Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών...

89
Δέσποινας Κοντονάτσιου – Γάτσια Δρος Φιλοσοφίας, Εθνογλωσσολόγου * Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων. * Πρόλογος Εκδότου και Σχόλια 1

description

Η φράση 'Ανάθεμα τη γεννιά σ'', είναι μια βαργιά τρικκαλινή βρισχιά και λέγεται σε περίπτωση τέλειας απαξίωσης.Σκέφτομαι πως τούτη αρμόζει σήμερα [μετά τις 6 Μαίου 2010] στον λομπροζικό ελλαδικό λαό που επέτρεψε σε μια τρακοσαργιά μυγοχέζματα 'πωλητικούς' να του κλέψουν μισθούς και συντάξεις, ασφάλειες κτλ, ακόμα και την ίδγια του την Χώρα, να την παραδώσουν τζαμπαντάν τζάμπα στους σιχαμένους εβραίους φίλους τους τραπεζήτουλες του ΔΝΤ.Αυτοί οι λωποδύτες, δειμοκράτες μιζάνθρωποι, 'εκλέχτηκαν' και λατρεύτηκαν απ' τον εκφυλισθέντα λαό, ο οποίος θα έπρεπε σε μια υποτυπώδη κανονικά αντίδραση να τους κρεμάση ανάποδα για να πέσουν απ' τις τσέπες τους τα κλεμμένα. Τέλος πάντων, άς τους λουστή που λέμε στο χωργιό μου και σ' ό,τι μ' αφορά, άς κάνω κάτι χρήσιμο εδώ, να δημοσιεύσω, άλλη μια εργασία της Δέσποινας για κάποια άλλη ξεχασμένη και περιφρονημένη Ελλάδα που κάποιοι από μας εξακολουθούμε να αγαπάμε και να θυμώμαστε με τρυφερότητα, +Απόστολος

Transcript of Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών...

Page 1: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Δέσποινας Κοντονάτσιου – Γάτσια

Δρος Φιλοσοφίας, Εθνογλωσσολόγου

*

Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση

τριών θεσσαλικών κοινοτήτων.*

Πρόλογος Εκδότου και Σχόλια

1

Page 2: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

+Ιερέως Αποστόλου Κ. Γάτσια,Εκπαιδευτικού, ΔΣ Ενώσεως Συγγραφέων Ευρώπης

Λίγα λόγια για την Δρα Δέσποινα Κοντονάτσιου και για την μικρή εργασία της που ακολουθεί, από τον +Ιερέα Απόστολο Κ. Γάτσια, αντί Προλόγου.

*Τό μικρό τούτο δοκίμιο γράφτηκε από τήν σύζυγό

μου πρίν από 25 χρόνια περίπου, μαζί μέ πολλά άλλα ιδιαίτερα σημαντικά έργα, στά πλαίσια τής υποψηφιότητάς της γιά τήν έδρα τής λεγόμενης Γλωσσοκοινωνιολογίας, πού είχε δημιουργήσει τό τότε ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ (γιά τά δικά του φυσικά «παιδιά» πού έχουν καί τό «ξένο χρίσμα»), στήν Σχολή Δημοσιογραφίας τού ΑΠΘ.

Η Δέσποινα δέν ήταν ποτέ συμπλέουσα στήν όποια τεκταινόμενη Εθνική καί Επιστημονική Ευτέλιση καί γι’ αυτό, τό αιωνίως ΞΕΝΟΔΟΥΛΟ Κατεστημένο τού ψευτοεπιστημονικού μονοπωλείου τού πανάθλιου

2

Page 3: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

ΠΡΟΤΕΚΤΟΡΑΤΟΥ τής «Greece», απέρριψε καί Εκείνη καί τήν... Έδρα! ώς ανεμένετο άλλωστε..., μπάς καί πάει εκεί κάποιος καθαρός καί κινδυνέψει η βρωμιά τους.

Ωστόσο, εγώ, νοιώθοντας ότι οι μελέτες της πρέπει νά γίνουν γνωστές σέ όποιους έχουν τό ανάλογο επιστημονικό ενδιαφέρον, αναλαμβάνω μέ δική μου πρωτοβουλία τήν έκδοσή τους.

Αυτά. Νέα Μηχανιώνα 2010

Εισαγωγικά.*

Προσδιορισμός τής ευρύτερης κοινότητας Αιγινίου [ΒΔ Θεσσαλία]*

*[*Σημείωσις: Η έρευνα αυτή άρχισε τό 1984 μέ

επιτόπια παρατήρηση καί συνεχίστηκε τά επόμενα

3

Page 4: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

χρόνια σποραδικά. Τό ισχυρότερο ερέθισμα γιά τό ξεκίνημά της υπήρξε η αισθητή ιδιομορφία καθεμιάς από τίς κοινότητες αλλά καί η συγγένειά τους πού διαπιστώνεται εύκολα μέσα στά πλαίσια τής ευρύτερης κοινότητας στήν οποία ανήκουν.

Παρουσιάστηκε από τήν Ερευνήτρια ώς «Ανακοίνωσις στήν 7η Ετήσια Συνάντηση τού Τομέα Γλωσσολογίας τής Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ», τό απόγευμα τής Τετάρτης 14 Μαίου 1986.

Επίσης, δημοσιεύτηκε σέ συνέχειες στήν εφημερίδα τών Τρικάλων ΕΡΕΥΝΑ τό προηγούμενο έτος.

Μετά από δέκα χρόνια περίπου, τό 1995, υπεβλήθη μαζί μέ άλλες εργασίες τής ερευνήτριας στήν Σχολή Δημοσιογραφίας τού ΑΠΘ γιά εκλογή Επίκουρου Καθηγητή στήν έδρα Γλωσσοκοινωνιολογίας.

4

Page 5: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Η έρευνα αυτή, δέν είναι πλήρης. Είναι απλώς τό πρώτο, το «εισαγωγικό» μέρος, σέ μιά εκτεταμένη εργασία πού εδώ καί 25 χρόνια περίπου δέν βγήκε στό φώς, αλλά ενδέχεται ένα μεγάλο τμήμα της νά δημοσιευτή στά επόμενα 25 χρόνια, ώς τό 2030 δηλαδή, άμα ζούμε.

5

Page 6: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Δηλαδή, εγώ, ώς σύζυγος τής ερευνήτριας καί εκδότης τού παρόντος, θά επιμεληθώ πιστεύω μέ προσεκτικό τρόπο τήν αξιόλογη αυτή εργασία της. Έχοντας παρακολουθήσει κοντά της τόν τρόπο πού δούλεψε αλλά καί ώς καταγόμενος ο ίδιος από τόν φυσικό χώρο τής έρευνάς της πού είναι καί τό χωριό πού γεννήθηκα, [Θεόπετρα], γνωρίζοντας πρόσωπα καί πράγματα, θά μπορούσα νά συνεισφέρω μέ πολλούς τρόπους.

Στό αρχικό κείμενο λοιπόν θά προσθέσω τίς όποιες δικές μου παρατηρήσεις καί πρίν τήν τελική έκδοση, μέ τήν συγκατάθεση τήν δική της φυσικά καί τήν συνεργασία, θά συμπεριλάβω εδωπέρα καί τίς όποιες διορθώσεις, παρατηρήσεις καί συμπληρώσεις στό αρχικό κείμενο, επιχειρήσει η ίδια. Ακολουθεί τό κείμενο λοιπόν τής ερευνήτριας, εμπλουτισμένο μέ προσθήκες και εικόνες].

*Πρίν αναφερθώ στό συγκεκριμένο θέμα τής

ανακοίνωσής μου, δηλαδή στά αποτελέσματα από τό πρώτο στάδιο τής εθνογλωσσολογικής συγκριτικής εξέτασης τριών θεσσαλικών κοινοτήτων, θεώρησα

6

Page 7: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

αναγκαίο, γιά τήν αρτιότερη κατανόηση αυτών πού θά επακολουθήσουν νά επιμείνω σέ δυό βασικά σημεία: α) τήν σκοπιά τής έρευνας καί β) τόν σκοπό τής έρευνας.

*

α) Η σκοπιά τής έρευνας.*

Η σκοπιά της έρευνας είναι εθνογλωσσολογική, δηλαδή η γλώσσα –στην περίπτωση της έρευνας αυτής, η γλωσσική ποικιλία*-, εξετάζεται μέσα στο περιβάλλον που μιλιέται, μέσα στα συγκεκριμένα κοινωνικο-πολιτιστικά πλαίσια της ομάδας που την χρησιμοποιεί.

[*Σημείωση: Περί γλωσσικής «ποικιλίας» υπάρχει μιά δημοσιευμένη πρό 15ετίας μελέτη τής Δρος Κοντονάτσιου μέ τίτλο «Σύγχυσις Γλωσσών καί Έκχυσις Πνεύματος» όπου σύμφωνα μέ τήν ερευνήτρια: «Η γλωσσική ποικιλία (= variation) είναι ένα γενικό φαινόμενο στά πλαίσια τού ανθρώπινου λόγου. Χιλιάδες γλώσσες μιλήθηκαν καί μιλιούνται πάνω στή γή. Στή βιβλιογραφία αναφέρονται συνήθως 4000 έως 5000

7

Page 8: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

γλώσσες οι οποίες βρίσκονται εν ζωή, αλλά καί καθεμιά απ’ αυτές τίς γλώσσες εμφανίζεται πάντοτε μέ τήν μορφή διαλέκτων καί ποτέ ενιαία.

‘…Η ποικιλία των γλωσσικών χρήσεων είναι, βέβαια, η ανάκλαση –στη γλώσσα– της κοινωνικής συνθετότητας. Η κοινωνική συνθετότητα ορίζει τη γλωσσική ποικιλία και ταυτόχρονα ορίζεται από αυτήν. Αυτή η συστατική διαπλοκή συνθέτει το γλωσσικό φαινόμενο ως κοινωνικοϊστορικό μόρφωμα. Και η διαπλοκή αυτή οργανώνεται και δρα στη βάση κοινωνικοϊστορικών αξιοδοτήσεων. Η συζήτηση για τις γλωσσικές χρήσεις –και τα πάθη που αυτή η συζήτηση συχνά διεγείρει– αφορά αυτές τις αξιοδοτήσεις. Και εδώ ακριβώς, όπως συμβαίνει πάντοτε στο χώρο της

8

Page 9: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

ιδεολογίας, γεννιούνται οι περιπλοκές: φυσικοποίηση του κοινωνικού, απολυτοποίηση του σχετικού και η συνακόλουθη ψευδής συνείδηση, συνειδητή κάποτε συγκάλυψη του κοινωνικού χαρακτήρα αυτών των αξιοδοτήσεων και της κοινωνικοϊστορικής σχετικότητάς τους’. Δές: εισήγηση-τελευταία δημόσια εμφάνιση του Α. Φ. Χριστίδη (1946-2004) στο συμπόσιο της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας [Σχολής Μωραΐτη], 3-5 Δεκ. 2004, "Χρήσεις της γλώσσας" (δημοσιεύεται στον τόμο με τα πρακτικά, Αθήνα 2005)

*

Η πολυδιάσπαση τού προφορικού λόγου δέν σταματά μέσα στήν ίδια γλώσσα, αλλά επεκτείνεται καί τείνει νά επηρεάσει κάθε γλωσσική μονάδα πού δημιουργείται. Εχει παρατηρηθεί ακόμη καί στήν ομιλία ενός καί τού αυτού ανθρώπου, στό "ιδιόλεκτο" (idiolect), πράγμα πού επιβεβαιώνει τήν άποψη ότι δέν είναι δυνατόν νά υπάρξει γλώσσα ενιαία, χωρίς, δηλαδή, τό χαρακτηριστικό τής ποικιλότητας.

