ΒΑΝΚΑΣ - ΕΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΑΝΗ

2
Συνέχεια του διηγήματος «Ο Βάνκας» …...Το ίδιο βράδυ πέρασε μια τρόικα, πήρε όλα τα γράμματα από το γραμματοκιβώτιο και τα φόρτωσε. Ο αμαξάς - ταχυδρόμος παρέδωσε πολλά γράμματα, ώσπου πήρε στα χέρια του το γράμμα του Βάνκα. Κοίταξε το όνομα του παραλήπτη .Τότε, αφού είδε ότι έλειπε το όνομα του χωριού , το πέταξε κάτω κι έφυγε. Εκείνη την Παραμονή Χριστουγέννων έγινε ένα θαύμα. Ξαφνικά φύσηξε ένα δυνατό αεράκι και το γράμμα άρχισε να στροβιλίζετε στον αέρα. Πέρασε πάνω από σπίτια με καπνισμένες καμινάδες, πάνω από εκκλησίες και από άλλων ειδών κτήρια. Κάποια στιγμή έφτασε στο χωριό του Βάνκα. Σταμάτησε μπροστά στην πόρτα του σπιτιού , όπου ήταν νυχτοφύλακας ο παππούς του. Την επόμενη μέρα η δεσποινίς Όλγα Ιγκνάτιεβνα άνοιξε την πόρτα , για να πάει τον πρωινό της περίπατο , και είδε το γράμμα. Το πήρε, διάβασε απ’ έξω τα στοιχεία και είδε πως ήταν για τον νυχτοφύλακα, τον Κωσταντή Μακάριτς. Υπέθεσε πως θα ήταν από τον Βάνκα κι έτσι το άνοιξε κι άρχισε να το διαβάζει. Στην αρχή χάρηκε , μα μετά από λίγο συγκινήθηκε πάρα πολύ. Πήγε στον παππού του Βάνκα και τον ρώτησε πού ακριβώς είναι το εργαστήρι που τον είχε πάει. Αφού της είπε , πήγε κι φόρεσε το παλτό της, πήρε την άμαξά της και ξεκίνησε για την Μόσχα. Μετά από ώρες έφτασε μπροστά από το εργαστήρι του Αλιάχιν. Βγήκε από το αμάξι, στάθηκε για λίγο μπροστά από την πόρτα και την άνοιξε. Μπήκε μέσα και είδε τον τσαγκάρη να κάθεται στον πάγκο του εργαστηρίου και να φτιάχνει ένα ζευγάρι παπούτσια. -Καλημέρα!, είπε ο Αλιάχιν. Πώς θα μπορούσα να σας βοηθήσω; -Γεια σας!, είπε η δεσποινίς Όλγα. Ήρθα εδώ , για να πάρω τον Βάνκα. Μπορείτε να τον φωνάξετε; Ο Αλιάχιν παραξενεύτηκε. -Φυσικά δεσποινίς., απάντησε εκείνος. Πήγε στο δωμάτιο όπου κοιμόταν ο Βάνκας και τον πήγε στο εργαστήρι. Μόλις τον είδε η δεσποινίς Όλγα έτρεξε και τον αγκάλιασε. Τότε τον πήρε και έφυγε από εκεί. Ο Βάνκας

description

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Transcript of ΒΑΝΚΑΣ - ΕΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΑΝΗ

Page 1: ΒΑΝΚΑΣ  - ΕΝΑ  ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ  ΤΕΛΟΣ  ΑΠΟ  ΤΗ  ΦΑΝΗ

Σ υ ν έ χ ε ι α τ ο υ δ ι η γ ή μ α τ ο ς « Ο Β ά ν κ α ς »

