Calcitriol 21 - Verisfield

18
Methylprednisolone aceponate 0,1% Δερματικό διάλυμα 50ml Calcitriol 3mcg/g Αλοιφή 100g Salicylic acid 10% Δερματικό διάλυμα 100ml

Transcript of Calcitriol 21 - Verisfield

Page 1: Calcitriol 21 - Verisfield

21Methylprednisolone

aceponate 0,1%

Δερματικό διάλυμα 50ml

Calcitriol3mcg/g

Αλοιφή 100g

Salicylic acid10%

Δερματικό διάλυμα 100ml

Page 2: Calcitriol 21 - Verisfield

3

περιεχόμενα

χαρακτηριστικά & εφαρμογές

εφαρμογές

εφαρμογές

συνδυαστικές θεραπείεςπροτεινόμενοι συνδυασμοίβιβλιογραφίαSmPC προϊόντων

4

6

8

10111415

Page 3: Calcitriol 21 - Verisfield

4

Η Methylprednisolone aceponate (MPA) ανήκει στα ισχυρά (τύπου ΙΙ) τοπικά κορτικοστεροειδή. Λόγω της χημικής της δομής εμφανίζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

Υψηλή λιποφιλικότητα που της επιτρέπει να διεισδύει γρήγορα μέσα στο δέρμα επιδεικνύοντας υψηλή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση. Η απορρόφηση της MPA είναι ακόμα μεγαλύτερη στο πάσχον ή φλεγμαίνον δέρμα. Άμεση βιομετατροπή, με την διείσδυση στο δέρμα, προς τον 17-εστέρα, τον ενεργό μεταβολίτη της MPA. Ο μεταβολίτης αυτός συνδέεται πολύ ισχυρά με τον υποδοχέα των κορτικοστεροειδών, οδηγώντας σε άμεση & υψηλή αποτελεσματικότητα. Αδρανοποίηση μόλις εισέλθει στη συστηματική κυκλοφορία λόγω σύνδεσής της με το γλυκουρονικό οξύ. Η αδρανοποίηση αυτή εξηγεί το γεγονός ότι η MPA δεν παρουσιάζει συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες.

Η MPA έχει δείξει πολύ μικρή πιθανότητα εμφάνισης ατροφίας του δέρματος, γεγονός πολύ σημαντικό αν συνδυαστεί με την ισχυρή αντιφλεγμονώδη της δράση. Επιπλέον, δεν έχει δείξει να προκαλεί ευαισθητοποίηση του δέρματος, φωτοτοξικότητα ή φωτοαλλεργικές αντιδράσεις1-3.

1

2

3

Page 4: Calcitriol 21 - Verisfield

5

Το Fodier είναι δερματικό διάλυμα με περιεκτικότητα 0,1% β/ο σε methylprednisolone aceponate. Εφαρμόζεται μία φορά ημερησίως.

Το διάλυμα εφαρμόζεται & ξεβγάζεται εύκολα.Η MPA παραμένει στο δέρμα μετά την εξάτμιση της περιεχόμενης αλκοόλης (isopropyl alcohol) και διέρχεται μέσω της κερατίνης στιβάδας.Η προσθήκη του εκδόχου isopropyl myristate εξουδετερώνει το πιθανό αίσθημα ξηρότητας που μπορεί να εμφανιστεί λόγω της αλκοόλης.Το προϊόν δεν περιέχει συντηρητικά. Η χρήση των διαλυμάτων θα πρέπει να είναι πρώτης επιλογής σε ασθενείς με εξιδρωματική δερματίτιδα, γιατί στεγνώνουν εύκολα & γρήγορα και συνοδεύονται από «αίσθημα δροσιάς» στο σημείο εφαρμογής. Τα δερματικό διάλυμα fodier μπορεί να εφαρμοστεί στο τριχωτό της κεφαλής. Λόγω της μορφής του μπορεί ακόμα να εφαρμοστεί σε περιοχές με έντονη τριχοφυΐα, στις δερματικές πτυχές και όταν απαιτείται εφαρμογή του φαρμάκου σε λεπτή στιβάδα και μεγάλη έκταση4-7.

••

••

χαρακτηριστικά & εφαρμογές

Page 5: Calcitriol 21 - Verisfield

6

Η καλσιτριόλη, ο ορμονικά δραστικός μεταβολίτης της βιταμίνης D3, είναι ουσιαστικός παράγοντας για τη διατήρηση της ομοιοστασίας του ασβεστίου και έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει αντιψωριασικές ιδιότητες.Η καλσιτριόλη αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό και διεγείρει τη διαφοροποίηση των κερατινοκυττάρων. Αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των Τ-λεμφοκυττάρων και ομαλοποιεί την παραγωγή διαφόρων φλεγμονωδών παραγόντων. Ο ρόλος της καλσιτριόλης στη διαφοροποίηση και τον πολλαπλασιασμό των κερατινοκυττάρων μαζί με τις επιδράσεις της στην ανοσολογική αντίδραση, είναι οι κύριοι λόγοι που την καθιστούν έναν σημαντικό παράγοντα που θα μπορούσε να ελέγξει μία υπερπολλαπλασιαστική φλεγμονώδη νόσο του δέρματος, όπως είναι η ψωρίαση. Επιπλέον, υποδοχείς της καλσιτριόλης εντοπίζονται στα επιδερ-μικά κερατινοκύτταρα και στους ινοβλάστες του δέρματος8-10.

Page 6: Calcitriol 21 - Verisfield

7

Το Votrace ενδείκνυται για την τοπική θεραπεία της ήπιας έως μετρίως σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας, με προσβεβλημένη περιοχή έως 35% της συνολικής επιφάνειας του σώματος. Η αλοιφή Votrace εφαρμόζεται στις προσβεβλημένες περιοχές δύο φορές ημερησίως (πρωί – βράδυ). Συνιστάται να μην καλύπτεται καθημερινά με αλοιφή περισσότερο από το 35% της επιφάνειας του σώματος8.

εφαρμογές

Page 7: Calcitriol 21 - Verisfield

8

Το σαλικυλικό οξύ έχει κερατολυτικές, βακτηριοστατικές και μυκητοκτόνες ιδιότητες. Εφαρμόζεται εξωτερικά με τη μορφή αλκοολικού διαλύματος περιεκτικότητας 10% β/β για την ψωρίαση του τριχωτού της κεφαλής. Σε περιεκτικότητες 1% - 5%, χρησιμοποιείται επίσης στην αντιμετώπιση της πιτυρίδας, της ακμής, ορισμένων δερματομυκητιάσεων, όπως η ποικιλόχρους πιτυρίαση, καθώς και στη θεραπεία μερικών παρασιτικών λοιμώξεων του δέρματος12. Σε μεγάλες συγκεντρώσεις χρησιμοποιείται επίσης για την καταστροφή μυρμηγκιών και κάλων13.

Page 8: Calcitriol 21 - Verisfield

9

Το Salipsor χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της ήπιας έως μέτριας βαρύτητας ψωρίασης του τριχωτού της κεφαλής. Το διάλυμα εφαρμόζεται στο τριχωτό της κεφαλής ως ακολούθως:

Επάλειψη 8-10 ml του δ/τος με τη βοήθεια του ρύγχους σε στεγνό δέρμαΔιάρκεια εφαρμογής: 10-30 λεπτά Το διάλυμα ξεπλένεται με ζεστό νερό και τα μαλλιά λούζονται με ήπιο σαμπουάν.

Το διάλυμα δεν πρέπει να έρθει σε επαφή με τα μάτια και τη ρινική κοιλότητα.

Το διάλυμα εφαρμόζεται 2-3 φορές την εβδομάδα (όχι συνεχόμενες ημέρες). Η θεραπεία διαρκεί συνολικά 3 έως 4 εβδομάδες11.

•••

εφαρμογές

Page 9: Calcitriol 21 - Verisfield

10

συνδυαστικές θεραπείεςΣυμβατότητες methylprednisolone aceponate (MPA)Η methylprednisolone aceponate είναι συμβατή με σαλικυλικό οξύ.

Συμβατότητες σαλικυλικού οξέοςΤο σαλικυλικό οξύ είναι συμβατό με κορτικοστεροειδή και παράγωγα πίσσας.

Ασυμβατότητες σαλικυλικού οξέοςΤο σαλικυλικό οξύ και η πίσσα λιθανθράκων αδρανοποιούν την βαλεριανική βηταμεθαζόνη.

Συμβουλές χρήσης σαλικυλικού οξέοςΝα αποφεύγεται η εφαρμογή σκευασμάτων σαλικυλικού οξέος σε μεγάλες δερματικές επιφάνειες, η συχνή χρήση (>1-2 φορές ημερησίως) και η εφαρμογή – ιδιαίτερα σε παιδιά – όταν υπάρχει λύση του δέρματος.

