ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ... ΟΙ ΜΑΥΡΕΣ ΤΡΥΠΕΣ

1
American Stock Exchange. Το δεύτερο σε μέγεθος χρηματιστήριο χρεογράφων στις ΗΠΑ, μετά το New York Stock Exchange. Γνωστό ως Little Board ή ως Curb Exchange. Οδηγίες σε χρηματιστή να αγοράσει ή να πωλήσει στην καλύτερη δυνατή τιμή που μπορεί να πετύχει. Στο καλύτερο. Περίπου σε κάποια τιμή. Εντολή πελάτη σε χρηματιστή να προβεί στην αγορά ή πώληση χρεογράφων μέσα σε ορισμένα όρια τιμών. Εντολή σε χρηματιστή να αγοράσει ή να πουλήσει αμέσως χρεόγραφα στην καλύτερη δυνατή τιμή της αγοράς τη στιγμή εκείνη. Στην τιμή ανοίγματος. Εντολή σε χρηματιστή να την εκτελέσει μόλις ανοίξει το χρηματιστήριο, αλλιώς ακυρώνεται. Η διαφορά μεταξύ της ζητούμενης τιμής για πώληση και της προσφερόμενης τιμής για αγορά ενός χρεογράφου. Προσφερόμενες τιμές για αγορές και για πωλήσεις. Bid = η τιμή που προσφέρει ο αγοραστής, Offer = η τιμή που προσφέρει ο πωλητής. Μετοχές μεγάλων και φερέγγυων εταιριών, που διανέμουν μέρισμα και έχουν ευνοϊκές προοπτικές εξέλιξης. Επιτυχής, σταθερή και κερδοφόρα επιχείρηση. Περιουσία ή περιουσιακό στοιχείο με υψηλή και σταθερή αξία. Δικαίωμα αγοράς. Το δικαίωμα που παρέχεται σε όσους έχουν αγοράσει χρηματιστηριακά δικαιώματα (options) να αγοράσουν ορισμένο αριθμό μετοχών, σε καθορισμένη τιμή, μέσα σε συμφωνημένη προθεσμία. Chicago Board Options Exchange Τιμή κλεισίματος. Γα το χρηματιστήριο η τιμή στην οποία πραγματοποιήθηκε η τελευταία πράξη σε συγκεκριμένο χρεόγραφο, σε ορισμένη ημερομηνία. Εντολή προς χρηματιστή να προβεί στην αγορά ή πώληση χρεογράφων σε καθορισμένη τιμή, η οποία ισχύει μόνο για την ημέρα που δίδεται. Η αγορά και η πώληση χρεογράφων την ίδια μέρα, για την αποκόμιση κέρδους από τη διαφορά τιμών. Δείκτης τιμών μετοχών των financial times. Δείκτης των διακυμάνσεων των τιμών 30 κορυφαίων βιομηχανικών μετοχών στο χρηματιστήριο του Λονδίνου με βάση 100 του έτους 1935. Γνωστό και ως FTSE. Αντιστάθμιση. Στρατηγική επενδύσεων σχεδιασμένη έτσι ώστε να αποφευχθεί ή να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απώλειας των επενδύσεων. Κοινοπραξία, συνεκμετάλλευση. Ειδική μορφή εταιρίας που ιδρύεται για ειδικό σκοπό, όπως π.χ. για την ανάληψη ενός έργου από κοινού, την από κοινού ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεως, ναύλωση σκάφους κ.λπ. AMEX At best At limit At the mar- ket At the opening Bid- Ask Spread Bid and of- fers Blue chip Call option CBOE Closing price Day order Day trading Financial Times In- dex Hedging Joint ven- ture Επένδυση χρημάτων που αποκτήθηκαν παράνομα ή είναι προϊόν φοροδιαφυγής κ.