Ετσι, ενώ από τήν μιά πλευρά η γλώσσα είναι τό κατ’ εξοχήν μέσο επικοινωνίας μεταξύ αυτών πού

9

Page 10: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

μιλούν τήν ίδια γλώσσα, από τήν άλλη αποτελεί καί τό κατ’ εξοχήν εμπόδιο επικοινωνίας μεταξύ αυτών πού μιλούν διαφορετικές γλώσσες ή καί διαλέκτους.

Διάφορες θεωρίες έχουν διατυπωθεί μέ σκοπό νά εξηγήσουν τήν γλωσσική πολυμορφία είτε αναζητώντας τίς αρχές τής γλώσσας, βιολογικές, ανθρωπολογικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές κλπ, είτε προσπαθώντας νά εξηγήσουν τήν γλωσσική αλλαγή, η οποία αποτελεί κεντρικό γεγονός τού φαινομένου αυτού, από επίδραση ενδογλωσσικών καί εξωγλωσσικών παραγόντων, δές: Δρος Κοντονάτσιου Δ., «Σύγχυσις Γλωσσών καί Έκχυσις Πνεύματος»].

Από την άποψη αυτή, η γλώσσα αντιμετωπίζεται ως όργανο θεωρητικό και ταυτόχρονα πρακτικό για την ανακάλυψη της κοινωνικής και πολιτιστικής οργάνωσης της ομάδας. Αλλά και το αντίθετο. Η γνώση που προέρχεται από άλλες πηγές –ιστορικές, λαογραφικές, κοινωνιολογικές, διαλεκτολογικές-, χρησιμοποιείται για μια πληρέστερη περιγραφή της γλώσσας.

Τον πρώτο ή τον δεύτερο από αυτούς τους δυό τρόπους αντιμετώπισης της γλώσσας υιοθετούν συνήθως

10

Page 11: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

οι διάφορες θεωρίες και εφαρμογές που συνδέουν την μελέτη της γλώσσας με την μελέτη της κοινωνίας και του πολιτισμού της, είτε με την γενική ονομασία κοινωνιογλωσσολογία, είτε με τις ειδικότερες ονομασίες: εθνογλωσσολογία και ψυχογλωσσολογία.

Οι κλάδοι αυτοί σε ορισμένα σημεία φαίνεται να αλληλοκαλύπτονται και γι’ αυτό το λόγο έχει δημιουργηθεί ένα πρόβλημα ορολογίας σχετικά με το ποιος είναι ο πιο δόκιμος όρος για κάθε περίπτωση έρευνας. Μια μερίδα ερευνητών ταυτίζει τους δύο όρους. Μια άλλη τους αντιδιαστέλλει. Τελικά, δεν φαίνεται να έχει επέλθει καμιά γενική συμφωνία, όπως δεν έχει επέλθει συμφωνία και στην μεθοδολογία στα ίδια τα πλαίσια της καθεμιάς απ’ αυτές, [δες περισσότερα στην μελέτη του D. Hymes, Foundations in sosiolinguistics, 1974].

Μάλιστα σε μερικούς ερευνητές η διάκριση των όρων έχει πάρει έντονη ιδεολογική απόχρωση. Κριτήριο της διάκρισης έχει γίνει η κοινωνική θεωρία που πρεσβεύει ο καθένας ερευνητής. Δηλαδή εάν ο ερευνητής δέχεται την μαρξιστική ανάλυση [πράγμα που

11

Page 12: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

σημαίνει ότι παίρνει υπόψιν του την Πάλη των Τάξεων κλπ, όπως η Σοβιετική σχολή], τότε λέμε ότι κάνει «Κοινωνιο-Γλωσσολογία».

Αντίθετα, εάν δεν κάνει τέτοιου είδους διακρίσεις και μιλάει για «έθνος», τότε θεωρείται ότι κάνει «Εθνο - Γλωσσολογία» και κινδυνεύει να ξεπέσει σε ένα είδος ρατσισμού τευτονικού τύπου [σαν αυτόν που ενέπνευσε τον ρωμαντικό Von Humboldt να διατυπώσει την άποψη ότι η γλώσσα ταυτίζεται με το πνεύμα του λαού, ότι η γλώσσα κάνει το έθνος και το έθνος κάνει την γλώσσα και ότι ακόμη η σχέση γλώσσας – έθνους, υπηρέτησε ή υπηρετεί επί πλέον τον σωβινισμό «εφόσον η γλώσσα κατανοείται ως κάτι ομοιόμορφο στην γεωγραφική έκταση και το κοινωνικό βάθος», δές σχετικά τις απόψεις αυτές διάχυτες στο έργο των B. Gardin, J.B. Marcellesi, Introduction a la sosiolin-guistique, 1975].

Ωστόσο, εθνογλωσσολογία και κοινωνιογλωσσολογία, έστω κι αν φαίνεται να αλληλοκαλύπτονται, παραμένουν καθαρώς χωριστοί κλάδοι, γιατί σε τελευταία ανάλυση το πεδίο της έρευνάς τους είναι διαφορετικό. Η βασική ποιοτική τους διαφορά είναι ότι η εθνογλωσσολογία [όπως και η εθνολογία]

12

Page 13: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

κινείται στον χώρο του παραδοσιακού πολιτισμού και ασχολείται με την μελέτη της γλώσσας των παραδοσιακών κοινοτήτων.

Ενώ η κοικωνιογλωσσολογία όπως και η κοινωνιολογία, κινείται στα πλαίσια του σύγχρονου πολιτισμού και ασχολείται με την γλώσσα των κοινωνικών ομάδων. Δηλαδή ασχολούνται με γλωσσικές κοινότητες [γλωσσικές ποικιλίες] και μιλιούνται από κοινωνικές ομάδες πού έχουν συγκροτηθεί ή συγκροτούνται συνεχώς μέσα σε δυό διαφορετικούς τύπους πολιτισμών, σε δυό διαφορετικούς τύπους κοινωνικής οργάνωσης.

Έτσι σε καμμιά περίπτωση δεν συμβαίνει να

μελετούν την ίδια γλωσσική κοινότητα. Λόγου χάρη στην περίπτωση που θα γίνει μια κοινωνιογλωσσολογική έρευνα για μια κοινότητα με διαλεκτική ομιλία, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στον βαθμό αφομοίωσης της διαλέκτου από την κοινή γλώσσα [δηλαδή θα εξετασθεί ο θάνατος της διαλέκτου, η διγλωσσική κατάσταση των ομιλητών της κτλ] και όχι σ’ αυτήν την ίδια την γλωσσική κοινότητα, η οποία μπορεί να παρουσιάζει μεγάλον πλούτο διαφοροποιητικών ουσιαστικών στοιχείων τα οποία μπορεί ακόμα και να εξασφαλίσουν την συνέχιση της ύπαρξής της παρά τις αντίθετες προβλέψεις, όπως την έχουν εξασφαλίσει μέχρι

13

Page 14: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

σήμερα, δηλαδή κατά την στιγμή της έρευνας [1985 / 1986].

Το ότι φαίνεται να υπάρχει κάποια σύμπτωση και επικάλυψη, οφείλεται στην τάση που σημειώνεται σε πολλούς κοινωνιογλωσσολόγους να επεκτείνουν τον χώρο της έρευνάς τους εύκολα, όπως ακριβώς και οι κοινωνιολόγοι σε χώρο που κατείχε άλλοτε η εθνογλωσσολογία και η εθνολογία.

Αντίθετα, γι’ αυτές τις τελευταίες, τα όρια φαίνεται να στενεύουν όλο και περισσότερο λόγω της από χρόνια επαγγελλόμενης επικείμενης εξαφάνισης των εξωτικών λαών, -χώρου έρευνας κατ’ εξοχήν εθνολογικού και εθνογλωσσολογικού – ή της ήδη συντελεσθείσας εξαφάνισης του παραδοσιακού ευρωπαϊκού πολιτισμού μετά την νίκη της πόλης πάνω στο χωριό ή της διάλυσης των συνεκτικών εθνικών δεσμών, η οποία φαίνεται να έχει συντελεσθεί ήδη στην Σοβιετική Ένωση* σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, και την εξομοίωση όλων των λαών που συντελείται σταθερά μέσω της εξάπλωσης του μοντέρνου δυτικού πολιτισμού.

[*Σημείωση: Όταν έγινε η εργασία τούτη, υφίστατο στήν Γή τό διπολικό σύστημα τών υπερδυνάμεων μέ τόν

14

Page 15: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

ένα πόλο νά κατέχη η κραταιά τότε Σοβιετική Ένωσις της οποίας η σχετική επιστημονικοφανής προπαγάνδα επέβαλε τέτοιες ανόητες απόψεις, όπου η χειραγωγημένη έρευνα έπρεπε νά αποδείξη τά αρεστά στό καθεστώς κι όχι φυσικά νά εκθέτη αντικειμενικά τήν πραγματικότητα. Λίγο πολύ, τό ίδιο εξακολουθεί νά συμβαίνει καί σήμερα λόγω τής παγκοσμιοποίησης, στήν πράξη ενός γελοίου εξαμερικανισμού, αλλά τούτη τήν φορά οι επιστήμονες κινδυνεύουν λιγότερο νά παρασυρθούν καί νά χειραγωγηθούν γιά τόν απλούστατο λόγο ότι η κατάρρευση τού εβραιμπολσεβικισμού καί η εθνικιστική καί θρησκευτική έκρηξη πού τήν συνόδευσε, δέν αφίνουν πολλά περιθώρια πλέον επιστημονικής γελοιοποίησης].

Από την άποψη αυτή η κοινωνιογλωσσολογία, μαζί

με την κοινωνιολογία, έχουν ευνοηθεί και βρίσκονται θα λέγαμε στο επίκεντρο του σύγχρονου ενδιαφέροντος κυρίως μέσα στα πλαίσια των μεγάλων προγραμμάτων ανάπτυξης που χρηματοδοτούνται κυρίως από τις ΗΠΑ, αλλά και από μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, πρώην αποικιοκρατικές.