Διαλυτότητες σαλικυλικού οξέοςΤο σαλικυλικό οξύ διαλύεται σε πολικούς διαλύτες όπως η αλκοόλη, η αλκοόλη 70%, η ισοπροπυλική αλκοόλη, η προπυλενογλυκόλη. Η διαλυτότητα του σαλικυλικού οξέος στην αιθυλική αλκοόλη είναι περίπου 1:3.Τα διαλύματα σαλικυλικού οξέος σε πολικούς διαλύτες (όπως οι παραπάνω και άλλοι) έχουν αποτελεσματικότερη φαγεσωρολυτική δράση12.

Συμβατότητες μινοξιδίληςΗ μινοξιδίλη είναι συμβατή με κορτικοστεροειδή, σαλικυλικό οξύ, ουρία ή πίσσα12.

Page 10: Calcitriol 21 - Verisfield

11

προτεινόμενοι συνδυασμοί Α. Κερατολυτικά & κορτικοστεροειδήΣτην επιλογή του θεραπευτικού σχήματος, η εφαρμογή κορτικοστεροειδούς και κερατολυτικού παράγοντα μπορεί να γίνει με τη χρήση 2 διαφορετικών σκευασμάτων ή με τη χρήση ενός παρασκευάσματος που περιλαμβάνει και τα δύο συστατικά στις ακόλουθες συγκεντρώσεις, ανάλογα με την εφαρμοζόμενη θεραπεία:

MPA = Methylprednisolone aceponate (Fodier)SA = Salicylic acid (Salipsor)

Τα διαλύματα MPA:SA στις παραπάνω αναλογίες είναι σταθερά για τουλάχιστον 1 μήνα σε θερμοκρασία περιβάλλοντος, σύμφωνα με αποτελέσματα εργαστη-ριακών ελέγχων σταθερότητας.*

Συστατικά

MPA : SA

MPA : SA

MPA : SA

Αναλογίαανάμειξης1:1

2:1

3:1

Συγκέντρωση MPAστο τελικό παρασκεύασμα

0,05%

0,067%

0,075%

Συγκέντρωση SAστο τελικό παρασκεύασμα

5%

3,33%

2,5%

Page 11: Calcitriol 21 - Verisfield

12

Β. Αντιψωριασικά & ΚορτικοστεροειδήΓια τη θεραπεία της ψωρίασης εφαρμόζονται εκτός από τα κερατολυτικά (μόνα τους ή σε συνδυασμό με κορτικοστεροειδή) και παράγωγα της βιταμίνης D, όπως η καλσιτριόλη. Η καλσιτριόλη εφαρμόζεται μόνη της 8:

Πρωί: Βράδυ: εφαρμογή αλοιφής καλσιτριόλης εφαρμογή αλοιφής καλσιτριόλης

ή σε συνδυασμό με κορτικοστεροειδή με τους παρακάτω τρόπους10, 14:

Πρωί: Βράδυ: εφαρμογή κορτικοστεροειδούς εφαρμογή αλοιφής καλσιτριόλης

ή

Καθημερινές εφαρμογή του παραγώγου βιταμίνης D δύο φορές ημερησίως (πρωί – βράδυ) Σαββατοκύριακα εφαρμογή κορτικοστεροειδούς

ή

σε γαληνικά παρασκευάσματα που περιέχουν καλσιτριόλη και κορτικοστεροειδές, όπως οι παρακάτω προτεινόμενοι συνδυασμοί:

CAL = Calcitriol (Votrace oint), CLO = Clobetasol propionate (Oint. 0,05%), MOM = Mometasone furoate (Oint. 0,1%). Τα παρασκευάσματα είναι σταθερά για τουλάχιστον 2 μήνες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.*

Calcitriol – Clobetasol

Calcitriol – Mometasone

Συστατικά

CAL : CLOCAL : CLO

CAL : MOMCAL : MOM

Αναλογίαανάμειξης

3:24:1

3:24:1

Συγκέντρωση καλσιτιόλης στο τελικό παρασκεύασμα

0,00018%0,00024%

0,00018%0,00024%

Συγκέντρωση κορτικοστεροειδούςστο τελικόπαρασκεύασμα

0,02%0,01%

0,04%0,02%

Page 12: Calcitriol 21 - Verisfield

13

Γ. Μινοξιδίλη & Σαλικυλικό οξύΟι συνδυασμοί της μινοξιδίλης με κορτικοστεροειδή και σαλικυλικό οξύ, ουρία ή πίσσα, έχουν πολύ καλά αποτελέσματα στη θεραπεία της αλωπεκίας σμηγματορροϊκής αιτιολογίας12.

Δ. Παρασκευάσματα σαλικυλικού οξέος για απολέπιση *

δ1. Παχύρευστη αλοιφή με κόκκουςΒαζελίνη 100 gSalipsor 1 Fl x 100 ml (10% β/β)Ουρία 20 g (10%) Το τελικό μίγμα περιέχει σαλικυλικό οξύ περιεκτικότητας 4,5% και ουρία σε περιεκτικότητα 9,1%. Εφαρμογή: Εφαρμόζεται τοπικά στις πάσχουσες περιοχές με ελαφρύ μασάζ. Ακολουθεί ξέπλυμα με άφθονο νερό.

δ3. Διαλύματα σαλικυλικού οξέος Για τη δημιουργία διαλυμάτων σαλικυλικού οξέος με περιεκτικότητα μικρότερη του 10% (Salipsor), αρκεί η ανάμειξη με οποιαδήποτε λοσιόν οργανικής βάσης ή με αλκοόλη, σε αναλογία τέτοια που να οδηγήσει στην επιθυμητή συγκέντρωση σαλικυλικού οξέος.

Ενδεικτικές αραιώσειςΠροϊόντα Αραιώσεις Τελική συγκέντρωση σαλικυλικού οξέος

Salipsor: λοσιόν βάση ή αλκοόλη 1 : 1 5%Salipsor: λοσιόν βάση ή αλκοόλη 1 : 2 3,33 %Salipsor: λοσιόν βάση ή αλκοόλη 1 : 3 2,5%

* Σημ.: Τα προτεινόμενα παρασκευάσματα είναι σταθερά σύμφωνα με εργαστηριακούς ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν στο εργαστήριο Αναλυτικής Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Page 13: Calcitriol 21 - Verisfield

14

βιβλιογραφίαJ Dermatol Treat 1992; 3(Suppl 2): 3-7Skin Pharmacol Appl Skin Physiol 1998; 11: 35-42JEADV 1994; 3(Suppl 1): S23-S31Derm 1999; 5: 3-7Drugs 1980; 19: 119-134Εθνικό Συνταγολόγιο 2007SmPC FodierSmPC VotraceB J Dermatol 2001; 144(Suppl 58): 17-19 B J Dermatol 2001; 144(Suppl 58): 21-25SmPC SalipsorΤ. Κανακάρης, «Επί του Εργαστηρίου», 2001T.P.Habif, «Δερματικά νοσήματα, διάγνωση και θεραπεία», 2007Lancet 2007; 370: 273-284

1.2.3.4.5.6.7.8.9.

10.11.12.13.14.

