Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

5

Click here to load reader

Transcript of Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

Page 1: Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

Αφιέρωμα στον Ρομπέρ Ντεσνός (1).

''Δεν υπάρχει μέρα που η γελοία εικόνα του θανάτου να μην

παρεμβαίνει στον

κινητό διάκοσμο των ονείρων μου. Δε με αγγίζει διόλου ο υλικός

θάνατος, γιατί ζω

στην αθανασία. Η αθανασία, ιδού το πολυτελές θέατρο όπου η

ελευθερία

και ο έρωτας συγκρούονται για την κατάκτησή μου. Η αθανασία,

σαν τεράστιο

κέλυφος αυγού, με κυκλώνει από όλες τις μεριές, και να που η

ελευθερία,

ωραία λιονταρίνα, μεταμορφώνεται όπως της κάνει κέφι. Να την

συμβατική θύελλα κάτω από ακίνητα σύννεφα. Να την αρρενωπή

γυναίκα καπελωμένη με το φρύγικο σκούφο,

στο βήμα της Εθνοσυνέλευσης και στον εξώστη των Φεγιάν. Κι ως

γυναίκα είναι άραγε αυτή

η θαυμαστή, είναι άραγε αυτή η λέξη η εκλεκτή στον Όλυμπο των

νυχτών μου,

γυναίκα ευλύγιστη και γητεμένη κι ως έρωτας; Ο έρωτας με τα

σφιχτά του στήθη

και τα ψυχρά λαιμά. Ο έρωτας με τις αγκάλες φυλακές του, ο

έρωτας με τις ζωηρές

αγρύπνιες ανά δύο, σε κρεβάτι στρωμένο με δαντέλες. ΄

Άλλο τι να διαλέξω δεν θα μπορούσα εξόν από το να μείνω εδώ,

κάτω από το διαφανή τρούλο της αιωνιότητας''.

''Ο Κορσέρ Σανγκλό πλησιάζει στο λιμάνι. Ο μόλος είναι από

γρανίτη, το τελωνείο

Page 2: Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

από λευκό μάρμαρο. Και τι σιωπή. Τί έλεγα; Για τον Κορσέρ

Σανγκλό.

Πλησιάζει στο λιμάνι, ο μόλος είναι από πορφυρίτη και το τελωνείο

από λιωμένη λάβα...

και τι σιωπή βασιλεύει σε όλα αυτά.''

''Κοινοτοπίες! Κοινοτοπίες! Ιδού λοιπόν το ύφος το αισθησιακό! Να

τη λοιπόν η χορταστική

πρόζα. Μακριά είναι το στόμα από την πένα. Έσο λοιπόν παράλογο,

μυθιστόρημα

όπου θέλω αλαζονικά να φυλακίσω τις λεβέντικες φιλοδοξίες μου

στον έρωτα,

έσο ανεπαρκές, έσο πτωχό, έσο απογοητευτικό. Νιώθω το στήθος

μου να φουσκώνει στο

ζύγωμα της λεγάμενης. Θα κάνω έρωτα μπροστά σε τριακόσια

άτομα, ατάραχος, μέχρι

αυτού του σημείου έχουν πάψει να με ενδιαφέρουν οι γύρω μου. Έσο

τετριμμένος,

αφήγημα πολύκροτο.

Εξακολουθώ να πιστεύω στο θαυμαστό του έρωτα, πιστεύω στην

πραγματικότητα

των ονείρων, πιστεύω στις ηρωίδες της νύχτα, στις ωραίες της

νύχτας που τρυπώνουν

στις καρδιές και στα κρεβάτια. Δείτε, δίνω τους καρπούς μου στις

εύθραυστες

χειροπέδες της εκλεκτής γυναίκας, χειροπέδες ατσάλινες,

χειροπέδες σάρκινες,

μοιραίες χειροπέδες. Νεαρέ κατάδικε, είναι καιρός να βάλουμε έναν

αριθμό στο

σαγιάκι σου και να δέσουμε στον αστράγαλό σου τη βαριά μπάλα

των διαδοχικών ερώτων.''

