μελοποιημένη ποίηση

10

Click here to load reader

Transcript of μελοποιημένη ποίηση

Page 1: μελοποιημένη ποίηση

Μελοποιημένη Ποίηση

Οι δασκάλες της Α΄ τάξης Ντούσιου Στέλλα & Τζιοβάρα Θεοδώρα

2015-2016

Μελοποιημένα Ποιήματα

1. Μια Κυριακή του Μάρτη , Νίκος Γκάτσος

2 . Αν όλα τα παιδιά της γης , Γιάννης Ρίτσος

3 . Άσπρα καράβια , Σωτήρης Σκίπης

4 . Τα τζιτζίκ ια , Οδυσσέας Ελύτης

5. Η ποδηλάτισσα , Οδυσσέας Ελύτης

6. Γεια σου , κύριε Μενεξέ , Οδυσσέας Ελύτης

7. Η Ξανθούλα , Διονύσιος Σολωμός

8 . Η Μάγια , Οδυσσέας Ελύτης

9 . Το ποταμάκ ι , Ζαχαρ ίας Παπαντων ίου

10. Το τραγούδι της αγάπης , Γιάννης

Νεγρεπόντης

11. Ο γλάρος , Οδυσσέας Ελύτης

12 . Παιδ ί με το γρατσουνισμένο γόνατο ,

Οδυσσέας Ελύτης

13. Το θαλασσινό τριφύλλι , Οδυσσέας Ελύτης

14. Τσιριτρό , Ζαχαρ ίας Παπαντωνίου

15. Το μαγισσάκι , Οδυσσέας Ελύτης

16. Η μυγδαλιά , Νίκος Γκάτσος

17. Η μπαλάντα του Αντρίκου , Κώστας

Βάρναλης

18 . Άλλος γ ια Χ ίο τράβηξε , Μάνος Ελευθερ ίου

19 . Το πιο μεγάλο , Βασίλης Ρώτας

20. Του μικρού Βοριά , Οδυσσέας Ελύτης

21. Χάρτινο το φεγγαράκ ι , Νίκος Γκάτσος

22 . Το κοχύλι , Οδυσσέας Ελύτης

23. Το καλοκαίρ ι , Κωστής Παλαμάς

Page 2: μελοποιημένη ποίηση

Μια Κυριακή του Μάρτη

Μια Κυριακή του Μάρτη και μια Σαρακοστή

εσύ `σουν στο κατάρτι κι εγώ στην κουπαστή. Κρατούσαμε το δάκρυ

στα ματοτσίνορα, για μας δεν είχαν άκρη

της γης τα σύνορα.

Δε σού’ στειλα το μήλο και σ’ έχασα από φίλο, μα μ’ ένα πορτοκάλι θα σε κερδίσω πάλι.

Φίλα με της καρδιάς μου καραβοκύρη,

να ξαναπιώ τον ήλιο σ’ ένα ποτήρι. Φίλα με Αυγερινέ μου να γίνω Πούλια,

τραγούδι να μου λένε τα θαλασσοπούλια.

Μια Κυριακή του Μάρτη και μια Σαρακοστή

κρεμάσαμε στο χάρτη μια κόκκινη κλωστή και δίπλα στο τιμόνι

όταν γυρίσαμε το πρώτο χελιδόνι

καλωσορίσαμε.

Δε σού’ στειλα το μήλο και σ’ έχασα από φίλο μα μ’ ένα πορτοκάλι θα σε κερδίσω πάλι.

Φίλα με της καρδιάς μου καραβοκύρη,

να ξαναπιώ τον ήλιο σ’ ένα ποτήρι. Φίλα με Αυγερινέ μου να γίνω Πούλια,

τραγούδι να μου λένε τα θαλασσοπούλια.

Ποίηση Νίκου Γκάτσου

Αν όλα τα παιδιά της γης

Αν όλα τα παιδιά της γης πιάναν γερά τα χέρια

κορίτσια αγόρια στη σειρά και στήνανε χορό

ο κύκλος θα γινότανε πολύ πολύ μεγάλος

κι ολόκληρη τη Γη μας θ’ αγκάλιαζε θαρρώ.