15

Page 16: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Για την περίπτωση της Ελλάδας, αναφέρω ενδεικτικά το σύνολο των οικονομολογικών και κοινωνιολογικών μελετών που έγιναν από το 1950 και ύστερα σε συνδυασμό με το σχέδιο Μάρσαλ από ξένους ερευνητές στην ελληνική ύπαιθρο με σκοπό να επενδύσουν επιστημονικά το πρόγραμμα αναπτύξεως που χρηματοδοτούσε η χώρα τους. [Δές: Balkan Studies 8, 1967, τεύχος 2, όπου περιέχονται τα Πρακτικά του συμποσίου που έγινε στο πανεπιστήμιο του Winskonsin 10-12 Απριλίου 1967 με τον γενικό τίτλο “Greece since the second world war: on the occasion of the 20th an-niversary of the Truman doctrine”].

Η κ. Κυριακίδου – Νέστορος αναφέρει το σύνολο των μελετών αυτών με τον τίτλο «Η Ελλάδα σε μεταβατικό στάδιο αναπτύξεως» [Greece in transition]. Μεταβατικό στάδιο εννοείται, ως προς τον οικονομικό τομέα [προβιομηχανική - βιομηχανική εποχή], τον κοινωνικό τομέα και τον ιδεολογικό τομέα [τομέα κοσμοθεωρίας].

Οι μελέτες αυτές εξυπηρετούν εφηρμοσμένες επιστήμες [οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες],

16

Page 17: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

ερευνούν βέβαια το παρόν, αλλά σκοπεύουν στην μελλοντική εφαρμογή των πορισμάτων της έρευνάς τους: πώς η ανάλυση του παρόντος θα βοηθήσει στον καθορισμό και στην επίτευξη των στόχων ανάπτυξης.

Dell Hathaway Hymes (June 7, 1927, Portland, Oregon - November 13, 2009, Charlottesville, Virginia) was a sociolinguist, anthropologist, and folklorist whose work dealt primarily with languages of the Pacific Northwest. He was one of the first to call the fourth sub-field of anthropology "linguistic anthropology" instead of "anthropological linguistics." The terminological shift draws attention to the field's grounding in anthropology rather than in what, by that time, had already become an autonomous discipline (linguistics).

Στην ίδια διαπίστωση οδηγείται και ο D. Hymes [1974]. Γράφει χαρακτηριστικά για τον ρόλο της σύγχρονης κοινωνιογλωσσολογίας πού καλύπτει πλέον όλους τους χώρους, όπως και η αντίστοιχή της κοινωνιολογία: «γιατί η φύση του κόσμου, στον οποίο

17

Page 18: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

πρόκειται να γίνει η κοινωνιογλωσσολογική περιγραφή, δίνει συνεχώς όλο και περισσότερο τον σημαντικότερο ρόλο στους κοινωνιολόγους… Η περιγραφική κοινωνιογλωσσολογία στον σύγχρονο κόσμο δεν μπορεί να διαχωριστεί από την μελέτη της κοινωνικής αλλαγής. Πολλά φαινόμενα [όπως: αφομοίωση, διγλωσσία, δημιουργία κρεολών γλωσσών, γλωσσών pidgin, δημιουργία τεχνητών γλωσσών κλπ], θα πρέπει να θεωρηθεί ότι συνδέονται μεταξύ τους μέσα στην ιστορία της ευρωπαϊκής επέκτασης και στην εμφάνιση μιας παγκόσμιας ιστορίας. Έτσι η γλωσσική αφομοίωση των menomini, λόγου χάρη και η παρακμή των αγγλικών διαλέκτων είναι δίδυμες πλευρές, πλευρές της ίδιας διαδικασίας, η οποία έχει ως άλλες πλευρές την ανάπτυξη νέων αγγλικών διαλέκτων στην Ινδία και στην Καραϊβική… Και για την επιστημονική μελέτη της ευρωπαϊκής κοινωνικής ιστορίας, όπως και για την συγκριτική μελέτη των σχετικών θεσμών, η μείζων πολιτική παράδοση είναι η κοινωνιολογική».

Τέλος τονίζει ιδιαίτερα ότι «η

κοινωνιογλωσσολογία είναι ο πιο μοντέρνος τρόπος στην γλωσσολογική επιστήμη που θα αναζητήσει την αρχή

18

Page 19: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

της ανθρώπινης κοινότητας στο μέλλον και μια παγκόσμια κοινωνία. Μόνο μια κοινωνιογλωσσολογική προοπτική μπορεί φυσιολογικά και αναπόφευκτα να θεωρεί την ανθρωπότητα όχι μόνο όπως είναι, αλλά και όπως θα γίνει. Η γλωσσολογία και η κοινωνιογλωσσολογία, αν θέλει, μπορεί να ενατενίζει προς μια ενότητα που πρόκειται να έλθει και να εργάζεται γι’ αυτήν. Ενώ η εθνολογία και η εθνογλωσσολογία μπορούν να έχουν βοηθητικό ρόλο, λόγω του ότι η κοινωνιολογία ασχολήθηκε μόνο θεωρητικά με την συμβολική αλληλεπίδραση, ενώ αντίθετα η εθνολογία και η λαογραφία λόγω της ουμανιστικής τους πλευράς, είχαν ασχοληθεί με τα κείμενα και την ομιλία γενικότερα», [δές: D. Hymes Foundations in sosiolinguistics, 1974].

19

Page 20: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Arnold J. Toynbee in 1961. Arnold Joseph Toynbee CH (April 14, 1889 – October 22, 1975) was a British historian whose twelve-volume analysis of the rise and fall of civilizations, A Study of History, 1934-1961, was a synthesis of world history, a metahistory based on uni-versal rhythms of rise, flowering and decline, which ex-amined history from a global perspective. A religious outlook permeates the Study and made it especially pop-ular in the United States, for Toynbee rejected Greek hu-manism, the Enlightenment belief in humanity's essential goodness, and what he considered the "false god" of modern nationalism. Toynbee in the 1918-1950 period was a leading British consultant to the government on in-ternational affairs, especially regarding the Middle East.

Είναι φανερό ότι οι παραπάνω απόψεις απηχούν την άποψη του A. Toynbee [δές: Civilization on trial and the world and the west, 1965, σελ. 166], σχετικά με τα σχέδια του δυτικού πολιτισμού να ενσωματώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα σε μια μοναδική μεγάλη κοινωνία μετά την κατάργηση όλων των πολιτισμών.

Η κοινωνιογλωσσολογία εργάζεται λοιπόν προς

αυτήν την προοπτική, πράγμα που σημαίνει ότι εξαρχής έχει χάσει ένα μεγάλο μέρος από την επιστημονική περιγραφική ακρίβεια κι έχει περάσει στην αξιολόγηση, η οποία δεν απέχει πολύ από την «προφητεία» και το

20

Page 21: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

χειρότερο, στην εφαρμογή ελλιπών συμπερασμάτων. Αφαιρεί δηλαδή ένα σημαντικό μέρος της πραγματικότητος από το πεδίο οπτικής της.

Στην περίπτωση της ελληνικής πραγματικότητος θα αγνοούσε, όπως και η κοινωνιολογία, το γεγονός ότι στην Ελλάδα παρά το ότι η χώρα βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο, διατηρούνται πολλοί από τους παραδοσιακούς τρόπους σκέψης και έκφρασης [εννοώ και «γλωσσικής» έκφρασης] σε συμφυρμό με αυτούς της σύγχρονης πόλης. Και τα αποτελέσματα του συμφυρμού αυτού είναι συχνότατα μάρτυρες της κακής προσαρμογής ή της έλλειψης προσαρμογής που συντελείται σ’ αυτό το μεταβατικό στάδιο, πράγμα που ενεργεί αντικοινωνικά, αντιαναπτυξιακά και αντιοικονομικά, όπως έχει αποκαλύψει το 1976, η αείμνηστος Κυριακίδου – Νέστορος.

Αυτή η κακή κατάσταση αντανακλάται χαρακτηριστικότατα στην γλώσσα. Όλοι συμφωνούν ότι η χρήση της γλώσσας μας έχει περιέλθει σε κακή κατάσταση σήμερα και παρά την ανάπτυξη των τεχνιτών μέσων, δεν μπορεί να βελτιωθεί.

21

Page 22: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Μόνο μια απλή σύγκριση να γίνει με τις διαλέκτους, που υποτίθεται ότι βρίσκονται σε παρακμή, δείχνει τι σημαίνει αρτιότητα και αρμονία στην γλωσσική έκφραση. Οι διάλεκτοι δεν έχουν χάσει τίποτε από την αρμονία και την εκφραστικότητά τους. Μέσα στα πλαίσια της, έστω «στενής» τους πραγματικότητας, είναι πολύ σταθερές, ομοιόμορφες και ψυχικά ικανοποιητικές και προπάντων δημιουργικός προφορικός λόγος για όλα τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση πολλών κατοίκων των πόλεων που λένε ότι, όταν εγκαταλείπουν την πόλη και γυρίζουν στο χωριό τους για διακοπές ή άλλες αιτίες, «πετάνε» την γλώσσα που χρησιμοποιούν στην πόλη και με ανακούφιση και απερίγραπτη χαρά ξαναγυρίζουν στο τοπικό τους ιδίωμα.

Επομένως, η εθνολογία και η εθνογλωσσολογία δεν έχουν έδαφος, όχι γιατί πραγματικά το έχουν χάσει, αλλά επειδή στην αντίληψη μεγάλου αριθμού ερευνητών και κρατικών προγραμματιστών, οι επιστήμες αυτές, δεν

22

Page 23: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

παρουσιάζουν ενδιαφέρον, ή μάλλον, είναι «ενοχλητικές». Παραδείγματος χάριν στην Σοβιετική Ένωση [Θεός σχωρέσ’ τα πεθαμένα της απ’ το 1989!], αντέκειτο στην γενική κατεύθυνση προς ενοποίηση όλων των λαών της με ένα ενιαίο πρότυπο, τον λεγόμενο «σοβιετικό άνθρωπο», η ανάπτυξη τέτοιου είδους επιστημών.

[Σημείωση 1: Τηρουμένων των αναλογιών, την ίδια γραμμή στο θέμα αυτό, ακολουθεί σήμερα [2007] και η λεγόμενη «Παγκοσμιοποίηση», που είναι στην πράξη «εκδυτικισμός» και πολύ περισσότερο «εξαμερικανισμός» των πάντων με αιχμή του δόρατος την επιβεβλημένη ως επί το πλείστον εξαναγκαστικά «αγγλοφωνία», με την σιωπηλή προδοτική συναίνεση των κυβερνητικών παραγόντων, της ακαδημαϊκής ελίτ και των οικονομικών υπερκολοσσών που διαφεντεύουν τις υποψήφιες μη αγγλόφωνες χώρες – θύματα του προελαύνοντος «globalism».