Page 3: Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

''Ας μη σκεφτεί κανείς ότι η δουλειά του λογιστή και του ποιητή

αφήνουν τελικά τα ίδια

στίγματα στο χαρτί, κι ότι μόνο το διορατικό μάτι των

τυχοδιωκτών της σκέψης είναι

ικανό να καταλάβει τη διαφορά μεταξύ των αράδων χωρίς

μυστήριο του πρώτου

και της σολομωνικής του δευτέρου, της προφητικής και ίσως θείας,

εν αγνοία του,

γιατί οι πανούκλες είναι φοβερές δεν είναι παρά θύελλες καρδιών

αλληλοσυγκρουόμενων και

είναι δέον να τις αντιμετωπίζουμε με ατομικές φιλοδοξίες και

πνεύμα αποδεσμευμένο

από την ηλίθια ελπίδα της μετατροπής του χαρτιού σε καθρέφτη

χάρη σε μια γραφή μαγική

και αποτελεσματική''.

''Υπάρχουν στιγμές στη ζωή όπου η λογική των πράξεών μας μάς

προκύπτει με όλη της

την αδυναμία. Ανασαίνω, κοιτάζω, δεν μπορώ να ορίσω στις

σκέψεις μου μια παλαίστρα.

Επιμένουν να χαράσσουν διασταυρούμενα αυλάκια.

Πώς θέλετε το στάρι, κύρια έγνοια ανθρώπων που περιφρονώ, να

βλαστήσει εκεί;''.

''Τί κάνουμε όταν είμαστε τρεις; Γδυνόμαστε''.

Page 4: Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

''Αίνιγμα.

Τί είναι αυτό που ανεβαίνει πιο ψηλά από τον ήλιο και κατεβαίνει

πιο χαμηλά

από τη φωτιά, που είναι πιο ρευστό από τον άνεμο και πιο σκληρό

από το γρανίτη;

Χωρίς να σκεφτεί, η Ζαν-Ουράνιο Τόξο απαντάει:

-Μια μπουκάλα.

-Γιατί; ρωτάει η σφίγγα.

-Γιατί έτσι θέλω.

-Καλώς, μπορείς να περάσεις, Οιδίπους ιδέα και τομάρι.''

''Καλλιεργείτε λοιπόν τις αισθήσεις σας είτε για την υπέρτατη

ευδαιμονία είτε για την

υπέρτατη φουρτούνα, ζηλευτές κι οι δύο καθόσον υπέρτατες και

στη διάθεσή σας.''

''Ήταν η ώρα δύο το απομεσήμερο. Μισάνοιξε ο ήλιος και βροχή

πυξίδων έπεσε στη γη:

πυξίδες υπέροχες από νίκελ που έδειχναν όλες τον ίδιο Βορρά.''

''Ο μύλος του καφέ γουργούριζε στα χέρια της μαγείρισσας. Έπειτα

μες στη σιωπή του

κήπου ακούστηκε η ξαφνική και περιπαθής φωνή του θυρωρού: <Η

κυρία πεθαίνει! Η κυρία πέθανε>! Η άμοιρη γυναίκα ήταν πράγματι

νεκρή, και πολυτελώς μάλιστα:

Page 5: Αποσπάσματα του ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΣΝΟΣ

με καρότα για μαξιλάρι και άνθη ροδακινιάς για σάβανο. Και από

τότε, μες στο σπίτι

που πενθεί, ποτέ δεν έπαψε να ακούγεται το γουργούρισμα του

μύλου του καφέ στα

τραχιά χέρια της αόρατης μαγείρισσας με την μπλε ποδιά, και ποτέ

δεν πέρασαν ατιμώρητοι

μπροστά από τα κλειστά παράθυρα ο εραστής ο άτολμος και ο

γρουσούζης παπάς''