Αν όλα τα παιδιά της γης φωνάζαν τους μεγάλους

κι αφήναν τα γραφεία τους και μπαίναν στο χορό

ο κύκλος θα γινότανε ακόμα πιο μεγάλος

και δυο φορές τη Γη μας θ’ αγκάλιαζε θαρρώ.

Θα `ρχόνταν τότε τα πουλιά θα `ρχόνταν τα λουλούδια θα `ρχότανε κι η άνοιξη

να μπει μες στο χορό κι ο κύκλος θα γινότανε

ακόμα πιο μεγάλος και τρεις φορές τη Γη μας

θ’ αγκάλιαζε θαρρώ!

Ποίηση Γιάννη Ρίτσου

Άσπρα καράβια

Άσπρα καράβια τα όνειρά

μας για κάποιο ρόδινο γιαλό,

άσπρα καράβια τα όνειρά μας.

Θα κόβουν δρόμο κι ένα δρόμο

μυριστικό κι ευωδιαστό, θα κόβουν δρόμο κι ένα

δρόμο.

Κι από ψηλά θα μας φωτίζει το φεγγαράκι το χλωμό

κι από ψηλά θα μας φωτίζει. Και θ’ αρμενίζουν, ω χαρά

μας, ίσα στο ρόδινο γιαλό,

άσπρα καράβια τα όνειρά μας.

Ποίηση Σωτήρη Σκίπη

Page 3: μελοποιημένη ποίηση

Τα τζιτζίκια

Η Παναγιά τα πέλαγα κρατούσε στην ποδιά της.

Την Σίκινο, την Αμοργό και τ’ άλλα τα παιδιά της.

Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι γεια σας κι η ώρα η καλή.

Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει; Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί.

Ζει και ζει και ζει ..... ο βασιλιάς ο ήλιος ζει.

Από την άκρη του καιρού

και πίσω απ’ τους χειμώνες άκουγα σφύριζε η μπουρού κι έβγαιναν οι Γοργόνες.

Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι γεια σας κι η ώρα η καλή.

Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει; Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί.

Ζει και ζει και ζει ..... ο βασιλιάς ο ήλιος ζει.

Κι εγώ μέσα στους αχινούς στις γούβες στ’ αρμυρίκια

σαν τους παλιούς θαλασσινούς ρωτούσα τα τζιτζίκια:

Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι γεια σας κι η ώρα η καλή.

Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει; Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί.

Ζει και ζει και ζει ..... ο βασιλιάς ο ήλιος ζει.

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Η ποδηλάτισσα Το δρόμο πλάι στη θάλασσα περπάτησα που `κανε κάθε

μέρα η ποδηλάτισσα.

Βρήκα τα φρούτα που `χε στο πανέρι της, το δαχτυλίδι

που `πεσε απ’ το χέρι της.

Βρήκα το κουδουνάκι και το σάλι της, τις ρόδες,

το τιμόνι, το πεντάλι της.

Τη ζώνη της, τη βρήκα σε μιαν άκρη, μια πέτρα διάφανη

που `μοιαζε με δάκρυ.

Τα μάζεψα ένα ένα και τα κράτησα κι έλεγα πού `ναι

πού `ναι η ποδηλάτισσα.

Την είδα να περνά πάνω απ’ τα κύματα, την άλλη μέρα

πάνω από τα μνήματα.

Την τρίτη νύχτωσ’ έχασα τ’ αχνάρια της, στους

ουρανούς άναψαν τα φανάρια της

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Γεια σου κύριε μενεξέ

Δύο συ και τρία γω πράσινο πεντόβολο

μπαίνω μέσα στον μπαξέ γεια σου κύριε μενεξέ.

Σιντριβάνι και νερό

και χαμένο μου όνειρο. Τζίντζιρας τζιντζίρισε

το ροδάνι γύρισε.

Χοπ αν κάνω δεξιά πέφτω πάνω στη ροδιά. Χοπ αν κάνω αριστερά πάνω στη βατομουριά.

Το `να χέρι μου κρατεί

μέλισσα θεόρατη τ’ άλλο στον αέρα πιάνει πεταλούδα που δαγκάνει

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Page 4: μελοποιημένη ποίηση

Η ξανθούλα

Την είδα την ξανθούλα, την είδα `ψες αργά

που εμπήκε στη βαρκούλα να πάει στην ξενιτιά.

