοί εργάτες αισθάνονται ότι η αλλαγή της κοινωνίας ήταν απλώς ένα τρελό όνειρο.
Να γιατί τα αφεντικά πάντοτε προτιμούν οι αποφάσεις των συνδικάτων για το αν θα κάνουν απεργία ή όχι να ψηφίζονται όταν οι εργάτες είναι στα σπίτια τους, παίρνοντας τις ιδέες τους από την τηλεόραση και τις εφημερίδες, κι όχι όταν είναι ενωμένοι σε μαζικές συγκεντρώσεις και συνελεύσεις, όπου θα μπορούν να ακούν τα επιχειρήματα άλλων εργατών.
Γϊ αυτό επίσης όλοι σχεδόν οι αντισυνδικαλιστικοί νόμοι περιλαμβάνουν ένα άρθρο που αναγκάζει τους εργάτες να αναστέλλουν τις απεργίες ενόσω γίνονται διαπραγματεύσεις. Τέτοια άρθρα είναι σχεδιασμένα έτσι που να βάζουν πάγο στην αυτοπεποίθηση και την ενότητα των εργατών.
,75-
Κρις Χάρμαν
Το κοινοβουλευτικό εκλογικό σύστημα έχει ενσωματωμένες αντίστοιχες διαδικασίες. Για παράδειγμα αν η κυβέρνηση φτάνει σε σημείο να γονατίσει μπροστά σε μια μαζική απεργία, το πιο σίγουρο είναι ότι θα πει: «Εντάξει περιμένετε τρεις βδομάδες μέχρι να γίνουν γενικές εκλογές που θα λύσουν το πρόβλημα δημοκρατικά». Ελπίζει έτσι πως στο διάστημα αυτό η απεργία θα ανασταλεί. Η αυτοπεποίθηση και η ενότητα των εργατών θα μειωθεί. Οι εργοδότες θα μπορούν εύκολα να προγράψουν τους αγωνιστές εργάτες. Ο καπιταλιστικός τύπος και η τηλεόραση θα αρχίσουν να λειτουργούν ξανά κανονικά, προπαγανδίζοντας μέσα στα σπίτια φιλοκυβερνητικές απόψεις. Η αστυνομία θα μπορεί να συλλάβει τους "ταραχοποιούς"
Μετά, όταν τελικά γίνουν οι εκλογές, οι ψήφοι δεν θα αντιπροσωπεύουν το ψηλό σημείο της κορύφωσης των εργατικών αγώνων, αλλά το χαμηλό σημείο τους μετά το τέλος της απεργίας.
Στη Γαλλία το 1968, η κυβέρνηση του στρατηγού Ντε Γκολ χρησιμοποίησε τις εκλογές ακριβώς με αυτό τον τρόπο. Τα ρεφορμιστικά εργατικά κόμματα και τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να τερματίσουν τις απεργίες τους. Και ο Ντε Γκολ κέρδισε τις εκλογές.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Έντουαρντ Χιθ προσπάθησε να κάνει το ίδιο κόλπο όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με μια επιτυχημένη μαζική απεργία των ανθρακωρύχων το 1974. Αυτή τη φορά όμως οι εργάτες δεν γελάστηκαν. Συνέχισαν την απεργία τους -και ο Χιθ έχασε τις εκλογές.
Αν οι εργάτες περιμένουν να αποφασιστούν τα ουσιώδη θέματα του ταξικού αγώνα από τις εκλογές, δεν θα φτάσουν ποτέ σε ένα τέτοιο ψηλό σημείο αγώνα.
Το εργατικό κράτοςΟ Μαρξ στο βιβλιαράκι του “Ο εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία" και
ο Λένιν στο "Κράτος και Επανάσταση" σκιαγράφησαν μια εντελώς διαφορετική άποψη για το πώς μπορεί να κατακτηθεί ο σοσιαλισμός. Κα
-76-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
νένας τους δεν ανάπτυξε τις ιδέες αυτές έτσι ουρανοκατέβατα. Και οι δυο ανάπτυξαν τις απόψεις τους βλέποντας την εργατική τάξη σε δράση -ο Μαρξ είδε την Κομμούνα του Παρισιού και ο Αένιν τα "σοβιέτ” (εργατικά συμβούλια) του 1905 και 1917.
Ο Μαρξ κι ο Αένιν επέμεναν ότι η εργατική τάξη δεν μπορούσε να αρχίσει την οικοδόμηση του σοσιαλισμού αν δεν διέλυε πρώτα το παλιό κράτος που βασίζεται πάνω στην γραφειοκρατική ιεραρχία και, δεύτερο, αν δε δημιουργούσε ένα καινούργιο κράτος βασισμένο πάνω σε ολότελα νέες αρχές. Ο Αένιν υπογράμμισε πόσο διαφορετικό θα 'πρεπε να είναι το νέο κράτος από το παλιό, ονομάζοντάς το «ένα κράτος τύπου κομμούνας», ένα «κράτος-που-δεν-είναι-κράτος».
Ένα νέο κράτος, είπαν ο Μαρξ και ο Αένιν, ήταν απαραίτητο για να μπορεί η εργατική τάξη να επιβάλλει τις επιλογές της πάνω στα απο- μεινάρια της παλιάς άρχουσας τάξης και των μεσαίων τάξεων. Γι’ αυτό, το ονόμασαν “δικτατορία του προλεταριάτου” -η εργατική τάξη έπρεπε να επιβάλλει αποφασιστικά, “δικτατορικά" στους υπόλοιπους τον τρόπο με τον οποίο θα λειτουργούσε η κοινωνία. Έπρεπε επίσης να διαφυλάξει την επανάστασή της από τις επιθέσεις των αρχουσών τάξεων άλλων χωρών. Για να μπορέσει να κάνει αυτά τα δυο πράγματα, έπρεπε η εργατική τάξη να έχει δικές της ένοπλες δυνάμεις, έναν τρόπο να κρατά την κοινωνία υπό τον έλεγχό της, δικαστήρια, ακόμα και φυλακές.
Αλλά αυτός ο νέος στρατός, η αστυνομία και το νομοθετικό σύστημα για να βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των εργατών και ποτέ να μην στρέφονται ενάντια στα συμφέροντά τους, θα έπρεπε να στηρίζονται πάνω σε εντελώς διαφορετικές αρχές από εκείνες του καπιταλιστικού κράτους. Θα ’πρεπε να αποτελούν τα μέσα με τα οποία η εργατική τάξη σαν πλειοψηφία θα επιβάλλεται πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία και όχι μια δικτατορία κατευθυνόμενη ενάντια στην πλειοψηφία της εργατικής τάξης.
Οι κυριότερες διαφορές των δυο ειδών κράτους είναι αυτές:Το καπιταλιστικό κράτος εξυπηρετεί τα συμφέροντα μιας μικρής
μειοψηφίας της κοινωνίας. Το εργατικό κράτος πρέπει να υπηρετεί τα
-77-
Κρις Χάρμαν
συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηψίας. Η βία στο καπιταλιστικό κράτος εξασκείται από μια μειοψηφία μισθοφόρων δολοφόνων (σ.τ.μ. Στην Αγγλία ο στρατός είναι μισθοφορικός), που είναι ξεκομμένοι από την υπόλοιπη κοινωνία και εκπαιδευμένοι στο να υπακούν την ανώτερη τάξη των αξιωματικών. Αλλά σ' ένα εργατικό κράτος, η βία θα χρειάζεται μόνο για να μπορεί να προστατευθεί η πλειοψηφία από τις αντικοινωνικές πράξεις των υπολειμμάτων της παλιάς προνομιούχας τάξης.
Η στρατιωτική υπηρεσία και η αστυνόμευση μέσα σ’ ένα εργατικό κράτος μπορεί να γίνεται από απλούς εργάτες, που συναναστρέφονται ελεύθερα με άλλους εργάτες που έχουν τις ίδιες ιδέες και ζουν με τον ίδιο τρόπο. Στην πραγματικότητα, για να αποκλειστεί η περίπτωση όπου ομάδες στρατιωτών και αστυνομικών εξελιχθούν κάποτε σε κάτι ξεχωριστό από τη μάζα των εργατών, οι "στρατιώτες" και η "αστυνομία” πρέπει να είναι απλοί εργάτες εργοστασίων και υπάλληλοι γραφείων που θα αναλαμβάνουν με τη σειρά και εναλλασσόμενα να εκτελούν τα καθήκοντα αυτά.
Αντί αυτοί που διευθύνουν τις ένοπλες δυνάμεις και την αστυνομία να είναι μια μικρή ομάδα αξιωματικών, θα πρέπει να είναι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι της μάζας των εργατών.
Οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι στο καπιταλιστικό κράτος ψηφίζουν νόμους, αλλά την εφαρμογή των νόμων την αναθέτουν σε έμμισθους γραφειοκράτες, αρχηγούς αστυνομίας και δικαστές. Αυτό σημαίνει ότι οι βουλευτές και οι δημοτικοί σύμβουλοι μπορούν πάντα να κρύβονται πίσω από ένα εκατομμύριο δικαιολογίες όταν οι υποσχέσεις τους δεν τηρηθούν. Οι αντιπρόσωποι των εργατών σ’ ένα εργατικό κράτος θα πρέπει να φροντίζουν για την εφαρμογή των νόμων τους. Οι ίδιοι, κι όχι μια ελίτ γραφειοκρατών, θα πρέπει να εξηγήσουν στους εργαζόμενους της δημόσιας υπηρεσίας, του στρατού κλπ πώς πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους. Και πάλι, οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι των εργατών θα πρέπει να ερμηνεύουν τους νόμους στα δικαστήρια.
Οι βουλευτές, με τους παχυλούς μισθούς τους στο καπιταλιστικό κράτος είναι ξεκομμένοι από εκείνους που τους εξέλεξαν. Στο εργατικό
-78-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
κράτος οι αντιπρόσωποι δεν θα πληρώνονται περισσότερο από το μέσο μεροκάματο ενός εργάτη. Το ίδιο ισχύει και για εκείνους που εργάζονται σαν έμμισθοι στις θέσεις κλειδιά για την εφαρμογή των αποφάσεων των αντιπροσώπων των εργατών (το αντίστοιχο των σημερινών δημόσιων υπαλλήλων).
Οι αντιπρόσωποι των εργατών και όλοι εκείνοι που εργάζονται για την εφαρμογή των αποφάσεων των εργατών, δεν θα είναι όπως οι βουλευτές, δηλαδή για κάποια χρόνια να μην μπορεί κανένας να τους κατεβάσει από τη θέση τους ή εφ’ όρου ζωής όπως στις περιπτώσεις ανώτατων δημόσιων υπαλλήλων. Θα εκλέγονται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο και θα μπορούν να ανακληθούν αμέσως από εκείνους που τους εξέλεξαν αν δεν τήρησαν τις επιθυμίες τους.
Στον καπιταλισμό οι βουλευτές εκλέγονται απ’ όλους τους κατοίκους μιας συγκεκριμένης περιοχής -ανώτερη τάξη, μεσαία τάξη και εργατική τάξη, ιδιοκτήτες και ενοικιαστές, μεγαλομετόχους και εργαζόμενους. Στο εργατικό κράτος οι εκλογές θα γίνονται μόνο από εκείνους που εργάζονται, με ψηφοφορία μόνο μετά από ανοιχτή συζήτηση των θεμάτων που τους αφορούν. Έτσι ο πυρήνας του εργατικού κράτους θα είναι τα εργατικά συμβούλια που θα υπάρχουν στα εργοστάσια, στα ορυχεία, στα λιμάνια, στα μεγάλα γραφεία, στα σχολεία, μαζί και ομάδες νοικοκυρών, συνταξιούχων, μαθητών και φοιτητών που θα έχουν δικούς τους αντιπροσώπους.
Μ’ αυτό τον τρόπο, κάθε τμήμα της εργατικής τάξης θα έχει τον δικό του αντιπρόσωπο και θα μπορεί άμεσα να κρίνει αν αυτός ή αυτή εκπροσωπεί τα συμφέροντά τους.