23

Page 24: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Έτσι π.χ. η ελληνίδα επίτροπος στην Ευρωπαϊκή Ένωση Διαμαντοπούλου «πρότεινε» για επίσημη γλώσσα της Ελλάδος, την… αγγλική! Επίσης ο πρωθυπουργός της Ελλάδος Καραμανλής, ανήγγειλε και πέρασε νομοθετικά στην Βουλή της Ελλάδος το λεγόμενο «διεθνές» [και φυσικά αγγλόφωνο] «Πανεπιστήμιο» με έδρα την Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης.

24

Page 25: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

[Σημείωση 2: Αντίστοιχες μεθοδεύσεις θα βρούμε σήμερα πάμπολλες σε όλες τις χώρες του πλανήτη και παράλληλα ορισμένες φορές μάλλον αδύναμες «αντιδράσεις» στις μεθοδεύσεις αυτές που πλέον έχουν εκδυθεί τά όποια προσχήματά τους και επιβάλλονται απροκάλυπτα, ενίοτε διά πυρός και σιδήρου καθότι είναι εμφανές πλέον και στον πιο ανόητο ότι οι απάνθρωποι βομβαρδισμοί και το ανελέητο μακελιό, στην Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν κλπ, εντάσσονται μέσα στο πλαίσιο της επιβολής της Παγκοσμιοποίησης των λεγόμενων «πλανηταρχών» και «ιεραπόστολων» μιας πολυδιαφημισθείσης «νέας τάξης»].

Και στις χώρες του [τέως] Τρίτου Κόσμου, τις πρώην «εξωτικές», όπως διαπίστωσε χαρακτηριστικά ο Levi-Strauss, οι ίδιες οι κυβερνήσεις διώχνουν τους ανθρωπολόγους και δέχονται ευχαρίστως τους

25

Page 26: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

κοινωνιολόγους, επειδή θέλουν να αναπτυχθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα και να σβήσουν με κάθε τρόπο το παρελθόν τους, [δές: Levi-Strauss Cl. L’ anthropologie, Diogene 90, 3-30, 1975, σελ. 28].

Από την αντίθετη ακριβώς πλευρά, σοβαροί επιστήμονες και πολύ αξιόλογοι ερευνητές, όπως οι Leroi-Gourhan, [δές: Leroi-Gourhan Α. Le geste et la parole, 1974], διαπιστώνουν μετά από πολύπλευρες έρευνες, παλαιοντολογικές, ανθρωπολογικές, εθνολογικές, ότι η εθνική διαφοροποίηση, το «έθνος», δεν είναι μια απλή «ιδεολογία». Η ύπαρξή του διαπιστώνεται από τα πρώτα ήδη βήματα του ανθρώπου πάνω στην Γή.

*Σκοπός της εθνολογίας πρέπει να είναι η μελέτη

των δεσμών που ενώνουν τα άτομα σε ιδιαίτερες εθνικές ομάδες και το πεδίο της έρευνάς της δεν περιορίζεται ούτε από τον τόπο ούτε από τον χρόνο. Όχι μόνο οι εξωτικές κοινωνίες, αλλά και ο δυτικός άνθρωπος προσφέρει υλικό για μια ανάλυση της διαφοροποίησής του σε εθνικές μακροενότητες, όπως και ο άνθρωπος του

26

Page 27: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

παρελθόντος προσφέρει πολλά στην γνώση των αυθεντικών πρωτόγονων μορφών του εθνικού οργανισμού.

Συμπερασματικά, ως προς την σκοπιά, η μελέτη αυτή είναι καθαρά εθνογλωσσολογική, δηλαδή περιγράφει την γλωσσική κοινότητα μέσα στο φυσικό της πλαίσιο, τον παραδοσιακό ελληνικό πολιτισμό στην τελευταία μορφή του, την Ρωμηοσύνη, και απευθύνεται στην ίδια την Ρωμηοσύνη για την γνώση και την συνειδητοποίηση της ταυτότητάς της.

*

Β) Ο τρόπος της έρευνας.*

Η σκοπιά προσδιορίζει, όπως είναι φυσικό, και τον τρόπο της έρευνας, ο οποίος πρέπει πρώτα πρώτα να ταιριάζει στο ερευνόμενο αντικείμενο. Επειδή η γλωσσική κοινότητα που ερευνούμε ανήκει στον

27

Page 28: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

παραδοσιακό πολιτισμό, θα πρέπει να ενταχθεί σωστά στα πλαίσια του πολιτισμού αυτού.

Σύμφωνα με τον βασικό ορισμό του πολιτισμού, ο πολιτισμός είναι πρώτα απ’ όλα ένας χώρος, όχι μια ιδέα. Η οργάνωση του χώρου στον ελληνικό πολιτισμό, προσδιορίστηκε από την αρχαιότητα σε μεγάλο βαθμό

28

Page 29: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

απ’ αυτήν την ίδια την ιδεομορφία του εδάφους. Ο χώρος του ελληνικού πολιτισμού παρουσιάζει σε παγκόσμια επίπεδα την μεγαλύτερη ποικιλομορφία. Ο έντονος εδαφικός διαμελισμός σε μικρές εδαφικές ενότητες οδήγησε στην δημιουργία των πόλεων – κρατών και των μικρών νησιωτικών κρατών. Αυτό εξακολουθεί να ισχύει και για τον παραδοσιακό πολιτισμό.

«Η οργάνωση του χώρου στον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό μπορεί, νομίζω» -γράφει η αείμνηστος Κυριακίδου – Νέστορος-, «να μελετηθεί σε τρείς φυσικές κλίμακες. Τις ονομάζω φυσικές, γιατί δεν οφείλονται στην επέμβαση της εξουσίας, αλλά δημιουργούνται κατά κάποιο τρόπο αυθόρμητα, σύμφωνα με τις ανάγκες των κατοίκων, που υπαγορεύονται είτε από την φυσική, είτε από την ιστορική αναγκαιότητα και σε συνδυασμό πάντοτε με τις δυνατότητες του φυσικού περιβάλλοντος. Οι κλίμακες αυτές είναι

α) η κοινότητα [το κάθε χωριό = μικροκλίμακα], β) η επαρχία [συστάδα ισότιμων χωριών τα οποία

συνιστούν μια πολιτιστική ενότητα = μέση κλίμακα] και

29

Page 30: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

γ) η περιφέρεια [μεγάλη γεωγραφική και πολιτιστική ενότητα, όπως: Μωριάς, Ρούμελη, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, Θεσσαλία = μεγάλη κλίμακα].

Κοινότητα, επαρχία και περιφέρεια αποτελούν σύνολα πολιτισμού, τα οποία θα μπορούσαν να

30

Page 31: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

παρασταθούν γραμμικά ως τρείς συγκεντρικοί κύκλοι. Ο ευρύτερος, η περιφέρεια, περιέχει την επαρχία ή τις επαρχίες και η επαρχία τις κοινότητες.

Εκείνο που κερδίζει κανείς αντιμετωπίζοντας συγχρονικά τα σύνολα αυτά είναι ότι διαπιστώνει την εκπληκτική ιδιομορφία τους. Στην μικροκλίμακα της κοινότητας ιδιαίτερα, ανακαλύπτει ότι αυτό που ονομάζουμε παραδοσιακό πολιτισμό, συνίσταται από άπειρους μικρούς κύκλους που κινούνται ο καθένας σύμφωνα με την δική του ξεχωριστή λογική.

Την εποχή της ακμής του παραδοσιακού πολιτισμού κάθε κοινότητα αποτελούσε ένα ιδιόμορφο, ομοιογενές και ως ένα σημείο αυτοδύναμο σύνολο πολιτισμού, έναν κύκλο ζωής που αγκάλιαζε τον άνθρωπο και ρύθμιζε την ζωή του από την ώρα που θα γεννιόταν ως την ώρα που θα πέθαινε, [δές: Κυριακίδου – Νέστορος Α., Λαογραφικά Μελετήματα, 1976, σελ. 55].

Η εθνογλωσσολογία από τότε που υπήρξε, όπως και στις μέρες μας οι πιο δυναμικές κοινωνιογλωσσολογικές σχολές, οδηγήθηκε βάσει των εθνογραφικών εμπειριών,

31

Page 32: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

δηλαδή της επιτόπιας έρευνας, σε μια θέση που διαφέρει πολύ απ’ αυτήν της παλαιότερης και πιο σύγχρονης γλωσσολογίας και διαλεκτολογίας. Αναγνώρισε ότι αυτό που θα πρέπει να αποτελέσει την βασική ερευνητική μονάδα δεν είναι πλέον η γλωσσική ποικιλία, αλλά η «γλωσσική κοινότητα» που χρησιμοποιεί τις οποιεσδήποτε γλωσσικές ποικιλίες, δηλαδή όχι η γλώσσα ή η διάλεκτος, αλλά η ίδια η χρήση της διαλέκτου από τα μέλη της «γλωσσικής κοινότητας».

Η «γλωσσική κοινότητα» όμως, δεν είναι μόνο γλωσσική, αλλά και πολιτιστική κοινότητα, διότι η γλώσσα μιας κοινότητας έρχεται να συνέσει συμβολικά τα μέλη αυτής της συγκεκριμένης κοινότητας τα οποία δεν συνδέονται μόνο στο γλωσσικό, αλλά πρωταρχικά και στο πολιτιστικό και κοινωνικό επίπεδο. Γι’ αυτό ο όρος «συλλογικός ομιλητής – διανοητής» της γαλλικής σχολής «κοινωνιοδιαφορικής γλωσσολογίας», ίσως να είναι πιο ικανοποιητικός από τον όρο «γλωσσική

32

Page 33: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

κοινότητα», διότι περιλαμβάνει και την διανοητική πλευρά σε διαλεκτική σχέση με την γλωσσική, δηλαδή την μη-γλωσσικά εκφρασμένη σκέψη. Ο όρος αυτός και η έννοιά του δεν έχουν μελετηθεί [απ’ όσο γνωρίζω] ακόμη εξαντλητικά, αλλά φαίνεται σαν μια καλή αρχή για μια πιο προωθημένη ερευνητική πορεία. Ειδικά, διότι στην ανάπτυξή του τονίζεται ιδιαίτερα ο κοινωνικός χαρακτήρας της γλώσσας, δηλαδή η γλώσσα για την κοινωνία κι όχι η γλώσσα για την γλώσσα.

Μέσω της «γλωσσικής εξατομίκευσης» κυρίως, διαφοροποιούνται οι συλλογικοί ομιλητές – διανοητές. Η εξατομίκευση αυτή μπορεί να είναι

α) απόλυτη ή σχετική [= γλώσσα, ή διάλεκτος, σε αντίθεση με μια ιδιωματική γλώσσα όπως η αργκώ],

β) συνειδητή ή ασυνείδητη, γ) ηθελημένη ή αθέλητη και δ) ρητή ή άρρητη, [άρρητη = δηλαδή να υπάρχει

σπερματικά στην σκέψη ή στον λόγο].