Εφούσκωνε τ’ αέρι λευκότατα πανιά

ωσάν το περιστέρι που απλώνει τα φτερά.

Εστέκονταν οι φίλοι

με λύπη με χαρά κι αυτή με το μαντίλι

τους αποχαιρετά.

Και το χαιρετισμό της εστάθηκα να ειδώ,

ως που η πολλή μακρότης μου το `κρυψε κι αυτό.

Σ’ ολίγο, σ’ ολιγάκι δεν ήξερα να πω αν έβλεπα πανάκι

ή του πελάγου αφρό.

Και αφού πανί, μαντίλι εχάθη στο νερό

εδάκρυσαν οι φίλοι εδάκρυσα κι εγώ.

Δεν κλαίγω για τη βαρκούλα

δεν κλαίγω τα πανιά μόν’ κλαίγω την Ξανθούλα

που πάει στην ξενιτιά.

Δεν κλαίγω τη βαρκούλα με τα λευκά πανιά

μόν’ κλαίγω την Ξανθούλα με τα ξανθά μαλλιά.

Ποίηση Διονύσιου Σολωμού

Η Μάγια

Η Πούλια πόχει εφτά παιδιά μέσ’ απ’ τους ουρανούς

περνά. Κάποτε λίγο σταματά

στο φτωχικό μου και κοιτά.

Γεια σας τι κάνετε; Καλά; Καλά. Πώς είναι τα παιδιά; Τι να σας πω εκεί ψηλά τα τρώει τ’ αγιάζι κι η ερημιά.

Γι αυτό πικραίνεσαι κυρά, δε μου τα φέρνεις εδωνά; Ευχαριστώ μα `ναι πολλά

θα σου τη φάνε τη σοδειά.

Δώσε μου καν την πιο μικρή τη Μάγια την αστραφτερή. Πάρ’ την κι έχε λοιπόν στο

νου πως θα `σαι ο άντρας τ’

ουρανού.

Είπε, και πριν βγάλω μιλιά μου την καρφώνει στα μαλλιά

Λάμπουνε γύρω τα βουνά,

τα χέρια μου βγάνουν φωτιά. Κι η Πούλια πόχει εφτά παιδιά

φεύγει και μ’ αποχαιρετά.

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Το ποταμάκι

Από που είσαι, ποταμάκι; Από `κείνο το βουνό.

Πώς τον λέγαν τον παππού σου;

Σύννεφο στον ουρανό.

Ποια είναι η μάνα σου; Η μπόρα..

Πώς κατέβηκες στη χώρα; Τα χωράφια να ποτίσω

και τους μύλους να γυρίσω.

Στάσου να σε ιδούμε λίγο, ποταμάκι μου καλό.

Βιάζομαι πολύ να φύγω, ν’ ανταμώσω το γιαλό.

Ποίηση Ζαχαρία Παπαντωνίου

Page 5: μελοποιημένη ποίηση

Ο γλάρος

Στο κύμα πάει να κοιμηθεί

δεν έχει τι να φοβηθεί Μήνας μπαίνει μήνας

βγαίνει γλάρος είναι και πηγαίνει

Από πόλεμο δεν ξέρει ούτε τι θα πει μαχαίρι

Ο Θεός του `δωσε φύκια και χρωματιστά χαλίκια

Αχ αλί κι αλίμονό μας μες στον κόσμο το δικό

μας Δε μυρίζουνε τα φύκια δε γυαλίζουν τα χαλίκια

Χίλιοι δυο παραφυλάνε

σε κοιτάν και δε μιλάνε Είσαι σήμερα μονάρχης

κι ώσαμ’ αύριο δεν υπάρχεις

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Το τραγούδι της αγάπης

Η αγάπη είναι ποτάμι, που κυλάει, όλο κυλάει,

ως την θάλασσα να φτάσει.

Κάμπους και βουνά περνάει,

και κυλάει, όλο κυλάει η αγάπη το ποτάμι.

Ένα ρυάκι μοναχό

στην θάλασσα δεν φτάνει. Εσύ κι εγώ, εσείς και εμείς, με την αγάπη, αδέλφια μου,

να γίνουμε ποτάμι.

Η αγάπη είναι ποτάμι,

που κυλάει, όλο κυλάει, ως την θάλασσα να

φτάσει. Και βαθαίνει και πλαταίνει,

η αγάπη το ποτάμι, ως την θάλασσα να

φθάσει.

