Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

29
ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΧΑΡΟΛΝΤ ΠΙΝΤΕΡ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΕΜΜΑ, 38 χρονών ΤΖΕΡΡΥ ΡΟΜΠΕΡΤ, 40 χρονών ΓΚΑΡΣΟΝΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΣΚΗΝΗ 1: Μπαρ. 1977. Άνοιξη. ΣΚΗΝΗ 2: Το σπίτι του Τζέρρυ. Γραφείο. 1977. Άνοιξη (αργότερα) ΣΚΗΝΗ 3: Διαμέρισμα. 1975. Χειμώνας ΣΚΗΝΗ 4: Το σπίτι του Ρόμπερτ και της Έμμα. Λίβινγκρουμ. 1974. Φθινόπωρο ΣΚΗΝΗ 5: Δωμάτιο ξενοδοχείου. Βενετία. 1973. Καλοκαίρι ΣΚΗΝΗ 6: Διαμέρισμα. 1973. Καλοκαίρι (αργότερα) ΣΚΗΝΗ 7: Εστιατόριο. 1973. Καλοκαίρι (αργότερα) ΣΚΗΝΗ 8: Διαμέρισμα. 1971. Καλοκαίρι ΣΚΗΝΗ 9: Το σπίτι του Ρόμπερτ και της Έμμα. Κρεβατοκάμαρα. 1968. Χειμώνας Το έργο μπορεί να παιχτεί χωρίς διάλειμμα, ή με ένα διάλειμμα μετά την 4η Σκηνή ΣΚΗΝΗ 1 Μπαρ, 1977, Άνοιξη, Μεσημέρι. Η Έμμα κάθεται σ' ένα γωνιακό τραπέζι. Ο Τζέρρυ πλησιάζει, κρατώντος ένα ποτήρι μπύρα για τον εαυτό του, ένα ποτήρι κρασί για εκείνην. Κάθεται. Χαμογελάνε, υψώνουν τα ποτήρια «εις υγείαν» αμίλητοι, πίνουν. Ο Τζέρρυ ακουμπάει την πλάτη του στη ράχη της καρέεκλας και κοιτάει την Έμμα

Transcript of Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

Page 1: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΠΡΟΔΟΣΙΑΧΑΡΟΛΝΤ ΠΙΝΤΕΡ

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

ΕΜΜΑ, 38 χρονών

ΤΖΕΡΡΥ

ΡΟΜΠΕΡΤ, 40 χρονών

ΓΚΑΡΣΟΝΙ

ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ

ΣΚΗΝΗ 1: Μπαρ. 1977. Άνοιξη.

ΣΚΗΝΗ 2: Το σπίτι του Τζέρρυ. Γραφείο. 1977. Άνοιξη (αργότερα)

ΣΚΗΝΗ 3: Διαμέρισμα. 1975. Χειμώνας

ΣΚΗΝΗ 4: Το σπίτι του Ρόμπερτ και της Έμμα. Λίβινγκρουμ. 1974. Φθινόπωρο

ΣΚΗΝΗ 5: Δωμάτιο ξενοδοχείου. Βενετία. 1973. Καλοκαίρι

ΣΚΗΝΗ 6: Διαμέρισμα. 1973. Καλοκαίρι (αργότερα)

ΣΚΗΝΗ 7: Εστιατόριο. 1973. Καλοκαίρι (αργότερα)

ΣΚΗΝΗ 8: Διαμέρισμα. 1971. Καλοκαίρι

ΣΚΗΝΗ 9: Το σπίτι του Ρόμπερτ και της Έμμα. Κρεβατοκάμαρα. 1968. Χειμώνας

Το έργο μπορεί να παιχτεί χωρίς διάλειμμα, ή με ένα διάλειμμα μετά την 4η Σκηνή

ΣΚΗΝΗ 1

Μπαρ, 1977, Άνοιξη, Μεσημέρι. Η Έμμα κάθεται σ' ένα γωνιακό τραπέζι. Ο Τζέρρυ πλησιάζει, κρατώντος ένα ποτήρι μπύρα για τον εαυτό του, ένα ποτήρι κρασί για εκείνην. Κάθεται. Χαμογελάνε, υψώνουν τα ποτήρια «εις υγείαν» αμίλητοι, πίνουν. Ο Τζέρρυ ακουμπάει την πλάτη του στη ράχη της καρέεκλας και κοιτάει την Έμμα

Page 2: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Λοιπόν...ΕΜΜΑ: Πώς είσαι;ΤΖΕΡΡΥ: Καλά.ΕΜΜΑ: Φαίνεσαι μια χαρά.ΤΖΕΡΡΥ: Χμ, όχι και τόσο.ΕΜΜΑ: Γιατί; Τι έχεις;ΤΖΕΡΡΥ: Πονοκέφαλο. (Υψώνει το ποτήρι του) Εβίβα. (Πίνει) Εσύ πώς είσαι;ΕΜΜΑ: Ωραία. (Κοιτάει γύρω το μπαρ, έπειτα εκείνον) Όπως τον παλιό καιρό.ΤΖΕΡΡΥ: Είναι δέκα χρονών.ΕΜΜΑ: Θεέ μου. Βέβαια, τόσο πρέπει να είναι.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, τόσο. (ΙΙαύση) Ο Νεντ θα έκλεισε τα πέντε.ΕΜΜΑ: Το θυμάσαι.ΤΖΕΡΡΥ: Ε, φυσικά το θυμάμαι. (ΙΙαύση)ΕΜΜΑ: Ναι. (Παύση) Είσαι καλά, εσύ;ΤΖΕΡΡΥ: Ω... ναι, βέβαια. (ΙΙαύση)ΕΜΜΑ: Με σκέφτεσαι καμιά φορά;ΤΖΕΡΡΥ: Δεν χρειάζεται να σε σκέπτομαι. (Παύση) Οπωσδήποτε, είμαι καλά. Εσύ;ΕΜΜΑ: Μια χαρά.ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι πολύ όμορφη.ΕΜΜΑ: Αλήθεια; Σ' ευχαριστώ. Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω.ΤΖΕΡΡΥ: Κι εγώ. Δηλαδή, που σε ξαναβλέπω.ΕΜΜΑ: Με σκέφτεσαι πότε-πότε;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, πότε-πότε. (Παύση) Προχτές είδα τη Σαρλόττα.ΕΜΜΑ: Αλήθεια; Πού; Δε μου το είπε.ΤΖΕΡΡΥ: Εκείνη δεν με είδε. Στο δρόμο.ΕΜΜΑ: Μα έχεις να τη δεις χρόνια.ΤΖΕΡΡΥ: Τη γνώρισα αμέσως.ΕΜΜΑ: Μα πώς; Πώς;ΤΖΕΡΡΥ: Κι όμως...ΕΜΜΑ: Πώς ήταν;ΤΖΕΡΡΥ: Σαν κι εσένα.ΕΜΜΑ: Όχι -πώς σου φάνηκε, αληθινά.ΤΖΕΡΡΥ: Μου φάνηκε χάρμα.ΕΜΜΑ: Ναι. Είναι πολύ... Είναι «γόησσα». Έγινε δεκατριών πια. (Παύση) Θυμάσαι τότε που... ω, ήταν... τότε που τη σήκωσες και την πέταξες ψηλά και την ξανάπιασες στον αέρα;ΤΖΕΡΡΥ: Ήταν πολύ ελαφριά.ΕΜΜΑ: Ξέρεις, το θυμάται ακόμα.ΤΖΕΡΡΥ: Αλήθεια;ΕΜΜΑ: Μμμ. Που την πέταξες.ΤΖΕΡΡΥ: Μπράβο μνήμη! (Παύση) Δεν ξέρει... για μας, ε;ΕΜΜΑ: Όχι, βέβαια. Σε θυμάται, σαν παλιό οικογενειακό φίλο.ΤΖΕΡΡΥ: Ωραία. (Παύση) Ναι, ήταν όλοι «παρόντες», εκείνη τη μέρα,

Page 3: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

όρθιοι γύρω-γύρω, ο άντρας σου, η γυναίκα μου, όλα τα παιδιά, θυμάμαι.ΕΜΜΑ: Ποια μέρα;ΤΖΕΡΡΥ: Τότε που πέταξα τη Σαρλόττα ψηλά. Ήμαστε στην κουζίνα σου.ΕΜΜΑ: Στη δική σου κουζίνα. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Αγάπη μου.ΕΜΜΑ: Μην το λες αυτό. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Μοιάζει σαν να πέρασε πάρα πολύς καιρός.ΕΜΜΑ: Ναι;ΤΖΕΡΡΥ: Ένα ποτήρι ακόμα; (Παίρνει τα ποτήρια, πάει στο μπαρ. Η Έμμα μένει ασάλευτη. Ο Τζέρρυ ξαναγυρίζει με τα ποτά, κάθεται) ΕΜΜΑ: Προχτές, σε σκέφτηκα. (Παύση) Περνούσα με τ' αυτοκίνητο μέσ' απ' το Κίλμπερν. Ξαφνικά, κατάλαβα πού βρισκόμουν. Γύρισα λίγο πίσω. Πέρασα μπρος απ' το σπίτι και σταμάτησα το αμάξι δεκαπέντε μέτρα πιο πέρα, όπως κάναμε τότε, θυμάσαι;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΕΜΜΑ: Κάποιοι βγαίνανε απ' το σπίτι. Προχώρησαν τον ανήφορο.ΤΖΕΡΡΥ: Τι μέρος λόγου ήταν αυτοί οι «κάποιοι»;ΕΜΜΑ: Ω... νέοι, κοπέλες. Έπειτα, βγήκα απ' το αυτοκίνητο κι ανέβηκα τα σκαλιά. Κοίταξα τα κουδούνια, ξέρεις, τα ονόματα στα κουδούνια. Γύρευα τ' όνομά μας. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Γκρην. (Παύση) Δεν το βρήκες, ε;ΕΜΜΑ: Όχι.ΤΖΕΡΡΥ: Επειδή δεν είμαστε πια εκεί. Έχουμε χρόνια να πάμε.ΕΜΜΑ: Ναι, χρόνια. (ΙΙαύση)ΤΖΕΡΡΥ: Μαθαίνω πως βλέπεις τον Κέιζυ.ΕΜΜΑ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Τον Κέιζυ. Άκουσα πως είσαστε... πως τον βλέπεις συχνά.ΕΜΜΑ: Ποιος στο είπε;ΤΖΕΡΡΥ: Ω... Ο κόσμος... λένε...ΕΜΜΑ: Διάβολε!ΤΖΕΡΡΥ: Το αστείο είναι πως το μόνο που ένιωσα ήταν θυμός, θέλω να πω θυμός επειδή κανένας δεν μας κουτσομπόλεψε, εμάς, τότε. Είπα, για δες, μπορεί να πίνει πού και πού κανένα ποτό με τον Κέιζυ, σπουδαίο το πράμα, όμως εκείνη κι εγώ είχαμε σχέσεις εφτά ολόκληρα χρόνια και κανένας σας, ηλίθιοι, δεν πήρε είδηση τι γινόταν. (Παύση)ΕΜΜΑ: Πού ξέρεις; Μπορεί να το ήξεραν όλοι, απ' την αρχή, και να μην ξέραμε εμείς πως το ήξεραν.ΤΖΕΡΡΥ: Μη λες ανοησίες. Ήμαστε πολύ πονηροί. Κανένας δεν το έμαθε. Ποιος πήγαινε στο Κίλμπερν εκείνα τα χρόνια; Μονάχα εσύ κι εγώ. (Παύση) Ωστόσο, τι είναι αυτή η ιστορία με τον Κέιζυ;ΕΜΜΑ: Τι θες να πεις;ΤΖΕΡΡΥ: Τι τρέχει;ΕΜΜΑ: Πίνουμε, πού και πού, κανένα ποτό μαζί.ΤΖΕΡΡΥ: Νόμιζα πως δεν σου άρεσε η δουλειά του.