Μ’ αυτούς τους τρόπους, το νέο κράτος δεν θα μπορεί να εξελιχτεί σε μια δύναμη ξεχωριστή και εχθρική στην πλειοψηφία της εργατικής τάξης -όπως συνέβαινε στις αποκαλούμενες “σοσιαλιστικές" χώρες.
Παράλληλα, το σύστημα των εργατικών συμβουλίων παρέχει τα μέσα με τα οποία οι εργάτες θα μπορούν να συντονίσουν τις προσπά- θειές τους για τη διεύθυνση της βιομηχανίας σύμφωνα με ένα εθνικό πρόγραμμα που θα αποφασίζεται δημοκρατικά, χωρίς να καταλήξουν
-79-
Κρις Χάρμαν
σε μια κατάσταση όπου το ένα εργοστάσιο να ανταγωνίζεται το άλλο. Είναι εύκολο ν’ αντιληφθούμε πως η σύγχρονη τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών θα βοηθούσε όλους τους εργάτες να παίρνουν πληροφορίες για τις διάφορες δυνατότητες επιλογής στα οικονομικά της κοινωνίας και να κατευθύνουν τους αντιπροσώπους τους στον στόχο που η πλειοψηψία των εργατών θεωρεί σαν την καλύτερη εκλογή - για παράδειγμα αν θα γίνουν δαπάνες για το Κονκόρντ (σ.τ.μ. ένας τεράστιος και φοβερά πολυδάπανος τύπος αεροπλάνου προορισμένος αποκλειστικά για μεγαλοεπιχειρηματίες κλπ) ή πάνω σε ένα φτηνό και ασφαλές δημόσιο μεταφορικό σύστημα, αν θα κατασκευαστούν πυρηνικές βόμβες ή μηχανήματα για τα νοσοκομεία κλπ.
Η απονέκρωση του κράτουςΕπειδή η κρατική εξουσία δεν θα είναι κάτι ξεχωριστό από την πλει-
οψηφία των εργατών, δεν θα μπαίνει θέμα εξαναγκασμού, στον βαθμό που υπάρχει σήμερα στον καπιταλισμό. Καθώς τα υπολείμματα της παλιάς κοινωνίας θα έχουν παραδοθεί μπροστά σε μια επιτυχημένη επανάσταση που στρεφόταν εναντίον τους και στο βαθμό που άλλες επαναστάσεις ανατρέπουν τις άρχουσες τάξεις σ ’ άλλες χώρες, θα λιγοστεύει συνέχεια η ανάγκη για εξαναγκασμό, μέχρι που τελικά οι εργάτες να μην χρειάζεται να εγκαταλείπουν την εργασία τους για να επανδρώσουν την "αστυνομία” και τον "στρατό’.'
Αυτό εννοούσαν ο Μαρξ και ο Λένιν όταν έλεγαν ότι το κράτος θα απονεκρωθεί. Αντί το κράτος να αποτελεί μέσο εξαναγκασμού του λαού, θα γίνει απλά ένας μηχανισμός με τον οποίο τα εργατικά συμβούλια θα αποφασίζουν πώς να παράγουν και πώς να διανέμουν τα αγαθά.
Τα Εργατικά Συμβούλια δημιουργήθηκαν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στις περιόδους όπου η ταξική πάλη μέσα στον καπιταλισμό έφτασε σε πραγματικά ψηλό επίπεδο. Η λέξη "σοβιέτ” είναι η ρώσικη λέξη για τα "εργατικά συμβούλια” που αναπτύχθηκαν το 1905 και 1917.
Στα 1918, τα εργατικά συμβούλια στη Γερμανία ήταν για ένα μικρό
-80-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
χρονικό διάστημα η μόνη εξουσία στη χώρα. Στην Ισπανία το 1936, τα διάφορα εργατικά κόμματα και τα συνδικάτα είχαν ενωθεί σε "επιτροπές πολιτοφυλακής” οι οποίες διεύθυναν τις διάφορες περιοχές και έμοιαζαν πολύ με τα εργατικά συμβούλια. Το 1956 στην Ουγγαρία, οι εργάτες εξέλεξαν συμβούλια για τη διεύθυνση των εργοστασίων και των γεωγραφικών διαμερισμάτων, ενώ παράλληλα αγωνίζονταν ενάντια στα ρώσικα στρατεύματα. Στη Χιλή το 1972-73, οι εργάτες άρχισαν να οργανώνουν "κορντόνες” -δηλαδή εργατικές επιτροπές που συντόνιζαν τα μεγάλα εργοστάσια.
Τα εργατικά συμβούλια παίρνουν τη μορφή ενός όργανου το οποίο οι εργάτες χρησιμοποιούν για να συντονίσουν τον αγώνα τους ενάντια στον καπιταλισμό. Μπορούν ν’ αρχίσουν με περιορισμένες λειτουργίες, δημιουργώντας απεργιακά ταμεία για παράδειγμα, αλλά επειδή αυτά τα όργανα βασίζονται πάνω στην αρχή της άμεσης εκλογής από τους εργάτες, όπου οι αντιπρόσωποι των εργατών είναι ανακλητοί, μπορούν σ’ ένα ψηλό επίπεδο αγώνα να συντονίσουν τις προσπάθειες ολόκληρης της εργατικής τάξης. Μπορούν να βάλουν τα θεμέλια της εργατικής εξουσίας.
-81-
Κεφάλαιο Ένατο
Πώς οι εργάτες γίνονται επαναστάτες
Αν βγείτε έξω στο δρόμο και ρωτήσετε έναν περαστικό εργάτη αν θέλει να γίνει επαναστάτης, δεν υπάρχει αμφιβολία τι είδους απάντηση θα πάρετε. Αυτοί που δεν θα σας πάρουν για τρελό, μάλλον θα τρομοκρατηθούν από την ερώτησή σας.
Αυτή η αδιαφορία ή ακόμα και η αντίθεση που έχουν οι εργάτες για τον επαναστατικό σοσιαλισμό δεν είναι καθόλου περίεργη. Όλοι μας έχουμε μεγαλώσει σε μια καπιταλιστική κοινωνία όπου είναι δεδομένο ότι ο κάθε ένας είναι εγωιστής, όπου οι εφημερίδες και η τηλεόραση συνεχώς μας λένε ότι μόνο μια προνομιούχα μειοψηφία έχει την ικανότητα να παίρνει σημαντικές αποφάσεις στην οικονομία και στο κράτος, όπου η πλειοψηφία των εργατών διδάσκονται από την πρώτη μέρα που πάνε σχολείο να υπακούν σ’ αυτά που λένε «οι μεγαλύτεροι και οι ανώτεροι τους».
Όπως έγραψε ο Μαρξ, «οι ιδέες που κυριαρχούν σε κάθε κοινωνία είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης» και τεράστιος αριθμός εργατών τις αποδέχεται.
Όμως παρόλα αυτά, επανειλημμένα στην ιστορία του καπιταλισμού τα επαναστατικά κινήματα της εργατικής τάξης έχουν τραντάξει τη μια χώρα μετά την άλλη. Στην Γαλλία το 1871, στην Ρωσία το 1917, στην Γερμανία και στην Ουγγαρία το 1919, στην Ιταλία το 1920, στην Ισπανία και τη Γαλλία το 1936, στην Ουγγαρία το 1956, στην Γαλλία το
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
1968, στην Χιλή το 1972-73, στην Πορτογαλία το 1975, στο Ιράν το 1979, στην Πολωνία το 1980.
Η εξήγηση αυτών των εκρήξεων βρίσκεται στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα επιρρεπές στις κρίσεις. Μακροπρόθεσμα δεν μπορεί να παρέχει πλήρη απασχόληση, δεν μπορεί να προσφέρει ευημερία για όλους, δεν μπορεί να μας εγγυηθεί ότι το βιοτικό επίπεδο που έχουμε σήμερα θα διατηρηθεί σε μια κρίση που θα δημιουργηθεί αύριο. Αλλά στην διάρκεια των καπιταλιστικών “μπουμ" (της οικονομικής άνθισης) οι εργάτες μαθαίνουν να θεωρούν όλες αυτές τις ευχάριστες καταστάσεις σαν κάτι το μόνιμο και φυσικό.
Έτσι, για παράδειγμα, την δεκαετία του 1950 και στις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι εργάτες στη Βρετανία έφτασαν στο σημείο να απαιτούν μόνιμη απασχόληση, ένα "κράτος κοινωνικής ευημερίας" και σταδιακή αλλά ουσιαστική βελτίωση στο βιοτικό τους επίπεδο. Αντίθετα, την δεκαετία του 1970 οι κυβερνήσεις έχουν, διαδοχικά, επιτρέψει να αυξηθεί η ανεργία κατά ενάμισι εκατομμύριο (1979], έχουν πετσοκόψει τις κοινωνικές υπηρεσίες και έχουν προσπαθήσει ξανά και ξανά να χτυπήσουν το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων.
Επειδή μας έχουν κάνει πλύση εγκεφάλου στο να δεχόμαστε πολλές καπιταλιστικές ιδέες, αποδεχόμαστε και μερικές απ’ αυτές τις επιθέσεις. Αλλά όμως φτάνει αναπόφευκτα ένα σημείο, στο οποίο οι εργάτες ανακαλύπτουν ότι δεν μπορούν να τις ανέχονται άλλο. Ξαφνικά και συνήθως όταν κανένας δεν το περιμένει, ο θυμός τους γίνεται έκρηξη οργής και προχωρούν σε δράση ενάντια στα αφεντικά ή την κυβέρνηση. Μπορεί να ξεκινήσουν μια απεργία ή να οργανώσουν μια διαδήλωση.
Όταν συμβαίνει αυτό, είτε τους αρέσει είτε όχι, οι εργάτες αρχίζουν να κάνουν πράγματα που βρίσκονται σε αντίφαση με τις καπιταλιστικές ιδέες που ασπάζονταν προηγουμένως. Αρχίζουν και ενεργούν σε συμπαράσταση ο ένας για τον άλλο, σαν μια τάξη, ενάντια στους αντιπροσώπους της καπιταλιστικής τάξης.
Οι ιδέες του επαναστατικού σοσιαλισμού, τις οποίες απέρριπταν χωρίς κανένα δισταγμό, τώρα αρχίζουν να ταιριάζουν μ’ αυτά που κά-
Κρις Χάρμαν
νουν. Μερικοί τουλάχιστον από τους εργάτες αρχίζουν και παίρνουν στα σοβαρά αυτές τις ιδέες -εφόσον φυσικά αυτές οι ιδέες κυκλοφορούν και μπορούν να έρθουν σε επαφή με τους εργάτες.
Η έκταση στην οποία γίνεται αυτό, εξαρτάται από την έκταση του αγώνα και όχι από τις ιδέες που είχαν στα κεφάλια τους οι εργάτες όταν ξεκίνησε ο αγώνας. Ο καπιταλισμός τούς ρίχνει στον αγώνα έστω και αν ξεκινούν με φιλοκαπιταλιστικές ιδέες. Ο αγώνας τότε, τους κάνει να αμφιβάλλουν γι’ αυτές τις ιδέες.
Η καπιταλιστική εξουσία στηρίζεται πάνω σε δυο βάσεις -στον έλεγχο των μέσων παραγωγής και στον έλεγχο του κράτους. Ένα αληθινά επαναστατικό κίνημα ξεκινά ανάμεσα στη μεγάλη πλειοψηφία των εργατών όταν οι αγώνες για τα άμεσα οικονομικά τους συμφέροντα, τους οδηγούν σε σύγκρουση με τις δυο αυτές βάσεις της καπιταλιστικής εξουσίας.
Πάρτε για παράδειγμα μια ομάδα εργατών που έχουν δουλέψει στο ίδιο εργοστάσιο για πολλά χρόνια. Όλος ο "κανονικός” απλός και μονότονος τρόπος ζωής τους εξαρτάται από τη δουλειά τους σ’ αυτό το εργοστάσιο. Μια μέρα το αφεντικό ανακοινώνει πως θα κλείσει το εργοστάσιο. Ακόμα και εργάτες που ψηφίζουν Συντηρητικούς, (σ.τ.μ. το δεξιό κόμμα στη Βρετανία) πανικοβάλλονται και αποφασίζουν ότι ο μόνος τρόπος που υπάρχει για να συνεχίσουν τον τρόπο ζωής που ο καπιταλισμός τους έμαθε να δέχονται, είναι να καταλάβουν το εργοστάσιο -ν ’ αμφισβητήσουν, δηλαδή, τον έλεγχο του εργοδότη πάνω στα μέσα παραγωγής.