Ένα ρυάκι μοναχό στην θάλασσα δεν φτάνει. Εσύ κι εγώ, εσείς και εμείς, με την αγάπη, αδέλφια μου,

να γίνουμε ποτάμι.

Ποίηση Γιάννη Νεγρεπόντη

Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο

Παιδί με το γρατσουνισμένο

γόνατο κουρεμένο κεφάλι όνειρο

ακούρευτο ποδιά με σταυρωμένες

άγκυρες. Μπράτσο του πεύκου γλώσσα

του ψαριού αδερφάκι του σύννεφου!

Κοντά σου είδες ν’ ασπρίζει

ένα βρεμένο βότσαλο, άκουσες να σφυρίζει ένα

καλάμι. Τα πιο γυμνά τοπία που

γνώρισες, τα πιο χρωματιστά.

Βαθιά βαθιά ο αστείος περίπατος του σπάρου,

ψηλά ψηλά της εκκλησίτσας το καπέλο

και πέρα πέρα ένα βαπόρι με φουγάρα κόκκινα.

Παιδί με το γρατσουνισμένο

γόνατο χαϊμαλί τρελό σαγόνι

πεισματάρικο. Παντελονάκι αέρινο,

στήθος του βράχου κρίνο του νερού.

Μορτάκι του άσπρου σύννεφου!

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Page 6: μελοποιημένη ποίηση

Το θαλασσινό τριφύλλι

Μια φορά στα χίλια χρόνια

του πελάγου τα τελώνια μες στα σκοτεινά τα φύκια

μες τα πράσινα χαλίκια.

Το φυτεύουνε και βγαίνει πριν ο ήλιος ανατείλει

το μαγεύουνε και βγαίνει το θαλασσινό τριφύλλι.

Το θαλασσινό τριφύλλι

ποιος θα βρει να μου το στείλει. Ποιος θα βρει να μου το

στείλει το θαλασσινό τριφύλλι.

Μια φορά στα χίλια χρόνια κελαηδούν αλλιώς τ’

αηδόνια. Δε γελάνε μήτε κλαίνε, μόνο λένε μόνο λένε.

Μια φορά στα χίλια χρόνια

γίνεται η αγάπη αιώνια. Να `χεις τύχη να `χεις τύχη κι η χρονιά να σου πετύχει.

Το θαλασσινό τριφύλλι

ποιος θα βρει να μου το στείλει. Ποιος θα βρει να μου το

στείλει το θαλασσινό τριφύλλι.

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Τσιριτρό

Σε μια ρώγα από σταφύλι έπεσαν οχτώ σπουργίτες και τρωγόπιναν οι φίλοι.

Τσίρι τίρι, τσιριτρό, τσιριτρί τσιριτρό!

Εχτυπούσανε τις μύτες

και κουνούσαν τις ουρές κι είχαν γέλια και χαρές.

Τσίρι τίρι, τσιριτρό, τσιριτρί τσιριτρό!

Πώπω, πώπω, σε μια ρώγα φαγοπότι και φωνή!

την αφήκαν αδειανή. Τσίρι τίρι, τσιριτρό, τσιριτρί τσιριτρό!

Και μεθύσαν κι όλη μέρα

πάνε δώθε, πάνε πέρα, τραγουδώντας στον αέρα.

Τσίρι τίρι, τσιριτρό, τσιριτρί τσιριτρό!

