01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page...

39
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 1

Transcript of 01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page...

ΣΚΗΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΜΑΤΙΑΣ ΑΛΜΟΣΙΝΟ
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 3
ΤOY ΙΔ ΙOY
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΩΚΕΑΝΟΥ, Εκδσεις Πατκη, 2000, και να κδοση, Εκδσεις Πατκη, 2007
Η ΨΙΧΑ ΕΚΕΙΝΟΥ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ, Εκδσεις Πατκη, 2002
ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ, Εκδσεις Πατκη, 2005
Η ΑΗΔΟΝΟΠΙΤΑ, Εκδσεις Πατκη, 2008
ΦΡΑΟΥΣΤ, «Να Σνορα» – Α.Α. Λιβνη, 1995, να κδοση αναθεωρημνη, Εκδσεις Πατκη, 2010
ΑΝΕΜΩΛΙΑ, Εκδσεις Πατκη, 2011
ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΖΟΥΡΓΟΣ
Μυθιστρημα
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 5
Tο παρν ργο πνευματικς ιδιοκτησας προστατεεται κατ τις διατξεις της ελληνικς νομοθεσας (N. 2121/1993 πως χει τροποποιηθε και ισχει σμερα) και τις διεθνες συμβσεις περ πνευματικς ιδιοκτησας. Aπαγορεεται απολτως νευ γραπτς αδεας του εκδτη η κατ οποιονδποτε τρπο μσο (ηλεκτρο νι- κ, μηχανικ λλο) αντιγραφ, φωτοανατπωση και εν γνει αναπαραγωγ, εκ- μσθωση δανεισμς, μετφραση, διασκευ, αναμετδοση στο κοιν σε οποια- δποτε μορφ και η εν γνει εκμετλλευση του συνλου μρους του ργου.
Eκδσεις Πατκη – Σγχρονη Ελληνικ Λογοτεχνα Πεζογραφα – 335
Ισδωρος Ζουργς, Σκηνς απ τον βο του Ματας Αλμοσνο Yπεθυνος κδοσης Kστας Γιαννπουλος
Διορθσεις Μαρα Ρμμου Σελιδοποηση «ΦΑΣΜΑ» ΑΦΟΙ Kαπνη Κ. & Α. Ο.Ε.
Φιλμ, μοντζ Μαρα Ποινιο-Ρνεση Copyright © Σ. Πατκης A.E.E.Δ.E. (Eκδσεις Πατκη), και
Ισδωρος Ζουργς, Aθνα, 2014 Πρτη κδοση απ τις Eκδσεις Πατκη, Aθνα, Μρτιος 2014
Κ.Ε.Τ. 8963 Κ.Ε.Π. 123 /14 ISBN 978-960-16-5441-6
ΠANAΓH TΣAΛΔAPH (ΠPΩHN ΠEIPAIΩΣ) 38, 104 37 AΘHNA, THΛ.: 210.36.50.000, 801.100.2665, 210.52.05.600, ΦAΞ: 210.36.50.069
KENTPIKH ΔIAΘEΣH: EMM. MΠENAKH 16, 106 78 AΘHNA, THΛ.: 210.38.31.078 YΠOK/MA: ΚΟΡΥΤΣΑΣ (ΤΕΡΜΑ ΠΟΝΤΟΥ – ΠΕΡΙΟΧΗ Β´ ΚΤΕΟ), 570 09 ΚΑΛΟΧΩΡΙ ΘEΣΣΑΛΟNIKHΣ, Τ.Θ. 1213,
THΛ.: 2310.70.63.54, 2310.70.67.15, 2310.75.51.75, ΦAΞ: 2310.70.63.55 Web site: http://www.patakis.gr • e-mail: info@ patakis.gr, sales@ patakis.gr
Θση υπογραφς δικαιοχου δικαιωμτων πνευματικς ιδιοκτησας εφσον αυτ προβλπεται απ τη σμβαση
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 6
στη Γεωργα
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 7
Ευχαριστες στους: ωνα Βασιλειδη, Θανση Γεωρ- γου, Κστα Δρουγαλ, Γιννη Ζορπδη, Νκο Θωμ, Γιργο Καραδμο, Ευαγγελα Κρις, Θεοδση Κττα, Μαρα Ρμμου, φη Σπντζου, Δημτρη και Πανα- γιτη Τριανταφλλου, Νντα Τσγκα, πως και στο προσωπικ του Αρχεου Χαρτογραφικς Κληρονομις στη Θεσσαλονκη.