33

Page 34: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Από μερικούς μελετητές, ο συλλογικός ομιλητής – διανοητής θεωρείται ότι μπορεί να ανήκει σε διάφορους τύπους κοινωνικών ομάδων, όπως είναι οι οπαδοί των κομμάτων, οι θαμώνες θρησκευτικών οργανώσεων, οι ομιλητές γεωγραφικών διαλέκτων κλπ, [δές: B. Gardin J. B. Marcellesi, Introduction a la sosiolinguistique, 1975, σελ. 17 και 235].

Στην πράξη τα πράγματα είναι πολύ πιο

μπερδεμένα, αν ακολουθήσουμε αυτού του είδους τις εφαρμογές χωριστά, διότι ένα άτομο μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μια ομάδες και μάλιστα εντελώς αντίθετες μεταξύ τους, π.χ. να είναι οπαδός κόμματος που κηρύσσει την αθεία και ταυτόχρονα ενεργητικά πιστός κάποιας θρησκείας, [π.χ. όπως οι κομμουνιστές της Νέας Ιωνίας Βόλου], ή να αλλάζει πολιτική ομάδα από την μια μέρα στην άλλη, [δεν μιλάω μόνο για απλούς ή πονηρούς χωριάτες που αλλάζουν πολιτική παράταξη ανάλογα με τα συμφέροντά τους.

Ήδη από τα παραδείγματα αυτά, νομίζω ότι φαίνεται καθαρά πως η προσωπική μας εμπειρία αποκλείει τέτοιου είδους ορισμούς ομάδων. Για να προσδιοριστούν σωστά οι γλωσσικές κοινότητες,

34

Page 35: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

χρειάζεται οπωσδήποτε τοπική έρευνα, εθνογραφία του περιβάλλοντός μας. Η βιβλιογραφία είναι βοηθητική, αλλά δεν επαρκεί. Μπορεί να βοηθήσει η έρευνα των πηγών και η μέχρι τώρα φιλότιμη προσπάθεια μερικών δασκάλων, καθηγητών και ιερέων που μας διέσωσαν, έστω και χωρίς επιστημονικότητα, πολλές σημαντικές πληροφορίες γύρω από τις κοινότητες από τις οποίες καταγόμαστε. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόκειται κυρίως για γλωσσικές πληροφορίες. Είναι στο χέρι μας να τις αξιοποιήσουμε.

Μ’ αυτήν την προοπτική ξεκίνησα την έρευνα αυτή, δηλαδή προσδιορισμό της γλωσσικής κοινότητας στον χώρο. Κατά την τοπική έρευνα των χωριών οδηγήθηκα σχεδόν αθέλητα από το επίπεδο της μικροκλίμακας, των κοινοτήτων δηλαδή, στο επίπεδο της μέσης κλίμακας, της επαρχίας. Στην περίπτωση της Θεσσαλίας, η διαλεκτολογική έρευνα, που στηρίχτηκε κυρίως στην φωνολογία και εν μέρει στην μορφολογία και την οφείλουμε στον ακούραστο Αχ. Τζάρτζανο, [δές: Αχ. Τζάρτζανου, Περί της συγχρόνου Θεσσαλικής διαλέκτου, 1909], δεν δείχνει σημαντικές

35

Page 36: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

διαφοροποιήσεις βάσει των φωνολογικών χαρακτηριστικών σε περιοχές. Η Θεσσαλική διάλεκτος εμφανίζεται ενιαία, πράγμα κάπως παράξενο, αν λάβουμε υπόψιν ότι πρόκειται για μια πολύ εκτεταμένη περιοχή, για μια περιφέρεια [= μεγάλη κλίμακα].

Για το λεξιλόγιο, δεν έχω υπόψιν μου καμιά έρευνα διαλεκτολόγου. Επίσης θα πρέπει να επισημάνω ότι και ο Τζάρτζανος είχε ως βάση του το ιδίωμα του Τυρνάβου και σποραδικά αναφέρει ορισμένες πληροφορίες για τις κοινότητες της ανατολικής Θεσσαλίας [Πήλιο κτλ]. Οι πληροφορίες του είναι λιγοστές για την δυτική και για την βορειοδυτική δεν υπάρχει καμιά αναφορά. Απ’ αυτή την άποψη η περιοχή είναι Terra Incognita.

Από γεωγραφική άποψη θα πρέπει να αναφέρω ότι η Θεσσαλία αποτελεί μια κλειστή λεκάνη που περιφράζεται από όρη: βόρεια βρίσκεται ο Όλυμπος, ο

36

Page 37: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Τίταρος και τα Χάσια που χωρίζουν την Θεσσαλία από την Μακεδονία, προς δυσμάς οι όγκοι της ορεινής Πίνδου που απομονώνουν την Θεσσαλία από την Ήπειρο και προς νότο οι πλαγιές της Όθρυος και των Αγράφων και η μεταξύ τους ορεινή γραμμή που αποτελούν φυσική διαχωριστική γραμμή μεταξύ Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδος. Στο κέντρο βρίσκεται η Θεσσαλική πεδιάδα που χωρίζεται από μια λοφοσειρά σε ανατολική και δυτική.

Πριν από 18.000.000 χρόνια θεωρείται ότι η θεσσαλική πεδιάδα ήταν λίμνη που τα νερά της βρήκαν διέξοδο στα Τέμπη [χαράδρα] κατά την πλειστόκαινο. Μετά την αποχώρηση των υδάτων αποκαλύφθηκε μια εκτεταμένη πεδιάδα [1900 τετραγωνικών χιλιομέτρων] που διασχίζει ο Πηνειός με τους παραποτάμους του. Η κατοίκησή της άρχισε από το 100.000 – 70.000 π.Χ., όταν παρατηρείται συμβίωση ανθρώπου και ζώων στις όχθες του Πηνειού.

37

Page 38: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Σε μια από τις θέσεις που μας ενδιαφέρουν, την Θεόπετρα, βρέθηκαν ίχνη Neantherdal. Η ζωή συνεχίστηκε στις ίδιες περιοχές με μια τοπική γραμμική εξέλιξη. Με την εμφάνιση του Homo Sapiens [35.000 π.Χ.] αρχίζει ο οργανωμένος βίος σε πολίσματα αγροτικού χαρακτήρα σχεδόν αναλλοίωτου μέχρι σήμερα.

Η περιοχή που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στην μελέτη αυτή, είναι το ΒΔ τμήμα της θεσσαλικής πεδιάδας που καταλήγει στις υπώρειες των ψηλών ορεινών όγκων των Χασίων, Αντιχασίων και του Κόζιακα. Το έδαφος είναι κλιμακωμένο σε φυσικές αναβαθμίδες, οι οποίες θυμίζουν ότι κάποτε η περιοχή ήταν μια μεγάλη λίμνη που τα νερά της αποχετεύτηκαν σταδιακά. Οι βράχοι των Μετεώρων γλυμμένοι από την βροχή και τους ανέμους και τα βουνά στο βάθος του ορίζοντα, σπάζουν την μονοτονία του πεδινού τοπίου.

Από τις αρχές του 11ου αιώνα άρχισε να δημιουργείται μια περίεργη μοναστική πολιτεία στις κορυφές τους. Δυο παραπόταμοι του Πηνειού διασχίζουν την περιοχή, ανατολικά ο Ληθαίος ή Τρικαλινός και

38

Page 39: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

δυτικά ο Σκάμανδρος ή Σαλαμπριά. Οι κοινότητες που μας ενδιαφέρουν είναι όλες παραποτάμιες. Μια πολύ ωραία περιγραφή όλης της περιοχής, μας δίνει ο περιηγητής W. Leak.

Η περιοχή της έρευνας υπάγεται διοικητικά στον Νομό Τρικάλων. Ο Νομός Τρικάλων χωρίζεται σε δύο επαρχίες: την επαρχία Καλαμπάκας και την επαρχία Τρικάλων. Μια συμβατική γραμμή χωρίζει τον τόπο σε βόρειο και νότιο. Η σημερινή διοικητική διαίρεση αντανακλά έστω και αμυδρά την παλαιότερη οργάνωση του τόπου, όπως θα δούμε στην συνέχεια.

Η επαρχία Καλαμπάκας περιλαμβάνει τα ορεινά χωριά των Χασίων που υπάγονται στον Νομό Τρικάλων κι ένα μέρος της πεδιάδας μεταξύ Τρικάλων και

39

Page 40: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Καλαμπάκας ενώ η επαρχία Τρικάλων περιλαμβάνει τα υπόλοιπα χωριά προς τον νότο.

Παλαιότερα ο Νομός αυτός ήταν διηρημένος σε 14 δήμους* για την καλύτερη διοικητική κατανομή, αλλά και την αναγκαία αλληλοβοήθεια, μ’ έναν σημαντικό αριθμό δορυφόρων χωριών – κοινοτήτων που απετέλεσαν την βάση για την μετέπειτα αλματώδη πορεία, οικονομική και πολιτική, όπως γράφει ο κ. Ζιάκας, γυμνασιάρχης και αρχαιολόγος, επιμελητής αρχαιοτήτων του Νομού Τρικάλων και πρόεδρος της Φιλαρχαίου Εταιρείας Τρίκκης, που έχει κάνει σοβαρές προσπάθειες για την συγκέντρωση πλούσιου εθνογραφικού υλικού στο περιοδικό «Ασκληπιός».

[*Σημείωση: Εφόσον η εργασία αυτή συνεγράφη το 1985-1986, είναι φυσικό να αγνοεί την διοικητική εξέλιξη πού συνέβη μια δεκαετία αργότερα στην Ελλάδα, με το σχέδιο Καποδίστριας 1, και αναμένεται να εφαρμοστεί εν ευθέτω χρόνω το σχέδιο Καποδίστριας 2. Τούτο το σχέδιο, πανελληνίως εξηφάνισε την προϋπάρχουσα «κοινοττική» οργάνωση των χωριών και τά συνέπτυξε σε τεχνητά και εξαναγκαστικά

40

Page 41: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

οργανωμένους «δήμους», με ελάχιστες εξαιρέσεις. Έτσι, η περιοχή για την οποία εδώ γίνεται λόγος, σήμερα [2007], ανήκει σε δύο δήμους: δυτικά τον Δήμο Βασιλικής και ανατολικά τον Δήμο Καλαμπάκας. Παλαιότερα, πριν την «κοινοτική» οργάνωση, στον ΙΘ΄ αιώνα υπήρχε κάποια άλλη μορφή διοικητικής οργάνωσης στον ίδιο τόπο: ο Δήμος Αιγινίου όπως περιγράφεται αμέσως παρακάτω].