Μπορεί σύντομα να βρεθούν αντιμέτωποι με το κράτος, καθώς ο εργοδότης καλεί την αστυνομία για να του επιστρέφει τον έλεγχο της ιδιοκτησίας “του” Για να έχουν την οποιαδήποτε δυνατότητα να κρατήσουν τις δουλειές τους οι εργάτες, πρέπει να συγκρουστούν και με την αστυνομία, την κρατική μηχανή, εκτός από τον εργοδότη.
Έτσι ο ίδιος ο καπιταλισμός δημιουργεί τις συνθήκες της ταξικής σύγκρουσης που προετοιμάζει τους εργάτες να δεχτούν ιδέες που είναι τελείως αντίθετες με εκείνες που το σύστημα τους έμαθε. Αυτό εξηγεί
-84-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
γιατί η ιστορία του καπιταλισμού έχει σημαδευτεί με περιόδους ανόδου των επαναστατικών διαθέσεων ανάμεσα σε εκατομμύρια εργάτες, έστω κι αν τον περισσότερο καιρό οι περισσότεροι εργάτες δέχονταν τις ιδέες που το σύστημα τους ταΐζει.
Κι ένα τελευταίο σημείο. Ένας από τους κυριότερους λόγους που εμποδίζει τους εργάτες από το να υποστηρίζουν τις επαναστατικές ιδέες είναι το αίσθημα ότι δεν αξίζει τον κόπο οι ίδιοι προσωπικά να κάνουν οτιδήποτε, αφού οι άλλοι εργάτες δεν πρόκειται να τους υποστηρίξουν ποτέ. Όταν βλέπουν πως και άλλοι εργάτες δρουν, ξαφνικά παύουν να είναι και οι ίδιοι απαθείς. Με τον ίδιο τρόπο πολλά άτομα που αισθάνονται ότι οι ίδιοι, σαν εργάτες, είναι ανίκανοι να διευθύνουν την κοινωνία, ξαφνικά μαθαίνουν το αντίθετο όταν βλέπουν μέσα στην πορεία των μαζικών αγώνων ενάντια στην κοινωνία αυτή, ότι αναλαμβάνουν οι ίδιοι μεγάλο μέρος της λειτουργίας της κοινωνίας.
Αυτός είναι ο λόγος που, αφού ξεκινήσουν, τα επαναστατικά κινήματα μπορούν να διαδοθούν με εκπληκτική ταχύτητα.
-85-
Κεφάλαιο Δέκατο
Το επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα
Μια βασική υπόθεση της θεωρίας του μαρξισμού είναι ότι η ανάπτυξη του ίδιου του καπιταλισμού οδηγεί τους εργάτες να επαναστατήσουν ενάντια στο σύστημα.
Όταν ξεσπάσουν τέτοιες εξεγέρσεις -από μια μαζική μαχητική διαδήλωση, μια ένοπλη εξέγερση ή ακόμα μια μεγάλη γενική απεργία- ο μετασχηματισμός της συνείδησης της εργατικής τάξης είναι καταπληκτικός. Όλη η πνευματική ενέργεια των εργατών που προηγουμένως την σπαταλούσαν σε ένα σωρό πράγματα -από το να παίζουν στον ιππόδρομο μέχρι το να παρακολουθούν ώρες τηλεόραση -ξαφνικά κα- τευθύνεται στην προσπάθεια να λύσουν το πρόβλημα του πώς ν’ αλλάξουν την κοινωνία. Εκατομμύρια άνθρωποι που αναγκάζονται να επεξεργαστούν τέτοιου είδους προβλήματα βρίσκουν λύσεις εκπληκτικής ευφυΐας, που συχνά αφήνουν με το στόμα ανοιχτό ακόμα και παλιούς επαναστάτες και όχι μόνο την άρχουσα τάξη.
Έτσι, για παράδειγμα, στην πρώτη ρώσικη επανάσταση του 1905, μια νέα μορφή οργάνωσης των εργατών, το σοβιέτ -το εργατικό συμβούλιο- ξεπετάχτηκε μέσα από την απεργιακή επιτροπή στη διάρκεια μιας απεργίας τυπογράφων. Στην αρχή το Μπολσεβίκικο Κόμμα -το πιο μαχητικό τμήμα των επαναστατών σοσιαλιστών- αντιμετώπισε τα σοβιέτ με καχυποψία: δεν πίστεψε πως ήταν δυνατό η πλειοψηφία των εργατών που προηγουμένως ήταν απολιτικοί, να δημιουργήσουν ένα
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
γνήσιο επαναστατικό όργανο.Παρόμοιες εμπειρίες υπάρχουν σε πολλές απεργίες: οι παλιοί αγω
νιστές ξαφνιάζονται όταν εργάτες οι οποίοι είχαν αγνοήσει τις συμβουλές τους για αρκετό καιρό, ξαφνικά αρχίζουν οι ίδιοι να οργανώνουν μαχητικά τη δράση.
Αυτός ο αυθορμητισμός είναι σημαντικός, αλλά είναι λάθος να βγάλουμε το συμπέρασμα -όπως κάνουν οι αναρχικοί και διάφοροι "αυτόνομοι" -ότι χάρη στον αυθορμητισμό δεν υπάρχει καμιά ανάγκη για ένα επαναστατικό κόμμα.
Σε μια επαναστατική περίοδο, εκατομμύρια εργάτες αλλάζουν τις ιδέες τους πάρα πολύ γρήγορα. Αλλά δεν αλλάζουν όλες τις ιδέες τους και δεν τις αλλάζουν όλοι μαζί ταυτόχρονα. Μέσα σε κάθε απεργία, κάθε διαδήλωση, κάθε ένοπλη εξέγερση γίνονται πάντα συνεχείς συζητήσεις. Μερικοί εργάτες θα δουν την δράση που αναλαμβάνουν σαν το προοίμιο της κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αλλοι εργάτες θα είναι σχεδόν ενάντια σε οποιαδήποτε δράση, επειδή διατα- ράσσει τη "φυσική τάξη των πραγμάτων” Η πλειοψηφία των εργατών θα βρίσκεται ανάμεσά τους, θα τραβιέται μια από το ένα επιχείρημα, μια από το άλλο.
Πάνω στη μια μεριά της ζυγαριάς, η σημερινή άρχουσα τάξη θα ρίξει όλο το βάρος της προπαγάνδας του μηχανισμού της και των εφημερίδων, κατηγορώντας τις ενέργειες των εργατών. Θα ρίξει επίσης τις απεργοσπαστικές της δυνάμεις -αστυνομία, στρατό ή δεξιές οργανώσεις.
Και στην άλλη μεριά, με το μέρος των εργατών πρέπει να υπάρχει μια οργάνωση από σοσιαλιστές που να μπορούν να βγάζουν συμπεράσματα από τα μαθήματα των προηγούμενων ταξικών αγώνων, που να μπορούν να ρίχνουν τα επιχειρήματα για τον σοσιαλισμό πάνω στην άλλη μεριά της ζυγαριάς. Πρέπει να υπάρχει μια οργάνωση που να μπορεί να συνενώνει και να γενικεύει την αυξανόμενη γνώση που αποκτούν οι αγωνιζόμενοι εργάτες, έτσι που να μπορούν να δράσουν μαζί, ενωμένοι για την αλλαγή της κοινωνίας.
-87-
Κρις Χάρμαν
Αυτό το επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα χρειάζεται να υπάρχει πριν ξεκινήσει ο αγώνας, γιατί η οργάνωση δεν γεννιέται αυθόρμητα. Το κόμμα χτίζεται μέσα από την συνεχή αλληλεπίδραση των σοσιαλιστικών ιδεών με τις εμπειρίες της ταξικής πάλης -διότι το να καταλαβαίνουμε απλά τι γίνεται στην κοινωνία δεν είναι αρκετό. Μόνο εφαρμόζοντας αυτές τις ιδέες στην καθημερινή ταξική πάλη, στις απεργίες, στις διαδηλώσεις, στους άλλους αγώνες, θα αποκτήσουν οι εργάτες συνείδηση της δύναμης που έχουν για να αλλάξουν τα πράγματα και θα αποκτήσουν την αυτοπεποίθηση που χρειάζονται για να το κάνουν.
Σε συγκεκριμένες στροφές του αγώνα, η επέμβαση ενός σοσιαλιστικού κόμματος μπορεί να είναι αποφασιστικής σημασίας, μπορεί να γείρει τη ζυγαριά στη μεριά της αλλαγής, στη μεριά της επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας από τους εργάτες, στη μεριά μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Τι είδους κόμμα;Το επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα πρέπει να είναι δημοκρατικό.
Για να εκπληρώσει το ρόλο του, πρέπει το κόμμα να είναι συνεχώς σε επαφή με την ταξική πάλη κι αυτό σημαίνει να είναι σε επαφή με τα μέλη και τους οπαδούς του στους τόπους δουλειάς όπου γίνεται αυτή η πάλη. Χρειάζεται να είναι δημοκρατικό επειδή η ηγεσία του πρέπει πάντοτε ν' αντανακλά την συλλογική εμπειρία της πάλης.
Συγχρόνως, αυτή η δημοκρατία δεν είναι απλώς ένα εκλογικό σύστημα, αλλά μια συνεχής ανοιχτή συζήτηση μέσα στο κόμμα -μια συνεχής αλληλεπίδραση των σοσιαλιστικών ιδεών, πάνω στις οποίες βασίζεται το κόμμα, με τις εμπειρίες του ταξικού αγώνα.
Αλλά το σοσιαλιστικό κόμμα πρέπει επίσης να είναι συγκεντρωτικό. Διότι είναι ένα κόμμα δράσης κι όχι ένας όμιλος συζητήσεων. Πρέπει να είναι ικανό να επεμβαίνει συλλογικά στην ταξική πάλη και να αντιδρά έγκαιρα, πρέπει λοιπόν να έχει μια ηγεσία ικανή να αποφασίζει για τα καθημερινά θέματα στο όνομα του κόμματος.
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Αν η κυβέρνηση διατάξει την ψυλάκιση απεργών, για παράδειγμα, το κόμμα πρέπει ν’ αντιδράσει αμέσως, χωρίς να χρειαστεί να καλέσει συνελεύσεις των οργανώσεών του για να παρθούν πρώτα δημοκρατικές αποφάσεις. Έτσι η απόφαση παίρνεται από το κέντρο και εκτελεί- ται. Η δημοκρατία έρχεται μετά, όταν το κόμμα βγάλει μέσα από την κριτική όλων των μελών του, κατά πόσο η απόφαση ήταν σωστή ή όχι - και ίσως να αλλάξουν την ηγεσία του κόμματος αν έχει χάσει την επαφή της με τις ανάγκες του αγώνα.
Το επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα πρέπει να διατηρεί μια λεπτή και ευέλικτη ισορροπία μεταξύ δημοκρατίας και συγκεντρωτισμού. Η ουσία είναι ότι το κόμμα δεν υπάρχει για δικό του λογαριασμό, αλλά σαν ένα μέσο για να έρθει μια επαναστατική αλλαγή προς το σοσιαλισμό -κ ι αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την ταξική πάλη.
Έτσι το κόμμα πρέπει συνέχεια να προσαρμόζεται για να καλύπτει τις ανάγκες της πάλης. Όταν το επίπεδο της πάλης είναι χαμηλό και λίγοι εργάτες πιστεύουν στη δυνατότητα επαναστατικής αλλαγής, τότε το κόμμα θα είναι μικρό -και πρέπει να είναι ικανοποιημένο μ’ αυτό, διότι το να νερώσει τις πολιτικές του ιδέες για να αυξήσει τα μέλη του θα ήταν χωρίς νόημα. Αλλά όταν η ταξική πάλη ανεβαίνει, πολλοί εργάτες μπορούν να αλλάξουν τις ιδέες τους γρήγορα, αντιλαμβανόμενοι μέσα από τον αγώνα τη δύναμή τους για να αλλάξουν τα πράγματα. Και τότε, το κόμμα πρέπει να είναι ικανό να ανοίξει τις πόρτες του, αλλιώτικα θα μείνει στο περιθώριο.