Ποίηση Ζαχαρία

Παπαντωνίου

Το μαγισσάκι

Από τους χρόνους τους παλιούς το `χω βαθύ μεράκι

να βγω στις πέρα θάλασσες να βρω το

μαγισσάκι

Τ’ άπιαστο σαν αερικό στην εμορφιά του Μάης

που αν κάνεις να τον μυριστείς αλίμονό σου

εκάεις

Έβγα έβγα μαγισσάκι χτύπα χτύπα το ραβδάκι

ντο και ρε και μι και φα μες στα ροζ τα σύννεφα

Τι ζουμπούλια και τι κρίνα τι

και τούτα τι κι εκείνα ντο και ρε και φα και μι φούχτα μου και δύναμη

Ποιος θα μου δώκει δύναμη

κι ένα μακρύ καμάκι να βγω στις πέρα

θάλασσες να βρω το μαγισσάκι

Που `ναι σπηλιά του ο

ουρανός άγγελος η μαμά του

κι αφρός το φουστανάκι του στην άκρια του

κυμάτου

Χτύπα χτύπα το ραβδάκι γίνε το νερό στ’ αυλάκι

φα και ρε και μι και ντο μες στο μπλε το ξάγναντο

Τα παπιά και τα βαπόρια παν μαζί και πάνε χώρια

έξι τέσσερα κι οχτώ γούρι μου και φυλαχτό

Ανοίξτε πύλες κι εκκλησιές

ν’ ανάψω ένα κεράκι να κάνει θαύμα στα κρυφά

για με το μαγισσάκι

Που να κοιμάμαι ξυπνητός να τρέχω ξαπλωμένος

και να με λεν χωρίς καρδιά μα να `μαι ερωτευμένος

Έβγα έβγα μαγισσάκι χτύπα

χτύπα το ραβδάκι ντο και ρε και μι και φα μες

στα ροζ τα σύννεφα

Τα παπιά και τα βαπόρια παν μαζί και πάνε χώρια

έξι τέσσερα κι οχτώ γούρι μου και φυλαχτό

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Page 7: μελοποιημένη ποίηση

Μυγδαλιά

Μ’ ένα μου φιλί μυγδαλιά μυγδαλίτσα μου

μ’ ένα μου φιλί ψήλωσες πολύ.

Κι άπλωσες κλωνιά μυγδαλιά μυγδαλίτσα μου

κι άπλωσες κλωνιά μες στη γειτονιά.

Τώρα με κοιτάς

και φεύγεις μυγδαλιά μου τώρα με κοιτάς

και δε με χαιρετάς. Πρόσεξε καλά

σ’ το λέω μυγδαλιά μου πρόσεξε καλά

μην πέσεις χαμηλά.

Ψήλωσες πολύ μυγδαλιά μυγδαλίτσα μου

ψήλωσες πολύ μ’ ένα μου φιλί.

Μ’ ένα μου φιλί

μυγδαλιά μυγδαλίτσα μου μ’ ένα μου φιλί έγινες πουλί.

Κι άνοιξες φτερά μυγδαλιά μυγδαλίτσα μου

κι άνοιξες φτερά σε βαθιά νερά.

Τώρα με κοιτάς

και φεύγεις μυγδαλιά μου τώρα με κοιτάς

και δε με χαιρετάς. Πρόσεξε καλά

σ’ το λέω μυγδαλιά μου πρόσεξε καλά

μην πέσεις χαμηλά...

Ποίηση Νίκου Γκάτσου

Η μπαλάντα του Αντρίκου

Είχε την τέντα ξομπλιαστή

η βάρκα του καμπούρη Αντρέα.

Γυρμένος πλάι στην κουπαστή

ονείρατα έβλεπεν ωραία.

Η Κατερίνα κι η Ζωή, τ’ Αντιγονάκι κι η Ζηνοβία.

Ω, τι χαρούμενη ζωή! Χτυπάς, φτωχή καρδιά, με

βία.

Τα μεσημέρια τα ζεστά τη βάρκα παίρνανε τ’

Αντρέα για να τις πάει στ’ ανοιχτά

όλες μαζί, τρελή παρέα.

Ήρθ’ ο χειμώνας ο κακός και σκόρπισε η τρελή

παρέα Και σένα βήχας μυστικός σ’ έριξε χάμω, μπάρμπα

Αντρέα.