…...Το ίδιο βράδυ πέρασε μια τρόικα, πήρε όλα τα γράμματα από το γραμματοκιβώτιο και τα φόρτωσε. Ο αμαξάς - ταχυδρόμος παρέδωσε πολλά γράμματα, ώσπου πήρε στα χέρια του το γράμμα του Βάνκα. Κοίταξε το όνομα του παραλήπτη .Τότε, αφού είδε ότι έλειπε το όνομα του χωριού , το πέταξε κάτω κι έφυγε. Εκείνη την Παραμονή Χριστουγέννων έγινε ένα θαύμα. Ξαφνικά φύσηξε ένα δυνατό αεράκι και το γράμμα άρχισε να στροβιλίζετε στον αέρα. Πέρασε πάνω από σπίτια με καπνισμένες καμινάδες, πάνω από εκκλησίες και από άλλων ειδών κτήρια. Κάποια στιγμή έφτασε στο χωριό του Βάνκα. Σταμάτησε μπροστά στην πόρτα του σπιτιού , όπου ήταν νυχτοφύλακας ο παππούς του. Την επόμενη μέρα η δεσποινίς Όλγα Ιγκνάτιεβνα άνοιξε την πόρτα , για να πάει τον πρωινό της περίπατο , και είδε το γράμμα. Το πήρε, διάβασε απ’ έξω τα στοιχεία και είδε πως ήταν για τον νυχτοφύλακα, τον Κωσταντή Μακάριτς. Υπέθεσε πως θα ήταν από τον Βάνκα κι έτσι το άνοιξε κι άρχισε να το διαβάζει. Στην αρχή χάρηκε , μα μετά από λίγο συγκινήθηκε πάρα πολύ. Πήγε στον παππού του Βάνκα και τον ρώτησε πού ακριβώς είναι το εργαστήρι που τον είχε πάει. Αφού της είπε , πήγε κι φόρεσε το παλτό της, πήρε την άμαξά της και ξεκίνησε για την Μόσχα. Μετά από ώρες έφτασε μπροστά από το εργαστήρι του Αλιάχιν. Βγήκε από το αμάξι, στάθηκε για λίγο μπροστά από την πόρτα και την άνοιξε. Μπήκε μέσα και είδε τον τσαγκάρη να κάθεται στον πάγκο του εργαστηρίου και να φτιάχνει ένα ζευγάρι παπούτσια.

-Καλημέρα!, είπε ο Αλιάχιν. Πώς θα μπορούσα να σας βοηθήσω;-Γεια σας!, είπε η δεσποινίς Όλγα. Ήρθα εδώ , για να πάρω τον Βάνκα. Μπορείτε να τον φωνάξετε;Ο Αλιάχιν παραξενεύτηκε.-Φυσικά δεσποινίς., απάντησε εκείνος.Πήγε στο δωμάτιο όπου κοιμόταν ο Βάνκας και τον πήγε στο εργαστήρι. Μόλις τον είδε η δεσποινίς Όλγα έτρεξε και τον αγκάλιασε. Τότε τον πήρε και έφυγε από εκεί. Ο Βάνκας ήταν τόσο χαρούμενος και ευχαρίστησε τον Θεό για το πιο υπέροχο και σπουδαίο δώρο Χριστουγέννων. -Ο παππούς μου ξέρει ότι ήρθες να με πάρεις; Διάβασε το γράμμα μου;, ρώτησε ο μικρός.-Όχι, είναι έκπληξη., του απάντησε εκείνη.Ύστερα από λίγο φτάσανε στο σπίτι, στο χωριό. Μπήκανε μέσα και ο Βάνκας έτρεξε κατευθείαν στην κουζίνα του σπιτιού , γιατί ήξερε ότι θα βρει εκεί τον παππού να μιλάει με τις μαγείρισσες. Πήγε και μόλις τον είδε, τον αγκάλιασε. Ο παππούς του , όταν κατάλαβε ότι ήταν εκείνος , τον έσφιξε στην αγκαλιά του. Μετά

Page 2: ΒΑΝΚΑΣ  - ΕΝΑ  ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ  ΤΕΛΟΣ  ΑΠΟ  ΤΗ  ΦΑΝΗ

τον ρώτησε πώς βρέθηκε εκεί κι ο Βάνκας άρχισε να του λέει όλη την ιστορία του από την αρχή μέχρι το τέλος…………………ΚΑΙ ΖΗΣΑΝΕ ΑΥΤΟΙ ΚΑΛΑ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ!!!!!!!!!!!!!

Φανή , Α2