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 8
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
νας επισκπτης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 13 Artes moriendi . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 27 Mουλρια και μαξες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 82 Primavera et variola . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 136 Συγκεχυμνη παρσταση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 185 Μσκες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 274 Lux perpetua . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 301 Ψωμ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 359 Βαρτγγελος Νταβιτσντσα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 415 Πλες και πρτες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 485 Sine cera . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 517 Σ’ ακολουθ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 566 Μια σκι στις σκλες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 592 Ars amatoria . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 614 νας πργκιπας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 661 νας βασιλις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 687 Εγ, ο αδελφς Ιωαννκιος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 738 Ο επισκπτης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 767
Σημεωμα του συγγραφα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 775
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 9
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 10
Τα πδια μου τριγυρννε πνω στον κσμο σαν ντομα μσα σ’ να ψαλτρι.
Μαργκερτ Γιουρσενρ, Η βυσσος, μτφ. Ιωννα Χατζηνικολ
Πλανιμαι σαν το μυρμγκι στην απαλμη του Θεο, που βρω δρμο τον ακολουθ…
Μτσος Αλεξανδρπουλος, Σκηνς απ το βο του Μξιμου του Γραικο
01.PROTOSELIDA.Κ38-13.qxp 24/2/14 10:50 Page 11
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 12
νας επισκπτης
Μον Διονυσου, γιο ρος, Οκτβριος 1725
Ον ειδαν να ερχεται απ τη μερι που στρβει το μονοπτι, εκε στο γνατο της ανηφρας. Ο αδελφς Πρδρομος βαλε την παλμη σκπαστρο στα μτια,
γιατ ο λιος του απογεματος, κκκινος ως τα γκατα, του τ- φλωνε τα μτια. εκε που στκονταν οι αδελφο, στους στεγα- σμνους εξστες, φυσοσε απ τη θλασσα. ταν οι τελευταοι κυματισμο της πριν απ το σορουπο, ταν συνθως τα νερ γαληνεουν. Ο ιερομναχος Σργιος σφιξε με το σχοιν πνω στο κορμ του το ρσο, γιατ σο η μρα χανταν, η ψχρα γι- νταν ολονα και πιο αισθητ.
Οι δυο καλγεροι στεκαν σιωπηλο εδ και λγη ρα ακου- μπντας στα ξλινα κγκελα των μπαλκονιν που μετεωρζο- νταν πνω απ την βυσσο του γκρεμο. Μετ το απδειπνο και πριν απ τον ερχομ της νχτας, οι δουλεις στο μοναστρι σταματοσαν. Η πρτα του καθολικο ταν ακμα ανοιχτ και οι ευωδις απ το λιβνι και τα θυμιματα σκορπζονταν σε λη την αυλ. αρκετο αδελφο, σε μικρς παρες, συζητοσαν χα- μηλφωνα μχρι να πσει το σκοτδι.
«Πρδρομε, πγαινε να ειδοποισεις τον αρχοντρη, χουμε επισκπτη».
ξω απ την πλη ο ξνος εχε καθσει πνω στο χελος της μεγλης γορνας και ροφαγε λαμαργα νερ απ’ το μπακιρνιο
13
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 13
τσι. Ο πορτρης, ο θυρωρς της πλης, τον παρατηροσε σιω- πηλς, παζοντας στα χοντρ του δχτυλα το κομποσκονι. Η πρτη προσπθεια να συνεννοηθε μαζ του εχε αποτχει. Ο επισκπτης ταν νας νεαρς ψηλς ντρας, μελαχρινς, με σμι- χτ πυκν φρδια. μοιαζε ρωμις, αλλ δεν ταν. Μιλοσε δυο λλες γλσσες, πτε τη μια και πτε την λλη, κι αυτ εχε κνει τον πορτρη να χσει την υπομον του.
«Λατνος μο φανεσαι, χεις κι αυτν την κουκολα στην πλ- τη... γενι και σπορ των αιρετικν!» μουρμορισε ο πορτρης.
Ο νεαρς σκοπισε απ τα γνια του τις σταγνες του νερο που εχαν κυλσει απ το τσι και τον κοταξε αθα με τα κα- σταν του μτια. αδυνατοσε να του απαντσει – τι ραγε; αφο δεν εχε καταλβει. στεκε τρα μπροστ στην πλη γα- λνιος τα μτια του μως μιλοσαν κι λλες γλσσες.