Page 4: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Άλλαξα γνώμη. Ή η δουλειά του άλλαξε. Ζηλεύεις;ΤΖΕΡΡΥ: Ποιον; (Παύση) Δεν μπορώ να ζηλέψω τον Κέιζυ. Είμαι ατζέντης του. Τον συμβούλεψα για το διαζύγιό του. 'Εχω διαβάσει όλα του τα χειρόγραφα. Έπεισα τον άντρα σου να εκδώσουμε το πρώτο του μυθιστόρημα. Τον συνόδεψα στην Οξφόρδη, όπου μίλησε. Είναι... είναι παιδί μου. Τον ανακάλυψα όταν ήταν ποιητής - αι πάει πάρα πολύς καιρός από τότε. (ΙΙαύση) Με πήρε μαζί του στο Σαουθάμπτον, να γνωρίσω τον πατέρα του και τη μητέρα του. Δεν μπορώ να ζηλέψω τον Κέιζυ. Άλλωστε, δεν έχουμε πια σχέσεις, εσύ κι εγώ. Πάνε χρόνια που δεν ιδωθήκαμε. Αληθινά, Θα χαρώ πολύ, αν είσ' ευτυχισμένη. (Παύση) Και... ο Ρόμπερτ; (Παύση)ΕΜΜΑ: Νομίζω πως... Θα χωρίσουμε.ΤΖΕΡΡΥ: Α!ΕΜΜΑ: Μιλήσαμε πολύ... χτες βράδυ.ΤΖΕΡΡΥ: Χτες βράδυ;ΕΜΜΑ: Ξέρεις τι ανακάλυψα... χτες βράδυ; Με απατούσε χρόνια. Είχε... άλλες γυναίκες.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι δα! Κύριε ελέησον! (Παύση) Αλλά κι εμείς τον απατούσαμε χρόνια.ΕΜΜΑ: Κι αυτός με απατούσε χρόνια.ΤΖΕΡΡΥ: Ποτέ δεν το φαντάστηκα.ΕΜΜΑ: Ούτε κι εγώ. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Το ξέρει ο Κέιζυ;ΕΜΜΑ: Σε παρακαλώ να μην τον λές Κέιζυ και Κέιζυ. Το όνομά του είναι Ρότζερ.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. Ρότζερ.ΕΜΜΑ: Σου τηλεφώνησα. Δεν ξέρω γιατί.ΤΖΕΡΡΥ: Αστείο, ε; Ήμαστε τόσο στενοί φίλοι με τον Ρόμπερτ, κι ας έχουμε να ιδωθούμε κάμποσους μήνες τώρα... Όμως, όλ' αυτά τα χρόνια που τρώγαμε και πίναμε μαζί... ούτε μου πέρασε απ' το νου... ούτε ιδέα... πως υπήρχε κάποια άλλη... στη ζωή του, εκτός από σένα. Ποτέ. Ας πούμε, όταν είσαι μ' ένα φίλο σε καποιο μπαρ η εστιατόριο, κι αυτός σηκώνεται πότε-πότε να πάει στην τουαλέττα, να πούμε, ποιος δεν πάει; Αλλά αν ο φίλος σου κάνει κανένα «πονηρό» τηλεφώνημα, το πιάνεις στον αέρα, το μυρίζεσαι, λίγο-πολύ. Ε, με τον Ρόμπερτ δεν μου έτυχε ποτέ κάτι τέτοιο. Ποτέ δεν έκανε «λαθραία» τηλεφωνήματα, σε κανένα μπαρ που βρεθήκαμε μαζί. Το αστείο είναι πως εγώ τηλεφωνούσα κλεφτά - σ' εσένα, αφήνοντάς τον να πίνει στο μπαρ. Αυτό είναι το αστείο. (Παύση) Πότε στο είπε;ΕΜΜΑ: Χτες βράδυ. Νομίζω πως δεν κοιμηθήκαμε όλη τη νύχτα. (ΙΙαύση)ΤΖΕΡΡΥ: Κουβεντιάζατε όλη νύχτα;ΕΜΜΑ: Ναι. Ν αι... (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Δε φαντάζομαι να μιλήσατε και... για μένα;ΕΜΜΑ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Λέω...

Page 5: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Σου τηλεφώνησα σήμερα το πρωί, ξέρεις, μόνο και μόνο επειδή... επειδή είμαστε παλιοί φίλοι... δεν έκλεισα μάτι όλη νύχτα... Τέλειωσαν όλα... και ξαφνικά, ένιωσα πως ήθελα να σε δω.ΤΖΕΡΡΥ: Μα, ναι, βέβαια, χαίρομαι που σε βλέπω. Αληθινά. Λυπάμαι... για...ΕΜΜΑ: Θυμάσαι; Θέλω να πω: Θυμ άσαι;ΤΖΕΡΡΥ: Θυμάμαι. (Παύση)ΕΜΜΑ: Δεν μπορούσες να πληρώνεις το νοίκι του σπιτιού στο Κίλμπερν, όταν το πρωτοπιάσαμε, ε;ΤΖΕΡΡΥ: Ω, ο έρωτας βρίσκει τρόπους.ΕΜΜΑ: Εγώ αγόρασα τις κουρτίνες.ΤΖΕΡΡΥ: Βρήκες τρόπο.ΕΜΜΑ: Άκου, δε θέλησα να σε δω από “νοσταλγία” - τι νόημα θα είχε, άλλωστε; Ήθελα μόνο, να δω πώς είσαι. Αλήθεια. Πώς είσαι;ΤΖΕΡΡΥ: Ω, τι σημασία έχει; (Παύση) Δεν είπες στον Ρόμπερτ για μένα, χτες βράδυ, ε;ΕΜΜΑ: Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. (ΙΙαύση) Αυτός μου τα είπε όλα. Του τα είπα όλα κι εγώ. Δεν κοιμηθήκαμε... όλη τη νύχτα. Κάποια στιγμή, κατέβηκε ο Νεντ. Αναγκάστηκα να τον ανεβάσω στην κάμαρά του, να τον βάλω στο κρεβάτι του. Ύστερα, ξανακατέβηκα. Θα τον ξύπνησαν οι φωνές μας. Ξέρεις...ΤΖΕΡΡΥ: Του τα είπες όλα;ΕΜΜΑ: Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς.ΤΖΕΡΡΥ: Του τα είπες όλα... για μας τους δυο;ΕΜΜΑ: Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Μα είναι ο καλύτερός μου φίλος. Θέλω να πω... Σήκωσα την κόρη του και την πέταξα στον αέρα και την ξαναπιασα, στην κουζινα μου. Με κοιτούσε όσο έπαιζα με..ΕΜΜΑ: Δεν έχει σημασία. Όλ' αυτά πέρασαν και πάνε.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι; Τι πέρασε;ΕΜΜΑ: Όλα τέλειωσαν, τέλειωσαν. (Πίνει)

ΣΚΗΝΗ 2

Το σπίτι του Τζέρρυ. Γραφείο. 1977. Άνοιξη (αργότερα) Ο Τζέρρυ κάθεται. Ο Ρόμπερτ, όρθιος μ'ένα ποτήρι στο χέρι

ΤΖΕΡΡΥ: Καλοσύνη σου που ήρθες.ΡΟΜΠΕΡΤ: Έλα τώρα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, ναι, ξέρω πως θα σου ήταν δύσκολο... ξέρω... τα παιδιά.ΡΟΜΠΕΡΤ: Δεν πειράζει. Μου φάνηκες πολύ βιαστικός.ΤΖΕΡΡΥ: Δηλαδή... Βρήκες κανέναν;ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Για Να κρατήσει τα παιδιά.

Page 6: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, ναι. Μην ανησυχείς. Όλα είν' εντάξει. Κι έπειτα, η Σαρλόττα δεν είναι πια μωρό.ΤΖΕΡΡΥ: Βέβαια. (Παύση) Δεν κάθεσαι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, μπορεί, σε λίγο. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Η Τζούντιθ είναι στο νοσοκομείο... έχει νυχτερινή υπηρεσία. Τα παιδιά είναι... εδώ... απάνω.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α...ΤΖΕΡΡΥ: Πρέπει να σου μιλήσω... Είναι κάτι σημαντικό.ΡΟΜΠΕΡΤ: Μίλα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Φαίνεσαι αναστατωμένος. (Παύση) Τι τρέχει; (Παύση) Μήπως για σένα και την Έμμα; Ε; (Παύση) Μα τα ξέρω όλα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. Το... έμαθα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α! (Παύση) Ε, δεν είναι και τόσο σπουδαίο. Τέλειωσε από χρόνια, ε;ΤΖΕΡΡΥ: Είναι σπουδαίο.ΡΟΜΠΕΡΤ: Αλήθεια; Γιατί; (Ο Τζέρρυ σηκώνεται, σουλατσάρει)ΤΖΕΡΡΥ: Νόμιζα πως θα τρελαθώ.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τότε;ΤΖΕΡΡΥ: Απόψε. Πριν από λίγο. Αναρωτιόμουν αν έπρεπε να σου τηλεφωνήσω. Έπρεπε να σου τηλεφωνήσω. Μου πήρε δυο ώρες ώσπου να τ' αποφασίσω. Και συ, είχες τα παιδιά... Νόμιζα πως δε θα μπορούσα να σε δω... Πήγα να τρελαθώ. Σ' ευχαριστώ... πάρα πολύ... που ήρθες.ΡΟΜΙΙΕΡΤ: Ω, για το Θεό! Λοιπόν, τι ακριβώς θες να μου πεις; (Παύση, ο Τζέρρυ κάθεται)ΤΖΕΡΡΥ: Δεν ξέρω γιατί στο είπε. Δεν ξέρω πώς μπόρεσε να στο πει. Δεν καταλαβαίνω. Άκου, ξέρω πως είχατε... δηλαδή, την είδα σήμερα... ήπιαμε ένα ποτό μαζί... Είχα να τη δω από... μου είπε, ξέρεις, πως έχετε προβλήματα, κι οι δυο σας... και τα λοιπά. Αληθινά, λυπάμαι πολύ.ΡΟΜΙΙΕΡΤ: Μη λυπάσαι.ΤΖΕΡΡΥ: Γιατί όχι; (ΙΙαύση) Οπωσδήποτε, δεν μπορώ να καταλάβω... γιατί νόμισε πως έπρεπε... ύστερ' από τόσα χρόνια... να σου πει... στα καλά καθούμενα... χτες το βράδυ...ΡΟΜΠΕΡΤ: Χτες το βράδυ;ΤΖΕΡΡΥ: Χωρίς να με ρωτήσει. Χωρίς καν να με ειδοποιήσει. Στο κάτω-κάτω, εσύ κι εγώ...ΡΟΜΙΠΕΡΤ:Δε μου το είπε χτες το βράδυ.ΤΖΕΡΡΥ: Τι θες να πεις; (Παύση) Ξέρω για χτες. Μου τα είπε. Μείνατε ξύπνιοι όλη τη νύχτα, ε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Αυτό, ναι.ΤΖΕΡΡΥ: Και σου είπε... χτες βράδυ... για κείνην και μένα. Έτσι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Όχι. Δεν μου το είπε χτες βράδυ. Μου το είχε πει εδώ και τέσσερα χρόνια. (Παύση) Δε χρειαζόταν, λοιπόν, να μου το ξαναπεί χτες. Αφού το ήξερα. Και ήξερε πως το ήξερα, αφού μου το είπε η ίδια

Page 7: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

πριν τέσσερα χρόνια. (Σιωπή)ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Λέω να καθίσω. (Κάθεται) Νόμιζα πως το ήξερες.ΤΖΕΡΡΥ: Τι να ξέρω;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πως το ήξερα. Πως το ήξερα από χρόνια.ΤΖΕΡΡΥ: Έτσι νόμιζες;ΡΟΜΠΕΡΤ: Η Έμμα μου είπε πως δεν το ήξερες. Αλλά δεν το πίστεψα. (Παύση) Οπωσδήποτε, νόμιζα πως το ήξερες. Αλλά λες ότι δεν...ΤΖΕΡΡΥ: Πότε... στο είπε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Το ανακάλυψα μόνος μου. Έτσι έγινε. Της είπα πως το ανακάλυψα, και τότε εκείνη... παραδέχτηκε... τα γεγονοτα.ΤΖΕΡΡΥ: Πότε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ω, πάει πολύς καιρός, Τζέρρυ. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Μα ιδωθήκαμε... Τόσες φορές... αυτά τα τέσσερα χρόνια. Φάγαμε μαζί...ΡΟΜΠΕΡΤ: Όμως δεν παίξαμε...ΤΖΕΡΡΥ: Ήμουν ο καλύτερός σου φίλος.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, βέβαια, ο καλύτερος. (Ο Τζέρρυ τον κοιτάει, κι ύστερα πιάνει το κεφάλι με τα δυο του χέρια) Ω, μην κάνεις έτσι. Δεν υπάρχει λόγος. (Σιωπή, ο Τζέρρυ σηκώνεται)ΤΖΕΡΡΥ: Γιατί δεν μου το είπε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ω, μη με ρωτάς. Δεν είμ εγώ η Έμμα, αγαπητέ.ΤΖΕΡΡΥ: Γιατί δεν μου το είπες εσύ; (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Νόμιζα πως θα το ήξερες.ΤΖΕΡΡΥ: Όμως, δεν ήσουνα βέβαιος, ε; Δεν ήσουνα!ΡΟΜΠΕΡΤ: Όχι.ΤΖΕΡΡΥ: Τότε, γιατί δε μου το είπες; (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι να σου πω;ΤΖΕΡΡΥ: Πως το ήξερες, γάιδαρε!ΡΟΜΠΕΡΤ: Ω, μη με λες γάιδαρο, Τζέρρυ. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Τι θα κάνουμε τώρα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Εσύ κι εγώ δε θα κάνουμε τίποτα. Ο γάμος μου ξόφλησε. Μένει μόνο να ταχτοποιήσω μερικά πράγματα. Για τα παιδιά. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Δε σκέφτηκες να το πεις στην Τζούντιθ;ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι να πω στην Τζούντιθ; Α, για σένα και την Έμμα. Θες να πεις ότι δεν το ξέρει; Είσαι απόλυτα βέβαιος; (Παύση) Όχι, δε σκέφτηκα να της το πω. Φαίνεται πως δεν καταλαβαίνεις. Δεν καταλαβαίνεις ότι δε δίνω δεκάρα για όλ' αυτά. Είν' αλήθεια πως χτύπησα την Έμμα, μια-δυο φορές. Μα δεν το έκανα για να «υπερασπίσω την τιμή μου» και τα παρόμοια. Δε με παρακίνησε κανένας «ηθικός λόγος». Ένιωσα μόνο τη διάθεση να της δώσω ένα χέρι ξύλο. Μ' έτρωγε το χέριμου... καταλαβαίνεις. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Μα κι εσύ την απατούσες χρόνια.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ά, ναι.ΤΖΕΡΡΥ: Και δεν το έμαθε ποτέ; Ε;