Page 14: Calcitriol 21 - Verisfield

15

Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος FODIER®1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ: FODIER. 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ: Ένα ml διαλύματος περιέχει 1mg (0.1% w/v) methylprednisolone aceponate. Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1. 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ: Δερματικό διάλυμα. 4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 4.1. Θεραπευτικές Ενδείξεις: Για τη θεραπεία φλεγμαινουσών και κνησμωδών δερματοπαθειών του τριχωτού της κεφαλής, όπως ατοπική δερματίτιδα, νευροδερματίτιδα, σμηγματορροϊκό έκζεμα, έκζεμα εξ’ επαφής, δισκοειδές έκζεμα, κοινό έκζεμα. 4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Το διάλυμα Fodier πρέπει να εφαρμόζεται στην πάσχουσα περιοχή στάγδην μία φορά ημερησίως και να επαλείφεται απαλά. Γενικά, η διάρκεια της χρήσης είναι 2-4 εβδομάδες. Δεν υπάρχουν ακόμη κλινικά δεδομένα σχετικά με τη χρήση του διαλύματος Fodier στα παιδιά, δια τούτο και δεν συνιστάται η χρήση του. 4.3. Αντενδείξεις: Υπερευαισθησία στις δραστικές ουσίες ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα. Τα τοπικά σκευάσματα κορτικοστεροειδών δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε περίπτωση αδιάγνωστης δερματοπάθειας. Φυματιώδεις ή συφυλιδικές εξεργασίες στην περιοχή θεραπείας, ιώσεις (π.χ. δαμαλίτιδα, έρπης ζωστήρ), κοινή ακμή, ροδόχρους ακμή, περιστοματική δερματίτιδα, άτονα έλκη και δερματικές αντιδράσεις μετά από εμβολιασμό, στην περιοχή εφαρμογής. Επίσης, τα τοπικά σκευάσματα κορτικοστεροειδών δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε εγκαύματα, επειδή παρεμποδίζουν την επούλωση. 4.4. Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά την χρήση: Τα γλυκοκορτικοειδή πρέπει να χρησιμοποιούνται σε όσο το δυνατόν πιο χαμηλές δοσολογίες και μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απόλυτα απαραίτητο, ώστε να επιτευχθεί και να διατηρηθεί το επιθυμητό θεραπευτικό αποτέλεσμα. Σε δερματικές παθήσεις με μικροβιακή και/ή μυκητιασιακή επιμόλυνση, απαιτείται πρόσθετη, ειδική θεραπεία. Η τοπική χρήση γλυκοκορτικοειδών μπορεί να προκαλέσει τοπικές δερματικές λοιμώξεις. Δεν υπάρχουν ακόμη κλινικά δεδομένα σχετικά με τη χρήση του διαλύματος Fodier στα παιδιά, δια τούτο και δεν συνιστάται η χρήση του. Κατά τη χρήση του διαλύματος Fodier πρέπει να δίνεται προσοχή, ώστε να μην έλθει σε επαφή με τα μάτια ή με ανοιχτές πληγές. Το Fodier ενδέχεται να προκαλέσει καταρράκτη και γλαύκωμα όταν χρησιμοποιείται στην περιοχή πλησίον των οφθαλμών για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Όπως συμβαίνει με όλα τα γλυκοκορτικοειδή, η μη ενδεδειγμένη χρήση του διαλύματος Fodier μπορεί να συγκαλύψει άλλες κλινικές οντότητες. Μετά από επανειλημμένη εφαρμογή, τουλάχιστον 10-15 ημερών, μπορεί να παρατηρηθεί προσωρινή μείωση ή απώλεια της δραστικότητας των κορτικοστεροειδών (ιδίως των φθοριωμένων), λόγω ταχυφύλαξης. Το φαινόμενο αυτό αποκαθίσταται μετά από διακοπή της χρήσης ολίγων ημερών ή εβδομάδων. Λόγω των ανεπιθύμητων ενεργειών από πιθανή απορρόφηση απαιτείται προσοχή όταν εφαρμόζεται σε μεγάλες επιφάνειες δέρματος ή σε παρατεταμένη χορήγηση ιδιαίτερα στα παιδιά, καθώς και σε ασθενείς με βαριές νεφροπάθειες, αιμορραγική διάθεση και σε επικείμενους εμβολιασμούς. Γενικά, θα πρέπει να επιλέγεται το ολιγότερο ισχυρό κορτικοστεροειδές που θεωρείται αποτελεσματικό για την ένδειξη που προορίζεται και επί μη ανταποκρίσεως να χορηγείται άλλο ίδιας ισχύος ή μεγαλύτερης. 4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης: Δεν είναι γνωστές μέχρι σήμερα αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα όταν το διάλυμα Fodier χρησιμοποιήθηκε στη συνιστώμενη δοσολογία. 4.6. Κύηση και γαλουχία: Φάρμακα που περιέχουν γλυκοκορτικοστεροειδή έχουν δείξει τοξικότητα αναπαραγωγής (βλ. Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια). Γενικά, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ασφάλεια των τοπικών κορτικοστεροειδών κατά τη χρήση τους σε εγκύους γυναίκες. Τοπική εφαρμογή ισχυρών κορτικοστεροειδών σε έγκυα ζώα έχει προκαλέσει ανωμαλίες στην ανάπτυξη του εμβρύου. Επιδημιολογικές μελέτες υποδηλώνουν ότι μπορεί να υπάρξει αυξημένος αριθμός νεογνών με στοματικές σχισμές σε γυναίκες που ελάμβαναν συστηματικά γλυκοκορτικοστεροειδή στο πρώτο τρίμηνο της κύησης. Οι στοματικές σχισμές αποτελούν σπάνια πάθηση και εάν τα συστηματικά γλυκοκορτικοστεροειδή είναι τερατογόνα, τότε μπορεί να ευθύνονται για την αύξηση μόνο μίας ή δύο περιπτώσεων ανά 1000 γυναίκες που λαμβάνουν συστηματικά γλυκοκορτικοστεροειδή κατά τη διάρκεια της κύησης. Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την τοπική χρήση των γλυκοκορτικοστεροειδών κατά τη διάρκεια της κύησης, ωστόσο μπορεί να αναμένεται μικρότερος κίνδυνος, διότι η συστηματική διαθεσιμότητα των τοπικά εφαρμοσμένων γλυκοκορτικοστεροειδών είναι πολύ μικρή. Ως γενικός κανόνας, δερματικά σκευάσματα που περιέχουν γλυκοκορτικοστεροειδή δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τους πρώτους μήνες της κύησης. Γενικότερα κατά την κύηση, μπορούν να χορηγούνται μόνο αν το αναμενόμενο όφελος δικαιολογεί τον πιθανό κίνδυνο για το έμβρυο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν πρέπει να χορηγούνται σε μεγάλες ποσότητες ή για μακρύ χρονικό διάστημα. Η κλινική θεραπευτική ένδειξη του Fodier πρέπει να σταθμίζεται προσεκτικά έναντι των κινδύνων στις γυναίκες που θηλάζουν. Όταν η χρήση κορτικοστεροειδών κατά τη διάρκεια του θηλασμού κρίνεται απαραίτητη, η ποσότητα του φαρμάκου και η διάρκεια της θεραπείας θα πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο. Θηλάζουσες γυναίκες δεν πρέπει να κάνουν χρήση του διαλύματος Fodier στην περιοχή των μαστών. 