Το κόμμα δεν μπορεί να νποκαταστήσει, να πάρει τη θέση της εργατικής τάξης. Πρέπει να είναι μέρος της ταξικής πάλης, προσπαθώντας συνέχεια να συνενώνει τους πιο ταξικά συνειδητοποιημένους εργάτες που θα δώσουν την ηγεσία του αγώνα. Ούτε μπορεί το κόμμα να διατάζει την τάξη. Δεν μπορεί έτσι απλά να αυτοανακηρυχθεί το ίδιο σαν ηγεσία, αλλά πρέπει να κερδίσει αυτή τη θέση, αποδεικνύοντας στην πράξη την ορθότητα των σοσιαλιστικών ιδεών -που σημαίνει παρουσία και δράση παντού, από την πιο μικρή απεργία μέχρι την ίδια την επανάσταση.
-89-
Κρις Χάρμαν
Μερικοί βλέπουν το επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα σαν τον πρόδρομο του σοσιαλισμού. Αυτό είναι εντελώς λανθασμένο. Ο σοσιαλισμός μπορεί να έρθει μόνο όταν η ίδια η εργατική τάξη πάρει τον έλεγχο των μέσων που παράγουν πλούτο και τον χρησιμοποιήσει για να μετασχηματίσει την κοινωνία.
Δεν μπορείς να χτίσεις ένα νησί από σοσιαλισμό μέσα σε μια θάλασσα από καπιταλισμό. Οι απόπειρες μικρών ομάδων σοσιαλιστών να ξεκόψουν από τον υπόλοιπο κόσμο και να ζήσουν σύμφωνα με τις σοσιαλιστικές ιδέες, πάντοτε μακροπρόθεσμα αποτυγχάνουν παταγωδώς. Καταρχήν, υπάρχουν πάντα οι οικονομικές και ιδεολογικές πιέσεις. Και βέβαια, με το να ξεκόψουν από τον καπιταλισμό, αυτές οι μικρές ομάδες ξεκόβουν από τη μόνη δύναμη που μπορεί να φέρει το σοσιαλισμό, την εργατική τάξη.
Φυσικά, οι σοσιαλιστές παλεύουν καθημερινά ενάντια στις ταπεινωτικές συνέπειες του καπιταλισμού -ενάντια στο ρατσισμό, ενάντια στο σεξισμό, ενάντια στην εκμετάλλευση, ενάντια στη βαρβαρότητα. Αλλά μπορούμε να το κάνουμε αυτό μόνο με το να έχουμε σαν βάση την δύναμη της εργατικής τάξης.
-90-
Κεφάλαιο Ενδέκατο
Ιμπεριαλισμός και εθνική απελευθέρωση
Σ’ όλη την ιστορία του καπιταλισμού η τάξη των εργοδοτών ενδια- φερόταν πάντοτε για την εξεύρεση μιας επιπρόσθετης πηγής πλούτου που παραγόταν σε άλλες χώρες.
Η άνθιση των πρώτων μορφών του καπιταλισμού στα τέλη του με- σαίωνα, συνοδεύτηκε από την κατάκτηση τεράστιων αποικιακών αυτοκρατοριών από τα δυτικά κράτη -οι αυτοκρατορίες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, της Ολλανδίας και της Γαλλίας και βέβαια, της Βρετανίας. Ο πλούτος πήγαινε στα χέρια των αρχουσών τάξεων της Δυτικής Ευρώπης, ενώ ολόκληρες κοινωνίες στις χώρες που συχνά τις ονομάζουν τώρα "Τρίτο Κόσμο” (Αφρική, Ασία και Νότια Αμερική) κατα- στράφηκαν.
Έτσι, η "ανακάλυψη” της Αμερικής από τους Ευρωπαίους τον 16ο αιώνα, επέφερε την άφθονη ροή χρυσού στην Ευρώπη. Η άλλη όψη του νομίσματος ήταν ο αφανισμός ολόκληρων κοινωνιών και ο εξανδραπο- δισμός άλλων. Για παράδειγμα στην Αϊτή, το πρώτο μέρος όπου ο Κο- λόμβος εγκαθίδρυσε μια παροικία Ισπανών, οι Ινδιάνοι ιθαγενείς Χαρα- ουάκ (ίσως μισό εκατομμύριο συνολικά) εξολοθρεύτηκαν μέσα σε δυο γενιές. Στο Μεξικό ο πληθυσμός των Ινδιάνων μειώθηκε από 20 εκατομμύρια το 1520 στα 2 εκατομμύρια το 1607.
Ο ινδιάνικος πληθυσμός των νησιών της Καραϊβικής και μερικών γειτονικών ηπειρωτικών περιοχών αντικαταστάθηκε από σκλάβους
-91-
Κρις Χάρμαν
που αιχμαλωτίστηκαν στην Αφρική και μεταφέρθηκαν δια μέσω του Ατλαντικού κάτω από απαίσιες συνθήκες. Υπολογίζεται πως κατά τη διάσχιση του Ατλαντικού επέζησαν 15 εκατομμύρια σκλάβοι ενώ γύρω στα 9 εκατομμύρια πέθαναν στο ταξίδι. Περίπου οι μισοί από τους σκλάβους μεταφέρθηκαν με βρετανικά πλοία -που είναι ένας από τους λόγους που ο βρετανικός καπιταλισμός ήταν ο πρώτος που επέκτεινε τη βιομηχανία.
Ο πλούτος που προερχόταν από το εμπόριο σκλάβων πρόσφερε τα μέσα για τη χρηματοδότηση της βιομηχανίας. Όπως λέει ένα παλιό ρητό «Τα τείχη του Μπρίστολ είναι τσιμενταρισμένα με το αίμα των νέγρων» -και το ίδιο ισχύει και για άλλα λιμάνια. Όπως είπε ο Καρλ Μαρξ: «Η καλυμμένη σκλαβιά του Ευρωπαίου μεροκαματιάρη εργάτη χρειάστηκε σαν στυλοβάτη της την ανοιχτή και καθαρή σκλαβιά στο Νέο Κόσμο».
Το εμπόριο των σκλάβων συμπληρώθηκε με την καθαρή λεηλασία -όπως όταν οι Βρετανοί κατάκτησαν την Ινδία. Η Βεγγάλη ήταν τόσο αναπτυγμένη πόλη που οι πρώτοι Βρετανοί επισκέπτες έμειναν έκπληκτοι από τον υπέροχο πολιτισμό της. Αλλά αυτός ο πλούτος δεν έμεινε για πολύ στη Βεγγάλη. Όπως έγραψε ο Λόρδος Μακόλι στη βιογραφία του Κλάιβ, του κατακτητή της:
Ό τεράστιος πληθυσμός παμαδόθηκε σαν θήραμα. Έτσι σύντομα πελώριοι θησαυροί μαζεύτηκαν στην Καλκούτα, ενώ 30 εκατομμύρια άνθρωποι υποβιβάστηκαν στο έπακρο της αθλιότητας. Ήταν συνηθισμένοι να ζουν κάτω από την τυραννία, αλλά ποτέ κάτω από μια τυραννία σαν κι αυτή.
Από τότε η Βεγγάλη έγινε ξακουστή όχι για τον πλούτο της, αλλά για τη φτώχεια. Κάθε λίγα χρόνια εκατομμύρια πέθαιναν από την πείνα, από τους λιμούς, από μια φτώχεια που μέχρι σήμερα συνεχίζει να υπάρχει. Στο μεταξύ, το 1760, σε μια εποχή που οι συνολικές επενδύσεις κεφαλαίου στην Αγγλία δεν ξεπερνούσαν τα 6-7 εκατομμύρια λίρες, ο ετήσιος φόρος υποτέλειας που πλήρωνε η Ινδία στην Αγγλία ήταν 2
-92-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
εκατομμύρια λίρες.Οι ίδιες διαδικασίες λειτούργησαν και στην παλιότερη αποικία της
Αγγλίας -την Ιρλανδία. Στη διάρκεια του μεγάλου λιμού στα τέλη του 1840, όταν ο πληθυσμός της Ιρλανδίας είχε μείνει ο μισός από την πείνα και τη μετανάστευση, η Ιρλανδία έστειλε σιτάρι, που ξεπερνούσε την ποσότητα που χρειαζόταν ο πεινασμένος της λαός, σαν ενοίκιο στους Αγγλους γαιοκτήμονες.
Σήμερα, συνηθίζεται να χωρίζουν τον κόσμο σε "αναπτυγμένες” και "υπανάπτυκτες” χώρες. Δίνεται η εντύπωση πως για εκατοντάδες χρόνια οι “υπανάπτυκτες” χώρες προχωρούσαν στην ίδια κατεύθυνση με τις “αναπτυγμένες” χώρες, αλλά με αργότερους ρυθμούς.
Αλλά στην πραγματικότητα, μια αιτία της “ανάπτυξης" των δυτικών χωρών ήταν ότι οι υπόλοιπες χώρες απογυμνώνονταν από τον πλούτο τους και σπρώχνονταν στην οπισθοδρόμηση. Πολλές χώρες είναι φτωχότερες σήμερα απ’ ό,τι ήταν πριν 300 χρόνια.
Οπως αναφέρει ο Μάικλ Μπάρατ Μπράουν:
Ο κατά κεφαλή πλούτος των σημερινών υπανάπτυκτων χωρών, όχι μόνο στην Ινδία, αλλά στην Κίνα, τη Λατινική Αμερική και την Αφρική, ήταν μεγαλύτερος απ’ ό,τι στην Ευρώπη το 17ο αιώνα και έπεσε καθώς αυξανόταν ο πλούτος στη Δυτική Ευρώπη.
Η απόκτηση μιας αυτοκρατορίας έδωσε τη δυνατότητα στη Βρετανία να εξελιχτεί σαν η πρώτη βιομηχανική δύναμη του κόσμου. Ήταν σε θέση να εμποδίσει άλλα καπιταλιστικά κράτη να αρπάξουν τις πρώτες ύλες, τις αγορές και τους επικερδείς τομείς επένδυσης στο ένα τρίτο του πλανήτη, στην περιοχή που κατείχε.
Καθώς μεγάλωναν οι νέες βιομηχανικές δυνάμεις όπως η Γερμανία, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ, ήθελαν για λογαριασμό τους αυτά τα πλεονεκτήματα. Ίδρυσαν αντίπαλες αυτοκρατορίες ή "σφαίρες επιρροής" Όταν όμως βρέθηκαν αντιμέτωπες με την οικονομική κρίση, κάθε μια από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές δυνάμεις προσπάθησε να λύσει τα
-93-
Κρις Χάρμαν
προβλήματα της διεισδύοντας μέσα στις σφαίρες επιρροής των ανταγωνιστών της. Ο ιμπεριαλισμός οδήγησε στον παγκόσμιο πόλεμο.
Αυτό με τη σειρά του προκάλεσε τεράστιες αλλαγές μέσα στην εσωτερική οργάνωση του καπιταλισμού. Το εργαλείο για τη διεξαγωγή πολέμου, το κράτος, έγινε πολύ πιο σημαντικό. Συνεργαζόταν ακόμα πιο στενά με τις γιγαντιαίες εταιρείες για την ανασυγκρότηση της βιομηχανίας με σκοπό τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο. Ο καπιταλισμός έγινε κρατικός μονοπωλιακός καπιταλισμός.
Η ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού σήμαινε ότι οι καπιταλιστές δεν εκμεταλλεύονταν μόνο την εργατική τάξη της χώρας τους, αλλά απόκτη- σαν επίσης τον φυσικό άμεσο έλεγχο άλλων χωρών και εκμεταλλεύτηκαν τους λαούς τους. Για τις πιο καταπιεσμένες τάξεις στις αποικιακές χώρες, αυτό σήμαινε ότι τις εκμεταλλεύονταν και οι ξένοι ιμπεριαλιστές στον ίδιο βαθμό με τη δική τους άρχουσα τάξη. Ήταν η διπλή εκμετάλλευση.