Page 8: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΡΟΜΠΕΡΤ: Ε; (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Εγώ δεν το ήξερα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Όχι, εσύ δεν ήξερες πολλά για πολλά πράγματα, ε; (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Όχι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Κι όμως, ήξερες.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. Έζησα μαζί της.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τ' απογέματα.ΤΖΕΡΡΥ: Πότε-πότε, για πολλές ώρες. Εφτά χρόνια.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, ήξερες βέβαια το καθετί γι' αυτά. Για απογεύματα εφτά χρόνων. Εγώ δεν ξέρω τίποτα. (ΙΙαύση) Ελπίζω πως η Έμμα σε φρόντιζε. (Σιωπή)ΤΖΕΡΡΥ: Άλλοτε, συμπαθούσαμε πολύ ο ένας τον άλλον... εσύ κι εγώ, δηλαδή.ΡΟΜΠΕΡΤ: Μα και τώρα ακόμα... (ΙΙαύση) Προχτές, έπεσα πάνω στον Κέιζυ. Νομίζω πως έχει σχέσεις με τη γυναίκα μου. Έχουμε χρόνια να παίξουμε... με τον Κέιζυ. Άλλοτε, παίζαμε πολύ και καλά.ΤΖΕΡΡΥ: Πάχυνε.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, έτσι μου φάνηκε.ΤΖΕΡΡΥ: Περνάει κρίση.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι;ΤΖΕΡΡΥ: Δεν συμφωνείς;ΡΟΜΠΕΡΤ: Από ποια άποψη;ΤΖΕΡΡΥ: Η δουλειά του. Τα βιβλία του.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α, τα βιβλία του. Η τέχνη του. Ναι, η τέχνη του μοιάζει να ξεφτίζει.ΤΖΕΡΡΥ: Όμως «πουλιέται» ακόμα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α, ναι, πουλιέται πολύ. Πάρα πολύ μάλιστα. Ευτυχώς για μας. Για σένα κι εμένα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Κάποιος μου έλεγε -ποιος, όμως;- ίσως κάποιος απ' το διαφημιστικό τμήμα -προχτές- πως όταν πήγε ο Κέιζυ στο Γιορκ για να υπογράψει το τελευταίο βιβλίο του, σ' ένα βιβλιοπωλείο, ξέρεις, με την Μπάρμπαρα Σπρινγκ, ο κοσμάκης έκανε ώρες ουρά για να πάρει μια υπογραφή του, ενώ για την υπογραφή της Μπάρμπαρα Σπρινγκ δεν περίμενε παρά μια γρια κυρία κι ένας σκύλος. Ωστόσο, νομίζω πως η Μπάρμπαρα Σπρινγκ... έχει ταλέντο, δεν συμφωνείς;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Οπωσδήποτε, εμείς κερδίζουμε πολλά απ' τα βιβλία του Κέιζυ.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, πολλά. (ΙΙαύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Διάβασες κανένα καλό βιβλίο, τώρα τελευταία;ΤΖΕΡΡΥ: Διάβασα τα ποιήματα του Γέητς.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α. Του Γέητς. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Κι εσύ διάβαζες, Γέητς, κάποτε, στο Τορτσέλλο.ΡΟΜΠΕΡΤ: Στο Τορτσέλλο;

Page 9: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Δε θυμάσαι; Πριν χρόνια. Πήγες στο Τορτσέλλο, μιαν αυγή, ολομόναχος. Για να διαβάσεις Γέητς.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, βέβαια. Στο είχα πει. (Παύση) Ναι. (Παύση) Πού θα πάτε το καλοκαίρι;ΤΖΕΡΡΥ: Στις λίμνες της Σκωτίας.

ΣΚΗΝΗ 3

Διαμέρισμα. 1975. Χειμώνας. Ο Τζέρρυ και η Έμμα. Κάθονται. Σιωπή

ΤΖΕΡΡΥ: Τι λες να κάνουμε, λοιπόν; (Παύση)ΕΜΜΑ: Κι εγώ δεν ξέρω πια τι κάνουμε -αυτό είν' όλο.ΤΖΕΡΡΥ: Μμμμ. (Παύση)ΕΜΜΑ: Θέλω να πω, αυτό το διαμέρισμα...ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΕΜΜΑ: Μπορείς να θυμηθείς από πότε έχουμε να 'ρθουμε εδώ;ΤΖΕΡΡΥ: Απ' το καλοκαίρι, ε;ΕΜΜΑ: Ναι;ΤΖΕΡΡΥ: Ξέρω πως φαίνετα...ΕΜΜΑ: Ήταν αρχές του Σεπτέμβρη.ΤΖΕΡΡΥ: Καλά είπα «καλοκαίρι».ΕΜΜΑ: Κι όμως έκανε πολύ κρύο. Άρχιζε το φθινόπωρο.ΤΖΕΡΡΥ: Και τώρα κάνει κρύο.ΕΜΜΑ: Λέγαμε ν' αγοράσουμε κι άλλη ηλεκτρική σόμπα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, μα δεν αξιώθηκα να την πάρω.ΕΜΜΑ: Τι να την κάνουμε, αφού δεν ερχόμαστε ποτέ;ΤΖΕΡΡΥ: Ήρθαμε σήμερα.ΕΜΜΑ: Που λέει ο λόγος... (Σιωπή)ΤΖΕΡΡΥ: Άλλαξαν πολλά. Ήσουνα τόσο απασχολημένη... η δουλειά σου, και τα λοιπά.ΕΜΜΑ: Ναι, το ξέρω. Αλλά μ' αρέσει η δουλειά μου. Μ' ευχαριστεί.ΤΖΕΡΡΥ: Τόσο το καλύτερο. Είναι σπουδαίο για σένα. Όμως δεν είσαι...ΕΜΜΑ: Άμα διευθύνεις μια αίθουσα εκθέσεων, πρέπει να τη διευθύνεις, να βρίσκεσαι εκεί όλη την ώρα.ΤΖΕΡΡΥ: Έτσι, όμως, δεν είσαι ελεύθερη τα απογέματα. Είσαι;ΕΜΜΑ: Όχι.ΤΖΕΡΡΥ: Τότε, πώς θα μπορούσαμε να βλεπόμαστε;ΕΜΜΑ: Μα, και συ, όλο λείπεις στο εξωτερικό. Ποτέ δεν βρίσκεσαι εδώ.ΤΖΕΡΡΥ: Αλλά κι όταν είμαι εδώ, εσύ δεν είσαι ελέυθερη τ' απογέματα. Έτσι δεν μπορούμε να ιδωθούμε ποτέ.ΕΜΜΑ: Μπορούμε να τρώμε μαζί, το μεσημέρι.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, αλλά δεν μπορούμε να ερχόμαστε εδώ, από τόσο μακριά, για να φάμε στα πεταχτά. Δεν είμαι πια νέος για να κάνω

Page 10: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

τέτοιες «εκδρομές».ΕΜΜΑ: Δεν ήθελα να πω αυτό. (Παύση) Βλέπεις, άλλοτε... ήμαστε εφευρετικοί, ήμαστε αποφασισμένοι... φαινόταν αδύνατο να συναντιόμαστε... αδύνατο... κι όμως, το καταφέρναμε.. Πιάσαμε αυτό το διαμέρισμα και βλεπόμαστε εδώ, επειδή το θέλαμε.ΤΖΕΡΡΥ: Τι σημασία έχει το πόσο το θέλουμε, όταν εσύ δεν είσ' ελεύθερη τ' απογέματα κι εγώ βρίσκομαι στην Αμερική; (Σιωπή) Τις νύχτες, αποκλείεται, και ξέρεις γιατί. Έχω οικογένεια.ΕΜΜΑ: Κι εγώ.ΤΖΕΡΡΥ: Το ξέρω και το καλοξέρω. Ίσως θα έπρεπε να σου θυμίσω πως ο άντρας σου είναι ο καλύτερός μου φίλος.ΕΜΜΑ: Τι θες να πεις;ΤΖΕΡΡΥ: Δε θέλω να πω τίποτα.ΕΜΜΑ: Τότε, τι εννοούσες, λέγοντας...;ΤΖΕΡΡΥ: Θεέ και Κύριε. Δεν εννοούσα τίποτα. Είπα, απλούστατα, αυτό που ήθελα να πω.ΕΜΜΑ: Κατάλαβα. (Παύση) Οπωσδήποτε άλλοτε δούλευε η φαντασία μας και κατορθώναμε να λείψουμε μια νύχτα και να πάμε σ' ένα ξενοδοχείο.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. (Παύση) Αλλ' αυτό... γινόταν... πριν πιάσουμε το διαμέρισμα.ΕΜΜΑ: Δεν περάσαμε πολλές νύχτες... εδώ.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. (Παύση) Ούτε πουθενά αλλού, άλλωστε. (Σιωπή)ΕΜΜΑ: Μπορείς να... εξακολουθήσεις να το πληρώνεις, μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει;ΤΖΕΡΡΥ: Ω...ΕΜΜΑ: Είναι χαμένα λεφτά. Κανένας δεν έρχεται εδώ. Και μόνο που το σκέπτομαι... έτσι, άδειο. Μέρα-νύχτα. Βδομάδες και μήνες... Τα βάζα κι οι κουρτίνες και το ντιβανοσκέπασμα και... όλα. Και το τραπεζομάντιλο που έφερα απ' τη Βενετία. (Γελάει) Είναι γελοίο. (Παύση) Δεν είναι παρά... ένα άδειο σπίτι.ΤΖΕΡΡΥ: Δεν είναι σπίτι. (Παύση) Ξέρω... ξέρω τι ήθελες... αλλά δεν μπορούσε ποτέ... να είναι αληθινό σπίτι. Εσύ έχεις το σπίτι σου. Εγώ έχω το σπίτι μου. Με κουρτίνες, και τα λοιπά. Και με παιδιά. Δυο παιδιά, σε κάθε σπίτι. Εδώ, δεν υπάρχουν παιδιά -λοιπόν, δεν είναι το ίδιο είδος σπιτιού.ΕΜΜΑ: Ποτέ δεν προοριζόταν να είναι το ίδιο είδος. (Παύση) Εσύ δεν το είδες ποτέ σαν σπίτι, κανενός είδους, ε;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι, το είδα σαν διαμέρισμα... ξέρεις.ΕΜΜΑ: Για πήδημα.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι, για έρωτα.ΕΜΜΑ: Χμ, δεν έμεινε και πολύ από δαύτον, ε; (Σιωπή)ΤΖΕΡΡΥ: Δεν νομίζω πως δεν αγαπιόμαστε. (Παύση)ΕΜΜΑ: Α, καλά... (Παύση) Τι θα κάνεις με τα... έπιπλα;ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΕΜΜΑ: Με την επίπλωση. (Παύση)

Page 11: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Ξέρεις, μπορούμε να κάνουμε κάτι πολύ απλό, αν θέλουμε.ΕΜΜΑ: Να τα πουλήσουμε στην κυρία Μπανκς για ένα κομμάτι ψωμί και... κι αυτή θα μπορεί να το νοικιάσει επιπλωμένο.ΤΖΕΡΡΥ: Ακριβώς. Δικό της δεν ήταν το κρεβάτι;ΕΜΜΑ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Δικό της...;ΕΜΜΑ: Εμείς αγοράσαμε το κρεβάτι. Τ' αγοράσαμε όλα. Το κρεβάτι το αγοράσαμε μαζί.ΤΖΕΡΡΥ: Α. Ναι. (Η Έμμα σηκώνεται)ΕΜΜΑ: Λοιπόν, θα τα τακτοποιήσεις όλα εσύ; Με την κυρία Μπανκς; (Παύση) Εγώ δε θέλω τίποτα. Δεν έχω πού να τα βάλω. Έχω σπίτι με τραπεζομάντιλα και... τα πάντα.ΤΖΕΡΡΥ: Θα συννενοηθώ με την κυρία Μπανκς. Θα μείνουν μερικά χρήματα, ξέρεις, λοιπόν..ΕΜΜΑ: Όχι, δε θέλω λεφτά, σ' ευχαριστώ πολύ. (Σιωπή, φοράει το πανωφόρι της) Πηγαίνω τώρα.(Ο Τζέρρυ γυρίζει και την κοιτάει)ΕΜΜΑ: Α. Το κλειδί μου. (Παίρνει το μπρελόκ της από την τσάντα της και ποοσπαθεί να βγάλει το κλειδί) Να πάρει! (Παλεύει να το βγάλει. Πετάει το μπρελόκ στον Τζέρρυ) Βγάλ το εσύ. (Ο Τζέρρυ το πιάνει στον αέρα. Την κοιτάει)ΕΜΜΑ: Το βγάζεις εσύ, σε παρακαλώ; Πρέπει να περάσω να πάρω τη Σαρλόττα από το σχολείο. Θα την πάω στα μαγαζιά. (Ο Τζέρρυ βγάζει το κλειδί) Πρόσεξες πως είναι απόγεμα; Η έκθεση είναι κλειστή. Γι' αυτό ήρθα. Κλείνουμε κάθε Πέμπτη απόγεμα. Μου δίνεις τα κλειδιά μου; (Ο Τζέρρυ της δίνει το μπρελοκ)ΕΜΜΑ: Ευχαριστώ... Και... νομίζω πως ήταν η πολύ σωστή η απόφαση που πήραμε. (Βγαίνει, ο Τζέρρυ σηκώνεται)

ΣΚΗΝΗ 4

Το σπίτι του Ρόμπερτ και της Έμμα. Λίβινγκρουμ 1974. Φθινόπωρο. Ο Ρόμπερτ σερβίρει ποτό για τον Τζέρρυ. Πάει στην πόρτα.