ακοστηκαν πατματα απ το εσωτερικ του μοναστηριο. Ο Πρδρομος με τον αρχοντρη εμφανστηκαν κι ρχισαν να παρατηρον αμλητοι τον νεαρ επισκπτη. ακουγταν μνο το νερ της κρνης, που πεφτε με ορμ μσα στη γορνα.
«Βενετσινικα μιλει», σχολασε ο πορτρης. Ο αρχοντρης τον περιεργστηκε λγο ακμη. το πανωφρι
του ταν ξεθωριασμνο απ τον λιο και γεμτο σκνη, και απ το να του στιβλι, που εχε τρυπσει στον δρμο, ξεχριζαν δυο λασπωμνα δχτυλα.
«νας μνο θα μπορσει να συνεννοηθε μαζ του», επε ο αρχοντρης κι στρεψε το κεφλι του στον Πρδρομο.
«Κατλαβα, γροντα», απντησε με κατεβασμνο το κεφλι ο δκιμος μοναχς.
«Φρε πρτα ψωμ, ελις κι ,τι λλο βρεις στο μαγερει και κατβα γργορα μη σας πισει η νχτα».
Ο Πρδρομος χθηκε στο λιθστρωτο που οδηγοσε μσα στο μοναστρι. Στο μεταξ ο επισκπτης ταχτοποιοσε τον υφασμτινο σκο που κουβαλοσε στην πλτη κι ταν τρα αφημνος ανμεσα στα πδια του. Συνχισε να τους κοιτζει μ’ εκενη την αφοπλιστικ ηρεμα που εχαν τα μτια του.
ιΣιδΩρΟΣ ΖΟΥρΓΟΣ
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 14
«απ πο εσαι; τι εσαι;» ρτησε ο αρχοντρης, τονζοντας τις τελευταες συλλαβς και υψνοντας τη φων σαν να εχε μπροστ του νθρωπο κουφ κι χι ξενομερτη συνδεψε μ- λιστα τα λγια του και με μια ανυψωτικ κνηση της παλμης.
«Κεβο», του απντησε απρσμενα ο επισκπτης και ξχωσε να τσαλακωμνο χαρτ απ’ τον κρφο του.
«δεν εσαι αιρετικς, μεγλη η χρη της!» απντησε ο αρ- χοντρης και σταυροκοπθηκε.
Ο επισκπτης, ρθιος ακμα, συνχιζε να του προτενει το τσαλακωμνο χαρτ. Ο πορτρης κανε να βμα μπροστ, το ’πιασε και πγε να το ανοξει. Ο αρχοντρης βιστηκε να του το αρπξει απ’ το χρι. ταν κοιν μυστικ σε λη τη μον πως για τον φλακα της πλης τα γρμματα ταν σαν να ’βλεπε παι- δικς ζωγραφις, αφο δεν τα καταλβαινε.
«εναι απ’ τον ηγομενο του αγου Παλου», επε ο αρχο- ντρης. Ξερβηξε κι ρχισε να διαβζει: «Παρακαλεστε λοι οι εν Αγω ρει αδελφο πως προσφρετε κατλυμα και ρ- τον στον Βασλι Γκρηγκορβιτς Μπρσκι1. Ο εν λγω ορθδο- ξος αδελφς μας χει κνει να μεγλο ταξδι απ το Κεβο της Μικρορωσας2 και οδεει προσκυνητς στους Αγους Τ- πους. Εναι δολος του Θεο της πραγματικς πστης, ομιλε την μικρορωσικν και λατινικν και γρφει, πως διαπιστ- σαμε ιδοις μμασιν, εκτς απ την λατινικν και την εκκλη- σιαστικν σλαβικν...»
ακοστηκαν πατματα πσω απ’ τον αρχοντρη. Ο δκιμος Πρδρομος εχε πετξει ως το μαγειρει με τα ελαφρ του π- δια και εχε γυρσει κρατντας να σκεπασμνο πλινο κατσα- ρλι. Ο αρχοντρης σταμτησε το διβασμα κι απευθνθηκε στον δκιμο.
«μετε στην ευχ του Θεο! ας αναλβει τρα ο ιωαννκιος,
ΣΚΗνεΣ αΠΟ τΟν ΒιΟ τΟΥ ΜατιαΣ αΛΜΟΣινΟ
15
2. Μικρορωσα: η σημεριν Ουκρανα.