Μερικά τμήματα όμως των αρχουσών τάξεων στις αποικιακές χώρες υπέφεραν κι αυτά. Είδαν πως πολλές από τις δικές τους ευκαιρίες να εκμεταλλευτούν τον ντόπιο πληθυσμό τους τις έκλεβε ο ιμπεριαλισμός. Με τον ίδιο τρόπο, οι μεσαίες τάξεις στις αποικίες, οι οποίες θα ήθελαν να δουν μια ραγδαία ανάπτυξη της τοπικής βιομηχανίας, έτσι που να τους παρέχονται οι ευκαιρίες για καλή σταδιοδρομία, υπέφεραν κι αυτές.
Τα τελευταία 60 χρόνια έχουμε δει όλες αυτές τις διάφορες τάξεις στις αποικιακές και πρώην αποικιακές χώρες να εξεγείρονται ενάντια στις επιπτώσεις του ιμπεριαλισμού. Έχουν αναπτυχθεί κινήματα που προσπάθησαν να ενώσουν ολόκληρο τον πληθυσμό ενάντια στην ξένη ιμπεριαλιστική εξουσία.
Μέσα στα αιτήματά τους έχουν συμπεριλάβει:- Το διώξιμο των ξένων ιμπεριαλιστικών στρατών.- Την ενοποίηση ολόκληρης της εθνικής εδαφικής περιοχής, κάτω από
μια εθνική κυβέρνηση, σε αντίθεση με το μοίρασμά της μεταξύ των διάφορων ιμπεριαλισμών.
-94-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
- Την εγκαθίδρυση της αρχικής γλώσσας στην καθημερινή ζωή, σε αντίθεση με μερικές γλώσσες που επέβαλαν οι ξένοι εξουσιαστές.
- Την χρησιμοποίηση του πλούτου που παράγεται στη χώρα για την επέκταση της ντόπιας βιομηχανίας, για την "ανάπτυξη” και τον “εκσυγχρονισμό” της χώρας.
Αυτού του είδους τα αιτήματα είχαν οι αλλεπάλληλες επαναστατικές εξεγέρσεις στην Κίνα (το 1912, το 1923-27 και το 1945-48), στο Ιράν (το 1905-12, το 1917-21 και 1941-53), στην Τουρκία (μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο), στις Δυτικές Ινδίες (από το 1920 και μετά), στις Ινδίες (το 1920-48), στην Αφρική (μετά το 1945), στο Βιετνάμ (μέχρι που ηττή- θηκαν οι Αμερικάνοι το 1975) και σήμερα ακόμα στη Ν. Αφρική.
Σ’ αυτά τα κινήματα στην ηγεσία ήταν συνήθως κομμάτια της ντόπιας άρχουσας τάξης ή και της μεσαίας τάξης, αλλά το αποτέλεσμα ήταν ότι οι άρχουσες τάξεις των αναπτυγμένων ιμπεριαλιστικών χωρών είχαν μπροστά τους έναν επιπρόσθετο αντίπαλο εκτός από τις δικές τους εργατικές τάξεις. Το εθνικό κίνημα στον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο αμφισβητούσε τα ιμπεριαλιστικά καπιταλιστικά κράτη την ίδια στιγμή που και η εργατική τάξη των κρατών αυτών έκανε το ίδιο.
Για το εργατικό κίνημα στις αναπτυγμένες χώρες αυτό είχε σπουδαία σημασία. Σήμαινε ότι στον αγώνα του ενάντια στον καπιταλισμό είχε ένα σύμμαχο μέσα στα απελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου. Έτσι, για παράδειγμα, ένας εργάτης της Shell στη Βρετανία σήμερα έχει ένα σύμμαχο στις απελευθερωτικές δυνάμεις της Ζιμπάμπουε που παλεύουν για να καταλάβουν την περιουσία που η Shell έχει στη Ζιμπάμπουε. Αν η Shell μπορέσει να ματαιώσει τα σχέδια των απελευθερωτικών κινημάτων στον Τρίτο Κόσμο, τότε θα είναι πιο δυνατή στην αντίσταση που θα προβάλλει στα αιτήματα των εργατών στη Βρετανία [το 1979 το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Ζιμπάμπουε - τότε Ροδεσία- πολεμούσε ενάντια στο ρατσιστικό καθεστώς του Ίαν Σμιθ που είχε την υποστήριξη του βρετανικού ιμπεριαλισμού και των πολυεθνικών σαν την Shell, στμ).
Αυτό συμβαίνει, ακόμα κι αν το απελευθερωτικό κίνημα των χωρών
-95-
Κρις Χάρμαν
του Τρίτου Κόσμου δεν έχει σοσιαλιστική ηγεσία -πραγματικά, ακόμα κι αν η ηγεσία του θέλει απλώς να αντικαταστήσει την ξένη εξουσία με την εξουσία των ντόπιων καπιταλιστών ή μιας κρατικοκαπιταλιστικής τάξης.
Το ιμπεριαλιστικό κράτος που προσπαθεί να τσακίσει αυτό το απελευθερωτικό κίνημα, είναι το ίδιο ιμπεριαλιστικό κράτος το οποίο είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του δυτικού εργάτη. Γι αυτό ο Μαρξ επέμενε ότι «ένα έθνος που καταπιέζει άλλα έθνη δεν μπορεί το ίδιο να είναι ελεύθερο» και ο Αένιν καλούσε για μια αυμμαχία ανάμεσα στους εργάτες των αναπτυγμένων χωρών και τους καταπιεσμένους λαούς του Τρίτου Κόσμου, έστω κι αν αυτοί (οι λαοί) δεν είχαν σοσιαλιστική ηγεσία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι σοσιαλιστές στη Δύση θα συμφωνήσουν με τον τρόπο που οι μη σοσιαλιστές ηγούνται σε ένα εθνικοαπελευθε- ρωτικό αγώνα σε μια καταπιεσμένη χώρα (όπως δεν συμφωνούμε απαραίτητα με τον τρόπο που ένας ηγέτης του συνδικάτου ηγείται μιας απεργίας). Αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πριν από οτιδήποτε άλλο, ότι υποστηρίζουμε αυτόν τον αγώνα. Διαφορετικά πολύ εύκολα μπορεί να καταλήξουμε να υποστηρίζουμε τη δική μας άρχουσα τάξη ενάντια στο λαό που καταπιέζεται.
Πρέπει να υποστηρίξουμε ένα απελευθερωτικό αγώνα χωρίς όρους, πριν μας επιτραπεί (και για να μας επιτραπεί) να κάνουμε κριτική στον τρόπο που διεξάγεται.
Όμως οι επαναστάτες σοσιαλιστές της χώρας που καταπιέζεται από τον ιμπεριαλισμό δεν μπορούν να μείνουν στο ίδιο σημείο με μας. Πρέπει να συζητούν, κάθε μέρα που περνά, μαζί με τον άλλο κόσμο για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διεξαχθεί ο αγώνας για εθνική απελευθέρωση.
Σ’ αυτό το σημείο, οι πιο σπουδαίες παρατηρήσεις περιέχονται στη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης που επεξεργάστηκε ο Τρότσκι. Ο Τρότσκι ξεκίνησε αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι συχνά τα κινήματα ενάντια στην καταπίεση αρχίζουν από ανθρώπους που προέρχονται από τη μεσαία τάξη ακόμα και την ανώτερη τάξη.
-96-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
Οι σοσιαλιστές υποστηρίζουν αυτά τα κινήματα επειδή στόχος τους είναι να ρίξουν ένα από τα εμπόδια που έχουν οι καταπιεσμένες τάξεις και ομάδες στην κοινωνία. Αλλά πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι εκείνοι που προέρχονται από τη μεσαία ή ανώτερη τάξη δεν μπορούν να ηγηθούν σ’ αυτούς τους αγώνες με συνέπεια. Θα φοβούνται μήπως ξεσπάσει ένας αιματηρός μαζικός αγώνας, ο οποίος ενδεχομένως θα αμφισβητήσει όχι απλώς την εξωτερική καταπίεση, αλλά επίσης και τη δική τους δυνατότητα να εκμεταλλεύονται τις πιο καταπιεσμένες τάξεις.
Σε μια δεδομένη στιγμή, θα παρατήσουν τον αγώνα που οι ίδιοι άρχισαν και αν χρειαστεί θα συμμαχήσουν με τον ξένο καταπιεστή για να χτυπήσουν τον αγώνα. Σ’ αυτό το σημείο, αν οι σοσιαλιστικές δυνάμεις της εργατικής τάξης δεν αναλάβουν την ηγεσία της εθνικοαπελευθε- ρωτικής πάλης, ο αγώνας θα ηττηθεί.
Ο Τρότσκι έκανε και μια τελευταία παρατήρηση. Είναι αλήθεια ότι στις περισσότερες χώρες του "Τρίτου Κόσμου’,’ η εργατική τάξη είναι μια μειοψηφία μόνο του πληθυσμού. Αλλά ωστόσο είναι συχνά αρκετά μεγάλη σε απόλυτους αριθμούς, αν και όχι συγκριτικά (για παράδειγμα στην Ινδία και στην Κίνα είναι δεκάδες εκατομμύρια). Συνήθως η εργατική τάξη παράγει ένα τεράστιο ποσοστό του εθνικού πλούτου σε σχέση με το μέγεθος της και είναι συγκεντρωμένη σε εκπληκτικό αριθμό στις πόλεις που είναι κλειδί για την εξουσία της χώρας όταν δοθεί η ευκαιρία. Έτσι σε μια περίοδο επαναστατικής αναταραχής, η εργατική τάξη μπορεί να πάρει την ηγεσία όλων των άλλων καταπιεσμένων τάξεων και να αποκτήσει τον έλεγχο ολόκληρης της χώρας. Η επανάσταση μπορεί να είναι διαρκής, ξεκινώντας με τα αιτήματα της εθνικής απελευθέρωσης και καταλήγοντας με σοσιαλιστικά αιτήματα. Αλλά μόνο αν οι σοσιαλιστές στην καταπιεσμένη χώρα έχουν από την αρχή οργανώσει τους εργάτες πάνω σε μια ανεξάρτητη ταξική βάση -υποστηρίζοντας το γενικό κίνημα για εθνική απελευθέρωση, αλλά πάντοτε προειδοποιώντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει εμπιστοσύνη στους αστούς ή μεσοαστούς ηγέτες του κινήματος.
-97-
Κεφάλαιο Δωδέκατο
Η οικογένεια, η γυναικεία καταπίεση και η απελευθεροση τον γυναικών
Όλοι σχεδόν οι εχθροί του σοσιαλισμού διακηρύσσουν ότι θαυμάζουν την οικογένεια. Αυτή, λένε, είναι ο θεματοψύλακας όλων των πραγμάτων για τα οποία αξίζει να ζούμε -αγάπη, καθήκον, εκτίμηση, ασφάλεια.
Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά της οικογενειακής ζωής που αυτοί οι άνθρωποι την αγνοούν -πράγματα που θα διαβάσετε και που αναφέρονται μέσα σε όλες τις εφημερίδες- το ξυλοφόρτωμα της συζύγου, τα παιδιά που τα τσακίζουν στο ξύλο, ζευγάρια που τους ενώνει μόνο μια αμοιβαία αηδία, η νοικοκυρά που η κύρια επαφή της με τον κόσμο είναι τα βάλιουμ, ο άντρας που ξενυχτάει στη μπυραρία γιατί δεν αντέχει στη σκέψη να πάει σπίτι.
Οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι αυτό που ονομάζουν οι κοινωνιολόγοι "πυρηνική οικογένεια” (οικογένεια-πυρήνας: ένας άντρας μια γυναίκα και τα παιδιά) υπήρχε πάντα. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι παρά μια πρόσφατη καινοτομία. Στο παρελθόν οι άνθρωποι έζησαν μέσα σε κοινωνίες βασισμένες στην πολυγαμία (ένας άντρας και πολλές γυναίκες), στην πολυανδρία (μια γυναίκα και πολλοί άντρες), κοινωνίες όπου ο βιολογικός δεσμός της πατρότητας δεν αναγνωριζόταν, κοινωνίες όπου η γυναίκα διεύθυνε ένα σπίτι μαζί με γυναίκες συγγενείς της και στο οποίο επιτρεπόταν στους άντρες να μεί-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
νουν κατά διαστήματα, κοινωνίες στις οποίες οι άντρες θεωρούσαν τις γυναίκες σαν σκλάβες κλπ.