Η περιοχή που μας ενδιαφέρει σ’ αυτό το πρώτο στάδιο της έρευνας είναι ακριβώς η περιοχή που κατελάμβανε ο παλαιός Δήμος Αιγινίου με πρωτεύουσα την Καλαμπάκα και 15 χωριά «δορυφόρους»: Άγιοι Θεόδωροι, Βυτουμάς, Βανακούλια, Βερετζή, Βλαχάβα, Βοεβότα [σημερινή Βασιλική], Καστράκι, Κόπερνα [ή Κόπραινα], Κουβέλτσι [σημερινή Θεόπετρα], Παρασκευή, Πρεβέντα, Σαρακίνα, Σκεπάρι, Σπαθάδες και Τσιάσι [σημερινή Περιστέρα].

41

Page 42: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Η κοινότητα των χωριών φαίνεται να επεκτείνεται και σε μερικά κοντινά χωριά γειτονικών δήμων. Από τον Δήμο Τυμφαίων, ΒΑ, τα χωριά: Χασάν Καλύβια και Μανδραβέλι. Από τον Δήμο Πυαλείας, τα χωριά Διάλεση [σημερινό Διαλεχτό], Μεγάρχη και Νιγκλίτσι. Από τον Δήμο Παραληθαίων, τα χωριά: Αρδάνι, Κατίδι, Ράξα, Σκλάταινα [σημερινό Ρίζωμα].

42

Page 43: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Η επέκταση της κοινότητος στα χωριά αυτά, δεν οφείλεται μόνο στην μικρή απόσταση μεταξύ τους, [αφού τα περισσότερα δεν απέχουν περισσότερο από 5 χιλιόμετρα!], αλλά και διότι διατηρούσαν και διατηρούν ένα ορισμένο είδος σχέσεων μεταξύ τους, δηλαδή σχέσεις γάμου. Ανταλλάσσουν τά «κορίτσια» τους, αφού «του κουρίτς δεν έχ’ χουργιό στα μέρη μας», όπως λένε χαρακτηριστικά οι θυμόσοφοι εντόπιοι.

Από μια ορισμένη γραμμή και κάτω, προς τον νότο, σταματούν οι επιγαμίες. Το όριο βρίσκεται στην γραμμή που ορίζεται από το Μεγαλοχώρι [παλιά: Μπουχούνστα]. Από το χωριό εκείνο αρχίζει μια άλλη κοινότητα η οποία επεκτείνεται στον Νομό Καρδίτσας. Είναι η κοινότητα των Καραγκούνηδων, καθώς ακούσαμε στην έρευνά μας: «Απ’ του Μιγαλουχώρ κι κάτ’ αρχνάει η Καραγκουνιά». Και επεκτείνεται η «Καραγκουνιά» στον Νομό Καρδίτσας, στην πεδινή περιοχή.

43

Page 44: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Το βόρειο σύνορο βρίσκεται στα όρια των ορεινών δήμων των Χασίων, οι οποίοι από την αρχαιότητα, όπως σημειώνει ο W. Leak που επισκέφτηκε τις περιοχές αυτές στα χρόνια της διοίκησης του Αλή Πασά [1805-1810], είναι ένα αρχαίο χωρογραφικό διαμέρισμα και περιλαμβάνει όλο το ορεινό συγκρότημα το εκτεινόμενο μεταξύ των πεδιάδων Λαρίσης, Τρικάλων, Δομενίκου, Σερβίων και Γρεβενών. Σημειωτέον ότι η Καλαμπάκα [αρχαίοι Σταγοί], αποτελούσε πάντα και ιδιαίτερα στην Τουρκοκρατία, την πιο πολυσύχναστη δίοδο της Ελλάδας, δίοδο στην πεδιάδα από τα βουνά.

Ο δήμος ΠαραληθαίωνΟι κάτοικοι των κοινοτήτων που βρίσκονται σε

ενδιάμεση θέση, δηλαδή δεν είναι «κατακαμπήσ’», αλλά ούτε και «βλάχ’» [με την έννοια του βουνήσιου], θεωρούν τον εαυτό τους κάτι διαφορετικό. Διαφοροποιούνται συνειδητά από τους «Γκαραγκούνδις», τους οποίους θεωρούν «άλλη» φυλή!, όπως λένε χαρακτηριστικά, όπως διαφοροποιούνται και από τους «Χασιώτις».

Οι ίδιοι χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό «mstri-otsk ’ / mstriotsk ’ *, μστριότσκοι », που σημαίνει «ενδιάμεσοι», «μισιακοί»: δηλαδή μεσαίοι ή «ντόπιοι», με την τοπική έννοια, ότι δηλαδή βρίσκονται σε ενδιάμεση θέση. Μερικοί που έτυχε κάποιος από το σόϊ

44

Page 45: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

τους να προέρχεται από την ορεινή περιοχή, εννοούν μ’ αυτόν τον όρο και την μικτή προέλευση από γάμο «ντόπιας» με «χασιώτη». Βάσει των μέχρι τώρα στοιχείων μου [1986], αυτή η έννοια δεν θα πρέπει να αποκλειστεί, αν και η εγκατάσταση χασιωτών στην πεδιάδα είναι μικρή. Πάντως έχει επέλθει πλήρης συγχώνευση αυτών με τους ντόπιους, ώστε να ανήκουν χωρίς αμφιβολία στους δεύτερους. Δηλαδή χασιώτης + μστριώτσκια, μας δίνουν: μστριώτσκους!

[*Σημείωση: Από ανέκδοτες έρευνες του θεοπετρινού +Ιερέως Αποστόλου Κ. Γάτσια, εν περιλήψει, για την ετυμολογική προέλευση της λέξης «μστριότσκους», εικάζεται το ενδεχόμενο να αποτελεί η λέξη αυτή α) συγκεκομμένο τύπο της λέξεως μυστηριώτικος = ο μυστηριώδης, και β) ίσως, παραφθορά της λέξεως μπασταρδιώτικος = ο μπασταρδεμένος, αυτός πού δεν είναι ορεινός, αλλά ούτε και πεδινός ξεκάθαρα, αλλά «ανακατεμένος», «μπάσταρδος», φυλετικά συγκερασμός των δύο, που απέκτησε δική του «οντότητα» ριζικά διάφορη των άλλων].

45

Page 46: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Η εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας σήμαινε εγκατάλειψη της νομαδικής ζωής και την στροφή προς την αγροτική απασχόληση. Προϋπέθετε ακόμη, τουλάχιστον από το 1881 και μετά, [τουλάχιστον με την προσάρτιση της Θεσσαλίας στο Ελλαδικό Προτεκτοράτο], την απόκτηση Γης, αλλιώς το άτομο θα έπρεπε θεληματικά να περιέλθει σε κατάσταση δουλοπαροικίας, να γίνει δηλαδή «παρακιντές»* ή «κουλουκτσής»** σε κάποιο απ’ τά μεγάλα τσιφλήκια *** της πεδιάδας. Διότι όλα τα χωριά της περιοχής σχεδόν ήταν τσιφλικοχώρια ήδη πρίν τον 12ο αιώνα, που ανήκαν σε πλούσιους ιδιοκτήτες [τόσο η γή όσο και οι… άνθρωποι!].

46

Page 47: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Τα υπόλοιπα ήταν «μετόχια» των γύρω μονών, όπως ο Βυτουμάς και οι Άγιοι Θεόδωροι, ή «ιμπλεάτκα», δηλαδή γαίες που ανήκαν στο «στέμμα», ίσως και «βακούφικα» τζαμιών, όπως υποδηλώνει το όνομα του χωριού «Βοϊβότα», λέξη που προέρχεται από την ονομασία του επιστάτη του βακουφιού, [βοεβόδας].

[*Σημείωση: ο +ιερεύς Απόστολος Κ. Γάτσιας προτείνει ως ετυμολογική προέλευση της λέξεως παρακιντές, τον συμφυρμό από την περιφρονητική και απαξιωτική φράση «πέρα ‘κεί είν’ τους» = πέρα εκεί βρίσκεται αυτός ο κακομοίρης πεταμένος…, ο ανάξιος λόγου και προσοχής.

**Για την ετυμολόγηση του κουλουκτσής, ο ίδιος, προτείνει την συγκριτική αντιπαραβολή με το κολήγος και το ρωσσοκινεζικό κουλάκος, ίσως από το αρχαιοελληνικό συλλέγω, ήτοι ο συλλεχθείς, και κατ’ επέκτασιν, τά μαζώματα –περιφρονητικά: ανθρωπομαζώματα-, συγκεντρώσεις σκλάβων, εργατών

47

Page 48: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

κτλ., πρβλ. λατινιστί: collego, συλλέγω, πρβλ. κολλέγκας ρωσσιστί ο σύντροφος και κολλέγιον / Collegium, τόπος συλλογής παίδων προς «μόρφωσιν» κτλ.

***Τσιφλήκια: «αχανή» αγροκτήματα, πρβλ. σιουφλέκας ή τσιουφλέκας πιθανόν και σιαφαλήκ’ς, στην τοπική διάλεκτο υποτιμητικά ο αχανής ψυχολογικά άνθρωπος, ο αμέθοδος και χαώδης, ο βλάκας].

Τα δύο από τα τρία χωριά που μας ενδιαφέρουν, η Σαρακίνα και το Τσιάσι, περιήλθαν στην ιδιοκτησία του Αλή Πασά κατά την διάρκεια της διοίκησής του στην Θεσσαλία.

Το να περιέλθει κανείς σε κατάσταση δουλοπαροικίας είναι μάλλον ανεπιθύμητο, γιαυτό και πάρά την μεγάλη της έκταση η Θεσσαλία ήταν πάντοτε αραιοκατοικημένη, πράγμα που μας κάνει να θυμηθούμε τους αρχαίους Πενέστες που χρησιμοποιούνταν από τους κατακτητές θεσσαλούς για την καλλιέργεια της Γής. Μερικοί μελετητές τους ταυτίζουν με τους σημερινούς Καραγκούνηδες.

48

Page 49: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Η αντίθεση ορεινών – πεδινών είναι φανερή στα τραγούδια της Θεσσαλίας κυρίως όσον αφορά την σύναψη γάμων. Ο γάμος που θα φέρει την «βλάχα» στον κάμπο είναι κακός:

«Μάννα μι κακουπάντριψιςκι μ’ έδουσις στουν κάμπουκ’ ιγώ του κάμα δε βαστώ,

ζιστό νιρό δεν πίνου…».Το ίδιο και η σχέση του βλάχου με μια «καμπίσια»,

δεν φαίνεται να ευδοκιμεί γενικώς:«-Κόρη μ’, δεν παντρέβισικι άλλουν άντρα να πάρεις;-Δε μ’ λες πιδί μου να χαθώκι άλλουν άντρα να πάρου,παρά μί λές να παντριφτώκι άλλουν άντρα να πάρου;

-Αν θέλεις κόρη μ’ να χαθείςκι άγρια βουνά να πάρεις,πάρι την άκρη του γυαλού,

την άκρη του πουτάμι,μάσι της δάφνης τουν καρπό,

της πικρουλιάς του φύλλου

49

Page 50: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

κι γαλακτίτσα μι καπνιά,κι πιες τα μές του ξύδι*».