Ποίηση Κώστα Βάρναλη

Άλλος για Χίο τράβηξε

Στα καλντερίμια συζητούν

ως το πρωί γειτόνοι μα σκοτεινιάζει ο καιρός και στις καρδιές νυχτώνει

Άλλος για Χίο τράβηξε πήγε

κι άλλος για Μυτιλήνη κι άλλος στης Σύρας τα

στενά αίμα και δάκρυα πίνει

Σε πανηγύρι και γιορτή απ’ την Αγιά Μαρκέλλα

σ’ αγόρασα χρυσή κλώστη και κόκκινη κορδέλα

Άλλος για Χίο τράβηξε πήγε

κι άλλος για Μυτιλήνη κι άλλος στης Σύρας τα

στενά αίμα και δάκρυα πίνει

Ποίηση Μάνου Ελευθερίου

Page 8: μελοποιημένη ποίηση

Του μικρού Βοριά

Του μικρού βοριά

παράγγειλα, να `ναι καλό παιδάκι

Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα και το

παραθυράκι Γιατί στο σπίτι π’ αγρυπνώ,

η αγάπη μου πεθαίνει και μες στα μάτια την

κοιτώ, που μόλις ανασαίνει

Γεια σας περβόλια, γεια σας ρεματιές

Γεια σας φιλιά και γεια σας αγκαλιές

Γεια σας οι κάβοι κι οι ξανθοί γιαλοί

Γεια σας οι όρκοι οι παντοτινοί

Με πνίγει το παράπονο,

γιατί στον κόσμο αυτόνα τα καλοκαίρια τα `χασα κι

έπεσα στον χειμώνα Σαν το καράβι π’ άνοιξε τ’

άρμενα κι αλαργεύει βλέπω να χάνονται οι στεριές κι ο κόσμος

λιγοστεύει

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Το πιο μεγάλο

Από κάτω απ’ το ραδίκι κάθονται δυο πιτσιρίκοι

και ρωτάν ο ένας τον άλλο ποιο να `ν’ απ’ όλα πιο

μεγάλο.

Τους ακούει ένα σκαθάρι και τους λέει "το

κουκουνάρι!" τους ακούει ένα τριζόνι

και τους λέει "το πεπόνι!" Τους ακούει κι ένα

τσιμπούρι Και τους λέει "το γαϊδούρι!"

Γέλασαν οι πιτσιρίκοι γέλασε και το ραδίκι

κι ένας με μεγάλο στόμα βάτραχος γελάει ακόμα

Ποίηση Βασίλη Ρώτα

Χάρτινο το φεγγαράκι

Θα φέρει η θάλασσα πουλιά κι άστρα χρυσά τ’ αγέρι

να σου χαϊδεύουν τα μαλλιά, να σου φιλούν το χέρι.

Χάρτινο το φεγγαράκι,

ψεύτικη ακρογιαλιά, αν με πίστευες λιγάκι

θα `σαν όλα αληθινά.

Δίχως τη δική σου αγάπη δύσκολα περνά ο καιρός. Δίχως τη δική σου αγάπη

είναι ο κόσμος πιο μικρός.

Χάρτινο το φεγγαράκι, ψεύτικη ακρογιαλιά,

αν με πίστευες λιγάκι θα `σαν όλα αληθινά.

Ποίηση Νίκου Γκάτσου

Το κοχύλι

Έπεσα για να κολυμπήσω κι άφησα την καρδιά μου

πίσω.

Άφησα την καρδιά μου χάμω

σαν το κοχύλι μες την άμμο.

Πέρασαν όλες οι κοπέλες

με τα μαγιό και τις ομπρέλες.

Ύστερα πέρασαν οι φίλοι κανείς δε βρήκε το κοχύλι.

Χρόνους και χρόνους

κολυμπάω που να ν αγάπη για να πάω.

Έφαγε η θάλασσα το

βράχο κι έμεινε το νησί μονάχο.

Ποίηση Οδυσσέα Ελύτη

Page 9: μελοποιημένη ποίηση

Το καλοκαίρι

Ο κόσμος λάμπει σαν ένα αστέρι,

βουνά και κάμποι, δένδρα, νερά,

γιορτάζουν πάλι, καθώς προβάλει

το καλοκαίρι. Θεού χαρά!

Φωνούλες γέλια φέρνει τ’ αγέρι

μέσ’ απ’ τ’ αμπέλια τα καρπερά.

Παιδιά αγγελούδια ψέλνουν τραγούδια

στο καλοκαίρι. Θεού χαρά!

Την ώρα τούτη σκορπά ένα χέρι χάδια και πλούτη,

κι η γη φορά, σαν μια πορφύρα. Ζωής πλημμύρα

το καλοκαίρι. Θεού χαρά!

Η φύσις πέρα

ω νέοι και γέροι, σα μια μητέρα μας καρτερά. Η φύσις όλη σαν περιβόλι το καλοκαίρι. Θεού χαρά!

Ποίηση Κωστή Παλαμά

Page 10: μελοποιημένη ποίηση