Παρόλα αυτά, στις ταξικές κοινωνίες όλες οι διαφορετικές μορφές της οικογένειας έχουν κάτι κοινό. Οι άντρες είχαν την εξουσία πάνω στις γυναίκες της οικογένειας, σε διάφορους βαθμούς. Στην πιο ακραία περίπτωση αυτό σήμαινε ότι ο άντρας μπορούσε να σκοτώσει την άπιστη σύζυγο. Ακόμα και στη σύγχρονη δυτική κοινωνία, υπάρχουν ένα σωρό αποφάσεις που εμποδίζουν μια παντρεμένη γυναίκα να πάρει διαζύγιο χωρίς την άδεια του συζύγου της.
Ή κατώτερη θέση των γυναικών δεν ήταν ένα χαρακτηριστικό όλων των κοινωνιών. Στη μακριά περίοδο πριν αναπτυχθούν οι τάξεις, υπήρχαν πολλές κοινωνίες στις οποίες οι γυναίκες ήταν ίσες ή και ανώτερες από τους άντρες. Αυτές οι κοινωνίες ήταν εκείνες όπου οι γυναίκες ήταν στο επίκεντρο της παραγωγής, φρόντιζαν για τη σοδειά και κουβαλούσαν τη συγκομιδή -ήταν στην κυριολεξία οι κουβαλήτριες του σπιτιού.
Το τι ακριβώς άλλαξε αυτή την κατάσταση πραγμάτων, για καιρό τώρα αποτελεί το μήλο της έριδας ανάμεσα στους μαρξιστές και τους μη μαρξιστές. Απ' ό,τι φαίνεται όμως πριν 5.000 περίπου χρόνια οι ίδιες αλλαγές που έγιναν στην παραγωγή και δημιούργησαν τις τάξεις, την ατομική ιδιοκτησία και το κράτος, οδήγησαν επίσης και στην κυριαρχία των αντρών πάνω στις γυναίκες. Αναπτύχθηκαν νέοι τρόποι για την παραγωγή τροφής (ειδικά η συγκρότηση κοπαδιών με βοοειδή ζώα και η χρήση του βαριού αρότρου στο όργωμα) που απαιτούσαν μεγαλύτερη αντοχή και κινητικότητα απ’ ό,τι προηγουμένως. Οι γυναίκες, επειδή έμεναν συχνά έγκυοι ή έπρεπε να φροντίζουν τα μωρά έμειναν πίσω σ ’ αυτές τις λειτουργίες.
Έτσι οι γυναίκες κατέληξαν να κάνουν τις λιγότερο παραγωγικές δουλειές. Ο έλεγχος για την προμήθεια τροφίμων πέρασε στους άντρες -οι οποίοι χρησιμοποίησαν αυτό τον έλεγχο για να εξασφαλίσουν ότι αν υπήρχε οποιαδήποτε έλλειψη στα τρόφιμα ή οποιοδήποτε βάρος μέσα στην κοινωνική ομάδα, αυτό θα αναγκάζονταν να το υποστούν οι
-99-
Κρις Χάρμαν
γυναίκες. Πράγματι, δεν πέρασε πολύς καιρός για να φτάσουν στο σημείο να θεωρούν τις γυναίκες σαν υπηρέτριες που στην ουσία έπρεπε να υπηρετούν τους άντρες που ήταν πια οι "κουβαλητές του σπιτιού”
Η καπιταλιστική οικογένειαΌ καπιταλισμός, όπως με το ν’ αυξήσει τρομερά το ποσό του πλού
του που μπορεί να παραχθεί, έχει εξαφανίσει την ανάγκη να υπάρχουν τάξεις, έτσι εξαφάνισε και την υλική βάση για τη γυναικεία καταπίεση. Οι σύγχρονες μηχανές παραγωγής δεν απαιτούν μεγάλη δύναμη.
Η σύγχρονη αντισύλληψη σημαίνει ότι οι γυναίκες ξοδεύουν μόνο ένα μικρό μέρος της ζωής τους μένοντας έγκυοι. Σίγουρα σήμερα δεν υπάρχει κανένας βιολογικός λόγος που να υποχρεώνει τις γυναίκες να παίζουν το μεγαλύτερο ρόλο στο μεγάλωμα των παιδιών.
Αυτό που κρατά τις γυναίκες σήμερα καταπιεσμένες δεν είναι κά- ποια βιολογική ή υλική ανάγκη, αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο καπιταλισμός είναι οργανωμένος -συγκεκριμένα, ο τρόπος που χρησιμοποιεί ο καπιταλισμός ένα ειδικό πρότυπο οικογένειας για να μπορέσει ν’ αυξήσει τα κέρδη του.
Ο καπιταλισμός έπρεπε να εξασφαλίσει ότι οι εργάτες του μεγαλώνουν τα παιδιά τους για να γίνουν εργάτες. Ήταν μεγάλο πλεονέκτημα το ότι ενώ πλήρωνε τους αρσενικούς εργάτες για να δουλεύουν, οι γυναίκες θα αψοσιώνονταν χωρίς να πληρώνονται στο να διατηρούν τους άντρες τους σε καλή κατάσταση για να δουλεύουν στα εργοστάσια και να μεγαλώνουν τα παιδιά τους για να κάνουν το ίδιο αργότερα.
Η καπιταλιστική οικογένεια πρόσψερε ακόμα ένα πλεονέκτημα στο σύστημα. Οι γυναίκες έμεναν περιορισμένες στα σπίτια τους και εξαντλημένες από τις δουλειές του σπιτιού (που τις έκαναν έστω κι αν πήγαιναν επίσης στη δουλειά), είχαν ελάχιστη επαφή με τα πιο πλατιά κοινωνικά κινήματα και ελάχιστες ευκαιρίες να συζητούν “ανατρεπτικές” ιδέες. Η οικογένεια συνέβαλε στο να τις κάνει πιο συντηρητικές απ’ ό,τι οι άντρες εργάτες, παρόλο που υπέφεραν την καταπίεση στο
-100-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
σπίτι πρόσθετα από την οικονομική εκμετάλλευση που υπέφεραν οι άντρες.
Δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι οι γυναίκες και οι άντρες που ζούσαν μέσα στην καπιταλιστική οικογένεια, το έκαναν απρόθυμα. Οι άντρες και οι γυναίκες που με την άνοδο του καπιταλισμού σπρώχτηκαν στις πόλεις ζούσαν μια πραγματικά άθλια ζωή. Ο άντρας έπρεπε να φροντίσει για την τροφή και τα ρούχα του μετά από 12 ή 16 ώρες δουλειά την ημέρα στο εργοστάσιο. Για την απομονωμένη γυναίκα της εργατικής τάξης τα πράγματα ήταν ακόμα πιο δύσκολα. Έπαιρνε λιγότερο μεροκάματο από τους άντρες κι αν έμενε έγκυος αναγκαζόταν να πεινάσει στην κυριολεξία προσπαθώντας να μεγαλώσει τα παιδιά κάτω από άθλιες συνθήκες. Θα μπορούσε να αποφύγει αυτή την μοίρα μόνο με το να απέχει από τη σεξουαλική ικανοποίηση.
Έτσι δεν είναι καθόλου παράξενο που και οι άντρες και οι γυναίκες θεώρησαν το γάμο σαν μια διέξοδο στις δυσκολίες τους. Ο γάμος φαινόταν σαν τρόπος ανακούφισης της υλικής τους κατάστασης και τους πρόσφερε μια συντροφιά, κάτι που λείπει συχνά στη ζωή της πόλης.
Ομως η οικογένεια έχει αποτύχει να προσφέρει ικανοποιητικές σχέσεις. Η ζωή των ανθρώπων είναι πολύ στριμωγμένη - στριμωγμένη σωματικά από την πυκνοκατοίκηση, στριμωγμένη αισθηματικά καθώς τα ζευγάρια αναγκάζονται να μένουν μαζί ακόμα και όταν έχει δημιουργη- θεί μια απόσταση ανάμεσά τους, στριμωγμένη πάνω απ’ όλα από τις αντίθετες ανάγκες της συζύγου, καρφωμένης στο σπίτι σε μια ανιαρή απομόνωση, από το σύζυγο που είναι καρφωμένος πάνω σε μια μηχανή κάθε μέρα. Δεν είναι περίεργο που εκείνοι που οδηγούνται μαζί στην "οικογένεια-πυρήνα” πολύ συχνά βλέπουν ο ένας τον άλλο με απελπισία και αντιμετωπίζονται μεταξύ τους με βία.
Η απελευθεροση τον γυναικώνΚαι οι άντρες και οι γυναίκες υποφέρουν από την καπιταλιστική οι
κογένεια. Αλλά ενώ η γυναίκα είναι περιορισμένη στο σπίτι με τις ευθύ
-101-
Κρις Χάρμαν
νες των παιδιών, ο άντρας τουλάχιστον συναντά άλλο κόσμο -στη δουλειά, στη μπυραρία κλπ. Έχει κάποιον να τον υπηρετεί, όμως κανένας δεν υπηρετεί τη σύζυγο. Αυτός δουλεύει σκληρά -αλλά στο τέλος ο ελεύθερός του χρόνος του ανήκει. Ο χρόνος της συζύγου πάντοτε ανήκει στην οικογένεια.
Αυτό σημαίνει ότι οποιοδήποτε κίνημα ενάντια στην καταπίεση μέσα στην καπιταλιστική οικογένεια θα βασίζεται πάντα στην οργάνωση των ίδιων των γυναικών. Επειδή είναι το πιο καταπιεσμένο φύλο πρέπει να είναι ο πυρήνας του κινήματος για απελευθέρωση.
Όπως έγραψε η κόρη του Μαρξ, η Ελεονόρα, πριν 90 χρόνια: «Οι γυναίκες δεν μπορούν να βασίζονται στους άντρες για να τις απελευθερώσουν, όπως δεν μπορεί η εργατική τάξη να βασίζεται στους αστούς».
Αυτό δε σημαίνει ότι όλες οι γυναίκες ή ακόμα και η πλειοψηφία τους, θέλουν να τερματίσουν το θεσμό της καπιταλιστικής οικογένειας. Πράγματι, οι υποστηρικτές της καπιταλιστικής οικογένειας έχουν καταφέρει να κινητοποιήσουν πολλές από τις καταπιεσμένες γυναίκες για να την υποστηρίξουν. Βλέπουν "την κατάργηση της οικογένειας” σαν την έκδοση άδειας στους συζύγους τους να τις εγκαταλείψουν μαζί με την ευθύνη των παιδιών.
ΓΓ αυτό το λόγο δεν είναι σωστό να κυκλοφορούμε και να κηρύττουμε την "κατάργηση της οικογένειας” Αντίθετα είναι απαραίτητο να δείξουμε με ποιο τρόπο, σε μια καλύτερη σοσιαλιστική κοινωνία, οι γυναίκες δεν θα υποχρεώνονται να ζουν στη μιζέρια, στη στριμωγμένη ζωή που προσφέρει η σημερινή οικογένεια.
Τα πρώτα γυναικεία απελευθερωτικά κινήματα, στα τέλη του 19ου αιώνα, ήταν σχετικά μικρά και κατά κύριο λόγο έγιναν από τη μεσαία ή μεγαλοαστική τάξη. Στη Βρετανία κατάληξαν, στην κίνηση για το δικαίωμα της ψήφου των γυναικών, στο κίνημα των Σουφραζέτων. Όταν κατόρθωσαν να κερδίσουν το δικαίωμα αυτό, το κίνημα γρήγορα έσβησε, αν και οι γυναίκες παρέμειναν καταπιεσμένες όπως πάντα.
Μόνο στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και την δεκαετία του 1970 αναπτύχθηκαν καινούργια μαζικά γυναικεία κινήματα απελευθέρωσης
-102-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Η αιτία γι’ αυτό είναι ότι ο ίδιος ο καπιταλισμός από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, επέφερε θεμελιακές αλλαγές στην οικονομική θέση των περισσότερων γυναικών. Στην προσπάθειά του να βρει καινούργιες πηγές εργατικής δύναμης, ο καπιταλισμός τράβηξε σχεδόν όλες τις γυναίκες στο εργατικό δυναμικό για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους.