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 15
που μπορε μαζ του να συνεννοηθε. Πρδρομε, πες στον ιωαν- νκιο να του κνει υπδειξη να βγλει απ’ την πλτη του την κουκολα που χει ριγμνη στον μο, γιατ τσι μοιζει προ- σκυνητς της ρμης. Πες στον γροντα ιωαννκιο να του το εξη- γσει. Στους αιρετικος και στους ουντες η αγκαλι της Πανα- γας μας δε θ’ ανοξει ποτ... τσι να του πει».
Ο Πρδρομος τρβηξε μπροστ κι κανε νημα στον Μπρ- σκι να τον ακολουθσει. Πρασαν μπροστ απ’ το βορδοναρει3
κι απ’ το χαλκαδει4 ο αρας μριζε σβουνι και σδερο. Πα- ρακτω, προς τη μερι της θλασσας, κατηφριζε να περιβλι με πεζολες γεμτο κοντς λεμονις.
Πραν τελικ να στεν μονοπτι κι φησαν πσω τους τα τεχη του μοναστηριο. στερα απ λγο χθηκαν μες στο λα- γκδι. Πριν τους σκεπσουν οι θλοι των φλλων, ο νεαρς Μπρσκι στρεψε πσω το κεφλι και εδε το μοναστρι απ μακρι. Στο σθαμπο του δειλινο ξεχριζαν οι πντε τρολοι του καθολικο. Ο μεσαος, ο πιο ψηλς, σκεπασμνος λος με λιωμνο μολβι, κοκκνιζε στο ηλιοβασλεμα. Πρα μακρι στη θλασσα, απ το βθος της, ο ουρανς μαριζε. το βρδυ θα φτανε με βροχ γεμτη χοντρς σταγνες σαν ακρδες και θα σκπαζε λη τη χερσνησο.
Ο Πρδρομος βδιζε μπροστ αρκετ γργορα κι εχε αρχ- σει να ψλλει. Ο Μπρσκι, φορτωμνος τον μπγο του, σερνε το να πδι, που δειχνε χτυπημνο, και πλευε να τον ακολου- θε κατ βμα, μη βρεθε ξαφνικ μνος στο δσος. τρα, χω- μνοι για τα καλ κτω απ’ τα πυκν δντρα, περπατοσαν στο μισοσκταδο. τα πουλι, υπνα ακμη, παιζαν τα μτια τους εδ κι εκε ακογοντας τα ανθρπινα πδια που μπλκονταν σε υπργειες ρζες και φτρες.
Κποια στιγμ ο Πρδρομος κοντοστθηκε. Κοταξε πσω του και εδε τον ψηλ σκιο να τον ακολουθε με δυσκολα τον
ιΣιδΩρΟΣ ΖΟΥρΓΟΣ
16
3. Βορδοναρει: το ημιονοστσιο, ο στβλος της μονς. 4. χαλκαδει: το σιδηρουργεο της μονς.
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 16
λυπθηκε και στθηκε να τον περιμνει. Μλις ο Μικρορσος τον φτασε, ο Πρδρομος πλωσε το χρι να πρει το βρος απ την πλτη του. Ο Μπρσκι τραβχτηκε πσω και αρνθηκε ευ- γενικ μ’ να κονημα του κεφαλιο. Ο Πρδρομος, αν και δεν μποροσε να ξεχωρσει στο μισοσκταδο τα μτια του, μπορο- σε μως να τα φανταστε να τον κοιτον μ’ εκενο το διο πεσμα, πως νωρτερα μπροστ στην πλη του μοναστηριο. στρεψε αμχανα το κεφλι στο μονοπτι κι ρχισε τρα να βαδζει πιο αργ, και καθς η ρεξ του για κποιο δοξαστικ κοντκιο εχε πια χαθε, ακογονταν μνο οι τρλιες απ τα ορνθια και οι πα- τοσες τους που παραμριζαν τα χορτρια.
«Ο γροντας ιωαννκιος», επε κποια στιγμ ο δκιμος, που δεν ντεχε πια οτε τα πουλι οτε τη μεταξ τους σιωπ, «ε- ναι, να ξρεις, παρξενος νθρωπος. Μιλει πολλς γλσσες – ταν μιλει ββαια, γιατ του αρσει πολ η σιωπ και η μονα- ξι. Λνε τι ταν μεγλος γιατρς λλοι λνε πργκιπας κι λ- λοι δραγουμνος, νας Θες ξρει...»