ΡΟΜΠΕΡΤ: Έμμα! Ήρθε ο Τζέρρυ!ΕΜΜΑ, απ' έξω: Ποιος;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ο Τζέρρυ.ΕΜΜΑ: Κατεβαίνω. (Ο Ρόμπερτ δίνει το ποτήρι στον Τζέρρυ)ΤΖΕΡΡΥ: Εβίβα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Εβίβα. Η Έμμα βάζει τον Νεντ στο κρεβάτι του. Σ' ένα λεπτό θα ταξιδεύει.ΤΖΕΡΡΥ: Ο Νεντ; Για πού;ΡΟΜΠΕΡΤ: Για τη χώρα των ονείρων.ΤΖΕΡΡΥ: Ά! Εσύ πώς πας από ύπνο, τώρα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;

Page 12: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Ξαγρυπνάς ακόμα; Εξαιτίας του Νεντ;ΡΟΜΠΕΡΤ: Α... όχι. Πάμε καλύτερα, ξέρεις όμως τι λένε;ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πώς τ' αγόρια είναι χειρότερα απ' τα κορίτσια.ΤΖΕΡΡΥ: Χειρότερα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Όταν είναι μωρά. Λένε πως τ' αρσενικά μωρά κλαίνε πιο πολύ απ' τα θηλυκά.ΤΖΕΡΡΥ: Αλήθεια;ΡΟΜΠΕΡΤ: Δεν τον διαπίστωσες και συ;ΤΖΕΡΡΥ: Ε... ναι, νομίζω. Εσύ;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι. Πώς το εξηγείς;ΤΖΕΡΡΥ: Χμ, φαντάζομαι πως... τ' αγόρια είναι πιο... αγχώδη.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Αγχώδη. Έχουν πιο πολύ άγχος.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τα μωρά;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α... Μα γιατι να είναι «αγχώδη» στην ηλικία τους; Μου λες;ΤΖΕΡΡΥ: Ε, να... που αντιμετωπίζουν τον κόσμο, φαντάζομαι, που άφησαν τη μήτρα, και λοιπά.ΡΟΜΠΕΡΤ: Μα και τα θηλυκά μωρά αφήσανε τη μήτρα.ΤΖΕΡΡΥ: Σωστά. Όμως κανένας δεν πολυμιλάει για τα θηλυκά μωρά που αφήσανε τη μήτρα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Εγώ είμαι έτοιμος να μιλήσω.ΤΖΕΡΡΥ: Α. Και τι έχεις να πεις;ΡΟΜΙΙΕΡΤ: Σου έκανα μια ερώτηση.ΤΖΕΡΡΥ: Τι ερώτηση;ΡΟΜΠΕΡΤ: Γιατί υποστηρίζεις πως ο αποχωρισμός απ' τη μήτρα είναι μεγαλύτερο πρόβλημα για τ' αρσενικά μωρά παρά για τα θηλυκά;ΤΖΕΡΡΥ: Έτσι είπα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, και πρόσθεσες πως τ' αρσενικά είναι πιο “αγχώδη” που αντιμετωπίζουν τον κόσμο, παρά τα θηλυκά.ΤΖΕΡΡΥ: Εσύ νομίζεις πως έτσι είναι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, νομίζω.ΤΖΕΡΡΥ: Γιατί λες να συμβαίνει αυτό;ΡΟΜΠΕΡΤ: Δεν ξέρω. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Νομίζεις πως έχει κάποια σχέση με τη διαφορά των φύλων; (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Να πάρει, έχεις δίκιο. Αυτό θα είναι. (Μπαίνει η Έμμα)ΕΜΜΑ: Καλησπέρα. Τι έκπληξη.ΤΖΕΡΡΥ: Ήμουνα με τον Κέιζυ, για τσάι.ΕΜΜΑ: Πού;ΤΖΕΡΡΥ: Εδώ πλάι.ΕΜΜΑ: Νόμιζα ότι μένει στο... Χάμστεντ ή κάπου εκεί.ΡΟΜΠΕΡΤ: Είσαι εκτός τόπου και χρόνου.ΕΜΜΑ: Ναι;

Page 13: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΡΟΜΠΕΡΤ: Παράτησε τη Σουζάνα. Μένει μόνος του, εδώ κοντά.ΕΜΜΑ: Α!ΤΖΕΡΡΥ: Γράφει ένα μυθιστόρημα για κάποιον που παράτησε τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του, και πάει και μένει μόνος του στην άλλη άκρη του Λονδίνου, για να γράψει ένα μυθιστόρημα για κάποιον που παράτησε τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του...ΕΜΜΑ: Ελπίζω να είναι καλύτερο απ' το τελευταίο του.ΡΟΜΠΕΡΤ: Το τελευταίο του; Α, το τελευταίο. Εκείνο όπου έγραφε για κάποιον που έμενε σ' ένα μεγάλο σπίτι στο Χάμστεντ με τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του και γράφει ένα μυθιστόρημα για...ΤΖΕΡΡΥ, στην Έμμα: Γιατί δε σου άρεσε;ΕΜΜΑ: Σου είπα.ΤΖΕΡΡΥ: Νομίζω πως είναι το καλύτερο που έχει γράψει.ΕΜΜΑ: Μπορεί να είναι το καλύτερο που έχει γράψει, αλλά δεν παύει να είναι πρόστυχο.ΤΖΕΡΡΥ: Πρόστυχο; Γιατί;ΕΜΜΑ: Σου εξήγησα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι. Κάποτε που τρώγαμε όλοι μαζί, εσύ, εγώ, η Έμμα και η Τζούντιθ -πού τέλος πάντων- η Έμμα έκανε ολόκληρη διάλεξη, την ώρα του γλυκού, για την προστυχιά των βιβλίων του Κέιζυ, εξαιτίας του τελευταίου μυθιστορήματός του «Στέγνα». Ήταν πολύ συναρπαστική. Η Τζούντιθ έφυγε, δυστυχώς, στη μέση, επειδή είχε νυχτερινή υπηρεσία στο νοσοκομείο. Αλήθεια, τι κάνει η Τζούντιθ;ΤΖΕΡΡΥ: Μια χαρά. (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Πότε θα παίξουμε;ΤΖΕΡΡΥ: Παίζεις πολύ καλύτερα από μένα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Καθόλου. Δεν παίζω καλά. Είμαι, μόνο, πιο σβέλτος από σένα.ΤΖΕΡΡΥ: Μα γιατί;ΡΟΜΠΕΡΤ: Επειδή παίζω...ΤΖΕΡΡΥ: Α, παίζεις ταχτικά;ΡΟΜΠΕΡΤ: Μμμμ.ΤΖΕΡΡΥ: Με ποιον;ΡΟΜΠΕΡΤ: Με τον Κέιζυ, κατά σύμπτωση.ΤΖΕΡΡΥ: Με τον Κέιζυ; Κύριε ελέησον. Πώς είναι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Είναι σκληρά τίμιος παίκτης... Όχι, ψέματα, έχουμε να παίξουμε χρόνια... Πρέπει να παίξουμε. Εσύ ήσουνα αρκετά καλός.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, ήμουνα. Εντάξει. Θα παίξουμε.ΡΟΜΠΕΡΤ: Πότε;ΤΖΕΡΡΥ: Θα το κανονίσουμε.ΡΟΜΠΕΡΤ: Κι έπειτα, θα σου κάνω το τραπέζι.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι, εγώ.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τότε, όποιος κερδίσει.ΕΜΜΑ: Μπορώ να παρακολουθήσω; (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;

Page 14: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Γιατί να μην παρακολουθήσω το ματς και να σας κάνω εγώ το τραπέζι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πια να σου πω τη σκληρή και τίμια αλήθεια, δε θα θέλαμε γυναίκες μαζί μας, ε, Τζέρρυ; Θέλω να πω, ένας ματς... δεν είναι μόνο ένα ματς, είναι κάτι παραπάνω. Βλέπεις, πρώτα είναι το παιχνίδι. Έπειτα, το ντους. Έπειτα, η μπύρα. Έπειτα, το φαΐ. Με δυο λόγια... έπαιξες... έδωσες τη μάχη σου. Αυτό που θες, τώρα, είναι η μπύρα σου και το φαΐ σου. Δε θες να σου κάνει το τραπέζι μια γυναίκα. Δε θες καν να βλέπεις γυναίκα, ούτε από ένα χιλιόμετρο μακριά, πουθενά. Δεν τη θες στο γήπεδο, δεν τη θες στο ντους, ή στο μπαρ, ή στο εστιατόριο. Βλέπεις, στο τραπέζι θες να μιλήσεις για... ή για κρίκετ, ή για βιβλία, ή ακόμα και για γυναίκες, με το φίλο σου, και να μπορείς να «ανάψεις», χωρίς να φοβάσαι άστοχες διακοπές. Αυτό είν' όλο. Τι λες εσύ, Τζέρρυ;ΤΖΕΡΡΥ: Έχω χρόνια να παίξω... (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Λοιπόν, παίζουμε την άλλη εβδομάδα;ΤΖΕΡΡΥ: Δεν μπορώ. Θα είμαι στη Νέα Υόρκη.ΕΜΜΑ: Αλήθεια;ΤΖΕΡΡΥ: Θα πάω μαζί μ' έναν απ' τους πιο διάσημους συγγραφείς μου.ΕΜΜΑ: Ποιον;ΤΖΕΡΡΥ: Τον Κέιζυ. Κάποιος θέλει να γυρίσει ταινία το βιβλίο του που δε σου άρεσε. Πάμε να το συζητήσουμε. Γεννήθηκε θέμα αν είναι καλύτερα να 'ρθουν αυτοί εδώ ή να πάμε εμείς εκεί. Τελικά, ο Κέιζυ είπε πως μου αξίζει το ταξίδι.ΕΜΜΑ: Κι εσύ;ΤΖΕΡΡΥ: Τ ι εγώ;ΕΜΜΑ: Εσένα σου αξίζει το ταξίδι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Θα ρθει και η Τζούντιθ μαζί;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι... Ο Κέιζυ δεν μπορεί να πάει μόνος του. Θα παίξουμε... όταν γυρίσω. Σε μια βδομάδα, δέκα μέρες το πολύ.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ωραία.ΤΖΕΡΡΥ, στην Έμμα: Γεια. Ευχαριστώ για το ουίσχυ.ΕΜΜΑ: Γεια. (Ο Ρόμπερτ κι ο Τζέρρυ βγαίνουν. Η Έμμα μένει ασάλευτη. Ο Ρόμπερτ ξαναγυρίζει. Τη φιλάει. Τον φιλάει. Έπειτα, ακουμπάει το κεφάλι της στον ώμο του, και κλαίει σιωπηλά. Αυτός την κρατάει στην αγκαλιά του)

ΣΚΗΝΗ 5

Δωμάτιο ξενοδοχείου. Βενετία. 1973. Καλοκαίρι. Η Έμμα διαβάζει ξαπλωμένη στο κρεβάτι. ΟΡόμπερτ στέκεται μπρος στο παράθυρο και κοιτάει έξω. Η Έμμα σηκώνει το κεφάλι, τον κοιτάει, έπειτα συνεχίζει το διάβασμα