Αυτό έδωσε σε εκατομμύρια γυναίκες μια ανεξαρτησία από τους άντρες που δεν είχαν ποτέ προηγουμένως. Αυτό εξηγεί γιατί οι γυναίκες σ’ όλο τον κόσμο έχουν αρχίσει να διεκδικούν το δικαίωμα να ελέγχουν τη δική τους ζωή και το σώμα τους, γιατί οργανώθηκαν και διαδη- λώνουν αρνούμενες τους ρόλους στους οποίους οι μητέρες τους και οι γιαγιάδες τους είχαν προσηλωθεί έστω και αν το είχαν κάνει απρόθυμα.
Οι σοσιαλιστές υποστηρίζουν αυτό το κίνημα, όπως υποστηρίζουν κάθε κίνημα όπου οι καταπιεσμένοι επιδιώκουν ν’ αμφισβητήσουν την καταπίεσή τους. Αλλά εκείνο που απέτυχε αυτό το κίνημα να κάνει είναι ότι ποτέ δεν πήρε πολύ στα σοβαρά το καθήκον να οργανώσει τη μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών -τις γυναίκες της εργατικής τάξης. Αντίθετα είχε την τάση να κυριαρχείται από γυναίκες της "μεσαίας τάξης” συγγραφείς, καθηγήτριες, γυναίκες από τα ανώτερα υπαλληλικά στρώματα. Οι δακτυλογράφοι, οι απλές υπάλληλοι γραφείων, οι εργάτριες βιομηχανίας έχουν μείνει στο περιθώριο.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, το γυναικείο κίνημα πολύ συχνά να τονίζει τα ενδιαφέροντα μιας μικρής μειοψηφίας γυναικών μόνο, ενώ αγνοεί την καταπίεση και την εκμετάλλευση στην οποία υπόκειται η πλειοψηφία. Συχνά η ηγεσία του έχει μιλήσει για δρόμους που οδηγούν στην απελευθέρωση -όπ ω ς το να αλλαχτεί "ο τρόπος ζωής”- που απλά, δεν είναι προσιτοί σ' εκείνες που δουλεύουν στα εργοστάσια και ζουν μέσα στα στενά διαμερίσματα των εργατικών πολυκατοικιών. Επιπλέον, αυτές οι μορφές “απελευθέρωσης” αφήνουν ανέπαφη την καπιταλιστική δομή που καταπιέζει εκατομμύρια άλλες γυναίκες.
Χωρίς τη δύναμη που μόνο οι γυναίκες της εργατικής τάξης που είναι οργανωμένες στους χώρους δουλειάς θα μπορούσαν να δώσουν, το
-103-
Κρις Χάρμαν
κίνημα της γυναικείας απελευθέρωσης δεν έχει μπορέσει να αποκτήσει αρκετή δύναμη για να διεκδικήσει ακόμα και τα "μικρά” αιτήματα. Η ηγεσία του είτε έχει εγκαταλείψει τις προσπάθειες για τέτοια αιτήματα και αποτραβιέται για να “απελευθερώσει τον εαυτό της” ή έχει νερώσει τα αιτήματα για να απευθυνθεί στα κοινοβούλια ζητώντας εντελώς ανώδυνες μικρομεταρρυθμίσεις.
Πολλές από τις βασικές ιδέες του κινήματος της γυναικείας απελευθέρωσης έχουν κάνει μεγάλη εντύπωση πάνω σε εκατομμύρια γυναίκες της εργατικής τάξης, οι οποίες αμφισβητούν πια την αντίληψη ότι πρέπει να υποκλίνονται στους άντρες.
Από ένα σημείο και μετά όμως, αυτά τα κινήματα μπορούν να προχωρήσουν μπροστά μόνο πάνω στη βάση της σοσιαλιστικής πολιτικής, της πολιτικής της εργατικής τάξης. Προσπαθούμε να χτίσουμε ένα ρεύμα γυναικών της εργατικής τάξης που να παλεύουν για την απελευθέρωση των γυναικών, αλλά που να παλεύουν επίσης μαζί με τους άντρες εργάτες για εργατική εξουσία και σοσιαλισμό. Επειδή η γυναικεία καταπίεση είναι ένα αναπόσπαστο μέρος της καπιταλιστικής κοινωνίας, η τελική απελευθέρωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν γυναίκες και άντρες εργαζόμενοι παλέψουν μαζί και ανατρέψουν την εξουσία των καπιταλιστών και του κράτους τους.
-104-
Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο
Σοσιαλισμός και Πόλεμος
Ο 20ος αιώνας ήταν ένας αιώνας πολέμων. Περίπου 10 εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, 55 εκατομμύρια στον Δεύτερο, 2 εκατομμύρια στους πολέμους της Ινδοκίνας [κύρια στο Βιετνάμ, στμ]. Και οι δυο μεγαλύτερες πυρηνικές δυνάμεις, οι ΗΠΑ κι η Ρωσία, εξακολουθούν να έχουν στην κατοχή τους τα μέσα για να καταστρέψουν πολλές φορές το ανθρώπινο είδος.
Όσοι θεωρούν δεδομένη την υπάρχουσα κοινωνία δυσκολεύονται να ερμηνεύσουν αυτόν τον τρόμο. Οδηγούνται στο συμπέρασμα πως υπάρχει κάποια έμφυτη ενστικτώδης τάση στα ανθρώπινα όντα που τα σπρώχνει να βρίσκουν ικανοποίηση στις μαζικές σφαγές. Όμως, ο πόλεμος δεν ήταν πάντα στοιχείο των ανθρώπινων κοινωνιών. Ο Γκόρντον Τσάιλντ σημείωνε πως στην Ευρώπη της Λίθινης Εποχής:
Οι πρώιμοι παραδουνάβιοι πληθυσμοί φαίνεται πως ήταν ένας ειρηνικός λαός: στους τάφους τους δεν βρίσκονται πολεμικά όπλα, αλλά μόνο όπλα για κυνήγι. Από τις κατοικίες τους έλ- λειπαν οι στρατιωτικές οχυρώσεις. [Αλλά| στις ύστερες φάσεις της νεολιθικής εποχής, τα αντικείμενα που συναντάμε συχνότερα στους τάφους είναι βαρύς οπλισμός.
Ο πόλεμος δεν προκαλείται από κάποια έμφυτη ανθρώπινη επιθετικότητα. Είναι ένα προϊόν της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις. Όταν πριν από 5.000 ως 10.000 χρόνια αναδείχθηκε για πρώτη φορά μια τάξη
-105-
Κρις Χάρμαν
ιδιοκτητών, έπρεπε να βρει τα μέσα για να υπερασπίσει τον πλούτο της. Αρχισε να κτίζει ένοπλες δυνάμεις, ένα κράτος, αποκομμένο από την υπόλοιπη κοινωνία. Αυτό με τη σειρά του, έγινε ένα πολύτιμο μέσο για να αυξήσει τον πλούτο της λεηλατώντας άλλες κοινωνίες.
Η διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις σήμαινε πως ο πόλεμος μετα- τράπηκε σε ένα μόνιμο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ζωής.
Οι δουλοκτητικές άρχουσες τάξεις της Αρχαίας Ελλάδας και Ρώμης δεν μπορούσαν να επιβιώσουν χωρίς συνεχείς πολέμους για ν’ αρπάξουν περισσότερους σκλάβους. Οι φεουδαρχικοί άρχοντες του Μεσαίωνα έπρεπε να είναι βαριά εξοπλισμένοι για να προστατέψουν τη λεία των λεηλασιών τους από άλλους φεουδάρχες. Οταν εμφανίστηκαν οι πρώτες καπιταλιστικές άρχουσες τάξεις, 300 ή 400 χρόνια πριν, ήταν αναγκασμένες επανειλημμένα να καταφύγουν στον πόλεμο. Έπρεπε να πολεμήσουν σκληρά τον 16ο, τον 17ο, τον 18ο και τον 19ο αιώνα για να επιβάλουν και να εδραιώσουν την υπεροχή τους απέναντι στους παλιούς φεουδάρχες. Οι πετυχημένες καπιταλιστικές χώρες, όπως η Βρετανία, χρησιμοποίησαν τον πόλεμο για να επεκτείνουν τον πλούτο τους - λεηλατώντας τις Ινδίες και την Ιρλανδία, μετακινώντας εκατομμύρια ανθρώπους σαν σκλάβους από την Αφρική στη βόρεια και τη νότια Αμερική, μετατρέποντας ολόκληρο τον κόσμο σε πηγή για την ικανοποίηση των αρπακτικών τους διαθέσεων.
Η ίδια η καπιταλιστική κοινωνία κτίστηκε μέσα από τον πόλεμο. Δεν είναι απορίας άξιο το γιατί όσοι ζούσαν σε μια τέτοια κοινωνία άρχισαν να πιστεύουν πως ο πόλεμος ήταν και «αναπόφευκτος» και «δικαιολογημένος».
Ομως, ο καπιταλισμός ποτέ δεν στηρίχθηκε αποκλειστικά και μόνο στον πόλεμο. Ο περισσότερος πλούτος ήλθε από την εκμετάλλευση των εργατών στα εργοστάσια και στα ορυχεία. Και αυτό ήταν μια διαδικασία που μπορούσε να διακοπεί από οποιαδήποτε σύγκρουση μέσα στην ίδια την «πατρίδα».
Κάθε εθνική καπιταλιστική τάξη ήθελε ειρήνη στην πατρίδα, την ίδια ώρα που εξαπέλυε πολέμους στο εξωτερικό. Έτσι, ενώ ενθάρρυνε
-106-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
την πίστη στις «στρατιωτικές αρετές», έκανε σκληρές επιθέσεις στη «βία». Η ιδεολογία του καπιταλισμού συνδυάζει, με έναν εντελώς αντιφατικό τρόπο, τους επαίνους στον μιλιταρισμό με τις φιλειρηνικές διακηρύξεις.
Στον 20ο αιώνα οι πολεμικές προετοιμασίες έχουν αποκτήσει πιο κεντρικό ρόλο για το σύστημα από οποτεδήποτε άλλοτε. Τον 19ο αιώνα η καπιταλιστική παραγωγή βασιζόταν σε πολλές μικρές επιχειρήσεις που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους. Το κράτος ήταν ένα σχετικά μικρό όργανο που ρύθμιζε τις σχέσεις αναμεταξύ τους και μεταξύ όλων αυτών και των εργατών. Αλλά στον 20ο αιώνα οι μεγάλες επιχειρήσεις κατάπιαν τις περισσότερες μικρές, περιορίζοντας πολύ τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό κάθε χώρας. Ο ανταγωνισμός είναι όλο και περισσότερο διεθνής, ανάμεσα σε γιγάντιες επιχειρήσεις διαφορετικών εθνών.
Δεν υπάρχει κάποιο διεθνές κράτος που να ρυθμίζει αυτόν το ανταγωνισμό. Αντιθέτως, κάθε εθνικό κράτος εξασκεί όση πίεση μπορεί για να βοηθήσει τους καπιταλιστές του να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση απέναντι στους αντιπάλους τους. Ο αγώνας ζωής και θανάτου των διαφορετικών καπιταλιστών μεταξύ τους μπορεί να μετατραπεί σε αγώνα ζωής και θανάτου ανάμεσα σε διαφορετικά έθνη που το καθένα τους έχει στη διάθεσή του τεράστια καταστροφικά οπλοστάσια.
Δυο φορές μέχρι τώρα αυτοί οι ανταγωνισμοί έχουν οδηγήσει σε παγκόσμιους πόλεμους. Ο Πρώτος κι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, συγκρούσεις ανάμεσα σε συνασπισμούς καπιταλιστικών κρατών για την κυριαρχία του πλανήτη. Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν η συνέχεια αυτών των ανταγωνισμών, όπου τα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη συσπειρώθηκαν στο ΝΑΤΟ και στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας.