«Η θεραπεία το αδυνατίσματος και ο καθαρισμός του αίματος». Για να αδυνατίσουν οι παχύσαρκοι έβραζαν τσουκνίδες και έπιναν το ζουμί. Για το αδυνάτισμα, για την πίεση και άλλες αρρώστιες, έφτιαχναν ξυδοπάπαρα και νηστίσιμα φαγητά. Όσοι είχαν πρόβλημα με το αίμα και ήθελαν να «καθαρίσει» έπιναν και αυτοί ζωμό τσουκνίδας. Η τσουκνίδα χρησιμοποιούνταν και για το χτύπημα, για να κλείσει η πληγή.

[Σημείωση: με την λέξη *ξύδι, υπονοείται το σκορδάρι, skurdar’ = ξυδοπάπαρα που τρώνε οι θεριστές για να αντέχουν στις ακτίνες του ήλιου. Μετά το Κιλελέρ, την λεγόμενη απελευθέρωση των κολήγων, ο τότε πρωθυπουργός Βενιζέλος, θέλησε να κάνει «καλό» στους φτωχούς ακτήμονες και μερίμνησε να αντικατασταθεί η ξυδοπάπαρα με τροφή βασισμένη στο κρέας και άλλα «ευγενή» εδέσματα.

50

Page 51: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Το αποτέλεσμα δυστυχώς ήταν να πεθαίνουν οι

καημένοι οι αγρότες κατά δεκάδες! Εξαιτίας των σημαντικών ιδιοτήτων ως προς την ανθεκτικότητα του οργανισμού στον ήλιο που πρόσφερε η παραδοσιακή ξυδοπάπαρα, ιδιότητες φυσικά που δεν είχε το φιλάνθρωπο βενιζελικό κρέας].

Το ενδιαφέρον στοιχείο για την ομάδα που μελετούμε είναι ότι χωρίς αυτή να ταυτίζεται με την βλαχιά, υιοθετεί τα τραγούδια της και εκδηλώνει έντονη απέχθεια προς την γκαραγκουνιά.

Σύμφωνα με μια πληροφορία από το χωριό Σπαθάδες, τα τραγούδια αυτά λέγονταν στον θερισμό και μ’ αυτά πείραζαν τις κοπέλες, απειλώντας τες ότι θα τις δώσουν στην γκαραγκουνιά «νύφες». Δικαιολογούν την απέχθειά τους για τέτοιες ενώσεις, με την άποψη ότι οι γκαραγκούνηδες ζούσαν μιάν άθλια ζωή δούλου που δούλευαν «από ήλιο σε ήλιο», για να εξασφαλίσουν αυτήν την ζωή του… δούλου:

«-Ήλιε μ’, γιατί μας άργησεςκι αργείς να βασιλέψεις;

Σι καταργιώντ’ η αργατχιά,

51

Page 52: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

σι καταργιώντ’ οι μάννις,Σι καταργιώντι μ’κρά πιδιά,

π’ αργάν να διούν τις μάννις…»

Η θέση της γυναίκας που στον κάμπο είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη λόγω της ανάγκης χρησιμοποίησής της σε όλες τις αγροτικές εργασίες, στην γκαραγκουνιά, είναι ακόμα πιο αβάσταχτη λόγω της προσήλωσης στα έθιμα και στις παλιές συνήθειες από τις οποίες δεν έχουν απομακρυνθεί ακόμα και σήμερα:

«Μπιζέρησα η έρημηδίχους άντρα στου σπίτι,όλην την μέρα εργατχιά,

του βράδ’ παραδουλεύτρα,δίχους ψουμί, δίχους νιρό,κι του νιρό στουν ήλιου,

κι η άντραζ μ’ στου κρασουπουλιόκι ‘γώ παραδουλεύτρα».

Αντίθετα, οι μ’στριώτσκοι, λένε για τον εαυτό τους: «Η τρικαλινός λαός είνι άλλους. Ιμείς είμιστι ανιχτ’κοί, ανιχόμαστι, είμαστι τουλμηροί, ψύχριμ’

52

Page 53: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

ανχτουμπιρμπάντις. Είμιστι μέσ’ τα όλα, μι τα χατζάργια στα χέργια, απουφασ’στ’κοί».

Ίσως αυτή η διαφοροποίηση θα μπορούσε να αποδοθεί και στην γειτνίαση με τις κοινότητες των Χασίων που ήταν σχετικά πιο ελεύθερες καθώς και στις εσωτερικές θεσσαλικές μεταναστεύσεις ολόκληρων οικογενειών κυρίως στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Οι οικογένειες αυτές, οι «κούδες» ή «φάρες», λόγω των μετακινήσεων, είχαν πολύ μεγάλη προσαρμοστικότητα και οξυμμένες διανοητικές ικανότητες.

Ένα άλλο εξωτερικό στοιχείο που δηλώνει την διαφοροποίηση της κοινότητας Αιγινίου από την κοινότητα των γκαραγκούνηδων, είναι η σημαντική διαφορά στην ενδυμασία. Δεν υπάρχει εδώ το μακρύ άσπρο πουκάμισο της καραγκούνας. Πιθανότατα υπάρχουν κι άλλες διαφορές οι οποίες θα πρέπει να ερευνηθούν τόσο στο εθνολογικό όσο και στο γλωσσικό επίπεδο. Μάλιστα διαφορές στο λεξιλόγιο μπορεί να υποδηλώνουν διαφορές στο επίπεδο της κοινωνικής οργάνωσης. Λόγου χάρη τόσο στην κοινότητα Αιγινίου όσο και στους γκαραγκούνηδες, ισχύει το «αντιπροίκι»,

53

Page 54: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

δηλαδή ο γαμπρός είναι υποχρεωμένος να κάνει δώρα σε όλα τα μέλη της οικογένειας της νύφης.

Το «αντιπροίκι» στην γκαραγκουνιά ονομάζεται «φατούρα» και πιθανότατα έχει κάποια διαφορά από το μ’στριώτσ’κο «αντιπροίκι». Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία σχετικά με την διαφοροποίηση της κοινότητας σε μέση κλίμακα. Το σημαντικότερο είναι ότι υπάρχει η κοινή ονομασία «μιστριότσκοι» καθώς και η συνείδηση ξεχωριστής ταυτότητας των μελών της.

Κέντρο της περιοχής είναι η Καλαμπάκα με το Καστράκι που σήμερα αποτελεί συνοικισμό της Καλαμπάκας. Το Καστράκι είναι ένα είδος πολιτιστικού κέντρου όλης της περιοχής. Εδώ βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου, όπου την δεύτερη και τρίτη ημέρα της Διακαινησίμου δίνεται ο ετήσιος πασχάλιος χορός με τα τοπικά τραγούδια. Η γιορτή αυτή καθώς και η Καθαρά Δευτέρα, γίνεται αφορμή για συγκέντρωση χιλιάδων μελών της πολιτιστικής αυτής κοινότητας. Το

54

Page 55: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

σύνολο των τραγουδιών που ακούγονται εδώ φαίνεται να προέρχονται ή να έχουν καθιερωθεί από το Καστράκι, όπως τα τραγούδια: «Του Βαρλάμη το κελί» που αναφέρεται στην Ιερά Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, η «Βοϊβότα», τραγούδι με τίτλο το παλιό όνομα του χωριού Βασιλική, η «Άσπρη πέτρα», τραγούδι αναφερόμενο σε κοντινή τοποθεσία.

Τα τρία χωριά που ενδιαφέρουν την έρευνά μας, βρίσκονται πολύ κοντά στην Καλαμπάκα, σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, πάνω στην εθνική οδό Καλαμπάκας – Τρικάλων. Μεγαλύτερο είναι η Θεόπετρα, με περίπου 700 κατοίκους [1986]. Παλιότερα ονομάζονταν Κουβέλτσι. Αποτελούσε τσιφλίκι από την βυζαντινή εποχή με το ίδιο όνομα.

Τσιφλικοχώρια ήταν και τα άλλα δύο χωριά, η Σαρακίνα και η Περιστέρα που παλιότερα ονομαζόταν Τσιάσι, [σημείωσις: «τσιάσι», παραφθορά πιθανόν της λ. «στάση», στην βυζαντινή εποχή «στάσιον», μέρος στάθμευσης για ταξιδιώτες, κόμβος για τους οδεύοντες από τον κάμπο προς τά βουνά και τούμπαλιν].

Παρά την μικρή απόσταση μεταξύ τους και το μικρό τους μέγεθος τα τρία αυτά χωριά έχουν διαμορφώσει το καθένα τους την δική του προσωπικότητα που εκδηλώνεται τόσο στον τρόπο ζωής, όσο και στον τρόπο ομιλίας.

55

Page 56: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Την διαφορά μεταξύ τους την αντιλαμβάνονται και την εκφράζουν με την χρήση διαφόρων χαρακτηριστικών ονομάτων, δηλαδή με «παρατσούκλια».

Τους Κουβιλτσ’νούς [kviltsn’ί], τους ονομάζαν «ξυδάδες» επειδή έτρωγαν κάθε μέρα σχεδόν «σκορδάρι» στα χωράφια.

Τους Σαρακινιώτες [sarakniόtis], τους έλεγαν «ζγκαρίσιους» [zgarίsii], επειδή παλιότερα τα χωράφια τους ήταν «ζγκάρες», δηλαδή ξεροί τόποι, από έλλειψη νερού.

Τους Τσιασιώτες [tsiasiόtis], τους ονόμαζαν «γκαζγκάνια», [άγνωστη ονομασία].

Τέτοια «παρατσούκλια» είχαν και για κάθε χωριό, λόγου χάριν τους Βοϊβοτ’νούς [vuivutnί], τους έλεγαν «γκουμπζαράδις», που σημαίνει κλέφτες και τους Σκλατινούς [sklatnί], «σπαργανάδις», επειδή όταν έβρεχε φορούσαν αυτοσχέδιους σάκκους, για να προφυλάσσονται. Πιθανόν να υπάρχουν περισσότερα

56

Page 57: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

από ένα «παρατσούκλια» για κάθε χωριό, αλλά τα παραπάνω είναι μάλλον τα επικρατέστερα.

Η διαφορά των κοινοτήτων αυτών στον τρόπο συμπεριφοράς και ομιλίας είναι πολύ εμφανής. Σ’ αυτήν την ανακοίνωση δίνω μόνον μερικά παραδείγματα. Πλήρης παρουσίαση θα γίνει σε άλλη ανακοίνωση, διότι υπάρχει πληθώρα στοιχείων τα οποία θα πρέπει να μελετηθούν συστηματικά. Αναφέρω εδώ μόνον μερικά ενδεικτικά στοιχεία.