λπ. σε νόμιμες επιχειρήσεις. Πλύσιμο, ξέπλυμα χρημάτων. Ανώτατο ή κατώτατο όριο. Επιτρεπόμενο όριο, ανοδικών ή καθοδικών μεταβολών, σε τιμή χρεογράφου ή εμπορεύματος, στη διάρκεια συνεδρίασης του χρηματιστηρίου Κεφαλαιοποίηση. Η συνολική αξία μιας εταιρίας, με βάση την τρέχουσα αξία των μετοχών που έχουν εκδοθεί, δηλ. το σύνολο των μετοχών πολλαπλασιαζόμενο με την τρέχουσα τιμή της αγοράς. Οικονομικοί δείκτες για τις χρηματιστηριακές τάσεις ή τις οικονομικές εξελίξεις. Χρησιμοποιούνται για τις προβλέψεις. Αρχικά για το δίκτυο Ηλεκτρονικών Υπολογιστών του οργανισμού National As- sociation of Securities Dealers που μεταδίδει αυτομάτως στους ενδιαφερόμενους, πληροφορίες για τις τιμές των εκτός του χρηματιστηρίου (over the counter) χρεογράφων. Δημοσιεύει καθημερινά και σχετικό δείκτη τιμών (National Association of Securities Dealers Automated Quotations) Χαρακτηρισμός συστήματος, τερματικού, μονάδας καταστήματος κ.λπ. που υπάγεται και συνδέεται άμεσα με κεντρική μονάδα Η/Υ και καταχωρεί κάθε συναλλαγή τη στιγμή που πραγματοποιείται. New York Stock Exchange. Το κυριότερο χρηματιστήριο των ΗΠΑ με έδρα τη Νέα Υόρκη. Ιδρύθηκε το 1792, αλλά με τη σημερινή ονομασία είναι γνωστό από το 1863. Επειδή ο αριθμός των μελών του είναι περιορισμένος, κάθε θέση (seat) έχει μεγάλη χρηματική αξία. Τιμή ανοίγματος. Η τιμή στην οποία κλείσθηκε η πρώτη συναλλαγή στο χρηματιστήριο, σε ορισμένο χρεόγραφο, σε κάποια ημερομηνία. Δικαίωμα ή ευχέρεια παραλαβής ή παράδοσης, μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία (συνήθως τρίμηνη), ορισμένης ποσότητας χρεογράφων σε ορισμένη τιμή. Το δικαίωμα αγοράς καλείται call option ενώ το δικαίωμα πώλησης καλείται put option. Δευτερεύουσα-δευτερογενής αγορά. (ΗΠΑ) Δείκτης τιμών μετοχών. Απαρτίζεται από 400 βιομηχανικές μετοχές, εκ των οποίων 40 είναι κοινής ωφέλειας, 40 χρηματο-οικονομικές και 25 μεταφορών. Δημοσιεύεται στον οικονομικό και ηλεκτρονικό τύπο. Διάσπαση (σπάσιμο) μετοχής. Αντικατάσταση μετοχών με νέες, μικρότερης ονομαστικής αξίας. Π.χ. μια μετοχή αξίας 100$ αντικαθίσταται με δύο μετοχές των 50$. Επιχειρηματικά ή καινοτομικά κεφάλαια. Εταιρίες (ή άτομα) επιχειρηματικών κεφαλαίων που επενδύονται σε νέες ελπιδοφόρες επιχειρήσεις, για ανάπτυξη και επέκταση της δραστηριότητάς τους (καινοτομίες, εφευρέσεις, νέες ιδέες κ.λπ.) Laundering Limit up (or down) Market Capitaliza- tion Market \indicators Nasdaq New York Stock Ex- change Composite Index NYSE Opening price Option Secondary Market Standard & Poor’s 500- Composite- Stock Index Stock Split Venture capital ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΟΡΩΝ* * Οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από το “Λεξικό, Αγγλοελληνικό & Ελληνοαγγλικό, Εμπορικών Οικονομικών όρων” των Ι. Χρυσοβιτσιώτη - Ι. Σταυρακόπουλου, εκδόσεις Παπαζήση. 141