ΕΜΜΑ: Το Τορτσέλλο, είναι για αύριο;

Page 15: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;ΕΜΜΑ: Αύριο θα πάμε στο Τορτσέλλο;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι.ΕΜΜΑ: Θα είναι θαύμα.ΡΟΜΠΕΡΤ: ΜμμμΕΜΜΑ: Δε βλέπω την ώρα... (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Καλό το βιβλίο;ΕΜΜΑ: Μμμμ. Ναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ποιο είναι;ΕΜΜΑ: Αυτό το καινούργιο. Εκείνου του Σπινκς.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α, αυτό... Μου μίλησε ο Τζέρρυ.ΕΜΜΑ: Ο Τζέρρυ; Ναι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Μου μίλησε, καθώς τρώγαμε μαζί, την περασμένη βδομάδα.ΕΜΜΑ: Αλήθεια; Του αρέσει;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ο Σπινκς είναι παιδί του. Αυτός τον ανακάλυψε.ΕΜΜΑ: Α! Δεν το ήξερα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Το χειρόγραφό του είχε μείνει στα «αζήτητα». (ΙΙαύση) Το βρίσκεις καλό;ΕΜΜΑ: Ναι. Μου αρέσει.ΡΟΜΠΕΡΤ: Κι ο Τζέρρυ λέει το ίδιο. Θα πρέπει να φας μια μέρα μαζί μας και να το κουβεντιάσουμε.ΕΜΜΑ: Είναι απαραίτητο; (Παύση) Δεν είναι δα και τόσο καλό.ΡΟΜΠΕΡΤ: Δηλαδη, δεν είναι «και τόσο καλό», ώστε να κάνεις τον κόπο να φας μαζί μας και να το κουβεντιάσουμε;ΕΜΜΑ: Μα τι είναι αυτά που λες;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πρέπει να το ξαναδιαβάσω κι εγώ.ΕΜΜΑ: Ξανά;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ο Τζέρρυ ήθελε να το εκδώσουμε εμείς.ΕΜΜΑ: Αλήθεια;ΡΟΜΠΕΡΤ: Φυσικά. Όμως εγώ το απέρριψαΕΜΜΑ: Γιατί;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ω... το θέμα του είναι χιλιομεταχειρισμένο.ΕΜΜΑ: Ποιο νομίζεις πως είναι το θέμα του;ΡΟΜΠΕΡΤ: Η προδοσία.ΕΜΜΑ: Όχι, δεν είν' αυτό.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τότε, ποιο είναι;ΕΜΜΑ: Δεν το τέλειωσα ακόμα. Άμα το τελειώσω, θα σου πω.ΡΟΜΠΕΡΤ: Να μου πεις. (Παύση) Φυσικά, μπορεί να μιλάω για άλλο βιβλίο. (Παύση) Α, χτες, πήγα στην Αμέρικαν Εξπρές,ΕΜΜΑ, σηκώνει το κεφάλι και τον κοιτάζει: Ναι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πήγα να χαλάσω μερικά travellers cheques. Σου δίνουν πολύ καλύτερη τιμή εκεί, παρά στο ξενοδοχειο.ΕΜΜΑ: Αλήθεια;ΡΟΜΠΕΡΤ: Βέβαια... Υπήρχε κι ένα γράμμα για σένα. Με ρώτησαν αν είμαστε συγγενείς και τους είπα ναι. Μου είπαν αν θέλω να το πάρω.

Page 16: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

Δηλαδή, μου το δώσανε. Αλλά είπα όχι, θα τ' αφήσω εκεί. Το πήρες;ΕΜΜΑ: Ναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Θα πέρασες από εκεί χτες τ' απόγεμα, που βγήκες για ψώνια.ΕΜΜΑ: Ακριβώς.ΡΟΜΠΕΡΤ: Εντάξει, χαίρομαι που το πήρες. (Παύση) Να σου πω την αλήθεια, έμεινα με το στόμα ανοιχτό, όταν μου είπαν να το παραλάβω εγώ. Στην Αγγλία, δε θα γινόταν ποτέ κάτι τέτοιο. Αλλά αυτοί οι Ιταλοί... είναι τόσο ανέμελοι. Δηλαδή... επειδή έχουμε το ίδιο επίθετο, δεν θα πει πως είμαστε κι αντρόγυνο, όπως συμπεράνανε αυτοί, με το γελαστό μεσογειακό μυαλό τους. Θα μπορούσαμε μια χαρά -πράγμα που θα ήταν και το πιθανότερο- να ήμαστε ολότελα ξένοι. Ας πούμε ότι εγώ -που αυτοί με θεωρούν άντρα σου- ας πούμε πως έπαιρνα το γράμμα σου, λέγοντας πως είμαι άντρας σου, ενώ θα ήμουν ένας ξένος, και το άνοιγα, και το διάβαζα, από καθαρή περιέργεια, κι ύστερα το πέταγα στο κανάλι... τότε, εσύ, δε θα το λάβαινες ποτέ και θα είχες στερηθεί το νόμιμο δικαίωμά σου να πάρεις την αλληλογραφία σου... κι όλ αυτά εξαιτίας του βενετσιάνικου «ζεμανφουτισμού». Έτσι ‚μου 'ρχεται να τους καταγγείλω στο Δόγη της Βενετας. (Παύση) Αυτό μ' εμπόδισε να το πάρω και να στο φέρω -η σκέψη πως θα μπορούσα μια χαρά να είμαι ένας ξένος. (Παύση) Φυσικά, εκείνοι δεν ήξεραν, και δεν είχαν τρόπο να το μάθουν, πως είμαι άντρας σου.ΕΜΜΑ: Πολύ ανίκανοι υπάλληλοι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Αλλά με γελαστό μεσογειακό μυαλό. (Παύση)ΕΜΜΑ: Ήταν από τον Τζέρρυ.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, γνώρισα το γραφικό χαραχτήρα του. (Παύση) Τι κάνει;ΕΜΜΑ: Μια χαρά.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ωραία. Και η Τζούντιθ;ΕΜΜΑ: Πολύ καλά. (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Τα παιδιά τους;ΕΜΜΑ: Δε λέει τίποτα γι' αυτά, νομίζω.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τότε, θα είναι καλά. Αν ήταν άρρωστα ή κάτι τέτοιο, θα το 'γραφε. (Παύση) Τίποτ' άλλα νέα;ΕΜΜΑ: Όχι. (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Χαίρεσαι που θα πάμε στο Τορτσέλλο; (Παύση) Πόσες φορές έχουμε πάει; Δύο. Θυμάμαι πόσο σου άρεσε, την πρώτη φορά που σε πήγα. Το είχες ερωτευτεί. Πάνε δέκα χρόνια, νομίζω. Κάπου... έξι μήνες μετα το γάμο μας. Ναι. Θυμάσαι; Αναρωτιέμαι αν θα σου αρέσει το ίδιο και αύριο. (Παύση) Πώς σου φαίνονται τα γράμματα του Τζέρρυ; (Η Έμμα γελάει κοφτά)ΡΟΜΠΕΡΤ: Τρέμεις. Μήπως κρυώνεις;ΕΜΜΑ: Όχι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Κάποτε μου έγραφε κι εμένα. Μεγάλα γράμματα, για τον Μάντοκ Φορντ. Του έγραφα κι εγώ. Μεγάλα γράμματα για... ναι, για

Page 17: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

τον Ουώλτερ Μπάτλερ Γέητς, νομίζω. Ήταν η εποχή που εκείνος κι εγώ βγάζαμε λογοτεχνικά περιοδικά. Εκείνος στο Καίμπριτζ, εγώ στην Οξφόρδη. Το ήξερες αυτό; Ήμαστε αφερέλπιδες νέοι. Και στενοί φίλοι. Και τώρα, είμαστε -φίλοι. Αυτά, πολύ πριν γνωρίσω εσένα. Πολύ πριν. Προσπαθώ να θυμηθώ πότε σου σύστησα τον Τζέρρυ. Μα δεν μπορώ. Φαντάζομαι πως εγώ στον σύστησα, ε; Ναι. Αλλά πότε; Εσύ θυμάσαι;ΕΜΜΑ: Όχι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Δε θυμάσαι;ΕΜΜΑ: Όχι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Περίεργο... (Παύση) Δεν ήταν μάρτυρας στο γάμο μας;ΕΜΜΑ: Το ξέρεις πως ήταν.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, βέβαια. Τότε θα στον σύστησα, λοιπόν. (Παύση) Σου γράφει να μου πεις τίποτα; (Παύση) Θέλω να πω, για τη δουλειά μας, κάτι σχετικό με τις εκδόσεις. Ανακάλυψε κανένα καινούργιο και πρωτότυπο ταλέντο; Έχει σπουδαίο ταλέντο ν' ανακαλύπτει ταλέντα, ο Τζέρρυ.ΕΜΜΑ: Όχι, δε γράφει τίποτα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Δε γράφει... Ούτε χαιρετισμούς; (Σιωπή)ΕΜΜΑ: Είμαστε εραστές.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α... Ναι. Το φαντάστηκα πως θα συμβαίνει κάτι τέτοιο, κάτι σχετικό...ΕΜΜΑ: Πότε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;ΕΜΜΑ: Πότε το φαντάστηκες;ΡΟΜΠΕΡΤ: Χτες. Μόνο χτες. Όταν είδα το γραφικό του χαρακτήρα στο γράμμα. Ως χτες, δεν είχα ιδέα.ΕΜΜΑ: Α! (Παύση) Λυπάμαι.ΡΟΜΠΕΡΤ: (Με ένταση) Λυπάσαι; (Σιωπή) Πού... συναντιέστε; Θα είναι λίγο δύσκολο. Δηλαδή, έχουμε δυο παιδιά, αυτός άλλα δυο, χώρια η γυναίκα του...EΜMA: Έχουμε ένα διαμέρισμα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α! Καταλαβαίνω. (Παύση) Όμορφο; (Παύση) Διαμέρισμα... Ώστε είναι μόνιμη η... ε... η σχέση σας;ΕΜΜΑ: Ναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Πόσον καιρό;ΕΜΜΑ: Αρκετό.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, αλλά πόσον καιρό ακριβώς;ΕΜΜΑ: Πέντε χρόνια.ΡΟΜΠΕΡΤ: (Με ένταση) ΙΙέντε χρόνια; (Παύση) Ο Νεντ είναι ενός χρόνου. (Παύση) Άκουσες τι είπα;ΕΜΜΑ: Ναι. Είναι δικός σου γιος. Ο Τζέρρυ βρισκόταν στην Αμερική. Για δυο μήνες. (Σιωπή)ΡΟΜΠΕΡΤ: Σου έγραφε απ' την Αμερική;ΕΜΜΑ: Φυσικά. Κι εγώ του έγραφα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Του είπες πως περίμενες παιδί;ΕΜΜΑ: Όχι στα γράμματά μου.

Page 18: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΡΟΜΠΕΡΤ: Όταν του το είπες, όμως, χάρηκε που θα γινόμουνα πατέρας; (Παύση) Πάντα μου άρεσε ο Τζέρρυ. Να πω την αλήθεια, μου άρεσε πάντα περισσότερο απ' ό,τι μου άρεσες εσύ. Ίσως, θα μπορούσα να έχω σχέσεις μαζί του εγώ. (Σιωπή) Πες μου, χαίρεσαι που θα πάμε αύριο στο Τορτσέλλο;

ΣΚΗΝΗ 6

Διαμέρισμα. 1973. Καλοκαίρι (αργότερα) Η Έμμα κι ο Τζέρρυ όρθιοι, φιλιούνται. Εκείνη κρατάει ένα καλαθάκι κι ένα δέμα

ΕΜΜΑ: Αγάπη μου.ΤΖΕΡΡΥ: Αγάπη μου! (Εξακολουθεί να την κρατάει στην αγκαλιά του. Η Έμμα γελάει)ΕΜΜΑ: Πρέπει να τ' αφήσω κάπου. (Αφήνει το καλαθάκι πάνω στο τραπέζι)ΤΖΕΡΡΥ: Τι έχει μέσα;ΕΜΜΑ: Το “γεύμα„ μας.ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΕΜΜΑ: Κάτι που σ' αρέσει. (Ο Τζέρρυ σερβίρει κρασί) Πώς σου φαίνομαι;ΤΖΕΡΡΥ: Όμορφη!ΕΜΜΑ: Σου φαίνομαι καλά;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. (Της δίνει κρασί)ΕΜΜΑ, πίνει μια γουλιά: Μμμμ.ΤΖΕΡΡΥ: Πώς πέρασες;ΕΜΜΑ: Πολύ ωραία.ΤΖΕΡΡΥ: Πήγες στο Τορτσέλλο;ΕΜΜΑ: Όχι.ΤΖΕΡΡΥ: Γιατί;ΕΜΜΑ: Ω, δεν ξέρω. Οι βενζινάκατες είχαν απεργία, ή κάτι τέτοιο.ΤΖΕΡΡΥ: Απεργία;ΕΜΜΑ: Ναι. Την ημέρα που ήτανε να πάμε.ΤΖΕΡΡΥ: Μ... Και οι γόνδολες;ΕΜΜΑ: Δεν μπορείς να πας με γόνδολα στο Τορτσέλλο.ΤΖΕΡΡΥ: Κι όμως, θα πήγαιναν άλλοτε. Πριν έχουν βενζινάκατες. Πώς λες ότι πήγαιναν;ΕΜΜΑ: Θα κάνανε ώρες κι ώρες.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, βέβαια. (Παύση) Πήρα το γράμμα σου.ΕΜΜΑ: Ωραία.ΤΖΕΡΡΥ: Εσύ πήρες το δικό μου;ΕΜΜΑ: Φυσικά. Σου έλειψα;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι... Ξέρεις, δεν ήμουνα καλά.ΕΜΜΑ: Τι είχες;ΤΖΕΡΡΥ: Ω, τίποτα. Μια... κατάθλιψη. (Η Έμμα τον φιλάει)