«ευχαριστ», απντησε ο Μπρσκι στα ελληνικ. «Για ποιο πργμα;» ρτησε παραξενεμνος ο δκιμος. «ευχαριστ...» ξανπε ο Μπρσκι. Ο Μικρορσος εχε βρει τελικ τον τρπο να τελεισει μια
συνομιλα που δεν εχε αρχσει ποτ. στερα απ λγο τα δντρα αραωσαν και ξαναβγκαν απ’ το σκοτδι στο λυκφως. Στην κρη του ξφωτου φνηκε να χαμηλ κτσμα. Η στγη του ταν καλυμμνη με γκρζα πτρα κι νας λιγνς καπνς ανβαινε στον αρα και σκρπιζε.
«το κθισμα των αγων αποστλων», επε ο δκιμος καθς λλαζε χρι την κατσαρλα που κρατοσε.
Ο Μπρσκι κοντοστθηκε και παρατρησε το κελ στην κρη του ξφωτου. εκενη τη στιγμ στα χελη του δκιμου ρθε ακ- μη νας ψαλμς, καθς θα σκφτηκε πως ταν οι νθρωποι δε σε καταλαβανουν, υπρχει πντα η χρη της, που χει τ’ αυτι της ανοιχτ. Προχρησαν, εν κτι χαμκλαδα απ τις κουμα- ρις στο μονοπτι σκλωσαν στα ροχα τους και λγο λειψε μ’
ΣΚΗνεΣ αΠΟ τΟν ΒιΟ τΟΥ ΜατιαΣ αΛΜΟΣινΟ
17
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 17
να κραται σχσιμο να κρατσουν να κομμτι φασμα και να ταρξουν τη γαλνη του ξφωτου.
«Silentium sacrum5», ψιθρισε ο Μπρσκι και σταυροκοπ- θηκε.
Πρασαν μσα απ ναν μικρ κπο με ξλινο φρχτη κι στριψαν προς τη θλασσα, εκε που ατνιζε η χαμηλ πρτα του κελιο. να μικρσωμο γεροντκι ταν σκυμμνο πνω στο χμα και τους εχε γυρισμνη την πλτη.
«Πλι τα μυρμγκια σου ταζεις, γροντα;» φναξε ο δκι- μος γελντας, χωρς μως να πρει απντηση. «ε, γροντα, ευ- λγησον!» ξαναφναξε ο δκιμος.
«Ο Κριος», απντησε η φων. «χεις επισκπτη, γροντα. Ο αρχοντρης σο παραγγλ-
νει...» το κυρτωμνο ρσο ανασηκθηκε κι ο μικρσωμος καλγε-
ρος στθηκε ρθιος στο κατφλι. «τ’ αηδνια σου τι κνουν;» ρτησε ο δκιμος περιπαιχτικ. «δοξολογον τον ψιστο, νεαρ», του απντησε κοφτ ο γ-
ροντας. Ο Μπρσκι πρσεξε το πρσωπο του καλγερου. εκτς απ’
το στγνωμα των γηρατειν, δειχνε πως ταν σημαδεμνο, παρ’ λο που κρυβε το περισστερο μια μακρι γενειδα που φτανε ως το στθος. τον παρατρησε λγο καλτερα και εδε πως το δρμα του με τα χρνια εχε ζαρσει και σκληρνει. Ο Βασλι Μπρσκι κατλαβε πως ο καλγερος ταν πολ γρος, και σαν ν’ ανατρχιασε – οκτος και φβος απ’ το πρασμα του χρνου, γρια ιερτητα και κατνυξη για τα πθη της σρκας και τη φθορ. ταν επιπλον και η κοραση που του φερνε ρ- γη και το αριστερ του πδι που πονοσε.
Ο δκιμος προχρησε και, πλησιζοντας τον γροντα, ρχισε να του μιλει ψιθυριστ. Ο καλγερος φησε να πσουν τα υπ- λοιπα ψχουλα απ το χρι του στο χμα και κρτησε το τσου-
ιΣιδΩρΟΣ ΖΟΥρΓΟΣ
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 18
κλι που του εχαν φρει. Ο Μπρσκι εκενη τη στιγμ, αιφνι- διαστικ και ανατια, αναπλησε το σπτι του. Μνες πολλος τρα στους δρμους συχν αναρωτιταν τι να κνει η μνα του, αν κλαει σιωπηλ, κι αν ο πατρας του τον εχε συγχωρσει που εχε φγει τσι σαν κλφτης. Θλοντας να αποδιξει την αιφνδια νοσταλγα, βιστηκε να χαιρετσει.