4.7. Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών: Το διάλυμα Fodier δεν έχει παρόμοιες επιδράσεις. 4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Περιστασιακά, η αλκοόλη που περιέχεται στο διάλυμα Fodier μπορεί να προκαλέσει τοπικό ερεθισμό του δέρματος, π.χ. ελαφρό παροδικό αίσθημα καύσου. Τοπικές μετά από μακροχρόνια τοπική χρήση: Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν αναφερθεί με τα ισχυρά τοπικά κορτικοστεροειδή στις θέσεις εφαρμογής τους είναι: Αίσθημα καύσου, κνησμός, ερεθισμός, ξηρότητα, θυλακίτιδα, υπομελάγχρωση, λέπτυνση του δέρματος, τελαγγειεκτασίες. Τροποποίηση της κλινικής εικόνας επί λανθασμένης χρήσης (μυκητιάσεις, ψώρα). Δευτεροπαθής λοίμωξη, τοπικές μικροβιακές λοιμώξεις (έναρξη λανθάνουσας λοίμωξης ή επιδείνωση εξελισσόμενης), μυκητιασικές λοιμώξεις, διευκόλυνση της έναρξης μολυσματικής τερμίνθου και οξυτενών κονδυλωμάτων. Αναστολή της επούλωσης τραυμάτων, ακμοειδή στοιχεία, φλυκταινίδια, θερινή ιδρώα, περιστοματική δερματίτις, εξάνθημα υπό μορφή ροδόχρου ακμής, υποτροπή φλυκταινώδους ψωρίασης επί διακοπής της θεραπείας (Rebound Phenomenon), ατροφία του δέρματος υπό μορφή ουλής, γραμμοειδείς ραβδώσεις, ευρυαγγείες, πορφυρικά εξανθήματα, ερύθημα διάχυτο, βλατιδο – φυσσαλιδώδη άτυπα εξανθήματα, αλλεργική υπερευαισθησία, τοπική υπερτρίχωση. Οι παραπάνω ανεπιθύμητες ενέργειες δεν είναι συνήθεις, αλλά μπορεί να εμφανισθούν συχνότερα με τη χρήση στεγανής επίδεσης ή μετά από μακροχρόνια τοπική χρήση. Γενικές μετά από μακροχρόνια τοπική χρήση: Καταστολή της λειτουργίας του φλοιο – επινεφριδικού άξονα, πτώση του επιπέδου της κορτιζόλης στο πλάσμα – σύνδρομο Cushing. Αν εμφανισθούν συμπτώματα υπερευαισθησίας, θα πρέπει η χορήγηση να σταματήσει αμέσως. 4.9. Υπερδοσολογία: Με βάση τα αποτελέσματα μελετών οξείας τοξικότητας που διεξήχθησαν με την methylprednisolone aceponate, δεν αναμένεται κίνδυνος οξείας δηλητηρίασης, μετά από μεμονωμένη δερματική εφαρμογή υπερδοσολογίας (χρήση σε μεγάλη επιφάνεια κάτω από συνθήκες που ευνοούν την απορρόφηση) ή ακόμη και μετά από κατά λάθος λήψη από το στόμα. Εάν, κατά λάθος, το διάλυμα Fodier ληφθεί από το στόμα, πρέπει να αναμένονται ανεπιθύμητες επιδράσεις από την περιεχόμενη ισοπροπανόλη. Οι επιδράσεις αυτές μπορούν να εμφανιστούν ως συμπτώματα καταστολής του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, μετά τη λήψη ποσότητας έστω και ολίγων ml. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ Κωδικός ATC: DO7AC14. Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Τοπικό κορτικοστεροειδές, ισχυρό. 5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες: Τα τοπικά κορτικοστεροειδή έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Μετά από τοπική εφαρμογή, καταστέλλουν εκδηλώσεις της φλεγμονώδους αντιδράσεως όπως το οίδημα, η εναπόθεση ινώδους, η διαστολή των τριχοειδών, η μετανάστευση των λευκοκυττάρων, ο πολλαπλασιασμός των τριχοειδών, η εναπόθεση κολλαγόνου, ο πολλαπλασιασμός των ινοβλαστών και ο σχηματισμός ουλής. Τα στερινοειδή αναστέλλουν την φλεγμονώδη δράση έναντι των μηχανικών, χημικών ή ανοσολογικών παραγόντων. Μέχρι τώρα, όπως και με όλα τα άλλα κορτικοστεροειδή, ο μηχανισμός δράσης της methylprednisolone aceponate δεν είναι πλήρως κατανοητός. Είναι γνωστό ότι η methylprednisolone aceponate προσδένεται στον ενδοκυτταρικό υποδοχέα των γλυκοκορτικοειδών, αυτό δε αφορά κυρίως στον βασικό μεταβολίτη 6α-methylprednisolone-17-propionate, ο οποίος σχηματίζεται μετά από τη λύση του εστέρα στο δέρμα. Το σύμπλεγμα των στεροειδικών υποδοχέων προσδένεται σε ορισμένες περιοχές του DNA και έτσι πυροδοτείται μια σειρά βιολογικών αντιδράσεων. Η κατανόηση του μηχανισμού της αντιφλεγμονώδους δράσης είναι πιο συγκεκριμένη. Η δέσμευση του συμπλέγματος των στεροειδικών υποδοχέων καταλήγει σε αυξημένη σύνθεση μακροκορτίνης. Η μακροκορτίνη αναστέλλει την απελευθέρωση του αραχιδονικού οξέος και, επομένως, τον σχηματισμό των μεσαζόντων φλεγμονής, όπως οι προσταγλανδίνες και η λευκοτριένη. Η ανοσοκατασταλτική δράση των γλυκοκορτικοειδών μπορεί να εξηγηθεί από την αναστολή της σύνθεσης των κυτοκινών και μιας αντιμιτωτικής δράσης, επιδράσεις, οι οποίες μέχρι τώρα δεν έχουν γίνει πλήρως κατανοητές. Η αναστολή της σύνθεσης των αγγειοδιασταλτικών προσταγλανδινών ή η ενεργοποίηση της αγγειοσυσταλτικής δράσης της αδρεναλίνης τελικώς καταλήγουν στην αγγειοσυσταλτική δράση των γλυκοκορτικοειδών. Γενικά χαρακτηριστικά των τοπικών κορτικοστεροειδών: Διείσδυση και τοπική δράση: Προκειμένου να δράσουν τοπικά, τα κορτικοστεροειδή πρέπει να διεισδύσουν στο δέρμα. Η έκταση της απορρόφησης και ως εκ τούτου η κλινική δράση, καθώς και οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες, εξαρτώνται, όπως έχει αποδειχθεί, τόσο από την ίδια την