Page 19: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Μου έλειψες. (Γυρίζε, κοιτάει ολόγυρα) Ήρθες καθόλου... εδώ;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι.ΕΜΜΑ: Θέλει σκούπισμα.ΤΖΕΡΡΥ: Αργότερα. (Παύση) Μίλησα με τον Ρόμπερτ, σήμερα το πρωί.ΕΜΜΑ: Α;ΤΖΕΡΡΥ: Τον κάλεσα να φάμε την Πέμπτη το μεσημέρι.ΕΜΜΑ: Την Πέμπτη; Γιατί;ΤΖΕΡΡΥ: Ε, είναι η σειρά μου.ΕΜΜΑ: Όχι, σε ρωτάω γιατί τον κάλεσες.ΤΖΕΡΡΥ: Επειδή είναι η σειρά μου. Την τελευταία φορά, με είχε καλέσει αυτός.ΕΜΜΑ: Ξέρεις τι θέλω να πω.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. Τι;ΕΜΜΑ: Για ποιο θέμα... για ποιο λόγο θα φάτε μαζί;ΤΖΕΡΡΥ: Για κανένα θέμα και για κανένα λόγο. Τρώμε μαζί χρόνια και χρόνια, απλούστατα. Μία του και μία. μου.ΕΜΜΑ: Δε με κατάλαβες.ΤΖΕΡΡΥ: «Δεν»; Δηλαδή;ΕΜΜΑ: Δηλαδή, πολύ απλά: συναντιέστε συχνά, ή τρώτε μαζί για να συζητήσετε για κάποιον συγγραφέα ή για κάποιο βιβλίο. Ώστε, οι συναντήσεις σας έχουν κάποιο λόγο ή κάποιο θέμα.ΤΖΕΡΡΥ: Ε, αυτή τη φορά δεν υπάρχει τίποτα. (Παύση)ΕΜΜΑ: Ανακάλυψες κανέναν καινούργιο συγγραφέα, όσο έλειπα;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. Ο Σαμ έπεσε απ' το ποδήλατό του.ΕΜΜΑ: Έλα!ΤΖΕΡΡΥ: Τον χτύπησαν. Έμεινε αναίσθητος κάπου ένα λεπτό.ΕΜΜΑ: Ήσουνα μαζί του;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι εγώ, η Τζούντιθ. Τώρα είναι καλά. Κι ύστερα, μ' έπιασε αυτή η... κατάθλιψη. ΕΜΜΑ: Ω, χρυσέ μου.ΤΖΕΡΡΥ: Έτσι, δε μου έμεινε καιρός για τίποτα.ΕΜΜΑ: Όλα θα φτιάξουν, τώρα που γύρισα.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΕΜΜΑ: Α, διάβασα εκείνο το βιβλίο του Σπινκς, που μου 'δωσες.ΤΖΕΡΡΥ: Πώς σου φάνηκε;ΕΜΜΑ: Θαυμάσιο.ΤΖΕΡΡΥ: Ο Ρόμπερτ το σιχαίνεται. Δε θέλει να το εκδώσει.ΕΜΜΑ: Πώς είναι;ΤΖΕΡΡΥ: Ποιος;ΕΜΜΑ: Ο Σπινκς.ΤΖΕΡΡΥ: Ο Σπινκς; Πετσί και κόκαλο. Γύρω στα 50. Φοράει χοντρά γυαλιά, μέρα-νύχτα. Μένει μόνος του, σ' ένα επιπλωμένο δωμάτιο. Σαν κι αυτό εδώ. Είναι... ανέμελος.ΕΜΜΑ: Του «πάνε» τα επιπλωμένα δωμάτια;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΕΜΜΑ: Κι εμένα. Εσένα; Σου αρέσει;... το σπίτι μας;ΤΖΕΡΡΥ: Είναι θαύμα που δεν έχουμε τηλέφωνο.

Page 20: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Και θαύμα που έχεις εμένα;ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι πολύ καλή.ΕΜΜΑ: Είμαι μαγείρισσα και σκλάβα σου.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΕΜΜΑ: Αγόρασα κάτι στη Βενετία -για το σπίτι μας. (Ανοίγει το δέμα, βγάζει ένα τραπεζομάντιλο. Το απλώνει στο τραπέζι) Σου αρέσει;ΤΖΕΡΡΥ: Πολύ ωραίο. (Παύση)ΕΜΜΑ: Λες πως θα μπορέσουμε ποτέ να πάμε στη Βενετία οι δυο μας; (Παύση) Όχι. Σίγουρα όχι. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Νομίζεις πως δεν θα 'πρεπε να δω τον Ρόμπερτ την Πέμπτη ή την Παρασκευή;ΕΜΜΑ: Γιατί το λες αυτό;ΤΖΕΡΡΥ: Νομίζεις πως δεν Θα έπρεπε να τον δω καθόλου;ΕΜΜΑ: Δεν είπα αυτό. Πώς μπορείς να μην τον δεις; Μη λες ανοησίες. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Μ' έπιασε ένας φοβερός πανικός, όταν έλειπες. Ετοίμαζα ένα συμβόλαιο, στο γραφείο μου, με μερικούς δικηγόρους. ξαφνικά, μου ήρθε στο νου το γράμμα σου. Δεν μπορούσα να θυμηθώ τι το έκανα. Δε θυμόμουν να το είχα βάλει στο χρηματοκιβώτιό μου. Τους είπα πως πρέπει να πάρω κάτι απ' το χρηματοκιβώτιο. Το άνοιξα. Δεν ήταν μέσα. Έπρεπε να συνεχίσω μ' εκείνο το βρωμοσυμβόλαιο... Κι όλη την ώρα, έβλεπα το γράμμα σου πεσμένο κάπου στο σπίτι μου, να το βρίσκει κάποιος...ΕΜΜΑ: Εσύ το βρήκες;ΤΖΕΡΡΥ: Ήταν στην τσέπη του σακακιού μου -στη ντουλάπα μου- στο σπίτι.ΕΜΜΑ: Διάβολε!ΤΖΕΡΡΥ: Έγινε και κάτι άλλο, πριν μερικούς μήνες -δε στο είπα. Ήμαστε μαζί, ένα βράδυ, σ' ένα μπαρ. Γύρισα σπίτι, κατά τις 8, κι όταν μπήκα, η Τζούντιθ μου λέει «Αργησες». «Με συγχωρείς», της λέω, «ήμουνα με τον Σπινκς». «Με τον Σπινκς;» μου λέει, «περίεργο, μόλις τηλεφώνησε, πριν πέντε λεπτά, ήθελε να σου μιλήσει, δεν είπε πως είσαστε μαζί». «Τον ξέρεις τον Σπινκς», της λέω, «ξέρεις τι αφηρημένος που είναι. Θα θυμήθηκε κάτι που ήθελε να μου πει, αλλά το ξέχασε. Θα του τηλεφωνήσω αργότερα». Ανέβηκα πάνω να δω τα παιδιά και ύστερα φάγαμε όλοι μαζί. (Παύση) Άκου. Θυμάσαι -πότε ήταν; πριν πέντε χρόνια- είχαμε μαζευτεί όλοι στην κουζίνα σου, πρέπει να ήταν Χριστούγεννα ή κάτι τέτοιο, θυμάσαι; τα παιδιά τρεχαλίζανε εδώ και εκεί, και ξαφνικά εγώ άρπαξα τη Σαρλόττα και την σήκωσα ψηλά, ψηλά, κι έπειτα κάτω, κι έπειτα ψηλά, πάλι, πάλι. Θυμάσαι πώς γελούσε;ΕΜΜΑ: Όλοι γελούσαμε.ΤΖΕPPΥ: Ήταν τόσο αλαφριά. Κι ολόγυρα, ο άντρας σου κι η γυναίκα μου κι όλα τα παιδιά, στέκονταν και γελούσαν, στην κουζίνα σου. Δεν μπορώ να το ξεχάσω.ΕΜΜΑ: Μόνο που ήμαστε στη δική σου κουζίνα. (Ο Τζέρρυ της πιάνει

Page 21: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

το χέρι. Σηκώνονται. Πάνε στο κρεβάτι και ξαπλώνουν)ΕΜΜΑ: Γιατί, δηλαδη, να μην πετάξεις τη Σαρλόττα στον αέρα; (Τον χαϊδεύει. Φιλιούνται)

ΣΚΗΝΗ 7

Εστιατόριο. 1973. Καλοκαίρι (αργότερα) Σ' ένα τραπέζι, ο Ρόμπερτ πίνει άσπρο κρασί. Ένα γκαρσόνι οδηγεί τον Τζέρρυ στο τραπέζι. Ο Τζέρρυ κάθεται

ΤΖΕΡΡΥ: Γεια σου, Ρόμπερτ.ΡΟΜΙΙΕΡΤ: Γεια.ΤΖΕΡΡΥ, στο γκαρσόνι: Θα ήθελα ένα Ουίσκυ με πάγο.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Νερό;ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Το θέλετε με νερό;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. Μόνο πάγο.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Μάλιστα, signore.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ουίσκυ; Εσύ δεν πίνεις ουίσκυ με το φαϊ.ΤΖΕΡΡΥ: Μ' έχει πιάσει μια... κατάθλιψη.ΡΟΜΠΕΡΤ: Α!ΤΖΕΡΡΥ: Και μόνο με το ουίσχυ την ξεφορτώνομαι -είτε μεσημέρι είναι, είτε βράδυ. Γι' αυτό πίνω ουίσχυ με το φαΐ -μη με ξαναπιάσει.ΡΟΜΠΕΡΤ: Όπως άλλοι τρώνε ένα μήλο την ημέρα.ΤΖΕΡΡΥ: Ακριβώς. (Το γκαρσόνι φέρνει ουίσκυ με πάγο) Εβίβα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Εβίβα.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Το μενού, signorί. (Τους δίνει δυο μενού και βγαίνει)ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι κάνεις; Εκτός απ' την... κατάθλιψη;ΤΖΕΡΡΥ: Καλά.ΡΟΜΠΕΡΤ: Θα παίξουμε...;ΤΖΕΡΡΥ: Όταν μου περάσει η κατάθλιψη.ΡΟΜΠΕΡΤ: Νόμιζα πως σου πέρασε.ΤΖΕΡΡΥ: Τότε, γιατί λες πως πίνω ουίσχυ μεσημεριάτικα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Α, ναι. Αλλά πρέπει να παίξουμε. Έχουμε να παίξουμε χρόνια.ΤΖΕΡΡΥ: Πόσων χρονών είσαι, αλήθεια;ΡΟΜΠΕΡΤ: Τριάντα έξι.ΤΖΕΡΡΥ: Τότε, είμαι τριάντα έξι κι εγώ.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ακριβώς!ΤΖΕΡΡΥ: Σκληρό παιχνίδι, το-ΡΟΜΠΕΡΤ: Τηλεφώνησέ μου, να παίξουμε.ΤΖΕΡΡΥ: Πώς περάσατε στη Βενετία; (Έρχεται το γκαρσόνι)ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Θα παραγγείλετε, signorί;ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι θα πάρεις; (Ο Τζέρρυ του ρίχνει μια ματιά και ξανακοιτάει το μενού)