Ο χαρακτηρισμός «ξυδάδις» για τους θεοπετρινούς, υποδηλώνει φυσικά πολύ περισσότερα πράγματα από την χρήση του ξυδιού στην δίαιτά τους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μου η συχνή χρήση του ξυδιού σημαίνει έντονη φτώχεια και ένα είδος θεληματικής μιζέργιας. Απευθύνονται μεταξύ τους με ωμότητα και αποτομιά. Χρησιμοποιούν συχνά τα πειράγματα, τις βρισιές και μαλώνουν για «ψύλλου πήδημα».

Προφέρουν το «ναι» ως «iέ». Στα τοπικά εδώ, εκεί, συνήθως συνάπτουν κάποιο πρόσφυμα –ιά: ιδώϊα, ικεία. Στο όχι, ακούγεται μια εντυπωσιακή μάκρυνση, συνήθως: «ουόχι». Διατηρούνται επίσης πανάρχαιες, ακόμα και ομηρικές ή παράδοξης προέλευσης λέξεις

57

Page 58: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

στην καθημερινότητα: χλιάρ’ = το κουτάλι, πρβλ. κοχλιάριον [;], πρόκα = το πηρούνι, στράνια =τά ρούχα κτλ. Παρατηρούνται ακόμα και γλωσσοπλαστικές σύνθετες πραγματώσεις, π.χ. «αυτήν ξιτσιαουλιάσκι στου χαζμούρ’» = της φύγαν τά σαγόνια απ’ το πολύ χαζμουρητό!

Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός από υβριστικά ή

πειρακτικά επίθετα, τα οποία χρησιμοποιούνται και ως προσφωνήσεις πολύ συνηθισμένες, π.χ. για την απεύθυνση σε γυναίκα χρησιμοποιούνται συχνά τα: «τζαμάλου» [=έχει ανακατεμένα τα μαλιά της, άρα απρόσεκτη κτλ], «μισ’μέρου» [=αργοπορεί, τεμπέλα πού την πιάνει το μεσημέρι για να αποτελειώσει κάποιες στοιχειώδεις δουλιές που θα’πρεπε ήδη να έχουν τελειώσει], «μ’σόχαζην» [=ανόητη γυναίκα που συμπεριφέρεται με μη αποδεκτή κοινωνικά συμπεριφορά], «χαζουφιριμένου» [= ξεχασιάρα γυναίκα με βλακώδη συμπεριφορά και αδικαιολόγητη απραξία, «βαρειά» στο νού], «κουριμένιν» [= μια γυναίκα που έχει την τάση για πρόστυχη σεξουαλικά συμπεριφορά, θα λέγαμε σήμερα, μια γυναίκα που παίρνει πρωτοβουλίες ή ανταποκρίνεται ερωτικά], «φουτχιά παραχουμέν’» [= επικίνδυνη γυναίκα], κτλ.

Φυσικά υπάρχει και αντίστοιχη υποτίμηση για το αντρικό φύλο, π.χ. «κι άλλους σάκκους μι πατάτις» [=ένας ακόμα χαζοβιόλης άντρας], «σκράπας» =ηλίθιος,

58

Page 59: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

«στουρνάρ’» = ακαλιέργητος σαν πέτρα, «μπουραζάνας» = άκομψος στο ντύσιμο, «σαπέρας» = ο φευγάτος διανοητικώς, «χλιάρας» =αυτός που ο νούς του είναι μόνο στο φαί, στην κουτάλα, «άψυχους» = αδύναμος άντρας, «σκατχιάρς» = ο ύπουλος κτλ.

Η κατάληξη –ιά στα επίθετα είναι επίσης πολύ συνηθισμένη τόσο εδώ όσο και σε ολόκληρη την Θεσσαλία. Στην Θεόπετρα μάλιστα χρησιμοποιείται κανονικά π.χ. χουντρήν – χουντριά. Όταν εμφανίζεται στον λόγο ο τύπος «χουντριά», έχει πολύ πειρακτικό χαρακτήρα: «ά ρα χουντριά!» = άντε φύγε από δώ, μωρέ χοντρή! Επίσης στην επίκληση των ανδρών χρησιμοποιείται το «ρα», «αρά» ή «αράϊ», π.χ. «τι ‘πις αράϊ;» = τι λές βρέ; Όταν απευθύνονται όμως σε γυναίκες χρησιμοποιούν το «μα»: «τι ‘πις μά;». Αυτή η διάκριση δεν υπάρχει στα άλλα δύο χωριά, όπου χρησιμοποιείται κυρίως τά «ρά», αλλά όχι τόσο συχνά.

Τα παρατσούκλια των χωριανών είναι επίσης ενδεικτικά. Όλα δηλώνουν αγριότητα και ωμή δύναμη, π.χ. «ντάνγκας» = εκείνος πού χτυπάει [ντάνγκ!] ή κάνει θόρυβο, «γκαρίλας» [= φωνακλάς, εκείνος που

59

Page 60: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

«γκαρίζει»], «γρούνας» =εκείνος πού είναι σαν γουρούνι, «φάτας» = παρατσούκλι που βγήκε από την φράση «να τα φάς», «παπαντίτς» = παπάς που κάντι «ντίτ!», σαν κόρνα αυτοκινήτου, δηλαδή έχει διαπεραστική φωνή. «Σακαφλιάς» [=μαχαιροβγάλτης, οξύθυμος τύπος].

Αντίθετα, τα παρατσούκλια σ’ άλλα χωριά είναι βέβαια πειρακτικά, αλλά δεν έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, π.χ. «καρναβούσιας» [αυτός που μιλάει αργά], «καραντάνας» [που είναι βαρύς στο μυαλό] κλπ.

*Επίλογος

Αξίζει άραγε αυτή η εργασία να δημοσιοποιηθεί; Τώρα που την ξαναμελετώ καθώς την ξανασυντάσσω μετά 22 χρόνια σχεδόν, που πολλά πράγματα άλλαξαν σε τούτα τα χρόνια, όπως το ότι μπήκε στην ζωή των ανθρώπων το «κινητό» τηλέφωνο, επέδραμε στην ζωή μας η «ελεύθερη» πολυκάναλη και δορυφορική τηλεόραση, έπεσε η μαλακία του υπαρκτού σοσιαλισμού, οδεύουμε ήδη στην ατραπό μιάς προσχεδιασμένης παγκοσμιοποίησης [ή εξαμερικανισμού, ήτοι εξαχρειώσεως των πάντων],

60

Page 61: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

επισυνέβη μια ακατάσχετη εισβολή βαρβάρων, πάνω από 3. 000. 000 «οικονομικοί» πρόσφυγες εγκαταβιώνουν [ποιος τους μέτρησε;] και στην Ελλάδα, η μάστιγα των αλβανών που ξεφτιλισμένοι και προδότες πωλητικοί [απ’ το «πωλώ», = ξεπουλητές] τους άφησαν να κατακλέψουν και να εγκληματούν ασύδοτοι στην χώρα, ουσιαστική απαιδεία ύστερα από τις αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές απορρυθμίσεις, σκανδαλοκρατία σ’ όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής, αλλαγή του νομίσματος [από δραχμές σε ευρά], διάλυση της οικογένειας και του δικαίου, ατιμωρησία των εγκλημάτων, κατάργηση της θανατικής ποινής, αποποινικοποίηση της μοιχείας, παντοκρατορία των ναρκωτικών, χρηματοδότηση των κομμάτων!

Μαύρο χρήμα παντού, εξαχρείωση των φτωχών για να αυγατίσουν οι εβραϊκές τράπεζες τά κλεμένα τους, ανεργία, βομβαρδισμοί για την προώθηση παγκοσμίως της Νέας Τάξης, έητζ, παρακολουθήσεις με κρυφές κάμερες, επαναφορά σε πλανητική κλίμακα του δουλεμπόριου, ιδίως «λευκής σαρκός», απίστευτη παιδεραστική έκρηξη, τρομοκρατία, κλπ κλπ.

61

Page 62: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα των 25 χρόνων, πολλά είναι που έχουν αλλάξει και ο κόσμος που αφίνουμε δεν έχει τίποτε το κοινό με τον κόσμο που οδεύουμε ή το Μεταίχμιον: του κόσμου πού είμαστε. Ως θεσσαλός κι εγώ μιάν [ακαδημαϊκή] εν προκειμένω «αγωνία» έχω: Πώς όλα τούτα τα τεκταινόμενα επηρρεάζουν τους όμαιμους, ομόγλωσσους, ομότροπους και ομόθρησκους με μένα, συγγενείς, συμπατριώτες μου θεσσαλούς;

Κάτι μέσα μου αμυδρά φωτίζει την ελπίδα ότι η Θεσσαλία και οι θεσσαλοί θα επιβιώσουν και θα διατηρήσουν τά όποια καλά ή κακά συνιστά η ταυτότητά τους, η ψυχή τους. Και η ελπίδα αυτή έρχεται απ’ τά βάθη της ψυχοϊστορίας, όταν ενθυμούμαι το πρώτο κείμενο πού έχει καταγραφεί σε θεσσαλική διάλεκτο: «Πουνηρούν τουν θετταλούν τουν τουν άλλουν ελλάνουν» [= Ειδικώς το θεσσαλικόν στοιχείον, οι θεσσαλοί ως φυλή, είναι πιο πονηροί (εργατικοί; καπάτσοι; καταφερτζήδες;) έναντι των υπολοίπων ελλήνων.

62

Page 63: Συγκριτική εθνογλωσσολογική εξέταση τριών θεσσαλικών κοινοτήτων Δρος Δέσποινας Κοντονάτσιου

Έχουν «κάτι» παραπάνω, κάτι «ξεχωριστό» οι θεσσαλοί λοιπόν από τους άλλους έλληνες; Τι είναι αυτό; Υπάρχει όντως κάτι τέτοιο; -Να ερωτήματα λοιπόν που αξίζουν κάποιας απαντήσεως. Η απάντηση ίσως δοθεί αφού εμείς θα’χουμε «φύγει». Αλλά τούτη η εργασία θα αποτελεί ένα λίπασμα όταν κάποιοι θα οργώνουν το χωράφι του μέλλοντος. Με την σκέψη τούτη ελπίζω να μην είναι περιττή η επανέκδοση, με κάποιες «συμπληρώσεις» τούτης της μικρής εργασίας,

Ο επανεκδότης,+Ιερεύς Απόστολος Κ. Γάτσιας,

Για αλληλογραφία,Μ. Αλεξάνδρου 15 ΔΔ Αγίας Τριάδος Δήμου Θερμαϊκού

ΤΚ 570 19 ΝΕΟΙ ΕΠΙΒΑΤΕΣ Τηλ. 2392-0-35031, Email: [email protected]

63