Page 15: Calcitriol 21 - Verisfield

16

ουσία και για ένα ορισμένο κορτικοστεροειδές όσο και από αρκετούς παράγοντες. Συγκέντρωση του φαρμάκου: Περαιτέρω αύξηση της συγκέντρωσης μετά από μία ορισμένη συγκέντρωση του φαρμάκου σε δεδομένη αδρανή βάση, δεν έχει σαν αποτέλεσμα αναλογικά μεγαλύτερη δραστικότητα, αλλά αντίθετα αυξάνει την εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών. Φαρμακοτεχνική μορφή: Η διείσδυση του δραστικού συστατικού εξαρτάται από τις φυσικοχημικές ιδιότητες της βάσης. Η παρουσία άλλων συστατικών ή εκδόχων μπορεί να μεταβάλλει τη διείσδυση δια μέσου της κεράτινης στιβάδας ή και το αποτέλεσμα (π.χ. σαλικυλικό οξύ, ουρία, προπυλενογλυκόλη, αντιβιοτικά και αντισηπτικά, πίσσα). Περιοχή επάλειψης: Η περιορισμένη διείσδυση του φαρμάκου σε περιοχές όπως τα πέλματα και οι παλάμες οφείλεται στην παχιά κεράτινη στιβάδα τους. Για τους αντίθετους λόγους, μπορεί να παρατηρηθεί ταχεία και σημαντική απορρόφηση μέσω, λόγου χάριν, του βλεννογόνου του δέρματος, του μετώπου και του τριχωτού της κεφαλής. Κατάσταση του δέρματος: Η διείσδυση αυξάνεται σε τραυματισμένο ή προσβεβλημένο δέρμα (π.χ. εκδορές ή παθολογικές καταστάσεις, όπως η παρακεράτωση). Εν τούτοις η προσβληθείσα ή τραυματισμένη κεράτινη στιβάδα αποκαθίσταται μετά από ολιγοήμερη θεραπεία. Οι συνθήκες επάλειψης: Η επάλειψη προάγει τη διείσδυση, μπορεί δε να συμβεί ακούσια όταν χρησιμοποιούνται πάνες βρεφών ή όταν επαλείφονται παρατριμματικές περιοχές ή πτυχώσεις. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η επίδραση των διαφόρων αυτών παραγόντων κατά τη διάρκεια των κλινικών μελετών. Δραστικότητα: Η δραστικότητα ενός προϊόντος προσδιορίζεται από τη διεισδυτικότητα σο δέρμα, την ενδογενή δραστικότητα του φαρμάκου, και το ρυθμό της απομάκρυνσής του. Μεταξύ των γνωστών κορτικοστεροειδών, είθισται να διακρίνονται, ανάλογα με την ουσία και τη συγκέντρωση, τέσσερα επίπεδα δραστικότητας: το ήπιο, το μέτρια ισχυρό, το ισχυρό και το πολύ ισχυρό. Τα όρια μεταξύ των κατηγοριών, ιδιαίτερα μεταξύ των ενδιάμεσων κατηγοριών (μέτρια ισχυρό και ισχυρό) είναι δύσκολο να καθοριστούν. Ορισμένα κορτικοστεροειδή διατίθενται σε διαφορετικές συγκεντρώσεις, με βάση τις οποίες μπορούν αν καταταγούν σε διαφορετική κατηγορία δραστικότητας. Επιπροσθέτως η επίδραση του αδρανούς μέσου στη δραστικότητα μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μετάταξη σε παρακείμενη κατηγορία δραστικότητας (βλ. ακόλουθο πίνακα). Πίνακας δραστικότητας τοπικών κορτικοστεροειδών: Πολύ ισχυρά – Ι: Clobetasol propionate 0.05%, Diflucortolone valerate 0.3%, Fluocinolone acetonide 0.2%, Halcinonide 0.1%. Ισχυρά – ΙΙ: Amcinonide 0,1%, beclomethasone dipropionate 0,025%, Betamethasone benzoate 0,025%, Betamethasone dipropionate 0,05%, Betamethasone valerate 0.1%, Budesonide 0.025%, Desonide 0.05%, Desoximathasone 0.25%, Diflorasone diacetate 0.05%, Diflucortolone valerate 0.1%, Fluclorolone acetonide 0.025%, Fluocinolone acetonide 0.025%, Fluocinonide 0.05%, Fluprednidene acetate 0.1%, Flurandrenolone 0.05%, Fluticasone propionate 0.05%, Halcinonide 0.01%, Hydrocortisone aceponate 0.127%, Hydrocortisone butyrate 0.1%, Methyl prednisolone aceponate 0.1%, Mometasone furoate 0.1%, Triamcinolone acetonide 0.1%. Μετρίως ισχυρά – ΙΙΙ: Aclometasone dipropionate 0.05%, Beclomethasone salicilate 0.025%, Betamethasone valerate 0.025% και 0.05%, Clobetasone butyrate 0.05%, Prednicarbate 0.1%, Desoximethasone 0.05%, Flumethasone pivalate 0.02%, Flucinolone acetonide 0.00625% και 0.01%, Fluocortin butyl 0.75%, Fluocortolone hexanoate with pivalate, έκαστο 0.1%, Fluocortolone hexanoate with either free alcohol or pivalate, έκαστο 0.25%, Flupamerasone 0.3%, Flupandrenolone 0.0125%, Halometasone 0.05%, Hydrocortisone aceponate 0.1%, Hydrocortisone valerate 0.2%, Prednicarbate 0.25%, Triamcinolone acetonide 0.04%. Ήπια – ΙV: Dexamethasone 0.1%-0.2%, Fluocinolone acetonide 0.0025%, Fluocortin butyl 0.75%, Hydrocortisone 0.5% και 1%, Hydrocortisone acetate 1%, Methyl prednisolone acetate 0.25%. 5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: H methylprednisolone aceponate (MPA) απελευθερώνεται στο δέρμα μετά την εφαρμογή του διαλύματος. Η συγκέντρωσή της στην κεράτινη στιβάδα και το υγιές δέρμα μειώνεται από έξω προς τα μέσα. Η methylprednisolone aceponate στην επιδερμίδα και στο χόριο υδρολύεται στον κύριο μεταβολίτη 6α-methylprednisolone-17-propionate, o οποίος προσδένεται πιο σταθερά στους υποδοχείς κορτικοειδών από ότι η αρχική ουσία – μία ένδειξη «βιοενεργοποίησης» στο δέρμα. Ο βαθμός της διαδερμικής απορρόφησης ενός τοπικού κορτικοστεροειδούς όπως είναι η methylprednisolone aceponate εξαρτάται από πολλαπλούς παράγοντες: χημική δομή της ουσίας, σύνθεση του φορέα, συγκέντρωση της ουσία στο φορέα, συνθήκες εφαρμογής (περιοχή δόσης, διάρκεια εφαρμογής, ανοιχτή θεραπεία ή με στεγανή επίδεση) και κατάσταση του δέρματος (ηλικία, δερματική πάθηση, περιοχή του σώματος κ.λ.