Page 22: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Θα πάρω melone. Και pίcata e lίmone με πράσινη σαλάτα.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Insalata verde. Proscίutto e melone;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. Μόνο melone. Με παγάκια.ΡΟΜΠΕΡΤ: Εγώ θα πάρω proscίutto και melone. Γαρίδες ψητές. Και σπανάκι.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: E spinaci. Grazίe, sίgnore.ΡΟΜΠΕΡΤ: Και ένα μπουκάλι corvo bίanco, τώρα αμέσως.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Si, sίgnore. Molte grazίe. (Βγαίνει)ΤΖΕΡΡΥ: Είναι το γκαρσόνι που ήταν πάντα εδώ ή είναι ο γιος του;ΡΟΜΠΕΡΤ: Θες να πεις πως ο γιος του ήταν πάντα εδώ;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι, ρωτάω αν αυτός είναι ο γιος του. Θέλω να πω, είναι ο γιος εκείνου που ήταν πάνταεδώ;ΡΟΜΠΕΡΤ: Όχι, είναι ο πατέρας του.ΤΖΕΡΡΥ: Α, έτσι;ΡΟΜΠΕΡΤ: Είναι αυτός που μιλάει θαυμάσια ιταλικά.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. Και συ μιλάς ωραία ιταλικά, ε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Όχι. Καθόλου.ΤΖΕΡΡΥ: Πώς;ΡΟΜΠΕΡΤ: Όχι, η Έμμα μιλάει πολύ καλά ιταλικά. Πολύ καλά.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι; Δεν το ήξερα. (Μπαίνει το γκαρσόνι μ' ένα μπουκάλι)ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Corvo bianco, signore.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ευχαριστώ.ΤΖΕΡΡΥ: Λοιπώς, πώς ήταν η Βενετία;ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Venezia, signore; Όμορφο. Το πιο όμορφο πόλη στην Ιταλία. Βλέπετε ζωγραφική στον τοίχο; Είναι Venezia.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, βέβαια.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Ξέρετε τι είναι το μόνο πράμα που δεν έχει Venezia;ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Traffico. (Φεύγει, χαμογελώντας)ΡΟΜΠΕΡΤ: Εβίβα.ΤΖΕΡΡΥ: Εβίβα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Από πότε έχεις να πας στη Βενετία;ΤΖΕΡΡΥ: Ω, χρόνια.ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι κάνει η Τζούντιθ;ΤΖΕΡΡΥ: Τι; Α, ξέρεις, καλά. Πολλή δουλειά.ΡΟΜΠΕΡΤ: Και τα παιδιά;ΤΖΕΡΡΥ: Μια χαρά. Ο Σαμ έπεσε από...ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι, τίποτα. Λοιπόν, πώς περάσατε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Άλλοτε πήγαινες και συ στη Βενετία, με τη Τζούντιθ.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι, αλλά έχουμε χρόνια, ναπάμε. (Παύση) Κι Σαρλόττα; Της άρεσε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, νομίζω. (Παύση) Εμένα, πολύ.ΤΖΕΡΡΥ: Ωραία.ΡΟΜΠΕΡΤ: Πήγα στο Τορτσέλλο.

Page 23: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Αλήθεια; Θαυμάσιο μέρος.ΡΟΜΠΕΡΤ: Αφάνταστη μέρα. Σηκώθηκα πολύ πρωί και βρρουπ -μέσα απ' τη «λαγκούνα» στο Τορτσέλλο. Δεν υπήρχε ψυχή.ΤΖΕΡΡΥ: Τι είναι το «βρρουπ»;ΡΟΜΠΕΡΤ: Η βενζινάκατος.ΤΖΕΡΡΥ: Α, νόμιζα...ΡΟΜΠΕΡΤ: Τι;ΤΖΕΡΡΥ: Πάει τόσος καιρός... Θα κάνω λάθος. Νόμιζα ότι πάνε στο Τορτσέλλο με τη γόνδολα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ω, αργούσε πολύ, ώρες. Όχι, όχι... βρρουπ... μέσα απ' τη «λαγκούνα» τα χαράματα.ΤΖΕΡΡΥ: Ωραία.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ήμουν ολομόναχος.ΤΖΕΡΡΥ: Κι η Έμμα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Κοιμόταν, νομίζω.ΤΖΕΡΡΥ: Α!ΡΟΜΠΕΡΤ: Έμεινα μόνος μου στο νησί, ώρες και ώρες. Ήταν το πιο όμορφο κομμάτι ολόκληρου του ταξιδιού.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι; Όπως το λες, μοιάζει περίφημο.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι. Έκατσα στο γρασίδι και διάβαζα Γέητς.ΤΖΕΡΡΥ: Γέητς στο Τορτσέλλο;ΡΟΜΠΕΡΤ: Ταίριασαν μια χαρά. (Μπαίνει το γκαρσόνι με πιάτα)ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Ένα melone. Ένα proseiutto e melone.ΡΟΜΠΕΡΤ: Το proseiutto για μένα.ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Bon appetito.ΡΟΜΠΕΡΤ: Η Έμμα διάβασε το μυθιστόρημα εκείνου του φίλου σου -πώς τον λένε;ΤΖΕΡΡΥ: Δεν ξέρω. Ποιον;ΡΟΜΠΕΡΤ: Σπινκς.ΤΖΕΡΡΥ: Α, του Σπινκς. Αυτό που δεν σου άρεσε.ΡΟΜΠΕΡΤ: Και δεν θέλησα να το εκδώσω.ΤΖΕΡΡΥ: Θυμάμαι. Της Έμμας της άρεσε;ΡΟΜΠΕΡΤ: Το ερωτεύτηκε τρελά.ΤΖΕΡΡΥ: Ωραία.ΡΟΜΠΕΡΤ: Και σένα σ' αρέσει, ε;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Κι έχει μεγάλη επιτυχία;ΤΖΕΡΡΥ: ΝαιΡΟΜΠΕΡΤ: Για πες μου, νομίζεις πως αυτό σημαίνει ότι είμαι εκδότης με αλάθητο κριτήριο ή χαζός εκδότης;ΤΖΕΡΡΥ: Χαζός εκδότης.ΡΟΜΠΕΡΤ: Συμφωνώ. Είμαι τόσο χαζός εκδότης.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι, δεν είσαι. Τι κάθεσαι και λες; Είσαι καλός εκδότης. Τι λες τώρα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Είμαι κακός εκδότης, επειδή μισώ τα βιβλία. Ή, σωστότερα, την πεζογραφία. Ή, ακόμα πιο σωστά, τη μοντέρνα

Page 24: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

πεζογραφία, δηλαδή τα μοντέρνα μυθιστορήματα, το «πρώτο μυθιστόρημα» του κυρίου Τάδε και το «δεύτερο» του, όλες αυτές τις «υποσχέσεις» που «δίνουν» και την «ευαισθησία που έχουν» και που πρέπει ντε και καλά να τα εκτιμήσω εγώ, και να ρισκάρω τα λεφτά της Εταιρείας, απάνω τους, κι ύστερα να «προωθήσω» το τρίτο του μυθιστόρημα, να φροντίσω το τύπωμα, να φροντίσω το εξώφυλλο, να φροντίσω το δείπνο, για την Εθνική Ένωση Εκδοτών, να φροντίσω την υπογραφή αντιτύπων απ' το συγγραφέα, κι όλα αυτά στο όνομα της Λογοτεχνίας. Ξέρεις τι κοινό έχετε εσύ κι η Έμμα; Αγαπάτε τη Λογοτεχνία. Δηλαδή, αγαπάτε τη μοντέρνα πεζογραφία. Δηλαδή, αγαπάτε το καινούργιο μυθιστόρημα του καινούργιου Σπινκς ή Κέιζυ. Σας «συνταράζει» και τους δύο.ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι μεθυσμένος.ΡΟΜΠΕΡΤ: Λες; Δηλαδή, νομίζεις πως δεν συνταράζει την Έμμα;ΤΖΕΡΡΥ: Πού θες να ξέρω; Δική σου γυναίκα είναι. (Παύση)ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι. Ναι. Σωστά. Δεν έπρεπε να ρωτήσω εσένα. Δεν έπρεπε να ρωτήσω κανένα.ΤΖΕΡΡΥ: Θα ήθελα λίγο κρασί ακόμα.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, ναι. Γκαρσόν! Άλλο ένα μπουκάλι corvo bίanco. Και τι έγινε το φαγητό μας; Χάλασε πολύ αυτό το μαγαζί. Αλλά να ξέρεις, στη Βενετία, είναι χειρότερα. Δε σου δίνουν σημασία, σ' έχουν χεσμένο. Όχι, δεν είμαι μεθυσμένος. Δε μεθάς με corvo bίanco. Ξέρεις... Χτες βράδυ... άργησα να κοιμηθώ... σιχαίνομαι το κονιάκ... βρωμάει μοντέρνα λογοτεχνία. Όχι, άκου, με συγχωρείς. (Μπαίνει το γκαρσόνι μ' ένα μπουκάλι)ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Corvo bίancoΡΟΜΠΕΡΤ: Στο ίδιο ποτήρι. Τι έγινε με το φαΐ μας;ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Έρχεται.ΡΟΜΠΕΡΤ: Θα σερβίρω εγώ. (Το γκαρσόνι βγαίνει με τα πιάτα του πεπονιού) Όχι, άκου, με συγχωρείς, πιες άλλο ένα. Θα σου πω τι φταίει: δεν αντέχω το γυρισμό στο Λονδίνο. Ήμουν ευτυχισμένος –σπάνιο πράγμα– όχι στη Βενετία, όχι. Στο Τορτσέλλο, όταν πήγα πρωί-πρωί,ολομόναχος, ήμουν ευτυχισμένος, ήθελα να μείνω εκεί για πάντα.ΤΖΕΡΡΥ: Όλοι μας-ΡΟΜΠΕΡΤ: Ναι, όλοι μας... το νιώθουμε αυτό, πότε-πότε. Κι εσύ, λοιπόν, κι εσύ; (Παύση) Ωστόσο, δεν έχω παράπονα. Έχω οικογένεια. Η Έμμα κι εγώ τα πάμε πολύ καλά. Την εκτιμώ τρομερά. Και νομίζω πως ο Κέιζυ είναι συγγραφέας πρώτης γραμμής.ΤΖΕΡΡΥ: Αλήθεια;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πρώτης γραμμής. Είμαι περήφανος που τον εκδίδω και που τον ανακάλυψες εσύ, κι αυτό ήταν πολύ έξυπνο από μέρους σου.ΤΖΕΡΡΥ: Ευχαριστώ.ΡΟΜΠΕΡΤ: Έχεις μύτη σ' αυτά και νοιάζεσαι, και στο σέβομαι αυτό. Το ίδιο κι η Έμμα. Μιλάμε συχνά για σένα.ΤΖΕΡΡΥ: Τι κάνει η Έμμα;ΡΟΜΠΕΡΤ: Πολύ καλά. Πρέπει να μας έρθεις κανένα βράδυ. (Παύση) Η

Page 25: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

Έμμα θα χαρεί πολύ να σε δει.

ΣΚΗΝΗ 8

Διαμέρισμα. 1971. Καλοκαίρι. Το δωμάτιο είναι άδειο. Η πόρτα της κουζίνας ανοιχτή. Το τραπέζιστρωμένο: πιατικά, ποτήρια, μια μπουκάλα κρασί. Μπαίνει ο Τζέρρυ, ανοίγοντας την πόρτα με το κλειδί του

ΤΖΕΡΡΥ: Γεια. (Η φωνή της Εμμας απ' την κουζίνα)ΕΜΜΑ: Γεια. (Βγαίνει απ' την κουζίνα. Φοράει ποδιά) Μόλις έφτασα. λογάριαζα να 'ρθω πολυ νωρίτερα. Φτιάχνω βραστό. Θα χρειαστεί ώρες. (Ο Τζέρρυ τη φιλάει) Πεθαίνεις της πείνας;ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. Για σένα. (Τη φιλάει)ΕΜΜΑ: Μιλάω σοβαρά. Δε θα το ετοιμάσω ποτέ. Κάθησε. Πάω να δω.ΤΖΕΡΡΥ: Τι όμορφη ποδιά.ΕΜΜΑ: Ευχαριστώ. (Τον φιλάει, πάει στην κουζίνα. Του φωνάζει. Αυτός βάζει κρασί)ΕΜΜΑ: Τι έκανες σήμερα;ΤΖΕΡΡΥ: Ήρθα με τα πόδια μέσ' απ το πάρκο.ΕΜΜΑ: Πώς ήταν;ΤΖΕΡΡΥ: Ωραίο. Άδειο. Λίγη καταχνιά. (Παύση) Έκατσα λίγο, κάτω από ένα δέντρο. Ήταν πολύ ήσυχα. Κοίταζα τη λίμνη. (Παύση)ΕΜΜΑ: Κι έπειτα;ΤΖΕΡΡΥ: Έπειτα, πήρα ένα ταξί για το Κίλμπερν. Αριθμός 31. Κι ανέβηκα τα σκαλιά κι άνοιξα την εξώπορτα κι ανέβηκα την εσωτερική σκάλα κι άνοιξα αυτή την πόρτα και βρήκα εσένα, με καινούργια ποδιά, να μαγειρεύεις βραστό. (Η Έμμα βγαίνει απ' την κουζίνα)ΕΜΜΑ: Είναι στη φωτιά.ΤΖΕΡΡΥ: Που τώρα είναι στη φωτιά. (Η Εμμα βάζει σ' ένα ποτήρι βότκα για τον εαυτό της) Βότκα; Μεσημεριάτικα;ΕΜΜΑ: Δίψασα. (Πίνει) Συνάντησα τη Τζούντιθ χτες. Στο είπε;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. (Παύση) Πού;ΕΜΜΑ: Όταν πετάχτηκα να φάω κάτι, το μεσημέρι.ΤΖΕΡΡΥ: Το μεσημέρι;ΕΜΜΑ: Δεν στο είπε;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι.ΕΜΜΑ: Τι αστείο.ΤΖΕΡΡΥ: Τι εννοείς «μεσημέρι». Πού;ΕΜΜΑ: Στο «Φόρτναμ και Μέηζον»ΤΖΕΡΡΥ: Και τι γύρευε στο «Φόρτναμ και Μέηζον» η Τζούντιθ;ΕΜΜΑ: Έτρωγε με μια κυρία.ΤΖΕΡΡΥ: Μια κυρία;ΕΜΜΑ: Ναι. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Το Φόρτναμ και Μέηζον είναι μακριά απ' το νοσοκομείο.