Σε αυτή την παγκόσμια σύγκρουση πρέπει να προσθέσουμε και πολλές συγκρούσεις που εμφανίζονται σε διαφορετικά σημεία του κόσμο. Συνήθως είναι συγκρούσεις ανάμεσα σε ξεχωριστά καπιταλιστικά κράτη πάνω στο ποιο θα ελέγχει μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, όπως ο πόλεμος Ιράν - Ιράκ το 1980 και ο πόλεμος του Κόλπου το
-107-
Κρις Χάρμαν
1991. Και όλες οι μεγάλες δυνάμεις ρίχνουν λάδι στη φωτιά των πολέμων πουλώντας τα πιο εξελιγμένα οπλικά συστήματα στα κράτη του Τρίτου Κόσμου.
Πολλοί άνθρωποι, που κατά τα άλλα αποδέχονται το καπιταλιστικό σύστημα, αγανακτούν με αυτή την θλιβερή πραγματικότητα. Θέλουν τον καπιταλισμό, αλλά όχι και τον πόλεμο. Για παράδειγμα, υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν πως ο ΟΗΕ μπορεί να εμποδίσει τους πολέμους.
Όμως, ο ΟΗΕ είναι απλώς η αρένα όπου συναντιόνται τα διαφορετικά κράτη που ενσαρκώνουν την ώθηση για πόλεμο. Εκεί συγκρίνουν την ισχύ του καθενός, όπως οι μποξέρ μετρούν τη δύναμη του αντίπαλου πριν το τελικό χτύπημα. Αν ένα κράτος ή μια συμμαχία κρατών είναι φανερά πιο ισχυρά από κάποια άλλα, τότε βλέπουν πως δεν αξίζει να γίνει ένας πόλεμος του οποίου το αποτέλεσμα θα είναι γνωστό εκ των προτέρων. Ομως, αν υπάρχει αμφιβολία για το αποτέλεσμα, γνωρίζουν μόνο έναν τρόπο για να λύσουν το ζήτημα - και αυτός είναι να πάνε σε πόλεμο.
Αυτό ίσχυε για τους δυο μεγάλους πυρηνικούς συνασπισμούς, το ΝΑΤΟ και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Έστω κι αν η Δύση υπερείχε στρατιωτικά από το Ανατολικό Μπλοκ, η ψαλίδα δεν ήταν τόσο μεγάλη για να φέρει την Ρωσία σε απελπιστικά μειονεκτική θέση. Έτσι, παρά το γεγονός πως ένας Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος θα εξαφάνιζε το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας, η Ουάσιγκτον και η Μόσχα έκαναν σχέδια για έναν πιθανό πυρηνικό πόλεμο ελπίζοντας η κάθε μια πως θα τον κερδίσει.
Ο Ψυχρός Πόλεμος έφτασε στο τέλος του με τους πολιτικούς ξεσηκωμούς στην Ανατολική Ευρώπη το 1989 και την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1991. Τότε, υπήρχε πολλή φιλολογία για μια «νέα τάξη πραγμάτων» και μια «δίκαια μοιρασιά».
Αντίθετα, αυτό που ζήσαμε είναι αλλεπάλληλους βάρβαρους πολέμους - τον πόλεμο της Δύσης ενάντια στον πρώην σύμμαχό της Σαντάμ Χουσεϊν, τον πόλεμος Αρμενίας Αζερμπαϊτζάν στην πρώην ΕΣΣΔ, τους
-108-
Μαρξισμός, θεωρία και πράξη
φρικτούς πολέμους στην πρώην Γιουγκοσλαβία και την Σομαλία, [το 2000 που κυκλοφόρησε η πέμπτη έκδοση του βιβλίου στα αγγλικά δεν είχαν υπάρξει ακόμα η ιμπεριαλιστική εισβολή του Μπους στο Ιράκ, το Αφγανιστάν ή ο πόλεμος στην Τσετσενία και τόσοι άλλοι, στμ].
Πριν ακόμα τελειώσει μια στρατιωτική σύγκρουση ανάμεσα σε καπιταλιστικές δυνάμεις, αρχίζει ένας άλλος. Παντού, οι άρχουσες τάξεις γνωρίζουν πως ο πόλεμος είναι ένας τρόπος για να αυξήσουν την επιρροή τους και να τυφλώσουν τους εργάτες και τους αγρότες με τον εθνικισμό.
Μπορεί κανείς να σιχαίνεται και να φοβάται τον πόλεμο χωρίς να αντιτίθεται στο καπιταλιστικό σύστημα. Αλλά δεν μπορεί να δώσει τέλος στον πόλεμο γενικά. Ο πόλεμος είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις. Η απειλή του πολέμου δεν θα σταματήσει με τις εκκλήσεις στους κυβερνώντες να κάνουν ειρήνη. Πρέπει να τους αφοπλίσουμε με ένα κίνημα που παλεύει για να ανατρέψει την ταξική κοινωνία μια για πάντα.
Τα κινήματα ειρήνης που ξεσηκώθηκαν στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική στα τέλη της δεκαετίας του 1970 δεν το καταλάβαιναν αυτό [δεν είχε υπάρξει ακόμα η αντιπολεμική έκρηξη ενάντια στην εισβολή στο Ιράκ το 2003, στμ].Έδιναν μάχες για να σταματήσουν τους πύραυλους Πέρσινγκ και Κρουζ, για πολυμερή αφοπλισμό, για πάγωμα των πυρηνικών εξοπλισμών. Αλλά, πίστευαν πως η πάλη για ειρήνη μπορούσε να πετύχει απομονωμένη από την πάλη ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία.
Έτσι, απέτυχαν να κινητοποιήσουν την μόνη δύναμη που είναι ικανή να σταματήσει την τάση του συστήματος για πόλεμο, την εργατική τάξη. Μόνο η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να βάλει πραγματικό τέλος στην φρίκη του πολέμου.
-109-
Η Χαμένη Επανάσταση Γερμανία 1918-1923
Οι επαναστάσεις που χάνονται, γρήγορα λησμονούνιαι.
Μια τέτοια επανάσταση ήταν αυτή που ξέσπασε στη Γερμανία πριν από 90 χρόνια, τον Νοέμβρη του 1918. Μέσα σε όλο το επαναστατικό κύμα που ακολούθησε το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου, τα γεγονότα στη Γερμανία ήταν αυτά που ανάγκασαν τον πρωθυπουργό της Βρετανίας, Λόιντ Τζορτζ, να δηλώσει: "Οι μάζες αμφισβητούν όλη την υπάρχουσα πολιτική, κοινωνική και οικονομική τάξη πραγμάτων από τη μια άκρη της Ευρώπης μέχρι πιν άλλη".
Για πέντε συνεχή χρόνια, ανάμεσα στο 1918 και το 1923, μια ανεπτυγμένη βιομηχανική κοινωνία <πην καρδιά του παγκόσμιου καπιταλισμού πέρασε από αλλεπάλληλες κρίσεις που οδήγησαν σε μια
παρατεταμένη επαναστατική κατάσταση και μεγάλες εργατικές εκρήξεις.Χωρίς μια βαθιά κατανόηση της ήττας της γερμανικής επανάστασης, δεν μπορού
με να ερμηνεύσουμε πι βαρβαρότητα που σάρωσε την Ευρώπη τη δεκαετία του 1930 και κατέληξε στο σφαγείο του Β ' Παγκόσμιου Πόλεμου.
Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η ναζιστική σβάστικα εμφανί- στηκε για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία σαν έμβλημα στις στολές των αντεπαναστατικών ορδών του 1918-23 και πως η ήττα στη Γερμανία οδήγησε στην απομόνωση της ρώσικης επανάστασης, στρώνοντας έτσι το δρόμο για την επιβολή του σταλινισμού.
-110-
Η Νέα Κρίση του Καπιταλισμού
Ζούμε τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης στη δεκαετία του ‘30. 0 ασύλληπτος κερδοσκοπικός τζόγος που έστησαν οι τράπεζες και οι συναφείς χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις πάνω στα εμπορεύματα, τις συντάξεις και τα σπίτια μας, έχει καταλήξει σε τεράστιες ζημιές, που απειλούν να τινάξουν τα θεμέλια όλου του οικονομικού ουστήματος.
Τρεις δεκαετίες κυριαρχίας των ιδεών του νεοφιλελευθερισμού και της ελεύθερης αγοράς καταρρέουν, καθώς οι κυβερνήσεις από τις ΗΠΑ μέχρι την Ισλανδία, προσπαθώντας να σώσουν τις οικονομίες τους, στρέφονται σε κρατικές παρεμβάσεις που φτάνουν μέχρι και την εθνικοποίηση τραπεζών.
Όμως, είναι όλα αυτά αποτέλεσμα μόνο της απληστίας των golden boys στη Wall Street, στο City του Λονδίνου ή στη Σο- φοκλέους; Ο Chris Harman δίνει τη μαρξιστική απάντηση και δείχνει γιατί οι ρίζες αυτής της κρίσης πρέπει να αναζητηθούν στην πολύ πιο πλατιά και θεμελιακή κρίση κερδοφορίας που καλύπτει το σύνολο του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Σήμερα αποκαλύπτεται το πόσο παρανοϊκός, αναποτελεσματικός και καταστροφικός είναι ο καπιταλισμός. Αλλά, ποιοι θα πληρώσουν την κρίση του; Οι τράπεζες, οι πολυεθνικές και οι κυβερνήσεις επιχειρούν να φορτώσουν τα βάρη στις πλάτες των απλών ανθρώπων. Η οργάνωση της αντίστασης ενάντια σε αυτή την επίθεση πρέπει να βρει στο κέντρο της όλους όσους παλεύουμε για έναν καλύτερο κόσμο χωρίς κρίσεις, φτώχεια, πολέμους, ρατσισμό. Για μια κοινωνία που δεν θα έχει σαν κινητήρια δύναμη τον τυφλό ανταγωνισμό για κέρδη, αλλά τον δημοκρατικό προγραμματισμό με βάση τις ανάγκες της πλειοψηφίας των ανθρώπων.
Chris Harman
Η Νέα Κρίση του Καπιταλισμούμια μαρξιστική απάντηση
-111-
Βάση και Εποικοδόμημα
Μαρξισμός και Ιστορία Q(j■η κα ι EnAiafOAAunua
Η συγχυση αυτη επικεντρώνεται στο δίπολο “βάση” και “εποικοδόμημα”.
Το 1857 ο Μαρξ έγραψε στον Πρόλογο της Εισαγωγής στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας ότι “η οικονομική δομή της κοινωνίας” σχηματίζει πιν “πραγματική βάση" πάνω στην οποία “υψώνεται ένα κοινωνικό και νομικό εποικοδόμημα".
Από τότε, οι μαρξιστές αντιπαρατίθεν- ται για το νόημα αυτής της δήλωσης. Τι είναι η “βάση"; Η οικονομία; Οι παραγωγικές δυνάμεις; Η τεχνολογία; Οι παραγωγικές σχέσεις; Τι περιλαμβάνεται στο εποικοδόμημα; Σίγουρα το κράτος. Αλλά τι ισχύει για πιν ιδεολογία (και πιν επαναστατική θεωρία); Την οικογένεια; Τον
οικονομικό ρόλο του κράτους, τις επιχειρήσεις που ελέγχει;Και τέλος, ποια είναι η σχέση ανάμεσα στη “βάση” και το “εποικοδόμημα"; Η βάση
καθορίζει το εποικοδόμημα; Και αν είναι έτσι, ποια είναι ακριβώς η φύση αυτού του καθορισμού; Μήπως το “εποικοδόμημα” είναι ως ένα βαθμό “αυτόνομο" -και αν πάλι ισχύει κάτι τέτοιο, πώς μπορεί να συμφιλιωθεί με την έννοια του “καθορισμού” (έστω και αν πρόκειται για “καθορισμό μόνο σε τελευταία ανάλυση”);
Σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να δώσει απαντήσεις ο Κρις Χάρμαν με αυτό το κείμενό του που δημοσιεύτηκε για πράπη φορά στο περιοδικό International Socialism το καλοκαίρι του 1986 και επαναδημοσιεύτηκε στο βιβλίο Marxism and History.
-112-