description

* Οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από το “Λεξικό, Αγγλοελληνικό & Ελληνοαγγλικό, Εμπορικών Οικονομικών όρων” των Ι. Χρυσοβιτσιώτη - Ι. Σταυρακόπουλου, εκδόσεις Παπαζήση. Η αγορά και η πώληση χρεογράφων την ίδια μέρα, για την αποκόμιση κέρδους από τη διαφορά τιμών. Επένδυση χρημάτων που αποκτήθηκαν παράνομα ή είναι προϊόν φοροδιαφυγής κ.λπ. σε νόμιμες επιχειρήσεις. Πλύσιμο, ξέπλυμα χρημάτων.

Transcript of ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ... ΟΙ ΜΑΥΡΕΣ ΤΡΥΠΕΣ

Page 1: ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ... ΟΙ ΜΑΥΡΕΣ ΤΡΥΠΕΣ

141ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ... ΟΙ ΜΑΥΡΕΣ ΤΡΥΠΕΣ

American Stock Exchange. Το δεύτερο σε μέγεθος χρηματιστήριο χρεογράφων στις ΗΠΑ, μετά το New York Stock Exchange. Γνωστό ως Little Board ή ως Curb Exchange.

Οδηγίες σε χρηματιστή να αγοράσει ή να πωλήσει στην καλύτερη δυνατή τιμή που μπορεί να πετύχει. Στο καλύτερο.

Περίπου σε κάποια τιμή. Εντολή πελάτη σε χρηματιστή να προβεί στην αγορά ή πώληση χρεογράφων μέσα σε ορισμένα όρια τιμών.

Εντολή σε χρηματιστή να αγοράσει ή να πουλήσει αμέσως χρεόγραφα στην καλύτερη δυνατή τιμή της αγοράς τη στιγμή εκείνη.

Στην τιμή ανοίγματος. Εντολή σε χρηματιστή να την εκτελέσει μόλις ανοίξει το χρηματιστήριο, αλλιώς ακυρώνεται.

Η διαφορά μεταξύ της ζητούμενης τιμής για πώληση και της προσφερόμενης τιμής για αγορά ενός χρεογράφου.

Προσφερόμενες τιμές για αγορές και για πωλήσεις. Bid = η τιμή που προσφέρει ο αγοραστής, Offer = η τιμή που προσφέρει ο πωλητής.

Μετοχές μεγάλων και φερέγγυων εταιριών, που διανέμουν μέρισμα και έχουν ευνοϊκές προοπτικές εξέλιξης. Επιτυχής, σταθερή και κερδοφόρα επιχείρηση. Περιουσία ή περιουσιακό στοιχείο με υψηλή και σταθερή αξία.

Δικαίωμα αγοράς. Το δικαίωμα που παρέχεται σε όσους έχουν αγοράσει χρηματιστηριακά δικαιώματα (options) να αγοράσουν ορισμένο αριθμό μετοχών, σε καθορισμένη τιμή, μέσα σε συμφωνημένη προθεσμία.

Chicago Board Options Exchange

Τιμή κλεισίματος. Γα το χρηματιστήριο η τιμή στην οποία πραγματοποιήθηκε η τελευταία πράξη σε συγκεκριμένο χρεόγραφο, σε ορισμένη ημερομηνία.

Εντολή προς χρηματιστή να προβεί στην αγορά ή πώληση χρεογράφων σε καθορισμένη τιμή, η οποία ισχύει μόνο για την ημέρα που δίδεται.

Η αγορά και η πώληση χρεογράφων την ίδια μέρα, για την αποκόμιση κέρδους από τη διαφορά τιμών.

Δείκτης τιμών μετοχών των financial times. Δείκτης των διακυμάνσεων των τιμών 30 κορυφαίων βιομηχανικών μετοχών στο χρηματιστήριο του Λονδίνου με βάση 100 του έτους 1935. Γνωστό και ως FTSE.

Αντιστάθμιση. Στρατηγική επενδύσεων σχεδιασμένη έτσι ώστε να αποφευχθεί ή να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απώλειας των επενδύσεων.

Κοινοπραξία, συνεκμετάλλευση. Ειδική μορφή εταιρίας που ιδρύεται για ειδικό σκοπό, όπως π.χ. για την ανάληψη ενός έργου από κοινού, την από κοινού ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεως, ναύλωση σκάφους κ.λπ.

AMEX

At best

At limit

At the mar-ket

At the opening

Bid- Ask Spread

Bid and of-fers

Blue chip

Call option

CBOE

Closing price

Day order

Day trading

Financial Times In- dex

Hedging

Joint ven-ture

Επένδυση χρημάτων που αποκτήθηκαν παράνομα ή είναι προϊόν φοροδιαφυγής κ.λπ. σε νόμιμες επιχειρήσεις. Πλύσιμο, ξέπλυμα χρημάτων.