«Pax tecum», φναξε. «Et cum spiritu tuo6», απντησε ο ιωαννκιος χαμηλνοντας
ταπειν το κεφλι. την ρα που ο δκιμος νοιξε το βμα του κι φυγε για το
μοναστρι, ο Μπρσκι αναθρρησε και ρτησε τον γροντα – στα λατινικ πντα.
«τι πουλι κελαηδοσαν επνω απ’ το κεφλι μας στο δ- σος, αηδνια;»
«τα αηδνια φυγαν γιατ χειμωνιζει», του απντησε ο ιωαν- νκιος και του δειξε με την παλμη του το νοιγμα της χαμηλς πρτας.
ταν το μεγλο κοτσουρο πεσε και θρυμματστηκε, ο ιωαν- νκιος τρβηξε τη χτρα απ την πυροστι. Με αργς κινσεις χυσε ζεστ νερ στη λεκνη που βρισκταν μπροστ στα πδια του Μπρσκι και το μικρ κελ γμισε αχνος.
«Βγλε τα ποδματ σου», του επε και περπτησε με τα δι- κ του συρτοππουτσα προς τα ρφια στη γωνι της κμαρας.
Ο Μπρσκι λη αυτν την ρα τον παρατηροσε αμχανος και σιωπηλς. Πρσεξε μια σειρ απ ομοιμορφα μικρ δο- χεα, κι αφο τον εδε να ξεχωρζει να απ αυτ, ο καλγερος ρθε προς το μρος του.
«ακμα δεν τα ’βγαλες;» τον ρτησε. Υπκουσε κι σκυψε να βγλει τα στιβλια απ’ τα πληγω-
ΣΚΗνεΣ αΠΟ τΟν ΒιΟ τΟΥ ΜατιαΣ αΛΜΟΣινΟ
19
6. Pax tecum... Et cum spiritu tuo: ειρνη ημν... Και σε σνα. (τυπικς χαιρε- τισμς στην Καθολικ εκκλησα).
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 19
μνα πδια του. Με χρι που τρεμε ο ιωαννκιος πιασε με τα τρα δχτυλα, πως προσευχταν, λγο ξεραμνο βτανο και το ριξε μσα στο βραστ νερ. Ο Βασλι Μπρσκι συνχιζε να αποφεγει το βλμμα του.
«τντωσε να δω», του επε κι πιασε το πληγωμνο πδι με το χρι του.
«Πονει, γροντα, εδ και μρες... απ’ τη Σαλονκη ακμα, που μεινα να βρδυ».
τα μτια του ιωαννκιου το περιεργστηκαν κι στερα πλω- σε το χρι και συμπλρωσε κρο νερ στη λεκνη απ’ το λαγνι που στεκε δπλα στο σκαμν. δοκμασε λγο το νερ με τα δ- χτυλα κι στερα του κανε νημα να βουτξει μσα τα πδια.
ταν λγο αργτερα ρθε η βροχ, του εχε γυρισμνη την πλτη καθς ετομαζε το φαγητ πνω στο τραπζι. το κελ ε- χε μνο να μικρ παρθυρο χωρς τζμι οι αστραπς της θ- λασσας κθε τσο το φτιζαν, εν ο αρας φερνε μσα τη μυ- ρωδι απ’ το βρεγμνο χμα.
«Γροντα, η νχτα ρθε για τα καλ, δε θα πσεις; εναι αρ- γ...»
«Κοιμμαι λγο», του απντησε, χοντας ακμη την πλτη γυρισμνη.
«Προσεχεσαι;» «Προσεχομαι και σκφτομαι». «Στους δδεκα αποστλους;» «Στον ουραν». Η λξη ουρανς θμισε για μια στιγμ στον νεαρ επισκπτη
το απσπασμα απ κενον τον γνωστ μνο που του εχαν μθει στην ακαδημα των ιησουιτν του Λβωφ, σο μεινε ββαια εκε πριν τον διξουν. λεγε ο μνος: Ave Maria Regina caelorum7. εδ και λγες μρες που εχε μπει στον θω οι μνμες της πατρδας του εισορμοσαν απρσκλητες.