Page 26: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Καθόλου.ΤΖΕΡΡΥ: Ε... τότε, δε θα είναι. (Παύση) Κι εσύ;ΕΜΜΑ: Εγώ;ΤΖΕΡΡΥ: Τι έκανες στο «Φόρτναμ και Μέηζον»;ΕΜΜΑ: Έτωγα με την αδερφή μου.ΤΖΕΡΡΥ: Α. (Παύση)ΕΜΜΑ: Η Τζούντιθ... δε σου είπε;ΤΖΕΡΡΥ: Μα σχεδόν δεν την είδα. Χτες το βράδυ γύρισα αργά, ήμουνα με τον Κέιζυ. Και σήμερα, η Τζούντιθ έφυγε πρωί-πρωί. (Παύση)ΕΜΜΑ: Λες να ξέρει;ΤΖΕΡΡΥ: Να ξέρει;ΕΜΜΑ: Ξέρει; Για μας;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι.ΕΜΜΑ: Είσαι βέβαιος;ΤΖΕΡΡΥ: Είναι πολύ απασχολημένη. Στο νοσοκομείο. Κι ύστερα, τα παιδιά. Δεν της μένει καιρός για... υποψίες.ΕΜΜΑ: Ναι, αλλά τα σημάδια; Δεν ενδιαφέρεται... να καταλάβει τι σημαίνουν;ΤΖΕΡΡΥ: Ποια σημάδια;ΕΜΜΑ: Μα, θα υπάρχουν κάποια... που θα τα είδε.ΤΖΕΡΡΥ: Δεν είδε... κανένα σημάδι.ΕΜΜΑ: Α... καλά. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Έχει ένα Θαυμαστή.ΕΜΜΑ: Αλήθεια;ΤΖΕΡΡΥ: Έναν άλλο γιατρό. Πηγαίνουν, πότε-πότε, και πίνουν ένα ποτό μαζί. Είναι... εξοργιστικό. Δηλαδή, εκείνη λέει πως αυτό είναι όλο κι όλο. Εκείνου του αρέσει η Τζούντιθ, εκείνη τον συμπαθεί και τα λοιπά και τα λοιπά... ίσως αυτό μου φαίνεται εξοργιστικό. Δεν ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει.ΕΜΜΑ: Ω, γιατί να μην έχει ένα θαυμαστή; Κι εγώ έχω.ΤΖΕΡΡΥ: Ποιον;ΕΜΜΑ: Μμμ... εσένα, φαντάζομαι.ΤΖΕΡΡΥ: Α, ναι. (Της παίρνει το χέρι) Εγώ είμαι κάτι περισσότερο από θαυμαστής. (Παύση)ΕΜΜΑ: Πες μου... σκέφτηκες ποτέ... ν' αλλάξεις ζωή;ΤΖΕΡΡΥ: Ν' αλλάξω;ΕΜΜΑ: Μμμμ. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Δε γίνεται. (Παύση)ΕΜΜΑ: Νομίζεις πως δε σου είναι πιστή;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. Δεν ξέρω.ΕΜΜΑ: Όταν, λόγου χάρη, έλειπες στην Αμερική, τώρα τελευταία;ΤΖΕΡΡΥ: Όχι.ΕΜΜΑ: Εσύ ήσουνα πάντα πιστός...;ΤΖΕΡΡΥ: Σε ποιον;ΕΜΜΑ: Σε μένα, φυσικά.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. (Παύση) Εσύ... σε μένα;

Page 27: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΕΜΜΑ: Ναι. (Παύση) Αν η Τζούντιθ δεν σου ήταν, τι θα έκανες;ΤΖΕΡΡΥ: Είναι. Σου είπα. Είναι πολύ απασχολημένη. Έχει ένα σωρό πράγματα να κάνει. Είναι πολύ καλή γιατρός. Της αρέσει η ζωή της. Αγαπάει τα παιδιά.ΕΜΜΑ: Α!ΤΖΕΡΡΥ: Αγαπάει εμένα. (Παύση)ΕΜΜΑ: Α. (Σιωπή)ΤΖΕΡΡΥ: Όλα αυτά σημαίνουν κάτι.ΕΜΜΑ: Και βέβαια.ΤΖΕΡΡΥ: Αλλά εγώ λατρεύω εσένα. (Παύση) Σε λατρεύω. (Η Έμμα παίρνει το χέρι του)ΕΜΜΑ: Ναι. (Παύση) Άκου. Θέλω να σου πω κάτι.ΤΖΕΡΡΥ: Τι;ΕΜΜΑ: Είμαι έγκυος. Έμεινα έγκυος, όταν έλειπες στην Αμερική. (Παύση) Όχι με κάποιον άλλον. Με τον άντρα μου. (Παύση)ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. Ναι, φυσικά. (Παύση) Χαίρομαι πολύ για σένα.

ΣΚΗΝΗ 9

Το σπίτι του Ρόμπερτ και της Έμμα. Κρεβατοκάμαρα. 1968. Χειμώνας. Το δωμάτιο φωτίζεται αμυδρά. Ο Τζέρρυ κάθεται στη σκιά. Μουσική ακούγεται σιγανά απ' έξω. Η πόρτα ανοίγει. Φως. Μουσική. Μπαίνει η Έμμα, κλείνει την πόρτα. ΙΙηγαίνει προς τον καθρέφτη και βλέπει τον Τζέρρυ

ΕΜΜΑ: Τζέρρυ!ΤΖΕΡΡΥ: Σε περίμενα.ΕΜΜΑ: Τι θες να πεις;ΤΖΕΡΡΥ: Ήξερα πως θα 'ρχόσουν. (Παύση)ΕΜΜΑ: Ανέβηκα, μια στιγμή, να χτενιστώ. (Ο Τζέρρυ σηκώνεται, η Έμμα πάει στον καθρέφτη και χτενίζεται, ο Τζέρρυ την κοιτάει)ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι όμορφη οικοδέσποινα.ΕΜΜΑ: Σου αρέσει το πάρτυ μας;ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι όμορφη. (Πάει κοντά της) Σε κοίταζα όλο το βράδυ. Πρέπει να σου πω... θέλω να σου πω... έχω να σου πω...ΕΜΜΑ: Σε παρακαλώ...ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι αφάνταστη.ΕΜΜΑ: Είσαι μεθυσμένος.ΤΖΕΡΡΥ: Μπορεί, αλλά είσαι... (Την πιάνει)ΕΜΜΑ: Τζέρρυ.ΤΖΕΡΡΥ: Ήμουνα μάρτυρας στο γάμο σου. Σε είδα στα κάτασπρα. Σε είδα να περνάς, στα κάτασπρα.ΕΜΜΑ: Δε φορούσα «κάτασπρα».ΤΖΕΡΡΥ: Ξέρεις τι έπρεπε να είχε γίνει;ΕΜΜΑ: Τι;

Page 28: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

ΤΖΕΡΡΥ: Έπρεπε να σε είχα κάνει δική μου, ασπροντυμένη, πριν απ' το γάμο. Έπρεπε να σε είχα μοντζουρώσει, στο άσπρο σου νυφικό, να σε μουτζούρωνα, στο νυφιάτικό σου, πριν σε συνοδέψω στο γάμο σου, σαν μάρτυράς σου.ΕΜΜΑ: Ήσουνα μάρτυρας τον άντρα μου. Μάρτυρας του καλύτερου φίλου σου.ΤΖΕΡΡΥ: Όχι. Δικός σου μάρτυρας.ΕΜΜΑ: Πρέπει να κατέβω.ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι χάρμα. Είμαι τρελός για σένα. Δε βλέπεις; Όλες αυτές οι λέξεις που λέω, δεν έχουν ξαναειπωθεί ποτέ πριν. Δεν το βλέπεις; Είμαι τρελός για σένα. Είν' ένας ανεμοστρόβιλος. Πήγες ποτέ σου στη Σαχάρα; Άκουσέ με. Είν' αλήθεια. Άκου. Με μαγεύεις. Είσαι τόσο γλυκιά.ΕΜΜΑ: Δεν είμαι.ΤΖΕΡΡΥ: Είσαι τόσο όμορφη. Δες πώς με κοιτάς.ΕΜΜΑ: Δεν... σε κοιτάω.ΤΖΕΡΡΥ: Δες πώς με κοιτάς. Δεν μπορώ να περιμένω, είμαι παραζαλισμένος, είμαι εξουθενωμένος, με θαμπώνεις, θησαυρέ, θησαυρέ μου, δεν μπορώ πια να κοιμηθώ, όχι, άκου, αλήθεια σου λέω, δε θα μπορώ πια να περπατήσω, θα είμ' ένας σακάτης, θα τσακιστώ, θα χαθώ, θα παραλύσω ολότελα, κρατάς τη ζωή μου στα χέρια σου, εκεί μ' έφερες, σε κατάσταση κατατονίας, ξέρεις τι είναι η κατατονία; Ξέρεις; ξέρεις; η κατάσταση όπου... βασιλεύει ο πρίγκιπας του κενού, ο πρίγκιπας της απουσίας, ο πρίγκιπας της ερήμωσης. Σ' αγαπώ.ΕΜΜΑ: Ο άντρας μου είναι απ' έξω.ΤΖΕΡΡΥ: Όλοι το ξέρουν. Ο κόσμος όλος το ξέρει. Αλλά δε θα μάθουν ποτέ, δε θα μάθουν ποτέ, βρίσκονται σε διαφορετικό κόσμο. Σε λατρεύω. Είμαι τρελά ερωτευμένος μαζί σου. Δεν μπορώ να πιστέψω πως αυτά που λέει κανένας αυτή τη στιγμή, έχουν ξαναγίνει άλλοτε. Τίποτα δεν έχει ξαναγίνει. Τίποτα. Αυτό είναι το μόνο πράγμα που έγινε ποτέ. Τα μάτια σου με σκοτώνουν. Είμαι χαμένος. Είσαι υπέροχη.ΕΜΜΑ: Όχι.ΤΖΕΡΡΥ: Ναι. (Τη φιλάει. Η Έμμα ξεφεύγει. Αυτός την ξαναφιλάει. Απ' έξω ακούγονται γέλια. Η Έμμα του ξεφεύγει. Ανοίγει η πόρτα. Μπαίνει ο Ρόμπερτ)ΕΜΜΑ: Ο καλύτερός σου φίλος είναι μεθυσμένος.ΤΖΕΡΡΥ: Αφού είσαι ο καλύτερος και παλιότερος φίλος μου και, επί του προκειμένου, ο οικοδεσπότης μου, αποφάσισα να επωφεληθώ αυτής της ευκαιρίας για να πω στη γυναίκα σον πόσο όμορφη είναι.ΡΟΜΠΕΡΤ: Πολύ σωστά.ΤΖΕΡΡΥ: Είναι πολύ σωστό... Να... να βλέπει κανείς τα πράγματα καταπρόσωπο... και να δίνει ένα δείγμα, χωρίς να κοκκινίζει, ένα δείγμα της απεριόριστης εκτίμησής του, χωρίς μισόλογα και τζιριτζάντζουλες.ΡΟΜΠΕΡΤ: Ακριβώς.ΤΖΕΡΡΥ: Και τι θαύμα για σένα που τα πράγματα είναι έτσι, ότι... περί

Page 29: Προδοσια- Χαρολντ Πιντερ

αυτού πρόκειται, ότι πρόκειται για την ομορφιά της.ΡΟΜΠΕΡΤ: Πολύ σωστά. (Ο Τζέρρυ πάει κοντά στον Ρόμπερτ και του πιάνει τον αγκώνα)ΤΖΕΡΡΥ: Σου μιλάω σαν φίλος. Ο παλιότερός σου φίλος. Ο μάρτυράς σου.ΡΟΜΠΕΡΤ: Βέβαια, έτσι είναι... (Χτυπάει βιαστικά τον Τζέρρυ στον ώμο, γυρίζει και βγαίνει)(Η Έμμα πάει προς την πόρτα. Ο Τζέρρυ την αρπάει απ' το μπράτσο. Η Έμμα σταματάει. Στέκονται ασάλευτοι, κοιτώντας ο ένας τον άλλον)

ΤΕΛΟΣ