π.). Η διαδερμική απορρόφηση της methylprednisolone aceponate από το διάλυμα Fodier ερευνήθηκε μετά από εφάπαξ χορήγηση σε εθελοντές και μετά από χορήγηση 4 εβδομάδων σε ασθενείς με ψωρίαση της κεφαλής ≤5ml του διαλύματος επαλείφθηκαν μία και δύο φορές ημερησίως στο τριχωτό της κεφαλής. Με τη χρήση μιας ραδιοανοσολογικής μεθόδου για την ανίχνευση της methylprednisolone aceponate στο πλάσμα δε στάθηκε δυνατόν να δειχτεί διαδερμική απορρόφηση της MPA μέσω του δέρματος του τριχωτού της κεφαλής. Λαμβάνοντας υπόψη το όριο ανίχνευσης της ραδιοανοσολογικής μεθόδου, η συστηματική επιβάρυνση με το κορτικοειδές, η οποία οφείλεται σε διαδερμική απορρόφηση μέσω του δέρματος της κεφαλής υπολογίστηκε και στις δύο μελέτες σε τιμές μικρότερες των 4ng και 7ng ισοδύναμης ουσίας του MPA/Kg βάρους σώματος ημερησίως, αντίστοιχα. Μετά την απορρόφησή τους από το δέρμα τα τοπικά κορτικοστεροειδή ακολουθούν τη φαρμακοκινητική πορεία των συστηματικά χορηγούμενων. Δεσμεύονται σε ποικίλο βαθμό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος. Μεταβολίζονται κύρια στο ήπαρ και απεκκρίνονται μέσω των νεφρών. Μερικά από τα τοπικά κορτικοστεροειδή και τους μεταβολίτες τους απεκκρίνονται επίσης από τη χολή. Όταν εισέλθει στη συστηματική κυκλοφορία, το αρχικό προϊόν υδρόλυσης του MPA, το 6α-methylprednisolone-17-propionate, συζεύγνυται ταχέως με το γλυκουρονικό οξύ με αποτέλεσμα την αδρανοποίησή του. Οι μεταβολίτες του MPA (βασικός μεταβολίτης: 6α-methylprednisolone-17-propionate-21glucorinide), αποβάλλονται κυρίως από τους νεφρούς με χρόνο ημιζωής περίπου 16 ώρες. Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, η αποβολή των ραδιοεπισημασμένων με 14C ουσιών στα ούρα και τα κόπρανα ήταν πλήρης εντός 7 ημερών. Δεν παρατηρείται καμία συσσώρευση ουσίας ή μεταβολιτών στον οργανισμό. 5.3. Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια: Σε μελέτες συστηματικής ανεκτικότητας, μετά από επανειλημμένη υποδόρια και δερματική χορήγηση, το methylprednisolone aceponate έδειξε προφίλ δράσης ενός τυπικού γλυκοκορτικοειδούς. Από αυτά τα αποτελέσματα μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι κατά τη χρήση του διαλύματος Fodier σε θεραπευτικές δόσεις, αλλά και κάτω από ακραίες καταστάσεις, όπως η εφαρμογή σε μεγάλη επιφάνεια και / ή κάτω από στεγανή επίδεση, δεν αναμένονται άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες, εκτός από εκείνες που είναι χαρακτηριστικές για τα γλυκοκορτικοειδή. Οι μελέτες εμβρυοτοξικότητας με το Fodier οδήγησαν σε αποτελέσματα, τα οποία είναι χαρακτηριστικά για τα γλυκοκορτικοειδή, δηλαδή εμβρυοθνησιμότητα και / ή τερατογένεση επάγονται στα κατάλληλα συστήματα δοκιμασίας. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα ευρήματα, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη συνταγογράφηση του Fodier. Τα αποτελέσματα των επιδημιολογικών μελετών συνοψίζονται στην παράγραφο «Κύηση και γαλουχία». Δοκιμασίες in vitro για την ανίχνευση μεταλλάξεων σε βακτήρια και κύτταρα θηλαστικών, καθώς και in vitro και in vivo έρευνες για την ανίχνευση μεταλλάξεων δεν έδωσαν ενδείξεις ότι η methylprednisolone aceponate είναι δυνητικά γονοτοξική. Δεν έχουν διεξαχθεί ειδικές μελέτες ογκογένεσης με την methylprednisolone aceponate. Η γνώση σχετικά με τη δομή, το φαρμακολογικό μηχανισμό δράσης και τα αποτελέσματα από τις μελέτες συστηματικής ανεκτικότητας μετά από μακροχρόνια χρήση δεν δείχνουν αύξηση του κινδύνου εμφάνισης όγκων. Εφόσον, με την τοπική χρήση του διαλύματος Fodier, σύμφωνα με τις συνιστώμενες οδηγίες, δεν επιτυγχάνεται δραστική ανοσοκατασταλτική έκθεση στην ουσία, δεν αναμένεται επίδραση στην εμφάνιση όγκων. Μελέτες τοπικής ανεκτικότητας της methylprednisolone aceponate και του διαλύματος Fodier στο δέρμα και το βλεννογόνο δεν έδειξαν άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες εκτός από τις γνωστές τοπικές των γλυκοκορτικοειδών. Τα εργαστηριακά ευρήματα δεν δείχνουν ότι θα πρέπει να αναμένεται ερεθισμός του δέρματος, μετά τη χρήση του διαλύματος. Fodier. Η επαφή με τα μάτια πρέπει να αποφεύγεται, λόγω του γνωστού ερεθισμού που μπορεί να προκαλέσει η ισοπροπανόλη στους βλεννογόνους. Η methylprednisolone aceponate δεν έδειξε δυνατότητα ευαισθητοποίησης του δέρματος των ινδοχοίρων. 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 6.1. Έκδοχα: Isopropyl myristate, Isopropyl alcohol. 6.2. Ασυμβατότητες: Δεν είναι γνωστές μέχρι σήμερα. 6.3. Διάρκεια ζωής: Χρόνος ζωής του ετοίμου προϊόντος: 36 μήνες. 6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος: Να φυλάσσεται σε θερμοκρασία ≤25°C. Τα φάρμακα πρέπει να φυλάσσονται προσεκτικά, ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος να πέσουν σε παιδικά χέρια. 6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη: Το προϊόν συσκευάζεται σε φιάλη που περιέχει δερματικό διάλυμα 20 ή 50 ml. Εξωτερικά είναι τυπωμένα τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και τα χαρακτηριστικά της παρτίδας. Η φιάλη μαζί με την οδηγία χρήσης συσκευάζεται σε χαρτονένιο κουτί. 6.6 Οδηγίες χρήσης / χειρισμού: Το διάλυμα Fodier πρέπει να χρησιμοποιείται σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στην παράγραφο «Δοσολογία και τρόπος χορήγησης». 7. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: Verisfield (UK) Ltd. 8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 85412/09/27-1-2010.