Ανώτατο ή κατώτατο όριο. Επιτρεπόμενο όριο, ανοδικών ή καθοδικών μεταβολών, σε τιμή χρεογράφου ή εμπορεύματος, στη διάρκεια συνεδρίασης του χρηματιστηρίου

Κεφαλαιοποίηση. Η συνολική αξία μιας εταιρίας, με βάση την τρέχουσα αξία των μετοχών που έχουν εκδοθεί, δηλ. το σύνολο των μετοχών πολλαπλασιαζόμενο με την τρέχουσα τιμή της αγοράς.

Οικονομικοί δείκτες για τις χρηματιστηριακές τάσεις ή τις οικονομικές εξελίξεις. Χρησιμοποιούνται για τις προβλέψεις.

Αρχικά για το δίκτυο Ηλεκτρονικών Υπολογιστών του οργανισμού National As-sociation of Securities Dealers που μεταδίδει αυτομάτως στους ενδιαφερόμενους, πληροφορίες για τις τιμές των εκτός του χρηματιστηρίου (over the counter) χρεογράφων. Δημοσιεύει καθημερινά και σχετικό δείκτη τιμών (National Association of Securities Dealers Automated Quotations)

Χαρακτηρισμός συστήματος, τερματικού, μονάδας καταστήματος κ.λπ. που υπάγεται και συνδέεται άμεσα με κεντρική μονάδα Η/Υ και καταχωρεί κάθε συναλλαγή τη στιγμή που πραγματοποιείται.

New York Stock Exchange. Το κυριότερο χρηματιστήριο των ΗΠΑ με έδρα τη Νέα Υόρκη. Ιδρύθηκε το 1792, αλλά με τη σημερινή ονομασία είναι γνωστό από το 1863. Επειδή ο αριθμός των μελών του είναι περιορισμένος, κάθε θέση (seat) έχει μεγάλη χρηματική αξία.

Τιμή ανοίγματος. Η τιμή στην οποία κλείσθηκε η πρώτη συναλλαγή στο χρηματιστήριο, σε ορισμένο χρεόγραφο, σε κάποια ημερομηνία.

Δικαίωμα ή ευχέρεια παραλαβής ή παράδοσης, μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία (συνήθως τρίμηνη), ορισμένης ποσότητας χρεογράφων σε ορισμένη τιμή. Το δικαίωμα αγοράς καλείται call option ενώ το δικαίωμα πώλησης καλείται put option.

Δευτερεύουσα-δευτερογενής αγορά.

(ΗΠΑ) Δείκτης τιμών μετοχών. Απαρτίζεται από 400 βιομηχανικές μετοχές, εκ των οποίων 40 είναι κοινής ωφέλειας, 40 χρηματο-οικονομικές και 25 μεταφορών. Δημοσιεύεται στον οικονομικό και ηλεκτρονικό τύπο.

Διάσπαση (σπάσιμο) μετοχής. Αντικατάσταση μετοχών με νέες, μικρότερης ονομαστικής αξίας. Π.χ. μια μετοχή αξίας 100$ αντικαθίσταται με δύο μετοχές των 50$.

Επιχειρηματικά ή καινοτομικά κεφάλαια. Εταιρίες (ή άτομα) επιχειρηματικών κεφαλαίων που επενδύονται σε νέες ελπιδοφόρες επιχειρήσεις, για ανάπτυξη και επέκταση της δραστηριότητάς τους (καινοτομίες, εφευρέσεις, νέες ιδέες κ.λπ.)

Laundering

Limit up (or down)

Market Capitaliza-tion

Market \indicators

Nasdaq

New York Stock Ex-change Composite Index

NYSE

Opening price

Option

Secondary Market

Standard & Poor’s 500-Composite-Stock Index

Stock Split

Venture capital

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΟΡΩΝ*

* Οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από το “Λεξικό, Αγγλοελληνικό & Ελληνοαγγλικό, Εμπορικών Οικονομικών όρων” των Ι. Χρυσοβιτσιώτη - Ι. Σταυρακόπουλου, εκδόσεις Παπαζήση.

141