σκυψε κι ρχισε να τρβει απαλ το πονεμνο πδι του μ-
ιΣιδΩρΟΣ ΖΟΥρΓΟΣ
7. Ave Maria Regina caelorum: Χαρε, Μαρα, βασλισσα των ουρανν.
02.KEIMENO–TELIKO.qxp 24/2/14 10:49 Page 20
σα στο νερ, εν ξω η βροχ δυνμωνε. Ο γρος ρθε προς το μρος του κρατντας να ξλινο πιτο.
«τργε, εσαι απ’ τον δρμο». Πρε δειλ το πιτο απ το χρι του κι ρχισε να μασουλει
αργ τις ελις, το μαρο ψωμ και ργες απ να μεγλο τσα- μπ σταφλι. τα μτια του γρου στρφονταν πτε στο πληγω- μνο πδι πτε στο κουρασμνο πρσωπο του νεαρο. εδ και ρα εχαν αρχσει να κοιτζονται το σημαδεμνο πρσωπο του φαινταν πια λιγτερο αποκρουστικ.
Ο Μπρσκι δεν εχε καταλξει αν ο μοναχς ιωαννκιος ταν λι- γομλητος γιατ σως τον εχε αντιπαθσει ταν απλ πολ γ- ρος και το μνο που περμενε ταν να πεθνει. ταν κπως ομι- λητικς μνο σε ,τι αφοροσε το πδι του. εχε γργορα κατα- λβει πως λη η αριστερ μερι εχε πρβλημα απ καιρ και οι πνοι δεν ταν αποτλεσμα μνο της πεζοπορας. Κποια στιγμ, την ρα που η γμπα και η πονεμνη πατοσα στγνω- ναν πνω σε μια καθαρ πετστα, ο ιωαννκιος φερε να λε- πτοδουλεμνο δοχεο. Ο ταξιδιτης το εξομολογθηκε πως το πδι του τον εχε προδσει απ το Κεβο ακμη. Κποιοι για- τρο τσαρλατνοι το εχαν πρει να σωρ λεφτ χωρς απο- τλεσμα. ας εναι πντως καλ νας επιδξιος γιατρς στο Λβωφ, που κατφερε στω και πρσκαιρα να τον γιατρψει.
την ρα που τα δχτυλα του γροντα βρεχαν το πονεμνο πδι με ροδνερο, ο Βασλι Μπρσκι εχε την ευκαιρα να πα- ρατηρσει καλτερα το πρσωπ του στο φως του λυχναριο. το δρμα του ταν πραγματικ τραχ, σκαμμνο με σημδια παλιν πληγν. Βλποντας κποιος ναν ερημτη σ’ αυτν την κατσταση, εκολα θα φανταζταν πως εχε περσει πολλς ν- χτες παλεοντας με τον διβολο και τα παιδι του, τους πειρα- σμος, και εχε ακμη επνω του τις νυχις τους.
«Πσο χρονν εσαι;» τον ρτησε τη στιγμ που στγνωνε το ροδνερο πνω στο ερεθισμνο δρμα.
ΣΚΗνεΣ αΠΟ τΟν ΒιΟ τΟΥ ΜατιαΣ αΛΜΟΣινΟ
21
«εκοσι τσσερα, γροντα». «Πσον καιρ ταξιδεεις;» «τον περασμνο ιολιο κλεισα δυο χρνια. Γροντα, αλ-
θεια, γιατ μου ’βαλες ροδνερο; χι για τη μοσχοβολι, φαντ- ζομαι...»
«Για τη φλεγμον, γι’ αυτ το κψιμο που νιθεις. εμποδζει ακμη και την ξηρτητα...»
«Μου ’παν για σνα πως σουν γιατρς για πργκιπες... να σωρ μο επαν...»
«Και συ τους πστεψες;» του απντησε πηγανοντας και π- λι στην απναντι γωνι να σκαλσει τα βοτνια και τις αλοιφς του.
«ταξιδεω, γροντα, για ν’ ακοω τους ανθρπους». «εχα την εντπωση πως εσαι προσκυνητς και πας στους
αγους τπους. τον Θε δεν ψχνεις, κνω λθος;» Ο Μπρσκι κατβασε το κεφλι. το πρσωπ του κοκκνισε.
του ταν πια φανερ πως ο καλγερος γρευε να τον τυλξει στα δχτυα της ρητορικς του.
«αν ταν μνο για τον χριστ