Page 16: Calcitriol 21 - Verisfield

17

Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος VOTRACE®1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ: Votrace® 3 μικρογραμμάρια ανά g αλοιφής. 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ: Ένα γραμμάριο αλοιφής περιέχει 3 μg (μικρογραμμάρια) καλσιτριόλης. Για έκδοχα βλέπε 6.1. 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ: Αλοιφή. 4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις: Τοπική θεραπεία ήπιας έως μετρίως σοβαρής κατά πλάκας ψωρίασης (psoriasis vulgaris) με προσβεβλημένη περιοχή έως του 35% της συνολικής επιφάνειας του σώματος. 4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Η αλοιφή Votrace® πρέπει να εφαρμόζεται στις προσβεβλημένες από την ψωρίαση περιοχές δύο φορές την ημέρα, μία φορά το πρωί και μία φορά το βράδυ, πριν από την κατάκλιση και μετά τον καθαρισμό του δέρματος. Συνιστάται να μην καλύπτεται καθημερινά με αλοιφή περισσότερο από το 35% της επιφάνειας του σώματος. Δεν πρέπει να εφαρμόζονται περισσότερα από 30 γραμμάρια αλοιφής ημερησίως. Δεν υπάρχει επαρκής κλινική εμπειρία στη χρήση της δοσολογίας αυτής για περισσότερο από 6 εβδομάδες. Δεν υπάρχει εμπειρία από τη χρήση της αλοιφής Votrace® σε παιδιά (βλέπε 4.4. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση). Οι ασθενείς με νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία δεν πρέπει να χρησιμοποιούν την αλοιφή Votrace® (βλέπε επίσης 4.3. Αντενδείξεις). 4.3. Αντενδείξεις: Ασθενείς που λαμβάνουν συστηματική αγωγή που επηρεάζει την ομοιοστασία του ασβεστίου. Ασθενείς με νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία. Ασθενείς με υπερασβεστιαιμία και ασθενείς που είναι γνωστό ότι πάσχουν από διαταραγμένο μεταβολισμό ασβεστίου. Το Votrace® δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στο δραστικό συστατικό ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα. 4.4. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση: Η αλοιφή μπορεί να εφαρμόζεται στο πρόσωπο με προσοχή, καθώς υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ερεθισμού της περιοχής αυτής. Θα πρέπει να αποφεύγεται η επαφή με τα μάτια. Τα χέρια πρέπει να πλένονται καλά μετά την εφαρμογή της αλοιφής, προκειμένου να αποφεύγεται η ακούσια εφαρμογή σε άλλες μη προσβεβλημένες περιοχές. Δεν θα πρέπει να καλύπτεται με αλοιφή περισσότερο από το 35% της επιφάνειας του σώματος ημερησίως. Δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται περισσότερα από 30 γραμμάρια αλοιφής ημερησίως. Λόγω της πιθανής επίδρασης στον μεταβολισμό του ασβεστίου, δεν πρέπει να προστίθενται στην αλοιφή ουσίες που αυξάνουν την απορρόφησή της και η περιοχή εφαρμογής της αλοιφής δεν πρέπει να καλύπτεται με αποφρακτικό επίδεσμο. Σε περίπτωση σοβαρού ερεθισμού ή αλλεργίας εξ επαφής, η θεραπεία με το Votrace® πρέπει να διακόπτεται και ο ασθενής πρέπει να συμβουλεύεται ένα γιατρό. Εάν διαπιστωθεί αλλεργία εξ επαφής η διακοπή πρέπει να είναι οριστική. Λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη ευαισθησία των νεογέννητων έναντι των ενηλίκων τρωκτικών στην τοξική δράση της καλσιτριόλης, πρέπει να αποφεύγεται η εφαρμογή της αλοιφής στα παιδιά (βλέπε επίσης 4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης). Παρόλο που δεν παρατηρήθηκε κλινικά σημαντική υπερασβεστιαιμία κατά τη διάρκεια κλινικών μελετών με δόσεις αλοιφής Votrace® μικρότερες των 30 g/ημέρα, υπάρχει κάποιος βαθμός απορρόφησης καλσιτριόλης διαμέσου του δέρματος και επομένως η υπερβολική χρήση της αλοιφής μπορεί να οδηγήσει σε συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στα ούρα και τον ορό. Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τη χρήση του Votrace σε άλλες κλινικές μορφές ψωρίασης (άλλες από την ψωρίαση κατά πλάκας) π.χ. οξεία στικτή ψωρίαση, φλυκταινώδη ψωρίαση, ερυθροδερμική ψωρίαση και ταχέως εξελισσόμενη κατά πλάκας. 4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης: Η αλοιφή Votrace® πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα τα οποία είναι γνωστό ότι αυξάνουν τα επίπεδα του ασβεστίου στον ορό του αίματος, όπως τα θειαζιδικά διουρητικά. Πρέπει επίσης να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με ασθενείς που λαμβάνουν συμπληρώματα ασβεστίου ή υψηλές δόσεις βιταμίνης D. Δεν υπάρχει εμπειρία από την ταυτόχρονη χρήση καλσιτριόλης και άλλων φαρμάκων για τη θεραπεία της ψωρίασης. Οι πληροφορίες για την αλληλεπίδραση των συστηματικώς λαμβανομένων φαρμάκων μετά την εφαρμογή αλοιφής καλσιτριόλης είναι περιορισμένες. Επειδή δεν παρατηρείται σχετική αύξηση των επιπέδων της καλσιτριόλης στο πλάσμα μετά την εφαρμογή της στο δέρμα, η αλληλεπίδραση με συστηματικά χορηγούμενα φάρμακα είναι απίθανη. Η αλοιφή Votrace έχει ελαφρά ερεθιστική δράση και συνεπώς είναι δυνατόν η συνδυασμένη χρήση απολεπιστικών παραγόντων, στυπτικών ή ερεθιστικών προϊόντων να οδηγήσει σε επιπλέον ερεθιστική δράση. 4.6. Κύηση και γαλουχία: Χρήση κατά τη διάρκεια της κύησης: Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα από τη χρήση του Votrace® στις εγκύους γυναίκες. Μελέτες σε πειραματόζωα έδειξαν τοξικότητα κατά την ανάπτυξη σε δόσεις που προκάλεσαν τοξικότητα στη μητέρα (βλέπε κεφάλαιο 5.3.). Η πιθανή τοξικότητα στον άνθρωπο είναι άγνωστη. Το Votrace® πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μόνο σε περιορισμένες ποσότητες και όταν απόλυτα ενδείκνυται. Πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα ασβεστίου στον ορό. Χρήση κατά τον θηλασμό: Η καλσιτριόλη έχει βρεθεί στο μητρικό γάλα των πειραματόζωων. Λόγω έλλειψης δεδομένων στον άνθρωπο, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του θηλασμού. 4.7. Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών: Δεν παρατηρήθηκε επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων. 4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Έχει αναφερθεί ερεθισμός του δέρματος (ερυθρότητα, κνησμός), συνήθως παροδικός. Σε περίπτωση σοβαρού ερεθισμού ή αλλεργίας εξ επαφής, η θεραπεία με το Votrace® πρέπει να διακόπτεται και ο ασθενής πρέπει να συμβουλεύεται ένα γιατρό. Εάν διαπιστωθεί αλλεργία εξ επαφής η διακοπή πρέπει να είναι οριστική. Κατά τη διάρκεια των κλινικών μελετών που διεξήχθησαν με μέγιστες δόσεις αλοιφής 30 g την ημέρα, δεν παρατηρήθηκε υπερασβεστιαιμία. 4.9. Υπερδοσολογία: Τα συνηθέστερα συμπτώματα τα οποία μπορεί να εμφανιστούν μετά από λάθος χορήγηση είναι ανορεξία, ναυτία, δυσκοιλιότητα, υποτονικότητα και αθυμία. Ενίοτε παρατηρείται λήθαργος και κώμα. Αν υπάρξει υπερασβεστιαιμία ή υπερασβεστιουρία η χρήση της αλοιφής Votrace πρέπει να διακοπεί έως ότου τα επίπεδα του ασβεστίου στον ορό του αίματος και τα ούρα να επανέλθουν σε φυσιολογικά επίπεδα. Δεν επιτυγχάνονται ταχύτερα ή καλλίτερα αποτελέσματα με εφαρμογή υπερβολικής ποσότητας φαρμάκου, αλλά, αντίθετα, μπορεί να προκληθεί έντονη ερυθρότητα, απολέπιση ή δυσανεξία. Τηλέφωνο Κέντρου Δηλητηριάσεων Αθηνών: 210 7793777. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ 5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες: Κωδικός ATC: D05AX03. Η καλσιτριόλη αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό και διεγείρει τη διαφοροποίηση των κερατινοκυττάρων. Η καλσιτριόλη αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των Τ-λεμφοκυττάρων και ομαλοποιεί την παραγωγή διαφόρων φλεγμονωδών παραγόντων. Η τοπική εφαρμογή της αλοιφής Votrace σε ασθενείς με κατά πλάκας ψωρίαση έχει σαν αποτέλεσμα τη βελτίωση των βλαβών του δέρματος. Το αποτέλεσμα αυτό παρατηρείται από την 4η εβδομάδα μετά την έναρξη της θεραπείας. 5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: Ο μέσος βαθμός απορρόφησης της καλσιτριόλης υπολογίζεται γύρω στο 10%. Μετά από απορρόφηση έχουν ανιχνευθεί και μεταβολίτες και αμετάβλητη καλσιτριόλη στο πλάσμα. Η δράση των μεταβολιτών στην ομοιόσταση του ασβεστίου είναι αμελητέα. Στους περισσότερους ασθενείς τα κυκλοφορούντα επίπεδα της εξωγενούς καλσιτριόλης είναι κάτω του επιπέδου ανίχνευσης (2 pg/ml). Σε κλινικές δοκιμές, δεν σημειώθηκε καμία σχετική αύξηση των επιπέδων καλσιτριόλης στο πλάσμα ύστερα από τη θεραπεία εκτεταμένων περιοχών του σώματος επιφανείας έως 6000 cm2 (35% της συνολικής επιφάνειας του σώματος). 5.3. Προκλινικά δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια: Οι μελέτες σε πειραματόζωα έδειξαν ότι η επαναλαμβανόμενη υπερβολική έκθεση στην καλσιτριόλη οδηγεί σε νεφρική ανεπάρκεια και ασβέστωση των ιστών λόγω της υπερβιταμίνωσης D η οποία συνδέεται με υπερασβεστιουρία, υπερασβεστιαιμία και υπερφωσφοραιμία. Δεν παρατηρήθηκαν ενδείξεις τερατογέννησης σε μελέτες εμβρυοτοξικότητας που σχεδιάστηκαν για την εκτίμηση της τερατογενούς δυνητικότητας της καλσιτριόλης. Ορισμένες ενδείξεις τοξικότητας στην ανάπτυξη παρατηρήθηκαν σε μια δερματική μελέτη σε κουνέλια σε δόσεις που προκάλεσαν τοξικότητα στη μητέρα. Δεν βρέθηκε τέτοια δράση στους αρουραίους. Οι μελέτες τοπικής τοξικότητας σε πειραματόζωα με καλσιτριόλη έδειξαν ελαφρύ ερεθισμό στο δέρμα και στους οφθαλμούς. 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 6.1. Κατάλογος εκδόχων: Paraffin liquid, White soft paraffin, D,L-a-Tocopherol. 6.2. Ασυμβατότητες: Δεν υπάρχουν δεδομένα σχετικά με τη συμβατότητα του Votrace με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα. Ως εκ τούτου το Votrace πρέπει να χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη δοσολογία και τον τρόπο χορήγησης που συνιστάται παραπάνω (κεφάλαιο 4.2) και δεν πρέπει να αναμιγνύεται μα άλλα φαρμακευτικά προϊόντα. 6.3. Διάρκεια ζωής: 36 μήνες. 6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος: Δεν υπάρχουν ειδικές συνθήκες φύλαξης. 6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη: Το προϊόν συσκευάζεται σε σωληνάρια από συμπιεσμένο αλουμίνιο με εσωτερική επίστρωση ρητίνης εποξυφαινολικού τύπου με βιδωτό πώμα από λευκό υψηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο ή πολυπροπυλένιο. Τα σωληνάρια περιέχουν αλοιφή 10g, 30g ή 100g. Είναι πιθανόν να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες. 6.6. Οδηγίες χρήσης και χειρισμού: Πιέστε απαλά το σωληνάριο στη βάση του για να εξέλθει ποσότητα αλοιφής, ικανή για την κάλυψη των προσβεβλημένων περιοχών. Επανατοποθετήστε το πώμα σφιχτά μετά από κάθε χρήση. Φυλάξτε το μακριά από τα παιδιά. 7. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: Verisfield (UK) Ltd. 8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 4545/23-1-2007. 9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ THΣ ΑΔΕΙΑΣ: 23-1-2007. 10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: 1/2007.

Page 17: Calcitriol 21 - Verisfield

18

Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος SALIPSOR®1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ SALIPSOR 10% Δερματικό διάλυμα 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ: Τα 100 g διαλύματος περιέχουν 10 g Σαλικυλικού οξέος. Για τα έκδοχα βλ. 6.1 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ: Δερματικό διάλυμα. 4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις: Αρχική θεραπεία ήπιας έως μέτριας βαρύτητας ψωρίαση του τριχωτού της κεφαλής. 4.2. Δοσολογία και τρόπος χρήσης: 8-10 ml δερματικού διαλύματος επαλείφονται σε λεπτή επίστρωση στο στεγνό δέρμα του τριχωτού της κεφαλής χρησιμοποιώντας το εξάρτημα χορήγησης. Η διάρκεια εφαρμογής είναι από 10 έως 30 λεπτά και μετά το διάλυμα ξεπλένεται με ζεστό νερό. Το φάρμακο επαλείφεται δύο έως τρεις φορές την εβδομάδα, αλλά όχι σε συνεχόμενες ημέρες. Η θεραπεία συνήθως διαρκεί 3 έως 4 εβδομάδες. Για την διάρκεια της θεραπείας αποφασίζει ο γιατρός. Η μέγιστη δόση των 2 g σαλικυλικού οξέος την ημέρα, δεν πρέπει να επαλείφεται για διάστημα μεγαλύτερο της μίας εβδομάδος. Το διάλυμα επαλείφεται με τη βοήθεια του εξαρτήματος χορήγησης. Πρέπει να προσέξετε ώστε το δερματικό διάλυμα να μην έρθει σε επαφή με τα μάτια και τη ρινική κοιλότητα. Επίσης, πρέπει να προσέξετε να μην τρέξει κάτω από το τριχωτό της κεφαλής. Μετά τη θεραπεία το διάλυμα απομακρύνεται ξεπλένοντας με ζεστό νερό. Στη συνέχεια, τα μαλιά λούζονται με ένα ήπιο σαμπουάν. Προκειμένου να αποφευχθεί η επαφή υπολειμμάτων του διαλύματος με τα μάτια, πρέπει είτε τα μάτια να είναι κλειστά, είτε το κεφάλι να έχει κλίση προς τα πίσω. 4.3. Αντενδείξεις - Ευαισθησία στο σαλικυλικό οξύ και τα σαλικυλικά άλατα ή σε ένα από τα έκδοχα του προϊόντος. - Εγκυμοσύνη - Νεογνά, βρέφη και παιδιά κάτω από 12 χρόνων. - Ασθενείς με περιορισμένη λειτουργία των νεφρών και ανεπάρκεια ήπατος. Οι ασθενείς με περιορισμένη λειτουργία των νεφρών πρέπει να χρησιμοποιούν ένα προϊόν με μειωμένη περιεκτικότητα σε δραστικό συστατικό. - Το φάρμακο δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε μη σταθεροποημένες και σε φλεγμονώδεις / οξείες μορφές ψωρίασης, όπου η επιδερμίδα είναι θερμή, προκαλεί κνησμό και χειροτεύει στον ήλιο. 4.4. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση: Η μεγιστη ημερήσια δόση ενηλίκων των 2 g σαλικυλικού οξέος, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για διάστημα μεγαλύτερο της μίας εβδομάδας. Πρέπει να αποφεύγεται η επαφή του διαλύματος με τα μάτια, τη μύτη, τους βλεννογόνους και το υγιές δέρμα. Ειδική φροντίδα πρέπει να λαμβάνεται κατά τη θεραπεία ηλικιωμένων προς αποφυγή συστηματικής δράσης του σαλικυλικού οξέος. 4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης: Το σαλικυλικό οξύ μπορεί να ενισχύσει τη διείσδυση (απορρόφηση) άλλων τοπικά εφαρμοζόμενων φαρμάκων και δεν θα πρέπει να συνδυάζεται με άλλα τοπικής εφαρμογής φαρμακευτικά προϊόντα στο τριχωτό της κεφαλής. Το συστηματικά απορροφώμενο σαλικυλικό οξύ μπορεί να αυξήσει την τοξικότητα της methotrexate και να ενισχύσει την υπογλυκαιμική δράση της sulphonylureas. Το σαλικυλικό οξύ είναι ασύμβατο με διάφορα δραστικά και μη δραστικά συστατικά, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν την αποδέσμευση δραστικών συστατικών. Σε αυτά περιλαμβάνονται οι παρακάτω ουσίες: acriflavine salts, lead salts, camphor, chloral hydrate, iron salts, ethacridine salts, gelatin, iodine, iodide, iodoform, beta-naphthol, polyethylene glycol, resorcinol, zinkoxide. 4.6. Κύηση και γαλουχία Κύηση: Στη διάρκεια του πρώτου και δευτέρου τριμήνου: Η ασφάλεια του σαλικυλικού οξέος στις εγκύους δεν έχει αποδειχθεί. Γι’ αυτό η χρήση του φαρμάκου πρέπει να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια του πρώτου και δευτέρου τριμήνου της εγκυμοσύνης. Στην διάρκεια του τρίτου τριμήνου: Κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης, όλοι οι αναστολείς σύνθεσης προσταγλανδινών που περιέχουν σαλικυλικά οξέα πιθανόν να προκαλέσουν καρδιοπνευμονική και νεφρική τοξικότητα στα έμβρυα. Στο τέλος της εγκυμοσύνης, αιμορραγία παρατεταμένης διάρκειας μπορεί να συμβεί και στη μητέρα και στο παιδί. Επομένως, το σαλικυλικό οξύ αντενδείκνυται κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου της εγκυμοσύνης. Γαλουχία: Περίοδος θηλασμού: Μετά την από του στόματος χορήγηση το σαλικυλικό οξύ εμφανίζεται στο μητρικό γάλα σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Εν τούτοις το δερματικό διάλυμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια το θηλασμού, αλλά δεν πρέπει να χρησιμοποιείται στη περιοχή του στήθους. 4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων: Δεν εφαρμόζεται. 4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες α) Οι πιο συχνά αναφερθείσες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι αίσθημα καύσου (40%) και κνησμός (16%) ακολουθούμενα από ξηρότητα (2%) και μείωση της ελαστικότητας (2%) στο τριχωτό δέρμα της κεφαλής. β) Η εμφάνιση τοπικών ανεπιθύμητων ενεργειών εξετάσθηκε σε μία 4 εβδομάδων τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή, συγκριτική, πολυκεντρική μελέτη το 1993, η οποία διεξήχθη με 50 ασθενείς που χρησιμοποίησαν δερματικό διάλυμα Salicylic Acid 10% και 51 ασθενείς που χρησιμοποίησαν ένα προϊόν αναφοράς με 10% σαλικυλικό οξύ. Πολύ συχνά > 1/10 Αίσθημα νηγμού (stinging), κνησμός Συχνά (>1/100, <1/10) Ξηρότητα, μείωση ελαστικότητας επιδερμίδας. γ) Αίσθημα καύσου και κνησμός αρχίζουν σχεδόν μέσα σε 10 λεπτά μετά την εφαρμογή του φαρμάκου και διαρκούν κανονικά 1-2 ώρες. Συνήθως αυτές οι αντιδράσεις είναι ήπιες, αλλά σε ποσοστό 4% είναι σοβαρές και μακράς διάρκειας. Εάν υπάρχει παρατεταμένο και έντονο αίσθημα καύσου, πρέπει να μειωθεί ο χρόνος επαφής. Κανονικά το αίσθημα αυτό εξαφανίζεται μέσα σε λίγες μέρες και η θεραπεία μπορεί να συνεχισθεί. Σε ακραίες περιπτώσεις πιθανόν να είναι αναγκαία η διακοπή της θεραπείας. δ) Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να αναπτυχθούν αλλεργία εξ επαφής λόγω του σαλικυλικού οξέος ή κάποιου από τα έκδοχα. 4.9 Υπερδοσολογία: Σε τοπικές εφαρμογές του σαλικυλικού οξέος, τα επίπεδά του στον ορό σπάνια υπερβαίνουν τις συγκεντρώσεις των 5μg/ml και συνήθως δεν αναμένεται τοξικότητα από σαλικυλικά άλατα. Πρόκληση τοξικών συμπτωμάτων απαιτεί απορρόφηση με συγκεντρώσεις στον ορό πάνω από 300 μg/ml. Πρώιμα συμπτώματα είναι εμβοές ώτων, εμβοές με κόφωση, ρινορραγία, ναυτία, έμετος, ευαισθησία και ξηρότητα των βλεννογόνων. Στις περιπτώσεις αυτές, η θεραπεία πρέπει να διακοπεί αμέσως. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: Κωδικός ATC: D 02 AF. 5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες: Τα σκευάσματα σαλικυλικού οξέος εφαρμοζόμενα τοπικά έχουν κερατολυτική και αντιφλεγμονώδη δράση. Η κερατολυτική δράση βασίζεται στην άμεση δράση τους επί των διακυτταρίων δεσμών. 5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: Το σαλικυλικό οξύ μεταβολίζεται: - Με σύζευξη με γλυκίνη, οπότε σχηματίζεται σαλικυλουρικό οξύ - Με σύζευξη με γλυκουρονικό οξύ στη φαινολική ΟΗ-ομάδα, οπότε σχηματίζεται γλυκουρονικός αιθέρας ή - Με υδροξυλίωση, οπότε σχηματίζεται γεντιασικό οξύ ή δι-υδροξυβενζοϊκό οξύ. Ο χρόνος ημιζωής μίας κανονικής δόσης σαλικυλικού οξέος είναι περίπου 2-3 ώρες. Σε πολύ υψηλές δοσολογίες μπορεί ο χρόνος αυτός να αυξηθεί σε 15-30 ώρες, λόγω της περιορισμένης ικανότητας του ήπατος για σύζευξη του σαλικυλικού οξέος. 5.3. Προκλινικά δεδομένα ασφαλείας α) Οξεία τοξικότητα: Αποτελέσματα δοκιμών σε πειραματόζωα και φαρμακοκινητικών μελετών σε ανθρώπους έχουν δείξει ότι το σαλικυλικό οξύ διαπερνά ταχέως την επιδερμίδα, ανάλογα με τον φορέα και άλλους παράγοντες, όπως η κατάσταση του δέρματος. Για το λόγο αυτό η σπάνια τοξική δράση από την τοπική εφαρμογή εξαρτάται από το φαρμακευτικό παρασκεύασμα, τη ποσότητα του σαλικυλικού που χρησιμοποιείται, το μέγεθος της περιοχής υπό θεραπεία, τη διάρκεια της θεραπείας και τη συχνότητα των δερματολογικών συμπτωμάτων. Συμπτώματα τοξικότητας αναμένονται μόνο όταν οι συγκεντρώσεις στον ορό υπερβαίνουν τα 30 mg/l. β) Χρόνια τοξικότητα: Δεν υπάρχουν μελέτες σε πειραματόζωα σχετικά με τη μακροχρόνια τοπική εφαρμογή (βλ. οξεία τοξικότητα). γ) Μεταλλαξιογόνος και ογκογόνος δράση: Δεν αναφέρονται ενδείξεις μεταλλαξιογόνου δράσης του σαλικυλικού οξέος στην υπάρχουσα εκτενή βιβλιογραφία. Μακροχρόνιες μελέτες καρκινογόνου δράσης του σαλικυλικού οξέος σε πειραματόζωα δεν υπάρχουν.δ) Τοξικότητα στην αναπαραγωγή: Τα σαλικυλικά άλατα κατά τη συστηματική χορήγηση έχουν δείξει τερατογόνο δράση σε πολλά είδη πειραματόζωων. Έχουν αναφερθεί, διακοπή της κυήσεως, εμβρυοτοξικές επιδράσεις και μείωση της ικανότητας μάθησης των απογόνων μετά από ενδομήτρια έκθεση. Με σωστή εφαρμογή δεν αναμένεται τοξική δράση, δεδομένου ότι με την προτεινόμενη χρήση (εφαρμογή συνιστώμενων ποσοτήτων) δεν παρατηρούνται συγκεντρώσεις στον ορό τέτοιες που απαιτούνται για εμφάνιση τοξικότητας (βλ. οξεία τοξικότητα). ε) Τοπική ανοχή: Συχνά παρατηρείται τοπική ευαισθησία (αίσθημα καύσου και ερύθημα): Μερικές φορές παρατηρείται αλλεργία εξ επαφής. 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 6.1. Κατάλογος εκδόχων: Propylene glycol, Propylene glycol octanoate/decanoate (DAB, propylene glycol di-ester of saturated fatty acid) 6.2. Ασυμβατότητες: Δεν εφαρμόζεται. 6.3. Διάρκεια ζωής: Τρία (3) έτη. 6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος: Να μη φυλάσσεται σε θερμοκρασία άνω των 25oC. Να μην ψύχεται. Να μην καταψύχεται. 6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη: Φιάλη πολυαιθυλενίου που περιέχει 100g διαλύματος κα πώμα με εξάρτημα χορήγησης από πολυπροπυλένιο. 6.6 Οδηγίες χρήσης / χειρισμού: Δεν απαιτούνται. 7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ / ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: Verisfield (UK) Ltd. 8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 45688/29-9-2009

Page 18: Calcitriol 21 - Verisfield

20VERISFIELD (UK) Ltd, Υποκ/μα Ελλάδος: Βύρωνος 8, 152 31 ΧαλάνδριΤ 210 7475196 | F 210 7475197 | Ε [email protected] | www.verisfield.gr

Methylprednisoloneaceponate 0,1%

Δερματικό διάλυμα 50ml